ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ...

69
ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2 η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008 Α. ΣΤΟΧΟΙ, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ, ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗΣ Με τη συνδιάσκεψη επιδιώκουμε να βαθύνουμε, να θεμελιώσουμε πιο πλούσια, να αναπτύξουμε ποιοτικά την αντίληψή μας για ένα ταξικά αναγεννημένο, Νέο Εργατικό Κίνημα, που θα είναι ικανό να δώσει νικηφόρα προοπτική στην αναμέτρηση με το κεφάλαιο, από τη σκοπιά της εργατικής χειραφέτησης. Όπως έχουμε υπογραμμίσει στο 2 ο Συνέδριο, η ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, αποτελεί προϋπόθεση για την υπεράσπιση των λαϊκών δικαιωμάτων και την ήττα της κυρίαρχης πολιτικής. Αποτελεί, ταυτόχρονα, κρίκο για την πολιτικοποίηση σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση του ευρύτερου ρεύματος της διαμαρτυρίας και της «προς τα αριστερά» αναζήτησης, θεμέλιο της αλλαγής των συσχετισμών σε όφελος του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου και της επαναστατικής Αριστεράς. Σε μια εποχή που το κοινωνικό-οικονομικό ζήτημα, τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς, αποτελεί κορυφαίο πεδίο διαμόρφωσης των πολιτικών συσχετισμών, το εργατικό κίνημα αντιμετωπίζει τη βαθιά πρόκληση της αναγέννησής του. Αυτό είναι το μήνυμα όλων των σημαντικών αγώνων της τελευταίας περιόδου . Της ελπιδοφόρας ανάπτυξης αλλά και των ορίων τους. Των αγώνων που δεν έγιναν, παρά τον οδοστρωτήρα των αντεργατικών μέτρων, εκείνων που δεν νίκησαν, παρά το δυναμισμό τους, ή όσων έτειναν στις καλύτερες στιγμές τους, να αναμετρούνται με βασικές πλευρές της αστικής πολιτικής και να σπάνε τα όρια του υπάρχοντος σ.κ. Το τελευταίο διάστημα καταγράφεται μια αισθητή άνοδος των αγωνιστικών διαθέσεων, με τις πανεργατικές απεργίες και τους μαχητικούς κλαδικούς αγώνες, μια άνοδος της δράσης και στον ιδιωτικό τομέα, είσοδος νέων τμημάτων στη μαζική δράση (νέα εργατική βάρδια, νέα μισθωτά στρώματα, επιστημονικό προλεταριάτο κ.λπ.). Αυτή τη σπουδαία εμπειρία και τα συμπεράσματα που προκύπτουν θέλουμε κατ’ αρχήν να αποτιμήσουμε στη Συνδιάσκεψή μας, μπροστά και στο νέο γύρο της αναμέτρησης Επιπλέον, η Συνδιάσκεψη έχει βαρύνουσα πολιτική σημασία για την ανάπτυξη-προώθηση της πολιτικής πρότασης-κατεύθυνσης στην οποία επιδιώκουμε να αναπτύσσεται το εργατικό κίνημα για το ΝΑΡ, το ΜΕΡΑ και όλη την αντικαπιταλιστική Αριστερά, αφού πραγματοποιείται στο έδαφος των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων της κυβέρνησης της ΝΔ και του κεφαλαίου, των αλλαγών στη ζωή και τη συνείδηση της εργατικής τάξης που διαμορφώνει ο σύγχρονος ολοκληρωτικός καπιταλισμός, αλλά και των κυοφορούμενων ανακατατάξεων στο αστικό πολιτικό σύστημα και την Αριστερά. Την περίοδο αυτή δημιουργούνται συνθήκες σφοδρότερης 1

Upload: -

Post on 30-Jul-2015

184 views

Category:

Documents


1 download

TRANSCRIPT

Page 1: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Α. ΣΤΟΧΟΙ, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ, ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗΣ

Με τη συνδιάσκεψη επιδιώκουμε να βαθύνουμε, να θεμελιώσουμε πιο πλούσια, να αναπτύξουμε ποιοτικά την αντίληψή μας για ένα ταξικά αναγεννημένο, Νέο Εργατικό Κίνημα, που θα είναι ικανό να δώσει νικηφόρα προοπτική στην αναμέτρηση με το κεφάλαιο, από τη σκοπιά της εργατικής

χειραφέτησης. Όπως έχουμε υπογραμμίσει στο 2ο Συνέδριο, η ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, αποτελεί προϋπόθεση για την υπεράσπιση των λαϊκών δικαιωμάτων και την ήττα της κυρίαρχης πολιτικής. Αποτελεί, ταυτόχρονα, κρίκο για την πολιτικοποίηση σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση του ευρύτερου ρεύματος της διαμαρτυρίας και της «προς τα αριστερά» αναζήτησης, θεμέλιο της αλλαγής των συσχετισμών σε όφελος του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου και της επαναστατικής Αριστεράς. Σε μια εποχή που το κοινωνικό-οικονομικό ζήτημα, τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς, αποτελεί κορυφαίο πεδίο διαμόρφωσης των πολιτικών συσχετισμών, το εργατικό κίνημα αντιμετωπίζει τη βαθιά πρόκληση της αναγέννησής του. Αυτό είναι το μήνυμα όλων των σημαντικών αγώνων της τελευταίας περιόδου. Της ελπιδοφόρας ανάπτυξης αλλά και των ορίων τους. Των αγώνων που δεν έγιναν, παρά τον οδοστρωτήρα των αντεργατικών μέτρων, εκείνων που δεν νίκησαν, παρά το δυναμισμό τους, ή όσων έτειναν στις καλύτερες στιγμές τους, να αναμετρούνται με βασικές πλευρές της αστικής πολιτικής και να σπάνε τα όρια του υπάρχοντος σ.κ.Το τελευταίο διάστημα καταγράφεται μια αισθητή άνοδος των αγωνιστικών διαθέσεων, με τις πανεργατικές απεργίες και τους μαχητικούς κλαδικούς αγώνες, μια άνοδος της δράσης και στον ιδιωτικό τομέα, είσοδος νέων τμημάτων στη μαζική δράση (νέα εργατική βάρδια, νέα μισθωτά στρώματα, επιστημονικό προλεταριάτο κ.λπ.). Αυτή τη σπουδαία εμπειρία και τα συμπεράσματα που προκύπτουν θέλουμε κατ’ αρχήν να αποτιμήσουμε στη Συνδιάσκεψή μας, μπροστά και στο νέο γύρο της αναμέτρησηςΕπιπλέον, η Συνδιάσκεψη έχει βαρύνουσα πολιτική σημασία για την ανάπτυξη-προώθηση της πολιτικής πρότασης-κατεύθυνσης στην οποία επιδιώκουμε να αναπτύσσεται το εργατικό κίνημα για το ΝΑΡ, το ΜΕΡΑ και όλη την αντικαπιταλιστική Αριστερά, αφού πραγματοποιείται στο έδαφος των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων της κυβέρνησης της ΝΔ και του κεφαλαίου, των αλλαγών στη ζωή και τη συνείδηση της εργατικής τάξης που διαμορφώνει ο σύγχρονος ολοκληρωτικός καπιταλισμός, αλλά και των κυοφορούμενων ανακατατάξεων στο αστικό πολιτικό σύστημα και την Αριστερά. Την περίοδο αυτή δημιουργούνται συνθήκες σφοδρότερης σύγκρουσης με την κυβέρνηση Καραμανλή, το κράτος, την κυβέρνηση, την εργοδοσία, την Ε.Ε., αφού οι αναγκαιότητες του κεφαλαίου και η συναίνεση του αστικού μπλοκ εξουσίας, σε συνδυασμό με την απότομη επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων, κάνουν εξαιρετικά δύσκολη την προσπάθεια λαϊκής αποδοχής των μέτρων, τη διαμόρφωση ενός νέου «κοινωνικού συμβολαίου». Κλιμακώνεται η αντιπαράθεση των βασικών αντιλήψεων και γραμμών μέσα στο εργατικό κίνημα (ρεφορμιστικός-υποταγμένος συνδικαλισμός, αριστερός ρεφορμισμός του ΠΑΜΕ, αμυντικός ρεφορμισμός της ΑΠ, αυτονομία-κινηματισμός κ.λπ.), μιας και όλες οι δυνάμεις -όπως και το σύστημα άλλωστε- θέλουν να ανακτήσουν ή να κερδίσουν έδαφος σε αυτή την περίοδο των έντονων διεργασιών. Συνεπώς, το ζήτημα της πολιτικής κατεύθυνσης του εργατικού κινήματος και του ποια συνολική πολιτική πρόταση θα τροφοδοτήσει, αποκτά τεράστια σημασία.

Η συζήτησή μας, λοιπόν, πρέπει: 1) Να απαντήσει το ερώτημα αν και πώς μπορούν να νικήσουν οι αγώνες σήμερα, αν και πώς μπορούν να συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός υπολογίσιμου και σχετικά συγκροτημένου ρεύματος ταξικής ανασυγκρότησης του κινήματος, με επίδραση σε ευρύτερες δυνάμεις της εργατικής τάξης.2) Να μελετήσει πιο ολοκληρωμένα την έως τώρα πείρα μας, τα θετικά της στοιχεία, αλλά και τους λόγους για τους οποίους η προσπάθεια εφαρμογής, στοιχείων, έστω, της λογικής του Νέου Εργατικού Κινήματος δεν προχώρησε, σε αρκετές περιπτώσεις δίχασε και τραυμάτισε την οργάνωση, ενώ

1

Page 2: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

συνάντησε τη διακριτική άρνηση έως ανοιχτή αντιπαράθεση των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. (ακόμη και των συμμάχων του ΜΕΡΑ ή της διαδικασίας του πόλου).3) Να δώσει βαθύτερες απαντήσεις σχετικά με το ρόλο, τις μορφές και τα αναγκαία βήματα για μια ανώτερη συγκρότηση τόσο της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας, όσο και των δυνάμεων που παλεύουν συνειδητά για ένα Νέο Εργατικό Κίνημα.4) Να συμβάλλει ιδιαίτερα στη βελτίωση της εργατικής φυσιογνωμίας του ΝΑΡ, στην ανάπτυξή του σε κρίσιμους κλάδους, στην καλύτερη διάρθρωση και συγκρότηση των εργατικών του οργανώσεων.5) Να γίνει με όρους εργατικής δημοκρατίας, να αγκαλιάσει όλο το δυναμικό του ΝΑΡ και της νΚΑ, και ιδιαίτερα τα μέλη των εργατικών οργανώσεων, να απευθυνθεί στους αγωνιστές που βρεθήκαμε μαζί το προηγούμενο διάστημα. Να στηριχτεί, χωρίς να περιοριστεί, στις κατακτήσεις και τις αποφάσεις των προηγούμενων σωμάτων και συνεδρίων του ΝΑΡ.

Β. Η ΚΡΙΣΙΜΗ ΚΑΜΠΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

Β.1. ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣΗ συνδιάσκεψη πραγματοποιείται σε μια νέα κρίσιμη κατάσταση. Στη χώρα μας και διεθνώς συσσωρεύονται αλλαγές και διαμορφώνονται τάσεις, τόσο σε κοινωνικό-οικονομικό όσο και στο επίπεδο της ταξικής πάλης, που προδιαγράφουν-προετοιμάζουν μια στρατηγική καμπή των εξελίξεων. Οι βασικότερες από αυτές θεωρούμε ότι είναι: * Ο δομικός χαρακτήρας της κρίσης, η μη συνηθισμένη, κυκλική, αλλά μακροπρόθεσμης σημασίας ύφεση -και εν δυνάμει κρίση- των καπιταλιστικών οικονομιών. Η απειλή κλονισμού της καπιταλιστικής οικονομίας, λόγω της κρίσης της στεγαστικής πίστης, κυρίως στις ΗΠΑ, που μεταφέρεται άμεσα σε διεθνές επίπεδο μέσω των χρηματιστηριακών κρίσεων. Ο κύριος λόγος ανησυχίας είναι αν η στεγαστική/χρηματοπιστωτική κρίση επεκταθεί και στους υπόλοιπους παραγωγικούς τομείς και μετατραπεί σε συνολική ύφεση/κρίση. Το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα μπαίνει σε μία περίοδο που χαρακτηρίζεται από τη χρεοκοπία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου στην οικονομία καθώς και από την όξυνση των αντιθέσεών του συνολικά. Το λαχάνιασμα αυτό δεν εκφράζεται μόνο στο οικονομικό επίπεδο, αλλά και στα προβλήματα ηγεμονίας της αμερικάνικης υπερδύναμης (βλ. και πρόσφατη σύνοδος του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι), το βάλτωμα των πολιτικο-στρατιωτικών επιδιώξεων του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού στη Μέση Ανατολή και το Ιράκ, η χρεοκοπία των πολεμικών απειλών κατά του Ιράν κ.λπ. * Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, με την ενεργό συμμετοχή πλέον και της καπιταλιστικής Ρωσίας και της Κίνας, όπως αυτές μορφοποιούνται στα Βαλκάνια (ανεξαρτησία Κοσόβου, Βοσνία, ΠΓΔΜ κ.λπ.), στην Κύπρο, στη Μέση Ανατολή, στο ενεργειακό και σε άλλα οικονομικά μέτωπα.. * Από την άλλη μεριά, αναδεικνύεται ως βασικό στοιχείο που επιδρά στις εξελίξεις και καθορίζει τους σημερινούς και αυριανούς συσχετισμούς η αντιφατική τάση ευρύτερων μαζών για σύγκρουση με την κυρίαρχη πολιτική. Αν και δεν έχουν καταφέρει ακόμα να ανατρέψουν ποιοτικά τον αρνητικό συσχετισμό της περιόδου, οι λαϊκές εργατικές αντιστάσεις, η απονομιμοποίηση σε όλο και περισσότερους εργαζομένους πλευρών της κυρίαρχης πολιτικής, η αντικατοχική, αντιαμερικάνικη πάλη στη Μ. Ανατολή, η αντιϊμπεριαλιστική τάση στη Λατινική Αμερική, αποτελούν νέο δεδομένο στο πολιτικό τοπίο.Ως απάντηση στην κρίση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και την άνοδο των αντιστάσεων, το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του προωθούν νέες αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις σε βάρος των εργαζομένων στην κατεύθυνση της αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης και του ποσοστού υπεραξίας και ενίσχυσης της πολιτικής κυριαρχίας του κεφαλαίου. Το πρόγραμμα του κεφαλαίου περιλαμβάνει την εξάρθρωση της σταθερής εργασίας, την ουσιαστική κατάργηση των δημόσιων συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας, τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις των κοινωνικών υποδομών, τη ληστρική εκμετάλλευση-καταστροφή της φύσης και την «κατάκτηση» του βιολογικού χώρου, την προώθηση των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων, την αναβάθμιση της πολιτικής-πολεμικής βίας πλάι στην κυρίαρχη οικονομική κ.ά.

2

Page 3: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής δυναμώνουν οι φωνές υπέρ ενός διαφορετικού μίγματος καπιταλιστικής διαχείρισης, με πιο ενισχυμένο το σκέλος της κρατικής παρέμβασης, υπέρ του κεφαλαίου πάντοτε. Ο «πράσινος καπιταλισμός» ή ένας περιορισμένος «νεοκεϊνσιανισμός» έρχονται στο προσκήνιο ως «απάντηση» στην κρίση. Οι διαφοροποιήσεις αυτές εκφράζουν οπωσδήποτε προβληματισμούς και ταλαντεύσεις στον αστικό συνασπισμό εξουσίας, αλλά χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα και σαν «αναισθητικά» για την ακόμη πιο αποφασιστική προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Οι δυνάμεις αυτές αναζητούν τον τετραγωνισμό του κύκλου, ένα νέο μείγμα διαχείρισης και «οράματος», εκβιασμού και «ελπίδας», καταστολής και «δημοκρατίας», στην κατεύθυνση της κατάπνιξης των αντιδράσεων και αντιστάσεων απέναντι στον αχαλίνωτο ολοκληρωτικό καπιταλισμό της εποχής μας.Ωστόσο, το καπιταλιστικό σύστημα δεν μπορεί πλέον να δημιουργήσει συνθήκες πλήρους απασχόλησης, και σχετικά σταθερής οικονομικής ανάπτυξης, ούτε να δημιουργήσει ένας κράτος πρόνοιας και ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, όπως την 20ετία 1945-1965, ακόμα και μετά το τυχόν παροδικό ξεπέρασμα της τωρινής ύφεσης. Κινείται, λόγω των ενδογενών αντιφάσεών του, και των χαρακτηριστικών που έχει η κρίση στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό προς μια πορεία όξυνσης των αντιθέσεων του. Η «ταλάντευση» αυτή, όχι με αυτόματο και ευθύγραμμο τρόπο, συνδέεται, λίγο-πολύ, και με τις διαφορετικές πολιτικές επιλογές διαχείρισής της. Εδώ βρίσκεται και η -σχετική και μέσα στα δεδομένα όρια- σημασία των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ (όχι μόνο στο δίλημμα Δημοκρατικοί ή Ρεπουμπλικάνοι, αλλά και στο ερώτημα Κλίντον ή Ομπάμα), εδώ και η νέα νίκη Μπερλουσκόνι και ο Σαρκοζισμός, από τη μια. αλλά και, από την άλλη, η αναθέρμανση στα κεντροαριστερά σενάριαΣυνολικά, μετά τη δομική κρίση το 1973-75, οι κυρίαρχες δυνάμεις δεν έχουν επιτύχει την οικοδόμηση μιας νέας «χρυσής εποχής του συστήματος», πάρα τα διαδοχικά νεοφιλελεύθερα και σοσιαλφιλελεύθερα κύματα των νεοσυντηρητικών αναδιαρθρώσεων των δεκαετιών του ’80 και του ’90, που οδήγησαν σε φάσεις σχετικής ανάκαμψης -κυρίως κατά τη δεκαετία του 90- και στην εδραίωση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, καθοριστικό ρόλο για την προοπτική αυτών των τάσεων έχει η ταξική πάλη με τις πιέσεις, τα όρια, τις κατακτήσεις ή και τις ανατροπές που μπορεί να επιβάλλει.Αυτή η τάση όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων, αδυναμίας για πειστική και μακροπρόθεσμη απάντηση του καπιταλισμού και σχετικής ανόδου των αγώνων οξύνουν τις αντιφάσεις του πολιτικού συστήματος, διαμορφώνουν μια γενικότερη πολιτική αστάθεια, που εκφράζεται και με σημαντικές διαρκείς πολιτικές μεταβολές σε σύντομο πολιτικό χρόνο, όπως η γρήγορη πτώση της «κεντροαριστερής λύσης» στην Ιταλία, η φθορά του «μεγάλου συνασπισμού» και η άνοδος της «Αριστεράς» στη Γερμανία, η αυξανόμενη αντί-Μπους αμφισβήτηση στις ΗΠΑ. Είναι ορατή, η αδυναμία συνολικής στρατηγικής απάντησης ικανής να ενσωματώνει μακροπρόθεσμα την εργατική τάξη με ένα θετικό-επιθετικό όραμα. Ειδικά η εξαιρετικά γρήγορη φθορά και κατάρρευση της κεντροαριστερής κυβέρνησης Πρόντι στην Ιταλία, δείχνει το ολοκληρωτικό αδιέξοδο των κυβερνητικών λύσεων διαχείρισης, και του κυβερνητισμού.Η απουσία αστικής εναλλακτικής απάντησης συνοδεύεται και από την έλλειψη εργατικής επαναστατικής απάντησης με σχετικά μαζική επίδραση, που είναι και το ζητούμενο της εποχής μας. Πρόκειται, ωστόσο, για μια ιστορική πορεία, όχι κατ΄ ανάγκη ανοδική, αλλά εξελισσόμενη, που προετοιμάζει τομές και άλματα στην ταξική πάλη, κρίσεις, ανατροπές ακόμα και επαναστατικά γεγονότα. Από την άποψη αυτή τα ζητήματα μιας άλλης Αριστεράς και ενός Νέου Εργατικού Κινήματος αναδείχνονται με νέα ένταση.

Β.2. Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

Ο ελληνικός καπιταλισμός δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστος από τη διαδικασία της κρίσης- ύφεσης. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και κερδοφορίας που είχαν επιτύχει οι ελληνικές εταιρείες (μεγαλύτερες από το μέσο όρο της Ευρώπης) παρουσιάζουν πτώση, ενώ ο ανταγωνισμός του κεφαλαίου οξύνεται, με θύματα πρώτα απ΄ όλους τους εργαζόμενους. Από την άλλη πλευρά οι αντιστάσεις, οι αγώνες, η τάση ανόδου του κινήματος, ωστόσο, αρχίζουν να κάνουν εμφανή την επίδραση τους. Για πρώτη φορά αναδείχνεται με σχετικά μαζικούς όρους η δυνατότητα του εργατικού κινήματος, κάτω από άλλες προϋποθέσεις, να ανακόψει, να ματαιώσει ακόμα και να σπάσει κάποιο πυλώνα της αντεργατικής

3

Page 4: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

επίθεσης. Oι αναπτυσσόμενες, με αντιφάσεις και αστάθειες, λαϊκές εργατικές τάσεις διαμαρτυρίας, αγωνιστικής δράσης και χειραφέτησης που αποτελούν ελπιδοφόρο και δυναμικό στοιχείο των εξελίξεων. Εκδηλώνονται αγωνιστικά (π.χ. πρόσφατο απεργιακό κύμα, λιμάνια, εκπαίδευση, νεολαία κ.λπ.), εκλογικά ως ενίσχυση αριστερών δυνάμεων και ως εκλογική αποστοίχιση από ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, ιδεολογικά ως μια ορισμένη φθορά και απονομιμοποίηση των νεοφιλελεύθερων δογμάτων. Συνιστούν μια πρώτη ρωγμή στον κοινωνικό και πολιτικό συσχετισμό.Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, εμφανίζεται και στη χώρα μας η σχετική πολιτική αστάθεια που διαπιστώσαμε και γενικότερα. Μέσα σε λίγους μήνες –και αυτό δεν είναι συνηθισμένο- φανερώνεται ότι οι εκλογές δεν έδωσαν τη «λύση» που επεδίωκε η άρχουσα τάξη για ισχυρή κυβέρνηση και αντιπολίτευση που θα παίζουν αξιόπιστα το ρόλο τους στη βάση μιας «ισχυρής εντολής για τις μεταρρυθμίσεις». Η κυβέρνηση της ΝΔ είναι πιο αδύναμη, σε σχέση με την πρώτη τετραετία της, όχι κυρίως λόγω της κοινοβουλευτικής καχεξίας, αλλά γιατί έχει εξασθενήσει η δυναμική της πολιτικής της, που σκοντάφτει στις λαϊκές αντιστάσεις. Στην προσπάθειά της να ανακτήσει την εμπιστοσύνη της αστικής τάξης και να ξεφύγει από τη σημερινή δύσκολη θέση γίνεται πιο επικίνδυνη, επιδιώκει μια «φυγή προς τα μπρος». Προωθεί ένα επιθετικό πρόγραμμα αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνει:-Την άγρια λιτότητα, τη σύνδεση μισθού-παραγωγικότητας, την εξω-εργασιακή λεηλασία του εργατικού εισοδήματος και την υπέρ του κεφαλαίου ανακατανομή του κοινωνικού πλούτου (φορολογία, χρηματιστήριο, τιμολόγια ΔΕΚΟ κ.λπ.). -Τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα και, ειδικά, στη νεολαία (stage, μερική απασχόληση, ωρομίσθιοι, αμοιβή με μπλοκάκια κ.λ.π.). Εντείνονται οι πιέσεις για απελευθέρωση των απολύσεων, η κατάργηση των συνόρων μεταξύ σταθερής και μη εργασίας και στο δημόσιο. -Την απελευθέρωση των αγορών, το νέο γύρο ιδιωτικοποιήσεων και ΣΔΙΤ.-Την προώθηση της αντιασφαλιστικής επίθεσης. -Την επιχειρηματική παιδεία της νέας εποχής. Με τον αποτελεσματικότερο έλεγχο/παρέμβαση του κεφαλαίου στο περιεχόμενο της, τη δομή της και στη διαμόρφωση των εργασιακών δυνατοτήτων-ικανοτήτων της σύγχρονης εργατικής δύναμης. Με την εφαρμογή του νόμου-πλαίσιο για τα ΑΕΙ, το νόμο για την έρευνα-μεταπτυχιακά και την οδηγία για τα ιδιωτικά κολέγια. -Την κλιμακούμενη εκμετάλλευση της φύσης και την περιβαλλοντική καταστροφή (π.χ. με τα νέα χωροταξικά σχέδια).-Την αντιδραστική αναδιάρθρωση του κράτους (Καποδίστριας 2) και την ποινικοποίηση των αγώνων.

Οι αλλαγές στο κράτος και το πολιτικό -κομματικό σύστημα, σφραγίζονται από τον ενισχυμένο το ρόλο της Ε.Ε., την κοινοβουλευτικού τύπου πραξικοπηματική επικύρωση της Ευρωσυνθήκης παρά τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων, τις νέες μορφές κρατικο-μονοπωλιακής συνύφανσης, του πολιτικού ρόλου των ΜΜΕ και των επιχειρηματικών κέντρων.Το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί να παραπαίει στην κρίση, κρίση πολιτικής, στρατηγικής και φυσιογνωμίας, και αποτελεί αυτή τη στιγμή τον πιο «αδύναμο κρίκο» του πολιτικού συστήματος, καθώς όχι μόνο δεν καταφέρνει να κερδίσει πολιτικά από τη φθορά της κυβέρνησης αλλά παρά τη ρητορική περί «αριστερής στροφής», βρίσκεται αντιμέτωπο με τη διαρκή εξασθένιση της παραδοσιακής του δυνατότητας εκπροσώπησης εργατικών-λαϊκών στρωμάτων. Η 20ετής πολιτική του, η σημερινή του συμπόρευση με όλα τις βασικές επιλογές της ΝΔ (ιδιωτικοποιήσεις, λιτότητα, άρθρο 16, «εθνικά θέματα», αλλά και στάση της ΠΑΣΚΕ στην ΕΓΣΣΕ), η αφομοίωσή του στους μηχανισμούς του κράτους και της Ε.Ε. είναι τα βαθύτερα αίτια της κρίσης του.Η συνεχιζόμενη πολιτική επίθεσης στα εργατικά και δημοκρατικά δικαιώματα από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ έχει μεγαλώσει την απόσταση του αστικού συνασπισμού εξουσίας από τους εργαζόμενους, πράγμα που προκαλεί μια κρίση εκπροσώπησης στο αστικό πολιτικό σύστημα. Η απουσία επικίνδυνου για την αστική τάξη κοινωνικού και πολιτικού «αντίπαλου δέους» επιτρέπει να εκδηλώνονται αυτοί οι τριγμοί πιο ανοικτά με εσωτερικές αντιπαραθέσεις στον κρατικό μηχανισμό, σκάνδαλα κ.λπ.Ιδιαίτερο ρόλο παίζει το ακροδεξιό ΛΑΟΣ, σαν «λαγός» της μετατόπισης της πολιτικής κατάστασης προς τα δεξιά. Δημαγωγεί σαν δήθεν αντικαθεστωτικό κόμμα ενώ είναι φανερή η προκλητική προώθησή του από τμήμα της άρχουσας τάξης και των ΜΜΕ, ως δεκανίκι της κυβέρνησης της ΝΔ και χρήσιμη εφεδρεία αντιδραστικής εθνικιστικής πίεσης και συντηρητικών λύσεων.

4

Page 5: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Β.3. ΤΟ ΑΝΤΙΦΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΡΕΥΜΑ

Οι αγωνιστικές τάσεις διαμαρτυρίας και αναζήτησης προς τα αριστερά είναι, ωστόσο, ασταθείς. Η διαμαρτυρία δεν μετατρέπεται αυτόματα σε διάθεση για αγώνα. Η απονομιμοποίηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών δεν οδηγεί ακόμα στην άρνηση των βασικών αστικών δογμάτων και σε μια ανεξάρτητη συλλογική αντικαπιταλιστική τάση. Η τάση προς τα αριστερά εκφράζεται, κατά κύριο λόγο, προς μια «εύκολη» κοινοβουλευτική και κυβερνητική εναλλακτική λύση και άρα προς τη ρεφορμιστική και την κυβερνητικά διαθέσιμη Αριστερά. Είμαστε ανάμεσα στην αντίφαση του «δεν πάει άλλο», που λένε όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι και του «εάν και πώς μπορεί να πάει αλλιώς», που κυριαρχεί ακόμα. Φυσικά το ρεύμα αυτό δεν είναι ενιαίο ούτε ταξικά, ούτε πολιτικά. Υπάρχουν τμήματα που επιδιώκουν συνειδητά μια άλλη διαχείριση. Υπάρχουν άλλα που επιδιώκουν με συνεπή τρόπο μια σύγκρουση με την κυρίαρχη πολιτική, απορρίπτουν διαχειριστικές λύσεις, αλλά μένουν στο όριο των αντινεοφιλελεύθερων ή αντιιμπεριαλιστικών πολιτικών. Υπάρχουν, τέλος, τμήματα που επιδιώκουν μια ευρύτερη αντιπαράθεση με τον καπιταλισμό, και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αποστασιοποιούνται από την τάση σοσιαλδημοκρατικοποίησης του ΣΥΝ όσο και τα αδιέξοδα της πολιτικής του ΚΚΕ. Αυτό το μειοψηφικό τμήμα, ανεξάρτητα από το πώς τοποθετείται σήμερα κομματικά, είναι κρίσιμο για την κατεύθυνση που θα πάρει το συνολικό ρεύμα της διαμαρτυρίας. Είναι σαφές ότι θα οξυνθεί η πάλη για την ηγεμονία στο εσωτερικό του ανάμεσα στις δυνάμεις που επιδιώκουν την καθήλωσή του στα όρια της νέας διαχειριστικής προοπτικής ή και της κοινοβουλευτικής διαμαρτυρίας και τις δυνάμεις που επιδιώκουν τον αντικαπιταλιστικό μετασχηματισμό του. Είτε θα αναπτυχθεί, θα ωριμάσει πολιτικά και στρατηγικά και θα οργανωθεί σε ανώτερο επίπεδο, ώστε να συγκρουστεί αποτελεσματικά και να δημιουργήσει ρήγματα στην πολιτική του κεφαλαίου, είτε θα νικηθεί από τον κυβερνητικό οδοστρωτήρα, θα οπισθοχωρήσει κοινωνικά και πολιτικά προς τον δικομματισμό ή προς τις ποικίλες καθεστωτικές εναλλακτικές λύσεις.Είναι σαφές ότι το καπιταλιστικό σύστημα παρεμβαίνει στις εξελίξεις στο κίνημα και την Αριστερά και πως έχει δείξει την ικανότητά του να αξιοποιεί τις κρίσεις και τα προβλήματα του για να ανανεώνει τους θεσμούς, και το πολιτικό προσωπικό του καταστέλλοντας ή/και ενσωματώνοντας πρωτοπόρα ριζοσπαστικά κοινωνικά ρεύματα.. Στην παρούσα φάση δεν έχει ακόμα έτοιμη εναλλακτική λύση για τη μετάβαση από το δικομματισμό σε ένα άλλο σύστημα διπολισμού, λόγου χάρη. Γι’ αυτό οι διεργασίες προς διάφορες κατευθύνσεις. Και όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, κρίσιμο ρόλο σε αυτή την κατεύθυνση θα κληθεί να παίξει η Αριστερά. Διάφοροι συνδυασμοί «εξόδου από την κρίση» εμφανίζονται από το μεγάλο συνασπισμό ΝΔ-ΠΑΣΟΚ αλά Γερμανία, μέχρι τη «διπολική» αντιπαράθεση κεντροδεξιάς (ΝΔ-ΛΑΟΣ) και κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ-ΣΥΝ), ή τη δημιουργία νέων κομμάτων και την δήθεν προοδευτική διαχείριση μιας «εναλλακτικής διακυβέρνησης» με πυρήνα την Αριστερά.

Β.4. ΟΙ ΑΝΑΤΑΡΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΚΗΝΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Όπως σημειώναμε σε προηγούμενη απόφαση της Π.Ε.: «Το βασικό ερώτημα είναι αν το συγκεκριμένο πολιτικό σκηνικό θα αναπλαστεί ή θα ανατραπεί και αν η Αριστερά θα παίξει σταθεροποιητικό ή ανατρεπτικό ρόλο». Από αυτή τη σκοπιά οξύνονται ήδη και θα οξυνθούν ακόμη περισσότερο τα ερωτήματα για το χαρακτήρα και το ρόλο της Αριστεράς: Αριστερά της διαχείρισης, της κυβερνητικής συμμετοχής, της εναλλακτικής λύσης εντός του συστήματος, ενός νέου ΄89, ή Αριστερά της ανατροπής, των νικηφόρων αγώνων, της μαχητικής εργατικής αντιπολίτευσης, της πλήρους ανεξαρτησίας και αντιπαλότητας σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και της επαναστατικής διεξόδου; Αριστερά της αλλαγής των εκλογικών συσχετισμών εντός του πολιτικού συστήματος ή της ταξικής πάλης για απόκρουση και ανατροπή της αντεργατικής επίθεσης που θα οξύνει την κρίση του πολιτικού σκηνικού, θα ενισχύει και την Αριστερά και θα φέρνει επιτυχίες και βελτιώσεις στη ζωή των εργαζομένων; Που θα φέρνει την εργατική πολιτική στο προσκήνιο με την ανάπτυξη ενός πολιτικού εργατικού κινήματος, που είναι η βάση για την σταθερή αλλαγή και των πολιτικών συσχετισμών προς τα αριστερά;

5

Page 6: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Ο ΣΥΝ προβάλει -συχνά με υπερβολές- τις δυνατότητες της περιόδου (και αυτό έχει απήχηση στους εργαζόμενους που αναζητούν ελπίδα) και, ως απάντηση, εμφανίζει μια «συνολική πρόταση» κυβερνητικού χαρακτήρα, η οποία είναι βέβαια εντός του συστήματος. Επιδιώκει να κατοχυρωθεί ως δύναμη ικανή να εκπροσωπεί ταυτόχρονα και τα κινήματα και μια «αριστερή» κυβερνητική διαχείριση. Στη λογική αυτή, εξαργυρώνει τα οφέλη που απέσπασε από την πολύ μεγάλη προσπάθειά του για κοινοβουλευτική εκπροσώπηση των αγώνων της πρόσφατης περιόδου. Πρόκειται για μια επιλογή νέας ενσωμάτωσης των ριζοσπαστικών τάσεων, στην οποία πρωτοστατούν αυτή τη φορά οι «αριστεροί» του ΣΥΝ με τη σύμπραξη ριζοσπαστικών ομάδων που συμμετέχουν στο ΣΥΡΙΖΑ.Στην πολιτική του κυριαρχεί η αντικατάσταση του νεοφιλελεύθερου προγράμματος με ένα «αριστερό», που όμως δεν θέτει θέμα συνολικής ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής, των πυλώνων της, των νόμων και της εξουσίας της. Τι είδους αριστερή κυβέρνηση μπορεί να υπάρχει μέσα στην ΕΕ, υπό την κηδεμονία της ΟΝΕ; Την ίδια στιγμή συγκυβερνά με το ΠΑΣΟΚ σε δήμους και ΓΣΕΕ, και μέσα από την Αυτόνομη Παρέμβαση ταλαντεύεται και αρνείται να βάλει πλάτη σε αγώνες που λένε όχι στο νόμο Ρέππα. Η πολιτική αυτή, και στην πιο αριστερή εκδοχή της, είναι διαχειριστική στο πλαίσιο της στρατηγικής ενός «δημοκρατικού σοσιαλισμού» χωρίς σοσιαλισμό, του σοσιαλδημοκρατικού ορίζοντα του προγράμματος με τις ουτοπικές λογικές του εκδημοκρατισμού της ΕΕ, των «ανθρώπων πάνω από τα κέρδη» κ.λπ. Το ΚΚΕ, εμφανίζεται όλο και πιο έντονα με τη συνολική στρατηγική και προγραμματική του φυσιογνωμία, που σφραγίζονται από τη «λαϊκή εξουσία-οικονομία», όχι όμως από μια γραμμή αντικαπιταλιστικής πάλης για επαναστατική ανατροπή. Δεν μπορεί να συμβάλλει σε μια ταξική αναγέννηση του ε.κ. Δεν έχει ανατρεπτική πολιτική λογική και δυναμική παρέμβαση στις εξελίξεις κι αφήνει ελεύθερο χώρο στο ΣΥΝ. Ενώ μιλάει για ανατροπή της αντιλαϊκής επίθεσης, αρνείται μια γραμμή μαχητικής εργατικής αντιπολίτευσης και δεν προωθεί την αναγκαία ταξική ανατρεπτική ενότητα στη βάση των εργαζομένων. Μάλιστα, υποβαθμίζει επικίνδυνα το ρόλο της κυβέρνησης Καραμανλή ως βασικού οργάνου της επίθεσης, στο όνομα των δικομματικών ευθυνών. Οι αντιφάσεις-ανεπάρκειες αυτές έχουν ήδη δημιουργήσει συνθήκες κρίσης στις σχέσεις του με τα πρωτοπόρα μαχόμενα τμήματα του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς.

Γ. Η ΓΕΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ ΝΑΡ ΚΑΙ ΤΗΣ ν.Κ.Α. ΚΑΙ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ

Το κρίσιμο ζήτημα για το επόμενο διάστημα είναι τόσο η ανάπτυξη της ταξικής αντιπαράθεσης για την ανατροπή της επίθεσης, όσο και η πολιτική εξέλιξη του ρεύματος που αναζητά προς τ’ αριστερά και μάλιστα στην αλληλοσύνδεσή τους. Αντιμετωπίζουμε τόσο τα γενικά πολιτικά μας καθήκοντα, όσο και αυτά στο εργατικό κίνημα κάτω από το ενιαίο κριτήριο της οικοδόμησης ενός συνολικού κοινωνικού και πολιτικού μετώπου ικανού να αναμετρηθεί και να πετύχει νίκες απέναντι στην αστική πολιτική. Το ΝΑΡ και η αντικαπιταλιστική Αριστερά στοχεύουν στην άνοδο της συγκρότησης και μαχητικής ικανότητας του ρεύματος της αντιφατικής-ασταθούς αναζήτησης προς τα αριστερά, τη ριζοσπαστικοποίηση του προσανατολισμού του. Διότι πιστεύουμε, ότι το ανατρεπτικό αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, η ταξική αναγέννηση του εργατικού κινήματος και η αυτοτελής συγκρότηση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για την αποφασιστική αναμέτρηση με την αστική πολιτική, για να βαθύνει το ρήγμα που άνοιξε με την πολιτική του αστικού δικομματισμού για να μην ενσωματωθεί στην ανακύκλωση αστικών κοινοβουλευτικών λύσεων και ηττημένων λογικών της ρεφορμιστικής Αριστεράς. Με αυτή τη λογική, απαντάμε ως εξής στο πώς μπορούν να αλλάζουν σήμερα οι συσχετισμοί:* Με ένα συνολικό κοινωνικοπολιτικό κίνημα εργατικής-λαϊκής αντιπολίτευσης, αντίστασης και ανατροπής της πολιτικής κυβέρνησης –ΕΕ -κεφαλαίου, που θα μπορέσει να αποκρούσει μέτρα, να σπάσει πυλώνες της αστικής επίθεσης, να πετύχει υλικές κατακτήσεις υπέρ των εργαζομένων και να διαμορφώσει συνθήκες για μια συνολική αντεπίθεση του εργατικού κινήματος για την ανατροπή της αστικής πολιτικής και κυριαρχίας. * Με την ανάπτυξη ενός πολιτικού κινήματος της εργατικής τάξης, μιας νέας αγωνιστικής ταξικής ενότητας για τις σύγχρονες ανάγκες και δικαιώματα των εργαζόμενων, για την υπέρβαση των θέσεων και της πρακτικής του υποταγμένου συνδικαλισμού. * Με τα αποφασιστικά βήματα στην οικοδόμηση του μετώπου-πόλου της αντικαπιταλιστικής

6

Page 7: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Αριστεράς.Οι στόχοι αυτοί δένονται με τη γενική μας πολιτική για την απόκρουση, ήττα και ανατροπή της διεθνούς και διαρκούς αντεργατικής, τρομοκρατικής και πολεμικής εκστρατείας του κεφαλαίου, του ιμπεριαλισμού και των κυβερνήσεων που την προωθούν. Την ανάπτυξης του νέου ταξικού εργατικού κινήματος και της εμφάνισης με αισθητό τρόπο των δυνάμεων του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου. Τη ριζική ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων από τη σκοπιά και με προοπτική την αντικαπιταλιστική επανάσταση, την εργατική εξουσία-δημοκρατία, το άνοιγμα του δρόμου για την κομμουνιστική απελευθέρωση, με όπλο την κριτική επαναθεμελίωση του κομμουνισμού στην εποχή μας. Υπάρχουν δυνάμεις για την προώθηση αυτών των στόχων; Ναι υπάρχουν:* Είναι πρώτα από όλα ο κόσμος των αγώνων, οι πρωτοπόρες δυνάμεις που γεννιούνται στο έδαφος της ταξικής πάλης και θα γεννιούνται όλο και πιο πολύ το επόμενο διάστημα.* Είναι το διάχυτο αντικαπιταλιστικό δυναμικό, που παίζει καθοριστικό ρόλο στους αγώνες και η συγκρότησή του είναι κρίσιμη για το επόμενο διάστημα.* Είναι εκείνες οι οργανώσεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που απορρίπτουν την άμεση ή έμμεση δορυφοροποίηση γύρω από την ρεφορμιστική Αριστερά και αναζητούν έναν άλλον δρόμο* Είναι οι δυνάμεις από τη βάση της Αριστεράς, ακόμα και του ΠΑΣΟΚ, που προβληματίζονται όλο και πιο ισχυρά για τις τάσεις σοσιαλδημοκρατικοποίησης του ΣΥΝ και την αδιέξοδη πολιτική του ΚΚΕ, και αναζητούν μια άλλη Αριστερά.Οι αγωνιστές που προσεγγίζουν τη λογική της λαϊκής-εργατικής αντιπολίτευσης και απορρίπτουν τον κυβερνητισμό ή την κοινοβουλευτική διαμαρτυρία, που κατανοούν μέσα από την πείρα τους ότι δεν πάει άλλο με αυτό το εργατικό κίνημα, που διαισθάνονται και ανησυχούν για την πορεία της Αριστεράς είναι πολύ περισσότεροι από όσους υποστηρίζουν τη σημερινή εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Επομένως η πορεία συγκρότησης του αντικαπιταλιστικού μετώπου πρέπει να έχει σαν σταθερό κριτήριο την επαφή, το διάλογο και την προώθηση μορφών πολιτικής συγκρότησης ΟΛΟΥ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ, φυσικά στο μέτρο που αυτό κάθε φορά είναι δυνατό.

Στις συνθήκες αυτές, αποκτούν ιδιαίτερη σημασία οι πρωτοβουλίες του ΝΑΡ και του ΜΕΡΑ για μια άλλη Αριστερά της εποχής μας, καθώς και οι ενωτικές προτάσεις του για την ανάπτυξη κοινής μετωπικής δράσης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στις κοινωνικές και πολιτικές μάχες και συγκεκριμένα:* Για την προγραμματική-οργανωτική ανασυγκρότηση του ΜΕΡΑ στην κατεύθυνση του πόλου της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Πολιτική εξόρμηση του ΜΕΡΑ, με συνελεύσεις-εκδηλώσεις, με ενωτικές προτάσεις για την παρέμβασή του στη συζήτηση στην Αριστερά, την ανάπτυξη κοινής μετωπικής δράσης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στις κοινωνικές και πολιτικές μάχες, την οργανωτική του συγκρότηση (δημιουργία πανελλαδικού συντονιστικού), με βάση την απόφαση της πανελλαδικής του συνέλευσης.* Πρωτοβουλία για ενωτική αντικαπιταλιστική παρέμβαση στο μέτωπο της ΕΕ, της Ευρωσυνθήκης και των Ευρωεκλογών. Το ΝΑΡ θα επιδιώξει την ευρύτερη δυνατή συσπείρωση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στη βάση της απόρριψης της Ευρωσυνθήκης και της ΕΕ, της συνολικής αντιπαράθεσης έως και της διάλυση-αποδέσμευση από τον ιμπεριαλιστικό αυτό οργανισμό, για τη συμβολή σε μια άλλη διεθνοποίηση και σε μια επαναστατική προοπτική, την προώθηση του διαλόγου και των αναγκαίων βημάτων για μια άλλης Αριστερά* Πρωτοβουλία για την αυτοτελή συσπείρωση των δυνάμεων ενός Νέου Ταξικού Εργατικού Κινήματος. Το ΝΑΡ θα συμβάλλει στις αναζητήσεις αγωνιστών του εργατικού κινήματος και τις διαθέσεις για μια ανώτερη συγκρότηση όλων όσων παλεύουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην κατεύθυνση αυτή.* Ανάπτυξη πολιτικών δεσμών διαλόγου-κοινής δράσης με αγωνιστές και δυνάμεις που αντιστέκονται και διαφοροποιούνται με τα σχέδια εμπλοκής σε σοσιαλδημοκρατικά σενάρια, που επιθυμούν να συμβάλουν στην αναδιάταξη των δυνάμεων στην Αριστερά -και στην εξωκοινοβουλευτική και ιδιαίτερα στην αντικαπιταλιστική επαναστατική- στην κατεύθυνση ανεξάρτητης συγκρότησης-παρέμβασής της σε όλα τα επίπεδα του κινήματος, των μετώπων, της θεωρίας και πρωτίστως της πολιτικής. Να συμβάλουν στην ανάπτυξη συγκεκριμένης, τεκμηριωμένης, βαθύτερης κριτικής στο ΣΥΡΙΖΑ και στο ΚΚΕ.

7

Page 8: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Για την προώθηση των παραπάνω στόχων απαιτείται, μια συνολική ποιοτική ανάπτυξη της στρατηγικής φυσιογνωμίας της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, μια αποφασιστική αναβάθμιση στην προώθηση της τακτικής του αντικαπιταλιστικού εργατικού μετώπου και του πολιτικού στόχου της ανατροπής της επίθεσης της κυβέρνησης και του κεφαλαίου, καθώς και της ιδεολογικής –πολιτικής -οργανωτικής ανασυγκρότησης και εργατικής κοινωνικής ανάπτυξης του ΝΑΡ – ζητήματα κρίσιμα, που έχουμε επιλέξει να αποτελέσουν αντικείμενο της Συνδιάσκεψης για την Προγραμματική Διακήρυξη, που θα πραγματοποιηθεί το αμέσως επόμενο διάστημα.

Δ. ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Δ.1. ΤΟ ΝΕΟ ΤΟΠΙΟ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ

α) Είναι σαφής η τάση μαζικοποίησης της εργατικής τάξης με ταυτόχρονες σοβαρές αλλαγές στο εσωτερικό της. Το εργατικό δυναμικό, το οποίο ανέρχεται σε 4,880 εκατομμύρια άτομα και η απασχόληση, η οποία πλησιάζει τα 4,453 εκατομμύρια άτομα, αντιστοιχεί στο 62,3% του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας. Η απασχόληση στις επιχειρήσεις μέχρι 10 ατόμων φτάνει στο 62,4% της συνολικής απασχόλησης. Στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, απασχολούνται περίπου 1,005 εκατομμύριο άτομα δηλ. το 35,5% των μισθωτών. Συμπερασματικά, έχουμε αύξηση των μισθωτών (που από 53% των απασχολούμενων το 1993 φτάνει στο 60% το 2003) και αύξηση της εργασίας των γυναικών.β) Διαμορφώνεται μια πολυσύνθετη εργατική τάξη. Σημαντικό στοιχείο είναι η μεγάλη αύξηση των εργαζομένων της περιπλάνησης, της ελαστικής απασχόλησης και της ανεργίας (30-60% του εργατικού δυναμικού στις μεγάλες μητροπόλεις της Δύσης, κοντά στο 10% η μερική απασχόληση στην Ελλάδα). Επιπλέον έχουμε μια πολυεθνική εργατική τάξη και στο επίπεδο του ξεχωριστού εθνικού σχηματισμού, με τη μαζική είσοδο των μεταναστών. Πρόκειται για μια διπλή διαδικασία που περιλαμβάνει και την ενίσχυση της εκμετάλλευσης στη σταθερή απασχόληση και τη μεγέθυνση της ελαστικής εργασίας. Αξιοσημείωτη είναι η είσοδος τμημάτων της διανόησης και της παραδοσιακής μεσαίας τάξης της πόλης στην εργατική τάξη, μέσα από τη σημαντική ενίσχυση της διανοητικά κυρίως εργαζόμενης μισθωτής εργασίας. Νέα εργατικά στρώματα διαμορφώνονται και από τα παλαιά μεσαία στρώματα του χωριού, με τη συγκεντροποίηση της αγροτικής παραγωγής και την προλεταριοποίηση των αγροτών. Η ολοκληρωτική υπαγωγή των τομέων αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης στο κεφάλαιο (παιδεία, υγεία, περιβάλλον, αθλητισμός, πολιτισμός κ.λπ.) και η ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα φέρνουν την εργατική τάξη των τομέων αυτών σε καίρια θέση της καπιταλιστικής οικονομίας. Διαμορφώνεται μια νέου τύπου διακλαδική σύνθεση (νέα δομή των επιχειρήσεων, υπεργολαβίες, τηλεεργασία, κ.λπ.) που οδηγεί σε ενίσχυση του τομέα των υπηρεσιών, του εμπορίου, των τηλεπικοινωνιών, του τουρισμού και των κατασκευών και από την άλλη μεριά σε υποχώρηση του χειρωνακτικά εργαζόμενου εργοστασιακού προλεταριάτου, της κλωστοϋφαντουργίας και των εργαζομένων στη ναυτιλία, και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τους Έλληνες εργάτες. Από 384.000 απασχολούμενους στη μεγάλη βιομηχανία το 1980, έχουμε 233.000 το 2001, με τις μεγαλύτερες απώλειες στην κλωστοϋφαντουργία και τον ιματισμό. Την τελευταία 15ετία στην Ελλάδα έχουμε σημαντική ενίσχυση της απασχόλησης στους κλάδους των κατασκευών, του εμπορίου, του χρηματοπιστωτικού τομέα, του τουρισμού και των κοινωνικών υπηρεσιών (εκπαίδευση, υγεία). Οριακή είναι η άνοδος της απασχόλησης στους τομείς των επικοινωνιών, μεταφορών και ενέργειας, ενώ είναι σαφής η μείωση της εργατικής τάξης της μεταποιητικής (κυρίως λόγω κλωστοϋφαντουργίας και δέρματος) και εξορυκτικής βιομηχανίας.γ) Οι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα εξακολουθούν να κατέχουν υψηλό ποσοστό, με σημαντικές όμως αλλαγές στην εσωτερική τους σύνθεση (συμβασιούχοι, πολλαπλότητα εργασιακών σχέσεων και συμβάσεων κλπ). Οι αλλαγές που ξεκίνησαν στο χώρο του δημοσίου και των ΔΕΚΟ στη δεκαετία του 1990 μέσα από την εισαγωγή ελαστικών μορφών εργασίας (συμβασιούχοι), τις ιδιωτικοποιήσεις και τις μετοχοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων είναι καθοριστικές. Σε αυτό το φόντο, οι μαζικές συνδικαλιστικές οργανώσεις διατηρούνται κυρίως σε χώρους του δημοσίου και των ΔΕΚΟ, έστω και αν οι αλλαγές που περιγράφηκαν πιο πάνω υπονομεύουν αντικειμενικά την δυνατότητα συνδικαλιστικής δράσης.δ) Το κρίσιμο πρόβλημα φυσικά είναι να προσεγγίσουμε εκείνο το τμήμα της σύγχρονης εργατικής τάξης που λόγω της επαφής του με τις πιο πρωτοπόρες παραγωγικές δυνάμεις του σημερινού

8

Page 9: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

καπιταλισμού και της μεγαλύτερης ισχύος του μέσα στην ίδια την παραγωγική διαδικασία, αποφέρει μεγαλύτερα μερίδια υπεραξίας στο συλλογικό καπιταλιστή και επομένως, του προξενεί τη μεγαλύτερη ζημιά αν «κατεβάσει τους διακόπτες». Το τμήμα εκείνο που έχει τον πιο προωθημένο ρόλο στην ταξική πάλη και μπορεί να αναδειχθεί σε μοχλό ενότητας του συνόλου της τάξης σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Αυτό το κομμάτι συγκεντρώνεται κυρίως στους κλάδους των νέων τεχνολογιών, στις τηλεπικοινωνίες και μεταφορές, (280.000 ), την ενέργεια (60.000), τις τράπεζες, (120.000), τους μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους (235.000), την αγροτοδιατροφική βιομηχανία, τους σύγχρονους κλάδους υγείας (230.000). Κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε τη θέση ορισμένων τμημάτων του προλεταριάτου, που κατέχουν κρίσιμη θέση στην παραγωγή, όπως των διανοητικά εργαζομένων ή των διπλά εκμεταλλευομένων μισθωτών της ελαστικής εργασίας και των μεταναστών, χωρίς να διολισθαίνουμε σε αντιλήψεις αποσπασματικής ένταξής τους στο πιο προωθημένο φυλάκιο των ταξικών αγώνων. Η διαπίστωση αυτή συνεπάγεται και τον αντίστοιχο πολιτικό προσανατολισμό στη δράση της οργάνωσης, την αντίστοιχη διάταξη των δυνάμεων της.

Δ.2. ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ - ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Η σύγχρονη εργατική τάξη εμπεριέχει εντός της, τόσο τη δυνητική επαναστατική χειραφέτηση του κοινωνικού ανθρώπου, όσο και τη φθορά της κοινωνίας και της φύσης από τον καπιταλισμό, την εκμετάλλευση, την αλλοτρίωση, την υποταγή και την καταπίεση.Από τη μια η εκτίναξη της εκμετάλλευσης, ο βίαιος σφετερισμός της αξίας της εργατικής δύναμης. Η εξατομίκευση των εργασιακών σχέσεων που συμπυκνώνεται στη στρατηγική προσπάθεια της αστικής τάξης να διασπαστεί σε βάθος και όσο γίνεται μονιμότερα ο αντικειμενικός πυρήνας της εργατικής διεκδίκησης. Η μετατροπή της εργατικής τάξης σε διαρκή οφειλέτη απέναντι στο κεφάλαιο, πιστωτή και όχι ελεύθερο πωλητή της δύναμης της, (κάρτες, δάνεια, το 50% των σημερινών εργαζομένων ηλικίας 31-47 ετών έχει δανειοδοτηθεί με προοπτική εξόφλησης των δανείων στα 65). Η παραπέρα αλλοτρίωση της εργασίας από τα μέσα και τα προϊόντα της παραγωγής. Η διάλυση των παλιών βιομηχανικών πόλεων και της «γειτονιάς», η εξατομικευμένη εργασία, η εκθετική ανύψωση των μισθολογικών και άλλων εργασιακών διαφορών, που οξύνουν στο έπακρο το πρόβλημα των εσωτερικών κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών της αντιφάσεων.Και από την άλλη, η ποιοτική άνοδος του κοινωνικού και ιστορικού στοιχείου της αξίας της εργατικής δύναμης, η ενίσχυση των τάσεων της κοινωνικοποιημένης εργασίας, η αποκάλυψη, πιο καθαρά από ποτέ, του τυπικού χαρακτήρα της ατομικής ελευθερίας και των ατομικών δικαιωμάτων στον καπιταλισμό. Για πρώτη φορά η εργατική τάξη γίνεται «πλειοψηφική» σε παγκόσμια κλίμακα και συγκεντρώνεται όσο ποτέ στις μεγάλες πόλεις. Γεγονός που, μαζί με την εντεινόμενη αποξένωση, επωάζει τη δυνατότητα πρωτόγνωρων σε όγκο, έκταση, δύναμη και αποτελεσματικότητα εργατικών εξεγέρσεων. Η συγκριτικά ανώτερη μόρφωσή της, παρά τη συστηματική πνευματική της εξαθλίωση από τα ΜΜΕ και τα συστήματα εκπαίδευσης, γεννά την ικανότητα να διαχειρίζεται μέσω των κοινωνικών δυνατοτήτων της τα ίδια δεδομένα με τον διευθυντή απομυθοποιώντας το διευθυντικό-τεχνοκρατικό προνόμιο. Αυτή η διπλή εικόνα της εργατικής τάξης δυσκολεύει μεν αλλά κάνει πιο ορατό και πλέον επιτακτικό το γεγονός πως δεν μπορεί να επανενωθεί σε «τάξη για τον εαυτό της» παρά μόνο μέσα από την ταξική πάλη, και μάλιστα όχι οποιαδήποτε ταξική πάλη, αλλά εκείνη που ανυψώνεται σε πανεθνικό- πολιτικό επίπεδο με αντικαπιταλιστικό ταξικό περιεχόμενο και επαναστατική κομμουνιστική κατεύθυνση. Είναι πριν απ’ όλα μια πολιτική επαναστατική διαδικασία που μπορεί να γίνει μόνο στη βάση μιας σύγχρονης εργατικής πολιτικής, ενός νέου εργατικού κινήματος, πάνω στις σημερινές αντιθέσεις της τάξης, και με βαθύτερα στρατηγικά χαρακτηριστικά.

Δ.3. ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Στη σύγχρονη παραγωγή διαμορφώνεται ένα σχετικά διευρυμένο τμήμα «μισθωτών», αστικής, μικροαστικής και ενδιάμεσης κοινωνικής θέσης. Ο ρόλος τους συνδυάζει την ειδική θέση τους στη σύγχρονη επιστημονικοτεχνική οργάνωση της εργασίας, με την κύρια, ιδιαίτερη συμβολή τους στην καθοδήγηση και ενίσχυση του κοινωνικού καταμερισμού ανάμεσα σ’ αυτούς που παράγουν και σ’

9

Page 10: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

αυτούς που ιδιοποιούνται υπεραξία, στην οργάνωση και αναπαραγωγή των νέων οικονομικών και πολιτικών μεθόδων της σύγχρονης εντατικής εκμετάλλευσης της εργασίας.Το γεγονός αυτό διαφοροποιεί ταξικά τους νέους μισθωτούς «αξιωματικούς και υπαξιωματικούς» από εκείνο το διευρυνόμενο τμήμα της εργατικής τάξης που προσφέρει «σύνθετη εργασία», κυρίως παράγοντας υπεραξία, και έχει την κύρια «συμβολή» του στην τεχνική επιστημονική διεκπεραίωση, το συντονισμό και καταμερισμό της παραγωγής,. Αυτός ο «διευθυντικός ή ημιδιευθυντικός», «πολιτικο-διοικητικός» κυρίως, ρόλος των μη εργατικών μισθωτών στρωμάτων προκύπτει, ως αναγκαιότητα από το γεγονός ότι οι σύγχρονες μέθοδες εκμετάλλευσης της εργασίας, στηρίζονται στο συνδυασμό αξιοποίησης της νέας «τεχνολογικής» παραγωγικότητας των εργαζομένων, σε σύνδεση με τις «βίαιες» «απόλυτες», «εντατικές», μεθόδους, διαρκούς σφετερισμού της πραγματικής αξίας της εργατικής δύναμης. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τις νέες κοινωνικές συμμαχίες της εργατικής τάξης -με προϋπόθεση την εργατική αυτοτέλεια και ηγεμονία με τα κατώτερα και ενδιάμεσα μισθωτά στρώματα της βιομηχανίας και των υπηρεσιών, που και αυτά συμπιέζονται από την επίθεση του κεφαλαίου, και παίρνουν σήμερα με νέο τρόπο τη θέση της «αγροτιάς» και των «βιοπαλαιστών».

Ε. Η ΑΝΟΔΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΦΑΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΥ ΜΑΖΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ

Το πρόσφατο απεργιακό κύμα κατέγραψε ένα πρώτο πλήγμα στην κυβερνητική πολιτική και το πλαίσιο των «μεταρρυθμίσεων». Παράλληλα, οι κλαδικοί αγώνες της τελευταίας διετίας, το κίνημα στην εκπαίδευση, οι αντιστάσεις ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις (σε Ελλάδα και Ευρώπη), η ανάδειξη επιθετικών αιτημάτων σε ορισμένους αγώνες (1400 ευρώ κατώτερος μισθός, προσλήψεις, ένταξη στα βαρέα, μείωση υπερωριών και χρόνου εργασίας), η υιοθέτηση νέων μορφών συλλογικότητας και οργάνωσης της πάλης, και η γενικότερη (όχι μόνο εκλογική) ενίσχυση της «Αριστεράς» του κινήματος, ξεθώριασαν τις κοινωνικές συμμαχίες του νεοσυντηρητισμού, και ταυτόχρονα ενίσχυσαν την κρίση και του άλλου πόλου του αστικού συνασπισμού εξουσίας (ΠΑΣΟΚ). Χωρίς καμιά διάθεση υπερτίμησης των πρόσφατων αγώνων, φαίνεται ότι η κοινωνική δυσαρέσκεια έχει βάθος και δεν εκφράζεται μόνο κοινοβουλευτικά, αλλά βγαίνει και στο δρόμο.

Ε.1. ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΕΡΓΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ

Οι απόπειρες αγωνιστικής απάντησης την προηγούμενη περίοδο όχι μόνο δεν ήταν αμελητέες, αλλά σε ορισμένες στιγμές δημιούργησαν πολιτικό πρόβλημα στην κυβέρνηση της ΝΔ και γενικά στον αστικό συνασπισμό εξουσίας. Και παρότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν κατάφεραν να ανατρέψουν την επίθεση κυβέρνησης- κεφαλαίου, «ωρίμασαν» πρωτοπόρα τμήματα εργαζομένων στην ανάγκη ταξικής αναγέννησης του κινήματος.

Οι αγώνες της προηγούμενης περιόδου.Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 (και με σημαντικές στιγμές την απεργία της ΔΕΗ το 1987 ενάντια στη σύνδεση μισθού-παραγωγικότητας, των οικοδόμων για το 35ωρο και της ΟΛΜΕ το 1988 με την απεργία μέσα στις εξετάσεις) και κυρίως από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ένα ευρύτερο δυναμικό έλαβε μέρος σε αγώνες ενάντια στη νεοσυντηρητική επιδρομή. Τόσο οι μεγάλες μάχες στην περίοδο της κυβέρνησης Μητσοτάκη όσο και αυτές επί των κυβερνήσεων Σημίτη έδωσαν αρκετές ευκαιρίες για να συναντηθεί αυτό το δυναμικό. Επεισόδια αυτής της αντιπαράθεσης ήταν οι απεργίες ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της Ιονικής και της Ολυμπιακής, οι δυο αναμετρήσεις για το μισθολόγιο στο δημόσιο, η μεγάλη απεργία για να μην περάσει το ασφαλιστικό Γιαννίτση. Οι απεργιακοί αγώνες στην εκπαίδευση, την υγεία και την ΕΣΥΕ, όπου αφορούσαν κυρίως το μέτωπο απέναντι στη λιτότητα και λιγότερο τις στρατηγικές αλλαγές που προωθούνται στους χώρους αυτούς. Και τέλος εκείνες οι κινητοποιήσεις που έγιναν όταν έκλειναν εταιρείες και οι εργαζόμενοι έχαναν την δουλειά τους (Σίσσερ, Τρικολάν, Φωσφορικά Λιπάσματα κ.α.).Οι αγώνες αυτοί ήταν κατά βάση αμυντικοί, με συντεχνιακά πολλές φορές χαρακτηριστικά, χωρίς να αμφισβητούν την κατεύθυνση των νεοφιλελεύθερων αλλαγών ενώ πολύ μεγάλα ζητήματα, όπως ο

10

Page 11: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

οδοστρωτήρας της Ολυμπιάδας, ο νόμος Ρέππα ή ο πιο πρόσφατος νόμος για την ελαστική απασχόληση πέρασαν «αμαχητί». Η χρόνια υποχώρηση του κινήματος καθιστά ζητήματα της ταξικής αντιπαράθεσης, «απρόσβλητα» από την εργατική δράση, σαν να υπάγονται αποκλειστικά στην σφαίρα των δικαιωμάτων του κεφαλαίου και του διευθυντικού του μηχανισμού. (π.χ. το δικαίωμα της εργοδοσίας να απολύει ελεύθερα εργαζόμενους, η αξιολόγηση), ενώ οι εργαζόμενοι και όλη η αριστερά δεν αναγνωρίζουν το δικαίωμα των εργαζόμενων να επιδρούν με πολιτικά αιτήματα και στόχους στην διαπάλη που γίνεται στην κοινωνία.

Η εμπειρία του πρόσφατου κύματοςΤο τελευταίο διάστημα, με τους αγώνες σε μια σειρά κλάδους (ναυτεργάτες, δάσκαλοι, βιβλιοϋπάλληλοι, μηχανικοί, ΟΤΑ, λιμάνια), και κυρίως μέσα στο καυτό απεργιακό μέτωπο κατά της αντιασφαλιστικής επίθεσης, εμφανίζονται θετικές και ελπιδοφόρες διεργασίες στους εργαζόμενους:1. Αυξημένη συμμετοχή στις γενικές απεργίες και τις διαδηλώσεις, καθώς και στις κινητοποιήσεις των κλάδων. Οι απεργίες (πιο αδύναμα από ό,τι το «μέσο όρο») άγγιξαν τον ιδιωτικό τομέα. Επιπλέον ήταν εντονότερη από κάθε άλλη φορά η κινητοποίηση των «νέων εργατικών δυνάμεων» και στρωμάτων.

2. Αναπτύχθηκαν μαζικοί, αποφασιστικοί και μακρόχρονοι κλαδικοί αγώνες (κυρίως ΟΤΑ, ΔΕΗ, Τράπεζα της Ελλάδος, δάσκαλοι), που έδειξαν τον ιδιαίτερο ρόλο, συνδικαλιστικό και πολιτικό που έχει το κίνημα στον κλάδο. Υπήρξε ανώτερη περιφρούρηση των απεργιών, οξυμένες μορφές (κλείσιμο του μηχανογραφικού στην ΤτΕ, κατάληψη Δημαρχείου Αθήνας, κτηρίων ταμείων κλπ), πλούσιες εναλλαγές στις μορφές (π.χ λιμάνια) και αντιπαράθεση με τον απεργοσπαστικό μηχανισμό της εργοδοσίας και του κράτους. Ειδικά η απεργία στην ΔΕΗ και τους ΟΤΑ έδειξε ότι πραγματικός και πιεστικός απεργιακός αγώνας γίνεται όταν «μπλοκάρεται η παραγωγική, οικονομική και διοικητική μηχανή», όταν υπάρχει υλικό κόστος για το κεφάλαιο, το κράτος και το σύστημα, όταν έχει πραγματική ισχύ ο μαζικός αγωνιστικός εκβιασμός της συλλογικής εργατικής πάλης.

3. Μια ορισμένη υιοθέτηση ριζοσπαστικών αιτημάτων (δάσκαλοι 1.400 €), η ενίσχυση της ανεξαρτησίας από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ (π.χ η ευρύτερη καταδίκη της κυβέρνησης ΝΔ, των νόμων Σιούφα και Ρέππα, καθώς και της αντεργατικής πολιτικής των προηγούμενων κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ) παρότι δεν σφράγισε όλο το απεργιακό μέτωπο.

4. Η υποστήριξη των αγώνων από ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις και απονομιμοποίηση του «κοινωνικού αυτοματισμού», πράγμα που οφείλεται στο όλοι οι εργαζόμενοι θίγονταν από τα μέτρα, αλλά και στην σχετική απονομιμοποίηση των νεοφιλελεύθερων δογμάτων.

5. Βασικό ζήτημα που αναδείχτηκε σε αυτήν την περίοδο ήταν τα βήματα που έγιναν –για πρώτη φορά τόσο μαζικά και ευδιάκριτα- στο συντονισμό ταξικών αγωνιστικών σωματείων, που τους επέτρεψαν να εμφανιστούν, έστω αδύναμα και εμβρυακά, ως ένα διαφορετικό υπόδειγμα ταξικής αγωνιστικής δράσης. Και αυτό τόσο με τις διαδικασίες που ακολούθησαν (συνελεύσεις κ.λπ.) και τις πραγματικές μάχες που έδιναν στους χώρους δουλειάς, όσο και με τις διαδοχικές πρωτοβουλίες τους καθ’ όλη τη διάρκεια των αγώνων και σε κλαδική (με πιο χαρακτηριστικό το συντονιστικό των σωματείων των τεχνικών) και σε τοπική βάση, δηλαδή των συντονιστικών που δημιουργήθηκαν σε αρκετές πόλεις. Η κίνηση αυτή αντανακλά τόσο την ανάγκη υπέρβασης του αστικοποιημένου συνδικαλισμού, όσο και τα όρια του αδιέξοδου δρόμου του ΠΑΜΕ και είναι κρίσιμο ζήτημα η εξέλιξή του..

6. Τη γενικά καλύτερη συγκρότηση και παρέμβαση της ταξικής πτέρυγας και των σχημάτων.

Οι αδυναμίες που αναδείχτηκαν

Μεγάλη σημασία έχει, όμως, να δούμε και τις μεγάλες αδυναμίες που αναδείχτηκαν μέσα στο κίνημα και υπογραμμίζουν την ανάγκη της ταξικής του ανασυγκρότησης.

1. Κατ’ αρχήν το περιεχόμενο των κινητοποιήσεων παραμένει προβληματικό. Η διαπίστωση αυτή αφορά τη διατύπωση αιτημάτων που θα σηματοδοτούσαν ένα ρήγμα στην αστική στρατηγική, μια τάση βελτίωσης της θέσης των εργαζομένων και θα ανέστρεφαν την υπέρ του κεφαλαίου αναδιανεμητική λειτουργία του ασφαλιστικού συστήματος, (π.χ η επιστροφή των καταληστευθέντων πόρων της περιόδου 1950-80, η αποφασιστική βελτίωση των συντάξεων, η μείωση των ορίων συνταξιοδότησης

11

Page 12: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

κλπ). Ακόμα χειρότερα, σε πολλές περιπτώσεις κυριάρχησε το στοιχείο του «κάτω τα χέρια από το δικό μου ταμείο», ο συντεχνιακός κατακερματισμός, απέναντι στη συνολική πολιτική εργατική μάχη. Τέλος η ανυπακοή στις επιλογές της Ε.Ε. και το Σύμφωνο Σταθερότητας που είναι πασιφανής λαιμητόμος των δημόσιων δαπανών υπέρ της ασφάλισης ήταν από αναιμική έως ανύπαρκτη, και όχι μόνο στη γραμμή της ΓΣΕΕ, και στη συνείδηση της πλειοψηφίας των αγωνιζόμενων.

2. Αντίστοιχο πρόβλημα υπήρξε και σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό, τις μορφές και την κλιμάκωση της πάλης. Είναι αυτονόητο ότι η ΓΣΕΕ δεν είχε γραμμή κλιμάκωσης, αλλά αποκλιμάκωσης και ξεφουσκώματος της απεργίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις έλειπε μια διαρκής κινητικότητα, ένα πραγματικό αγωνιστικό σχέδιο νίκης, που θα «γεμίζει» το χρόνο ανάμεσα στις τρεις πανεργατικές απεργίες με έναν πλούτο πολύμορφων κι εναλλασσόμενων αγωνιστικών δραστηριοτήτων, θα ενίσχυε τις αγωνιστικές διαθέσεις και την αποφασιστικότητα των εργαζομένων.

3. Σε ό,τι αφορά την οργάνωση της πάλης, τόσο το ΠΑΜΕ όσο και πολύ περισσότερο ο αστικοποιημένος γραφειοκρατικός συνδικαλισμός (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ομοσπονδίες, αλλά και σωματεία) αρκέστηκαν σε έναν αγώνα που αποφασιζόταν, σχεδιαζόταν, καθοδηγούνταν και οργανωνόταν από «τα πάνω», από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, παρά το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις υπήρχαν πολύ ανώτερες διαθέσεις (βλ. συλλογή 500 υπογραφών για συνέλευση στην Εθνική Τράπεζα που δεν έγινε), πράγμα καταστροφικό για την την εξέλιξη του αγώνα.

4. Κρίσιμο ζήτημα αναδείχτηκε και μέσα στην απεργία, το γεγονός ότι οι περισσότερες απόπειρες να κινητοποιηθούν απεργοσπαστικοί μηχανισμοί στηρίχτηκαν στους συμβασιούχους, στην ευέλικτη απασχόληση, που παραμένει ανοργάνωτη και έξω από τα συνδικάτα. Όσο η συνδικαλιστική γραφειοκρατία κρατάει αυτά τα πιο καταπιεσμένα και εκμεταλλευόμενα τμήματα έξω από τα συνδικάτα, τόσο θα υπονομεύεται η εργατική ενότητα, ειδικά στις κρίσιμες στιγμές του αγώνα της.

Ε. 3. ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ: ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΑΣΕΙΣ

Οι αναδιαρθρώσεις του σύγχρονου καπιταλισμού κυριολεκτικά τράβηξαν το χαλί κάτω από τα πόδια του εργατικού κινήματος. Όλες οι «σταθερές» και τα δεδομένα πάνω στα οποία οικοδομήθηκε μεταπολεμικά υπονομεύονται αποφασιστικά. Πρόκειται ουσιαστικά για κατάρρευση του παλιού μοντέλου ενσωμάτωσης και διαπραγμάτευσης, που γίνεται ανήμπορο όχι μόνο «να πάρει μερίδιο από την παραγωγικότητα», αλλά ακόμα και να υπερασπίσει βασικές ιστορικές κατακτήσεις. Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια ιδιαίτερα επιθετική στρατηγική του κεφαλαίου απέναντι στο εργατικό κίνημα. Επιχειρεί να συντρίψει τα συλλογικά, κοινωνικά δικαιώματα των εργατών - παραγωγών πλούτου, στο όνομα του ατομικού δικαιώματος για «ελεύθερη» πώληση της εργατικής δύναμης. Να επιβάλει τον βαθύτερο κατακερματισμό, την εξατομίκευση της εργατικής τάξης. Να διαμορφώσει συμμαχίες νέου τύπου με ξεχωριστά τμήματά της, είτε προσφέροντας κάποια μίζερα προνόμια, είτε δίνοντας «διέξοδο» στη συλλογική εξαθλίωση μέσω πλαστών δυνατοτήτων: έτσι, η μερική απασχόληση πλασάρεται ως ευκαιρία για δεύτερη και τρίτη δουλειά, η κατάργηση της επετηρίδας με την προσμονή «επιτυχίας» στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, η συμπίεση του κόστους παραγωγής με την υπόσχεση για φτηνότερα δάνεια και προϊόντα στην αγορά. Ταυτόχρονα η επίθεση στις «ακαμψίες» της αγοράς εργασίας εκτός από τον οικονομικό στόχο για αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης έχει ως βασικό πολιτικό στόχο την υπονόμευση της συνδικαλιστικής δράσης. Προωθείται ένα ευρύ φάσμα αντισυνδικαλιστικών ρυθμίσεων, που στην Ελλάδα εκφράζεται κυρίως με τη συνεχή παραβίαση των όρων εργασίας από τη μεριά των εργοδοτών και την αξιοποίηση του αστικού δικαίου για τις απαιτήσεις τους (πολιτική περιορισμού των συλλογικών συμβάσεων, ποινικοποίηση των απεργιών, επιστράτευση απεργών, νομιμοποίηση απολύσεων κλπ). Έτσι, αν στη μεταπολεμική περίοδο η βασική στρατηγική απέναντι στην ισχύ των συνδικάτων ήταν η ενσωμάτωσή τους προς όφελος του μακροχρόνιου καπιταλιστικού συμφέροντος, σήμερα κύρια επιδίωξη είναι η διάλυση των συλλογικών πρακτικών, η ένταση της εξατομίκευσης και η υπονόμευση της δυνατότητας για αγωνιστική συνδικαλιστική διεκδίκηση, η συντριβή του συνδικαλιστικού κινήματος.

α) Ο εργοδοτικός συνδικαλισμόςΣτα πλαίσια αυτά εμφανίζονται και ενισχύονται με νέους όρους οι ανοιχτά εργοδοτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις ιδιαίτερα σε μεγάλους χώρους του ιδιωτικού τομέα, με εκπροσώπηση ακόμη και σε επίπεδο

12

Page 13: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

διοίκησης της ΓΣΕΕ. (π.χ. σωματεία Eurobank, Alpha, ΣΤΥΕ κ.α.)Ο σύγχρονος εργοδοτικός συνδικαλισμός, ως τάση συνεργασίας με τον επιχειρηματία-εργοδότη-υπουργό-νομάρχη για την ανάπτυξη της επιχείρησης και το μερίδιο από τα κέρδη, ως εγγυητής της αυξημένης παραγωγικότητας και της εργασιακής πειθαρχίας, αναπαράγεται και ενισχύεται σαν άμεση συνέπεια του νεοσυντηρητισμού και της ολοκληρωτικής πολιτικής του κεφαλαίου, από τα μέσα της δεκαετίας του ’80. Μέχρι και πρόσφατα η ανοιχτά αστική παρέμβαση στο εργατικό κίνημα έδειχνε ιδιαίτερη δυναμική, με σαφή επίδραση στις καινούργιες γενιές εργαζομένων και στα πιο χτυπημένα τμήματα της τάξης. Ο ατομισμός, ο συντεχνιασμός (πλευρά του ο κοινωνικός αυτοματισμός), ο φιλοευρωπαϊσμός και ο εθνικισμός είναι ιδιαίτερες πλευρές αυτής της πολιτικής. Μετά το 2001 δείχνει όμως να λαχανιάζει μπροστά στην εγγενή αδυναμία να προωθήσει λύσεις στα εργατικά προβλήματα που οξύνονται, σε συνδυασμό και με τη γενικότερη απονομιμοποίηση του νεοσυντηρητισμού στην κοινωνία.

β) Ο αστικοποιημένος γραφειοκρατικός συνδικαλισμόςΗ μετάλλαξη της σοσιαλδημοκρατίας από το συλλογικό, ρεφορμιστικό αγώνα σε δύναμη επιθετικής προώθησης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων αλλά και η ανοιχτή σοσιαλδημοκρατικοποίηση πολλών κομμάτων της κομμουνιστικής αριστεράς, έχουν επιπτώσεις στην κατεύθυνση και στο περιεχόμενο των συνδικάτων. Η παραδοσιακή ρεφορμιστική διεκδικητική γραμμή της σοσιαλδημοκρατίας, η οποία μέτραγε επιτυχίες κατά την προηγούμενη περίοδο, (μερίδιο από την παραγωγικότητα, κράτος πρόνοιας, θεσμοί συμμετοχής, μαζικοί διορισμοί και σταθερές εργασιακές σχέσεις), έχει δεχτεί καίριο πλήγμα. Το «παλιό κοινωνικό συμβόλαιο» κομματιάζεται από την έκταση, την αγριότητα και το βάθος της αντεργατικής επίθεσης. Σε αυτό το διάστημα οι ηγεσίες των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ αλλά και ομοσπονδιών, με σοβαρή επίδραση ακόμη και στα πρωτοβάθμια σωματεία, μετατοπίζονται από τον μεταρρυθμιστικό-ρεφορμιστικό συνδικαλισμό στον αστικοποιημένο γραφειοκρατικό συνδικαλισμό. Αυτό εξηγεί πολιτικά γιατί από τη λογική των «λελογισμένων» κινητοποιήσεων, περνάμε στην υπονόμευση κρίσιμων μεγάλων απεργιακών μετώπων από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990 και μετά. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι όποιοι μεγάλοι κλαδικοί αγώνες ξέσπασαν από τότε ήταν σε απόσταση από τη στρατηγική και την τακτική των ηγεσιών του επίσημου σ.κ. (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι μεγάλες απεργίες στην εκπαίδευση). Σοβαρή αιτία αυτής της κατάστασης αποτελεί ασφαλώς η κυριαρχία των ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ στην ηγεσία του σ.κ. Δυστυχώς, όμως, η αστικοποιημένη και γραφειοκρατική εικόνα των κορυφαίων συνδικαλιστικών οργανώσεων δεν οφείλεται μόνο στην στο συσχετισμό δύναμης στις ηγεσίες του σ.κ., αλλά αφορά ένα σύνολο δεδομένων και βαθύτερων επιδράσεων που αφορούν: 1. Τη φυσιογνωμία, το περιεχόμενο και το διεκδικητικό πλαίσιο. Εδώ κυριαρχούν:* Η θέση ότι το σ.κ. πρέπει να έχει υπεύθυνη στάση απέναντι στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, αποδεχόμενο την επιχειρηματικότητα, την ανταγωνιστικότητα, την ανάγκη μιας «αναπτυξιακής εθνικής στρατηγικής», απλώς με μια επίφαση «κοινωνικού προσώπου», που στηρίζεται σε διάφορα μετακεϊνσιανά σχήματα για το πώς η «αναβάθμιση» της εργασίας μπορεί να αποτελέσει παράγοντα ενίσχυσης της καπιταλιστικής κερδοφορίας.* Η γραμμή πάλης που πάντα «ακολουθεί» τη στρατηγική του αντιπάλου (ανεξάρτητα κυβέρνησης), αποδέχεται το βασικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων του κεφαλαίου και απλώς θέτει μια αναιμική γραμμή άμυνας στους ρυθμούς προώθησης των αλλαγών ή διεκδικεί την εξαίρεση κάποιων κλάδων από τα «νέα μέτρα». Έτσι η ΓΣΕΕ, από το 1986 και μετά έχει αποδεχτεί κατά σειρά τα προγράμματα λιτότητας, το Μάαστριχτ, το σύμφωνο σταθερότητας της ΟΝΕ, την ανταγωνιστικότητα των δημόσιων επιχειρήσεων και τους νέους εργασιακούς κανονισμούς των ΔΕΚΟ, τις θυσίες για να σωθεί η οικονομία, την ανάγκη μεταρρύθμισης για να σωθεί το ασφαλιστικό, τις ιδιωτικοποιήσεις, την ελαστική εργασία και τη μερική απασχόληση, τα όρια των απολύσεων, τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια.* Η άρνηση ή απονεύρωση των κινητοποιήσεων με γενικότερους πολιτικούς στόχους και της δράσης για τα κρίσιμα μέτωπα του λαϊκού κινήματος (αυταρχισμός, περιβάλλον, παιδεία, ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, στρατός) . * Το πλήρες έλλειμμα ενιαίου συνεκτικού πλαισίου αδιαπραγμάτευτων αιτημάτων που να βελτιώνουν τη ζωή των εργαζομένων. Για παράδειγμα στο ασφαλιστικό, ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ όχι μόνο δεν προβάλουν ένα πλαίσιο σύγχρονων αναγκών και δικαιωμάτων αλλά προωθούν και ζητάνε επιθετικά την εφαρμογή

13

Page 14: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

του νόμου Ρέππα και φτάνουν να προτείνουν, ως «λύση χρηματοδότησης», την δημιουργία ενός «κουμπαρά» (στην ουσία ενός χρηματιστηριακού προϊόντος), με έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις και τον ΦΠΑ!!! Αντίστοιχα στο τελευταίο σχέδιο ΕΓΣΣΕ διεκδικούν «πλήρη και αποκλειστική υπαγωγή της διευθέτησης του χρόνου εργασίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις εργασίας», «αποδοχή της μερικής απασχόλησης μέχρι το όριο του 10%», «απαγόρευση της αναιτιολόγητης!!! απόλυσης», ενώ για τις ομαδικές απολύσεις το αίτημα είναι η «ουσιαστική και όχι τυπική ενημέρωση των εκπροσώπων των εργαζόμενων»!!! Προτείνουν τέλος, να αμείβονται οι εργαζόμενοι με ποσοστά και μετοχές από τα κέρδη των επιχειρήσεων. 2. Τον ιδεολογικό αφοπλισμό του εργατικού κινήματοςΈχουν γίνει αποδεκτά τα σύγχρονα αστικά ιδεολογικά δόγματα (αντοχή εθνικής οικονομίας, σύγκλιση με τη Ε.Ε., ανταγωνιστικότητα, προτεραιότητα των οικονομικών δεικτών, παραγωγικότητα, ανάπτυξη και επενδύσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας, μονόδρομος ελεύθερης αγοράς, ελλείμματα και πληθωρισμός κλπ.). Απουσιάζει παντελώς η αναζήτηση, η προβολή ή έστω η στοιχειώδης αναφορά στο αντικειμενικό γεγονός ότι ο εργάτης-παραγωγός όλου του πλούτου, δεν παλεύει μόνο για το πόσο πουλάει την εργατική του δύναμη, αλλά πρέπει να έχει λόγο για το πώς, τι και για ποιόν το παράγει, για την ιεραρχία και τη διεύθυνση της παραγωγής, για τη συνολική ρήξη με το κεφάλαιο, και κυρίως για το αίτημα «εργατική τάξη, τάξη για τον εαυτό της, σε αντιπαράθεση με το κεφάλαιο». Η εργατική τάξη αντιμετωπίζεται ως «εταίρος», ως μέσο πολιτικής ζύμωσης και target group, ως απαξίωση της συλλογικής της δράσης, με ανάθεσή της στους «εκπροσώπους» ή «τις φωτεινές πρωτοπορίες» και όχι ως υποκείμενο επαναστατικών αλλαγών.3. Τη βασική λογική της δόμησης του εργατικού συνδικαλισμούΑυτή στηρίζεται στην ενότητα με βάση το επάγγελμα (όχι το χώρο δουλειάς), τη διαταξικότητα, το γραφειοκρατικό και κοινοβουλευτικό τρόπο λειτουργίας. Οι ευέλικτες μορφές εργασίες, είναι κατά βάση έξω από τα συνδικάτα. Αυτό αναπαράγει μακροπρόθεσμα την διάσπαση που επιδιώκει το κεφάλαιο, μέσα στην καρδιά του οργανωμένου εργατικού κινήματος, με αποτέλεσμα να εισάγεται μια βόμβα στα θεμέλια της εργατικής ενότητας. Επιδρά στα «κοινωνικά χαρακτηριστικά του εργατικού κινήματος», καθώς τείνει να καλύπτει κυρίως τα σχετικά πιο προστατευμένα τμήματα της εργασίας. (Δημόσιο, ΔΕΚΟ, σταθερή απασχόληση). Αν το εργατικό κίνημα δεν πετύχει την συμμετοχή των ευέλικτα απασχολούμενων στα σωματεία, σαν βήμα για την κατάργηση της σύγχρονης μαύρης εργασίας, είναι καταδικασμένο στην αντιπαράθεση με το κεφάλαιο.Επιπλέον, σε πολλά πρωτοβάθμια σωματεία η δράση τους αρχίζει και τελειώνει στις τυπικές εκλογοαπολογιστικές συνελεύσεις, στις αρχαιρεσίες εκλογής της διοίκησης και στην αναπαραγωγή των ανακοινώσεων της ομοσπονδίας ή του εργατικού κέντρου. Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις προσπάθειας γενικών συνελεύσεων (που πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν είναι και τόσο εύκολο στον ιδιωτικό τομέα), άμεσης επαφής και ενημέρωσης των εργαζομένων, αλληλεγγύης σε κλάδους που αγωνίζονται, πολιτιστικής-ιδεολογικής δραστηριότητας. Στις χειρότερες επιπλέον περιπτώσεις (που δεν είναι και λίγες), τα σωματεία (ακόμα και τα μη εργοδοτικά!), είναι περισσότερο συνδαιτυμόνες της διοίκησης και του ΟΜΕΔ, εξαντλούν τη δράση τους στα όρια της αστικής νομολογίας του εργατικού δικαίου, παρά είναι διατεθειμένα να κάνουν οποιαδήποτε τομή στη δράση και τη συλλογική διεκδίκηση. 4. Τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του σημερινού σ.κ. Στον ιδιωτικό τομέα η συνδικαλιστική οργάνωση, πολύ περισσότερο οι αγώνες, είναι αρκετά περιορισμένη. Σε ορισμένους κλάδους και μεγάλα εργοστάσια υπάρχει πραγματική «συνδικαλιστική έρημος». Η εργοδοτική τρομοκρατία, ο φόβος της απόλυσης, η αλλαγή της σύνθεσης του εργατικού δυναμικού, η πολιτική υποτίμηση της αριστεράς και των ριζοσπαστικών δυνάμεων στην συγκρότηση ταξικού δυναμικού στους χώρους αυτούς, είναι μερικοί μόνο από τους λόγους γι’ αυτή την εικόνα. Επιπλέον, ολόκληρα τμήματα του συνδικαλιστικού δυναμικού άλλαξαν θέση: στο δημόσιο, και τις ΔΕΚΟ, οι συνδικαλιστές μεταλλάχθηκαν σε μικρά-μεσαία διοικητικά στελέχη, με συνευθύνη στην εφαρμογή των αναδιαρθρώσεων, ενώ σε τομείς του ιδιωτικού τομέα, όπως π.χ. στις κατασκευές, αρκετοί χειρώνακτες εργάτες έχουν μετατραπεί σε μικρο-μεσαίους εργολάβους, υπογράφουν συμφωνίες που πρέπει να τηρηθούν και δίνουν τη θέση τους στη νέα εργατική βάρδια και τους αλλοδαπούς εργάτες. Το φαινόμενο του συνδικαλιστή-προϊσταμένου-εργοδότη είναι ιδιαίτερα συχνό σε δημόσιο-ΔΕΚΟ. Η ευκολία (πολύ μεγαλύτερη από ό,τι σε άλλες χώρες) με την οποία περνούν στελέχη από τη συνδικαλιστική θέση στον υπουργικό θώκο είναι χαρακτηριστική. 5. Τα νήματα σύνδεσης του σ.κ. με την εργοδοσία, το κράτος, την Ε.Ε.

14

Page 15: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Η αποδοχή και συμμετοχή σε διαδικασίες και θεσμούς κοινωνικού διαλόγου και διοίκησης του κράτους και της Ε.Ε. (μερικές φορές για λόγους τακτικής η ΓΣΕΕ απέχει προσωρινά) είναι καθοριστική πλευρά. Όλο και περισσότερο το σημερινό σ. κ. δείχνει να μετασχηματίζεται απλώς σε μια ακόμη ομάδα πίεσης, ένα λόμπι, κάτι στο οποίο συντελούν και οι τάσεις μέσα στην ΕΕ, που προβλέπει διάφορα επίπεδα «διαβούλευσης» με τους κοινωνικούς εταίρους. Από την άλλη διαμορφώνεται ένα ολόκληρο στρώμα συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας αποσπασμένο από την εργατική τάξη, που δρα στο όνομα της και επί αυτής. Η απόσπαση συντελείται μέσω ειδικών προνομίων, συνδικαλιστικών διευκολύνσεων, ειδικών αμοιβών σε διάφορες επιτροπές και ειδικών συμβουλευτικών θέσεων σε κέντρα άσκησης της αστικής πολιτικής. Εδώ αναφερόμαστε στην ΟΚΕ, το ΙΝΕ και τις ευρωπαϊκές αντίστοιχες ΜΚΟ, στο πολυπλόκαμο δίκτυο συμμετοχής (και αμοιβής) σε μια σειρά διοικητικούς οργανισμούς, νοσοκομεία, ΔΕΚΟ, ΟΤΑ, στη διαμεσολάβηση του ΟΜΕΔ, στα δίκτυα νομικής προστασίας της ΓΣΕΕ που κυριολεκτικά εκμεταλλεύονται τους συμβασιούχους, στα δίκτυα χρηματοδότησης της ΓΣΕΕ, της ΑΔΕΔΥ, ομοσπονδιών, (π.χ υπόθεση υπουργείου πολιτισμού) ακόμα και πρωτοβάθμιων σωματείων από κρατικά κονδύλια, ΚΠΣ και άλλους άδηλους πόρους που δεν έχουν καμία σχέση με τη διάφανη, εργατική αυτοχρηματοδότηση των συνδικάτων για τις ανάγκες της πάλης κ.λπ. 6. Τις συνολικές πολιτικές και ιδεολογικές διεργασίας και την στάση της ΑριστεράςΗ κατάσταση των συνδικάτων επηρεάζεται και από τις εξελίξεις στα πολιτικά ρεύματα που αναφέρονται – τυπικά τουλάχιστον – στις δυνάμεις της εργασίας. Η πολιτική αντιπαράθεση από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Η άρνηση του εργοστασιακού σωματείου από την αριστερά. Η ενσωμάτωση των πρώτων χρόνων της «αλλαγής» με την ταύτιση του διοικητικού και του συνδικαλιστικού μηχανισμού στις μεγάλες επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα. Η εργατική διάσπαση του ΠΑΣΟΚ το ’85 και η διορισμένη διοίκηση της ΓΣΕΕ, με την καταστροφική πολιτική της αριστεράς απέναντι σε αυτή την κρίση. Η διάλυση από το ΚΚΕ των βιομηχανικών του οργανώσεων (για να κατακτήσει «κόκκινους δήμους»), και τέλος η επιλογή της δεξιάς γραμμής του Συνασπισμού, αντί μιας αριστερής, εργατικής συμμαχίας ικανής να συγκινήσει και να κερδίσει τον κόσμο της εργασίας καθόρισε το σημερινό συνδικαλιστικό συσχετισμό. Από κει και πέρα ανέλαβε η νεοφιλελεύθερη επίθεση να καθαρίσει το τοπίο για την πλήρη επιβολή του εργασιακού μεσαίωνα. Όλη αυτή η διαδικασία βέβαια, δεν εξελίσσεται ήρεμα και ομαλά. Η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ παρότι αποδέχονται τους βασικούς άξονες της αστικής πολιτικής είναι αναγκασμένες να λαμβάνουν στοιχειωδώς υπόψη τις διαθέσεις της βάσης που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν. Γι΄ αυτό αναγκάζονται κάποιες φορές να υιοθετούν επιμέρους αιτήματα, να εκφράζουν πλευρές του οικονομικού αγώνα της τάξης, για να μη χάσουν το στρατηγικό πλεονέκτημα στην εκπροσώπηση του κινήματος. Η τακτική αυτή οδηγεί σχεδόν πάντα στην ήττα ή έναν οδυνηρό ταξικό συμβιβασμό, χειρότερο από τους προηγούμενους, στην απογοήτευση και την αδράνεια τον κόσμο που αγωνίστηκε. Με βάση τα παραπάνω, γίνεται φανερό ότι η λογική που προτάσσει «την αλλαγή του συσχετισμού», που κριτικάρει τις «ηγεσίες» των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, χωρίς να βλέπει τον κοινωνικό και συνδικαλιστικό μηχανισμό που επιτρέπει σε αυτές τις ηγεσίες να αναπαράγονται είναι εξαιρετικά περιορισμένη και αδιέξοδη. Είναι ζήτημα πρώτης γραμμής η υπέρβαση αυτής της λογικής, που εμφανίζεται με ιδιαίτερο τρόπο στο ΚΚΕ, στο ΣΥΡΙΖΑ και σε εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις και είναι λογική ήττας και αναπαραγωγής της κρίσης του εργατικού κινήματος.Οι αντιφάσεις και οι αναταράξεις στον αστικά εκφυλισμένο συνδικαλισμό θα δυναμώνουν, όσο ευρύτερα τμήματα της τάξης θα «πιέζουν», θα υπερβαίνουν, θα «διασπούν» και θα οργανώνονται σε μια νέα ταξική πολιτική πλατφόρμα. Η κρίση-διαπάλη στο εσωτερικό του εργατικού κινήματος θα ενταθεί στην περίοδο που διανύουμε, και αυτή είναι μια διαδικασία που η αντικαπιταλιστική Αριστερά όχι μόνο δεν πρέπει να ξορκίζει ή να φοβάται (στο όνομα της διάσπασης), αλλά ίσα ίσα να παρεμβαίνει ακατάπαυστα και συγκροτημένα, πολιτικά και οργανωτικά, για να διευρύνει το ρήγμα, να ωθεί τους συσχετισμούς σε νίκη των δυνάμεων της αγωνιστικής ταξικής ενότητας και του Νέου Ταξικού Εργατικού Κινήματος, και σε ήττα τις δυνάμεις του συμβιβασμού και της συνδιαλλαγής. Ωριμάζει πλέον σε πολλούς αγωνιστές η εκτίμηση ότι το σημερινό εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα δεν είναι ικανό να σταματήσει, πολύ περισσότερο να ανατρέψει, την επίθεση του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων. Όπως έχουμε διατυπώσει ως ΝΑΡ, το κυρίαρχο πλαίσιο και ο τρόπος λειτουργίας του σημερινού εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος έχουν ολοκληρώσει την πορεία τους, ωριμάζοντας τις συνθήκες για μια νέα εξόρμηση της εργατικής ταξικής αντίληψης και πολιτικής.

15

Page 16: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Ε.4. ΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

Ο πολιτικός συσχετισμός στο συνδικαλιστικό κίνημα σφραγίζεται από την συγκυριαρχία ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ. Η βάση της συναίνεσής τους είναι η συμφωνία σε μια «ευλύγιστη» τακτική, που φροντίζει να είναι «μέσα» και μέχρις ενός ορίου σε ορισμένες κινητοποιήσεις, για να διατηρούν ορισμένους βαθμούς «ελευθερίας» από την εκάστοτε κυβέρνηση αλλά και «επαφής» με τις αγωνιστικές διαθέσεις, και στις κρίσιμες στιγμές της κλιμάκωσης να «καταθέτουν τα όπλα», στο όνομα των πολιτικών ορίων και των κοινοβουλευτικών παρεμβάσεων (βλέπε εξέλιξη της μάχης για το ασφαλιστικό). Εντούτοις οι δύο αυτές δυνάμεις έχουν σημαντικές διαφορές.1. Η ΠΑΣΚE, αποτελεί την κυρίαρχη δύναμη στο συνδικαλιστικό τομέα, ειδικά στο δημόσιο τομέα και τις ΔΕΚΟ. Συσπειρώνει λαϊκό εργατικό δυναμικό, με εμπειρία από μαζικούς αγώνες και συνδικαλιστική δράση, αλλά και ανεξάντλητη πηγή παραγωγής στελεχών για τις ηγετικές θέσεις του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού και του κρατικού μηχανισμού. Την τελευταία δεκαετία εμφανίζει σημάδια κρίσης και σοβαρή αδυναμία ανανέωσης των δυνάμεών της σε κρίσιμους χώρους του ιδιωτικού τομέα και στη νέα εργατική βάρδια. Το πρόσφατο διάστημα τμήματα της, κάτω από την πίεση της φθοράς του ΠΑΣΟΚ, αλλά και αυτονόμησης σημαντικού μέρους της βάσης της, μπροστά στη νεοσυντηρητική επέλαση και την κυβερνητική επίθεση, προσπαθεί να είναι μέσα σε μαχητικούς αγώνες, σε μια προσπάθεια αποτροπής της μετατόπισης εργατικών δυνάμεων σε πιο ριζοσπαστική βάση, και αυτό δεν είναι χωρίς σημασία για την τακτική των δυνάμεών μας, όπως θα αναφέρουμε παρακάτω.2. Η ΔΑΚΕ, διατηρεί σημαντικές δυνάμεις κι έχει ανοδική πορεία σε αρκετά συνδικάτα την τελευταία περίοδο, κυρίως σε νέους εργασιακούς κλάδους, ΔΕΚΟ και τμήματα του δημοσίου (π.χ. μέση εκπαίδευση). Προσπαθεί να εκφράσει κάποιες θέσεις υπέρ των εργαζομένων στον οικονομικό αγώνα και να αποστασιοποιηθεί από τον ανοιχτά εργοδοτικό συνδικαλισμό (κάποτε και από τις ακραίες εκφράσεις της κυβερνητικής πολιτικής), στη βάση της εφαρμογής των νόμων της αγοράς με «κοινωνικό πρόσωπο» και του περιορισμού των ανισοτήτων. Θέτει ξεκάθαρο βέτο σε κάθε απεργία με πολιτικά, αντικυβερνητικά χαρακτηριστικά (όπως είδαμε και στις πρόσφατες κινητοποιήσεις), φροντίζοντας η αντιπαράθεση να αφορά πλευρές μόνο των αντεργατικών νόμων,και την ανάγκη εξάντλησης του διαλόγου. Στο όνομα του «ακομμάτιστου» χαρακτήρα των συνδικάτων και της αυτοτέλειας του σ.κ. διαχωρίζει τη θέση της και κάνει ανοιχτή απεργοσπασία στους αγώνες, όταν ξεπερνάνε ένα κρίσιμο, επικίνδυνο πολιτικά όριο, για την εφαρμογή των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων.Και οι δύο δυνάμεις αποτελούν στυλοβάτες του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού, καθηλώνουν τον οικονομικό αγώνα εντός των ορίων της αστικής πολιτικής και γι’ αυτό η αποκάλυψή τους στους εργαζόμενους που συσπειρώνουν, το συνεχές πολιτικό μέτωπο απέναντί τους και η αντιπαράθεση για την κατεύθυνση και την οργάνωση των αγώνων πρέπει να είναι συνεχής.3. Το ΠΑΜΕ Τα τελευταία χρόνια ο παραδοσιακός αριστερός ρεφορμισμός, κυρίως μέσω του ΠΑΜΕ, φαίνεται να διαπιστώνει τη μη αντιστρεπτή κρίση του σημερινού σ.κ. και να διαφοροποιείται πολιτικά. Η συγκρότηση του ΠΑΜΕ (που οδήγησε σε υποβάθμιση της παράταξης ΕΣΑΚ) αποτέλεσε μια τομή και μια επιλογή πολιτικής διαφοροποίησης με το υπόλοιπο σ.κ., σε αντιστοιχία με τη συνολική προσπάθεια του ΚΚΕ να οριοθετηθεί – ως ένα βαθμό - από το επίσημο πολιτικό σκηνικό και το αρνητικό κλίμα που δημιούργησαν οι συγκυβερνήσεις Τζαννετάκη-Ζολώτα.Όπως, όμως, έχει φανεί και από τα δείγματα γραφής του τα τελευταία 15 χρόνια, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να φέρει μια νέα πνοή στους ταξικούς αγώνες, να δημιουργήσει όρους ήττας της επίθεσης και υπέρβασης του αστικοποιημένου συνδικαλισμού, να ξεπεράσει τα όρια μιας στενής συσπείρωσης των παραταξιακών του δυνάμεων, να συνδεθεί με τις τάσεις ριζοσπαστισμού που γεννιούνται και με τα αυθεντικά μαζικά κινηματικά γεγονότα. Αυτό οφείλεται:* Στα στρατηγικά πολιτικά του όρια, που εν πολλοίς ταυτίζονται με αυτά του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να παγιωθούν ορισμένες από τις αδυναμίες του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος: πρωτοστάτησε σε πρακτικές ασφυκτικού κομματικού ελέγχου, διαμόρφωσε ένα ολόκληρο «αναπτυξιολάγνο» διεκδικητικό πλαίσιο, στήριξε την ομοιοεπαγγελματική και όχι επιχειρησιακή δόμηση των σωματείων, απέφυγε τη λογική των παρατεταμένων αγώνων και των ανοιχτών συγκρούσεων προς όφελος συμβολικών «συνδικαλιστικών τελετουργιών», πρόβαλε τη λογική της ταξικής συνεργασίας με επαγγελματοβιοτέχνες και μικρούς καπιταλιστές (αντιμονοπωλιακή συμμαχία), ενίοτε και εντός του σωματείου (π.χ. παρουσία εργολάβων στο Συνδικάτο Οικοδόμων). Όρια που

16

Page 17: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

σφραγίζουν και το ΠΑΜΕ που οδηγούν στην αφυδάτωση των πολιτικών στόχων του εργατικού κινήματος μέσα στο θολό και ασαφές καθεστώς της λαϊκής οικονομίας και εξουσίας.

* Στην αντίληψή του για την πολιτική πάλη της ίδιας της εργατικής τάξης και τη σχέση οικονομικού και πολιτικού αγώνα. Το ΠΑΜΕ αποσπάται από την πάλη για τη μείωση της εκμετάλλευσης, δεν προωθεί τον άμεσο πολιτικό (και εν δυνάμει επαναστατικό) αγώνα για την ανατροπή των επιλογών του κεφαλαίου με πυρήνα τα εργατικά δικαιώματα. Εξαιρετικά χαρακτηριστική (με ιστορική ευθύνη θα λέγαμε) ήταν η στάση του στο πρόσφατο αγωνιστικό κύμα. Έτσι η προβολή των ευθυνών ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, του ρόλου της ΕΕ-ΟΝΕ κ.λπ. δεν οδηγεί στην πραγματική και γόνιμη πολιτικοποίηση των αγώνων «εν κινήσει» και όχι «εν απνοία», δημιουργικά και όχι συνθηματολογικά, μέσα στις διαδικασίες του κινήματος, αλλά στην καλύτερη περίπτωση, στα «απογευματινά συλλαλητήρια» του ΠΑΜΕ. Αντιμετωπίζει την εργατική τάξη διαχειριστικά, εργαλειακά, ως μέσο για την ενίσχυση του κόμματος, όχι ως θεμελιακό (και καθοριστικό) στοιχείο του πολιτικού υποκειμένου στο βαθμό που ενισχύεται η αντικαπιταλιστική της δράση. Με αυτό τον τρόπο χαρίζει ουσιαστικά την πολιτικοποίηση του οικονομικού αγώνα στον αστικό ρεφορμισμό και τη ΓΣΕΕ, γι’ αυτό και δεν μπορεί να εμπνεύσει πραγματικό κλαδικό (ή πολύ περισσότερο διακλαδικό) αγώνα με διαφορετικό πλαίσιο και μορφή από τη ΓΣΕΕ.Υποβαθμίζει και το ρόλο της οικονομικής πάλης, με την λογική ότι «κατακτήσεις δεν μπορεί να υπάρχουν σήμερα χωρίς αλλαγή του συσχετισμού», δηλαδή χωρίς την κοινοβουλευτική ενίσχυση του ΚΚΕ. Για αυτό οι πλειοψηφούσες δυνάμεις του στα σωματεία υπογράφουν τις ίδιες πάνω-κάτω συμβάσεις με την κατάπτυστη ΕΓΣΣΕ εργασιακής ειρήνης της ΓΣΕΕ, χωρίς κάποια ιδιαίτερη μάχη. Το ΚΚΕ και η ρεφορμιστική Αριστερά εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν το εργατικό κίνημα ως φορέα της οικονομικής πάλης (δηλαδή της διατύπωσης οικονομικών αιτημάτων), που η «μη ικανοποίησή τους» βοηθάει τους εργαζόμενους να «βγάζουν πολιτικά συμπεράσματα» και να τροφοδοτούν το κόμμα-φορέα της πολιτικής πάλης με τα πιο «συνειδητοποιημένα» στοιχεία* Στην ταύτιση του αγωνιστικού συντονισμού με την ενότητα γύρω το ΠΑΜΕ. Αρνείται μια λογική αγωνιστικής ταξικής ενότητας και με σεχταριστικό τρόπο προτάσσει την ενότητα γύρω από τον εαυτό του, διασπώντας τις ανεξάρτητες αγωνιστικές τάσεις των εργαζόμενων, και δυσκολεύοντας την συγκρότηση κινήματος και αγώνων ανεξάρτητα από την γραφειοκρατία. Αυτή η δεξιά και σεχταριστική πρακτική εμφανίστηκε στους μεγάλους κλαδικούς αγώνες (δάσκαλοι, ΟΤΑ, ΔΕΗ) και οδήγησε στην απομόνωση των δυνάμεών του.* Στην αναπαραγωγή των ίδιων γραφειοκρατικών συνδικαλιστικών μορφών με άλλη «ηγεσία»: το ΠΑΜΕ δεν προτείνει και δεν εφαρμόζει στις ομοσπονδίες που ελέγχει μια διαφορετική πρακτική για την υπέρβαση του διασπαστικού και γραφειοκρατικού συνδικαλιστικού κινήματος.* Στη λογική της εξαργύρωσης των εργατικών αντιστάσεων στην κοινοβουλευτική εκπροσώπηση (το ΠΑΜΕ ψηφίζει Μαυρίκο). Ταυτίζει με έναν απόλυτο και λαθεμένο τρόπο, το συνδικάτο, την παράταξη και το κόμμα, υποτάσσοντας, τελικά, τα πάντα στην ευρύτερη κοινοβουλευτική του λογική, στην πολιτική διέξοδο της «ενίσχυσης του ΚΚΕ».Συνολικά το ΠΑΜΕ, δεν ξεφεύγει από τα όρια ενός ρεύματος της «αριστερής γραφειοκρατίας», δεν υπερβαίνει έμπρακτα τον γραφειοκρατικό συνδικαλισμό, αλλά αποτελεί το ακραίο «αριστερό του άκρο». Τα όρια της γραμμής του σε συνδυασμό με τις νέες δυσκολίες στο συνδικαλιστικό κίνημα, το οδηγούν αντικειμενικά στο να περιορίζεται σε εκδηλώσεις γενικής πολιτικής δράσης και στην ισοπεδωτική καταγγελία όλων των υπολοίπων ρευμάτων.4. Η Αυτόνομη ΠαρέμβασηΗ τακτική της Αυτόνομης Παρέμβασης στο εργατικό κίνημα ανταποκρίνεται στην επιδίωξη μιας «δημοκρατικής αντιπολίτευσης», της κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας με την ΠΑΣΚΕ, στη βάση μιας «χτεσινής» αριστερής σοσιαλδημοκρατικής πλατφόρμας σαν απόληξη της γενικότερης κεντροαριστερής στρατηγικής, του φιλοευρωπαϊσμού και του μεταρρυθμισμού του ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ. Όλη η κριτική για το ΠΑΜΕ ισχύει πολύ περισσότερο και για την ΑΠ.Στο αντινεοφιλελεύθερο (και φιλο Ε.Ε.) πρόγραμμα της Αυτόνομης Παρέμβασης απουσιάζει ο πολιτικός στόχος ανατροπής της επίθεσης (βλέπε θέσεις για ασφαλιστικό, μισθούς, ιδιωτικοποιήσεις κλπ). Δεν βάζει θέμα κατάργησης του ν. Ρέππα, δεν διαχωρίζεται από τις απαράδεκτες προτάσεις της ΓΣΕΕ για το ασφαλιστικό, διαμορφώνοντας μια φυσιογνωμία «υπεύθυνης δύναμης». Σε πολλές μεγάλες

17

Page 18: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

ομοσπονδίες ενισχύει την ταξική συνεργασία μαζί με την ΠΑΣΚΕ (ΟΤΕ, ΟΣΠΑ κλπ) ή και με τη ΔΑΚΕ (π.χ. ΔΕΗ), με αντίστοιχο ρόλο στο κλείσιμο όπως - όπως απεργιών. Και αυτή εξαργυρώνει τους αγώνες στις κοινοβουλευτικές στοχεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ, και μάλιστα σε πιο δεξιά εκδοχή, από τη σκοπιά της σύνθλιψής τους στους αστικούς θεσμούς (δικαστικές προσφυγές, επερωτήσεις στη βουλή κλπ). Εξάλλου η αντινεοφιλελεύθερη γραμμή μπορεί σήμερα να διαχωρίζεται από την κεντροαριστερά, σε καμιά όμως περίπτωση δεν βγαίνει εκτός των εναλλακτικών σχεδίων διαχείρισης του συστήματος με «πιο ανθρώπινο και κοινωνικό πρόσωπο». Εξασφαλίζει όρους προνομιακής πρόσβασης στα κέντρα εξουσίας (με χαρακτηριστικό παράδειγμα την υπεραντιπροσώπευσή του για μεγάλο διάστημα σε θέσεις ειδικά του δημοσίου: παράδειγμα οι θέσεις του ΕΣΥ ή τα στελέχη εκπαίδευσης)..Ωστόσο πληθαίνουν το τελευταίο διάστημα οι φωνές, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αναφέρονται στην ανάγκη ρήξης με τον αστικοποιημένο συνδικαλισμό. Στην ανάπτυξη διαφορετικών θέσεων και μιας άλλης πρακτικής από αυτήν των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, και όχι στα λόγια, θα κριθεί και η ειλικρίνεια των προθέσεων των δυνάμεων του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.5. Οι τάσεις στην εξωκοινοβουλευτική ΑριστεράΣοβαρές αντιφάσεις αναπτύσσονται και στις δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Ορισμένες από αυτές (κυρίως τα Μ-Λ) αρνούνται την διαμόρφωση ριζοσπαστικών στόχων πάλης και αρκούνται σε γενικόλογες πολιτικές αναφορές. Άλλες, στο όνομα της αντίληψης για την «ενότητα των συνδικάτων» μένουν προσκολλημένες στα όρια της ΓΣΕΕ, στις μορφές και στο περιεχόμενο της πάλης της, περιοριζόμενες σε πρακτική αριστερού πεζοδρομίου. Από αυτή τη σκοπιά, κάνουν πολεμική στις θέσεις του ΝΑΡ περί «σεχταρισμού», «ιδεολογικής απογείωσης» και βολονταρισμού. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα οι δυνάμεις αυτές προσανατολίζονται σε μια μονόπλευρη πολιτική συμμαχία με τις δυνάμεις των ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, με μια λαθεμένη και «από τα δεξιά» κριτική απέναντι στο ΠΑΜΕ, ταυτίζοντας τον πολιτικό διαχωρισμό από τον υποταγμένο συνδικαλισμό με την οργανωτική διάσπαση του σ.κ. που επιδιώκει κατά βάθος, όπως λένε, το ΚΚΕ και το ΝΑΡ. Άλλωστε ακραία (και πιο δεξιά) παραμόρφωση της πολιτικής του ΠΑΜΕ, αποτελούν οι απόψεις και η πρακτική αρκετών δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, που στην ουσία αποσύρονται εντελώς από την προσπάθεια πολιτικοποίησης του οικονομικού εργατικού αγώνα (γιατί είναι ρεφορμισμός!), με το τρίπτυχο «το κομματίδιο κάνει πολιτική, οι εργάτες απεργίες και μόνο η ΓΣΕΕ πραγματικό οικονομικό αγώνα», μέσα από παράλληλους μονόδρομους!!!Συνολικά οι αντιφάσεις αυτές εμποδίζουν την ριζοσπαστική Αριστερά να συγκροτήσει ένα διακριτό, ανεξάρτητο ρεύμα, παρά τα βήματα που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα (κείμενο των σχημάτων για το ασφαλιστικό, συμβολή στην πρωτοβουλία των πρωτοβάθμιων σωματείων και τους πρόσφατους αγώνες).6. Η εργατική αυτονομία Το ρεύμα αυτό, η ενίσχυση του οποίου αποτελεί ένα είδος "τιμωρίας" της αριστεράς και των πολιτικών της ορίων. Η τάση της αυτονομίας ενισχύεται σε τμήματα εργαζομένων και εργατικής νεολαίας λόγω της απαξίωσης του αστικοποιημένου συνδικαλισμού, της οξύτητας των αντιθέσεων και κυρίως του ελλείμματος των δυνάμεων της ταξικής ανασυγκρότησης και του ΝΕΚ.Το ρεύμα αυτό υποτιμά τη μάχη για το περιεχόμενο της εργατικής πολιτικής, επιλέγει τον μονότονο ακτιβισμό, τον ελιτισμό, την αποστασιοποίηση από την προσπάθεια αγωνιστικής ταξικής ενότητας με σωματεία, επιτροπές αγώνα και συνελεύσεις, συμβάλει ελάχιστα στο σχεδιασμό μιας αγωνιστικής δράσης - κλιμάκωσης στους κλάδους και συνολικά, κινείται μέσα από το απλοϊκό σχήμα «αφεντικά-εργάτες» και «γραφειοκράτες-συνελεύσεις βάσης», λες και στην πάλη των τάξεων δεν διαμεσολαβούν πολιτικά ρεύματα, ιδεολογικές και πολιτιστικές αντιλήψεις, κράτος και θεσμοί. Δυσκολεύει έτσι, την ανάπτυξη του ταξικού κινήματος.

Ε.5. ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ Σ.Κ.

Συνδικαλιστική πυκνότητα: Σύμφωνα με εκτιμήσεις ΙΝΕ/ΓΣΕΕ κινείται γύρω στο 29%, δηλαδή κάτω από 1 εκατ. εργαζόμενοι είναι συνδικαλισμένοι. Στον ιδιωτικό τομέα το ποσοστό είναι 15% και δημόσιους υπαλλήλους 51%, τις ΔΕΚΟ 60% . Πάντως σημειώνεται σταθερή υποχώρηση όλα τα τελευταία χρόνια: 1983-39%, 1986-43%, 1995-32% και 1998-29%.Οργανωτική συγκρότηση σ.κ: ΓΣΕΕ: πρωτοβάθμια σωματεία 2400. ΑΔΕΔΥ: πρωτοβάθμια σωματεία

18

Page 19: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

1300. Επίσης, στη ΓΣΕΕ «ανήκουν» 62 ομοσπονδίες και 73 Ε.Κ. ενώ στην ΑΔΕΔΥ 45 ομοσπονδίες. Συνολικά, υπάρχουν 180 δευτεροβάθμιες οργανώσεις και 3700 σωματεία.Απεργίες: Την περίοδο 1994-2000 σημειώθηκε σοβαρή υποχώρηση των απεργιών σε αριθμό απεργιών-απεργών και χαμένων εργατοωρών. Π.χ. το 1990 είχαμε 200 απεργίες, 1,4 εκατ. απεργούς και 20,5 εκατ. χαμένες εργατοώρες, και το 1994, περιορίστηκαν σε 31 απεργίες, 226.0000 απεργούς και 1,8 εκατ. εργατοώρες. Μικρή τάση αντιστροφής έχουμε την τελευταία τριετία.

Εκλογικοί συσχετισμοί ΓΣΕΕ2007 - 33ο συνέδριο ΓΣΕΕΠαράταξη Ψήφοι Έδρες Ποσοστό

%ΠΑΣΚΕ 228 21 46,5ΔΑΚΕ (+ΑΣΚΕ)

134 12 26,96

ΔΑΣ (ΠΑΜΕ) 104 9 20,92Αυτόνομη Παρέμβαση

31 3 6,23

2004 - 32ο συνέδριο ΓΣΕΕΠαράταξη Ψήφοι Έδρες Ποσοστό %ΠΑΣΚΕ 211 21 44,7ΔΑΚΕ 115 11 24,3ΔΑΣ (ΠΑΜΕ) 106 10 22,4Αυτόνομη Παρ. 29 2 6,1ΑΣΚΕ (Τραπεζών)

11 1 2,3

Στο 33ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ συμμετείχαν 498 αντιπρόσωποι από 73 Εργατικά Κέντρα και 64 Ομοσπονδίες. Οι εργαζόμενοι που ανήκουν στα συνδικάτα της ΓΣΕΕ έφθαναν τότε περίπου τις 800.000. Για το Συνέδριο είχαν ψηφίσει περίπου 500.000. Το 86% των αντιπροσώπων προερχόταν από τον ιδιωτικό τομέα και 14% από τις ΔΕΚΟ Δημόσιες Επιχειρήσεις.

Εκλογικοί συσχετισμοί ΑΔΕΔΥ Ψήφοι-Έδρες στο Γ. Σ. 2007 - 2004

ΠAΣK………………346 (36) / 368 (41) ΔAKE……………… 269 (28) / 204 (23) EΣAK…………… 89 (9) / 93 (10) ΣYN……………… 72 (8) / 71 (8) Παρεμβάσεις……… 34 (4) / 28 (3) Αγων. Κινήσεις……. 3 (-) / 3 (-) Ακ/Λευκά 3 / 4

Προκύπτει διαφορά δημόσιου – ιδιωτικού τομέα στους συσχετισμούς δυνάμεων. Η ΠΑΣΚΕ διατηρεί και αυξάνει οριακά τις δυνάμεις της στον ιδιωτικό τομέα, η ΔΑΚΕ ενισχύεται παντού, το ΠΑΜΕ έχει απώλεια δυνάμεων, ειδικά στο δημόσιο τομέα, ενώ η Αυτόνομη Παρέμβαση μένει στάσιμη. Το ρεύμα των παρεμβάσεων - συσπειρώσεων, ενισχύεται σημαντικά στο δημόσιο τομέα, αλλά και στον ιδιωτικό (αποτελέσματα ΕΚΑ, Εργατικό κέντρο Ιωαννίνων, ομοσπονδίες και πρωτοβάθμια σωματεία κλπ).

ΣΤ. Η ΤΑΣΗ ΤΟΥ ΝΕΚ ΚΑΙ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΝΑΡ.ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ, ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ, ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ, ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ

19

Page 20: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

α) Το ΝΑΡ με την 1η εργατική του Συνδιάσκεψη (1996), το 1ο και 20 Συνέδριο του, ανέπτυξε αυτή την πολιτική λογική της ριζικής τομής στο εργατικό κίνημα. Μια τομή που αφορούσε το περιεχόμενο των στόχων και την σχέση τακτικής-στρατηγικής, τη σχέση οικονομικού-πολιτικού αγώνα, τις μορφές συγκρότησης του εργατικού κινήματος, το ζήτημα της ενότητας. Το ΝΑΡ προώθησε τη λογική του με μεγάλα προβλήματα και αντιφάσεις. Από το σύνολο των ζητημάτων που τέθηκαν και αφορούσαν την ανάγκη ενός νέου εργατικού κινήματος, ορισμένα προωθήθηκαν, έγιναν σημεία αιχμής και αντιπαράθεσης, «χρωμάτισαν» την όλη μας πορεία και προσπάθεια. Από αυτά θα μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε για παράδειγμα ορισμένα: ● Επιδιώξαμε σαφέστατα και δώσαμε μάχη για μια αναπροσαρμογή των στόχων του κινήματος στην κατεύθυνση της ικανοποίησης των σύγχρονων αναγκών του κόσμου της εργασίας. Ήταν σωστή η διαπίστωση ότι η λογική να «υποστηρίξουμε τα κεκτημένα», όλο και περισσότερο στερείται νοήματος, όταν «τα κεκτημένα» συρρικνώνονται σε τέτοιο βαθμό, που δεν μένουν πολλά ουσιαστικά για να υπερασπίσεις. ● Επιδιώξαμε να ανοίξουμε έμπρακτα δρόμους στην ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος. Να δημιουργηθούν νέα συνδικάτα, απέναντι στον εκφυλισμένο, διασπαστικό χαρακτήρα των υπαρχόντων (Συνδικάτο Ενέργειας, Σωματείο Μισθωτών Τεχνικών κα). Να αλλάξει η φυσιογνωμία των υπαρχόντων. Να οργανωθούν μέσα στα σωματεία ή να γίνουν άλλα σε χώρους ελαστικής απασχόλησης (π.χ προσπάθειες της νΚΑ στα προγράμματα stage.) Παρά το ότι δεν είναι εκτεταμένη η εμπειρία αυτή πρέπει να αποτιμηθεί συγκεκριμένα και συλλογικά. Σε αυτήν την μακρόχρονη, κοπιαστική, πρακτική εμπειρία έχει αποκτά ιδιαίτερη σημασία η έκφραση «ένα βήμα πραγματικού κινήματος είναι καλύτερο από μια δωδεκάδα προγράμματα».● Δώσαμε μάχη για να διαμορφωθεί μια ανεξάρτητη παρουσία και δράση από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αυτό εκφράστηκε στις περισσότερες περιπτώσεις στις πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις και τη ΔΕΘ, που είχαν ένα γενικό και συμβολικό χαρακτήρα. Όμως όλα τα επόμενα χρόνια δεν βρήκαμε δρόμους για να οικοδομείται ένα «ανεξάρτητο κέντρο αγώνα» σε κλάδους ή και γενικά Επιπλέον είχαμε μικρή δράση για την ανάπτυξη νέων σωματείων και εργατικών συλλογικοτήτων, μια εμπειρία που πρέπει να αποτιμηθεί.● Βασικό σημείο της λογικής μας για ένα νέο εργατικό κίνημα είναι η ενίσχυση της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας με καθοριστικό στα πλαίσιά της το ρόλο των εργατικών σχημάτων και συσπειρώσεων. Αυτά αποτέλεσαν μορφές ριζοσπαστικής πολιτικής δράσης. Σημεία ενότητας του κοινωνικού και του πολιτικού στοιχείου, συσπείρωσης πρωτόλειων δυνάμεων κοντά στην βάση του χώρου. Ωστόσο είχαν πολλά προβλήματα τα οποία πρέπει να συζητηθούν.● Είχαμε πολύ μικρά δείγματα αυτοτελούς εμφάνισης της γραμμής του ΝΕΚ. Δεν συγκροτήσαμε κρίσιμη μάζα υπέρ του ΝΕΚ -παρότι κάναμε διάφορες απόπειρες ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 90- και ακόμα και σήμερα δεν συζητάμε για τις προϋποθέσεις και τους δρόμους συσπείρωσης αυτού του κόσμου, αλλά για το ποιοι μπορούν να συνεισφέρουν και ποιοι όχι σε μια κίνηση του ΝΕΚ. Πρέπει να συζητηθούν βαθύτερα τα προβλήματα που δυσκολεύουν τη δράση μας σε αυτή την κατεύθυνση.

β) Το ΝΑΡ και οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς έδωσαν σημαντική μάχη και συνέβαλαν στην επιτυχία των πρόσφατων απεργιακών αγώνων στους χώρους που παρεμβαίνουν. Η συμμετοχή στις διαδηλώσεις της πρωτοβουλίας πρωτοβάθμιων σωματείων ήταν αρκετά μαζική. Πρέπει, όμως να εκτιμήσουμε ότι το μπλοκ των σωματείων περισσότερο «συμπορευόταν», παρά ένιωθε σαν ενιαία συσπείρωση. Δεν έχουμε κατακτήσει ακόμα τον τρόπο να συγκροτούμε ένα μπλοκ, που θα κάνει διακριτή την αυτοτελή παρουσία του στις διαδηλώσεις και γενικά στο εργατικό κίνημα. Με ανεξάρτητες μορφές δράσης και απεργιακές συγκεντρώσεις. Η δράση μας στις πρόσφατες απεργίες ήταν αρκετά ανισόμετρη. Υπάρχουν κλάδοι που εκφράστηκε μια αναβαθμισμένη παρέμβαση (τεχνικοί, βιβλιοϋπάλληλοι, ΟΤΑ), ή έγινε σημαντική από τα κάτω δουλειά (με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το μάζεμα 500 υπογραφών στην Εθνική για να γίνει συνέλευση), ενώ σε άλλες περιπτώσεις η παρέμβασή μας έχει υποχωρήσει.Επιπλέον στη διάρκεια της προετοιμασίας των απεργιών έγιναν βήματα και στην αυτοτελή παρέμβαση του ΝΑΡ. Οργανώθηκαν «απεργιακές φρουρές», έγιναν εξορμήσεις, εκδόθηκε ένα πολύ αξιόλογο υλικό. Σημαντική κατάκτηση, στην οποία συνέβαλαν οι δυνάμεις μας, είναι η ανάπτυξη μορφών άμεσου συντονισμού των σωματείων.

20

Page 21: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

γ) Οι συνολικότερες αδυναμίες και αντιφάσεις του ΝΑΡ1. Συνολικά, παρά τα βήματα που έγιναν, το ΝΑΡ και η νΚΑ δεν είναι στο επίπεδο να σχεδιάζει ανά κλάδο και γενικά, και να υλοποιεί με συγκεκριμένα μέτρα πολιτικά και οργανωτικά ένα σχέδιο μάχης σε κάθε συγκεκριμένο χώρο (αυτοτελής προπαγάνδα, σύνδεση με τα ζητήματα του κλάδου, ξεχωριστό αγωνιστικό σχέδιο, μέτρα για την επιτυχία της απεργίας, συζήτηση για τα συμπεράσματα, αυτοτελής δουλειά του ΝΑΡ και του ΜΕΡΑ κλπ). 2. Το ΝΑΡ στο μέτρο που πάλεψε για ένα νέο εργατικό κίνημα μπόρεσε να συμβάλλει στους αγώνες και να οικοδομήσει ένα σχετικά μαζικό ρεύμα σε ορισμένους χώρους, ικανό να παρεμβαίνει και να παίζει καθοριστικό ρόλο σε κρίσιμες στιγμές του κινήματος. Όμως, γενικά η συζήτηση αυτή έμεινε στην μέση, δεν αναπτύχθηκε, δεν πλουτίστηκε πολιτικά και θεωρητικά, δεν «μεταφράστηκε» σε επεξεργασμένους, μαζικούς αντικαπιταλιστικούς στόχους και για αυτό στην πορεία έχασε την ζωτικότητα και τον ιστό της. Σε αυτό οφείλεται η αποτυχία των Κέντρων Εργατικής Παρέμβασης, η στασιμότητα στις πολιτικοσυνδικαλιστικές συσπειρώσεις και το συντονισμό τους (παρά τα σημαντικά βήματα που έγιναν το τελευταίο διάστημα) είναι πλευρές της ίδιας βαθύτερης πολιτικής δυστοκίας. 3. Βασικό αίτιο των αδυναμιών μας είναι η αποσύνδεση της δράσης μας στο εργατικό κίνημα (όχι πάντα και παντού, αλλά σε πολλές περιπτώσεις) από την πολιτικοστρατηγική στόχευση του ΑΕΜ. Παραμένουν σοβαρά προβλήματα στην πολιτικοϊδεολογική μας ενοποίηση γύρω από τη σχέση κόμματος - μετώπου – συνδικάτου, και την πολιτικοποίηση του οικονομικού αγώνα. Έτσι, αρκετές φορές, η δράση μας ήταν περισσότερο «συνδικαλιστική», έβαζε όρια στην προσπάθεια πολιτικοποίησης του κινήματος και άλλες υποτιμούσε τα άμεσα οικονομικά αιτήματα και την οργάνωση των αντιστάσεων γύρω από αυτά. Το αποτέλεσμα είναι η σύγχυση στόχων και προτεραιοτήτων στο εργατικό μέτωπο, ο ιδιόμορφος ‘αριστερός’ αγωνιστικός συντεχνιασμός των δυνάμεών μας (προσήλωση στο χώρο και τον κλάδο, συζήτηση κυρίως για τα αιτήματα και τις μορφές δράσης), η κατακερματισμένη δράση, η περιορισμένη συζήτηση στις εργατικές οργανώσεις και στον κόσμο της ριζοσπαστικής αριστεράς για τους πολιτικούς μας στόχους. 4. Το ΝΑΡ έκανε ελάχιστη προσπάθεια να αναπτυχθεί στους μεγάλους χώρους του ιδιωτικού τομέα. Υπάρχει φυσικά το πρόβλημα ότι σε πολλούς από αυτούς δεν έχουμε οργανωμένες δυνάμεις. Αλλά και εκεί που έχουμε έγιναν βήματα αναντίστοιχα με τις ανάγκες και τις δυνατότητες. Και αυτό γιατί δεν έχουμε σαν ΝΑΡ ούτε συνολικό προσανατολισμό ανάπτυξης σε αυτούς τους χώρους, ούτε μια σταθερή οργανωτική δομή που με συνέπεια, σταθερότητα, κόπο θα καθοδηγεί μια τέτοια προσπάθεια. Οπωσδήποτε το ζήτημα αυτό είναι στην καρδιά των συνολικών προβλημάτων του ΝΑΡ.

Ζ. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΕΝΑΝΕΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Το εργατικό κίνημα δεν περιορίζεται στο συνδικαλιστικό κίνημα, όπως συχνά κατανοείται, αλλά αποτελείται από το κίνημα των πολιτικών κομμάτων της εργατικής τάξης, των πολιτικών μετώπων και των συνδικάτων της. Επομένως η μελέτη και οι αποφάσεις για το εργατικό κίνημα περιλαμβάνουν τον πυρήνα της στρατηγικής και της τακτικής. Η συνδιάσκεψη για την Προγραμματική Διακήρυξη του ΝΑΡ θα θέσει πιο ολοκληρωμένα την παραπάνω σχέση, από τη σκοπιά της ανάπτυξης των μέχρι τώρα κατακτήσεών μας.

Ζ.1. Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ Η πολιτική για την αναγέννηση του ε.κ., για ένα Νέο Εργατικό Κίνημα, αποτελεί βάθρο του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου-ΑΕΜ, δίνει ώθηση στον επαναστατικό ταξικό αγώνα και η διαρκής ανάπτυξή της φτάνει μέχρι την αντικαπιταλιστική επανάσταση. Είναι η πολιτική μας γραμμή στο εργατικό κίνημα, η αντίληψή μας για εργατικό κίνημα με χαρακτηριστικά χειραφέτησης και ανατροπής. Αφορά την λογική για τους αγώνες, αλλά και όλο το περιεχόμενο της εργατικής δράσης, ιδεολογικής διαπάλης, πολιτισμού, δομής και λειτουργίας του εργατικού-συνδικαλιστικού κινήματος. Επιδιώκει τη συνειδητή σύνδεση του οικονομικού με τον πολιτικό αγώνα. Είναι το περιεχόμενο, τα αιτήματα, το πρόγραμμα και το σχέδιο αυτού του αγώνα. Είναι οι μέθοδοι «μαζικού πολιτικού εκβιασμού» κατά του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων του για την

21

Page 22: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

απόκρουση των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων και για την επιβολή –σχετικών πάντα- ταξικών κατακτήσεων και παραχωρήσεων. Είναι όλες οι σχετικά αυτοτελείς μορφές οργάνωσης της μαχόμενης εργατικής τάξης: Από το επίπεδο του ταξικού σωματείου έως τα ανεξάρτητα όργανα συντονισμού των αγώνων τους. Και από τις πολιτικοσυνδικαλιστικές συσπειρώσεις και το δικό τους συντονισμό έως την κίνηση για το νέο, ταξικό εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Είναι πεδίο «επαφής» των εργατικών και νεολαιίστικων επαναστατικών δυνάμεων με τις πλατιές ρεφορμιστικές εργατικές μάζες και του συνειδητού μετασχηματισμού τους υπέρ του αντικαπιταλιστικού πόλου, μέσα από τις εμπειρίες του αγώνα. Δεν είναι μια λογική για το μέλλον. Συγκροτείται από τώρα, στη μάχη κατά της αντεργατικής επίθεσης, με τη λογική της νέας αγωνιστικής ταξικής ενότητας, που είναι η συγκεκριμένη έκφρασή της μαχητικής, εργατικής αντιπολίτευσης στο «εργατικό μέτωπο».Η ανάγκη για μια στρατηγικού χαρακτήρα στροφή κι ανασυγκρότηση, σε αντιπαράθεση με τον αστικοποιημένο και ρεφορμιστικό συνδικαλισμό, δεν προκύπτει μόνο αμυντικά, για το ξεπέρασμα των αρνητικών συσχετισμών, αλλά και επιθετικά από τη δυνατότητα επίδρασης στις νέες αντιστάσεις, ανάδειξης των τάσεων χειραφέτησης και ριζοσπαστικής πολιτικοποίησης των αγώνων. Εκείνο, λοιπόν, που απαιτούν οι καιροί δεν είναι μια πρόταση βελτιώσεων του σημερινού σ.κ., ούτε μια πρόταση καλύτερης εκλογικής παρέμβασης στο εσωτερικό του. Αλλά, αντίθετα, μια πρόταση ριζικής ταξικής ανασυγκρότησης με εργατικά-απελευθερωτικά κριτήρια που θα απαντάει, ως λογική και ως πρακτική, ενιαία και ταυτόχρονα, στις ανάγκες της σύγχρονης ταξικής αντιπαράθεσης. Η λογική του ΝΕΚ συνεπώς διαπερνά ενιαία και τα τρία επίπεδα της δράσης μας:* Κρίνεται μέσα στους εργαζόμενους και τους αγώνες τους, στη συγκρότηση των συνδικάτων και των οργάνων της εργατικής πάλης, στο συντονισμό τους, στους στόχους πάλης, τις μορφές δράσης, την εργατική αλληλεγγύη. Στην προώθηση ενός ταξικού κινήματος απόκρουσης, ρήξης και ανατροπής της αντεργατικής επίθεσης, στη δυνατότητά του να αναπτύσσει τα αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά της δράσης. * Κρίνεται στη φυσιογνωμία της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας των αγώνων, στο περιεχόμενο και τη δράση των εργατικών συσπειρώσεων, στην ανάπτυξή τους σε κάθε κλάδο, στην πανελλαδική ενοποίησή τους, στην επιδίωξη ηγεμονίας της λογικής του ΝΕΚ σε αυτές. * Κρίνεται στον τρόπο που επικοινωνεί «στηρίζει» και «στηρίζεται» από την συνολική μας προσπάθεια δημιουργίας ενός μαζικού αντικαπιταλιστικού και επαναστατικού πολιτικού μετώπου στην κοινωνία.

Ζ.2. ΟΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Η δυνατότητα και η αναγκαιότητα για αυτήν την τομή στο εργατικό κίνημα δεν προκύπτει μόνο από την συγκυρία και τα συμπεράσματά της εργατικής πάλης, αλλά από τις βαθύτερες τάσεις και χαρακτηριστικά της εποχής: - Τις πρωτοπόρες τάσεις των εργατικών και νεολαιίστικων αγώνων της τελευταίας περιόδου που δείχνουν ότι η λογική αυτή μπορεί να έχει επαφή με τις διεργασίες της εργατικής συνείδησης, συμπεριφοράς και πάλης και μπορεί να τους δίνει αγωνιστική, συλλογική και ταξική έκφραση. - Την οξύτητα των αντιθέσεων που μαστίζουν το σύγχρονο καπιταλισμό. Όπως αυτές ανάμεσα στις δυνατότητες να ικανοποιηθεί ένα αναμορφωμένο και διευρυμένο (ποιοτικά και ποσοτικά) πλαίσιο αναγκών του σύγχρονου εργαζόμενου ανθρώπου και σε αυτά που «προσφέρει» ή αφαιρεί η σύγχρονη εκμεταλλευτική κοινωνία. Ανάμεσα στη συσσώρευση πρωτοφανούς πλούτου στον ένα κοινωνικό πόλο (κεφάλαιο) και δραματικής αθλιότητας στον άλλο (εργατική τάξη). Ανάμεσα στην ανάγκη και τη δυνατότητα να κινηθεί η κοινωνία, με βάση το μορφωτικό επίπεδο, τις εμπειρίες της εργατικής τάξης και τα επιστημονικοτεχνικά επιτεύγματα που δημιουργεί, χωρίς τα δεσμά της αγοράς, της ατομικής ιδιοκτησίας, του κέρδους και της εκμετάλλευσης.-Τον εκφυλισμό και την υποταγή του σημερινού σ.κ. που καταρχήν γεννά τάσεις απογοήτευσης και ηττοπάθειας, από την άλλη, όμως, τροφοδοτούν πιο επιτακτικά την τάση ριζικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος.-Την τάση γρήγορης πολιτικοποίησης της πάλης, που από τη μια ενισχύει την αίσθηση της αναποτελεσματικότητας (μιας και για να κερδίσεις το παραμικρό πρέπει να πετύχεις ριζικές ρήξεις στην αστική πολιτική και κυριαρχία), ταυτόχρονα, όμως φέρνει πιο επιτακτικά στο προσκήνιο την αντίθεση, με την πολιτική του κεφαλαίου, την κυβέρνηση και την ΕΕ, συνολικότερα με την αστική κυριαρχία,

22

Page 23: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

κάνει πιο πλατιά κατανοητή την ανάγκη για βαθύτερο πολιτικό «χρωματισμό» της άμεσης διεκδικητικής πάλης, οδηγεί πιο αυθεντικά-«ομαλά» τις εργατικές συνειδήσεις στην ανάγκη της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, μειώνει τη δυνατότητα επίδρασης του ρεφορμισμού. -Την καπιταλιστική διεθνοποίηση, που κάνουν τον εργαζόμενο να αισθάνεται πιο ανίσχυρος, τους αντιπάλους του «πιο μακρινούς» και απρόσβλητους από την πίεση των αγώνων, παράλληλα όμως τον κάνει να νιώθει πιο πολύ «πολίτης του κόσμου», να «διεγείρεται» από τις κατακτήσεις ή τις αγωνιστικές εκρήξεις του εργατικού κινήματος σ’ άλλες χώρες (φάνηκε αυτό από την επίδραση που είχαν στην πρόσφατη φοιτητική έκρηξη οι κινητοποιήσεις της γαλλικής νεολαίας ενάντια στο Συμβόλαιο Πρώτης Απασχόλησης), να προσεγγίζει την ανάγκη διεθνοποίησης της εργατικής πάλης (για τα άμεσα, αλλά και τα στρατηγικά καθήκοντα) όχι μόνο ως αλληλεγγύη, αλλά ως ουσιαστικό συντονισμό παράλληλων αγωνιστικών διαδικασιών. -Τον αναβαθμισμένο ρόλο του εργαζόμενου ανθρώπου και της δημιουργικότητάς του στην παραγωγική διαδικασία που δεν «παράγουν» μόνο νέες αποτελεσματικότερες μορφές ενσωμάτωσης-υποταγής της εργασίας στο κεφάλαιο και νέες μορφές αποξένωσης. Αναπτύσσουν και τη συνείδηση ότι οι εργάτες μπορούν να «αυτοδιευθυνθούν-αυτοοργανωθούν-αυτοδιαχειριστούν» την παραγωγική διαδικασία χωρίς τη δυναστεία των εργοδοτών, της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, της μισθωτής εκμετάλλευσης. Ότι αυτή η διαδικασία μπορεί να οικοδομηθεί με τρόπο που θα καλύπτει τον εργαζόμενο άνθρωπο και τις ανάγκες του και όχι το κεφαλαιοκρατικό κυνήγι του μέγιστου κέρδους, με τρόπο που θα αντιμετωπίζει τον εργαζόμενο άνθρωπο κυρίως ως προσωπικότητα και όχι ως «παραγωγικό συντελεστή», με τρόπο που θα τον απελευθερώνει από τα αποξενωτικά-αλλοτριωτικά στοιχεία της εργασίας.

Ζ.4. ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΤΟΥ ΝΕΚ

Με βάση αυτή την γενική αντίληψη μπορούμε να διακρίνουμε τις παρακάτω πλευρές στην προώθηση της λογικής ενός νέου ταξικού εργατικού κινήματος: α) Το περιεχόμενο και οι στόχοι της πάλης Ένα πρώτο ζήτημα αφορά το πλαίσιο των εργατικών αιτημάτων. Προβάλλουμε την ανάγκη για στόχους πάλης που θα βρίσκονται σε ρήξη με την αντεργατική επίθεση και τον πυρήνα του πολιτικού προγράμματος του αστικού συνασπισμού εξουσίας σε εθνική και διεθνική βάση. Το ταξικό πρόγραμμα πάλης, ως ενιαίο συνεκτικό πλαίσιο διεκδικήσεων, «ακουμπάει» στις υλικές ανάγκες των εργαζόμενων εκφράζοντας την σύγχρονη απαιτητικότητα του κόσμου της δουλειάς, υπερβαίνει όμως τον οικονομικό αγώνα της τάξης, δεν είναι απλώς άθροισμα κλαδικών συνδικαλιστικών αιτημάτων, αλλά αποτελεί οργανικό τμήμα του πολιτικού προγράμματος που στρέφεται κατά της αντεργατικής εκστρατείας, της κυβέρνησης ΝΔ, του κεφαλαίου, της Ε.Ε. και των βασικών πυλώνων της κυρίαρχης πολιτικής. Συνδέεται με την πάλη κατά του διεθνικού καθεστώτος της εκμετάλλευσης και το πλέγμα των διεθνών σχέσεων του κεφαλαίου (π.χ. Ε.Ε. και Πράσινη Βίβλος-οδηγίες Μπολκενστάϊν-προγράμματα σύγκλισης-στρατηγικές Μπολόνια και Λισσαβόνας, μετανάστες, ΔΝΤ, εξελίξεις στο αστικό κράτος). Η γενικευμένη πάλη των εργαζομένων με αυτό το πλαίσιο θα φέρνει στο προσκήνιο το συνολικό πολιτικό πρόβλημα, την αντεργατική επίθεση και τους πυλώνες-φορείς της, την αντικαπιταλιστική επανάσταση και την εργατική δημοκρατία-εξουσία. Σ’ αυτή τη βάση, προβάλλουμε την ανάγκη να διαμορφωθεί μια νέα Χάρτα των σύγχρονων εργατικών αναγκών, που θα ανταποκρίνεται δυναμικά-απελευθερωτικά στις ανάγκες της εργατικής τάξης. Το πρόγραμμα πάλης δεν αφορά μόνο την άμεση οικονομική κοινωνική και οικονομική βελτίωση της θέσης των εργαζόμενων (μισθοί, χρόνος εργασίας, κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα, πράγμα έτσι και αλλιώς εξαιρετικά σημαντικό), αλλά και ευρύτερα αιτήματα που η επίθεση φέρνει στο επίκεντρο της ταξικής πάλης και σχετίζονται με τον πυρήνα της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας, τόσο στην άμεση διαδικασία της παραγωγής (σχέσεις με τον τεχνικό εξοπλισμό, παραγωγική ιεραρχία, τι και πώς παράγεται, περιεχόμενο εργασίας, χρόνος εργασίας και ρύθμισή του, καταμερισμός εργασίας και «γεωγραφία» ειδικεύσεων, σταθερότητα εργασιακής ένταξης, απασχόληση-ανεργία, διαμόρφωση εργασιακών ικανοτήτων, εκπαίδευση, ειδίκευση και κατάρτιση κ.λπ.), όσο και στη σφαίρα της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης και των εκτός εργασίας σχέσεων: (κοινωνική ασφάλιση, περιβάλλον, παιδεία, πολιτισμός, επικοινωνία, πληροφόρηση, υγεία-περίθαλψη κ.λπ.). Το εργατικό κίνημα επιβάλλεται να σταθεί στο ύψος αυτής της πραγματικότητας. Για παράδειγμα, δεν μπορεί η

23

Page 24: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

δράση των εκπαιδευτικών να μη σφραγίζεται από μια αντικαπιταλιστική κριτική του περιεχομένου, του ρόλου και της δομής της εκπαίδευσης και από αντίστοιχες διεκδικήσεις στα θέματα αυτά, των τεχνικών και των οικοδόμων με τον χαρακτήρα των τεχνικών έργων, των εργαζόμενων στις τράπεζες και τις ΔΕΚΟ με την «ανταποδοτική»-εκμεταλλευτική λειτουργία τους.Η θέση μας για την ανάγκη ενός τέτοιου εμπλουτισμού των διεκδικήσεων του εργατικού κινήματος δεν σημαίνει υποτίμηση των μισθολογικών και καθαρά οικονομικών αιτημάτων. Και γιατί αυτά σήμερα αποκτούν δραματική σημασία και γιατί δένονται όλα μεταξύ τους, καθώς οι αλλαγές στο ύψος και τον τρόπο απόκτησης του μισθού συχνά αναγορεύονται σε μοχλό για την αντιδραστική αλλαγή των εργασιακών σχέσεων. Σημαίνει όμως εγκατάλειψη της λογικής που θεωρεί αντικείμενο της εργατικής πάλης μόνο το ποσό με το οποίο πουλιέται η εργατική δύναμη και όχι τη διαδικασία και τον τρόπο πώλησής της, που σφράγιζε δεκαετίες ολόκληρες το υπάρχον σ.κ. σε όλες του τις τάσεις. Σημαίνει, συνεπώς, αναβάθμιση και ουσιαστικοποίηση και του τρόπου που προβάλλονται τα οικονομικά αιτήματα ώστε εκτός απ’ αυτές που συνδέονται με το ύψος του μισθού, να αναβαθμίζονται και εκείνες που σχετίζονται με τον τρόπο απόκτησής του, τη σχέση σταθερού-μεταβλητού τμήματος (βασικός μισθός, επιδόματα, bonus, αποδοχές που συνδέονται με την παραγωγικότητα), το φορολογικό σύστημα, τις κοινωνικές παροχές κλπ.

β) Η γενικότερη πολιτική στόχευση του εργατικού κινήματοςΥπό μια διπλή έννοια: Και σε ότι αφορά την οργανική σύνδεση των στόχων πάλης με την πολιτική των αναγκών των εργαζομένων απέναντι στα κριτήρια της ανταγωνιστικότητας και της αγοράς. Αναγκών που για να πραγματοποιηθούν στην πλήρη τους έννοια, απαιτούν ανατροπή της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας και τελικά εργατική εξουσία και νέες απελευθερωμένες από την εκμετάλλευση κοινωνικές σχέσεις. Και σε εκείνη που αφορά τη σαφή, ενιαία και ταυτόχρονη αντιπαράθεση του εργατικού κινήματος με όλους τους πολιτικούς πυλώνες του αστικού συνασπισμού εξουσίας (κυβέρνηση ΝΔ, ΕΕ, κεφάλαιο, ΠΑΣΟΚ). Ειδικά στη δεύτερη πλευρά, έχουμε να μετρήσουμε τελευταία από τη μια μεριά τη θετική εμπειρία του φ.κ. (που κατέκτησε λίγο πολύ ενιαίο αντιδικομματικό και αντιΕ.Ε. στίγμα) και από την άλλη τις ταλαντεύσεις ή και την άρνηση ως και δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς να αναπτυχθεί μια τέτοια πολιτική φυσιογνωμία ακόμη και εκεί που η σύμπλευση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, στο πλαίσιο της ΕΕ, ήταν απροκάλυπτη (άρθρο 16, νόμος Ρέππα και ασφαλιστικό κ.λπ.). Ωστόσο, αν και αυτό το ψαλίδισμα της πολιτικής φυσιογνωμίας του κινήματος προβάλλεται στο όνομα της πλατύτητας και της αποτελεσματικότητας, η ζωή δείχνει ότι δεν ισχύει. Ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ δεν κερδίζεται ούτε μετατοπίζεται από ένα πολιτικά άσφαιρο εργατικό κίνημα αλλά το αντίθετο. Επιπλέον, ένα πολιτικά άχρωμο κίνημα –ακόμα κι όταν είναι μαζικό, δυναμικό και επίμονο- μπορεί να διασπαθιστεί πολιτικά σε δυνάμεις του αστικού συνασπισμού (π.χ. αγώνας της ΕΑΣ το 1992) ή και της διαχειριστικής Αριστεράς (πχ άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ), όχι όμως να τροφοδοτήσει έναν ανεξάρτητο αντικαπιταλιστικό πόλο.

γ) Η σχέση αμυντικών και επιθετικών στόχωνΗ οξύτητα της αντεργατικής επίθεσης έχει επιφέρει ανατροπή των προηγούμενων κατακτήσεων σε μεγάλα τμήματα της τάξης, γι’ αυτό τα «επιθετικά αιτήματα», που διεκδικούν βελτιώσεις υπέρ των εργαζομένων, για να βγουν από τη μιζέρια και την τεράστια εργασιακή ανασφάλεια, πρέπει να περάσουν σήμερα σε πρώτο πλάνο. Άλλωστε αυτά είναι και τα μηνύματα που έρχονται από τους πρόσφατους κλαδικούς αγώνες. Μια τέτοια σχέση, που υποβαθμίζει, υποτιμά και εξοβελίζει τα δεύτερα δεν έχει μέλλον, κάνει αναποτελεσματικούς τους εργατικούς αγώνες ακόμα και για τη διατήρηση των «κεκτημένων», πολύ περισσότερο για τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων. Φυσικά, δεν υπάρχουν σινικά τείχη ανάμεσα σε «αμυντικούς ή επιθετικούς στόχους». Το πρόβλημα είναι «ποιοι αμυντικοί και ποιοι επιθετικοί στόχοι κάθε φορά, καθώς και σε ποια σχέση μεταξύ τους», το εάν τα αιτήματα ανατρέπουν τη σημερινή κατάσταση ή όχι. Συνεπώς είναι ξένη με τη λογική μας η άποψη που μας καταλογίζει υποτίμηση των αμυντικών στόχων και περιφρόνηση της πάλης για τα «κεκτημένα».Έτσι υποστηρίζουμε την ανάγκη: Άλλων αμυντικών στόχων, που έχουν ως περιεχόμενο τη μη επιδείνωση της εργατικής θέσης και όχι τη σωτηρία του «εθνικού πλούτου», της «παραγωγικής βάσης», «των ταμείων και του κράτους πρόνοιας», της «επιχείρησής μας», της «εθνικής οικονομίας», του «κοινοβουλευτικού πολιτεύματος» κ.λπ. Την απόκρουση της αντεργατικής επίθεσης και όχι τη διατήρηση του προηγούμενου επίσης αντεργατικού αστικού στάτους κβο (π.χ. των νόμων Σιούφα,

24

Page 25: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Ρέππα, Πετραλιά στο ασφαλιστικό), το φραγμό στον κοινωνικό πόλεμο και όχι την ταύτιση με την υπάρχουσα κατάσταση και το παζάρεμα του ρυθμού και της έκτασης της αντεργατικής λεηλασίας. Αλλά και άλλων επιθετικών στόχων, που θα φέρνουν στο προσκήνιο την απαίτηση για μακροχρόνια και σταθερή βελτίωση της θέσης των εργαζομένων απέναντι στο κεφάλαιο, για μείωση του βαθμού εκμετάλλευσης, για ανατροπές σε καίρια σημεία και στον ίδιο τον πυρήνα της αστικής εξουσίας.

δ) Βασικά ζητήματα του περιεχομένου της εργατικής πάλης.

Ανατροπή της στρατηγικής του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του για εντεινόμενη συμπίεση των μισθών, αύξηση της απλήρωτης δουλειάς και παράταση του εργάσιμου χρόνου. Σ' αυτά τα πλαίσια αναπτύσσουμε την πάλη για αναδιανομή του πλούτου με αιτήματα που βελτιώνουν τη μισθολογική θέση των εργαζόμενων (π.χ 1400 € κατώτερο μισθό και σύνταξη), μέτρα ενάντια στην ακρίβεια. Συνεχίζουμε την μάχη του ασφαλιστικού διεκδικώντας επιθετικά το σύνολο των στόχων που υποστηρίξαμε στην πρόσφατη μάχη του ασφαλιστικού (κατάργηση των αντιασφαλιστικών νόμων NΔ και ΠAΣOK και ειδικά των νόμων Σιούφα, Ρέππα, Πετραλιά. Nα επιστραφούν στα ταμεία τα κλεμμένα. Για την ασφάλιση να πληρώνουν μόνο οι εργοδότες και το κράτος. Μείωση των ορίων στα 58 για τους άντρες, τα 55 για τις γυναίκες κλπ)

Πάλη ενάντια στην ευέλικτη απασχόληση ενάντια στην διαρκή ‘αντεπανάσταση’ στις εργασιακές σχέσεις, για σταθερή δουλειά για όλους. Πάλη ενάντια στις νέες μεθόδους οργάνωσης της παραγωγικότητας, την ευέλικτη εργασία, την εντατικοποίηση, τον πλήρη σφετερισμό των δικαιωμάτων και την καθήλωση του ρόλου της ζωντανής εργασίας από μέρους του κεφαλαίου. Η απαίτηση να κατοχυρώσει το ταξικό κίνημα πραγματικά εμπόδια στο «διευθυντικό δικαίωμα». Aπαγόρευση απολύσεων. Πλήρη ιατροφαρμακευτική και ασφαλιστική κάλυψη των ανέργων. Aποζημίωση απόλυσης για τους εργάτες όπως των υπαλλήλων. Eπίδομα ανεργίας ίσο με το βασικό μισθό αναγκών, με χρηματοδότηση από τα κέρδη. Χορήγηση σ’ όλους τους εργαζομένους επιχειρήσεων που κλείνουν επιδόματος ίσου με τον προηγούμενο μισθό τους. Πάλη κατά του αντιδραστικού κύματος ιδιωτικοποιήσεων, για να ανήκουν στα χέρια της κοινωνίας όλοι οι στρατηγικού τομείς της παραγωγής. Κοινωνικοποίηση των τραπεζών, των τηλεπικοινωνιών, της ενέργειας, των συγκοινωνιών, των εταιρειών πετρελαιοειδών και άλλων μονάδων στρατηγικής σημασίας.. Ανάκληση των ιδιωτικοποιήσεων και των ΣΔΙΤ, και απόκρουση των νέων. Έξω από το δημόσιο, τις ΔΕΚΟ, τον πολιτισμό οι νόμοι της αγοράς και οι ιδιωτικές εταιρείες. Περιφρούρηση και ανάπτυξη των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων εκεί.Παλεύουμε για ένα ενιαίο δημόσιο σύστημα υγείας σε πρωτοβάθμιο και νοσοκομειακό επίπεδο, με πλήρη εργασιακά δικαιώματα και σταθερή, μόνιμη εργασία στους υγειονομικούς, χωρίς ιδιωτικοοικονομικές σχέσεις, με πλήρη χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, με κοινωνικό και εργατικό έλεγχο. Αντιπαλεύουμε το μοντέλο υγείας και έρευνας των πολυεθνικών και της φαρμακοβιομηχανίας, την καθολική εμπορευματοποίηση της περίθαλψης και της πρόληψης. Αναδεικνύουμε τα κοινωνικά αίτια της ασθένειας στην κοινωνία της εκμετάλλευσης, συνδέουμε οργανικά την πρόληψη στους χώρους εργασίας και ζωής των πολιτών με τις συνθήκες διαβίωσης, πολιτισμού, εκπαίδευσης και εργασίας, ενάντια στις προτεραιότητες του κεφαλαίου και της αγοράς. Πάλη για συνολική σύγκρουση με την παιδεία της αγοράς, του χρήματος, της καπιταλιστικής κερδοφορίας, της αναλφάβητης «εξειδίκευσης», του τεχνοκρατισμού, της απόσπασης από την κοινωνική δράση. Υπεράσπιση και ολόπλευρη ανάπτυξη των μορφωτικών και εργασιακών δικαιωμάτων των νέων και των εργαζομένων, ενάντια σε κάθε περιορισμό, φραγμό και ταξική επιλογή. Κατάργηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Ενιαίο 12χρονο, δημόσιο και δωρεάν Σχολείο. Ενιαία πανεπιστημιακή παιδεία με κατάργηση του διαχωρισμού σε ΑΕΙ-ΤΕΙ και ελεύθερη πρόσβαση σ΄ αυτήν χωρίς εξετάσεις. Εναντίωση στο επιχειρηματικό Πανεπιστήμιο, στα κελεύσματα της Μπολώνια, στην μετατροπή των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων σε Ανώτατες Σχολές παροχής επαγγελματικής κατάρτισης και αγοραίων ειδικεύσεων. Ένα πτυχίο ανά γνωστικό αντικείμενο με πλήρη δικαιώματα. Έρευνα για τις ανάγκες της κοινωνίας, όχι στην υποταγή της έρευνας στα επιχειρηματικά συμφέροντα. Να καταργηθεί ο Νόμος Πλαίσιο, οι ταξικοί φραγμοί και η βάση του 10 με ελεύθερη είσοδο στη γ΄ βάθμια εκπαίδευση. Όχι στην κατάργηση των ΣΣΕ για τους νέους, την στράτευση στα 18. Συνολική κριτική αμφισβήτηση του περιεχομένου της αστικής επιστήμης-παιδείας από τη σκοπιά των κοινωνικών απελευθερωτικών αναγκών.

25

Page 26: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Απόκρουση-ανατροπή της πολιτικής που κηρύσσει εκτός νόμου τα κοινωνικά δικαιώματα, της αντιδραστικής αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος και του νέου κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού. Μαζική εργατική «εκστρατεία» ενάντια στη νέου τύπου δικτατορία της σκέψης που ρίχνει τη βαριά σκιά της στις σύγχρονες κοινωνίες, ενάντια στο νέο ολοκληρωτισμό που μας περικυκλώνει σε κάθε πλευρά της ζωής, για την υπεράσπιση και διεύρυνση των λαϊκών ελευθεριών. Κατάργηση κάθε ποινικοποίησης απεργιών και κοινωνικών αγώνων. Διάλυση όλου του χαφιέδικου μηχανισμού παρακολούθησης των εργαζομένων. Κατάργηση τρομονόμων, Σένγκεν, ηλεκτρονικού φακελώματος, ψηφιακής και κάθε άλλου είδους παρακολούθησης. Ισότιμα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά δικαιώματα των ξένων εργατών, ενάντια στη διπλή και τριπλή καταπίεση και εκμετάλλευσή τους, τις διακρίσεις, τους φραγμούς, το ρατσισμό την ξενοφοβία. Κατοχύρωση και επέκταση του πολιτικού ασύλου, υπεράσπιση της θέσης των μεταναστών κόντρα στην αντιμεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε. – φρούριο. Δημοκρατική πληροφόρηση - ενάντια στη δικτατορία των ΜΜΕ. Δημιουργία εναλλακτικών μέσων διάδοσης των ιδεών και εναλλακτικής πληροφόρησης από τα ίδια τα μαζικά κινήματα και τους εργαζόμενους. Πάλη για την ανατροπή της στρατηγικής, της αντιδραστικής για τον άνθρωπο και την φύση «ανάπτυξης» του κεφαλαίου. Πάλη ενάντια στην πλήρη υποταγή της εργασίας στη στρεβλή καπιταλιστική ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, των επιστημονικών καινοτομιών υπέρ της αναπαραγωγής του κεφαλαίου, στη μόνιμη και αυξανόμενη ανεργία, στα πλαστικά καταναλωτικά αγαθά, στον ανταγωνισμό, στην τυραννία του χρήματος και της αγοράς. Απελευθέρωση των πεδίων της αναπαραγωγής και της εκτός εργασίας ζωής των εργαζομένων (υγεία, ασφάλιση εκπαίδευση, περιβάλλον, πολιτισμός κ.λπ.) από τον ασφυκτικό κλοιό των κριτηρίων που επιβάλλει η ελεύθερη αγορά, το κέρδος και η Ε.Ε., ριζικές τομές με βάση τα σύγχρονα εργατικά δικαιώματα. Επιδιώκουμε έναν αυξανόμενο ρόλο των συνδικάτων και των άλλων οργάνων τής εργατικής πολιτικής (έστω και πρωτόλειων) στα πεδία της ανάπτυξης, της επένδυσης, του προσανατολισμού και της χρήσης των παραγωγικών δυνάμεων. Πάλη ενάντια στη γιγαντιαία επέκταση της πολεμικής βιομηχανίας και την κατάργηση της. Τη βιομηχανία που παράγει τα μέσα καταστροφής και λοβοτόμησης του ανθρώπου, προϊόντα σκουπίδια. Στη βιομηχανία της πολιτικής και πολιτιστικής πειθάρχησης και καταπίεσης των εργαζομένων. Πάλη για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και των δημόσιων χώρων, ενάντια στη λογική του κέρδους, της διαρκούς συσσώρευσης του κεφαλαίου και της εμπορευματοποίησης και ειδικά στην Ελλάδα, της καταστροφικής ‘τουριστικής ανάπτυξης’. Δέσμευση, κοινωνικοποίηση όλων των ελεύθερων χώρων στις μεγάλες πόλεις για κοινωφελείς δραστηριότητες και πράσινο, όχι στις καταστροφικές για το περιβάλλον τεχνολογίες π.χ μεταλλαγμένα, έλεγχος των πολυεθνικών ενέργειας και άμεση μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου (π.χ η πολύ σημαντική πάλη ενάντια στην είσοδο του λιθάνθρακα στο ενεργειακό ισοζύγιο της ΔΕΗ κλπ).Συνολική σύγκρουση με την καπιταλιστική Νέα Τάξη, την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και την Νέα Τάξη Πραγμάτων. Ιδιαίτερα μέτωπα απέναντι στην πολιτική της Ε.Ε. Αγώνας για ρήξεις στις επιλογές και τους κανόνες τους, για απεγκλωβισμό από τα γρανάζια τους προς όφελος των εργαζομένων. Κοινός αγώνας σε κάθε χώρα, πρώτα από όλα ενάντια στην ‘δική μας’ κυβέρνηση και την ‘δική μας’ αστική τάξη. Συνολική ρήξη με την Ε.Ε. και ανατροπή των πολιτικών της. Καμιά συμμετοχή στους κατασταλτικούς και στρατιωτικούς μηχανισμούς της. Ανυπακοή και απειθαρχία στις ευρωπαϊκές Οδηγίες, ανατροπή της κοινής αντιμεταναστευτικής πολιτικής της Ευρώπης – φρούριο. Σταμάτημα της κατοχής στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, φραγμό σε νέες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, δικαίωση της Παλαιστινιακής Ιντιφάντα. Ανάπτυξη της εργατικής αλληλεγγύης και του ταξικού συντονισμού των κινημάτων ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και τη δράση των πολυεθνικών, την ιμπεριαλιστική βία για την υπεράσπιση των κοινωνικών, πολιτικών, εθνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων των λαών, τον εθνικισμό, τον ρατσισμό και την ξενοφοβία, και στην κεφαλαιοκρατική κοσμοπολίτικη ισοπέδωση. Ενάντια στη διπλή και τριπλή καταπίεση των ξένων εργατών και εκμετάλλευσή τους. Ανατροπή των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ραγδαία μείωση των στρατιωτικών δαπανών. Απαγόρευση κάθε «πολεμικής» παραγωγικής δραστηριότητας. Ενάντια στη βαλκανική «εκστρατεία» του ελληνικού κεφαλαίου και στην οικονομική απομύζηση των γειτονικών λαών.Ενίσχυση της πάλης των εργαζόμενων του χωριού και των φτωχών αγροτών για συνεταιρισμούς και συλλόγους στα δικά τους χέρια. Κάλυψη του κόστους παραγωγής και του μόχθου του αγρότη. Μέτωπο

26

Page 27: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

εργατών-φτωχών και μεσαίων αγροτών ενάντια στα συμφέροντα των μεγαλοαγροτών, του αγροτοδιατροφικού κεφαλαίου και της βιομηχανίας των μεταλλαγμένων, για προσιτή και ασφαλή διατροφή. Μέτρα για την προστασία της μικρής και μεσαίας παραγωγής ενάντια στην ΕΕ και την διαρκή καπιταλιστικοποίηση της γεωργικής παραγωγής, την χημική και βιοτεχνολογική βιομηχανία κλπ. Να μην εφαρμοστεί η ΚΑΠ.

ε) Για την ουσιαστική σύνδεση του οικονομικού και του πολιτικού αγώναΑπό την εποχή του «Τι να κάνουμε» η σχέση πολιτικού και οικονομικού αγώνα της εργατικής τάξης αποτελεί αντικείμενο σκληρής διαπάλης στο κίνημα, αλλά και συγχύσεων μέσα στις ταξικές και επαναστατικές δυνάμεις. Η αντίληψη του Λένιν για την «από τα έξω» διαμόρφωση της επαναστατικής συνείδησης της τάξης, δηλαδή έξω από τα όρια του άμεσου οικονομικού αγώνα - που ακόμα και στις πιο προωθημένες του εκφράσεις δεν μπορεί να υπερβεί το ρεφορμισμό και την καλύτερη διαπραγμάτευση της αξίας της εργατικής δύναμης στα πλαίσια του καθεστώτος εκμετάλλευσης – αποτελεί ιστορική τομή στο μαρξισμό και βασικό θεμέλιο οποιασδήποτε προσπάθειας πολιτικοποίησης του εργατικού κινήματος σήμερα, με διεκδικήσεις απέναντι στο κράτος, την ΕΕ, το κεφάλαιο, που θα έχουν γενική-συνολική ισχύ και θα αντιστρατεύονται κεντρικές επιλογές και πυλώνες του συστήματος.Ειδικά στη σημερινή ιστορική φάση, ο «καθαρός» οικονομικός αγώνας είναι απλά μια πλευρά του αστικού μύθου της δήθεν «ελεύθερης αγοράς» και των δήθεν «ελεύθερων διαπραγματεύσεων» του εργάτη με το κεφάλαιο για την αξία του εμπορεύματος εργατική δύναμη. Αντίθετα η ταξική πάλη σήμερα σφραγίζεται από την οργανικότερη διαπλοκή της αστικής πολιτικής με τα επιχειρηματικά συμφέροντα, αντικειμενικά δημιουργεί δυνατότητες πιο γρήγορης και αναβαθμισμένης πολιτικοποίησης του οικονομικού αγώνα. Υποκειμενικά όμως η απόσταση μεγαλώνει, λόγω του αρνητικού πολιτικού συσχετισμού δυνάμεων, που σπρώχνει την εργατική πάλη στο «επιμέρους» και ακόμα περισσότερο στο συντεχνιακό επιμέρους, το «επιμέρους» που δεν έρχεται σε σύγκρουση και δεν αναιρεί την κεντρική κατεύθυνση της κυρίαρχης πολιτικής. Η άρση του διχασμού οικονομικού-πολιτικού αγώνα προκύπτει και από την ανάγκη να αποκτήσουν οι αγώνες μεγαλύτερη μαζικότητα, αντοχή, «επικινδυνότητα» για το σύστημα και τελικά αποτελεσματικότητα. Για το ΝΑΡ, τις επαναστατικές δυνάμεις και την αντικαπιταλιστική ταξική πτέρυγα, ο στόχος του αποφασιστικού πλήγματος στο βαθμό εκμετάλλευσης, η άμεση πάλη για την ανατροπή του καπιταλιστικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΕΕ, η διαρκής προσπάθεια μείωσης του ποσοστού απόσπασης υπεραξίας έως την επαναστατική κατάργηση των σχέσεων εκμετάλλευσης (και των κρατικών θεσμών που τις στηρίζουν), με άλλα λόγια η τάση του διαρκούς επαναστατικού αγώνα είναι το μέτρο του πολιτικού εργατικού αγώνα που σπάει τα δεσμά του ρεφορμισμού, γίνεται θεμέλιο του ΑΕΜ. Στη διαμόρφωση και ενίσχυση αυτής της τάσης στοχεύει η αντίληψη του ΝΕΚ.Η λενινιστική αυτή προσέγγιση δεν απαξιώνει, ούτε ευτελίζει τον οικονομικό αγώνα της τάξης. Αντίθετα, αυτός αποτελεί τη βασική, πρωτόλεια μορφή διαμόρφωσης της ταξικής συνείδησης. Υπογραμμίζει την ανάγκη των πρωτοπόρων δυνάμεων της τάξης να «μπουν» μέσα στην καθημερινή οικονομική πάλη των εργατών, σε αυτό το «μαζικό σχολείο» της ταξικής πάλης, σαν πρώτο βήμα για την ταξική και αγωνιστική τους ένταξη, για την διαπαιδαγώγησή τους στην πάλη απέναντι στον κεφαλαιοκράτη.. Ωστόσο ούτε η οικονομική πάλη είναι μια «καθαρή από πολιτική, πάλη». Αντίθετα διασχίζεται και από τις δύο τάσεις (της ρήξης και της συναλλαγής) που συνυπάρχουν και αντιπαρατίθενται. Η δεύτερη είναι εχθρική - με την πρώτη πρέπει να συμμαχήσουμε για να μετασχηματίζεται μέσα στην κίνηση, και με βάση την συνείδηση των εργαζόμενων, σε συνολικό πολιτικό αγώνα και τελικά σε επαναστατικό πολιτικό ρεύμα. Η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ, ο υποταγμένος συνδικαλισμός και ο ρεφορμισμός δεν κάνουν κυρίως οικονομικό αγώνα. Θέτουν το πλαίσιο ο και την μορφή του πολιτικού αγώνα για τα οικονομικά δικαιώματα συμμαχώντας και ενισχύοντας την τάση υποταγής, πολεμώντας και περιθωριοποιώντας την τάση χειραφέτησης. Προτάσσει τις πολιτικές τους επιδιώξεις πάνω από τα αναγκαία υλικά συμφέροντα των εργαζομένων διασπώντας έτσι και συντρίβοντας την ίδια την αγωνιστική ενότητα της τάξης.. Η (αστική) πολιτική επιστρέφει ως βαρίδι στο εργατικό κίνημα, αποδομώντας και διασπώντας τους εργαζόμενους. Η διάσταση ανάμεσα στην οικονομική και πολιτική πάλη είναι η ιδεολογική βάση ώστε ο αναγκαίος πολιτικός χαρακτήρας της εργατικής πάλης να υποτάσσεται τελικά στην αστική πολιτική, στο όνομα της

27

Page 28: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

πλατιάς «οικονομικής» ενότητας όλων των εργαζομένων. Όμως τα οικονομικά συμφέροντα είναι κι αυτά πολιτικά συμφέροντα, γιατί απαιτούν συνολικές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές για να επιτευχθούν και δεν μπορούν να ολοκληρωθούν παρά μόνο σε πολιτικό επίπεδο.Αυτό θα συμβαίνει συνέχεια στο βαθμό που η δική μας αντίληψη δεν πολιτικοποιεί (και από αυτή τη σκοπιά ενώνει) την εργατική τάξη στη γραμμή της ανατροπής. Το νέο εργατικό κίνημα, στην ανάπτυξη του, διαπερνάται από την αντίφαση ανάμεσα στο ρεύμα του ανολοκλήρωτου, ασταθούς πολιτικού αγώνα, που έχει την τάση να επιστρέφει, να «καθηλώνεται» στη διαπραγμάτευση της «αγοραπωλησίας» της εργατικής δύναμης ως κύριο περιεχόμενο της πάλης, και στο επαναστατικό αντικαπιταλιστικό ρεύμα του σταθερού, μόνιμου πολιτικού αγώνα για τα οικονομικά δικαιώματα και τους γενικότερους στρατηγικούς στόχους της εργατικής τάξης. Αυτό το ρεύμα των πρωτοπόρων δυνάμεων αποτελεί τον πιο σταθερό υπερασπιστή της πάλης για διαρκή μείωση της εκμετάλλευσης σε βάρος των κερδών, για να πάρει η εργατική τάξη «πίσω τα κλεμμένα», να μειώσει την αποσπούμενη από αυτήν υπεραξία ως την τελική κατάκτηση όλου τον κοινωνικού πλούτου που παράγει. Με άλλα λόγια η επαναστατική δράση στο εργατικό κίνημα «διασπά» το κυρίαρχο αστικό και ρεφορμιστικό πολιτικό πλαίσιο των αγώνων γιατί μόνο έτσι μπορεί να συσπειρώνει σε μια νέα αγωνιστική ταξική ενότητα. Αν πάμε για το δεύτερο υποβαθμίζοντας το πρώτο, βάζουμε μπροστά το «κάρο από το άλογο», και για μια ακόμη φορά «θα φάμε τα μούτρα μας».

στ) Οι μορφές πάλης και η λογική της διεκδίκησης Σήμερα σε μεγάλο βαθμό λείπουν οι μορφές πάλης και οι λογικές για την κλιμάκωσή της που θα οδηγούν σε νίκες και αποτελέσματα. Κυριαρχούν οι γραφειοκρατικές μορφές, που δε συσπειρώνουν την εργατική πλειοψηφία, οι λογικές της ανάθεσης και της πάλης δι’ αντιπροσώπων, οι επετειακές κινητοποιήσεις για την «τιμή των όπλων», οι μεμονωμένες τουφεκιές χωρίς συνέχεια, η έλλειψη συντονισμού, αποφασιστικότητας και διάρκειας, οι εντυπωσιοθηρικές-«τηλεοπτικές» μορφές hapening, μορφές που σπάνια συσπειρώνουν μαζικά τους εργαζόμενους. Ταυτόχρονα εκδηλώνονται και ορισμένες ριζοσπαστικές μορφές, άλλοτε συνδυασμένες με βαθύ περιεχόμενο, άλλοτε όχι, άλλοτε ως απάντηση σε ακραία νεοσυντηρητικά μέτρα, άλλοτε ως «τινάγματα απόγνωσης». Παίρνοντας όλα αυτά υπόψη, αλλά και την αίσθηση της αναποτελεσματικότητας, καθώς και τη διάθεση του κόσμου της εργασίας για πραγματική μαχητική πάλη όταν νοιώθει ότι μπορεί να έχει αποτελέσματα, χρειάζεται να συζητήσουμε για μορφές πάλης που:-Θα ενεργοποιούν την εργατική βάση στους τόπους δουλειάς, θα της δίνουν τον πρώτο και τελευταίο λόγο για την εξέλιξη της πάλης, θα καταπολεμούν τις λογικές της ανάθεσης.-Θα έχουν διάρκεια και επιμονή, με εναλλαγές στις μορφές, με συνδυασμό συζήτησης-δράσης.-Θα έχουν μαχητικότητα και αποφασιστικότητα, θα είναι μάχες για νίκη, με την απαίτηση για ρήξεις στην αστική πολιτική. Θα περιφρουρούνται απέναντι στους απεργοσπαστικούς μηχανισμούς, θα υπερβαίνουν, όταν είναι αναγκαίο για την εξέλιξη του αγώνα την αστική νομιμότητα.-Θα εξασφαλίζουν συμμαχίες, αλληλεγγύη, συντονισμό, συμπόρευση με άλλα σύμμαχα εργατικά και κοινωνικά στρώματα.

ζ) Ο «θεωρητικός πολιτισμός», η ιδεολογική ταυτότητα του εργατικού κινήματοςΗ αξία αυτής της παραμέτρου ως κομβικού στοιχείου και όχι ως συμπληρωματικής πλευράς της πρότασής μας είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί ο αστικός συνασπισμός εξουσίας συνοδεύει την αντεργατική επίθεση με μια τεράστια εκστρατεία ιδεολογικής τρομοκρατίας γύρω από τα βασικά δόγματα και τις ιδέες της. Αυτή η εκστρατεία δεν αφήνει ανεπηρέαστη ούτε την άμεση διεκδικητική πάλη (και πολύ περισσότερο το γενικότερο πολιτικό αγώνα). Συχνά ακόμα και η πραγματοποίηση μιας επιμέρους κινητοποίησης προϋποθέτει τον εκ των προτέρων (έστω σ’ ένα βαθμό) κλονισμό αυτών των δογμάτων. Συνεπώς, το ε.κ. δεν μπορεί να αντιπαραθέτει στα ιδεολογικά «άρματα» του κατεστημένου τα δικά του «λιανοντούφεκα», ούτε πολύ περισσότερο τις «εργατικές» παραλλαγές της κυρίαρχης ιδεολογίας που πλασάρει το υπάρχον σ.κ. Το ιδεολογικό-θεωρητικό στοιχείο γίνεται αναπόσπαστο συστατικό της ίδιας της ταξικής πάλης και όχι περιφερειακό θέμα, η ρήξη με τις κύριες συντεταγμένες της αστικής ιδεολογίας γίνεται θεμελιώδης κρίκος και όχι πάρεργο ή συμπλήρωμα του κινήματος.Κρίσιμα ζητήματα εδώ είναι: Το ξεχώρισμα των κεντρικών ιδεολογημάτων της αστικής αντίληψης και η προσπάθεια ταξικής

28

Page 29: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

αποκάλυψης-απάντησής τους (εθνική οικονομία, ανάπτυξη, σύγκλιση-Ε.Ε., ανταγωνιστικότητα σαν στοιχείο ζωής ή θανάτου και συνευθύνης για όλη την κοινωνία, παραγωγικότητα, αντοχή εθνικής οικονομίας, ελλείμματα, σωτηρία εθνικού πλούτου, παραγωγική ανασυγκρότηση, προτεραιότητα οικονομικών δεικτών, μονόδρομος της αγοράς, «μεταρρυθμίσεις για το μέλλον», συνύπαρξη ιδιωτικού-δημόσιου, κοινωνικό έργο των επιχειρήσεων, αξιολόγηση του εργαζόμενου κ.λπ.). Η ανεύρεση διαδικασιών στην ίδια την εξέλιξη της πάλης που θα επιτρέπουν μια συζήτηση γύρω απ’ αυτά, μιας και σήμερα περισσότερο από ποτέ είναι αναγκαίες οι μορφές ζύμωσης, εσωτερικής συζήτησης, αντιπαράθεσης στο ίδιο το κίνημα. Η αυτοτελής δραστηριότητα του ΝΑΡ, του ΠΡΙΝ και της κίνησης του ΝΕΚ σε αυτό το πεδίο

η) Η συγκρότηση του εργατικού κινήματος Οι αλλαγές στους όρους της ταξικής πάλης και οι εμπειρίες που ήδη περιγράψαμε, αναδεικνύουν ορισμένα σημαντικά στοιχεία για τη δομή και λειτουργία του εργατικού κινήματος ώστε να ανταποκρίνεται σήμερα στις ανάγκες της εργατικής πάλης. Το εργατικό κίνημα δεν μπορεί να ανασυγκροτηθεί χωρίς τα «υποκείμενα» της ανασυγκρότησής του. Όπως είπαμε και προηγούμενα, η κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος δεν είναι απλά θέμα συσχετισμών. Παλεύουμε, λοιπόν, για νέου τύπου ταξικά συνδικάτα σε περιεχόμενο, λειτουργία, δομή κλπ) που θα ενώνουν την τάξη κοινωνικά και πολιτικά, με στόχο τη ριζική αλλαγή της θέσης των εργαζομένων. Για συνδικάτα που θα τροφοδοτούν το κοινωνικοπολιτικό μέτωπο της εργατικής πολιτικής. Το ΝΑΡ και η ν. Κ.Α επιδιώκουν τα αναγεννημένα σωματεία και οι επιτροπές βάσεις να φτάσουν, με τη συνειδητή δράση και γνώση των ίδιων των εργαζομένων, ως αυτό το επίπεδο, να αποτελέσουν και αυτά συστατικό μέρος των οργάνων εργατικής πολιτικής. Ποια είναι τα κρίσιμα ζητήματα που έχουν αναδειχτεί:- Συνδικάτα που να ενώνουν τους εργαζόμενους και να τους «διασπούν» από την εργοδοσία . Είναι δεκάδες οι μορφές με τις οποίες η εργοδοσία και το υπάρχον σ.κ. διασπούν τους εργαζόμενους με βάση την εργασιακή σχέση, το εκπαιδευτικό επίπεδο κ.λπ. Έτσι στη ΔΕΗ, για παράδειγμα, υπάρχουν πάνω από 100 σωματεία και σύλλογοι μηχανικών, τεχνολόγων, τεχνικών κλπ, που οι αντιπρόσωποί τους συγκροτούν τη δευτεροβάθμια Ομοσπονδία. Παλεύουμε συστηματικά ώστε να σπάνε οι διαχωρισμοί με βάση το επάγγελμα και το πτυχίο, που αφορούν τη σχέση ανάμεσα σε μόνιμο και ελαστικό προσωπικό (δημόσιο) είτε ανάμεσα σε τυπικές και άτυπες σχέσεις (ιδιωτικός τομέας), άρα να βρίσκονται εντός του σωματείου όλοι οι μισθωτοί (συμβασιούχοι, μερικά απασχολούμενοι, άνεργοι, εργαζόμενοι με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών, ξένοι εργάτες, ελαστικά εργαζόμενοι κάθε μορφής). Ιδιαίτερη έμφαση επίσης, δίνουμε ώστε να κατοχυρωθεί η δυνατότητα των ανέργων να στρατεύονται στα σωματεία και να μπορούν με αυτούς τους τρόπους να συνεχίζουν να διεκδικούν, παράλληλα με την προσπάθεια να υπάρχουν και αυτοτελείς μορφές οργάνωσής τους. Η μάχη που δίνουμε στους ΟΤΑ, την εκπαίδευση, τη ΔΕΗ, τους τεχνικούς κλπ, είναι αποφασιστικής σημασίας, πρέπει να γενικευθεί και να γίνει κεντρικό ζήτημα του εργατικού κινήματος. Άνοιγμα των συνδικάτων για εγγραφές ΟΛΩΝ των εργαζόμενων που δουλεύουν στον ίδιο κλάδο ή εργοδότη με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, μορφή, αμοιβή ή ωράριο. Με έκτακτα συνέδρια. Με ακύρωσή τους όπου δεν τους γράφουν. Παλεύουμε για επιχειρησιακά και κλαδικά συνδικάτα με ομοιοταξική, διεπαγγελματική, διεργασιακή και διεθνική σύνθεση.

- Συνδικάτα ανά επιχείρηση και ανά κλάδο. Επιδιώκουμε, όχι μόνο να ενώσουμε όλους τους εργαζόμενους με όλες τις μορφές εργασίας στο σωματείο του χώρου δουλειάς, αλλά κρίσιμο ρόλο θα παίξουν το επόμενο διάστημα η δημιουργία νέων κλαδικών συνδικάτων ή και ομοσπονδιών. Ιδιαίτερη μάχη θα δοθεί στους τομείς που απελευθερώνονται οι αγορές (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές κλπ). Πρωτοβουλίες σε αυτήν την κατεύθυνση θα πάρει και ο αστικοποιημένος συνδικαλισμός και ήδη παίρνει το ΠΑΜΕ, με βάση τον κομματικό του σχεδιασμό. Σε κάθε περίπτωση τα όποια κλαδικά ή δευτεροβάθμια όργανα δημιουργηθούν πρέπει να έχουν κέντρο τον χώρο δουλειάς και να οικοδομούνται με τρόπο που εξασφαλίζουν σε όσο γίνεται μεγαλύτερο βαθμό τον έλεγχο της βάσης (να είναι δηλαδή πιο κοντά στο μοντέλο της ΟΛΜΕ, αντί του γραφειοκρατικού τύπου ΑΔΕΔΥ).

- Συνδικάτα δημοκρατικά με κέντρο την Συνέλευση και την άμεση δημοκρατία, την οργανική επαφή με τους εργαζόμενους. Ένα νικηφόρο εργατικό κίνημα δεν μπορεί να συγκροτείται με τις εκφυλισμένες και μακριά από τους εργαζόμενους μορφές του ρεφορμιστικού και εργοδοτικού εργατικού

29

Page 30: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

κινήματος. Κανονικά το σωματείο δεν μπορεί να είναι μόνο το ΔΣ, έστω και η τυπική «Συνέλευση» που συνήθως γίνεται δύο φορές τον χρόνο, με μέτρια συμμετοχή, στην καλύτερη περίπτωση. Δεν μπορεί να είναι ο εκφυλισμός του ενός μηνός αρχαιρεσιών με τις κάλπες να φέρνουν γύρα. Το Σωματείο θα έπρεπε να είναι ένα σύνολο μορφών οργάνωσης των εργαζόμενων στους χώρους και τα τμήματα, μόνιμης, άμεσης επικοινωνίας και «υποταγής» του ΔΣ στην θέληση του κόσμου, υπέρβασής του σε περίοδο αγώνων από μαζικά όργανα (π.χ επιτροπές αγώνα, απεργιακές επιτροπές) κλπ. Η γραφειοκρατικοποίηση στην οποία βρίσκονται σήμερα τα σωματεία αποτελεί τεράστια τροχοπέδη για την ανάπτυξη της δράσης. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τον εργοδοτικό συνδικαλισμό, αλλά και για τα σωματεία που ελέγχει το ΠΑΜΕ και, στις περισσότερες των περιπτώσεων, για τα σωματεία που παίζει ρόλο η ριζοσπαστική αριστερά. Μπορεί η αναπαραγωγή μιας «αστικού τύπου» εκπροσώπησης, να προβάλει από όλους τους πόρους της σημερινής κοινωνίας, παραπέμπει όμως άμεσα σε ένα θεσμικό συνδικαλισμό των διαδρόμων και όχι σε μια μάχιμη δράση με κέντρο τους ίδιους τους εργαζόμενους.-Νέα συνδικάτα, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα. Κομβικό σημείο στην προσπάθειά μας είναι η ίδρυση νέων σωματείων ειδικά σε τομείς όπου υπάρχει πλήρης απουσία συνδικαλιστικής οργάνωσης. Και αυτοί είναι πάρα πολλοί. Είναι τομείς της εργασιακής περιπλάνησης, της μαύρης και ανασφάλιστης εργασίας, εκεί που διαμορφώνεται η νέα εργατική βάρδια και αυτό είναι κρίσιμο ιδιαίτερα για την νΚΑ. Είναι τεράστια αναπτυσσόμενοι τομείς των νέων τεχνολογιών (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες) όπου η ανυπαρξία συνδικαλιστικής οργάνωσης ενισχύεται και από τα χαρακτηριστικά της συνείδησης των εργαζόμενων σε αυτούς. Είναι χώροι των μεταναστών και των ξένων εργατών Είναι τέλος μεγάλοι χώροι του ιδιωτικού τομέα, ιδιαίτερα του εργοστασιακού συνδικαλισμού που έχει ηττηθεί και πρακτικά δεν υφίσταται εργατικό κίνημα. - Συνδικάτα με πλούτο λειτουργίας, που θα οικοδομούν ένα νέο δίκτυο αλληλεγγύης, συζήτησης, θεωρίας, πολιτισμού και πράξης για τα εργατικά δικαιώματα και την κοινωνική πάλη. Θα επιδιώκουν τον απεγκλωβισμό τους από το υποταγμένο κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλιστικό κίνημα, το συντονισμό και την ενοποίησή τους σε ταξική ανατρεπτική βάση.

θ) Εργατικό κίνημα πυρήνας της ευρύτερης πάλης των εργαζόμενων ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική, που απευθύνεται στην εργαζόμενη πλειοψηφία από την σκοπιά της κοινωνίας συνολικά και οικοδομεί έμπρακτα σχέσεις και δεσμούς με τα υπόλοιπα τμήματα του λαϊκού κινήματος. Στην αντίληψη του ΑΕΜ, η εργατική τάξη αποτελεί ηγεμονική δύναμη στο μπλοκ των καταπιεζόμενων και αυτό πρέπει να κατακτιέται με το μετατρέπεται το ε.κ. σε πυρήνα και ηγεμονική δύναμη του ευρύτερου λαϊκού κινήματος. Το παραπάνω δεν είναι δευτερεύον ή ζήτημα μακροπρόθεσμης σημασίας, αλλά εξαιρετικά επείγον. Οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ π.χ (και σε κάθε περίπτωση τα ριζοσπαστικά συνδικάτα και πρωτοβουλίες στην ενέργεια) πρέπει να απευθυνθούν, να συγκροτήσουν μορφές ευρύτερης λαϊκής δράσης και να πείσουν την κοινωνική πλειοψηφία, ότι η «απελευθέρωση» της αγοράς ενέργειας θα προκαλέσει δυσβάσταχτη επιβάρυνση στις τιμές, μείωση της ασφάλειας στον εφοδιασμό και τρομακτική επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Αντίστοιχα οι εργαζόμενοι στα λιμάνια, στην Ολυμπιακή, την ΕΥΔΑΠ. Ιδιαίτερα σοβαρή είναι η παραπάνω πλευρά για την εκπαίδευση και στις γειτονιές το «μέτωπο κοινωνικών αναγκών–εργασίας», αλλά και σε χώρους, όπως οι τεχνικοί σχετικά με τον καταστροφικό χαρακτήρα της σημερινής καπιταλιστικής ανάπτυξης. Είδαμε, θετικά και αρνητικά την σημασία αυτής της αντίληψης στην σταθερή μας προσπάθεια να διαμορφώσουμε ένα μέτωπο παιδείας-εργασίας-δημοκρατίας στην περίοδο των φοιτητικών αγώνων.

ι) Η συμβολή μας στη δημιουργία ανεξάρτητου κέντρου αγώνα Η συμβολή σε ένα τέτοιο καθήκον αποτελεί βασικό ζητούμενο και απαντά στο πώς θα διαμορφωθεί ένας πυρήνας συλλογικών μορφών αγώνα σε κάθε χώρο, κλάδο, πόλη και γενικά που δεν θα ακολουθεί απλώς το υπάρχον σ.κ. αλλά θα δίνει διέξοδο στις αγωνιστικές διαθέσεις και θα συνενώνει τις ταξικές-μαχητικές τάσεις των εργαζομένων, είτε αυτές εκφράζονται από σωματεία, είτε από επιτροπές αγώνα, είτε από συνελεύσεις (όχι σχήματα ή οργανώσεις). Χωρίς αγωνιστική δράση δεν υπάρχει κέντρο αγώνα. Ορισμένες σκέψεις πάνω σε αυτό:-Το ανεξάρτητο κέντρο αγώνα δεν γίνεται με μια κίνηση. Είναι μια επίπονη διαδικασία να οικοδομείται ένας τρίτος πόλος αγωνιστικής ταξικής ενότητας, με μαζικά χαρακτηριστικά και στη βάση των εργατικών δικαιωμάτων. Δεν αποτελεί συσπείρωση των «δικών μας δυνάμεων», θέλουμε να είναι

30

Page 31: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

πολύμορφο και «ευρύχωρο», όχι όμως χωρίς ταυτότητα και φυσιογνωμία.. Επομένως έχει ιδιαίτερη σημασία η οικοδόμηση σχέσεων κοινής δράσης με τον αγωνιστικό ρεφορμισμό στο επίπεδο του οικονομικού-διεκδικητικού αγώνα, από τη σκοπιά της ανατροπής της αντεργατικής επιδρομής. Η εμπειρία από τον μέχρι τώρα συντονισμό των σωματείων είναι χρήσιμη και πρέπει να συζητηθεί διεξοδικότερα.- Στο κέντρο αγώνα θέλουμε να αποτυπώνεται ένα περιεχόμενο στόχων πάλης που να σφραγίζεται από μια λογική αγωνιστικής ταξικής ενότητας. - Το κέντρο αγώνα δεν μπορεί να είναι μονοθεματικό, όσο σοβαρό κι αν είναι ένα συγκεκριμένο μέτωπο της πάλης. Δεν θέλουμε να περιορίζεται π.χ. ο συντονισμός μόνο στο ασφαλιστικό και να μένουν έξω οι συλλογικές συμβάσεις ή η πάλη κατά των ιδιωτικοποιήσεων. Επιδιώκουμε να κατακτά περιεχόμενο όσο το δυνατό εφ όλης της ύλης.- Το ανεξάρτητο κέντρο δεν περιλαμβάνει μόνο σωματεία αλλά κάθε μαζική μορφή εργατικής συλλογικότητας. (π.χ νέου τύπου συνδικάτα, επαφή και συσπείρωση της νέας εργατικής βάρδιας, του κόσμου της περιπλάνησης και των 400 ευρώ, των μεταναστών και των τετραωριτών, με τις δικές τους μορφές οργάνωσης κλπ). Συμπεριλαμβάνει επιτροπές αγώνα, συνελεύσεις, διαφόρων μορφών ανεξάρτητους εργατικούς συνδέσμους. Η γραμμή του κέντρου αγώνα δεν είναι για τους χώρους που έχουμε πλειοψηφία στα σωματεία. Στους χώρους που μειοψηφούμε εκλογικά και αξιοποιώντας την αγωνιστική απραξία των πλειοψηφιών το ανεπαρκές περιεχόμενο στόχων για να εκφράσει τις εργατικές ανάγκες, την συμβιβαστική τους τακτική, τη γενικότερη απογοήτευση και ως ένα βαθμό απονομιμοποίηση της ΓΣΕΕ, μπορούμε πιο τολμηρά και με πολλές μορφές, να οικοδομήσουμε (ειδικά σε επίπεδο κλάδου που οι δυνάμεις είναι πιο συγκεντρωμένες) μαζικές επιτροπές αγώνα που να κινούνται στην κατεύθυνση του αγωνιστικού συντονισμού.

ια) Εργατικό κίνημα και διεθνής δράσηΈνα άλλο σημαντικό ζήτημα αφορά τη σχέση της συγκρότησης του νέου εργατικού κινήματος με τις διαδικασίες της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Γιατί είναι πλέον φανερό ότι το διεθνές πλέγμα του κεφαλαίου και οι καπιταλιστικές ολοκληρώσεις τύπου Ε.Ε. έχουν σήμερα έναν κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση της συνείδησης των εργαζομένων και στο περιεχόμενο και την πορεία της ταξικής πάλης. Ακόμη και η πάλη για την αξία της εργατικής δύναμης απαιτεί σήμερα διεθνική δράση, τη σύγκρουση και την ανατροπή των πολιτικών της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης (π.χ. η ανατροπή της εισοδηματικής πολιτικής στην Ελλάδα απαιτεί ρήξη και ανατροπή των προγραμμάτων σύγκλισης και της ΟΝΕ). Ταυτόχρονα η ταξική πάλη σε διεθνές επίπεδο επηρεάζει άμεσα την ταξική πάλη στο εσωτερικό, καθώς το διεθνοποιημένο πολυεθνικό κεφάλαιο αξιοποιεί την δυνατότητά του να μεταφέρει και να καταμερίζει την παραγωγή σε παγκόσμιο επίπεδο για να εκβιάζει την εργατική τάξη να αποδεχθεί τη «σύγκλιση», όχι στο ανώτερο, αλλά στο κατώτερο σημείο. . Από τις τηλεπικοινωνίες και την πληροφορική έως την ενέργεια και την καπνοβιομηχανία αυτό που ζουν οι εργαζόμενοι είναι η πίεση του υψηλού κόστους, του «οι άλλοι είναι φθηνότεροι» κλπ. Αντίστοιχης ποιότητας προβλήματα αναδεικνύονται κατά την μεταφορά των εργοστασίων σε «χώρες χαμηλού κόστους». Πως μπορούν να αντιμετωπιστούν αυτά τα τεράστια προβλήματα; Πρώτα από όλα με την κατηγορηματική άρνηση να κρίνεται η ύπαρξη ή όχι παραγωγικής δραστηριότητας σε μια περιοχή, χώρα κλπ, με το κριτήριο του κέρδους και του ανταγωνισμού. Βιομηχανίες που εγκαταλείπονται από το κεφάλαιο πρέπει να καταλαμβάνονται, να εμποδίζονται τα μηχανήματα να φύγουν και να απαιτείται να λειτουργήσουν με την ευθύνη του κράτους ή σε συνεταιριστική μορφή κλπ. Παράλληλα είναι τελείως απαραίτητη η ανάπτυξη της διεθνικής εργατικής πάλης. Χωρίς την ανάπτυξη του διεθνούς εργατικού συντονισμού το εργατικό κίνημα θα πηγαίνει από ήττα σε ήττα. Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει να αξιοποιηθεί κάθε δυνατότητα διεθνούς συντονισμού με πολιτικοσυνδικαλιστικές δυνάμεις, συνδικάτα κλπ που κινούνται σε ανεξάρτητη, ταξική κατεύθυνση, ακόμα και αν διαφωνούμε σε τακτικές επιλογές τους (π.χ cobas, που συμμετέχουν στο Φόρουμ), ιδιαίτερος συντονισμός σε διακρατικό επίπεδο των εργαζομένων που απασχολούνται στην ίδια πολυεθνική επιχείρηση κλπ

Η. ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ- ΠΟΛΛΕΣ ΜΟΡΦΕΣ, ΕΝΙΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

31

Page 32: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

1. Η κίνηση του ΝΕΚΓιατί χρειάζεται μια αυτοτελής συσπείρωση των δυνάμεων του NΕΚ; Για να συγκεντρωθεί το πιο ευρύ δυναμικό, που τοποθετείται και δρα σταθερά και λίγο πολύ συνειδητά, και όχι ευκαιριακά, υπέρ της λογικής της ταξικής αναγέννησης του ε.κ, και να συμβάλλει στην ανάπτυξη και την ενίσχυση αυτής της λογικής.. Απευθύνεται πλατιά προτάσσοντας το περιεχόμενό της, δεν θα είναι κίνηση του ΝΑΡ και του στενού περίγυρου. Στις δυνάμεις του ΝΑΡ αλλά και σε ανεξάρτητους αγωνιστές έχει ωριμάσει η ανάγκη δημιουργίας της χωρίς άλλες καθυστερήσεις και ταλαντεύσεις, με βάση και τις εμπειρίες από προγενέστερες προσπάθειες (Κέντρο Εργατικής Παρέμβασης), από την Πρωτοβουλία για μια ανεξάρτητη ταξική κίνηση κ.λπ. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να κινηθεί με ενιαίο τρόπο το σύνολο των δυνάμεων του ΝΑΡ και της ν.ΚΑ– σε όποια εργατική συλλογικότητα και αν δραστηριοποιούνται - ώστε να δημιουργηθεί μια νέα κίνηση που θα εκφράζει τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται πιο κάτω.Σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο: Θα συγκροτείται στη βάση των γενικών στοχεύσεων που σηματοδοτούν την λογική για ένα νέο ταξικό εργατικό κίνημα. Επιδιώκουμε να υιοθετεί και να συμβάλλει στον γενικό πολιτικό στόχο της ανατροπής της επίθεσης και του προγράμματος των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης, του κεφαλαίου, της ΕΕ, του αστικού δικομματισμού. Να διαμορφώνει ένα πλαίσιο - διακήρυξη με βάση τα σύγχρονα εργατικά δικαιώματα και ανάγκες. Να βλέπει έξω από τον καπιταλισμό, στην κατάργηση της εκμετάλλευσης, στην άλλη κοινωνία. Να έχει σαφή άποψη για τον ρόλο των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και του αστικοποιημένου συνδικαλισμού και τους όρους υπέρβασής της κρίσης του σημερινού συνδικαλιστικού κινήματος. Να συμβάλλει τελικά με το δικό της ιδιαίτερο και αυτοτελή τρόπο στη μετωπική συγκρότηση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Το πρώτο καθοριστικό βήμα εδώ είναι η διαμόρφωση πρότασης περιεχομένου, η συζήτησή της σε όλο το δυναμικό του ΝΑΡ, στο δυναμικό των συλλογικοτήτων-σχημάτων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και στην “Πρωτοβουλία για μια Πανελλαδική Ταξική Κίνηση”, τις αγωνιστικές τάσεις της Αριστεράς συνολικά. Στόχος η δημιουργία προϋποθέσεων ευρύτερης κοινωνικοπολιτικής συσπείρωσης.Σε ό,τι αφορά τη μορφή της: Προτείνουμε τη συμμετοχή κυρίως αγωνιστών από τους βασικούς εργατικούς κλάδους που συμφωνούν και θα συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας τέτοιας προσπάθειας. Ο αριθμός αυτών των αγωνιστών πρέπει να εξασφαλίζει έναν κρίσιμο και επαρκή αρχικό πυρήνα, γι΄ αυτό χρειάζεται υπομονετική δουλειά και όχι βεβιασμένες ενέργειες. Στην κατεύθυνση αυτή αξιοποιούμε όλο το εργατικό δυναμικό του ΝΑΡ και της ν.ΚΑ, απευθυνόμαστε σε κάθε αγωνιστή, σε κάθε συλλογικότητα που κινείται στην κατεύθυνση αυτή, τη διακηρύσσει και θέλει να συμβάλλει και ασφαλώς αξιοποιούμε την εμπειρία της “Πρωτοβουλίας για μια Πανελλαδική Ταξική Κίνηση”. Δεν θέλουμε να συμμετέχουν στην κίνηση οργανωμένες συνιστώσες και συντεταγμένες πολιτικές ή συνδικαλιστικές κινήσεις. Η κίνηση θα λειτουργεί με ανοιχτό συντονιστικό. Επιδιώκουμε επίσης τη συμμετοχή διανοουμένων και πολιτικών αγωνιστών με αντίστοιχα καθήκοντα, καθώς και την πανελλαδική συγκρότηση και κάποιας μορφής έκφραση στις βασικές επαρχιακές πόλεις .Οι δραστηριότητες της κίνησης θα περιλαμβάνουν: Την έκδοση πανελλαδικού εντύπου-εφημερίδας. Εκδηλώσεις–συζητήσεις–διαλέξεις για εργατικά ζητήματα, στα πλαίσια του ιδεολογικού -πολιτικού εξοπλισμού των αγωνιστών. Παρέμβαση από πολιτική, θεωρητική και οργανωτική σκοπιά στους κλαδικούς και τους συνολικούς εργατικούς αγώνες που αναπτύσσονται. Μορφές αλληλεγγύης σε αγώνες και ξεχωριστούς αγωνιστές που αντιμετωπίζουν την εργοδοτική και κρατική αυθαιρεσία. Μπορούμε να δούμε και κινήσεις νομικής υποστήριξης. Οργανωτική και πολιτική βοήθεια στη συγκρότηση σωματείων και την ανάπτυξη συνδικαλιστικής δράσης, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα διεθνείς επαφές και δραστηριότητες με εργατικές κινήσεις και συνδικάτα. Πολιτιστικές δραστηριότητες για την ανάδειξη και αναζήτηση των σύγχρονων τάσεων του εργατικού πολιτισμού. Η κίνηση και τα σχήματα. Η κίνηση δεν είναι ανταγωνιστική με τα εργατικά σχήματα των κλάδων και τις διαδικασίες συντονισμού τους, αλλά αντίθετα αλληλοτροφοδοτούνται. Τα σχήματα και η αριστερή πτέρυγα αποτελούν βασική πλευρά της λογικής-πρακτικής του ΝΕΚ και τη μορφή με την οποία παρεμβαίνουμε συνδικαλιστικά, κινηματικά και εκλογικά στους χώρους. Η κίνηση συσπειρώνει τους αγωνιστές των σχημάτων που ενστερνίζονται τη λογική της ταξικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος και δρουν με βάση αυτή, χωρίς ωστόσο να παρεμβαίνει εκλογικά ως τέτοια στις αρχαιρεσίες των σωματείων και χωρίς να διασπούμε τα σχήματα ή να τα υποβαθμίζουμε στο όνομα της κίνησης. Τα σχήματα έχουν κέντρο βάρους τη ριζοσπαστική-ταξική οπτική και πρακτική για «τα του χώρου», ενώ η κίνηση τη συνολική εικόνα του ε.κ. Στην ουσία, λοιπόν, εξαρτάται από την ικανότητα και το πολιτικό

32

Page 33: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

αισθητήριο των δυνάμεων του ΝΑΡ το κατά πόσο θα μπορούν μέσα από τον εργατικό συντονισμό και την ανάπτυξη των σχημάτων να ξεχωρίζουν και να οργανώνουν αυτοτελώς τα πρωτοπόρα στοιχεία του ΝΕΚ. Από την άλλη μεριά, η ‘κίνηση’ εν θα μας λύσει τα προβλήματα παρέμβασης στο χώρο αν δεν την αξιοποιήσουμε για τη δημιουργία ριζοσπαστικών πολιτικοσυνδικαλιστικών συσπειρώσεων σε κάθε κλάδο που δεν υπάρχουν σχήματα.

2.- Η αριστερή αντικαπιταλιστική πτέρυγαα) H αριστερή πτέρυγα συγκροτείται από τα τμήματα του εργατικού κινήματος που τοποθετούνται και πράττουν με μια εργατική λογική αναγκών, ρήξης και χειραφέτησης απέναντι στο κεφάλαιο, την ΕΕ, την εκάστοτε κυβέρνηση και αστική αντιπολίτευση. Βασική και σταθερή-μονίμως δρώσα συνιστώσα της αποτελούν οι εργατικές ριζοσπαστικές πολιτικοσυνδικαλιστικές συσπειρώσεις-σχήματα. Η συγκρότηση της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας είναι απαραίτητη στη σημερινή περίοδο, όχι μόνο για την «πολιτικοποίηση» αλλά και για την εκδήλωση της αγωνιστικής δράσης. Μιλάμε για ένα ρεύμα αντικαπιταλιστικής εργατικής δράσης πολυτασικό, που πρέπει να δρα συλλογικά με αναγκαία και «υποχρεωτική» τη συνύπαρξη πολύμορφων ρευμάτων και απόψεων. Δεν παραιτούμαστε φυσικά από την μάχη της κατάκτησης ενός αναβαθμισμένου περιεχομένου στο όνομα της πολυμορφίας τους. Επιδιώκουμε αντίθετα να βαθαίνει η πολιτική βάση που αφορά το περιεχόμενο των οικονομικών αγώνων και τη διακριτή παρέμβαση απέναντι στον αστικοποιημένο συνδικαλισμό, το ρεφορμισμό και την υπάρχουσα συνδικαλιστική Αριστερά.Τα σχήματα έχουν κατακτήσει μια ευρύτερη κατοχύρωση σε αρκετούς χώρους δουλειάς, την ανεξαρτησία και ρήξη με το κράτος, την κυβέρνηση και την εργοδοσία, ένα ορισμένο αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, έναν στοιχειώδη βαθμό αντιπαράθεσης και αυτοτέλειας προς το υπάρχον σ.κ. (το τελευταίο ωστόσο με αντιφάσεις, ταλαντεύσεις, ανολοκλήρωτα και υπό συνεχή δοκιμασία). Σε ορισμένες περιπτώσεις λειτούργησαν ως αγωνιστική πρωτοπορία στους κλάδους και φωνή του ασυμβίβαστου ταξικού αγώνα. Έχουν σημαντικές εκλογικές επιτυχίες. Σήμερα υπάρχουν σχήματα που στηρίζουν οι σύντροφοι μας στους χώρους Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ΟΤΑ, ΥΠΠΟ, Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών, Υγειονομικών, Οικοδόμων, Μισθωτών Τεχνικών, Μισθωτών Λογιστών, Ιδιωτικών Υπαλλήλων, Εμποροϋπαλλήλων, Περιοδικού και Ημερήσιου Τύπου, Εθνικής Τράπεζας, ΕΣΥΕ, βιβλιοϋπαλλήλων, Alpha, Τράπεζα Ελλάδος, ΟΤΕ, ΕΜΔΥΔΑΣ, ΜΟΔ, Ο.Α. Επίσης τελευταία έχουν δημιουργηθεί ή ξεκινούν λειτουργία σχήματα σε ΕΛΤΑ, Αγροτική Τράπεζα, κ.α. Ενώ, υπάρχουν παρεμβάσεις μας χωρίς λειτουργία σχημάτων ακόμα σε μικρότερες ή μεγαλύτερες μονάδες και κλάδους όπως εταιρεία αεροδρομίου , ΔΕΗ, σερβιτόροι κ.α.Παραμένει η σημαντική απουσία από τη βιομηχανική εργατική τάξη, τις νέες μορφές ευέλικτης και ακάλυπτης συνδικαλιστικά εργασίας, τους ξένους εργάτες.Έχουν γίνει βήματα συντονισμού, παρότι δεν έχουν αποκτήσει την αναγκαία συνέχεια και η συζήτηση δεν έχει εμβαθύνει στο αναγκαίο αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο της παρέμβασης και της φυσιογνωμίας τους (πρόσφατο θετικό στοιχείο αποτελεί η συσπείρωση 20 σχημάτων από κλάδους σε ένα προωθημένο κείμενο για το Ασφαλιστικό). Ιδιαίτερα πρέπει να σταθούμε στην σημαντική εμπειρία από την δημιουργία των «εργατικών πρωτοβουλιών» στην επαρχία, όπου δεν υπάρχουν σχήματα και συσπειρώσεις σε επαρκή κλίμακα ώστε να δρουν ανά χώρο. (Πρέβεζα, τα Γιάννενα, τη Λευκάδα, τον Βόλο κα). Μαζί με κινήσεις πόλης μπορούν να αποτελέσουν συγκεκριμένη μορφή συγκέντρωσης του μικρού και διάσπαρτου, αλλά υπαρκτού δυναμικού που βρίσκεται στην περιφέρεια. Βέβαια, στις μεγαλύτερες πόλεις (Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισα) πρώτη επιλογή μας πρέπει να είναι η ύπαρξη σχημάτων ανά χώρο και ο συντονισμός τους σε επίπεδο πόλης

β) Παρά τη συνολικά θετική εμπειρία, υπάρχουν αρκετά προβλήματα στη δράση των σχημάτων: Το κυριότερο πρόβλημα που εμφανίζεται στα σχήματα αφορά τις αντιφάσεις και ταλαντεύσεις που εκδηλώνονται στο εσωτερικό τους γύρω από το περιεχόμενο που προβάλλουν (αιτήματα, πολιτικές αιχμές, ιδεολογική ταυτότητα – γενικά και κλαδικά), το εύρος των θεμάτων που ανοίγουν, το αν αντιπροσωπεύουν μια λογική χειραφέτησης, εργατικών αναγκών και ταξικής διεκδίκησης ή αν μένουν στην «απόκρουση της επίθεσης» στην βάση ενός «ελάχιστου προγράμματος», αν διαθέτουν μια σαφή λογική και πρακτική αυτοτελούς δράσης και υπέρβασης του υπάρχοντος σ.κ. ή ένα προωθημένο έστω φυλάκιο του υπάρχοντος συνδικαλιστικού κινήματος, αν ρίχνουν το βάρος τους – έστω ανολοκλήρωτα -

33

Page 34: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

υπέρ ενός ανεξάρτητου αντικαπιταλιστικού πόλου, χωρίς να επιτρέπουν την πολιτική λεηλασία τους από το ΚΚΕ ή τον ΣΥΡΙΖΑ ή όχι. Αυτά ακριβώς τα προβλήματα βρίσκονται πίσω από τις δυσκολίες να γίνουν αποφασιστικά βήματα πανελλαδικού συντονισμού και ενιαίας εμφάνισης των σχημάτων.Υπάρχουν σχήματα που, λόγω των παραπάνω, δεν έχουν καθαρή αντίληψη για την προώθηση της αγωνιστικής ταξικής ενότητας, του ανεξάρτητου κέντρου αγώνα και του συντονισμού των σωματείων, αλλά και για τη γραμμή της κοινής δράσης, και απλά παρακολουθούν τις πρωτοβουλίες του υποταγμένου συνδικαλισμού.Σε αρκετά δεν υπάρχει τακτική λειτουργία και συχνά τα ζητήματα ρυθμίζονται με «συνεννοήσεις κορυφής», τόσο στα θέματα που αφορούν το συντονισμό των σχημάτων όσο και –ακόμη χειρότερα- τη δράση στο χώρο. Η συμμετοχή στις συναντήσεις για τα γενικότερα πολιτικά μέτωπα του εργατικού κινήματος είναι πολύ μικρή και συνήθως γίνεται διαμέσου «εκπροσώπων» - συνήθως και με δική μας ευθύνη. Σε πολλούς σημαντικούς αγώνες της πρόσφατης περιόδου (π.χ. δάσκαλοι) δεν επιτεύχθηκε στοιχειώδης συντονισμός για την έκφραση προωθημένης πολιτικής αλληλεγγύης στον αγώνα αυτό. Ο ρόλος των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και των οργανωμένων συνιστωσών που συμμετέχουν είναι αντιφατικός. Ορισμένες προσπαθούν να «κατεβάσουν τον πήχη» των αιτημάτων και της δράσης για να χωρέσουν (πράγμα απαράδεκτο) και όχι για να κερδίζονται (πράγμα θεμιτό) τμήματα του ΣΥΝ ή και του ΠΑΣΟΚ. Και το κυριότερο υποτιμούν (ή πολεμούν ανοιχτά) την ανάγκη πανελλαδικής ενοποίησης των σχημάτων σε ένα αναγκαίο «προγραμματικό» πλαίσιο, και όχι απλό άθροισμα αιτημάτων, που να προωθεί την αντικαπιταλιστική τροφοδότηση των αγώνων. Είναι προφανές, ότι εφόσον δεν υπάρχει συμφωνία για τα αίτια της κρίσης του ε.κ., αρκετές δυνάμεις να θέλουν τις συσπειρώσεις, ως ένα χαλαρό μέτωπο-μέσο όρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, ως εργαλείο εκλογικής δουλειάς και πολιτικής παρέμβασης στους κλάδους, χωρίς χαρακτηριστικά αντικαπιταλιστικής πτέρυγας με ενιαία εμφάνιση και δράση.

γ) Με βάση αυτά τα δεδομένα πρέπει να εκτιμήσουμε πολιτικά ότι το σημερινό περιεχόμενο και οι μορφές παρέμβασης, η σημερινή πολιτική ταυτότητα και δράση των σχημάτων, ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων σε αυτά (που στην ουσία είναι αντανάκλαση της κατάστασης στην αντικαπιταλιστική Αριστερά), δεν μας αρκούν, δεν αντιστοιχούν στις απαιτήσεις της ταξικής πάλης και της αναμέτρησης με την αντιδραστική επίθεση. Χωρίς να παραιτούμαστε από την προσπάθεια πανελλαδικής ενοποίησης των σχημάτων, απαιτείται μια πιο μακρόχρονη προσπάθεια οικοδόμησης βήμα-βήμα (όπως π.χ. στο κείμενο για το Ασφαλιστικό) τους όρους της βαθύτερης πολιτικής ενοποίησης των σχημάτων, στην κατεύθυνση μιας προωθημένης συγκρότησης της αριστερής πτέρυγας του εργατικού κινήματος.Το επόμενο διάστημα πρέπει να παρθούν πρωτοβουλίες αποτίμησης της εμπειρίας των αγώνων και σχεδιασμού της επόμενης μέρας στον χώρο και γενικά.

Θ. ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΜΑΣ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ Σ.Κ.

Η διαμόρφωσή ενός ΝΕΚ θα είναι μια πορεία συνύπαρξης και αντιπαλότητας, ενότητας και αντιπαράθεσης του παλιού με το νέο, της τάσης απεγκλωβισμού από την αστική κυριαρχία με την τάση συμβιβασμού προς αυτήν. Αυτή η ενότητα και αντιπαράθεση δεν αφορά μόνο ή κυρίως τις μορφές ή τα όργανα του σ. κ. αφορά το σύνολο των χαρακτηριστικών του. Στην ουσία πρόκειται για μια διαρκή μάχη για την ηγεμονία.Αυτή η λογική βεβαίως συνδέεται με πολύ πρακτικά και σημαντικά ερωτήματα, που αξίζει να τα αντιμετωπίσουμε «κατά πρόσωπο» και να τα συζητήσουμε ευθέως: - Τι στάση κρατάμε απέναντι στους αγώνες του «επίσημου» σ.κ. (απεργίες ΓΣΕΕ, πρωτοβουλίες σωματείων που ελέγχει το ΚΚΕ, δραστηριότητες ομοσπονδιών κ.λπ.); Προφανώς συμμετέχουμε σε όλες τις απεργιακές μάχες με στοιχειωδώς ταξικό περιεχόμενο, σε καμιά όμως περίπτωση δεν παραιτούμαστε από την ανάγκη αυτοτελούς σχεδιασμού (ξεπερνώντας την τάση απλής «παρακολούθησης» των πρωτοβουλιών του υποταγμένου συνδικαλισμού) αλλά και την συγκρότηση και εμφάνιση ανεξάρτητου μπλοκ αγώνα σε περιεχόμενο και μορφή, με μαζικούς όρους (σωματεία, απεργιακές επιτροπές, συνδικαλιστές κλπ) και όχι απλά διαμέσου των εργατικών συσπειρώσεων-

34

Page 35: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

παρεμβάσεων, με επιμονή για διαδικασίες βάσης, με παρέμβαση όχι μόνο τη μέρα της απεργίας αλλά και στην προετοιμασία της κλπ. - Τι κάνουμε σε σωματεία διαταξικά, όπου υπάρχουν μαζί εργαζόμενοι και εργοδότες; Προφανώς οργανώνουμε αυτοτελώς την εργατική τάξη του χώρου, ιδρύουμε νέο σωματείο ή οπωσδήποτε διαχωριζόμαστε ανοιχτά από τις αποφάσεις των εργοδοτών. - Πώς παρεμβαίνουνε σε εκλογικές αναμετρήσεις ή συνέδρια δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων οργανώσεων; Η εμπειρία από ΕΚΑ, ΑΔΕΔΥ, ομοσπονδίες, όπου στηριζόμαστε στις ανοιχτές συνελεύσεις των αντιπροσώπων και στα ταξικά σχήματα από τα οποία εκλέγονται αξίζει να συζητηθεί. Οι μορφές αυτές δεν έχουν κατοχυρωθεί επαρκώς, ούτε βρίσκουν σύμφωνες όλες τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και των σχημάτων. Αρκετές φορές το πρόγραμμα δράσης ή οι προτάσεις των αντιπροσώπων μας σε κρίσιμες φάσεις του κινήματος δεν γίνονται αντικείμενο συζήτησης και συνδιαμόρφωσης από όσο το δυνατόν ευρύτερο δυναμικό των σχημάτων, αλλά περιορίζεται στους «εκλεγμένους».- Τι στάση κρατάμε στη συγκρότηση προεδρείων; Καμιά συμμετοχή με ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ ή άλλες δυνάμεις που αναφέρονται στον αστικό συνασπισμό εξουσίας. Προτείνουμε προεδρεία «εργατικής ταξικής δράσης» και συμμετέχουμε με άλλες δυνάμεις της εργατικής αριστεράς ή με όσες κινούνται σε ανεξάρτητη ταξική κατεύθυνση στη βάση ενός αναγκαίου πλαισίου διεκδικήσεων και λειτουργίας. Σε κάθε περίπτωση δεν ξεχνάμε ότι για μας σημασία δεν έχει κυρίως ο συσχετισμός και η λειτουργία στο .Δ.Σ. του σωματείου ή της ομοσπονδίας, αλλά η οργάνωση και κινητοποίηση της εργατικής βάσης.- Πώς λειτουργούμε σε Δ.Σ. που συμμετέχουμε ή σε άλλα όργανα; Από τη σκοπιά της αγωνιστικής κλιμάκωσης για την ανατροπή της επίθεσης, της αντιεργοδοτικής-αντι-Ε.Ε.-αντικυβερνητικής γραμμής, του οριζόντιου διακλαδικού συντονισμού και της αλληλεγγύης με άλλους αγωνιζόμενους κλάδους, της ανεξαρτησίας από το κράτος και της «εξουσίας» των γενικών συνελεύσεων και του συντονιστικού των εκλεγμένων και ανακλητών αντιπροσώπων της συνέλευσης. - Τι θέση έχουμε απέναντι στη δομή των δευτεροβάθμιων ομοσπονδιών και τριτοβάθμιων οργανώσεων (π.χ ΑΔΕΔΥ) Μπορούμε να προτείνουμε την διάλυση των γενικών συμβουλίων στις ομοσπονδίες και την αντικατάστασή τους από αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους από τα πρωτοβάθμια σωματεία της δύναμής τους. Προτείνουμε και παλεύουμε για νέα καταστατικά λειτουργίας που θα στηρίζονται περισσότερο στις διαδικασίες βάσης (π.χ. ΟΛΜΕ, πείρα από δασκάλους, ΟΤΑ, βιβλιοϋπάλληλους, τεχνικούς, νοσοκομειακούς γιατρούς, αλλά και από Γαλλία). Επιδιώκουμε (ή/ και βάζουμε βέτο) οποιαδήποτε απόφαση για απεργία να περνάει από τις γενικές συνελεύσεις. - Τι στάση κρατάμε όταν υπάρχουν αγωνιστικές εργατικές διαθέσεις αλλά το «επίσημο» σ.κ. πνίγει την πρακτική έκφρασή τους, τις διεξόδους δίνουμε; Προωθούμε κινήσεις, επιτροπές αγώνα ή συνδέσμους αγώνα των εργαζομένων ενός χώρου, ακόμα και ίδρυση νέων σωματείων. Ας καταγράψουμε εδώ κάποιες εμπειρίες μας, που δίνουν ορισμένες ιδέες, π.χ. μισθωτοί τεχνικοί, ειδικευόμενοι γιατροί, μισθωτοί γεωπόνοι, δικηγόροι, ανασύσταση συλλόγου εργαζομένων στα φροντιστήρια, νέα σωματεία στο αεροδρόμιο, το Ψυχαργώς και το Ερρίκος Ντυνάν, στους κούριερ και τους σερβιτόρους. Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε και με άλλα παρεμφερή ερωτήματα. Ωστόσο, το σημαντικό δεν είναι μια πλήρης απαρίθμησή τους, αλλά μια μάχιμη και αποτελεσματική λογική πρακτικής αντιμετώπισής τους, μια λογική που θα διαπερνά σαν κόκκινη κλωστή τη στάση των μεμονωμένων αγωνιστών ή των συλλογικοτήτων που δρουν με βάση την αντίληψη του Νέου Ταξικού Εργατικού Κινήματος.Ήδη είναι πλέον αρκετές οι εμπειρίες των τελευταίων χρόνων (εκπαιδευτικοί, ΟΤΑ, αγρότες, υγειονομικοί, ναυτεργάτες, ιδ. υπάλληλοι, τράπεζες) που επιτρέπουν την εξαγωγή βασικών συμπερασμάτων. Αυτή η εμπειρία πρέπει να έρθει στη Συνδιάσκεψή μας πιο ολοκληρωμένα.

Ι. ΝΕΑ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΤΑΞΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΕΕ

ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΤΑΓΜΕΝΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΥ

Ι.1. Το βασικό πολιτικό στίγμα της παρέμβασή μας. Χρειάζεται να δώσουμε το μέγιστο των δυνάμεών μας για την ανάπτυξη των αγώνων, για να νικηθεί η κυβέρνηση της ΝΔ θέτοντας πολιτικό ζήτημα, από ‘κάτω’, από την πλευρά του κινήματος: ΚΑΜΙΑ ΑΝΑΜΟΝΗ, ΚΑΜΙΑ ΑΥΤΑΠΑΤΗ - ΕΝΩΤΙΚΟΣ ΠΑΝΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ

35

Page 36: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

ΤΗΣ ΑΝΤΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΙΓΙΔΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ-ΕΕ-ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ.- Πάλη για τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζόμενων και της νεολαίας από τη σκοπιά της ζωτικής ανάγκης για άμεση βελτίωση της θέσης τους, ενάντια στην αγορά και την εκμετάλλευση .-Πάλη ενάντια στην πολιτική της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, των «μεταρρυθμίσεων» του κεφαλαίου, θα τείνει να στρέφεται ενάντια στο πολιτικό σύστημα συνολικά, είναι ανεξάρτητη και από τους δύο πόλους του αστικού δικομματισμού, την εργοδοσία, το κράτος σε όλα του τα επίπεδα (κεντρικό και τοπικό), την ΕΕ.Προτείνουμε στους εργαζόμενους μια νέα αγωνιστική ταξική ενότητα, ένα μέτωπο των ίδιων των εργαζόμενων αλλά και των δυνάμεων, που θέλουν να παλέψουν πραγματικά για την ανατροπή της επίθεσης, στην παραπάνω πολιτική κατεύθυνση, υπερβαίνοντας τον υποταγμένο συνδικαλισμό. Η γραμμή μας για μια νέα αγωνιστική ταξική ενότητα αποτελεί βασικό κρίκο στις σημερινές συνθήκες για τη μαζική επίδραση στους εργαζόμενους, την απόσπασή τους από τον υποταγμένο συνδικαλισμό, τη σύνδεσή τους με τις στρατηγικές στοχεύσεις του ΝΕΚ.- Η νέα αγωνιστική ταξική ενότητα διαχωρίζεται με σαφήνεια από την ενότητα γύρω από τον υποταγμένο συνδικαλισμό (στο όνομα της ενότητας των οικονομικών προβλημάτων), όπως επίσης από τη λογική του ΠΑΜΕ, που αντιλαμβάνεται την ενότητα ως συσπείρωση γύρω από τον εαυτό του. Μάχεται για την ενότητα όλων των εργατών στη βάση των αναγκών τους και της πάλης απέναντι το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις. Σε αυτό το πεδίο κάνει τις συμμαχίες της, βρίσκει «εχθρούς και φίλους».

Ουσιαστικό στοιχείο της είναι η διαμόρφωση άλλων σχέσεων και κουλτούρας ανάμεσα στα ρεύματα της συνδικαλιστικής Αριστεράς και με τους εργαζόμενους που διαφοροποιούνται από την πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Στην κατεύθυνση αυτή χρειάζεται με ένα ανοιχτό πνεύμα και με βάση τις ανάγκες της πάλης να απευθυνόμαστε και ‘κεντρικά’, αλλά κυρίως από τα ‘κάτω’, αναπτύσσοντας ένα ολόκληρο δίκτυο πρωτοβουλιών, με στόχο να πολλαπλασιαστούν οι μορφές κοινής δράσης, συντονισμού κλπ που δεν εξαρτώνται από τον υποταγμένο συνδικαλισμό.

2. Βασικά μέτωπα πάλης για το επόμενο διάστημα. Η κυβέρνηση δεν θα ξεμπερδέψει εύκολα με το εργατικό κίνημα, ενώ στους χώρους δουλειάς δεν επικρατεί κλίμα ηττοπάθειας. Βασικά μέτωπα που γύρω από τα οποία θα αναπτυχθεί ένας νέος γύρος αγώνων είναι το ασφαλιστικό, οι συμβάσεις, η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, οι ιδιωτικοποιήσεις, η αντιδραστική ανασυγκρότηση του κράτους, η λεηλασία της φύσης, η Ευρωσυνθήκη και συνολικότερα η πολιτική της ΕΕ..Για το ασφαλιστικό: παλεύουμε για τα σύγχρονα κοινωνικά-ασφαλιστικά αιτήματα των εργαζόμενων, την κατάργηση όλου του αντιασφαλιστικού θεσμικού πλαισίου των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, την μη εφαρμογή του Νόμου Καραμανλή-Πετραλιά. Η μάχη για το ασφαλιστικό συνεχίζεται. Εμείς πρέπει να στοχεύσουμε: α) να φτιαχτεί ένα ρεύμα που θα απαιτεί βελτίωση της θέσης των εργαζομένων, μη αποδεχόμενο την σημερινή κατάσταση β) να επιδιώξουμε να κρατήσουμε το θέμα ανοιχτό στην ολότητά του, χωρίς να περιοριστούμε στην μάχη ανά κλάδο. γ) να δώσουμε την μάχη της μη εφαρμογής στον κάθε κλάδο δ) να δώσουμε την μάχη για να μην προωθηθούν τα νέα αντιασφαλιστικά μέτρα που είναι η αλλαγή της λίστας των βαρέων και ανθυγιεινών, η προώθηση νέων μέτρων στο δημόσιο και οι αντιδραστικές αλλαγές στους κλάδους υγείας των ταμείων, με βάση την συνολική μας λογική (π.χ για τα βαρέα εμείς πρέπει να διεκδικήσουμε διεύρυνση της λίστας).Για τις ΣΣΕ και τις εργασιακές σχέσεις: Δίνουμε παντού την μάχη για πραγματικές αυξήσεις, με άξονα τα 1400 € κατώτερο μισθό, για σταθερή δουλειά ενάντια στα νέα μέτρα ευέλικτης απασχόλησης, καταγγέλλοντας ανοιχτά μπροστά σε όλους τους εργαζόμενους το αντεργατικό πραξικόπημα της ΓΣΕΕ, και της κατάπτυστης σύμβασης που υπέγραψε.Πρέπει να αναβαθμίσουμε τη δράση μας την πάλη κατά των ιδιωτικοποιήσεων και της απελευθέρωσης των αγορών, που άμεσα ή έμμεσα αγκαλιάζει σήμερα όλο τον δημόσιο τομέα, με βασικά στοιχεία: α) να δίνεται με ενιαίο τρόπο και από την σκοπιά των εργασιακών σχέσεων στους χώρους αλλά και της κοινωνικής τους λειτουργίας. β) να μην περιορίζεται στην ‘υπεράσπιση του υπάρχοντος κράτους, αλλά να κριτικάρει βαθιά την καπιταλιστικό ρόλο και λειτουργία του από την σκοπιά του εργατικού ελέγχου και της κοινωνικής ιδιοκτησίας γ) να δώσουμε επειγόντως την μάχη για έναν ανεξάρτητο ταξικό συντονισμό των αντίστοιχων χώρων, που οδεύουν διασπασμένοι και κατακερματισμένοι στην ήττα ή έστω της αριστερής πτέρυγας και πρωτοπόρων εργαζόμενων και δ) να φτιάξουμε ένα ευρύτερο μέτωπο ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και την κοινωνία της αγοράς και

36

Page 37: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

γενικότερα στην κοινωνία, επιλέγοντας κάποιες από αυτές (π.χ ενέργεια με την τρομερή αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ, ή νερό) που θα το κάνουμε θέμα και στις γειτονιές και γενικότερα..Σημαντικό ζήτημα της επόμενης περιόδου είναι η αντιδραστική μεταρρύθμιση στο κράτος με πυρήνα τον Καποδίστρια ΙΙ, τα ΣΔΙΤ, αλλά και το ‘μοντέλο’ ιδιωτικοοικονομικής διαχείρισης του ΕΣΠΑ. Η κυβέρνηση με επιχειρήματα που αφορούν την ‘τεχνική και οικονομική ορθολογικότητα’ στην διαχείριση του δημόσιου χρήματος και τις επενδύσεις, επιχειρεί να περάσει μια βαθιά ιδιωτικοποίηση όλων των τομέων της κοινωνικής ζωής, την αλλαγή των προτεραιοτήτων κλπ. Με πυρήνα τα σωματεία των αντίστοιχων χώρων, πρέπει να υπάρξει μια συνολική αντιπαράθεση με αυτήν την πολιτική.Αντίστοιχα σημαντικά είναι τα μέτωπα του ‘περιβάλλοντος’ και του ρόλου που το εργατικό κίνημα πρέπει να παίξει, με βασικότερα το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις (όπου εκεί πολλά συνδικάτα υιοθετούν μέτρα ενάντια στο περιβάλλον σε ‘όφελος της ανάπτυξης’) , τον χωροταξικό σχεδιασμό με κριτήριο τα συμφέροντα των βιομήχανων και του τουριστικού κεφαλαίου και τα ευρύτερα περιβαλλοντικά ζητήματα (π.χ η λειψυδρία, που γίνεται επιχείρημα για την ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ και την δημιουργία μιας ελεύθερης αγοράς νερού).Η πάλη κατά της Ευρωσυνθήκης και της ΕΕ είναι ζήτημα και του ίδιου του εργατικού κινήματος . Στόχος μας είναι όχι μόνο οι αριστερές πτέρυγες, αλλά τα ίδια τα συνδικάτα να πάρουν αποφάσεις υπέρ ενός κινήματος κατά της Ευρωσυνθήκης και κατά της ΕΕ αποκαλύπτοντας με βάση τα εργατικά συμφέροντα, τον ρόλο αυτού του μηχανισμού στην συνολική αντεργατική επίθεση του κεφαλαίου.

3. Λογική και πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη της πάληςΒασικό ζητούμενο για την αντικαπιταλιστική αριστερά το επόμενο διάστημα είναι να κατακτήσει την ικανότητα να παίρνει την πρωτοβουλία (και την ευθύνη) για την ανάπτυξη αγώνων, να συμβάλει ώστε να υλοποιηθεί ένας τελείως διαφορετικός σχεδιασμός. (όσο μας επιτρέπουν οι δυνάμεις μας). Πρέπει να παίρνουμε να παίρνεται υπόψη οι κινητοποιήσεις (απεργίες, διαδηλώσεις) που αποφασίζουν οι ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, οι ομοσπονδίες, το ΠΑΜΕ, χωρίς να μένουμε σε αυτόν, ούτε να εγκλωβιζόμαστε σε κινήσεις κορυφής σε δευτεροβάθμια όργανα που συμμετέχουμε (π.χ ΑΔΕΔΥ ή και ομοσπονδίες) , πολύ περισσότερο όταν αυτές δεν αντανακλούν κάποια δυναμική και διαδικασίες βάσης και μπορούν να ενσωματώνονται στην ανούσια «αντιπολιτευτική» γραμμή του ΠΑΣΟΚ. Αυτός ο σχεδιασμός πρέπει να περιλαμβάνει το σύνολο των δυνάμεών μας και των συλλογικοτήτων που παρεμβαίνουμε και όχι μόνο τα σωματεία όπου πλειοψηφεί η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά ή τα σωματεία του συντονισμού.. Στοιχεία ενός τέτοιου σχεδιασμού κάθε οργάνωσης ως το καλοκαίρι και γενικότερα είναι:* Πώς και σε ποιους χώρους θα συμβάλλουμε να ξεδιπλωθούν συλλογικοί αγώνες (σε ποια σωματεία, σε ποιους κλάδους, με ποια αιτήματα κ.λπ.). Πώς θα χειριστούμε το θέμα όπου πλειοψηφεί η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά; Πώς όπου μειοψηφεί και πλειοψηφούν ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΠΑΜΕ; Πως θα συμβάλλουμε σε μορφές ανώτερης συγκρότησης και ενεργοποίησης των εργαζόμενων στο χώρο δουλειάς μέσα από «αντιθεσμικά κέντρα» του μαζικού κινήματος (συνελεύσεις, επιτροπές αγώνα, άλλες διαδικασίες βάσης);* Πώς θα συμβάλλουμε ώστε τα σωματεία του συντονισμού να οργανώσουν ορισμένες δραστηριότητες μαζικού χαρακτήρα;* Με δεδομένο ότι τόσο η ΓΣΕΕ όσο και το ΠΑΜΕ οργανώνουν ήδη κινητοποιήσεις, πώς θα εξασφαλίσουμε την πιο αποτελεσματική πορεία προς αυτές; Θα πιέσουμε για πιο ευρύ και ουσιαστικό περιεχόμενο, για να γίνουν συνελεύσεις ή διαδικασίες βάσης σε μεγάλους χώρους, για να υπάρχουν αγωνιστικές μορφές πριν και μετά, για να στηθούν επιτροπές αγώνα;

4. Νέα βήματα στο συντονισμό των σωματείωνΤο ζήτημα του ανεξάρτητου συντονισμού σε ριζοσπαστική-ταξική βάση των αγωνιζόμενων χώρων παραμένει άλυτο σε τοπικό επίπεδο αλλά και στις μεγάλες απεργιακές καμπές του κινήματος. Αυτό έχει να κάνει πρώτα από όλα με τις δυσκολίες στο να υπάρξουν αγώνες, να συμβάλλουμε εμείς σε αυτούς με πλειοψηφική λογική, να βρίσκουμε μορφές συσπείρωσης που δίνουν έμπρακτη διέξοδο στους αγωνιστές εργάτες που θέλουν να κινηθούν έτσι. Παρά τα κάποια θετικά βήματα που έγιναν προς αυτή την κατεύθυνση το τελευταίο διάστημα (μπλοκ αλληλεγγύης στην απεργία των δασκάλων και του φ.κ., συσπείρωση ενάντια στις απολύσεις και την τρομοκρατία στους χώρους δουλειάς, εκδήλωση σωματείων στη ΔΕΘ και την Πρωτομαγιά και, κυρίως, ο συντονισμός των 20 πρωτοβάθμιων

37

Page 38: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

σωματείων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα), απέχουμε πολύ από το να παλεύουμε έμπρακτα αυτή την κατεύθυνση Η υπονομευτική δράση του αστικού συνασπισμού εξουσίας και της ΓΣΕΕ ασφαλώς είναι ένα επιπλέον σημαντικό εμπόδιο για κάτι τέτοιο. Οι δύο εκδοχές της κυρίαρχης Αριστεράς έχουν επίσης μεγάλες ευθύνες. Το ΠΑΜΕ αρνείται κάθε πραγματικό οριζόντιο συντονισμό των αγωνιζόμενων χώρων, ενώ η Αυτόνομη Παρέμβαση είναι δεσμευμένη-ευνουχισμένη από τη συγκυβέρνηση με την ΠΑΣΚΕ και τα όρια της ΓΣΕΕ και των δευτεροβάθμιων οργανώσεων όπου υπάρχει αυτή η συγκυβέρνηση. Με αυτές τις λογικές οι εργαζόμενοι δεν έχουν τον παραμικρό χώρο να αναπτύξουν τις συντονισμένη δράση τους, να ελέγχουν οι ίδιοι τους αγώνες τους.Με αυτές τις διαπιστώσεις γίνεται καθαρό ότι η μέχρι τώρα συσπείρωση των σωματείων για το ασφαλιστικό δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση το ανεξάρτητο κέντρο αγώνα, εντάσσεται όμως στη λογική αυτή, αποτελεί ένα πρώτο σοβαρό πειραματισμό, έχει ήδη δημιουργήσει ένα μικρό ρήγμα στον αστικοποιημένο γραφειοκρατικό συνδικαλισμό.Οι στόχοι που βάζουμε για το επόμενο διάστημα είναι: η ενίσχυση της προσπάθειας και με νέα σωματεία και με άλλα συνδικάτα που κινούνται σε αγωνιστική ταξική κατεύθυνση, η διεύρυνση του περιεχομένου τους και σε άλλα ζητήματα πέρα από το ασφαλιστικό (π.χ ιδιωτικοποιήσεις, ΣΣΕ), η ενίσχυση του ανεξάρτητού, ταξικού προσανατολισμού τους και των ανεξάρτητων αγωνιστικών πρωτοβουλιών και η πανελλαδικοποίηση της προσπάθειας. Η πρωτοβουλία αποτελεί μια σημαντική δυνατότητα και πρέπει να εργαστούμε τολμηρά, ενωτικά και με πλούτο, ώστε τα πράγματα να κινηθούν προς αυτές τις κατευθύνσεις.

5. Ανάπτυξη της ενωτικής μας απεύθυνσης και της κοινή δράσης, στη βάση αρχών:

Όπως είπαμε μέτρο της απεύθυνσής μας είναι οι ανάγκες των εργαζόμενων και της πάλης, όχι οι οποιοιδήποτε «πολιτικοί υπολογισμοί» και «τακτικισμοί». Ξέρουμε ότι σε μια τέτοια ενωτική κατεύθυνση θα συναντήσουμε την άρνηση του ΠΑΜΕ, αλλά και της ΑΠ. Δεν συμβάλλουν σε αυτή την λογική ούτε η «από δεξιά» κριτική δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ειδικά στο ΠΑΜΕ. Αν η αντικαπιταλιστική Αριστερά θέλει να υπερβεί τα ρεύματα της ρεφορμιστικής Αριστεράς μέσα στο εργατικό κίνημα, δεν χρειάζεται ούτε «εμφύλιος πόλεμος», ούτε δορυφοροποίηση γύρω τους. Χρειάζεται - πάνω από όλα - να δίνει έμπρακτα δείγματα γραφής για ένα άλλο εργατικό κίνημα, να κριτικάρει την υποταγή, ή τον αναποτελεσματικό και «μισό» τρόπο με τον οποίο το ΠΑΜΕ επιχειρεί την διαφοροποίηση από τις ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ, και την αγκύλωση της ΑΠ εντός των πλαισίων της, να έχει συνεχώς, ανοιχτό το μετωπικό κάλεσμα απέναντί τους, από τη σκοπιά της ενότητας των εργαζόμενων.

Με αυτή την λογική η κοινή δράση πρέπει να στηρίζεται σε αρχές όπως: Καταρχήν πρέπει να είναι σαφές ότι μιλάμε για «δράση», άρα αυτή πρέπει να εκφράζεται και να συμβάλλει κυρίως στην ανάπτυξη των αγώνων και όχι για να δημιουργεί εντυπώσεις ή να εντάσσεται στους πολιτικούς σχεδιασμούς των κυρίαρχων δυνάμεων. Να έχει το αναγκαίο περιεχόμενο πάλης, στα αιτήματα, τους πολιτικούς στόχους. Να εκφράζει την ανάγκη υπέρβασης του περιεχομένου και της πρακτικής του υπάρχοντος σ.κ. Δεν έχουμε «κοινή δράση», με την έννοια που την περιγράφουμε εδώ, με τον υποταγμένο συνδικαλισμό. Την στήριξη στις αρχές της ισοτιμίας και της αυτοτέλειας της κάθε συνιστώσας, στα πλαίσια, τις εκδηλώσεις, τις μορφές διαλόγου. Τη στήριξη του πλαισίου της κοινής δράσης πριν απ’ όλα στις συνελεύσεις των εργασιακών χώρων, στα προγράμματα δράσης και τους κλαδικούς αγώνες, στο συντονισμό σωματείων και δραστηριοτήτων. Η όποια κοινή δράση πρέπει να γίνεται ανοιχτά στους εργαζόμενους, στο έδαφος ενός αναγκαίου και καταχτημένου από το κίνημα περιεχομένου και όχι από τους μέσους όρους ή τα πολιτικά προγράμματα των επιμέρους δυνάμεων. Την απεύθυνση σε κάθε ταξική, αγωνιστική δύναμη, ιδιαίτερα όμως σε όλες τις δυνάμεις και συνιστώσες της αριστεράς που παρεμβαίνουν στο εργατικό κίνημα

ΙΑ. Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΗ ΝΕΟΛΑΙΑ

Για την εργατική νεολαία, η συζήτηση στην αριστερά είθισται να περιστρέφεται κυρίως γύρω από την περιγραφή της κατάστασής της, των οξυμένων κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει, των δυσμενέστερων όρων με τους οποίους μπαίνει στην παραγωγή. Αυτό όμως που συχνά λείπει, και ως

38

Page 39: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

προς αυτό πάσχουμε ενίοτε και εμείς, είναι η συζήτηση αυτή να δένεται από τη σκοπιά συγκεκριμένων πολιτικών συμπερασμάτων-κριτηρίων για την συγκρότηση της ως προς το περιεχόμενο, τις μορφές και τους στόχους πάλης. Από αυτή τη σκοπιά ας κρατήσουμε τα εξής:Η σημερινή κατάσταση των νέων εργαζομένων, ως προς τις εργασιακές σχέσεις (ελαστικότητα, μαύρη εργασία, επινοικίαση, stage, προσωρινή και μερική απασχόληση, άτυπες μορφές απασχόλησης σε κλάδους διανοητικής μισθωτής εργασίας), ως προς το επίπεδο πώλησης της εργατικής τους δύναμης (οι γνωστοί μισθοί «χαρτζιλίκι», η νέα φτώχεια που απλώνεται και πολύ πέρα από τους νέους εργατικής καταγωγής), ως προς τη σχέση τους με τις κοινωνικές παροχές και την εκπαίδευση (ασφάλιση-υγεία, επιδόματα και μέτρα για τους ανέργους, προγράμματα κατάρτισης και απόκτησης εργασιακής εμπειρίας) καθιστά «κοινό νου» την πεποίθηση ότι τα δύσκολα έχουν έρθει προ πολλού, χωρίς ορατή μάλιστα διέξοδο. Στη βάση της ίδιας της ζωής στο σήμερα, η αστική πολιτική αδυνατεί να συγκροτήσει υλικές συμμαχίες με ευρύτερα νεολαιίστικα κομμάτια, να εμπνεύσει και να στρατεύσει πολιτικά με όρους πολιτικού ρεύματος ή ακόμα και να διαμορφώσει κλίμα συναίνεσης γύρω από κάποιο πολιτικό πρόγραμμα. Αντίθετα, η αναζήτηση αντιπολίτευσης, μιας εναλλακτικής πρότασης για το σήμερα και το αύριο, κερδίζει έδαφος, ανολοκλήρωτα και αντιφατικά βέβαια (ας δούμε και τα αποτελέσματα του δικομματισμού και της επίσημης αριστεράς στους νέους στις τελευταίες εκλογές).Η κατάσταση της εργατικής νεολαίας έρχεται σε εκρηκτική αντίθεση με τις δυνατότητες της εποχής, όπως αυτές σφραγίζουν ως ποιοτικά στοιχεία (μορφωτικό επίπεδο, δυνατότητες με βάση αυτό εποπτείας και ελέγχου στην παραγωγική διαδικασία κλπ.) και ως στοιχεία διαμόρφωσης συνείδησης (αυξημένες προσδοκίες και απαιτήσεις, σε σχέση και με τις προηγούμενες γενιές). Σε αυτή τη βάση είναι διάχυτη η αίσθηση ότι η σημερινή κατάσταση δεν αντιστοιχεί στα πραγματικά δικαιώματα που αρμόζουν σε αυτές τις γενιές (στο μερίδιο στον κοινωνικό πλούτο, στην ποιότητα ζωής με την ευρύτερη έννοια, στη σχέση με και στο ρόλο στην παραγωγή κλπ.).Οι δυσμενέστεροι όροι με τους οποίους μπαίνει στην παραγωγή η εργατική νεολαία αλλά και η συστηματική καταπάτηση ακόμα και τυπικά «διασωθέντων» δικαιωμάτων, δυσχεραίνει, αν όχι αποτρέπει, την εμφάνιση με μαζικούς όρους αντιστάσεων γύρω από την υπεράσπιση κεκτημένων της τάξης συνολικά (χαρακτηριστικό παράδειγμα το ασφαλιστικό). Η αναγκαιότητα για ένα πλαίσιο επιθετικών διεκδικήσεων και μιας πρότασης για μια άλλη προοπτική στη ζωή των νέων εργαζομένων με βάση τη ρήξη με το υπάρχον είναι πρωταρχικής σημασίας. Προτάσεις και πλαίσια «συμμαζέματος της φτώχειας» μπορούν να συναντηθούν με το κλίμα δυσαρέσκειας, δεν μπορούν όμως να στρατεύσουν και να συγκροτήσουν νεολαιίστικες εργατικές μάχες. Στην ίδια βάση καθορίζεται τελικά και η σχέση των νέων εργαζομένων με τον συνδικαλισμό. Παρά τις τάσεις αντιστροφής που εμφανίζονται τα τελευταία χρόνια, κυρίως συγκυριακά ή μεμονωμένα, στο μεγαλύτερο μέρος τους παραμένουν εκτός των σωματείων, ακόμη και όταν αυτά υπάρχουν και τυπικά καλύπτουν (ευρύτερα δηλαδή και από τις περιπτώσεις που η ίδια η δομή του εργατικού συνδικαλισμού τους πετά εκτός π.χ. «μπλοκάκια», stage, επενοικιαζόμενοι κλπ.). Στην καρδιά τελικά της εικόνας των νέων που κατά κανόνα δεν συνδικαλίζονται, βρίσκεται η απαξίωση του επίσημου συνδικαλισμού που φαίνεται να μην έχει κανένα ρόλο στους όρους δουλειάς (με την έννοια των χώρων εργασίας αλλά και συνολικά) ή ακόμη χειρότερα που ενεργητικά συναινεί πολιτικά και πρακτικά στην επιδείνωση της θέσης των νέων (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι συλλογικές συμβάσεις – περίγελος ακόμη και για τους εργοδότες).Με βάση τα παραπάνω στοιχεία που περιγράφουν την κατάσταση της εργαζόμενης νεολαίας, ιδιαίτερη αξία έχει το ερώτημα για την συγκρότηση της. Με ποιο περιεχόμενο θα απευθυνθούμε, ποιες μορφές και ποιες πρωτοβουλίες θα πάρουμε, καθώς και ποια είναι τα βήματα που θέλουμε να μετρήσουμε.Η νέα εργατική βάρδια είναι το κομμάτι εκείνο της εργατικής τάξης, που βιώνει πρώτο τις νέες εργασιακές σχέσεις, τις αλλαγές που οι ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής επιβάλλουν. Πρώτο στοιχείο είναι ότι η παρέμβαση μας σε αυτή πρέπει να συναντά τους συνολικούς στόχους που ως ΝΑΡ και νΚΑ θέτουμε και να βαδίζει πάνω σε ένα ενιαίο πολιτικό σχέδιο. Δεύτερο στοιχείο είναι ότι τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά που εμφανίζει, φέρνουν στο προσκήνιο την ανάγκη για ειδική απεύθυνση και σχεδιασμό. Η ειδική αυτή προσπάθεια πολιτικής και αγωνιστικής συγκρότησης της εργατικής νεολαίας, δεν σημαίνει διάσπαση της τάξης ή παράλληλο νέο εργατικό κίνημα junior. Είναι αναγκαίος δρόμος για την βαθύτερη ενοποίηση με το σύνολο της τάξης, με όρους μάλιστα και πρωτοπόρας πολιτικής και αγωνιστικής συμβολής στο εργατικό κίνημα στο σύνολό του.

39

Page 40: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

Αναγκαίο βήμα είναι η ανάγνωση των κλάδων και των χώρων που δουλεύει κατ’ εξοχήν νεολαία. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι αυτοί οι χώροι πολλές φορές αποτελούν τα σύγχρονα κάτεργα, με καταπάτηση και των πιο στοιχειωδών δικαιωμάτων. Με αυτήν την έννοια απαιτείται η αξιοποίηση των σωματείων εκεί που υπάρχουν, έτσι ώστε να καταφέρουν να εντάξουν αυτό που «φέρνει» η εργατική νεολαία (από την άποψη εργασιακών σχέσεων, εμπειριών, κτλ.). Αλλά ειδικά σε κλάδους που δεν υπάρχουν (που είναι αρκετά μεγάλο κομμάτι), πέρα από τις πρωτοβουλίες για να δημιουργηθούν, απαιτείται και η συγκρότηση μορφών πολιτικής και (εν μέρει) κινηματικής ενοποίησης της εργαζόμενης νεολαίας και αυτοτελώς.Κρίσιμος τελικά κρίκος είναι σε κάθε μέτωπο και ζήτημα (συνολικό ή «καθημερινό», από το χώρο δουλειάς μέχρι τη γειτονιά) να εμφανίζεται μια νεολαιίστικη εργατική λογική αποκάλυψης, απάντησης-διεκδίκησης, πρότασης συσπείρωσης και συλλογικής διεκδίκησης από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής νεολαίας ως τέτοιας και εν τέλει και της τάξης συνολικά. Η ειδική δηλαδή επιχειρηματολογία, το περιεχόμενο, οι πολιτικοί στόχοι, να αντιστοιχούν στα προβλήματα και τους όρους υπό τους οποίους διαμορφώνει συνείδηση η νεολαία σήμερα. Ταυτόχρονα καθοριστική είναι η εμφάνιση μορφωμάτων εκεί που εργάζεται και ζει η εργατική νεολαία, που να μπορούν να συγκροτήσουν την αναζήτηση, την αλληλεγγύη αλλά και την αγωνιστική εμφάνιση του νεολαιίστικου κομματιού ως τέτοιο.Ειδικής σημασίας και βαρύτητας είναι και η αυτοτελής παρέμβαση στους νέους της κατάρτισης (ειδικά των ΙΕΚ) παράλληλα και μέσα από τη δουλειά στους κλάδους. Καθοριστικό στοιχείο από τη μια αποτελεί ότι τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται έντονα στον χάρτη της εργατικής νεολαίας, η σταθερή ποσοτικά αύξηση των νέων από την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση. Από την άλλη, οι όροι με τους οποίους γίνεται η ένταξη τους στην παραγωγή αλλά και τα χαρακτηριστικά που εμφανίζουν σε όλη τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου, αναδεικνύει την αναγκαιότητα απεύθυνσης σε αυτό το κομμάτι.Με βάση όλα τα παραπάνω, η συγκρότηση της κίνησης «νέα βάρδια» έρχεται να υπηρετήσει ακριβώς αυτή τη λογική. Είναι ξεκάθαρο ότι για την νΚΑ αποτελεί έναν από τους δρόμους που με σαφήνεια έχουμε ορίσει, για την παρέμβαση στην εργατική νεολαία. Η συλλογικότητα αυτή, μπορεί να είναι μια κρίσιμη συμβολή στη εμφάνιση μιας τέτοιας πρότασης και προοπτικής και στην αγωνιστική έκφρασή της. Ο ρόλος της ν.β. θέλουμε να είναι ο εξής: να συνιστά μια πηγή πληροφόρησης για τα δικαιώματα του νέου εργαζόμενου ενάντια στην αυθαιρεσία της εργοδοσίας, ένα βήμα αποκάλυψης και καταγγελίας των κυβερνητικών και ευρωπαϊκών σχεδιασμών για ακόμη βαθύτερες αντεργατικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Να συγκροτεί ένα δίκτυο νεολαιίστικης εργατικής αλληλεγγύης, να στηρίζει προσπάθειες αγώνα και διεκδίκησης σε χώρους δουλειάς, να καταγγέλλει και να παλεύει για την ανάκληση απολύσεων, να συμβάλλει έμπρακτα στην ανατροπή του εργοδοτικού αυταρχισμού. Να αποτελεί ένα χώρο διαλόγου, συζήτησης και αναζήτησης νέων εργαζομένων για τις απαντήσεις που απαιτούνται στα σύγχρονα ερωτήματα στη δουλειά και στη ζωή. Ένα χώρο όμως που όχι μόνο θα αναζητεί, αλλά και θα τολμά να διατυπώνει απαντήσεις, να διαμορφώνει πρόταση για την αναγκαία για τους εργαζόμενους κοινωνική και πολιτική προοπτική, να θέτει μια τέτοια πρόταση σε αντιπαράθεση με την κυρίαρχη πολιτική. Να παίρνει μαχητικές πολιτικές πρωτοβουλίες, για το σύνολο των ζητημάτων που απασχολούν την εργαζόμενη νεολαία, να εμφανίζει δημόσια και αγωνιστικά έναν εργατικό νεολαιίστικο λόγο σε κεντρικά κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Να στοχεύει, και να μετριέται σε αυτό, στη συγκρότηση σωματείων ή στην ενίσχυση ήδη υπαρχόντων αλλά και στην συγκρότηση αριστερών ριζοσπαστικών συλλογικοτήτων σε χώρους όπου εργάζεται μαζικά η νεολαία. Να συμβάλλει, με το λόγο και τη δράση της, στην εμφάνιση συνολικά στην κοινωνία μιας νέας αριστερής πρότασης για το παρόν και το μέλλον, μιας ριζοσπαστικής αριστεράς του αγώνα και της νίκης, του σύγχρονου, επίκαιρου και αναγκαίου αντικαπιταλισμού της εποχής μας.

ΙΒ. ΓΙΑ ΕΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΒΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΝΑΡ ΚΑΙ ΤΗΣ νΚΑ

Η δράση μας τα χρόνια που μεσολάβησαν από την προηγούμενη εργατική συνδιάσκεψη, είχε θετικά στοιχεία, «έσπρωξε τα πράγματα προς τα μπρος», η οργάνωση έκανε εργατική δουλειά, ανέβασε τον πήχυ της συζήτησης και αντιπαράθεσης στους εργαζόμενους, έγινε σημείο αναφοράς ή / και πολεμικής από αρκετές οργανωμένες δυνάμεις που έχουν αναφορά στο κίνημα, χωρίς όμως γενικά να μπορέσει

40

Page 41: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

να καταγράψει μια σαφή και σταθερή μετατόπιση του συσχετισμού δυνάμεων υπέρ της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας και του ΝΕΚ. Επιπλέον, δεν έχουμε κατορθώσει μια βαθύτερη ενοποίηση των εργατικών δυνάμεων του ΝΑΡ, παρά τα θετικά βήματα που έχουν πραγματοποιηθεί την τελευταία περίοδο. Στο ΝΑΡ υπάρχει ανάγκη για μια συνολική αναβάθμιση της εργατικής του δουλειάς με κέντρο την ΟΒ και το μέλος. Βασικά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν από σήμερα και στην πορεία για την εργατική του Συνδιάσκεψη είναι: Η αναδιάρθρωση των εργατικών του οργανώσεων, ώστε να έρθουν πιο κοντά στην εργατοπαραγωγιική συγκρότηση (υπερβαίνοντας το, σε μεγάλο βαθμό ομοιοπεγγαλματικό μοντέλο) και ερχόμενοι πιο κοντά στην σύγχρονη εργατοπαραγωγική συγκρότηση της εργατικής τάξης.

Η πανελλαδικοποίηση της προσπάθειάς μας. Υπάρχει σοβαρή υστέρηση στον συντονισμό και τον ενιαίο σχεδιασμό, ακόμα και στην απλή ενημέρωση στην δράση μας από περιοχή σε περιοχή.

Η ανάπτυξη των επεξεργασιών και των απόψεών μας, τόσο μέσα από την καλύτερη συγκρότηση της εργατικής επιτροπής, όσο και μέσα από την αναβάθμιση της συζήτησης αυτής στο σύνολο του δυναμικού του ΝΑΡ και των πρωτοπόρων αγωνιστών με τους οποίους παλεύει μαζί του

Η αποφασιστική ενίσχυση του ΝΑΡ και η ένταξη σε αυτό όλων των πρωτοπόρων ανθρώπων, που δίνουν την μάχη μέσα στο σημερινό δύσκολο συσχετισμό. Το ΝΑΡ αποτελεί την μόνη οργάνωση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, με μια ορισμένη δύναμη και κοινωνική δικτύωση στο εργατικό κίνημα. Αποτελεί την οργάνωση εκείνη που θέτοντας πρώτη και σε πολιτική αντιπαράθεση με την κοινοβουλευτική αλλά και με δυνάμεις της εξω-κοινοβουλευτικής αριστεράς επιχείρησε να ανοίξει έναν άλλον δρόμο στο εργατικό κίνημα, του οποίου -τουλάχιστον η αναγκαιότητα- αναγνωρίζεται σήμερα από όλο και περισσότερους. Επιχειρεί σήμερα να αναβαθμίσει την προσπάθεια αυτή ανιχνεύοντας τους δρόμους για μια ανώτερη αγωνιστική-ταξική ενότητα των εργαζόμενων, και κάνοντας έμπρακτα βήματα στην κατεύθυνση της ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος. Η ενίσχυσή της είναι βασική προϋπόθεση για την συνολική παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στο εργατικό κίνημα και την ταξική πάλη, για την οικοδόμηση του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου.

Τα προβλήματα στη λειτουργία των εργατικών οργανώσεων δεν είναι λίγα. Οι μικρές δυνάμεις μας είναι σκόρπιες κι ασυντόνιστες. Δεν έχουμε εργατικές οργανώσεις σε κρίσιμους εργατικούς χώρους. Η δράση πολλές φορές είναι ατομική ή στα πλαίσια μικρών ομάδων, χωρίς να εντάσσεται στον ενιαίο πολιτικό σχεδιασμό και κατά κύριο λόγο συνδικαλιστική. Η εσωτερική συζήτηση, η θεωρητική συγκρότηση, ο μακρόπνοος σχεδιασμός και τα πλάνα οικοδόμησης απουσιάζουν. Δεν έχουμε κατορθώσει μια βαθύτερη ενοποίηση των εργατικών δυνάμεων του ΝΑΡ, παρά τα θετικά βήματα που έχουν πραγματοποιηθεί την τελευταία περίοδο. Οι ευθύνες της εργατικής επιτροπής, της Π.Ε. και του γραφείου είναι δεδομένες για αυτή την κατάσταση, από την οποία πρέπει να πάρουμε διαζύγιο. Εκτός από τις υποκειμενικές αδυναμίες, ας προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε κάποια αντικειμενικά ζητήματα που ίσως φωτίσουν τα αίτια της παραπάνω κατάστασης: Τη συνολική καταγραφή και εκτίμηση της πραγματικότητας υπονομεύουν οι ίδιες οι αλλαγές στο σώμα της τάξης. Και μιλάμε για διασπάσεις ακόμα και τον ίδιο χώρο δουλειάς με τα διαφορετικά ωράρια, τον τρόπο αμοιβής της εργασίας, τις διαφορετικές σχέσεις (μπλοκάκια, αμοιβή βάση έργου, συμβασιούχοι, μερική απασχόληση, ελαστικά ωράρια κλπ). Η φυσική επόμενη συνέπεια της έντασης των σχέσεων εκμετάλλευσης και του κατακερματισμού είναι η φθορά της δυνατότητας ενασχόλησης συνολικά με την πολιτική και το συνδικαλισμό. Πάνω σε αυτή τη βάση συζητήσαμε και δοκιμάσαμε ανεπαρκώς, τολμήσαμε λίγο να βρούμε νέους δρόμους και μορφές συσπείρωσης των εργαζομένων. Η πολιτικοποίηση των οργανώσεών μας με κέντρο την αντίληψη του ΝΕΚ, «υπονομεύεται» από την απήχηση ενός νέου τύπου μεταρρυθμισμού, με κοινωνικά «πόδια», που εκφράζεται κυρίως με την επιλογή της ρεφορμιστικής και διαχειριστικής Αριστεράς με όρους διαμαρτυρίας στις αρχαιρεσίες των σωματείων και συνολικά. Είναι, συνεπώς, μεγάλη η ανάγκη για μια συνολική αναβάθμιση της εργατικής δουλειάς του ΝΑΡ με κέντρο την ΟΒ και το μέλος. Βασικά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι:

1. Οργανωτική διάρθρωση - οικοδόμησηΟι εργατικές οργανώσεις μας «πατάνε» μέσα στους χώρους, έχουν οργανική σχέση με την κίνηση του

41

Page 42: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

κόσμου της εργασίας και τον προβληματισμό του. Σε μια σειρά χώρους έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε αγώνες (εκπαίδευση, τεχνικοί, βιβλίο), παρεμβαίνουν μέσα από μαζικά μετωπικά σχήματα, έχουν προσανατολισμό επικοινωνίας και έκφρασης με τα πληβειακά τμήματα των κλάδων. Ωστόσο, είναι ορατή η ανάγκη για αναδιάρθρωση των εργατικών οργανώσεων, ώστε να έρθουν πιο κοντά στην εργατοπαραγωγική συγκρότηση, υπερβαίνοντας το σε μεγάλο βαθμό ομοιοεπαγγελματικό μοντέλο (που ευνοεί αντικειμενικά την προσκόλληση γύρω από το χώρο). Επιδιώκουμε τη δημιουργία νέων οργανώσεων σε κλάδους αιχμής όπως στην ενέργεια, τις επικοινωνίες, τις μεταφορές και τη μεγάλη βιομηχανία, τις κατασκευές, με βάση και τις υπάρχουσες δυνάμεις που υπάρχουν στους τεχνικούς, τους μεγάλους χώρους και τις ΔΕΚΟ, αλλά και τη συνολική διάθεση δυνάμεων του ΝΑΡ και της νΚΑ εκεί.Ειδική ενασχόληση με το κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων με βάση και τις αλλαγές στη λειτουργία του κράτους, όπως προαναφέρθηκαν. Θέλουμε οργανώσεις πανελλαδικής αναφοράς και ιδιαίτερης απεύθυνσης και οργάνωσης της νέας εργατικής βάρδιας στους κλάδους και των πιο χτυπημένων τμημάτων στους χώρους δουλειάς (π.χ. μετανάστες, άνεργοι).

Για να μπορέσουμε ν’ ασχοληθούμε σοβαρά με το ζήτημα των εργατικών οργανώσεων του ΝΑΡ, θα πρέπει συλλογικά να διαμορφώσουμε μια όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα για την παρούσα κατάσταση, να ψηλαφίσουμε τις αναγκαίες αναπροσαρμογές στη λειτουργία και τη δομή τους. Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να αποφύγουμε τις απλουστεύσεις, θετικές ή αρνητικές, και να προσεγγίσουμε τα ακριβή αίτια των αδυναμιών μας.Η συγκρότηση ανά παραγωγικό κλάδο, που προκρίνουμε, ευνοεί: Τη συζήτηση και διαμόρφωση θέσεων με βάση τις αναδιαρθρώσεις του κεφαλαίου συνολικά και όχι μόνο τις εξελίξεις γύρω από μία ειδικότητα. Τη συγκέντρωση δυνάμεων και το συντονισμό τους, πολιτικά και κινηματικά. Την καλύτερη ανάπτυξη και κοινωνικοποίηση της άποψής μας.Πιο συγκεκριμένα: Μιλάμε καταρχήν για 12 εργατικές οργανώσεις στην Αθήνα: α) Βιομηχανίας-μεταποίησης, με ευθύνη για την ανάπτυξη και δράση στους μεγάλους βιομηχανικούς χώρους. β) τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής. γ) Εμπορίου-επισιτισμού-τουρισμού (με πυρήνα τους βιβλιοϋπάλληλους και τους ιδιωτικούς). δ) Χρηματοπιστωτικού (λογιστές-οικονομολόγοι-τραπεζοϋπάλληλοι). ε) Εκπαίδευσης στ) Υγείας. ζ) Κατασκευών. η) Δημοσίου-ΟΤΑ (πλην εκπαιδευτικών και υγειονομικών). θ) ΜΜΕ-ακροάματος-θεάματος. ι) Δικαιοσύνης. ια) Γεωτεχνικών. ιβ)ενέργειας, μεταφορών – ταχυδρομικών.Επιδιώκουμε συγκεκριμένη καταγραφή μπροστά στη συνδιάσκεψη στοιχείων από όλες τις εργατικές μας οργανώσεις με βάση τα παρακάτω: Ζητήματα της ανάλυσης των σχέσεων εκμετάλλευσης στον χώρο. Η κατάσταση των εργαζόμενων. Η πολιτική συνείδηση και οι συσχετισμοί δύναμης. H κατάσταση των σχημάτων και της ριζοσπαστικής αριστεράς. Η κατάσταση των οργανώσεων μας και ο πολιτικο-οργανωτικό μας σχεδιασμός του ΝΑΡ.

2. Για την πολιτική λειτουργία και δράσηΟι οργανώσεις λειτουργούν περισσότερο ως συνδικαλιστικά επιτελεία, ως εργατικές οργανώσεις γνώμης, μονόπλευρης ενασχόλησης με τα συνδικαλιστικά του χώρου ή μετώπων, παρά ως πολιτικοποιημένες κολλεκτίβες ενός ενιαίου οργανισμού. Αλλού η παρέμβαση γίνεται προσωπικά, αλλού με αριστερό-ταξικό σχήμα και αλλού μέσα από ευρύτερο ψηφοδέλτιο. Στην προμετωπίδα του προβλήματος βρίσκεται (σε ένα μεγάλο βαθμό κληρονομημένη από το παρελθόν) η διάσπαση στην πρακτική μας του ενιαίου πολιτικού, συνδικαλιστικού και ιδεολογικού αγώνα.

3. Η ανάπτυξη των επεξεργασιών και των απόψεών μας, τόσο μέσα από την καλύτερη συγκρότηση της εργατικής επιτροπής, όσο και μέσα από την αναβάθμιση της συζήτησης αυτής στο σύνολο του δυναμικού του ΝΑΡ και των πρωτοπόρων αγωνιστών με τους οποίους παλεύει μαζί του.

4. Η εργατική δουλειά στην επαρχίαΑυτή γίνεται στις περισσότερες περιπτώσεις καμπανιακά, χωρίς μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, ενώ είναι πολύ αδύνατη η πανελλαδική σύνδεση και καθοδήγηση της δουλειάς, καθώς και ο σχεδιασμός σε επίπεδο κλάδου, πέρα από λίγες εξαιρέσεις. Όπου μπορούμε π.χ. Θεσσαλονίκη συγκροτούμε ξεχωριστές

42

Page 43: ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ στην 2η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΝΑΡ - 2008

εργατικές οργανώσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση επεξεργαζόμαστε αυτοτελή γραμμή εργατικής παρέμβασης σε κάθε περιοχή. Στη μαζική μας δράση, η κίνηση του ΝΕΚ, η ενίσχυση των ‘εργατικών πρωτοβουλιών’, ο συντονισμός των συσπειρώσεων-σχημάτων και η κίνηση με τα σωματεία, που μπορεί στο επόμενο διάστημα να λάβει πανελλαδικά χαρακτηριστικά, μπορεί να μας ανοίξει δρόμους με συγκεκριμένους στόχους, ώστε να μην «χάνεται» η παρέμβασή μας μέσα σε πρωτοβουλίες άλλων δυνάμεων (ΚΚΕ-ΜΛ, ΣΥΡΙΖΑ κλπ).

5. Ο απολογισμός της εργατικής επιτροπήςΣτις περισσότερες περιπτώσεις λειτούργησε με όρους διαχείρισης της τρέχουσας δράσης και όχι για το άνοιγμα δρόμων στους κλάδους και τα μέτωπα. Παραμένει η έλλειψη συλλογικότητας και επαφής με τις αναζητήσεις και τη δράση όλης της οργάνωσης. Χρειάζεται, παράλληλα με την οργανωτική αναδόμηση, σοβαρή τομή στη λειτουργία της και τον πλούτο των επεξεργασιών της.

Η Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΡ Απρίλιος 2008

ΙΓ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1.Πρόγραμμα πάλης για συμβάσεις - ασφαλιστικό 2. Ε.Ε. και εργατικό κίνημα3. Το νέο τοπίο στην εργατική τάξη4. Η πρόταση της ΓΣΕΕ για τη νέα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας5. Η πρόταση του ΣΕΒ για τις συμβάσεις εργασίας

43