Θεωρία της στρατιωτικής μπάντας (Νίνος Σ Γεράσιμος)

29
Νίνος Γεράσιµος του Σπυρίδωνος Θεωρία της στρατιωτικής µπάντας Η έρευνα διαφόρων συγγραφέων, των εκδόσεων και των διαφόρων εργασιών, αναφορικά µε την ενοργάνωση της στρατιωτικής µπάντας, δεν µπορεί να εφαρµοστεί σε όλους τους τύπους του συγκεκριµένου είδους µπάντας. Οι λεπτοµέρειες της συγκεκριµένης ενοργάνωσης, τα κατά περιόδους υπάρχοντα όργανα, καθώς και διάφοροι υπηρεσιακοί παράγοντες, καθορίζουν το τελικό αποτέλεσµα όσον αφορά την οριστική µορφή µιας στρατιωτικής µπάντας . Έτσι λοιπόν, οι ενοργανωτές, θα πρέπει να φροντίζουν να καλύπτουν όλες τις παραµέτρους, ώστε η µπάντα, ανεξαρτήτως συνθηκών και παραδόσεων, να είναι λειτουργική και να µπορεί να εκτελέσει τα κοµµάτια χωρίς ελλείψεις. Παρακάτω παρουσιάζεται ο τρόπος, µε τον οποίο θα µπορέσει ο αναγνώστης να αναγνωρίσει και να κατανοήσει τα διάφορα όργανα της στρατιωτικής µπάντας, καθώς

Upload: gerasimos-ninos

Post on 29-Oct-2015

460 views

Category:

Documents


3 download

TRANSCRIPT

Νίνος Γεράσιµος του Σπυρίδωνος

Θεωρία της στρατιωτικής µπάντας

Η έρευνα διαφόρων συγγραφέων, των εκδόσεων και των διαφόρων εργασιών, αναφορικά µε την ενοργάνωση της στρατιωτικής µπάντας, δεν µπορεί να εφαρµοστεί σε

όλους τους τύπους του συγκεκριµένου είδους µπάντας. Οι λεπτοµέρειες της συγκεκριµένης ενοργάνωσης, τα κατά περιόδους υπάρχοντα όργανα, καθώς και διάφοροι υπηρεσιακοί παράγοντες, καθορίζουν το τελικό αποτέλεσµα όσον αφορά την οριστική

µορφή µιας στρατιωτικής µπάντας . Έτσι λοιπόν, οι ενοργανωτές, θα πρέπει να φροντίζουν να καλύπτουν όλες τις παραµέτρους, ώστε η µπάντα, ανεξαρτήτως συνθηκών και παραδόσεων, να είναι λειτουργική και να µπορεί να εκτελέσει τα κοµµάτια χωρίς ελλείψεις. Παρακάτω παρουσιάζεται ο τρόπος, µε τον οποίο θα µπορέσει ο αναγνώστης να αναγνωρίσει και να κατανοήσει τα διάφορα όργανα της στρατιωτικής µπάντας, καθώς

και να κατανοήσει, την διαφορετική λειτουργία του κάθε οργάνου, ξεχωριστά µέσα στο σύνολο.

Έχω αναρωτηθεί πώς να πλησιάσω το θέµα και για να πετύχω το καλύτερο αποτέλεσµα, σκέφτηκα να παρουσιάσω σαν χαρακτηριστικό παράδειγµα, µια σύγχρονη βρετανική στρατιωτική µπάντα και να παρουσιάσω όλα τα εν χρήση σηµερινά όργανά της,

αναλύοντας τη λειτουργία του καθενός ξεχωριστά.

Μια βρετανική µικρή µπάντα, χωρίζεται σε δύο οµάδες, που αποτελείται από δώδεκα άτοµα η κάθε µια, και η σύνθεση της κάθε οµάδας είναι η εξής:

1) Πίκολο και φλάουτο, όµποε, έξι ή επτά κλαρινέτα, οµάδα σαξοφώνων και φαγκότο. Αυτή θα είναι η οµάδα των ξύλινων πνευστών οργάνων. Εδώ θα πρέπει να τονίσουµε πως σε ένα εµβατήριο, το όµποε και το φαγκότο θα χαθούν µέσα στην οµάδα, λόγω της χαµηλής τους έντασης σε σχέση µε τα άλλα όργανα. Οπότε τις περισσότερες φορές καλό είναι, τα συγκεκριµένα όργανα, να τα χρησιµοποιούµε, για να διπλασιάσουµε τους

εκτελεστές των κρουστών οργάνων της µπάντας. Στα ξύλινα συµπεριλαµβάνονται τα σαξόφωνα και τα φλάουτα, παρ’ όλο που είναι

κατασκευασµένα από µέταλλο.

2) Την δεύτερη οµάδα την αποτελούν τα χάλκινα πνευστά όργανα. Η συγκεκριµένη οµάδα αποτελείται από: δυο γαλλικά κόρνα, τέσσερις ή πέντε τροµπέτες, τρία τροµπόνια, ευφώνιο και δυο τούµπες. Επίσης θα πρέπει να λάβουµε υπ’ όψη µας, την υποοµάδα των κρουστών. Πολλές φορές, στις µικρότερες µπάντες, είναι πιθανόν, οι εκτελεστές των

κόρνων, να παίξουν δεύτερες τροµπέτες. Στα χάλκινα πνευστά όργανα, ο ήχος παράγεται από το φύσηµα, µέσο του επιστοµίου

που υπάρχει ως ξεχωριστό εξάρτηµα του κάθε οργάνου.

Στα κρουστά περιλαµβάνεται το τύµπανο, η κάσσα, τα κύµβαλα, το µεταλόφωνο, το ξυλόφωνο κτλ.

Αναφορικά µε την στρατιωτική µπάντα, επαναλαµβάνω πως δεν υπάρχουν απόλυτοι

κανόνες ως προς την ενοργανωτική της λειτουργία και την τελική µορφή της.

Φλάουτο

Το φλάουτο (πλαγίαυλος) είναι ένας κυλινδρικός σωλήνας µήκους περίπου 67-68 εκατοστά µε κεφαλή παραβολικής διάτρησης και βελτιωµένα κλειδιά που καλύπτουν τις

αποµακρυσµένες οπές.

Το σηµερινό φλάουτο είναι αποτέλεσµα βελτιώσεων και τελειοποιήσεων που έγιναν στο πρώτο µισό του 19ου αιώνα από τον Th. Boehm (1794-1881). Το αρχικά ξύλινο αυτό όργανο, κατασκευαζόταν κάποια εποχή από ελεφαντόδοντο ακόµη και από γυαλί. Από τις αρχές του 20ου αιώνα κατασκευάζονται οι πλαγίαυλοι από µέταλλο (σύγχρονο

σπαστό φλάουτο), κάποια µοντέλα δε, είναι ασηµένια ή χρυσά!

Χωρίζεται σε τρία τµήµατα:

1. Την κεφαλή: Καλύπτει το 1/3 του µήκους του οργάνου, κωνικά στρογγυλοποιηµένη κι έχει στο πλάι της ένα άνοιγµα µε στήριγµα για τα χείλη.

2. Το µεσαίο τµήµα: είναι ένα κυλινδρικός σωλήνας που έχει τις οπές και τους µηχανισµούς που τις ανοιγοκλείνουν για την παραγωγή των φθόγγων.

3. Το κάτω άκρο ή πόδι: είναι ένας µικρός σωλήνας που έχει το µηχανισµό για την παραγωγή των πιο χαµηλών φθόγγων του οργάνου.

Υπάρχουν διάφορα µεγέθη των φλάουτων και στην µπάντα, υπάρχουν ολόκληρες γραµµές που αποτελούνται από φλάουτα και τύµπανα, και είναι πολύ δηµοφιλείς, ειδικά

στην Βρετανία.

Το πίκκολο, είναι ένα µικρό φλάουτο µε την ίδια τεχνική και την ίδια λειτουργία. Η διαφορά που υπάρχει µεταξύ των δυο αυτών οργάνων, είναι ότι, το πίκκολο παίζει µια οκτάβα ψηλότερα από το φλάουτο, και έτσι επεκτείνεται η µπάντα µελωδικά προς τα πάνω. Τα κλειδιά , προστέθηκαν τον τελευταίο αιώνα έτσι ώστε να µπορούν να παιχτούν άνετα όλες οι κλίµακες και έτσι ώστε µε τρία δάχτυλα να µπορούν να καλυφθούν τέσσερις ή περισσότερες τρύπες για να παραχθούν µε ευκολία όλες οι

φωνές. Παλιότερα, τα πίκκολο και τα φλάουτα ήταν κατασκευασµένα από ξύλο. Από τη µάχη

του Βατερλώ και µετά, το ξύλινο φλάουτο αντικαταστάθηκε από το µεταλλικό.

Ο µικρός πλαγίαυλος χωρίζεται σε 2 τµήµατα, έχει µισό µήκος από εκείνον του κανονικού, παίζει µία οκτάβα πάνω από αυτόν και ο ήχος του είναι οξύς και

διαπεραστικός.Τα κλειδιά και οι τάπες έχουν ίδια διάταξη µε εκείνη του κανονικού φλάουτου, γι' αυτό στην µπάντα παίζεται συνήθως από έναν εκ των δύο ή τριών

φλαουτιστών.

Όπως φανερώνει και η ελληνική ονοµασία του οργάνου πλαγίαυλος, ο εκτελεστής στηρίζει το όργανο στο πλάι, µε το δεξί αντίχειρα, αφήνοντας τα υπόλοιπα δάχτυλα ελεύθερα να χειρίζονται τον µηχανισµό των κλειδιών και φυσά µε ειδικό τρόπο στο

επιστόµιο που βρίσκεται στο πλάι της κεφαλής. Οι εκτελεστές των παραπάνω οργάνων, κατά τις παρελάσεις, τοποθετούν στο αριστερό τους χέρι, ένα αναλόγιο το οποίο δένεται συνήθως µε έναν ιµάντα, και περιέχει τα διάφορα µουσικά κοµµάτια που εκτελούνται

κατά τη διάρκεια της παρέλασης.

Επειδή το φλάουτο είναι ένα όργανο µε γλυκό ήχο, δεν µπορεί να ξεχωρίσει ηχητικά παρά αν εκτελέσει ψηλές φωνές, οπότε στην µπάντα παρέλασης, καλό είναι να

χρησιµοποιήσουµε το πίκκολο και το φλάουτο να το χρησιµοποιήσουµε περισσότερο για συναυλίες σε κλειστό χώρο. Πρέπει να έχουµε πάντα υπ’ όψη µας, ότι το φλάουτο,

πάντα ντουµπλάρεται από το κλαρινέτο Eb (κουαρτίνο), ώστε να ενισχύεται η µελωδία που εκτελεί το συγκεκριµένο όργανο.

Όµποε

Ξύλινο αερόφωνο, µε επιστόµιο από διπλή γλωττίδα. Κατάγεται από τον αρχαίο ελληνικό αυλό, την ρωµαϊκή τίµπια και τον ασιατικό ζουρνά. Το όνοµα όµποε

προέρχεται από τη γαλλική λέξη «hautbois», που σηµαίνει «υψηλό-ξύλο» ή «δυνατό-ξύλο». Στον µεσαίωνα χρησιµοποιήθηκε κυρίως από ποιµένες, µέχρι που αναγνωρίστηκε

τελικά στις ορχήστρες στη Γαλλία το 1657, ως βασικό όργανο.

Το όµποε κατασκευάστηκε και χρησιµοποιήθηκε σε γαλλικές ορχήστρες περί το 1660 και λίγα χρόνια µετά στην Αγγλία. Αρχικά το όµποε είχε 6+1 οπές και 2 τάπες. Από τις αρχές του 19ου αιώνα, το όµποε βελτιώθηκε στο γερµανόφωνο χώρο και εφοδιάστηκε µε καινούργιες τάπες και µοχλούς .Το σηµερινό όµποε έχει 18 κλειδιά και 4 οπές. Το µήκος του είναι 60 εκατοστά. Ο ήχος του είναι εκφραστικός µε κάποια µελαγχολική χροιά. Είναι αρκετά δύσκολο στον χειρισµό του, καθώς χρειάζεται έντονο φύσηµα για να

περάσει ο αέρας από το λεπτό επιστόµιο. Το κούρδισµα µιας ορχήστρας γίνεται κυρίως µε το παίξιµο της νότας ΛΑ(440ΗΖ) από το όµποε. Ο µουσικός, για να παίξει, τοποθετεί µε ειδικό τρόπο το επιστόµιο (καλάµι) στο στόµα του και φυσά. Κρατά το όργανο στηρίζοντας το µε τον δεξί του αντίχειρα, ενώ µε τα υπόλοιπα δάχτυλα χειρίζεται τον

µηχανισµό. Έξι από τις οπές ανοιγοκλείνουν απευθείας µε τα δάχτυλα του εκτελεστή και οι υπόλοιπες µε κλειδιά.

Από το 1678, η µπάντα των γρεναδιέρων περιείχε έξι τέτοια όργανα στη σύνθεσή της. Το 1684 µε ένα βασιλικό διάταγµα, προστέθηκαν 12 όµποε σε κάθε µπάντα παρελάσεων και έτσι τα συγκεκριµένα όργανα, τέθηκαν δυναµικά στη βασική δύναµη της βρετανικής

µπάντας. Και σε αυτό το όργανο, στα λίγα κλειδιά που υπήρχαν, προστέθηκαν ακόµα

περισσότερα, µετά τη µάχη του Βατερλώ.

Οι µπάντες του 1800, συνήθως αποτελούνταν από δυο όµποε, δυο κλαρινέτα, δυο κόρνα και δυο φαγκότο. Από το 19ο αιώνα και µετά, οι γαλλικοί και γερµανικοί

κατασκευαστές οργάνων, δηµιούργησαν περισσότερα όργανα µε τελικό προορισµό την µπάντα και αυτό συντέλεσε στην παραπέρα ανάπτυξή της.

Το όµποε, δεν είναι ένα εύκολο όργανο, και αυτός είναι ο λόγος που δεν υπάρχουν πολλοί εκτελεστές του στις µπάντες. Αυτός είναι ο λόγος που οι περισσότερς

στρατιωτικές µπάντες το παραλείπουν σήµερα, ακόµη και στην ενοργάνωσή τους. Το όργανο, έχει δεχττεί πολλές αλλαγές, έτσι ώστε να έχει αποκτήσει πια ένα γλυκό ήχο, και

να µην ακούγεται πια τόσο σκληρό, όσο ακούγονταν πριν δυο αιώνες.

Ένα ελαφρώς µεγαλύτερου µεγέθους όργανο, είναι τα αγγλικό κόρνο το οποίο στην ουσία, είναι η χαµηλότερη τονικά µορφή του Όµποε. Η ονοµασία του δεν έχει καµιά σχέση µε την Αγγλία, αλλά ούτε και υπάρχει καµιά σχέση µε το κόρνο, για αυτό δεν

πρέπει ποτέ να συγχέουµε το όργανο µε βάση την ονοµασία του. Οι µεγάλες µπάντες το χρησιµοποιούν σε εσωτερικούς χώρους, κατά κύριο λόγο σε συναυλίες, όπου αποδίδει

τις λυπηµένες και κατά κάποιο τρόπο, τις πιο σοβαρές µελωδίες.

Σαρουσόφωνο

Το 1856 Μ. Σάρους, δηµιούργησε αυτήν την οικογένεια πνευστών οργάνων, που αποτελείται από οκτώ διαφορετικά µέλη, και που περιλαµβάνουν όλη την έκταση της µπάντας. Τα όργανα αυτά, δηµιουργήθηκαν για να αντικαταστήσουν το όµποε και το

φαγκότο στις γαλλικές µπάντες, αφού ο ήχος των σαρουσόφωνων ήταν πολύ δυνατότερος από αυτόν των όµποε και του φαγκότου. Είχαν διπλό καλάµι στο επιστόµιό τους, και ήταν φτιαγµένα από µέταλλο. Στην πορεία όµως, αντικαταστάθηκαν από τα

σαξόφωνα που αποδείχτηκαν πιο αποτελεσµατικά.

Κλαρινέτα

Το κλαρινέτο, περιλαµβάνει µια ολόκληρη οικογένεια οργάνων, από το πιο ψηλό τονικά (Eb) µέχρι το πιο χαµηλό που είναι το κλαρινέτο µπάσο. Το πιο συνηθισµένο όργανο που

χρησιµοποιείται στην µπάντα, είναι το κλαρινέτο Bb. Είναι ξύλινο πνευστό, του οποίου το όνοµα προέρχεται από το λατινικό clarus (καθαρό) και έχει επιστόµιο µε µονό γλωσσίδι. Ο ηχητικός σωλήνας του οργάνου έχει κυλινδρική διάτρηση και «σπάει» σε άνω και κάτω σωλήνα, συν το επιστόµιο, την καµπάνα και ένα µετακινούµενο σύνδεσµο για τη ρύθµιση του τόνου. Το κλαρινέτο έχει επάνω κυλινδρική και κάτω κωνική διάτρηση, γεγονός που επηρεάζει τη δηµιουργία των αρµονικών τόνων. Στον άνω σωλήνα βρίσκονται τα κλειδιά για το αριστερό, στον κάτω σωλήνα για το δεξί

χέρι.

Τα πρώτα κλαρινέτα κατασκευάστηκαν περί το 1700 από τον J.Ch.Denner στη Νυρεµβέργη, αρχικά µε λίγες τάπες, πιθανότατα από ένα λαϊκό όργανο που ονοµαζόταν στα γαλλικά «chalumeau», από το ελληνικό κάλαµος. Με το χρόνο αυξήθηκαν οι τάπες και βελτιώθηκε ο ήχος του κλαρινέτου σηµαντικά. Στη Γαλλία κατασκευάστηκε περί το 1839 ένα µοντέλο, στο οποίο είχε ενσωµατωθεί ο µηχανισµός που επινοήθηκε από τον Boehm για τον πλαγίαυλο. Αυτή η εκδοχή του οργάνου διαδόθηκε στη Γαλλία και στην

Αγγλία.

Τα κλαρινέτα αν και είναι αναγκαία για την µπάντα, εν τούτοις οι αγγλικές µπάντες δεν το πολυχρησιµοποιούν στις παρελάσεις.

Αξίζει να τονίσουµε, ότι στην σύγχρονη ενοργάνωση, η οικογένεια των κλαρινέτων χρησιµοποιείται σε ευρεία κλίµακα, και δίνει έναν πιο µοντέρνο ήχο στην µπάντα.

Ακόµα, θα πρέπει να λάβουµε υπ’ όψη, ότι µια κορνέτα πάντα είναι δυνατότερη, οπότε θα πρέπει να έχουµε περισσότερα κλαρινέτα για να ισορροπήσουµε τα µέρη αυτών των οργάνων, που αποτελούν τον πυρήνα της µπάντας, µιας και έχουν χαρακτηριστεί ως τα

‘βιολιά της µπάντας’. Μια µπάντα 24 ατόµων, θα πρέπει να έχει έξι ή επτά κλαρινέτα Bb, έτσι ώστε να υπάρχει ισορροπία.

Το κλαρινέτο Eb (κουαρτίνο), είναι ένα µικρότερο όργανο που χρησιµοποιείται κατά ένα µεγάλο µέρος για να διπλασιάσει τα µέρη των φλάουτων, λόγω του οξύ ήχου που

παράγει. Το χαµηλότερο άλτο, καθώς και το µπάσο, δεν είναι τόσο πολύ διαδεδοµένα, και εµφανίζονται περιστασιακά και περισσότερο σε συναυλίες κλειστών χώρων..

Σαξόφωνα

Το όνοµα του οργάνου, προέρχεται από τον Θ. Αδόλφο Σαξ από το Βέλγιο, ο οποίος εφηύρε το νέο όργανό του στο Παρίσι το 1846, αποκτώντας δίπλωµα ευρεσιτεχνίας. Το δηµιούργησε συγκεκριµένα, για τη στρατιωτική µπάντα, για να γεφυρώσει το χάσµα που είχε αναπτυχθεί µεταξύ των ξύλινων και των χάλκινων πνευστών οργάνων, και µε βάση τις πολυάριθµες βελτιώσεις που είχαν γίνει στα τελευταία. Το νέο όργανο είχε βασικό σκοπό να µπορεί να παράγει έναν δυνατότερο ήχο από καθιερωµένα ξύλινα, αλλά όµως να µην έχει µεγάλη διαφορά από το ύφος τους. Σαν αποτέλεσµα, δηµιουργήθηκε ένα όργανο µε επιστόµιο ίδιο µε των κλαρινέτων , τοποθετηµένο σε ένα µεταλλικό κυρτό

όργανο.

Η οικογένεια των σαξοφώνων, στην αρχή, περιλάµβανε µόνο δυο είδη, ένα για την ορχήστρα και ένα για τη µπάντα, αλλά το πρώτο δεν προχώρησε ποτέ και το αποτέλεσµα ήταν να χρησιµοποιείται το ίδιο όργανο και στην ορχήστρα και στην µπάντα. Σήµερα υπάρχουν επτά διαφορετικά είδη σαξοφώνου, αν και το πιο οξύ και το µπάσο, είναι

σπάνια.. Σε µια µπάντα 24 ατόµων, θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον, δυο άλτο και ένα τενόρε σαξόφωνα. Το βαρύτονο σαξόφωνο, είναι συχνό µέλος των µεγαλύτερων µπαντών, αλλά

τα µπάσο σαξόφωνα που είναι µεγάλα και δυσκίνητα έχουν εκλείψει. Οι γαλλικές µπάντες συµπεριέλαβαν το νέο όργανο κατ' ευθείαν στη δύναµή τους, και αργότερα οι

Βρετανοί που όµως τελικά το χρησιµοποίησαν περισσότερο. Το σαξόφωνο, σε όλα τα µεγέθη του, είναι ένα πολύ ισχυρό όργανο, και καλύπτει το

κενό µεταξύ των ξύλινων και των χάλκινων πολύ αποτελεσµατικά. Το σαξόφωνο, συνήθως παίζει τις αντίθετες µελωδίες µαζί µε το φαγκότο ή το εµφώνιο,

και επίσης παίζει ντουµπλάροντας τις µελωδίες των άλλων οργάνων.

Φαγκότο

Το φαγκότο είναι ένα βαθύφωνο ξύλινο όργανο µε διπλό γλωσσίδι και πολύ µεγάλο σωλήνα που φτάνει περί τα 2,60 µέτρα. Λόγω του µεγάλου µήκους του το φαγκότο είναι «διπλωµένο» έτσι ώστε o κατερχόµενος (πλευρά) και ο ανερχόµενος σωλήνας (µπάσο) να βρίσκονται δίπλα και να ενώνονται µε το κάτω µέρος (βάση) που είναι ένας σωλήνας σε σχήµα U. Η διάτρηση του σωλήνα στο φαγκότο είναι στενή και ελαφρά κωνική. Στον πλευρικό σωλήνα τοποθετείται µία σπείρα και στο άκρο σφηνώνεται το διπλό γλωσσίδι. Το όργανο κρατιέται λοξά, πλάι στο σώµα, ώστε η άκρη της σπείρας µε το γλωσσίδι να εισέρχεται περίπου οριζόντια στο στόµα. Το φαγκότο έχει οπές που ελέγχονται µε τα δάχτυλα, καθώς επίσης οπές εφοδιασµένες µε τάπες και έναν πολύπλοκο µηχανισµό

µοχλών. Κατασκευάζονται δε συνήθως δύο τύποι του οργάνου:

• Ο γερµανικός (Heckel) που είναι και ο πιο διαδεδοµένος, µε 5 ανοικτές οπές και 24 τάπες. Πλεονέκτηµά του είναι ο «στρογγυλός» ήχος του. • Ο γαλλικός (Buffet) µε 6 ανοικτές οπές και 22 τάπες.

Η ονοµασία του οργάνου, προέρχεται από τα δυο µέρη µου το αποτελούν και ουσιαστικά πρόκειται για ένα δεµάτι. Οι Γερµανοί και οι Ιταλοί το καλούν φαγκότο επειδή µοιάζει

µε µια δέσµη ή µια δέσµη των ραβδιών. Κρατά από το 16ο αιώνα. Ο ήχος του είναι αρκετά µοναδικός, αλλά δεν είναι αρκετά δυνατός, έτσι ώστε σε µια παρέλαση να χάνεται µέσα στο σύνολο. Αυτός είναι ο λόγος που πολλές φορές ο εκτελεστής του συγκεκριµένου οργάνου, συµπεριλαµβάνεται στην ενίσχυση των

κρουστών στις παρελάσεις. Σε µια συναυλία, που η µπάντα αποτελείται από 24 άτοµα, θα υπάρχει ένα φαγκότο, και σε µεγαλύτερες µπάντες δύο. Εκτελεί µπάσα και βαρύτονα µέρη και µερικές φορές

παίζει µόνο του µπάσα µέρη, όταν θέλουµε να εκτελεστεί κάτι αποκλειστικά από ξύλινα. Παίρνει µέρος στις αντίθετες µελωδίες σε µεγάλα θέµατα και προσθέτει τις µικρές

φράσεις στο τέλος µιας γραµµής όταν δεν κινείται κανένα άλλο όργανο.

Η σάλπιγγα

Η σάλπιγγα δεν είναι ένα πραγµατικό όργανο της στρατιωτικής µπάντας, αν και µπορεί να παίξει µε τη µπάντα, αλλά περισσότερο χρησιµοποιείται για να παράγει σαλπίσµατα πάνω στην αρµονία. Κατασκευάζεται από χαλκό ή ορείχαλκο και µπορεί να είναι επαργυρωµένος και ιδιαίτερα διακοσµηµένος. Τα 4½ πόδια της σωλήνωσης

κουλουριάζονται σε οβάλ σχήµα και καταλήγουν σε ένα ξn. στην καµπάνα. Προήλθε από τους κυνηγούς της Γερµανίας, και που αργότερα το έφερε µε τα ελαφρά συντάγµατα

πεζικού και τυφεκιοφόρων. ∆υστυχώς το όργανο µπορεί να δώσει µόνο πέντε νότες. Εντούτοις, είναι δυνατοί και

λαµπεροί. Είναι ένα απλό και γερό όργανο κουρδισµένο σε Bb και έχει χρησιµοποιηθεί σ τον πόλεµο της Κριµαίας.

Υπάρχουν αποκλειστικά µπάντες σαλπίγγων και τυµπάνων, αλλά όπως είπαµε παραπάνω, οι νότες των σαλπίγγων περιορίζονται µόνο σε πέντε και οπότε τον κύριο

ρόλο τον αναλαµβάνουν τα τύµπανα

.

Γαλλικό κόρνο

Το (γαλλικό) κόρνο είναι ένα κυκλικά «τυλιγµένο» χάλκινο πνευστό µε κυρίως κωνική διάτρηση του σωλήνα, µικρό λόγω διαµέτρου µήκος (mensur), µία διευρυµένη καµπάνα

και τρεις βαλβίδες. Χρησιµοποιείται επιστόµιο σε σχήµα χωνιού.

Κόρνα µε κυκλικό «τύλιγµα» του σωλήνα παρουσιάζονται ήδη σε απεικονίσεις του 14ου αιώνα. Πιθανόν όµως αυτά τα όργανα να ήταν κατάλληλα µόνο για µετάδοση ηχητικών µηνυµάτων. Περί τα µέσα του 17ου αιώνα παρουσιάστηκε στη Γαλλία το κυνηγετικό κόρνο (κέρας, cor de chasse) µε µικρό λόγω διαµέτρου µήκος, διεύρυνση της καµπάνας

και επέκταση του σωλήνα µέχρι τα 4,5 µέτρα.

Τα γαλλικά κόρνα προήλθαν από το κυνήγι στη Γαλλία, ακριβώς όπως οι σάλπιγγες προήλθαν από τη Γερµανία. . Τα κόρνα εισήλθαν στην ορχήστρα και στη µπάντα το 17ο αιώνα και η τεχνική τους ολοκληρώθηκε σύντοµα στο έπακρον. Όντας µακρύτερου σωλήνα και στενότερου από τη σάλπιγγα, µπορούσε να εκτελέσει περισσότερες νότες

και ήταν πιο εύχρηστο. Μέχρι το 1764, ήταν αδύνατον να παίξει σε όλες τις κλίµακες και αυτό γίνονταν µόνο µε αντικατάσταση των ποµπών του οργάνου, που βοηθούσαν στο να αλλάζει η τονικότητα. . Το όργανο κρατιέται µε το δεξί χέρι από την καµπάνα, και µε το αριστερό χειρίζονται οι

βαλβίδες του οργάνου. Το επιστόµιο είναι πιο κωνικό σε σχέση µε τα επιστόµια των υπόλοιπων χάλκινων

οργάνων .Γενικότερα το όργανο, είναι λεπτό και µόνο η καµπάνα του είναι µεγάλη. Αυτό δίνει στο κόρνο, τον ιδιαίτερο εκλεπτυσµένο ήχο του, που µεταβάλλεται από γλυκός και µαλακός, σε δυνατό και επιθετικό . Για τους εκτελεστές γαλλικού κόρνου, θεωρείται ότι

έχουν άµεση σχέση µε τους τροµπονίστες και τους τροµπετίστες. Μια µικρή µπάντα, περιέχει ένα ζευγάρι κόρνων, ενώ οι µεγαλύτερες έχουν από τρία. Συµπληρώνουν τη µέση αρµονία, και συνδυάζουν τον ήχο των χάλκινων και των

ξύλινων, διατηρώντας τη συνοχή του ήχου. Σαν όργανο, είναι εξαιρετικό για σόλο µέρη.

Το κόρνο στην αρχή, αντιµετώπιζε το ίδιο πρόβληµα µε τις σάλπιγγες. ∆ηλαδή, υπήρχε µεγάλος περιορισµός ως προς τις νότες που µπορούσε να αποδώσει. Έτσι, µέσα στις παραγόµενες ιδέες για την τελειοποίηση των οργάνων, συµπεριλήφθηκε και το γαλλικό κόρνο, µε προσθήκη τριών βαλβίδων και να αποκτήσει την σηµερινή του µορφή, το

1825.

Σάλπιγγες

Ή σάλπιγγα χρησιµοποιήθηκε από τα παλιά χρόνια, γιατί ήταν από πάντα το επίσηµο µουσικό όργανο όλων των στρατών και όχι µόνο. Με τη σάλπιγγα ανακοινώνονταν οι

διαταγές, γίνονταν θρησκευτικές ποµπές, πραγµατοποιούνταν επιθέσεις κτλ. Στη Γερµανία η σάλπιγγα χρησιµοποιήθηκε µόνο για να υπηρετεί τον αυτοκράτορα. . Οι νότες που θα µπορούσαν να παραχθούν ήταν λίγες και µάλιστα στη χαµηλότερη

οκτάβα, αλλά ένας µακρύς ωοειδής σωλήνας οκτώ-ποδιών, θα µπορούσε να αποδώσει τις ίδιες νότες στην ψηλότερη οκτάβα. Ο Μπάχ και ο Χέντελ, ήταν αυτοί που

χρησιµοποίησαν πρώτοι το όργανο στην ορχήστρα του 18ου αιώνα, και όπου της έδωσαν την ονοµασία ‘κλαρίνο’. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το όργανο τροποποιήθηκε, αλλάζοντας το µήκος του και κουρδίζοντάς το σε Bb.Επίσης, τότε. προστέθηκαν και οι τρεις βαλβίδες. Αυτή είναι η σύγχρονη σάλπιγγα που χρησιµοποιείται στις ορχήστρες και στην τζαζ.. ∆εν εµφανίζεται τακτικά στις βρετανικές στρατιωτικές µπάντες και καθόλου στις ορχήστρες πνευστών γενικότερα. Η τροµπέτα χρησιµοποιείται αντί για αυτού.

Υπάρχουν και σήµερα διάφορες σάλπιγγες σε βρετανική στρατιωτική χρήση. Υπάρχει η σάλπιγγα του ιππικού, του βασιλικού πυροβολικού και της βασιλικής

Πολεµικής Αεροπορίας. Είναι κουρδισµένη σε Εb και κουλουριάζεται για να δώσει ένα γενικό µήκος 26in. στο όργανο. Επίσης υπάρχει η σάλπιγγα του ιππικού, που έχει

λιγότερες σπείρες και είναι µακρύτερη από την σάλπιγγα που προαναφέραµε. Αυτός ο τύπος σάλπιγγας είναι κουρδισµένος σε Α. Και οι δύο τύποι σαλπίγγων µπορούν επίσης να φέρουν κρεµασµένο ένα λάβαρο όταν χρησιµοποιείται σε επίσηµες εκδηλώσεις.

επίσης υπάρχουν οι σάλπιγγες που χρησιµοποιούνται από τις φιλαρµονικές. Επιφανειακά µοιάζουν µε τις παλαιές ευθείες σάλπιγγες µε τα λάβαρα που κρεµούν από κάτω, αλλά έχουν βαλβίδες και σπείρες. Είναι κουρδισµένες σε Εb και σε Βb. Οι

συγκεκριµένες σάλπιγγες ονοµάζονται ‘σάλπιγγες Αϊντα’. Η γερµανική σάλπιγγα στις ορχήστρες και στις µπάντες, έχει κάποιες διαφορές µε τις υπόλοιπες. Υπάρχουν διαφορετικές βαλβίδες και έχει σωλήνα µεγαλύτερων διαστάσεων που κουλουριάζεται σε µια ευρύτερη σπείρα σε σχέση µε τις βρετανικές και τις γαλλικές σάλπιγγες. Κρατιέται οριζόντια και ποτέ κάθετα όπως συµβαίνει στη Βρετανία και στη

Γαλλία.

Κορνέτα και φλικόρνο

Τροµπέτες ονοµάζονται, γενικά, τα χάλκινα πνευστά που έχουν κυρίως κυλινδρικό σωλήνα, σε αντίθεση µε τον κυρίως κωνικό σωλήνα των κόρνων. Ειδικότερα

ονοµάζουµε τροµπέτα το σοπράνο χάλκινο πνευστό το οποίο διαθέτει κυλινδρικό κωνικό σωλήνα, έχει σχετικά µικρή καµπάνα και τρεις βαλβίδες. Η τροµπέτα διαθέτει επιστόµιο σε µορφή ρηχού δοχείου και έχει ήχο αιχµηρό και λαµπερό, µε υψηλές αρµονικές. Το όργανο κρατείται σε ελαφρά κλίση µε το αριστερό χέρι, ενώ το δεξί

χειρίζεται τις βαλβίδες .

Την µελωδική γραµµή των χάλκινων οργάνων στη βρετανική στρατιωτική µπάντα, την αναλαµβάνει πάντοτε η κορνέτα Βb. Η κορνέτα, η τροµπέτα, το φλικόρνο και η

ορχηστρική σάλπιγγα, είναι της ίδιας οικογένειας και αυτό δηλώνει την ύπαρξη ενός σωλήνα περίπου 4ft. 6in. µακρύ και για τα τρία όργανα. Η "κορνέτα" υποδηλώνει το "µικρότερο κόρνο". ∆ηµιουργήθηκε στο 19ο αιώνα και περιείχε από πάντα τις τρεις

βαλβίδες. Το φλικόρνο προήλθε από την Αυστρία.

Το επιστόµιο της σάλπιγγας είναι πιο κυπελλοειδές στη µορφή του και αυτό του φλικόρνου είναι πιο κωνικό σε σχέση µε αυτό της κορνέτας αν τα συγκρίνουµε µεταξύ τους. Στην εµφάνιση, το κουλούριασµα της σάλπιγγας είναι πιο µακρύ και ο σωλήνας είναι στενότερος σε σχέση µε το σωλήνα της κορνέτας. Το φλικόρνο, είναι µεγαλύτερο και έχει τις βαλβίδες πλησιέστερα προς το επιστόµιο έτσι ώστε να µπορεί να γίνει πιο

εύκολος ο χειρισµός και των τριών βαλβίδων από τον εκτελεστή. Είναι ο ήχος του φλικόρνου ίδιος µε την κορνέτα και αυτό του δίνει έναν διακριτικό ώριµο τόνο και ενθαρρύνει τη χρήση του στην ορχήστρα χάλκινων πνευστών. Επίσης

χρησιµοποιείται συχνά, σε σόλο µέρη µε δραµατικό ύφος.

Όσον αφορά στη διαφορά µεταξύ της κορνέτας Βb και της σάλπιγγας Bb, ο Philip Bate στη σελίδα 87, της έκδοσης «σάλπιγγας και Τροµπονιού», αναφέρει ότι "ο τόνος της

κορνέτας, ενώ είναι θερµός και ελκυστικός όταν παίζεται, στερείται την ηρωική ποιότητα της αληθινής σάλπιγγας." .

Θ Χαρρυ Mortimer στην αυτοβιογραφία του, αναφέρει πώς ο Sir Hamilton Harty όταν τον ζήτησε ο αρχιµουσικός της ορχήστρας να πάρει την κορνέτα και τη σάλπιγγά του σε ένα δευτερεύον δωµάτιο της λέσχης του Μάντσεστερ, και να παίξει ένα κοµµάτι έξι φορές, η κριτική επιτροπή ορχηστρικών εµπειρογνωµόνων το άκουσε και κανένας δεν

µπόρεσε να πει σωστά πότε χρησιµοποίησε την κορνέτα και πότε τη σάλπιγγα. Οι περισσότεροι έκαναν λάθος κάθε φορά. Η ποιότητα του τόνου και του ύφους

εξαρτάται από την τεχνική και την επιθυµία του εκτελεστή παρά από τις µικρές φυσικές διαφορές µεταξύ των οργάνων.

Μια στρατιωτική µπάντα 24 ατόµων, περιέχει τέσσερις ή πέντε τροµπέτες σε δύο ή τρία µέρη. Μοιράζονται τις κύριες µελωδίες µε τα κλαρινέτα και παίζουν επίσης από µόνοι

τους σε αντίθεση µε τα ξύλινα. ∆εν υπάρχει κανένα φλικόρνο στις βρετανικές στρατιωτικές µπάντες, αν και χρησιµοποιούνται στην υπόλοιπη χώρα. Σχεδόν όλα

όργανα της Ιταλικής µπάντας Bersaglien, είναι του τύπου των φλικόρνων. Επίσης υπάρχει µια µικρή κορνέτα κουρδισµένη σε Εb, και ο σκοπός της είναι να ενισχύσει τις ψηλές φωνές στα µέρη των κορνετών. ∆εν χρησιµοποιείται όµως στις

στρατιωτικές µπάντες.

Βαρύτονο Εb & Bb

Με την εφεύρεση και έπειτα την ανάπτυξη των βαλβίδων στα όργανα τον τελευταίο αιώνα, πολλοί άνθρωποι εφηύραν πολλά νέα όργανα. Ο Adolphe Sax που εφηύρε το

saxophone στο 1840, έδωσε συγχρόνως το όνοµά του και σε µια σειρά χάλκινων οργάνων, που τα ονόµασε ‘σαξοκόρνα’. Ήταν µόνο ένας από πολλούς κατασκευαστές. Η κατηγορία αυτή, αποτελείται από δύο σειρές οργάνων, η µια όµως κατάφερε και

άντεξε στο χρόνο. Και οι δύο κατηγορίες σαξοκόρνων, περιείχαν επιστόµια µεταξύ του σχήµατος αυτού της παλαιάς σάλπιγγας και του γαλλικού κόρνου.

Σήµερα, οι Βρετανοί, ιδιαίτερα µέσω της εταιρίας Bloosey και Hawkes, έχουν καθιερωθεί ως κύριοι κατασκευαστές τέτοιων οργάνων. Το µεγαλύτερο όργανο της κατηγορίας αυτής, είναι µπάσο και τοποθετείται πάνω στον ώµο του εκτελεστή.

Λειτουργούν και αυτά τα όργανα, µε τρεις βαλβίδες εµβόλων από το δεξί χέρι και στα µεγαλύτερα µεγέθη µπορεί να λειτουργήσει µια βαλβίδα αντιστάθµισης που χειρίζεται

από το αριστερό χέρι. Στην πορεία, δηµιουργήθηκαν διάφοροι τύποι βαλβίδων έτσι ώστε να χειρίζεται άνετα το

όργανο και να µπορεί να τοποθετηθεί και στον αριστερό ώµο. Οι καµπάνες έχουν προσαρµοστεί σε διαφορετικές κατευθύνσεις, µερικές προς τα εµπρός, άλλες προς τα αριστερά, και µερικές προς τα πίσω. Τα ονόµατα ήταν και είναι, εξίσου πολυάριθµα και

ως εκ τούτου πάντα υπάρχουν συγχύσεις. Είναι πραγµατικά απαραίτητο να τα ξεκαθαρίσουµε, αφού το Εb µιας χώρας γίνεται Bb σε µια άλλη.

Το βαρύτονο Εb, είναι πολύ ευρύ όργανο το οποίο προήλθε από τη σάλπιγγα, την κορνέτα και το γαλλικό κόρνο. Ο ήχος του, είναι παρόµοιος µε την κορνέτα και

ειδικότερα µε το φλικόρνο, αλλά και µε το µεγαλύτερο αλτικόρνο. ∆εν ξεχωρίζει ηχητικά στην µπάντα, και ενώ τα υπόλοιπα όργανα εκτελούν τα µελωδικά µέρη, εν τούτοις αυτό

το όργανο δεν µπορεί να τους προσπεράσει, αφού συνήθως χρησιµοποιείται ως συµπλήρωµα της αρµονίας. Είναι πολύ ευκολότερο και ελαφρύτερο από το γαλλικό

κόρνο και µπορεί να εκτελέσει ακριβώς τα ίδια µέρη µε σχεδόν παρόµοια χροιά. . Εποµένως, µπορούµε εύκολα να χρησιµοποιήσουµε ένα ζευγάρι από το συγκεκριµένο

όργανο. Οι Βρετανικές στρατιωτικές µπάντες δεν το χρησιµοποιούν, όµως γενικότερα στις

διάφορες µπάντες, υπάρχουν από τρία για να συµπληρώνουν την αρµονία.

Η Αµερικάνικη εταιρεία Conn, έχει δηµιουργήσει ένα είδος του οργάνου, που έχει ίδιο σχήµα µε το κόρνο, και το ονοµάζει Mellophone.

Το βαρύτονο Βb είναι κουρδισµένο µια οκτάβα χαµηλότερα από την κορνέτα .Είναι

παρόµοιων αναλογιών µε το βαρύτονο Εb, αλλά είναι λίγο µεγαλύτερο σε µέγεθος. Είναι ουσιαστικά µια "συµπλήρωση" του οργάνου και πολύ σπάνια έχει το βασικό µελωδικό µέρος. Σχεδόν πάντα χρησιµοποιείται σε κόντρα µελωδίες, αντίθετες από αυτές που

αποδίδουν τα πρώτα µελωδικά όργανα.

Τροµπόνι

Πρόκειται για όργανο µε κυρίως κυλινδρική διάτρηση, επιστόµιο σε µορφή ρηχού δοχείου και ένα τµήµα (ολκός) το οποίο γλιστράει µε ώθηση του οργανοπαίκτη στην κατεύθυνση κρατήµατος. Με την κίνηση αυτή µεγαλώνει ή µικραίνει το µήκος του σωλήνα και πετυχαίνεται ο χαρακτηριστικός ήχος του τροµπονιού ενώ το µήκος του κυµαίνεται από 2,5 µέχρι 4 µέτρα. Το όργανο αυτό είναι λοιπόν το µοναδικό πνευστό

που παράγει όλους τους τόνους της ηχητικής περιοχής του.

Από την τεχνική περιγραφή προκύπτει ότι το τροµπόνι είναι µία ιδιόµορφη παραλλαγή της τροµπέτας. ∆ηµιουργήθηκε πιθανόν περί το 1450 στην περιοχή της Βουργουνδίας από µία τροµπέτα µε µεταβαλλόµενο µήκος σωλήνα. Τον 16ο αιώνα κατασκευάζονταν τροµπόνια σε 5 διαφορετικές ηχητικές περιοχές, από την υψηλή µέχρι κοντραµπάσο. Από το τέλος του 18ου αιώνα καθιερώθηκε στην ορχήστρα το τρίο των τροµπονιών: ένα

άλτο, ένα τενόρο και ένα µπάσο τροµπόνι.

Για το τροµπόνι υπάρχουν αναφορές από το 1551, που αναφέρουν ότι ήταν ένα όργανο σχεδόν σαν το σηµερινό, αλλά µε µικρότερη καµπάνα και αρκετές διαφορές στο σωλήνα.

Ήταν πολύ δηµοφιλές στις ποµπικές τελετές της εκκλησίας.

Οι Γερµανοί έχουν ιδιαίτερη εκτίµηση προς το όργανο, αφού πρόκειται να παρακινηθούν στην ηµέρα της κρίσης από το τροµπόνι όπως αναφέρεται στη Βίβλο. Εκεί λέει προς τους κορινθίους επιστολή, κεφάλαιο 15, στίχος 52, "η σάλπιγγα θα ηχήσει, οι νεκροί θα είναι αυξηµένοι αδιάφθοροι," η µετάφραση του Λούθηρου εξηγεί ότι "το τροµπόνι θα ηχήσει." Ως εκ τούτου Χέντελ έγραψε ένα θαυµάσιο θέµα σαλπίγγων για να πάει µε αυτές τις λέξεις, ενώ ο Μπραµς στο "γερµανικό Ρέκβιεµ του" έχει µια χορωδία τροµπονιών.

Στο 18ο αιώνα το τροµπόνι είχε σχεδόν εξαφανιστεί και το επανάφερε ο Χέντελ το 1784,

στους εορτασµούς του παλατιού, µε την συµµετοχή εκτελεστών τροµπονιού στην στρατιωτική µπάντα του µεγαλειότατου.

Το τροµπόνι αν και είναι όργανο κουρδισµένο στον τόνο του πιάνου, ονοµάζεται Βb και

ο σωλήνας του έχει µέγεθος περίπου εννέα ποδιών και έχει δύο κάµψεις. Η εσωτερική διάµετρος του σωλήνα, είναι λιγότερο από µισή ίντσα. Η καµπάνα του,

αναπτύσσεται γρήγορα όπως µια σάλπιγγα. Οι πλευρές είναι παράλληλες έτσι ώστε ένας ολκός να µπορεί να γλιστρήσει πάνω και κάτω, ώστε να αλλάζει το µήκος του σωλήνα και να παράγονται οι νότες µέσα από τις επτά θέσεις που µπορεί να πάρει ο ολκός.

Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και µέχρι τον 2ο παγκόσµιο πόλεµο, οι Βρετανοί χρησιµοποίησαν επίσης ένα διαφορετικό είδος τροµπονιού, µε µια λαβή που επέτρεπε στον εκτελεστή να φτάνει στην έβδοµη θέση. Σήµερα υπάρχει µια βαλβίδα που

εξυπηρετεί αυτό το σκοπό. Υπάρχει επίσης ένα ειδικό αναλόγιο, που τοποθετείται πάνω στο σωλήνα και κοντά στο επιστόµιο, ώστε ο εκτελεστής να µπορεί να τοποθετεί τα

κοµµάτια. Το επιστόµιο είναι βαθιό και αρκετά κωνικό.

Υπάρχουν όµως και διαφορετικοί τύποι τροµπονιού, στα οποία έχουν προστεθεί τρεις βαλβίδες όπως στα υπόλοιπα χάλκινα όργανα της µπάντας. Με αυτό τον τρόπο είναι

πολύ ευκολότερο στην εκτέλεσή του το όργανο, ειδικά για τους µουσικούς που ιππεύουν πάνω σε άλογα, και ένα τροµπόνι α τιρο θα προκαλούσε πανικό στο ζώο, αφού ο ολκός

θα πηγαινοερχόνταν πάνω από το κεφάλι του αλόγου. Το τροµπόνια, είναι τα µόνα πνευστά όργανα, που χρησιµοποιούνται υποχρεωτικά,

πάντα σε συνδυασµό των τριών, µέσα στην µπάντα, και γενικότερα σε όλα τα µουσικά σύνολα.. Τα διάφορα µέρη γράφονται σε αρµονικές γραµµές. Τα συγκεκριµένα όργανα, έχουν έναν µεγαλοπρεπή ήχο και µπορούν να είναι γλυκά όταν χρειαστεί. Επίσης, όταν

προστεθούν µαζί τους τα γαλλικά κόρνα, τότε ο ήχος γίνεται λαµπερός και µεγαλοπρεπής, ξεχωρίζοντας χαρακτηριστικά από την υπόλοιπη µπάντα.

Εµφώνιο

Το όνοµα του εµφωνίου, προέρχεται από την ελληνική γλώσσα και σηµαίνει το ‘γλυκό ήχο’. Οι Αµερικανοί και οι Καναδοί το ονοµάζουν βαρύτονο και µας δηµιουργούν µια µικρή σύγχυση ως προς την ονοµασία του οργάνου. Ο σωλήνας έχει µήκος εννέα πόδια και κουλουριάζεται σε σχήµα οβάλ, µε τη καµπάνα προσαρµοσµένη προς τα πάνω ή προς τα µπροστά . Έχει τρεις βαλβίδες που χειρίζονται µε το δεξί χέρι και έχει ακόµα

µια βαλβίδα αντιστάθµισης που χειρίζεται µε το αριστερό χέρι.

Τέλος θα πρέπει να σηµειώσουµε, ότι η οικογένεια των βαρυτόνων ξεκινάει από το µικρότερο Eb, ακολουθεί το µεγαλύτερο Bb, και το αµέσως επόµενο είναι το ακόµα

µεγαλύτερο εµφώνιο. Η οικογένεια συµπληρώνεται από τη τούµπα που είναι µεγαλύτερη και από το εµφώνιο.

Το εµφώνιο, αναλαµβάνει το µπάσο ρόλο της µπάντας ή παίρνει τις κύριες αντίθετες µελωδίες σε συνεργασία µε το βαρύτονο Βb, ακριβώς όπως κινείται το βιολοντσέλο στην

ορχήστρα. Το φαγκότο και τα βαρύτονα ή τα τενόρε σαξόφωνα, µπορούν να το ενισχύσουν σε αυτά τα αντίθετα µελωδικά µέρη.

Τούµπα και σουσάφωνο.

Η τούµπα είναι το πιο βαθύφωνο χάλκινο πνευστό όργανο, αν και το µπάσο τροµπόνι µπορεί να δώσει ακόµα χαµηλότερους φθόγγους. Είναι όργανο ογκώδες και δύσκολο στο κράτηµα, έχει τύλιγµα ευθύ, κυρίως κωνική διάτρηση και µεγάλο άνοιγµα υψωµένης

καµπάνας.

Η τούµπα στη σηµερινή µορφή της ξεκίνησε περί το 1835 ως όργανο για στρατιωτικές µπάντες. Αργότερα χρησιµοποιήθηκε και στην ορχήστρα, όπου εκτόπισε τα µπάσα

κόρνα και τα άλλα βαθύφωνα όργανα της εποχής.

∆εδοµένου ότι οι βαλβίδες αναπτύχθηκαν για την εύκολη εκτέλεση των χάλκινων οργάνων, έτσι λοιπόν τα βαθιά όργανα αντικαταστήσανε τα δευτερεύοντα όργανα όπως τα οφικλέειδα κτλ.. Αρχικά, έδωσαν έναν καλύτερο και ισχυρότερο ήχο και αφετέρου, ήταν πιο γερά όργανα. Τώρα πια δηµιουργούνται τα όργανα τα οποία θα µπορούν να παράγουν ήχους, χαµηλότερους από τα εµφώνια και τα τροµπόνια, δίνοντας και την

βάση της αρµονίας. Στις µπάντες της Βρετανίας, υπάρχουν δύο µεγέθη τούµπας. Η µικρότερη που είναι

κουρδισµένη σε Εb, και µια µεγαλύτερη σε όγκο, και χαµηλότερη σε κούρδισµα το οποίο είναι Bb. Και οι δύο έχουν τα µεγαλύτερα επιστόµια. Οι τούµπες χειρίζονται µε τρεις βαλβίδες για το δεξί χέρι και ίσως µια βαλβίδα αντιστάθµισης για το αριστερό χέρι.

Οι µακριοί σωλήνες έχουν µήκος µέχρι και τριάντα έξι πόδια. Τις τούµπες, πολλές φορές τις ονοµάζουµε και µπάσα, λόγω του ρόλου που επιτελούν

στην µπάντα. Το Μποµπαρντίνο είναι ένα ακόµα είδος τούµπας. Είναι το όνοµα που χρησιµοποιείται στην ορχήστρα, όταν χρησιµοποιείται ως τέταρτο µέλος της χορωδίας τροµπονιών.

Στις βρετανικές µπάντες, χρησιµοποιούνται τούµπες µε την καµπάνα προσαρµοσµένη προς τα πάνω. Επίσης υπάρχουν µαύρες, άσπρες ή καφετιές θήκες, για να προστατεύουν

το όργανο από τυχών φθορές.

Στις γερµανικές µπάντες, οι τούµπες που χρησιµοποιούνται, έχουν τη καµπάνα προσαρµοσµένη επάνω από τον αριστερό ώµο. Η εταιρεία Stowasser έκανε µια κυκλική τούµπα στη Βιέννη, που φοριούνταν γύρω από το σώµα του εκτελεστή και στηρίζονταν στον αριστερό ώµο, µε τη καµπάνα επάνω από και µπροστά από το κεφάλι. Αυτή η

τούµπα ονοµάστικε "Helicon". Η Conn της Αµερικής, δηµιούργησε ένα παρόµοιο όργανο το 1898, για τον διευθυντή της αµερικάνικης µπάντας του ναυτικού, John Philip Sousa (1854-1932). Είναι το γνωστό Sousaphone και µπορεί να υπάρξει εκτός από µεταλλική καµπάνα, και µε

καµπάνα φίµπεργκλας 26in..

Μια στρατιωτική µπάντα 24 ατόµων, περιέχει δύο τούµπες και µια µεγάλη µπάντα θα περιέχει τέσσερεις, εκ των οποίων δύο Εb και δύο Βb. Παίζουν πάντα την µπάσο

γραµµή και συγκεκριµένα οι Bb παίζουν µια οκτάβα χαµηλότερα.

Χαρακτηριστικά στοιχεία της στρατιωτικής µπάντας

H στρατιωτική µπάντα, αποτελεί µια ορχηστρική οµάδα, µόνιµου στρατιωτικού προσωπικού, που εκτελεί τα µουσικά καθήκοντα των διαφόρων στρατιωτικών υπηρεσιών

της κάθε χώρας στην οποία ανίκει. Μια χαρακτηριστική στρατιωτική µπάντα, αποτελείται συνήθως από πνευστά και κρουστά µουσικά όργανα. Ο µαέστρος της µπάντας, φέρει συνήθως, τον τίτλο του

Bandmaster και σχεδόν πάντα είναι διαφορετικό πρόσωπο από αυτό του διοικητή της µπάντας.

Πιθανολογείται πως οι παλαιότερες στρατιωτικές µπάντες, ήταν οι Ευρωπαϊκές, που η ύπαρξή τους χρονολογείται από το 13ο αιώνα.

Η στρατιωτική µπάντα, θα πρέπει να διακατέχεται από πειθαρχία και να έχει επιβλητική παρουσία στις εµφανίσεις της κατά τις παρελάσεις. Επίσης το ρεπερτόριό της,

περιλαµβάνει τα εµβατήρια, τον εθνικό ύµνο και τα πατριωτικά τραγούδια της χώρας, αλλά και οτιδήποτε άλλο χρειαστεί. Παίζει εν στάση αλλά και σε παρέλαση.

Οι στρατιωτικές µπάντες, παίζουν επίσης ξεχωριστό ρόλο στις στρατιωτικές νεκρικές τελετές.

Υπάρχουν δύο ιστορικοί παραδοσιακοί τύποι στρατιωτικών µπαντών.

Ο πρώτος είναι στρατιωτική παραδοσιακή µπάντα. Αυτός ο τύπος µουσικής περιλαµβάνει τις σάλπιγγες (ή άλλα φυσικά όργανα όπως οι φυσικές σάλπιγγες ή τα φυσικά κόρνα), γκάϊντες, ή πίκκολα και σχεδόν όλα τα τύµπανα. Αυτός ο τύπος

µπάντας, χρησιµοποιήθηκε για να εξυψώσει το ηθικό στα στρατεύµατα, στο πεδίο της µάχης, καθώς επίσης και για την ψυχαγωγία τους. Μετά από την εκσυγχρόνηση των πνευστών οργάνων, όπως η τροµπέτα ή η οικογένεια των σαξοκόρνων και των

φλικόρνων, διαµορφώθηκε ένας δεύτερος τύπος µπάντας, που συµπεριλάµβανε όλα σχεδόν τα νέα όργανα καθώς και τα ξύλινα πνευστά.

Ο όρος "στρατιωτική µπάντα" δεν είναι εντούτοις, περιορισµένος µόνο στις εκδηλώσεις των στρατιωτικών σχηµατισµών, και ούτε απαραιτήτως υπονοεί ότι το σύνολο είναι µια

ορχήστρα πνευστών που πραγµατοποιεί µόνον παρελάσεις. Η σωστή έννοια του όρου, είναι ότι όταν αναφερόµαστε στην στρατιωτική µπάντα, εννοούµε ένα στρατιωτικό µουσικό σύνολο, που περιλαµβάνει ξύλινα και χάλκινα

πνευστά, καθώς και κρουστά, και αποτελεί το χαρακτηριστικό µουσικό συµπλήρωµα των µεγάλων στρατιωτικών σχηµατισµών.

Πρέπει ακόµα να τονίσουµε, πως υπάρχουν και οι φαµφάρες, που αποτελούνται από όλα τα όργανα της µπάντας, εκτός από τα ξύλινα. Θα πρέπει να καταλάβουµε ότι είναι

διαφορετικοί τύποι µπάντας µεταξύ τους, και να µην τους συγχέουµε. Επίσης, υπάρχει µια ουσιαστική διαφορά, µεταξύ των όρων "στρατιωτική µπάντα

παρελάσεως" και "µπάντα συναυλίας" (ή "συµφωνική µπάντα"). Η συµφωνική µπάντα, µπορεί να αποδώσει τα κοµµάτια που παίζει η µπάντα

παρελάσεως, αλλά είναι µεγαλύτερη σε αριθµό εκτελεστών και κατέχει µεγαλύτερο ρεπερτόριο (συνήθως µη στρατιωτικό), που περιλαµβάνει όλα τα συµφωνικά όργανα,

ενοργανωµένα για µπάντα.

Η παλαιότερη βρετανική στρατιωτική µπάντα, είναι η µπάντα του βασιλικού πυροβολικού, που έχει την ιδιαιτερότητα, οι µουσικοί της να έχουν διπλό ρόλο, έχοντας

την δυνατότητα να εκτελέσουν από δυο πνευστά όργανα ο κάθε µουσικός. Η µπάντα αυτή, εµφανίστηκε το έτος 1557 στη µάχη του ST Quentin, και

επισηµοποιήθηκε σαν κανονική στρατιωτική µπάντα το 1762. Ιεραρχικά αποτελεί την ανώτερη µπάντα του βρετανικού στρατού. Μια ασυνήθιστη εθιµοτυπική λεπτοµέρεια της µπάντας, είναι ότι όλοι οι µουσικοί της, φέρουν ξίφος. Τα ξίφη της αποτελούν έθιµο, που έχει τις ρίζες του στην πρώτη απονοµή από το δούκα του Κεντ, ο οποίος ήταν πατέρας

της βασίλισσας Βικτωρίας. Όταν παιανίζουν όλες οι στρατιωτικές µπάντες ενωµένες σε µια µεγάλη µπάντα, αυτή του πυροβολικού,τοποθετείται δεξιά του συνόλου, και απέναντι από εκείνες του ιππικού

και των γρεναδιέρων.

Στο Ηνωµένο Βασίλειο, οι ενωµένες στρατιωτικές µπάντες, εµφανίζονται στο «trooping

the color», µια ετήσια τελετή που πραγµατοποιείται κάθε Ιούνιο, προς τιµή των εορτασµών, των γενεθλίων της βασίλισσας . Οι ενωµένες στρατιωτικές µπάντες,

διαδραµατίζουν έναν πολύ σπουδαίο ρόλο σε αυτήν την τελετή.

Στην στρατιωτική µπάντα, και εν συνεχεία στην µπάντα γενικότερα, υπάρχει µια ιεραρχία, σχετικά µε τον σχηµατισµό της και την τελική θέση που καταλαµβάνει το κάθε

όργανο µέσα στην µπάντα, έτσι ώστε να υπάρχει ισορροπία στο γενικό ηχητικό αποτέλεσµα.

Έτσι λοιπόν θα πρέπει οι κορνέτες µε τον οξύτερο ήχο και την καµπάνα που κοιτάζει µπροστά, να τοποθετηθούν πίσω από τα εµφώνια µε τις χαµηλότερες συχνότητες και την καµπάνα που κοιτάζει προς τα πάνω , έτσι ώστε να ακούγονται ισορροπηµένα και τα δυο

όργανα από µακριά. Επίσης θα πρέπει τα τροµπόνια να µην έχουν κάποιο εµπόδιο µπροστά τους, για να µπορούν οι εκτελεστές τους, να παίζουν άνετα.

Τα ξύλινα θα πρέπει να είναι στην µια άκρη της µπάντας, για να µην τα ‘πνίγουν’ τα υπόλοιπα όργανα. Με αυτό το σκεπτικό θα πρέπει να τοποθετηθούν στην αρχή ή στο τέλος της µπάντας, για να µπορεί να ξεχωρίσει ο πιο λεπτός και αδύναµος ήχος τους, σε

σχέση µε τα δυνατότερα χάλκινα.

Με αυτές λοιπόν τις σκέψεις, παρουσιάζουµε παρακάτω, την θέση που τοποθετούν το κάθε µουσικό όργανο, στην µπάντα τους, οι βρετανοί.

Γενικός σχηµατισµός

Αυτός είναι ο σχηµατισµός που χρησιµοποιείται από το βρετανικό στρατό και τη βασιλική Πολεµική Αεροπορία. Οι µπάντες του ιππικού επίσης χρησιµοποιούν αυτόν τον σχηµατισµό µε τη βασική διαφορά, ότι χρησιµοποιούν µόνο δυο κλασικά τύµπανα

πάνω στο άλογο και ακριβώς πίσω από τον αρχιµουσικό. ∆εν χρησιµοποιούν άλλα κρουστά.

Σάλπιγγες (προαιρετικά)

Τροµπόνια Εµφώνια Τούµπες

Κορνέτες-φλικόρνα Κρουστά (ταµπούρο, κάσα, κύµβαλα, λίρα (προαιρετικά)

Κόρνα-αλτικόρνα Σαξόφωνα (σοπράνο, άλτο, τενόρε, βαρύτονο) – φαγκότο

Κλαρινέτα Όµποε – φλάουτα - πίκκολο

Σώµατα των τυµπανιστών (µπάντες στρατού ξηράς)

Ταµπούρο Κάσα

Κύµβαλα Φλάουτα

Λίρα (προαιρετικά)

Μπάντα µε γκάϊντες (βασιλικό σύνταγµα της Σκωτίας και άλλων στρατιωτικών σωµάτων)

Γκάϊντες Ταµπούρο Κάσα

Σύνθεση των βρετανικών µπαντών του ιππικού και πυροβολικού στρατού, όταν παρελάζει η µπάντα πάνω σε άλογα.

Ένα ζεύγος κλασικά τύµπανα Σάλπιγγες Τούµπες

Εµφώνια – βαρύτονα Τροµπόνια (συνήθως µε βαλβίδες)

Κορνέτες Σαξόφωνα – φαγκότο

Ξύλινα

Σύνθεση της µπάντας του βασιλικού Ναυτικού

Τύµπανα σχηµατισµών Σάλπιγγες

Κρουστά (ταµπούρο, κάσα, κύµβαλα, λίρα (προαιρετικά) Τροµπόνια Τούµπες

Εµφώνια – αλτικόρνα Κόρνα

Σαξόφωνα Κορνέτες – φλικόρνα Ξύλινα - φαγκότο

Καταλήγοντας, παρατηρούµε ότι σε όλες τις βρετανικές µπάντες, η σύνθεση είναι σχεδόν ίδια, µε µερικές µικρές αλλαγές, που πραγµατοποιούνται καθαρά για τεχνικούς λόγους. Τα τροµπόνια σχεδόν πάντα τοποθετούνται µπροστά, λόγω τις ιδιαιτερότητας τους, αφού

πρέπει να έχουν ελεύθερο χώρο για να µπορούν να παίξουν άνετα οι εκτελεστές. Οι τούµπες και τα βαρύτονα, τοποθετούνται πίσω στην δεύτερη γραµµή, γιατί λόγω του σχήµατός τους, ο ήχος φεύγει προς τα πάνω, και λόγω των χαµηλών συχνοτήτων τους, είναι αρκετά πιο αργός σε σχέση µε τις ‘ταχύτερες’ κορνέτες. Οπότε τα τοποθετούµε στις πρώτες θέσεις, για να µην έχουµε απώλειες, όταν η µπάντα παίζει σε εξωτερικό χώρο.

Τα κόρνα επίσης ακολουθούν το ίδιο σκεπτικό. Τα κρουστά, θα πρέπει υποχρεωτικά, να τοποθετούνται στη µέση της µπάντας, έτσι ώστε

να έχουν όλοι οι εκτελεστές, την αίσθηση του ρυθµού. Πίσω τοποθετούνται τα σαξόφωνα και οι κορνέτες µε τον δυνατό και διαπεραστικό τους ήχο. Ο ήχος των κορνετών, αντανακλάται πάνω στους µπροστινούς µουσικούς, και δεν γίνεται ενοχλητικός σκεπάζοντας ολόκληρη την µπάντα, που πρόκειται να συµβεί σε

κάποια λανθασµένη περίπτωση που θα µπορούσαν να τοποθετηθούν στην πρώτη γραµµή τα συγκεκριµένα όργανα.

Τέλος, έρχονται τα πιο χαµηλόφωνα ξύλινα, που και αυτός είναι ο λόγος που τα τοποθετούµε τελευταία. Συνήθως τα ξύλινα, πραγµατοποιούν φιγούρες µέσα στα εµβατήρια, και τοποθετώντας τα πίσω, πετυχαίνουµε µια κατάσταση dolby saround.

Με αυτή την ταχτική, καταφέρνουµε, να ακούγονται όλα τα όργανα οµοιόµορφα, χωρίς να σκεπάζει ο ένας τον άλλον, και χωρίς να χρειάζεται απλά να περάσει το κάθε όργανο

από µπροστά µας για να το ακούσουµε.

Νίνος Γεράσιµος του Σπυρίδωνος

[email protected]