Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του

7
DE JURE magazine 1 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η σεξουαλική παρενόχληση συνιστά ένα κοινωνικό φαινό- μενο που προσβάει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και παράλ- ληλα παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Το έγκλη- μα αυτό συνιστούσε για δεκαετίες –και εν μέρει συνεχίζει να συνιστά- μια υπαρκτή αά αθέατη κατάσταση, την οποία η κοινωνία θεωρούσε και αντιμετώπιζε ως ένα ταμπού, όταν φρόντιζε ν’ αποκρύπτει εντελώς την ύπαρξή της. 1 Σήμερα, ο ισχύοντας Εηνικός Ποινικός Κώδικας στο 19ο κεφάλαιο του όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν.1419/1984, τιμωρεί οποιαδήποτε βίαιη ανθρώπινη συμπε- ριφορά, που είναι αντίθετη στο δικαίωμα της γενετήσιας ελευ- θερίας. Συγκεκριμένα: «Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμε- σου κινδύνου εξαναγκάζει άον σε συνουσία ή σε άη ασελ- γή πράξη ή σε ανοχή της τιμωρείται με κάθειρξη. Αν η πράξη της προηγούμενης παραγράφου έγινε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού, επιβάλ- λεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών». 2 1 Βλ. Ημέου Αελική Η., H σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας, Ηλεκτρονικό περιοδικό the art of crime, Αφιέρωμα: τεύ- χος 4o 2 Άρθρο 336 παρ.1, 2 εηνικού ΠΚ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟ- ΜΕΝΟΥ Αν και η ιστορική διαδρομή του βιασμού είναι πολύ βαθιά χαραγμένη στο χρόνο, το ίδιο το φαινόμενο είναι σχετικά σύγ- χρονο σε νομοθετικό επίπεδο. Κατά το 16ο αιώνα, η Καμίγ Πάγκλια συνέδεε την παρου- σία του βιασμού με το επίπεδο κοινωνικής ένταξης του δρά- στη: «Ο βιαστής είναι ένας άνθρωπος μάον ειπώς κοι- νωνικοποιημένος παρά κάποιος πολύ κοινωνικοποιημένος». Στη Γαία του Παλαιού Καθεστώτος, η δικαιοσύνη διαθέτει εν προκειμένω « ένα οπλοστάσιο τρόμου». Ξέρει να κάνει να τη φοβούνται διαμέσου του τρόμου, όπως το έδειξε πολύ κα- θαρά ο Foucault. Σκηνοθετεί ποινές αίματος για να εμπεδώσει το νόμο. Μπορεί να συνθλίψει τον ένοχο ποαπλασιάζοντας το μαρτύριο του. Ενώ σύμφωνα με τον Γκρότιους «τα πολι- τισμένα έθνη δεν αποδέχονται το βιασμό, αά ορισμένα τον θεωρούν αποδεκτό σε περίπτωση πολέμου». Έγκλημα πρότυπο κατά τον 16ο-17ο αιώνα είναι ο σο- δομισμός, ένα έγκλημα πρώτα απ’ όλα ηθικό, το οποίο απο- τελούσε παραβίαση των θείων νόμων. Θεωρούνταν απ’ όλα τα εγκλήματα λαγνείας το πιο βαρύ και πιο απεχθές για τους Σεξουαλική παρενόχληση Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του Η σεξουαλική παρενόχληση αποτελούσε για ποά χρόνια ένα ζήτημα για το οποίο, λόγω των προκαταλήψεων που το περιέβαλαν, σπανίως λάμβαναν χώρα συζητήσεις. Η μεταστροφή ωστόσο των ηθικοκοινωνικών αντιλήψεων με το πέρασμα των αιώνων είχε ως αποτέλεσμα σήμερα η πλειοψηφία των κρατών να κατοχυρώνει στους νόμους της τόσο το δικαίωμα της ελευθερίας της προσωπικότητας, από το οποίο πηγάζει η γενετήσια ελευθερία, όσο και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του ανθρώπου και να προβλέπει μια σειρά ποινών για τους δράστες του βιασμού. Ποινικό δίκαιο Όλγα Σπανάκη ELSA Athens Μάγδα Τσαπαλάκη ELSA Athens

Upload: aikutkadir

Post on 27-Jul-2015

433 views

Category:

Documents


4 download

TRANSCRIPT

Page 1: Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του

De jure magazine 1

ΠΡΟΛΟΓΟΣΗ σεξουαλική παρενόχληση συνιστά ένα κοινωνικό φαινό-

μενο που προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και παράλ-ληλα παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Το έγκλη-μα αυτό συνιστούσε για δεκαετίες –και εν μέρει συνεχίζει να συνιστά- μια υπαρκτή αλλά αθέατη κατάσταση, την οποία η κοινωνία θεωρούσε και αντιμετώπιζε ως ένα ταμπού, όταν φρόντιζε ν’ αποκρύπτει εντελώς την ύπαρξή της.1

Σήμερα, ο ισχύοντας Ελληνικός Ποινικός Κώδικας στο 19ο κεφάλαιο του όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν.1419/1984, τιμωρεί οποιαδήποτε βίαιη ανθρώπινη συμπε-ριφορά, που είναι αντίθετη στο δικαίωμα της γενετήσιας ελευ-θερίας. Συγκεκριμένα:

«Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμε-σου κινδύνου εξαναγκάζει άλλον σε συνουσία ή σε άλλη ασελ-γή πράξη ή σε ανοχή της τιμωρείται με κάθειρξη.

Αν η πράξη της προηγούμενης παραγράφου έγινε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού, επιβάλ-λεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών».2

1 Βλ. Ημέλλου Αγγελική Η., H σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας, Ηλεκτρονικό περιοδικό the art of crime, Αφιέρωμα: τεύ-χος 4o2 Άρθρο 336 παρ.1, 2 ελληνικού ΠΚ

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟ-ΜΕΝΟΥ

Αν και η ιστορική διαδρομή του βιασμού είναι πολύ βαθιά χαραγμένη στο χρόνο, το ίδιο το φαινόμενο είναι σχετικά σύγ-χρονο σε νομοθετικό επίπεδο.

Κατά το 16ο αιώνα, η Καμίγ Πάγκλια συνέδεε την παρου-σία του βιασμού με το επίπεδο κοινωνικής ένταξης του δρά-στη: «Ο βιαστής είναι ένας άνθρωπος μάλλον ελλιπώς κοι-νωνικοποιημένος παρά κάποιος πολύ κοινωνικοποιημένος». Στη Γαλλία του Παλαιού Καθεστώτος, η δικαιοσύνη διαθέτει εν προκειμένω « ένα οπλοστάσιο τρόμου». Ξέρει να κάνει να τη φοβούνται διαμέσου του τρόμου, όπως το έδειξε πολύ κα-θαρά ο Foucault. Σκηνοθετεί ποινές αίματος για να εμπεδώσει το νόμο. Μπορεί να συνθλίψει τον ένοχο πολλαπλασιάζοντας το μαρτύριο του. Ενώ σύμφωνα με τον Γκρότιους «τα πολι-τισμένα έθνη δεν αποδέχονται το βιασμό, αλλά ορισμένα τον θεωρούν αποδεκτό σε περίπτωση πολέμου».

Έγκλημα πρότυπο κατά τον 16ο-17ο αιώνα είναι ο σο-δομισμός, ένα έγκλημα πρώτα απ’ όλα ηθικό, το οποίο απο-τελούσε παραβίαση των θείων νόμων. Θεωρούνταν απ’ όλα τα εγκλήματα λαγνείας το πιο βαρύ και πιο απεχθές για τους

Σεξουαλική παρενόχληση

Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή τουΗ σεξουαλική παρενόχληση αποτελούσε για πολλά χρόνια ένα ζήτημα για το οποίο, λόγω των προκαταλήψεων που το περιέβαλαν, σπανίως λάμβαναν χώρα συζητήσεις. Η μεταστροφή ωστόσο των ηθικοκοινωνικών αντιλήψεων με το πέρασμα των αιώνων είχε ως αποτέλεσμα σήμερα η πλειοψηφία των κρατών να κατοχυρώνει στους νόμους της τόσο το δικαίωμα της ελευθερίας της προσωπικότητας, από το οποίο πηγάζει η γενετήσια ελευθερία, όσο και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του ανθρώπου και να προβλέπει μια σειρά ποινών για τους δράστες του βιασμού.

Ποινικό δίκαιο

Όλγα ΣπανάκηELSA Athens

Μάγδα ΤσαπαλάκηELSA Athens

Page 2: Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του

2De jure magazine

θείους και ανθρώπινους νόμους. Η παρουσία του σοδομισμού ήταν διάχυτη και ο αναθεματισμός του στομφώδης. Άλλωστε, η κοινωνική κατακραυγή είναι τόσο ισχυρή που τα κείμενα τοποθετούν μέσα στο ίδιο ατιμωτικό πλαίσιο τον εγκληματία και το θύμα του.

Κατά τον 18ο αιώνα, υποστηρίζεται η άποψη, που ο Φουρνέλ έχει διατυπώσει στη «Πραγματεία περί μοιχείας», πως η φύση έχει δώσει και στη γυναίκα αναρίθμητα μέσα που επαρκούν για την άμυνα σε περίπτωση βιασμού. Σύμφωνα με το συλλογισμό αυτό, ένας ολοκληρωμένος βιασμός θεωρείται βιασμός με συναίνεση. Η υποψία αυτή διασχίζει τους αιώνες και είναι παρούσα ακόμα και σε φιλοσόφους του διαφωτισμού. Ο Βολταίρος επί παραδείγματι υποστηρίζει: «Δεν υποκύ-πτεις ποτέ παρά μόνο αν σου πάρουν το κεφάλι. Λίγο μόνο αν υπερασπιστείς τη θέση σου, είναι αδύνατο να σου την πάρουν με τη δύναμη».

Το ξεκίνημα της νέας ποινικής σκέψης στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα συνοδεύεται καταρχήν από μία νέα θεώρηση της βίας και πρώτα απ’ όλα, της βίας που μετέρχονται τα δι-καστήρια. Οι τελετουργίες της δικαιοσύνης, οι αγχόνες και τα βασανιστήρια, τα θέματα πόνου και αίματος είναι πλέον λιγό-τερο αποδεκτά στο τέλος του αιώνα. Η «διαμαρτυρία κατά των βασανιστηρίων», η οποία προπαγανδίζεται από πολλούς ανθρώπους των γραμμάτων και του νόμου, είναι μια διαμαρ-τυρία κατά της βαναυσότητας, της κατάχρησης της φρίκης και του τρόμου.

Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο βιασμός συνεχίζει να μη θε-ωρείται κοινωνική απειλή, ενώ διατηρούνται ως δεδομένα πε-ποιθήσεις του διαφωτισμού: η βίαιη παραβίαση έχει να κάνει, κατά κύριο λόγο, με τον κόσμο του χωριού και των αγροτικών συνοικισμών, μέρη λησμονημένα από την πρόοδο. Ο κώδικας του 1810 εισάγει μία καινοτομία εμβαθύνοντας στο θέμα της εγκληματικής προώθησης. Η «απόπειρα», για παράδειγμα, συνιστά για πρώτη φορά αντικείμενο σχετικού άρθρου και ορισμού. Συνιστά αντικείμενο δικαστικής απόφασης, η οποία ταυτίζει τη σοβαρότητα της επιχειρούμενης πράξης με εκεί-νη της πραγματοποιημένης πράξης: Η τυχαία αποτυχία του προμελετημένου και αρχινισμένου εγκλήματος δεν μπορεί να ελαφρύνει την ενοχή του αυτουργού.3

ΤΟ ΑΓΑΘΟ ΤΗΣ ΓΕΝΕΤΗΣΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΩΣ

Κανόνες και συμβάσεις του διεθνούς δικαίου προστατεύουν το αγαθό της ελευθερίας του ατόμου και κατά συνέπεια και τη γενετήσια ελευθερία του. Στην Οικουμενική Διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Ο.Η.Ε. (1948), στο άρθρο 3, περιγράφονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία ανήκουν

3 Βλ. Vigarello Georges, Ιστορία του βιασμού,16ος-20ος αιώνας

σε κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από το φύλο του, τη φυλή στην οποία ανήκει, την εθνικότητα, τη θρησκεία, τη γλώσσα που ομιλεί και την ηλικία του. Ένα από τα δικαιώματα αυτά είναι και της ελευθερίας το οποίο σημαίνει ότι κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να προσδιορίζει ο ίδιος το είδος του ανθρώπου που του αρέσει να είναι και να παραμένει τέτοιος όσο χρόνο αυτός κρίνει. Έκφανση αυτού του δικαιώματος είναι και το δικαίωμα οποιουδήποτε ατόμου να έχει σεξουαλική επαφή μόνο αν θέλει, με όποιο άτομο θέλει και να επιλέγει το είδος της επαφής που θέλει καθώς και το χρόνο και τον τόπο αυτής.

Αργότερα, με το άρθρο 5 της Σύμβασης της Ρώμης(1950), ορίζεται ότι «…παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθε-ρίαν και την ασφάλειαν. Ουδείς επιτρέπεται να στερηθεί την ελευθερία του ει μη μόνον εις τας ακολούθους περιπτώσεις και συμφώνως προς την νόμιμον διαδικασίαν…».

Ταυτόχρονα, με το ισχύον ελληνικό Σύνταγμα, όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει, προστατεύεται, κατά τρόπο από-λυτο, η ελευθερία του ατόμου. Ειδικότερα, στο άρθρο 5 παρ.2. αυτού ορίζεται ότι: «Όλοι όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότη-τας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθή-σεων…». Παράλληλα και με άλλες συνταγματικές διατάξεις, όπως αυτές των άρθρων 5 παρ.1. («Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητα του») και 2 παρ.1. («Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώ-που αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας»), συμπληρώνεται η προστασία γενικότερα της προσωπικότη-τας του ανθρώπου.4

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΕΛ-ΛΗΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩ-ΔΙΚΑ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΥΝ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΟΥΝ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΟΥ ΒΙΑΣΜΟΥ

Από τις διατάξεις των άρθρων 336 και 340 του ελληνικού ΠΚ, όπως τώρα ισχύουν, προκύπτει ότι: Για την αντικειμενι-κή στοιχειοθέτηση του εγκλήματος του απλού βιασμού, τον οποίο προβλέπει και τιμωρεί το άρθρο 336 παρ.1. του ΠΚ απαιτείται: Εξαναγκασμός κάποιου ατόμου, ανεξάρτητα από το φύλο του, σε ακούσια εξώγαμη συνουσία ( στην περίπτωση αυτή πρέπει να υπάρχει διαφορά φύλου μεταξύ θύματος και δράστη) ή σε ανοχή ή επιχείρηση ασελγούς πράξης ( στη δεύ-τερη αυτή περίπτωση μπορεί ο δράστης και το θύμα να είναι του ίδιου φύλου). Ως εξαναγκασμός θεωρείται η υποβολή του παθόντος προσώπου σε εξώγαμη συνουσία ή σε ανοχή ή επι-χείρηση ασελγούς πράξης. Ο εξαναγκασμός του προσώπου αυτού πρέπει να γίνει με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου

4 Βλ. Καράμπελα Λάμπρο Δ., οι βιαστές και τα θύματά τους: Πο-ρίσματα έρευνας για βιασμούς στην Ελλάδα, κεφ.2, σελ. 43-50

Ποινικό Δίκαιο

Page 3: Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του

De jure magazine 3

και άμεσου κινδύνου. Ως σωματική βία εννοείται η φυσική δύ-ναμη που δεν μπορεί να αποκρουστεί και η οποία αναγκάζει τον παθόντα να υποστεί, χωρίς τη θέληση του, την εξώγαμη σαρκική μείξη ή να ανεχθεί ή να επιχειρήσει άλλη ασελγή πρά-ξη. Για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος αυτού απαιτείται δόλος( αρκεί και ενδεχόμενος δόλος), γνώση, δη-λαδή, ότι το παθόν πρόσωπο δεν θέλει, γι’ αυτό αντιστέκεται και θέληση του δράστη να εξαναγκάσει το θύμα σε εξώγαμη συνουσία ή ασελγή πράξη. Επομένως, δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα του βιασμού αν υπάρχει συναίνεση του άλλου μέρους στην τέλεση της πράξης, αφού, ο εξαναγκασμός στη γενετή-σια πράξη συνιστά ουσιώδες στοιχείο της αντικειμενικής υπο-στάσεως του βιασμού.

Ο βιασμός είναι ένα έγκλημα πολύπρακτο καθώς η αντι-κειμενική του υπόσταση συγκροτείται από δύο επί μέρους πράξεις, δηλαδή: 1) Από την πράξη του εξαναγκασμού και 2) από την πράξη της εξώγαμης συνουσίας ή ασελγούς πράξης. Ταυτόχρονα πρόκειται για ένα έγκλημα ενέργειας και υπαλλα-κτικά μεικτό, γιατί οι τρόποι τέλεσης του μπορούν να εναλλα-χθούν, δηλαδή αρκεί οποιοσδήποτε από τους τρόπους αυτούς για την τέλεση του.

Α. Ομαδικός βιασμός

Στο άρθρο 336 παρ.2. του ΠΚ προβλέπεται η επιβαρυντι-κή περίπτωση του ομαδικού βιασμού. Σύμφωνα με αυτό αν η πράξη της προηγούμενης παραγράφου του ίδιου άρθρου έγινε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού, επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών. Με τη δεύτερη παράγραφο 336 του ΠΚ, από τον βιασμό, τον τελούμενο κατά συναυτουργία (άρθρο 45 ΠΚ), διακρίνεται ο ομαδικός βιασμός ο οποίος αποτελεί τον έσχατο εξευτελισμό του θύμα-τος και ταπείνωση της ανθρώπινης αξίας στο επίπεδο «δοχεί-ου ηδονής», και για το λόγο αυτό τιμωρείται με αυστηρότερο πλαίσιο ποινής, δηλαδή, με κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών. Συγκεκριμένα, για τη συγκρότηση της αντικειμενικής υπο-στάσεως του ομαδικού βιασμού απαιτείται ο κάθε δράστης να τελέσει και τις δύο επί μέρους πράξεις του πολύπρακτου αυ-τού εγκλήματος, δηλαδή τόσο τον εξαναγκασμό όσο και την εξώγαμη συνουσία ή άλλη ασελγή πράξη, είτε ταυτοχρόνως με τους άλλους είτε διαδοχικά.

Β. Ο θανατηφόρος βιασμός

Σύμφωνα με το άρθρο 340 του ΠΚ για να στοιχειοθετηθεί η επιβαρυντική περίπτωση του θανατηφόρου βιασμού πρέπει ο θάνατος του βιασθέντος να είναι συνέπεια του βιασμού και να

οφείλεται σε αμέλεια του δράστη. Δηλαδή πρέπει να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ βιασμού και θανάτου και για μεν το βιασμό απαιτείται δόλος, για δε το θάνατο αμέλεια. Πρόκειται δηλαδή για έγκλημα εκ του αποτελέσματος. Η προβλεπόμενη ποινή για την περίπτωση αυτή είναι κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών ή ισόβια κάθειρξη.5

Γ. Συρροή βιασμού με την αιμομιξία

Σύμφωνα με έρευνες, συμπεραίνεται ότι το μυστικό του αι-μομικτικού βιασμού σπάνια αποκαλύπτεται, κρατιέται ερμη-τικά κλειστό στα τείχη της οικογένειας και τις περισσότερες περιπτώσεις το μοιράζεται μόνο το αιμομικτικό ζευγάρι. Ανα-φέρεται στην αστυνομία από τρίτα προς το έγκλημα άτομα ή αποκαλύπτεται με τυχαίο και έμμεσο τρόπο. Οι πρακτικές της καταγγελίας του διαφέρουν από αυτές του βιασμού μεταξύ αγνώστων και αυτό γιατί οι σχέσεις των συμμετεχόντων στο έγκλημα προσώπων είναι στενά συγγενικές και το θύμα είναι έντονα εξαρτημένο από το δράστη. Από τις έρευνες προκύ-πτει ότι το έγκλημα του αιμομικτικού βιασμού τις περισσό-τερες φορές λαμβάνει χώρα στο τόπο κατοικίας του δράστη, εναντίον ενός και μόνο θύματος, το οποίο εξαναγκάζεται σε κατά φύση συνουσία.6

Δ. Ψευδείς καταγγελίες βιασμού

Μια ψευδή καταγγελία είναι ένα σκόπιμο ψέμα από ένα υποτιθέμενο θύμα, που κατηγορεί έναν άντρα ότι έχει δι-απράξει βιασμό, ο οποίος δεν έχει στην πραγματικότητα συμ-βεί. Επίσης, μπορεί να είναι η καταγγελία μιας φανταστικής ιστορίας, μόνο που η γυναίκα που την κάνει πιστεύει ότι είναι αληθινή. Το ποσοστό των ψευδών καταγγελιών εξαρτάται από δύο παράγοντες: α) Από τον ορισμό και τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται και β) από το ποιος κάνει την κρίση.

Από την έρευνα του Schiff βρέθηκε ότι τα κίνητρα που οδηγούν τα θύματα βιασμού σε ψευδείς καταγγελίες, συ-νήθως, είναι: α) τα συναισθήματα αντεκδίκησης απέναντι σε κάποιον προηγούμενο ερωτικό σύντροφο, β) η αποφυγή τιμω-ρίας από την οικογένεια για κάποια σεξουαλική σχέση, γ) η δι-καιολόγηση από τη γυναίκα κάποιας παρεκκλίνουσας συμπε-ριφοράς της, δ) ο χρηματικός εκβιασμός, ε) τα συναισθήματα ενοχής της γυναίκας μετά από μια συναινετική σεξουαλική πράξη, στ) η απότομη και σκληρή μεταχείριση μιας γυναίκας

5 Βλ. Καράμπελα Λάμπρο Δ., οι βιαστές και τα θύματά τους: Πο-ρίσματα έρευνας για βιασμούς στην Ελλάδα, κεφ.3, σελ.53-616 Βλ. Τσιγκρή Άγγελο Α., Σεξουαλική βία γυναικών και παιδιών: Έκθεση για την Ελλάδα, σελ.31

Ποινικό Δίκαιο

Page 4: Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του

4De jure magazine

από τον εραστή της και ζ) μια νευρωτικής φύσης επιθυμία για πρόκληση της προσοχής των άλλων.7

Από την άλλη μεριά στο άρθρο 177 του γερμανικού ποι-νικού κώδικα προβλέπεται ότι: όποιος υποχρεώνει ένα άλλο πρόσωπο

Με βία Με απειλή άμεσου κινδύνου για το σώμα ή τη ζωή ή Με εκμετάλλευση μιας κατάστασης, στην οποία το θύμα

της ενέργειας του δράστη εκδίδεται ανυπεράσπιστονα υπομείνει τις σεξουαλικές ενέργειες του δράστη ή ενός

τρίτου επάνω του ή να τις εκτελεί στον δράστη ή σε τρίτο, τιμωρείται με ποινή στερητική της ελευθερίας όχι μικρότερη από ένα χρόνο.

Β) Σε ιδιαίτερα βαρείς περιπτώσεις η ποινή στερητικής της ελευθερίας δεν είναι μικρότερη από δύο χρόνια. Μία ιδιαίτερα βαρεία περίπτωση υπάρχει κατά κανόνα όταν:

Ο δράστης συνουσιάζεται με το θύμα ή εκτελεί παρόμοιες σεξουαλικές πράξεις στο θύμα ήτο υποχρεώνει να τις εκτελέσει σ’ αυτόν, οι οποίες το ταπεινώνουν ιδιαίτερα, προπαντός όταν αυτές είναι συνδεδεμένες με τη διείσδυση στο σώμα(βιασμός), ή

Η πράξη έχει διαπραχθεί από πολλούς από κοινού.

Γ) Πρέπει να επιδικασθεί ποινή στερητική της ελευθερίας από τρία χρόνια και άνω, όταν ο δράστης

Έχει στην κατοχή του όπλο ή ένα άλλο επικίνδυνο εργα-λείο

Έχει στην κατοχή του ένα εργαλείο ή μέσο για να εμποδί-σει ή να κάμψει μέσω της βίας ή της απειλής χρήσης βίας την αντίσταση ενός άλλου προσώπου

Φέρνει το θύμα μέσω της πράξης σε κίνδυνο βαριάς βλά-βης της υγείας.

Δ) Δεν πρέπει να επιδικασθεί ποινή στερητικής της ελευ-θερίας κάτω από πέντε χρόνια, όταν ο δράστης

Χρησιμοποιεί όπλο ή άλλο επικίνδυνο εργαλείο κατά την πράξη ή

α)Κακοποιεί βαρέως το θύμα σωματικά κατά την πράξη ή β) το οδηγεί μέσω αυτής σε κίνδυνο θανάτου.

Ε) Σε λιγότερο βαρείες περιπτώσεις της παραγράφου 1 πρέπει να επιδικασθεί ποινή στερητικής της ελευθερίας από έξι μήνες μέχρι πέντε χρόνια, σε λιγότερο βαριές περιπτώσεις των

7 Βλ. Τσιγκρή Άγγελο Α., Ψευδείς καταγγελίες βιασμού: Μερικές αλήθειες για ένα μύθο, σελ. 959,961

παραγράφων 3 και 4 πρέπει να επιδικασθεί ποινή στερητική της ελευθερίας από ένα χρόνο μέχρι δέκα χρόνια.

Τα πραγματικά περιστατικά της σεξουαλικής παρενόχλη-σης(παρ.1 αρθ177): Προστατεύει το θύμα ανεξαρτήτως φύ-λου από καταναγκαστικές σεξουαλικές επαφές με το δράστη ή με τρίτο πρόσωπο.

Α)Δράση. Δράση είναι η παρενόχληση του θύματος με βία, με απειλή ενός άμεσου κινδύνου για το σώμα ή τη ζωή ή με εκμετάλλευση της απροστάτευτης κατάστασης του θύματος.

Αα) Βία. Περιλαμβάνει τον περιορισμό της ελευθερίας βούλησης μέσω απόλυτης βίας (vis absoluta) και μέσω κα-ταναγκαστικής βίας (vis compulsiva). Με τον όρο «βία» νοείται ένας σωματικός καταναγκασμός, ο οποίος ασκείται πάνω σε έναν άλλον μέσω όχι ασήμαντης –άμεσης ή έμμε-σης-επίδρασης και είναι κατάλληλος να κάμψει μια πραγματι-κά ασκούμενη άμυνα ή να αποκλείσει εκ των προτέρων μια απλά αναμενόμενη αντίσταση. Το μέγεθος της επιβαλλόμενης σωματικής βίας εκ μέρους του δράστη δεν είναι αποφασιστι-κό. Έτσι χρησιμοποιεί βία, ο οποίος γρονθοκοπεί το θύμα ή το ρίχνει στο έδαφος και το δένει. Η νομολογία έχει όμως δεχθεί ως μορφές βίας και το κράτημα των καρπών του θύματος, τον αποκλεισμό της οδού διαφυγής ή τον περιορισμό σε κλειστό χώρο ή επιβατηγό όχημα. Η μεταφορά του θύματος σε ένα απομακρυσμένο τόπο δεν αποτελεί από μόνη της βία. Θα πρέπει μάλλον να περιοριστεί η ελευθερία κίνησης του θύμα-τος εκεί και ακριβώς εξαιτίας αυτού το θύμα να είναι ανυπερά-σπιστο απέναντι στο δράστη. Τα παραδείγματα δείχνουν, ότι η άσκηση φυσικού καταναγκασμού είναι πάνω απ’ όλα ση-μαντική. Βία ασκεί επίσης όποιος κρυφά χορηγεί σε άλλον ή παρά τη θέληση του υπνωτικές ή ναρκωτικές ή αναισθητικές ουσίες, όχι όμως όταν το θύμα είναι σύμφωνο με την παρεμπό-διση της ικανότητας του για αντίσταση. Βία εναντίον πραγ-μάτων είναι δυνατή σύμφωνα με το άρθρο 177 παράγραφος 1 εδάφιο 1 όταν από την έμμεση επίδραση πάνω σε ένα πράγμα ξεκινά ταυτόχρονα η άμεση επίδραση καταναγκασμού στο σώμα του θύματος. Ανάμεσα στη βία και στη σεξουαλική πα-ρενόχληση πρέπει να υφίσταται μια σχέση μέσου-σκοπού, δη-λαδή η χρήση βίας πρέπει να εξυπηρετεί ως σκοπό την ανοχή ή την εκτέλεση σεξουαλικών πράξεων.

Αβ) Απειλή. Το άρθρο 177 παράγραφος 2 εδάφιο 2 πε-ριλαμβάνει τον περιορισμό της ελευθερίας βούλησης του θύ-ματος μέσω μιας απειλής με άμεσο κίνδυνο για το σώμα και τη ζωή. Όπως και η χρήση βίας έτσι και η απειλή πρέπει να υπηρετεί την ανοχή ή την τέλεση σεξουαλικών ενεργειών.

Απειλή είναι η προοπτική ενός κακού, του οποίου η

Ποινικό Δίκαιο

Page 5: Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του

De jure magazine 5

έλευση από την οπτική του θύματος εξαρτάται από τη θέληση του δράστη. Η απειλή μπορεί να προκύψει από γενικευμένα σχήματα λόγου, υπονοούμενες δηλώσεις, όπως για παράδειγ-μα παραπομπές σε παλαιότερες χρήσεις βίας, ή από συμπερα-σματικές ενέργειες, όπως για παράδειγμα βία κατά τρίτου ή κατά πραγμάτων, αποκλεισμός ενός δρόμου από έναν σωμα-τικά πλεονεκτούντα δράστη. Ως προς το κακό που προοιωνί-ζεται πρέπει να πρόκειται για ένα άμεσο κίνδυνο για το σώμα ή τη ζωή. Ένας τέτοιος κίνδυνος υπάρχει όταν επαπειλείται ως βλάβη ο τραυματισμός του σώματος ή και ο θάνατος. Επιπλέ-ον, ο κίνδυνος για το σώμα ή τη ζωή πρέπει να είναι άμεσος. Αυτό συμβαίνει όταν η επέλευση της βλάβης, η οποία προοιω-νίζεται, είναι σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με την ανθρώπινη πείρα και τη φυσική εξέλιξη των πραγμάτων τουλάχιστον πι-θανή, αν δεν ληφθούν σύντομα μέτρα αποτροπής. Επίσης για απειλή κατά του θύματος και όχι κατά τρίτου πρόκειται όταν η απειλούμενη βλάβη επέρχεται και σε άλλο πρόσωπο. Προϋ-πόθεση είναι όμως ότι το θύμα αντιλαμβάνεται την απειλή ως κακό και για τον ίδιο τον εαυτό του.

Αγ) Εκμετάλλευση μιας κατάστασης όπου το θύμα είναι

ανυπεράσπιστο. Το άρθρο 177 παράγραφος 1 εδάφιο 3 εξισώ-νει με τα έως τώρα μέσα βίας την βία μέσω εκμετάλλευσης μιας κατάστασης, στην οποία το θύμα της επίδρασης του δράστη εκδίδεται ανυπεράσπιστο. Πρόκειται λοιπόν για μία κατάστα-ση στην οποία οι δυνατότητες προστασίας και υπεράσπισης του θύματος είναι περιορισμένες σε βαθμό τέτοιο ώστε το θύμα παραδίδεται ανυπεράσπιστο στον αδίστακτο επηρεασμό του δράστη. Υπό τον όρο «επιδράσεις» πρέπει να καταλάβουμε πιθανές βίαιες πράξεις του δράστη, με τις οποίες αυτός θα μπο-ρούσε να πραγματοποιήσει την σιωπηρή απειλή του και όχι οι σκοπούμενες σεξουαλικές ενέργειες. Μία κατάσταση όπου το θύμα είναι ανυπεράσπιστο υφίσταται ακόμα και όταν, αν και υπάρχουν αντικειμενικά δυνατότητες προστασίας, το θύμα παραπλανάται από το δράστη γι’ αυτές ή δεν μπορεί από μόνο του να αναγνωρίσει αυτές τις δυνατότητες.

Το αποτέλεσμα της σεξουαλικής δράσης επέρχεται όταν το θύμα ανέχεται σεξουαλικές ενέργειες του δράστη ή ενός τρίτου στον εαυτό του ή εκτελεί στο δράστη ή σε κάποιον τρίτο. Περιλαμβάνονται μόνο σεξουαλικές ενέργειες(και με-ταξύ ομοφυλοφίλων) με σωματική επαφή. Το πραγματικό δεν εκπληρώνεται όταν το θύμα αναγκάζεται να παρακολουθεί σε-ξουαλικές ενέργειες άλλων ή να εκτελεί σεξουαλικές ενέργειες στον εαυτό του.

Υποκειμενική υπόσταση: απαιτεί όσον αφορά το πραγματικό του αποτελέσματος πρόθεση με την έννοια στο-χεύουσας ενέργειας. Γενικά αρκεί ενδεχόμενος δόλος. Ο δρά-

στης λοιπόν πρέπει να θεωρεί ως δυνατό ότι το θύμα δεν είναι πιθανό με τη σεξουαλική επαφή και να δέχεται ότι μέσω της συμπεριφοράς του θα πρέπει να εξουδετερωθεί μια αντίσταση, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει ή αναμένεται. Πρέπει να αναγνωρί-σει ότι το θύμα αντιλαμβάνεται τη συμπεριφορά του ως απει-λή.

Εκτός από τους αναφερόμενους λόγους όξυνσης της ποινής μπορεί να θεωρηθεί ως μια μία βαριά μη αναφερόμενη περίπτωση να όταν ο δράστης αναγκάζει δύο άλλα άτομα να συνουσιαστούν μεταξύ τους, επίσης όταν απλά επιχειρείται βιασμός κατά το άρθρο 177 παράγραφος 2 εδάφιο 1 ή όταν η πράξη τελείται εις βάρος ενός παιδιού.

Η παράγραφος 2 εδάφιο 1 του άρθρου 177 αφορά σε ιδιαίτερα βαρύνουσες σεξουαλικές ενέργειες, οι οποίες πε-ριορίζουν την ιδιωτική σφαίρα του θύματος στον πυρήνα της. Ως βιασμός ορίζονται παράλληλα με τη συνουσία σεξουαλικές ενέργειες, οι οποίες ταπεινώνουν ιδιαίτερα το θύμα, ιδιαίτερα όταν αυτές είναι συνδεδεμένες με την εισχώρηση στο σώμα. Η συνουσία εκτελείται- σύμφωνα με τη θεωρία- μαζί με τη διείσ-δυση του ανδρικού μορίου στον κόλπο, επειδή η αναθεώρηση του νόμου απαιτεί διείσδυση μέσα στο σώμα.

Το άρθρο 177 παράγραφος 3 εδάφιο 3 περιλαμβάνει διακεκριμένες αντικειμενικές υποστάσεις της σεξουαλικής πα-ρενόχλησης.

Η κατοχή όπλου: Η παράγραφος 3 εδάφιο 1 περιλαμβάνει την κατοχή όπλου ή ενός άλλου επικίνδυνου εργαλείου. Όπλα με την τεχνική έννοια είναι εργαλεία, τα οποία σύμφωνα με τη φύση τους προορίζονται να τραυματίζουν μέσω του κτυπή-ματος, της ώθησης, του τσιμπήματος ή της βολής. Ιδιαίτερα δύσκολα διαμορφώνεται αντίθετα ο διαχωρισμός ανάμεσα σε επικίνδυνα και μη εργαλεία. Ενώ το γράμμα του νόμου υπο-βάλλει ένα αντικειμενικό ορισμό της επικινδυνότητας, πα-ραπέμπουν τα κίνητρα σε μία υποκειμενική εκτίμηση, γιατί ο νομοθέτης ήθελε με τη διατύπωση να συνδέσει τον επικίνδυνο τραυματισμό του σώματος.

Άλλα εργαλεία ή μέσα (εδάφιο 2): Με τη διατύπωση « άλλα εργαλεία ή μέσα» στην παράγραφο 3 εδάφιο 2 ήθελε ο νομοθέτης να περιλάβει τα λεγόμενα εικονικά όπλα. Ο λόγος για τη διακεκριμένη αντικειμενική υπόσταση είναι η υψηλή επίδραση απειλής για το θύμα. Παρά ταύτα έχει σημασία σύμ-φωνα με την αντίληψη του νομοθέτη όχι μόνο η οπτική γω-νία του θύματος αλλά και η οπτική γωνία ενός αντικειμενικού παρατηρητή, αν δηλαδή το αντικείμενο ήταν αντιληπτό ως ολοφάνερα ακίνδυνο από αυτόν.

Κίνδυνος για βαρειά βλάβη της υγείας(εδάφιο 3): Η πα-ράγραφος 3 εδάφιο 3 αφορά στην πρόκληση ενός συγκεκριμέ-νου κινδύνου βαρειάς βλάβης της υγείας. Για βαριά βλάβη της

Ποινικό Δίκαιο

Page 6: Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του

6De jure magazine

υγείας γίνεται λόγος σε περίπτωση φυσικής ή ψυχικής κλινι-κής κατάστασης, η οποία περιορίζει σοβαρά, αποφασιστικά και διαρκώς- ιδιαίτερα μακρά, βασανιστικά ή απειλητικά για τη ζωή - την υγεία του αναφερόμενου. Αυτό εικάζεται, όταν απαιτούνται μέτρα εντατικής ιατρικής περίθαλψης ή πλήρους αποκατάστασης ή όταν η γενική ικανότητα ψυχικής και φυσι-κής αποδοτικότητας είναι για μακρό χρονικό διάστημα σημα-ντικά περιορισμένη.

Σεξουαλική παρενόχληση με κίνδυνο για τη ζω-ή(παράγραφος 4 εδ.2b):

O δράστης θα πρέπει να έχει οδηγήσει το θύμα μέσω της πράξης σε κίνδυνο θανάτου. Απαιτείται ένας συγκεκριμένος κίνδυνος, ο οποίος πρέπει να βασίζεται άμεσα στην παράνομη βία ή στη σεξουαλική δράση. Αυτή είναι περίπου η περίπτω-ση, όταν το θύμα προσβλήθηκε με τον ιό του HIV μέσω της επαφής χωρίς προφύλαξη.

Αυτουργία και συμμετοχή: Καθένας μπορεί να είναι θύτης ακόμα και μια γυναίκα. Επειδή η σεξουαλική παρενόχληση σύμφωνα με το άρθρο 177 παράγραφος 1 αφορά και στις σε-ξουαλικές επαφές με τρίτο, δεν χρειάζεται ο θύτης να εκπλη-ρώσει και τις δύο επιμέρους πράξεις στο πρόσωπό του. Αρκεί μάλλον μια από κοινού τελεσθείσα παράνομη βία στο θύμα με σκοπό τη σεξουαλική επαφή με κάποιον τρίτο. Ο τρίτος δεν χρειάζεται να γνωρίζει, ότι η σεξουαλική επαφή του με το θύμα βασίζεται σε παράνομη βία.8

Αναφορικά με το θέμα παρατίθενται πίνακες με στοιχεία από στατιστικές του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης9:

8 Βλ. Renzikowski, Münchener Kommentar, Abs.177 Rn33, σελ.1152-11739 Βλ. Καράμπελα Λάμπρο Δ., Οι βιαστές και τα θύματα τους: Πο-ρίσματα έρευνας για βιασμούς στην Ελλάδα, σελ.33-34

Ποινικό Δίκαιο

Page 7: Το έγκλημα του βιασμού και η νομική αντιμετώπισή του

De jure magazine 7

10

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Συνοψίζοντας, συμπεραίνουμε το αναμφισβήτητο γεγονός πως τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας προσβάλ-λουν ανεπανόρθωτα την αξιοπρέπεια του θύματος και τον ψυ-χικό του κόσμο εν γένει. Τόσο το κράτος όσο και η κοινωνία λοιπόν, οφείλουν να καταδικάζουν σε κάθε περίπτωση την αποτρόπαια αυτή πράξη και να βρίσκονται κοντά στο θύμα προσφέροντας του την απαραίτητη υποστήριξη και βοήθεια.

10 Βλ. Καράμπελα Λάμπρο Δ., Οι βιαστές και τα θύματα τους: Πο-ρίσματα έρευνας για βιασμούς στην Ελλάδα, σελ.33-34.

ΠΗΓΕΣ

Ιστορία του βιασμού:16ος-20ος αιώνας, μετάφραση Λία Βουτσο-πούλου, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια,

Ψευδείς καταγγελίες βιασμού: Μερικές αλήθειες για ένα μύθο, Άγ-γελος Α. Τσιγκρής,1998

Σεξουαλική βία γυναικών και παιδιών: Έκθεση για την Ελλάδα, Άγγελος Α. Τσιγκρής, 2002

Οι βιαστές και τα θύματα τους: Πορίσματα έρευνας για βιασμούς στην Ελλάδα, Καράμπελας Λάμπρος Δ., 2001

Münchener Kommentar, Renzikowski,2005

Ποινικό Δίκαιο