b i Ω m a t i k h Δ Ρ Α Σ Η (p r o j e c...

66
B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T) ΘΕΜΑ: ΚΡΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Υλοποιήθηκε από τα τμήματα Β2,Β4,Β5,Β6 ,Β1,Β3του 13 ου Γυμνάσιου Ηρακλείου Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Παπαδουλάκη Καλλιόπη Στο πλαίσιο της βιωματικής δράσης κρητική παράδοση οι μαθητές είχαν την ευκαιρία να ασχοληθούν με τα επιμέρους θέματα, όπως τη κρητική ανδρική και γυναικεία φορεσιά, την προέλευση και την εξέλιξη της, την κρητική Μουσική και τη κρητική Λύρα, την προέλευση και την σημασία των κρητικών παραδοσιακών χορών, της κρητικής μαντινάδας, τι σημαίνει για τον κρητικό το κρητικό μαχαίρι και την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος και οι γλωσσικές επιρροές της, ήταν επίσης μέρος της βιωματικής δράσης. H κρητική διατροφή και τα κρητικά προϊόντα όπως το ελαιόλαδο ήταν επίσης θέμα συζήτησης και εξαιρετικού ενδιαφέροντος από τους μαθητές. Οι μαθητές κατά την διάρκεια του PROJECT είχαν την ευκαιρία να συλλέξουν πληροφορίες να τις παρουσιάσουν και να τις συζητήσουν στη τάξη, να παρακολουθήσουν σχετικά VIDEO και ενημερωτικά Ντοκιμαντέρ να χορέψουν παραδοσιακούς χορούς στο χώρο του σχολείου, να ακούσουν κρητική Μουσική, να μιλήσουν την παραδοσιακή κρητική διάλεκτο. Δυστυχώς δεν υλοποιήθηκαν δράσεις όπως η επίσκεψη στο λαογραφικό μουσείο λόγο ελλείψεως χρόνου, η αλλαγή τμημάτων κάθε τρίμηνο δεν βοήθησε καθόλου.

Upload: others

Post on 05-Jul-2020

1 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

Page 1: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)

ΘΕΜΑ: ΚΡΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Υλοποιήθηκε από τα τμήματα Β2,Β4,Β5,Β6 ,Β1,Β3του 13ου Γυμνάσιου Ηρακλείου Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Παπαδουλάκη Καλλιόπη Στο πλαίσιο της βιωματικής δράσης κρητική παράδοση οι μαθητές είχαν την ευκαιρία να ασχοληθούν με τα επιμέρους θέματα, όπως τη κρητική ανδρική και γυναικεία φορεσιά, την προέλευση και την εξέλιξη της, την κρητική Μουσική και τη κρητική Λύρα, την προέλευση και την σημασία των κρητικών παραδοσιακών χορών, της κρητικής μαντινάδας, τι σημαίνει για τον κρητικό το κρητικό μαχαίρι και την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος και οι γλωσσικές επιρροές της, ήταν επίσης μέρος της βιωματικής δράσης. H κρητική διατροφή και τα κρητικά προϊόντα όπως το ελαιόλαδο ήταν επίσης θέμα συζήτησης και εξαιρετικού ενδιαφέροντος από τους μαθητές. Οι μαθητές κατά την διάρκεια του PROJECT είχαν την ευκαιρία να συλλέξουν πληροφορίες να τις παρουσιάσουν και να τις συζητήσουν στη τάξη, να παρακολουθήσουν σχετικά VIDEO και ενημερωτικά Ντοκιμαντέρ να χορέψουν παραδοσιακούς χορούς στο χώρο του σχολείου, να ακούσουν κρητική Μουσική, να μιλήσουν την παραδοσιακή κρητική διάλεκτο. Δυστυχώς δεν υλοποιήθηκαν δράσεις όπως η επίσκεψη στο λαογραφικό μουσείο λόγο ελλείψεως χρόνου, η αλλαγή τμημάτων κάθε τρίμηνο δεν βοήθησε καθόλου.

Page 2: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

ΓΛΩΣΣΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ

Η Ελληνική γλώσσα μιλιέται στην Κρήτη μετά την κάθοδο των Αχαιών (περίπου μετά το 1450 π.χ.). Ποια γλώσσα μιλούσαν κατά την μινωική εποχή δεν έχει γίνει ακόμη γνωστό, αφού δεν έχουν διαβαστεί ακόμη τα σωζόμενα γραπτά μνημεία. Ο Όμηρος μας πληροφορεί (στο τ της Οδύσσειας) πως στην Κρήτη κατοικούσαν Ετεοκρήτες, Πελασγοί και Κύδωνες, Αχαιοί και Δωριείς. Ετεοκρήτες ονομάζονταν οι γηγενείς κάτοικοι του Νησιού, οι Μινωίτες, οι οποίοι μετά την κάθοδο των Δωριέων κατέφυγαν και περιορίστηκαν στο ανατολικό άκρο της Κρήτης. Στην αρχαία πόλη Πραισό που βρισκόταν στην περιοχή της Σητείας έχουν βρεθεί επιγραφές γραμμένες με ελληνικούς χαρακτήρες σε μια γλώσσα που οι ειδικοί ονομάζουν ετεο κρητική και πιθανόν να είναι ένα προελληνικό κρητικό ιδίωμα. Από τότε λοιπόν αφού έμεναν στο νησί πέντε διαφορετικά φύλα, τα ελληνικά της Κρήτης θα είχαν διάφορους ιδιωματισμούς ποικίλης προέλευσης. Εξʼ άλλου ο Όμηρος χαρακτηρίζει τη γλώσσα που μιλιέται στο νησί «μεμιγμένη». Με το πέρασμα του χρόνου επικράτησε η δωρική διάλεκτος, η λεγόμενη «αυστηρά δωρική». Σʼ αυτήν είναι γραμμένη η επιγραφή της Γόρτυνας (5ος αιώνας π. Χ.). Η διάλεκτος αυτή μιλιόταν στην Κρήτη μέχρι τους πρώτους αιώνες μ. Χ., μέχρι δηλαδή της επικράτηση της αλεξανδρινής ή ελληνιστικής κοινής. Μέχρι το 14ο αιώνα μ. Χ. δεν υπάρχουν γραπτά μνημεία ώστε να ξέρουμε πως μιλούσαν οι Κρητικοί μετά της επικράτηση της ελληνιστικής κοινής. Αλλά οι δωρισμοί και τα αρχαϊκά λεξιλογικά στοιχεία, στα τοπωνύμια κυρίως, αποδεικνύουν πως η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ να μιλιέται στο νησί.. Κατά την περίοδο της ενετοκρατίας έχομε γραπτά κείμενα από τις αρχές του 14ου αιώνα. Τα κυριότερα λογοτεχνικά κείμενα σε κρητική διάλεκτο είναι, όπως είναι γνωστό, τα έργα της «Κρητικής σχολής» των δυο τελευταίων αιώνων της ενετοκρατίας. Στην ιστορία της νεοελληνικής διαλεκτολογίας η Κρήτη κατέχει ιδιαίτερη θέση, η οποία οφείλεται όχι τόσο στη φύση της διαλέκτου της και των γλωσσικών χαρακτηριστικών, αλλά κυρίως στη σχέση της με τη λογοτεχνία. Κατά τον 16ο και 17ο μ.Χ. αιώνα, περίοδο που είναι γνωστή και ως «Κρητική Αναγέννηση» η γλώσσα της κρητικής λογοτεχνίας έπαιξε το ρόλο μιας κρητικής κοινής γλώσσας, σχετικά με τα κρητικά ιδιώματα. Η Κρήτη δηλαδή κατά τον Α. Μirambel δημιούργησε μια ιδιωματική κοινή γλώσσα στην οποία η νεοελληνική κοινή αλλά και η λογοτεχνία του σύγχρονου ελληνισμού οφείλει πολλά. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας μπορούμε να παρακολουθήσομε την εξέλιξη της διαλέκτου κυρίως από τα δημοτικά τραγούδια (μαντινάδες, ριζίτικα, ρίμες κ.τ.λ.) και από κάποια δικαιοπρακτικά έγγραφα. Η κρητική διάλεκτος κατά την άποψη όλων των διακεκριμένων επιστημόνων, οι οποίοι τη μελετούν συστηματικά, είναι από τις πιο

Page 3: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

ενδιαφέρουσες τοπικές μορφές της γλώσσας μας, με πολλά αρχαϊκά στοιχεία στο λεξιλόγιο, στη μορφολογία και στη σύνταξη. Ο συντηρητικός της χαρακτήρας συνετέλεσε ώστε να διατηρηθούν παλαιότερες μορφές της γλώσσας μας (κλασική, Βυζαντινή) γι΄ αυτό η γνώση της κρητικής διαλέκτου βοηθά πολλές φορές στη επίλυση διαφόρων προβλημάτων ετυμολογικών κ.ά. της κοινής νεοελληνικής. Μάλιστα όπως υποστηρίζουν νεώτεροι μελετητές πολλές λέξεις των ομηρικών επών που δεν μαρτυρούνται στην αττική πεζογραφία, επιβίωσαν στις ελληνικές διαλέκτους. Μια απʼ αυτές είναι και η κρητική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η λέξη αλισάχνη, η οποία στην κρητική διάλεκτο σημαίνει το λεπτό αλάτι που μένει στα κοιλώματα των βράχων της παραλίας, όταν εξατμιζόταν το θαλασσινό νερό, αλλά και το πολύ αλμυρό π.χ. πολύ αλάτσι ήβαλες στο φαΐ κι εγίνηκε αλισάχνη. Η λέξη προέρχεται από το αλός άχνη ( = αφρός της θάλασσας) και απαντά στην Οδύσσεια (ε 403) «είλυτο δε πανθʼ άλός άχνη» και στην Ιλιάδα(Δ 426) «Ως δ΄ ότε κύμα θαλάσσης, μεγάλα βρέμει, αμφί δε τ`άκρας κυρτόν εόν κορυφούται, αποπτύει δʼ αλός άχνην» Έτσι και η λέξη πέζα διασώθηκε στις νεοελληνικές διαλέκτους, ενώ δεν απαντά στην αττική διάλεκτο, που την συναντούμε στο Ω 272 της Ιλιάδας «πέζη επί πρώτη» και στα σύνθετα αργυρόπεζα (επίθετο της Θέτιδας) κυανόπεζα (επίθετο τραπεζιού). Το απλό πέζα (ομόριζο του ποδ-) δεν απαντά στην αττική διάλεκτο, ενώ επιβιώνει στην Κρήτη και σε μερικά νησιά του Αιγαίου. Στην κρητική διάλεκτο η λέξη πέζα σημαίνει τον απόκρημνο βράχο των βουνών, κάτι σα σκαλοπάτι στο γκρεμό, όπου κατεβαίνουν οι αίγες, για να βοσκήσουν. «εκατέβηκε η αίγα στην πέζα να φάει χόρτα και δε μπορεί να ξαναβγεί». Στην κοινή νεοελληνική επιβιώνει με τα παράγωγα πεζούλα, πεζούλι, πεζουλάκι. Πέρα όμως από τις ομηρικές λέξεις που είναι σπανιότερες ένα τεράστιο πλήθος λέξεων έρχονται κατʼ ευθείαν από τα αρχαία ή τα μεταγενέστερα βυζαντινά ελληνικά. Συστηματική καταγραφή τους δεν έχει γίνει ακόμη και δυστυχώς πολλές απ΄ αυτές χάνονται με το πέρασμα του χρόνου. Ενδεικτικά θα αναφέρω μερικές. Το ρήμα παίζω (από το αρχ. παίω = κτυπώ) διατηρεί την ίδια σημασία. Ήπαιξέ ντου ένα σκαμπίλι μα τού ʽβγαινε». Αλλά και «παίζει τη γ-καμπάνα» ή «παίζει του λαγού». Το ρήμα ρέγομαι (αρχ. ορέγομαι) και θαμάζομαι, το οποίο μάλιστα διατηρεί τη σημασία του απορώ, εκπλήσσομαι, όπως φαίνεται καθαρά στα τραγούδια και τις μαντινάδες της Κρήτης.

«Πως ρέγομαι να σε θωρώ τσι ράπες φορτωμένη να `σαι του ήλιου κόκκινη και του φιλιού γραμμένη»

«Θαμάζομαι η μάνα σου πώς δε μ-πετά στα νέφη τέθοιο σγουρό βασιλικό απού `χει κι ανεθρέφει».

«Λουλούδι σʼ είχα στη γ-καρδιά και γίνηκες αγκάθι κι ο κόσμος το θαμάζεται η αγάπη πώς εχάθη».

Ανεστορούμαι και ανεστορίζω που σημαίνει θυμούμαι και διηγούμαι (από το

Page 4: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

αρχ. ανιστορέω). « Όντε δα σʼ ανεστορηθώ α γεύγομαι σκολάζω κι αν είμαι και με συντροφιά κλαίω κι αναστενάζω». Πολλές φορές άκουγα από τη γιαγιά αλλά και από τη μητέρα μου τη φράση «εσάβαξε το σπίτι», δηλαδή σείστηκε το σπίτι. Δε μπορούσα όμως να ξέρω τότε ότι επρόκειτο για το αρχαίο ρήμα σαβάζω το σχετικό με τη λατρεία του Βάκχου, ο οποίος στη Φρυγία της Μ. Ασίας λεγόταν Σαβάζιος. Ίσως από τη θορυβώδη αυτή λατρεία το ρήμα κατέληξε να σημαίνει προξενώ μεγάλο θόρυβο, σείομαι και μετακινούμαι. «Όλη νύχτα εκοιμούντανε και δεν εσάβαξε» (δε σάλεψε καθόλου). Η αρχ. ελληνική λέξη όμβρος έγινε ομπρά και το ομβρέω, ομπριώ. «Εγόρασα ένα θραψανιώτικο σταμνί απού κρατεί το νερό κρυγιό μα ομπρεί», (δηλαδή δεν είναι στεγανό, βγάζει νερό από την εξωτερική επιφάνειά του). Η δρόσος επιβιώνει στην κρητική διάλεκτο αλλά με τη σημασία επιθέτου και μόνο στην ονομαστική. «Ήκοψα δυο απίδια και τά ʽφαγα κι ήτονε δρόσος» (πολύ δροσερά). Λέγεται και δροσά με τη σημασία επιρρήματος «Όλη μέρα δεν ήβαλα στο στόμα μου δροσά» (δεν έφαγα τίποτα). Απαντάται όμως και σε πολλά άλλα παράγωγα και σύνθετα . π.χ. Δροσούλα, δροσερεύγω (δροσίζομαι), δροσάπιδο, δροσοκοκαλιάζω (δροσίζομαι ως το κόκαλο), δροσοποτά (ως απρόσωπο ρήμα, σημαίνει πως το μέρος είναι δροσερό). Από την ίδια λέξη προέρχεται και το δροσερικό (το δροσερό φρούτο, κυρίως το αγγούρι). «Έλα μπρε να σου δώσω ένα δροσερικό απού το `κοψα ίδια εδά απ΄το περβόλι». Αλλά και μεταφορικά η δροσοπεζούλα σημαίνει το καθησιό, τα ην ξάπλα, όπως φαίνεται από τη λαϊκή ρήση «όποιος τον ύπνο αγαπά και τη δροσοπεζούλα, πολλά καλά λιγώνεται η γι-έρημή ντου γούλα». Πρόσφατα, σε μια επίσκεψή μου στο χωριό Γκαγκάλες, άκουσα μια ηλικιωμένη γυναίκα να χρησιμοποιεί το αρχαίο ρήμα συνεικάζω, που σημαίνει συγκρίνω. «Εγώ τον ε-συνείκασα και μου φάνηκε πως είναι απού το σόι μας» μου είπε. Θα αναφερθώ ακόμη στη λέξη πουργός ή προυγός και προυγεύγω. Που να φανταστεί κανείς πως ο ταπεινός πουργός, δηλαδή ο βοηθός του χτίστη που μετέφερε λάσπη και άλλα υλικά, έχει σχέση με τον υπουργό; Κι όμως αυτή είναι η πρώτη σημασία της λέξης στην αρχ. ελληνική. Ο αρχαίος υπουργός ήταν ο υπηρέτης, ο βοηθός κάποιου. Ο ιστορικός Πολύβιος (2ος αι. π.Χ.) αναφερόμενος στον κολοσσό της Ρόδου, λέει «Πτολεμαίος επηγγείλατο, εις την του κολοσσού κατασκευήν τάλαντα τρισχίλια, οικοδόμους εκατόν, υπουργούς τριακοσίους και πεντήκοντα». Τη λέξη διασώζει στα «Δίφορά» του ο αείμνηστος Κ. Φραγκούλης.

«Μιαν εκκλησάν εχτίζανε σ΄ένα περιθαλάσσι μα αποβραδίς τελεύγουν τη και το πρωί χαλούσε.

Χλίβεται ο πρωτομάστορας χλίβουνται κι οι μαστόροι κι απορημένοι στέκουνται πουργοί και πετροκόποι»

Επίσης αντί των κοινών κατσίκα, κρεβάτι, λάσπες, οι κρητικοί διατήρησαν τα αρχαϊκά: αίγα, κλίνη, πηλά. Αλλά και στη σύνταξη διατηρήθηκαν πολλά από τα γνωρίσματα της αρχ. ελληνικής, όπως π.χ. η αντίστροφη θέση της αντωνυμίας ως προς το ρήμα. Ήφερά σου, παρακαλώ σε, λέω σου ( αντί σου έφερα, σε παρακαλώ κ.τ.λ.). Όπως διαπιστώνουμε λοιπόν, η κρητική διάλεκτος, εκτός από τον πλούτο του λεξιλογίου, την πολυσημία των λέξεων, τον εκπληκτικό αριθμό των συνωνύμων, διατηρεί και την αρχαϊκότερη

Page 5: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

μορφή μεγάλου πλήθους λέξεων και βρίσκεται πλησιέστερα στις παλαιότερες φάσεις της ελληνικής και συγκεκριμένα στη μεταγενέστερη φάση της ελληνιστικής και στη βυζαντινή. Αποτελεί επομένως ένα κρίκο ανάμεσα στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας και στις παλαιότερες εκείνες μορφές της. Όμως εκτός από τους ειδικούς επιστήμονες, για τους οποίους η μελέτη της είναι πολύ χρήσιμη, πρέπει και μεις και κυρίως οι νεότεροι, όποτε μπορούμε, να την μελετούμε γιατί αποτελεί σημαντικότατο μέρος της παράδοσής μας.

Η κρητική λύρα

Η κρητική λύρα είναι τρίχορδο, τοξωτό, απιδόσχημο μουσικό όργανο, που κατέχει κεντρική θέση στην παραδοσιακή μουσική της Κρήτης και άλλων νησιών του Αιγαίου και των Δωδεκανήσων. Θεωρείται η πλέον δημοφιλής παραλλαγή της βυζαντινής λύρας που χρησιμοποιείται σήμερα.

Προέλευση

Η κρητική λύρα προσομοιάζει έντονα τη βυζαντινή λύρα, που αποτελεί τον πρόγονο πολλών ευρωπαϊκών τοξωτών εγχόρδων και είναι αντίστοιχη του ρεμπάμπ, που έχαιρε δημοφιλίας την ίδια εποχή στις Ισλαμικές αυτοκρατορίες. Ο Ibn Khordadbeh, Πέρσης γεωγράφος του 9ου αιώνα, στη λεξικογραφική του μελέτη των μουσικών οργάνων, αναφέρει τη λύρα ως ένα τυπικό όργανο των Βυζαντινών μαζί με τα urghun (ὄργανον), shilyani (μάλλον κάποιο είδος άρπας ή λύρας) και salandj (μάλλον κάποιος άσκαυλος).

Η βυζαντινή λύρα διαδόθηκε προς δυσμάς στην Ευρώπη με ασαφή εξέλιξη: χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Ιταλική lira da braccio, τοξωτό έγχορδο του 15ου αιώνα, που πιθανόν να υπήρξε ο προκάτοχος του σύγχρονου βιολιού. Η χρήση τοξωτών εγχόρδων, παρόμοιων της κρητικής λύρας και άμεσων διαδόχων της βυζαντινής συνεχίστηκε σε πολλές περιοχές της βυζαντινής αυτοκρατορίας ακόμα και όταν αυτή αποτέλεσε παρελθόν, φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας με μικρές διαφοροποιήσεις. Παραδείγματα τέτοιων οργάνων αποτελούν η Γκαντούλκα στη Βουλγαρία, η τοξωτή Λύρα Καλαβρίας στην Ιταλία και η Πολίτικη λύρα στην Κωνσταντινούπολη της Τουρκίας.

Λαμβάνοντας υπ' όψη την περίοδο που πρωτοεμφανίστηκαν τοξωτά έγχορδα στην Κρήτη, υπάρχουν τέσσερεις απόψεις:

1. Η βυζαντινή λύρα εισήχθη μετά το 961 μ.Χ., όταν το νησί επανακαταλήφθηκε από τη Βυζαντινή αυτοκρατορία έπειτα από αραβική κατοχή, με στρατιωτική επέμβαση του Νικηφόρου Φωκά. Εκείνη την περίοδο εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη οικογένειες αριστοκρατών από την Κωνσταντινούπόλη με σκοπό την ενίσχυση του ελληνικού στοιχείου και την αναπλήρωση του πληθυσμού. Με

Page 6: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

αυτή την κίνηση υιοθετήθηκαν από τον εντόπιο πληθυσμό βυζαντινές παραδόσεις από την Κωνσταντινούπολη.

2. Η λύρα εισήχθη στο νησί από τα Δωδεκάνησα, αρχίζοντας να διαδίδεται από τη Σιτία που, ευρισκόμενη στο ανατολικό άκρο της Κρήτης, ήταν γειτονική με τα νησιά Κάσο και Κάρπαθο. Αυτό συνέβη μάλλόν κατά το 12 αιώνα. Την άποψη αυτή ενισχύει το γεγονός πως, σύμφωνα με τις πηγές, η βυζαντινή λύρα έχαιρε ιδιαίτερης δημοφιλίας στη Σιτία.

3. Η λύρα εισήχθη σταδιακά στος παραδόσεις του νησιού ως δημοφιλές στοιχείο της βυζαντινής μουσικής παράδοσης, όπως με παρόμοιο τρόπο εισήχθη και σε άλλες περιοχές (π.χ. η Lira da Braccio και η Λύρα Καλαβρίας στην Ιταλία και η Γκαντούλκα στη Βουλγαρία).

4.

5.

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση η λύρα εξελίχθηκε στην Κρήτη. Πιθανότατα αποτελεί μια εξέλιξη του αρχαίου ρεμπεπ που έφτασε στο νησί μέσω των θαλάσσιων δρόμων κάποια στιγμή τον πρώιμο μεσαίωνα. Κατά την εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά μαζί με τον όγκο των λαφύρων που μεταφέρθηκαν από την Κρήτη στην Κωνσταντινούπολη, το όργανο διαδόθηκε προς το βορρά. Σε αυτό συνηγορούν η απουσία οποιασδήποτε μουσικής παράδοσης με βάση την λύρα στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης, καθώς για να εξαχθεί κάποιο πολιτισμικό στοιχείο θα πρέπει πρώτα να ευδοκιμήσει στην υποτιθέμενη κοιτίδα του κάτι που δεν προκύπτει από πουθενά. Ενώ η παράσταση του δαιμόνιου με την λύρα, που αποτελεί το μοναδικό εύρημα στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης, είναι προφανώς φερτό λάφυρο, αφού ουδέ μια σχέση έχει με βυζαντινή τέχνη, η τεχνοτροπία είναι ελληνιστική και παραπέμπει στον νότο, ενώ η στάση του σώματος και η έκθεση της περιοχής των γενετικών οργάνων θα μπορούσε να έχει προκαλέσει την καταστροφή της παράστασης αν είχε εντοπισθεί κατά το μεσαίωνα, κάτι που προφανώς δεν συνέβη.

Με την πάροδο των αιώνων και ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας του νησιού, το βιολί άσκησε σημαντική επιρροή στη μουσική της Κρήτης, τόσο από οργανολογική όσο και από μουσική άποψη, φέρνοντας πρωτοφανείς αλλαγές στην οργανολογία, στη στιχουργία, στο χρονισμό, στη μουσική γλώσσα καθώς και στην πρακτική απόδοση των έργων, επεκτείνοντας και εμπλουτίζοντας τη συλλογή αυτών.

Page 7: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Είδη

Υπάρχουν τρία κύρια είδη Κρητικής λύρας:

1. το λυράκι, ένα μικρό μοντέλο λύρας, σχεδόν όμοιο με τη Βυζαντινή λύρα, που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για συνοδεία στους Κρητικούς χορούς.

2. η βροντόλυρα, που δίνει πολύ ισχυρό ήχο, ιδανική για μουσική υπόκρουση.

3. η κοινή λύρα, δημοφιλής στο νησί σήμερα. Προέκυψε από συνδυασμό του βιολιού με το λυράκι.

Η επιρροή του βιολιού προκάλεσε την αναμόρφωση πολλών χαρακτηριστικών της παλιάς μορφής της Κρητικής λύρας (λυράκι) στη σύγχρονη λύρα, όπως ο χρονισμός, η πρακτική απόδοση και το ρεπερτόριο των έργων. Το 1920 δημιουργήθηκε η βιολολύρα, σε μια προσπάθεια των εντοπίων κατασκευαστών οργάνων να προσδώσουν τον ήχο και τις τεχνικές δυνατότητες του βιολιού στο παλαιό βυζαντινό λυράκι. Είκοσι χρόνια αργότερα, ένας νέος συνδυασμός του βιολιού με το λυράκι είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της κοινής λύρας. Άλλα είδη περιλαμβάνουν την τετράχορδη λύρα.

Το 1990, ο ιρλανδικής καταγωγής Ρος Ντέιλι σχεδίασε ένα νέο είδος κρητικής λύρας που ενσωματώνει στοιχεία από το λυράκι, τη Βυζαντινή λύρα και το Ινδικό sārangī. Το αποτέλεσμα ήταν μια λύρα με τρεις χορδές εκτέλεσης, των 29 εκατοστών σε μήκος (όπως και της κανονικής Κρητικής λύρας), και 18 βοηθητικές χορδές που συνηχούν σε ινδικής κοπής γέφυρες Jawari (ο αριθμός βοηθητικών χορδών αργότερα αυξήθηκε στις 22).

Κατασκευή

Η λύρα έχει σώμα με απιδόσχημο ή ελλειπτικό καπάκι. Συνήθως έχει δυο μικρές ημικυκλικές τρύπες για το ηχείο. Σώμα και λαιμός σκαλίζονται από το ίδιο κομμάτι ξύλο, που αφήνεται να παλιώσει για τουλάχιστον 10 χρόνια. Παραδοσιακά, προερχόταν από δέντρα που φύονταν στην νησί, κυρίως βελανιδιά, μουριά ή σφενδάμι, ενώ πλέον η ξυλεία γι' αυτό το σκοπό κυρίως εισάγεται.

Το καπάκι είναι επίσης σκαλιστό, με πιο ρηχή αψίδα και συνήθως είναι κατασκευασμένο από μαλακό ξύλο με ευθεία νερά. Παραδοσιακά κατασκευάζονταν από τις παλαιωμένες δοκούς κτιρίων (κατράνι) και, ιδανικά, από τις τριακοσίων ετών δοκούς των Ενετικών ερειπίων. Στο παρελθόν οι χορδές φτιάχνονταν από έντερα ζώων και το δοξάρι από τρίχα αλογοουράς. Το τόξο του δοξαριού ήταν συνήθως φορτωμένο με μια σειρά

Page 8: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

από σφαιρικές καμπάνες, τα γερακοκούδουνα, που παρείχαν ρυθμική υπόκρουση στη μελωδία. Σήμερα, οι περισσότερες λύρες παίζονται με δοξάρια βιολιού.

Χρονισμός

Το παλαιό μοντέλο της Κρητικής λύρας (λυράκι), είναι χρονισμένο σε 5-1-4. Ο εκτελεστής παίζει τη μελωδία στην πρώτη και την τρίτη χορδή, χρησιμοποιώντας τη δεύτερη χορδή για να συντηρεί βόμβο, όπως χρησιμοποιούνταν και οι Βυζαντινές λύρες από το 1190 μ.Χ. που βρέθηκαν σε ανασκαφές στο Novgorod.

Στη σύγχρονη λύρα η χορδή βόμβου έχει αντικατασταθεί από τρεις διαδοχικές χορδές (d-a-e'). Η σύγχρονη λύρα, κατά το σχεδιασμό του Σταγάκη, είναι χρονισμένη σε πέμπτα και, όπως και το βιολί, δε διαθέτει ειδικές χορδές βόμβου, ενώ όλες μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μελωδικές χορδές.

Σημερινή χρήση

Η Κρητική λύρα χρησιμοποιείται ακόμα ευρέως στην Κρήτη (βλέπε Κρητική μουσική), σε μερικά νησιά στα Δωδεκάνησα και στο Αιγαίο καθώς επίσης και σε περιοχές της βόρειας Ελλάδος.

Καλλιτέχνες

Φημισμένοι εκτελεστές είναι ο Ανδρέας Ροδινός, ο Θανάσσης Σκορδαλός, ο Κώστας Μουντάκης, ο Αντώνης Παπαδάκης (Καρεκλάς), ο Νίκος Ξυλούρης, ο Λεωνίδας Κλάδος, ο Ρος Ντέιλι, η Κέλι Τόμα (Kelly Thoma), ο Ζαχαρίας Σπυριδάκης, ο Πάρης Περυσινάκης, ο Δημήτρης Βακάκης, ο Γιάννης Μαραγκάκης, ο Γρηγόρης Αλυσσανδράκης, ο Στέλιος Πετράκης, ο Βασίλης Σκουλάς και ο Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης). Αξίζει να γίνει λόγος για το Γιάννη Κλαδάκη, καθώς με την ικανότητα του αναβιώνει την Κρητική λύρα στο νησί της Ρόδου, όπου πλέον η παράδοση της λύρας έχει χαθεί. Η Γεωργία Νταγάκη έγινε γνωστή συνοδεύοντας με λύρα τις συναυλίες του τραγουδιστή της Ροκ, Έρικ Μπάρντον (Eric Burdon).

Page 9: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Ιστορία της Λύρας

Η κρητική λύρα ανήκει στην κατηγορία των χορδόφωνων μουσικών οργάνων με

δοξάρι και έχει τις ρίζες της στην Ανατολή. Στην Kρήτη υπήρχαν δύο τύποι

λύρας.Tο αποκαλούμενο σήμερα λυράκι, που έδινε οξύ και διαπεραστικό ήχο

και η βροντόλυρα ή χοντρόλυρα, μεγαλύτερη σε μέγεθος, ιδανική για την

πολύωρη συνοδεία τραγουδιού. Aπό τους δύο τύπους αυτούς και την επιρροή

του βιολιού, προήλθε η σύγχρονη κοινή λύρα.Κατασκευάζεται από

μονοκόμματο ξύλο κάποιας ηλικίας (τουλάχιστον 10 ετών) και συνήθως

χρησιμοποιείται ασφένταμος, καρυδιά, μουρνιά, κ.α. Η σκάφη, το κοίλο σκαφτό

σώμα της λύρας λέγεται και καύκα ή καυκί. Το καπάκι (εμπρόσθιο μέρος) είναι

αυτό που επηρεάζει άμεσα τον ήχο του οργάνου και ιδανικό υλικό για την

κατασκευή του θεωρείται το κατράνι (υλικό ηλικίας άνω των 300 ετών που

προέρχεται από δοκάρια παλαιών κτισμάτων). Παλιά οι χορδές ήταν εντέρινες

και το δοξάρι είχε τρίχες από ουρά αλόγου που συνήθως έφερε μια σειρά από

σφαιρικά κουδουνάκια, τα λεγόμενα γερακοκούδουνα. Σήμερα που η λύρα

συνοδεύεται από άλλα μουσικά όργανα (λαούτο, κιθάρα κ.α.) χρησιμοποιείται

συνήθως δοξάρι βιολιού.

Η λύρα στον ελληνικό χώρο

Για να διερευνήσουμε τη χρονική αφετηρία της παρουσίας των εγχόρδων

Page 10: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

μουσικών οργάνων στην Κρήτη πρέπει να εξετάσουμε την παρουσία τους στον

ευρύτερο χώρο του Αιγαίου ή, ακόμη ευρύτερα, της ανατολικής Μεσογείου και

γενικά της βυζαντινής επικράτειας.

Συγκεκριμένα για τη λύρα γνωρίζουμε ότι από το 10ο αιώνα (901-1000 μ.Χ.)

υπήρχε ήδη στο βυζαντινό χώρο. Εκτός από τις παραστάσεις στο ανάγλυφο

ελεφάντινο βυζαντινό κιβωτίδιο του 10ου ή 11ου αιώνα που σώζεται στο

μουσείο της Φλωρεντίας και στα ιστορημένα (εικονογραφημένα) χειρόγραφα

του 11ου αιώνα, βαρύνουσα σημασία έχει και η αναφορά του Πέρση Ibn

Kurdadhbih προς το χαλίφη Al Mutamid, όπου, ανάμεσα σε άλλα βυζαντινά

όργανα, αναφέρει τη λύρα (“lura”), περιγράφοντάς την ως ξύλινο όργανο με

πέντε χορδές «όμοιο με το αραβικό ρεμπάμπ».

Η αναφορά αυτή, εκτός από την παλαιότητά της, είναι ιδιαίτερα σημαντική για

δύο ακόμη λόγους: πρώτον, γιατί αναφέρει την ελληνική ονομασία λύρα και,

δεύτερον, γιατί θεωρεί το συγκεκριμένο όργανο «όμοιο με το ρεμπάμπ» και όχι

προερχόμενο από το ρεμπάμπ. Αυτό δεν αποκλείει οπωσδήποτε την προέλευση

της βυζαντινής λύρας από τον αραβικό κόσμο, όμως πρέπει να διερευνηθεί η

ακριβής σχέση της τόσο με τα τοξωτά έγχορδα της Ανατολής (Ινδία και, στη

συνέχεια, Άραβες) όσο και με την αρχαία ελληνική λύρα. Το όνομα λύρα για το

συγκεκριμένο όργανο δεν εντοπίζεται μόνο στη μορφωμένη Κωνσταντινούπολη

(όπου θα μπορούσε να έχει άρπα), αλλά σε όλο τον ελληνικό χώρο, με εξαίρεση

την περιοχή δοθεί από λογίους σ’ ένα νεοεισαχθέν όργανο που τους θύμιζε

κάπως την αρχαία των Σερρών, όπου λεγόταν ζίγκα ή γκίγκα πιθανόν κατά

ξενική επίδραση (πάντως οι Τούρκοι ονομάζουν την ελληνική λύρα «ρουμ

κεμεντζέ», που σημαίνει ακριβώς «ρωμαίικη λύρα»):

«Για δώστε μου τη λύρα μου, το δόλιο μου δοξάρι,

να θυμηθώ τσ’ αγάπης μου, σήμερο τηνε χάνω».

Η άποψη του Κλοντ Φωριέλ ότι οι τυφλοί Έλληνες λαϊκοί ποιητές «τραγουδούν

παίζοντας με το δοξάρι ένα όργανο με χορδές που είναι ακριβώς η λύρα των

αρχαίων Ελλήνων, και που έχει διατηρήσει και το όνομα και τη μορφή. Η λύρα,

για να είναι πλήρης, πρέπει να έχει πέντε χορδές, αλλά συνήθως δεν έχει παρά

δύο ή τρεις, που οι ήχοι της, όπως εύκολα φαντάζεται κανείς, δεν είναι και

πολύ αρμονικοί…». Ο Φωριέλ γράφει το 1824 και θεωρεί αυτονόητα τη λύρα

ελληνικό μουσικό όργανο. Ο Γεώργιος Χατζηδάκις στο κεφάλαιο για την

καταγωγή της κρητικής λύρας του έργου του Κρητική Μουσική, αν και

αναγνωρίζει ότι «η σημερινή και η αρχαία λύρα από απόψεως κατασκευής

Page 11: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

παρουσιάζουν κατά βάσιν κοινά τινα τεχνικά γνωρίσματα», τα οποία περιγράφει

διεξοδικά (στο σχήμα, το ηχείο, τα κλειδιά –στριφτάλια, κ.τ.λ.), εντούτοις είναι

της άποψης ότι δεν πρόκειται για το ίδιο όργανο, κυρίως επειδή η αρχαία λύρα

ήταν νυκτό όργανο (παιζόταν με πλήκτρο, δηλ. πένα), ενώ η νεότερη τοξωτό, το

δε τόξο (δοξάρι) θεωρεί, όχι άδικα, προϊόν της ανατολής: τόσο η οικογένεια του

βιολιού όσο και η οικογένεια της λύρας έλκουν την καταγωγή τους από τις

Ινδίες. Ακόμη και την ινδιάνικη λύρα, που εκτίθεται στο Μουσείο Φυσικών

Επιστημών της Νέας Υόρκης, συνοδεύει σημείωμα ότι «το όργανο τούτο

μετεκομίσθη από τας Ινδίας εις την Αμερικήν» (η απώτερη καταγωγή των

ιθαγενών της Αμερικής θεωρείται ασιατική, οι πρόγονοί τους πέρασαν στην

αμερικανική ήπειρο μέσω του Βερίγγειου Πορθμού).

Σε κάθε περίπτωση δεν γνωρίζουμε πότε οι Βυζαντινοί άρχισαν να παίζουν

λύρα· ακόμη και αν δεν έχουμε να κάνουμε με μια παράδοση που συνεχίζεται

από την αρχαιότητα (και η νεότερη λύρα δεν είναι, αναπάντεχα, άμεσος

απόγονος της αρχαίας ελληνικής) αλλά ήρθε πράγματι από τον αραβικό κόσμο,

δε γνωρίζουμε πόσο παλαιότερα από το 10ο αιώνα συνέβη αυτή η πολιτισμική

«συναλλαγή». Τον 11ο αιώνα μ.Χ. τα τοξωτά έγχορδα είναι εξαπλωμένα σε όλη

τη μεσογειακή Ευρώπη και πιο ψηλά, ως τους Κέλτες και τις Βρετανικές

Νήσους. Σε γερμανικά χειρόγραφα του 12ου αιώνα η ονομασία διατηρείται:

lyra. Στην Ιταλία διατηρήθηκαν τα ονόματα Lira di braccio και Lira da gamba

έως και τον 16ο αιώνα. Η λύρα των Βυζαντινών σε παραλλαγές σχημάτων και

ονομάτων (fiddle, viele, viola, rebec, ribeca, rubeba), έγινε στην Ευρώπη το

κυριότερο έγχορδο κατά την περίοδο του Μεσαίωνα. Το 1484 ο Φλαμανδός

μουσικός Johannes Tinctoris έγραφε: «Η βιόλα όπως λένε, ανακαλύφθηκε από

τους Έλληνες».

το τόξο από την Κωνσταντινούπολη Σε ολόκληρο ώς την Κρήτη, που

περιλαμβάνει τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, έχουμε λύρα ως τα μέσα του

εικοστού αιώνα, οπότε η λύρα εκτοπίζεται από το βιολί. Λύρα έχουμε επίσης

στην Αγία Ελένη Σερρών (αναστενάρικη λύρα), όπου επικρατεί, όπως είπαμε, η

ονομασία ζίγκα ή γκίγκα· η λύρα εκείνη διαφέρει από τη βυζαντινή (την

πολίτικη) προδίδοντας ίσως περισσότερο τουρκικές επιδράσεις.

Η λύρα στην Κρήτη

Το κρητικό λυράκι είναι σχεδόν ίδιο με την πολίτικη λύρα, δηλαδή τη λύρα της

Κωνσταντινούπολης. Για την προέλευσή του πρέπει να αντιμετωπίσουμε δύο

πιθανές εκδοχές:

α. Τη λύρα έφεραν οι Άραβες, που παρέμειναν στην Κρήτη ως κατακτητές

Page 12: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

(προερχόμενοι από την Ισπανία) τα έτη 823-961 μ.Χ., και παρέμεινε στην

Κρήτη έκτοτε χωρίς διακοπή (αυτό θα σημαίνει ότι το αραβικό ρεμπάμπ της

εποχής εκείνης είναι μορφολογικά ίδιο με τη βυζαντινή λύρα).

β. Ήρθε στην Κρήτη από την Κωνσταντινούπολη, είτε (το πιθανότερο) από το

στρατό του Νικηφόρου Φωκά και τους Βυζαντινούς που ακολούθησαν είτε μέσω

Δωδεκανήσου, οπότε η είσοδός της στο νησί πρέπει να άρχισε από την πλευρά

της Σητείας (που γειτονεύει με την Κάσο και την Κάρπαθο) και να είχε

συντελεστεί το πολύ ως το 12ο αιώνα (1101-1200 μ.Χ.), αφού δύο αιώνες για το

μουσικό «ταξίδι» από την Πόλη ως την Κρήτη είναι υπεραρκετοί. Πολύ

περισσότερο μάλιστα εφ’ όσον οι Κρητικοί ήταν, ως γνωστόν, σπουδαίοι

ναυτικοί: ο Γάλλος περιηγητής Andrè Thevet το 1549 έγραφε: «Οι Κρητικοί

είναι σπουδαίοι πιλότοι και έμπειροι ναυτικοί. Χρησιμοποιούν μικρά

πλεούμενα που τα αποκαλούν squiraces. Όταν είναι μπουνάτσα πέντε

τούρκικες φούστες δε μπορούν ν’ αναμετρηθούν μ’ ένα απ’ αυτά τα κρητικά

καραβάκια».

Υπέρ της δεύτερης εκδοχής είναι ότι και στην Κρήτη για το συγκεκριμένο

όργανο είναι γνωστό μόνο το ελληνικό όνομα λύρα και δεν υπάρχει μαρτυρία ή

ανάμνηση σε καμία τοπική παράδοση ότι χρησιμοποιήθηκε ποτέ γι’ αυτό το

όνομα ρεμπάμπ, ρεμπέκ, κεμεντζές ή άλλος ξενόγλωσσος όρος. Και στις δύο

περιπτώσεις είναι προφανές ότι οι Ενετοί, ερχόμενοι στην Κρήτη το 1211,

βρήκαν ήδη τη λύρα εδώ, ως λαϊκό όργανο βέβαια (όπως και στα Δωδεκάνησα)

δηλαδή σε πρωτόγονη μορφή (λυράκια κατασκευασμένα από τους ίδιους τους

λυράρηδες των χωριών από δέντρα της περιοχής τους και δοξάρια από ουρά

αλόγου ή και γαϊδάρου –με το συμπάθιο– όπως ακριβώς τα λυράκια που ξέρουμε

από τους αμέτρητους λυράρηδες των κρητικών χωριών του 19ου και του πρώτου

μισού του 20ού αιώνα, πριν η κρητική λύρα πάρει την τυπική σύγχρονη μορφή

της με την καθοριστική συμβολή του θρυλικού Ρεθεμνιώτη λυράρη Ανδρέα

Ροδινού, και των επίσης Ρεθυμνιωτών οργανοποιών Γιάννη Παπαδάκη ή

Καρεκλά και Μανώλη Σταγάκη.

Τα γερακοκούδουνα στο δοξάρι της κρητικής λύρας είναι μια επιπλέον,

εξαιρετικά σημαντική ένδειξη για την παρουσία της λύρας στην Κρήτη το

αργότερο κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας, οπότε οι άρχοντες κυνηγούσαν

με γεράκια, στα πόδια των οποίων φορούσαν τα γερακοκούδουνα, αν όχι και

κατά τη βυζαντινή περίοδο, από ανάλογους κυνηγούς. Οι Τούρκοι της Κρήτης

ποτέ δεν κυνήγησαν με γεράκια (μόνο με λαγωναρές σκύλες, όπως και οι απλοί

Κρητικοί χωρικοί). Τα γερακοκούδουνα, επομένως, μπήκαν στο δοξάρι της

κρητικής λύρας (μόνο της λύρας, που ήταν όργανο της υπαίθρου, ποτέ του

Page 13: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

βιολιού, που ήταν ένα αστικό όργανο) είτε κατά τη βυζαντινή είτε κατά την

ενετική εποχή. Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή τα κουδουνάκια έμπαιναν

στο δοξάρι αφού είχε πάψει να χρησιμοποιείται το κυνήγι με γεράκια, μόνο από

το ιερατικό θυμιατό θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί, οπότε το πιθανότερο είναι

ότι θα ονομάζονταν παπαδοκούδουνα ή με κάποιο παρεμφερή όρο. Το θυμιατό

ήταν πάντα σε χρήση, με εξαίρεση ίσως ταραγμένες εποχές. Η εικόνα των

κουδουνιών του θυμιατού ήταν πολύ πιο κοντά στα μάτια των Κρητικών

χωρικών κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ακόμη και στους γέρους της

πρώτης γενιάς, που θυμούνταν την εποχή των Ενετών και των

αρχοντορωμαίων, απ’ ό,τι η εικόνα του κυνηγετικού γερακιού.

Είναι γεγονός ότι οι αναφορές των κείμενων της Ενετοκρατίας σε λαϊκά

μουσικά όργανα αναφέρουν σχεδόν αποκλειστικά πνευστά και κρουστά. Ίσως η

μπαντούρα, η ασκομαντούρα και το θιαμπόλι (σφυροχάμπιολο, το κρητικό

σουραύλι) να ήταν ακόμη διαδεδομένα στην κρητική ύπαιθρο περισσότερο από

τη λύρα, αφού και ως τις αρχές του 20ού αιώνα η διάδοσή τους ήταν σημαντική.

Περιηγητές επίσης όπως ο Pierre Belon (1553) περιγράφοντας χορούς των

Σφακιανών δεν αναφέρουν καθόλου μουσικά όργανα. Ο Χατζηδάκης μάλιστα

επικαλείται τον Belon για να στηρίξει την άποψη ότι δεν υπήρχε λύρα στην

Κρήτη το 16ο αιώνα, ξεχνώντας ότι οι Σφακιανοί ποτέ, μέχρι και την εποχή

μας, δεν επιδόθηκαν στη χρήση έγχορδων οργάνων.

Ωστόσο, συνήθως παραγνωρίζεται μία σημαντική αναφορά. Είναι του Στέφανου

Σαχλίκη, ποιητή του Χάνδακα του 14ου αιώνα, από τους προδρόμους της

Κρητικής Αναγέννησης:

«Λοιπόν, όποιος ορέγεται να μάθη διά την μοίραν,

το πώς παίζει τον άτυχον, ωσάν παιγνιώτης λύραν

ας έλθη ν’ αναγνώση εδώ τούτο το καταλόγι…».

Είναι πιθανόν, ότι η αναφορά δε γίνεται στην αρχαία άρπα ούτε στην ιταλική

lira (όπως πίστευε ο αείμνηστος Νικόλαος Παναγιωτάκης), αλλά στη λαϊκή

κρητική λύρα της εποχής του ποιητή (περίπου 1331-1400), πράγμα που

αποδεικνύεται από τη λέξη παιγνιώτης, δηλαδή την ιδιωματική λέξη που

χρησιμοποιείται από τους Κρητικούς για να δηλώσει τόσο το σκοπευτή όσο και

τον οργανοπαίχτη. Η παρομοίωση που χρησιμοποιεί ο Παναγιωτάκης ότι «ο

Σαχλίκης ήταν αστός», που όμως έζησε από κοντά τη λαϊκή ζωή της υπαίθρου,

ιδίως αφού κατέφυγε στο Πενταμόδι Ηρακλείου μετά την ολοκληρωτική

πτώχευσή του από την άσωτη ζωή που έκανε, παραπέμπει λοιπόν καταφανώς σε

μια εικόνα της λαϊκής ζωής της κρητικής υπαίθρου της εποχής του, με έναν

Page 14: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

παιγνιώτη που παίζει λύρα, και όχι σε μια εικόνα Ιταλού μουζικάντη ή αρχαίου

Έλληνα αρπιστή.

Την ίδια άποψη φαίνεται να έχουν δύο από τους σημαντικότερους νεότερους

μελετητές της εποχής εκείνης, ο Φαίδων Κουκουλές και ο Στυλιανός Αλεξίου.

Και οι δύο συγκαταλέγουν με βεβαιότητα την κρητική λύρα στα μουσικά

όργανα της βενετοκρατούμενης Κρήτης, με αντίστοιχες αναφορές ο μεν

Κουκουλές στο άρθρο του «Συμβολή εις την Κρητική λαογραφίαν επί

Βενετοκρατίας», στην Επετηρίδα της Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, ο δε

Αλεξίου στα Κρητικά Χρονικά του 1965 . Και οι δύο στηρίζουν την αναφορά

τους στο Σαχλίκη. Μαζί τους συμφωνεί και ο Ελβετός

εθνομουσικολόγος Samuel Baud-Bovy όπως σημειώνει σε άρθρο του σχετικά με

την κρητική λύρα το 1977.

Όμως… Γύρω στα 1580-1600 ο Γεώργιος Χορτάτζης στο έργο του Κατζούρμπος

προσθέτει ένα ακόμα στοιχείο σχετικά με την παρουσία της λύρας που μας

διαφωτίζει ακόμη περισσότερο: ο Νικολός κάνει καντάδα στην αγαπημένη του

παίζοντας λυρόνι! Η ακατάδεχτη Πουλισένα γκρινιάζει, τονίζοντας πως θα του

άνοιγε την πόρτα μόνο αν «της κουδούνιζε ένα σακούλι κίτρινα» (=χρυσά

νομίσματα), γιατί αυτή «δεν κομπώνεται» (=δεν ξεγελιέται) με καντάδες και

μερακλίκια:

«Ανίσως κι εκουδούνιζε στο σπίτι μου αποκάτω

μιαν ώρα το σακούλι του με κίτρινα γεμάτο,

δεις ήθελες πώς άνοιγα, με μένα με λυρόνι

μηδέ με το τραγούδι του ποσώς δε με κομπώνει…

Πιο κάτω ο Νικολός διεκτραγωδεί τη μοίρα του, καθώς ετοιμάζονται να δώσουν

την Πουλισένα σε άλλον, μονολογώντας:

«Πήγαινε κι έρχου, Νικολό, μόνο με το λυρόνι,

τραγούδα κι αναστέναζε, κι άλλος ας ξεφαντώνει.

Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι στον Κατζούρμπο φαίνεται να γίνεται

σύγχυση ανάμεσα στη λύρα και την κιθάρα. Στην αρχή του έργου, όπου

βλέπουμε επί σκηνής την καντάδα του Νικολό, ο νέος δεν αναφέρεται να παίζει

λυρόνι, αλλά «κιτάρα». Αρκεί να αναφέρουμε εδώ ότι στο Λεξικόν της

Ελληνικής Γλώσσης του Σκαρλάτου Βυζάντιου, στο λήμμα κιθαρίζω,

παρατίθεται ως παράδειγμα ο στίχος (από αρχαίο συγγραφέα) αναλαμβάνων την

λύραν εκιθάριζεν. Λύρα, κιθάρα και φόρμιγξ είναι τρεις όροι που φαίνεται να

Page 15: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

χρησιμοποιούνται ενίοτε για το ίδιο όργανο. Επίσης σύμφωνα με το Λεξικό της

Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας του Εμμ. Κριαρά, όπου

λιρόνι= το μουσικό όργανο λύρα (κρητική).

Το λυρόνι του Νικολό ωστόσο δεν ήταν κιθάρα, ούτε και αρχαία ελληνική λύρα.

Το δεύτερο είναι προφανές από το ότι η υπόθεση του έργου διαδραματίζεται

στην εποχή του ποιητή, στη βενετοκρατούμενη Κρήτη, με αναφορές μάλιστα

στην τουρκική επιθετικότητα της εποχής. Αλλά το κυριότερο είναι ότι η κιθάρα

και η αρχαία λύρα ποτέ δεν αναφέρονται με υποκοριστικό. Αντίθετα, το

μουσικό όργανο του Νικολό είναι μικρή λύρα (λυρόνι), σε αντιδιαστολή,

προφανώς, με τις «κανονικές» λύρες, που ήταν μεγαλύτερες. Είναι προφανές ότι

μόνο σ’ ένα όργανο ταιριάζει αυτό το χαρακτηριστικό: στο γνωστό μας λυράκι,

την παλαιότερη μορφή της κρητικής λύρας που ξέρουμε. Η αναφορά στο λυρόνι

του Νικολό, είναι ίσως η πιο αδιαφιλονίκητη μαρτυρία για τη χρήση της λαϊκής

κρητικής λύρας την εποχή της Ενετοκρατίας.

Εδώ δεν είναι άστοχο ίσως να επισημάνουμε ότι η γνωστή αναφορά

του Βιτσέντσου Κορνάρου στο λαούτο αφορά στο αστικό («αναγεννησιακό»)

ευρωπαϊκό λαούτο και όχι στο σημερινό κρητικό λαούτο, όργανο πολύ

μεταγενέστερο, που συνδυάζει το χέρι (μανίκι) του ταμπουρά και το ηχείο

(σκάφος) από το ούτι –γι’ αυτό και έχει μεγαλύτερο ηχείο τόσο από το στεριανό

λαούτο όσο και από το νησιώτικο και το πολίτικο (λάφτα). Ο Σπυρίδων

Ζαμπέλιος (1815-1881) στους «Κρητικούς Γάμους», περιγράφοντας πώς η Σοφία

Δα Μολίν έπαιζε λαούτο, αναφέρει: «Το έγχορδον εκείνο πλήκτρον εκαλείτο

λιούτον. Η χρήσις του, εκλιπούσα προ πολλού, μικράς αφήκεν αναμνήσεις εις

τα δημοτικά ποιήματα της συγχρόνου κρητικής σχολής». Εκτός από το λαούτο

υπήρχαν στις πόλεις όλα τα ευρωπαϊκά όργανα της εποχής (τσίτερες, βιόλες,

λαούτα, άρπες, μπάσα και φιαούτα, κλαδοτζύμπαλα, τρουμπέτες…) .

Την εποχή της Ενετοκρατίας πρέπει να ήρθε στα αστικά κέντρα της Κρήτης το

βιολί. Πόσο γρήγορα έφυγε από τις πόλεις και πήγε στα χωριά; Άγνωστο. Ο

Παναγιωτάκης θεωρεί ότι αυτό συνέβη σχετικά γρήγορα. Επί του προκειμένου,

πάντως, ας έχουμε υπόψιν ότι:

α. Το βιολί κατασκευάζεται πάντα από επαγγελματία οργανοποιό και ποτέ από

τον ίδιο τον ερασιτέχνη μουσικό (όπως η λύρα), επομένως η εξάπλωσή του στα

χωριά πρέπει να ήταν στην αρχή πολύ δύσκολη: όλα τα βιολιά που παίζονταν

ήταν κατασκευασμένα στις πόλεις και προφανώς -το σπουδαιότερο-

ακριβοπληρωμένα, άλλος ένας ανασταλτικός παράγοντας την εποχή εκείνη για

τον πολύ λαό.

Page 16: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

β. Στις περιοχές που γνωρίζουμε από μεταγενέστερες πηγές ότι παιζόταν λύρα

δεν πρέπει να είχε διαδοθεί ποτέ το βιολί (το πολύ να υπήρχε ένας βιολάτορας

κάπου κάπου, αστός ή ημιαστός), γιατί είναι απίθανο οι κάτοικοι να

εγκατέλειψαν ένα τετράχορδο όργανο και να υιοθέτησαν ένα τρίχορδο (η μία

λιγότερη χορδή σημαίνει μικρότερες παικτικές δυνατότητες – η

προαναφερόμενη «πεντάχορδη λύρα», απ’ όσο είναι γνωστόν, δε μαρτυρείται

ποτέ στην Κρήτη). Αντίθετα, στις περιοχές που διαδόθηκε, ή και κάποια στιγμή

κυριάρχησε, το βιολί, ακόμη κι αν αυτό συνέβη μέσα του 17ου αιώνα (1650),

είναι πολύ πιθανόν ότι υπήρχε ήδη παλαιότερα λύρα, η οποία συνυπήρξε με το

βιολί για ένα μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα και είτε τελικά υποχώρησε

(στην επαρχία Κισάμου) είτε συνυπάρχει ακόμη, όπως στους νομούς Ηρακλείου

και Λασιθίου –ας μην ξεχνούμε τη μεγάλη λασιθιώτικη παράδοση της λύρας,

που, για το 19ο και τον 20ο αιώνα, περνάει από τα ονόματα ξακουστών

λυράρηδων, όπως του Φοραδάρη, του Ιωάννη Σολιδάκη (Κιρλίμπα) και του

Μαθιού Γαρεφαλλάκη.

Τουρκοκρατία

Ήδη το 1746 έχουμε την πρώτη αναφορά που συνδέει τη λύρα με την Κρήτη,

θεωρώντας την κατ’ εξοχήν κρητικό μουσικό όργανο: ο Άγγλος περιηγητής Μ.

Porter ταξιδεύοντας στην Κωνσταντινούπολη βρίσκει ότι οι

Έλληνες «τραγουδούν αδιάκοπα και χορεύουν. Παντού βλέπεις κρητικές λύρες

και του Πανός τη σύριγγα που αποτελείται από εφτά άνισους αυλούς…». Τα

όργανα αυτά παίζονταν μόνον από Έλληνες. Οι Τούρκοι, αντίθετα,

«αποφεύγουν τους χορούς και δε συμπαθούν τη μουσική: “Όταν είναι

υποχρεωμένοι να ζουν ανάμεσα σε Έλληνες ναυτικούς τους βλέπουν πάνω σε

καράβι ή στη στεριά να χορεύουν με μουσική ή χωρίς όργανα κι εκείνοι

κάθονται παράμερα”» .

Τι εννοεί ο συγγραφέας χαρακτηρίζοντας κρητικές τις λύρες που είδε στην

Κωνσταντινούπολη; Ήταν πράγματι κρητικά λυράκια, τα οποία διέκρινε από τα

πολίτικα λόγω των διαφορών τους στο δέσιμο των χορδών και πιθανόν στο

δοξάρι με τα γερακοκούδουνα; Ή απλώς είχε συνδέσει, για κάποιο λόγο, τη

λύρα αποκλειστικά με την Κρήτη κι έτσι θεώρησε αυτονόητο ότι οι πολίτικες

λύρες που είδε ήταν κρητικές; Άγνωστο (ταξίδι του πάντως στην Κρήτη δεν

αναφέρεται)· το βέβαιο είναι ότι στην εποχή του η λύρα υπήρχε και ήταν

διαδεδομένη και καθιερωμένη στην Κρήτη.

Ο παλαιότερος ονομαστικά καταγεγραμμένος Κρητικός λυράρης θεωρείται ο

Θοδωρομανώλης (1778-1818) από το Επανωχώρι Σελίνου του νομού Χανίων,

Page 17: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

περίπου σύγχρονος του θρυλικού Κισαμίτη βιολάτορα Στέφανου

Τριανταφυλλάκη ή Κιώρου (1740-1790). Ο Θοδωρομανώλης, σύμφωνα με τον

Αθανάσιο Δεικτάκη, «έπαιζε στη λύρα του τους πολλούς καημούς και τις λίγες

χαρές της Κρήτης… Στους ρυθμούς της έβρισκε δρόμους απατηλής διαφυγής,

στις μαντινάδες τραγουδούσε αντάρτικα υπονοούμενα. Οι σκοποί θύμιζαν

ανάσταση του σκλάβου. Τα συρτά ηρωϊκούς οραματισμούς». Ο Θοδωρομανώλης

σκότωσε τον άγριο γενίτσαρο του Επανωχωριού Εμίν Βέργερη, επειδή τον

διέταξε να έρθει με τη λύρα του και να φέρει τις ξαδέρφες του και τη χήρα θεια

του «να διασκεδάσουν» στον οντά του Βέργερη. Τα αποτελέσματα τέτοιων

«προσκλήσεων», οδυνηρά και ατιμωτικά για τις χριστιανές, ήταν γνωστά! Μετά

την πράξη του, ο Θοδωρομανώλης φυγοδίκησε και τελικά συνελήφθη στον

Ομαλό, θανατώθηκε και το λείψανό του σύρθηκε για τρεις ημέρες στους

δρόμους των Χανίων, δεμένο στην ουρά ενός αλόγου, για παραδειγματισμό.

Ήταν μόλις 40 ετών.

Περίπου την ίδια εποχή, στη ρίμα του Γιώργη του Σκατόβεργα, που

καταγράφηκε από τον Φωριέλ , συναντούμε τη λύρα στα χέρια του Ηρακλειώτη

ριμαδόρου:

«Εγώ λοιπόν την έκαμα αυτή την ιστορία,

και παίζω την στην λύρα μου, διά παρηγορία… ».

Ο Φωριέλ, όπως είπαμε, εξέδωσε το βιβλίο του το 1824. Τα γεγονότα που

περιγράφει η ρίμα (ο φόνος του αιμοσταγούς αγά Μόχογλου από τον

Σκατόβεργα στο Μοχό Ηρακλείου και οι περιπέτειες του ήρωα ώς το θάνατό

του) συνέβησαν, όπως γράφει ο ίδιος, το 1806. Ρίμες της έκτασης της

συγκεκριμένης (104 στίχοι) γράφονταν και γράφονται από τους λαϊκούς

ποιητές (ριμαδόρους) της Κρήτης αμέσως μετά τα γεγονότα που αφηγούνται. Το

αργότερο ώς το 1816 πρέπει να είχε γραφτεί η συγκεκριμένη ρίμα, αλλιώς το

πράμα θελά ’χει μαρουβίσει (παλιώσει) πολύ.

Ο Γάλλος περιηγητής M.J. Tancoigne επισκέφθηκε την Κρήτη την τριετία

1811-1814. Πέρασε τον περισσότερο χρόνο του στην περιοχή των Χανίων και

αναφέρεται στα ήθη, τα έθιμα, τις συνήθειες και την καθημερινότητα των

Κρητών. Εκεί καταγράφει την εμπειρία του από «τους διαπεραστικούς και

παράτονους ήχους μιας λύρας πρωτόγονης κατασκευής (Η λύρα των

Νεοελλήνων δεν έχει καμία ομοιότητα με το ομώνυμο μουσικό όργανο που

χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι. Αυτή δεν έχει παρά μόνο τρεις χορδές και στο

σχήμα μοιάζει με μαντολίνο μικρών διαστάσεων. Οι Έλληνες παίζουν το όργανο

Page 18: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

αυτό χρησιμοποιώντας δοξάρι.

Το 1817 ο Αυστριακός περιηγητής F. W. Sieber κατέγραψε τη συνάντησή του

με ένα τυφλό νεαρό λυράρη που έπαιζε τετράχορδη, όπως αναφέρει, λύρα στο

Καρύδι Σητείας . Ο Sieber δεν ικανοποιήθηκε από το παίξιμό του, γενικά όμως

δεν εκφράζεται με ευαρέσκεια για τη μουσική και τους χορούς της Κρήτης.

Το 1842 ο περιηγητής Μ. Χουρμούζης Βυζάντιος βρίσκει λυράρηδες σε κάθε

χωριό της Κρήτης, ακόμη και στα στρατόπεδα των επαναστατών, ενώ δεν

φαίνεται να γνωρίζει ούτε μία περίπτωση οθωμανού λυράρη: «Η λύρα είναι το

κοινόν των Κρητών όργανον, την οποίαν κρούουν ωραία, και είναι σπάνιον να

υπάρχη χωρίον όπου να μην είναι είς ή δύο κρούοντες την λύραν». Και σε

υποσημείωση: «Οι Κρήτες αγαπούν καθ’ υπερβολήν τον χορόν, εις τα

στρατόπεδά των έφερναν πάντοτε λύρας» .

Τέλος, προς επίρρωσιν των ανωτέρω, ας αναφέρουμε απλώς το απόσπασμα από

το έργο του «νεωτέρου περιηγητού Λοίχερος» [αναφέρεται στον Γερμανό

πανεπιστημιακό καθηγητή Franz von Loeher (1877)] που παραθέτει ο

Ψιλάκης και περιγράφει με ζωηρότητα Κρητικούς πάνοπλους με τόξα και βέλη

να χορεύουν πηδηχτό γύρω στο 1790: «Και κατά τα τέλη της προτέρας

εκατονταετηρίδος ωρχούντο [=χόρευαν] έτι οι Κρήτες την πυρρίχην, την

παναρχαίαν των Κρητών όρχησιν… υπό τους οξείς, τραχείς και φαιδρούς της

φόρμιγγος ήχους». Φόρμιγξ=λύρα (η αρχαιοελληνική –τις συνδέει).

Οι μαρτυρίες αυτές μάλλον συνηγορούν, υπέρ της άποψης ότι οι Τούρκοι

ερχόμενοι στην Κρήτη (1642) δεν έφεραν μαζί τους τη λύρα, αλλά τη βρήκαν

ήδη εδώ, στα χέρια των χριστιανών, και την υιοθέτησαν περιορισμένα και μόνο

λόγω αλληλεπίδρασης με τους ραγιάδες τους ή, το κυριότερο, σε περιπτώσεις

που οι ίδιοι ήταν εξισλαμισμένοι χριστιανοί ή απόγονοι εξισλαμισμένων.

Αλλιώς θα πρέπει να υποθέσουμε ότι την…εγκατέλειψαν στην πορεία

αφήνοντάς την στα χέρια των χριστιανών, αφού ελάχιστες περιπτώσεις

Τουρκοκρητικών λυράρηδων γνωρίζουμε, τόσες όσες και οι περιπτώσεις

Τουρκοκρητικών βιολατόρων, χορευτών και ριμαδόρων.

Οι συγγραφείς του 19ου αιώνα.

Τον 19ο αιώνα, όταν οι συγγραφείς άρχισαν να ενδιαφέρονται για το τι γίνεται

στην ύπαιθρο (στα χωριά), αρχίζουν απανωτές αναφορές στη λύρα ως

χαρακτηριστικό όργανο των Κρητικών (αναφορές γίνονται μόνο στους

χριστιανούς του νησιού, τους μόνους θεωρούμενους ως Έλληνες), ενώ

Page 19: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

παραδόξως σχεδόν αγνοούνται τα άλλα μουσικά όργανα. Αυτό, πιθανότατα,

οφείλεται στη μεγάλη διάδοση που είχε η λύρα στο νησί (κάθε χωριό και

λυράρης, ίσως κάθε γειτονιά και λυράρης, όπως ξέρουμε από τα κρητικά χωριά

του 19ου και του 20ού αιώνα), όπως φαίνεται στα Κρητικά του Χουρμούζη

Βυζάντιου, έχοντας ήδη υποσκελίσει ακόμη και τα πνευστά (μπαντούρα,

ασκομαντούρα και σφυροχάμπιολο), ενώ το βιολί ήταν περιορισμένο τοπικά, το

δε λαούτο και το μαντολίνο ίσως δεν είχαν ακόμη εμφανιστεί καν στην κρητική

ύπαιθρο.

Έτσι, ο Αντώνιος Αντωνιάδης στο έπος του «Κρητηΐς» (1867) περιγράφει με

ιδιαίτερη ζωντάνια, αλλά και σαφείς αναγωγές στις αρχαιοελληνικές

πολιτισμικές μας ρίζες, συγκέντρωση Κρητικών αγωνιστών της Ενετοκρατίας

γύρω από το Σφακιανό επαναστάτη Δράκο. Αφού περιγράψει τα φαγητά και τον

τρόπο που έτρωγαν, το κρασί, τον κεραστή κ.λ.π., καταλήγει:

«Είτα δε λύραι τους τόνους αυτών ανακρούουν ευθύμως·

άγει δε μέλος πυρρίχης τους πόδας προς όρχησιν, ένθα

άλλοι θεώνται και άλλοι ορχούνται [=χορεύουν], ή άδουν αρχαία

άσματ’ ων μέλλουσιν αύθις πολλάς υποθέσεις να δώσουν…».

Ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος (1815-1881) στα «Ιστορικά Σκηνογραφήματα», μιλώντας

για τα «Πάθη της Κρήτης επί Ενετών», αναφέρει: «Οι Κρητικοί, μια ράτσα

φλογερή, ολοζώντανη, που αγαπά να τραγουδά και να χορεύει, οι Κρητικοί

θαυμάσιοι αυτοσχέδιοι ποιητές και παραμυθάδες, έκαναν στις μέρες των

Δουκών τη λύρα ένα όπλο πιο επικίνδυνο για τον τύραννο από το τόξο…».

Και παρακάτω, περιγράφοντας την κηδεία του Λέοντα Καλλέργη: «…και στην

άλλη ασπρομάλλης και αόμματος τραγουδιστής τραγουδούσε πένθιμα με τη

λύρα του το μοιρολόι του Λέοντα»:

«Δέσποτα και Πρωτοπαπά, βάλε το πετραχήλι,

να ψάλομε το νεκρικό του Λεονταριού της Κρήτης!».

Φυσικά δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι οι φλογεροί αυτοί μη Κρήτες

συγγραφείς γνώριζαν από στοιχεία την ύπαρξη λύρας στην Κρήτη την περίοδο

της Ενετοκρατίας· ίσως να υπέθεσαν την παρουσία της, επειδή τη θεωρούσαν το

κατ’ εξοχήν κρητικό μουσικό όργανο. Αυτό για το οποίο μπορούμε να είμαστε

βέβαιοι είναι ακριβώς ότι, την εποχή τους, η λύρα εθεωρείτο το κυριότερο

μουσικό όργανο των Κρητικών, προφανώς επειδή ήταν το πιο διαδεδομένο.

Ο Χατζηδάκης όμως, πρέπει να πούμε, θεωρεί τις πληροφορίες του Ζαμπέλιου

Page 20: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

ακριβείς και, μη γνωρίζοντας προφανώς τα παραπάνω αποσπάσματα, καταλήγει

στο συμπέρασμα ότι ο συγγραφέας δεν αναφέρει λύρα μιλώντας για τους

Κρητικούς της Ενετοκρατίας. «Από ένα σχετικόν Ενετικόν χρονογραφικόν

υπόμνημα το οποίον χρησιμοποιεί εις τους «Κρητικούς Γάμους» ο Σ.

Ζαμπέλιος», γράφει ο Χατζηδάκις, «μανθάνομεν ότι διά τον μεγαλοπρεπέστερον

εορτασμόν των γάμων του υιού του Γ. Καντανολέοντος (1570) προσεκλήθησαν

τύμπανα και άσκαυλοι. Τούτο αποτελεί μίαν αξιόλογον μαρτυρίαν ότι δεν

υπήρχε τότε η λύρα εις την Κρήτην…» (ό.π., σελ. 177). Όμως δεν είναι έτσι. Ο

Χατζηδάκης δεν πρόσεξε ότι ο Ζαμπέλιος, πράγματι πολύ προσεκτικός στις

πληροφορίες και τις περιγραφές για τη ζωή και τον πολιτισμό Κρητών και

Ενετών, στους «Κρητικούς Γάμους», όπου περιγράφει το τραγικό τέλος του

μεγάλου Κρητικού αγωνιστή κατά των Ενετών Γεωργίου Καντανολέοντος,

εκτός από τους αυλούς και τις ασκομαντούρες (στα οποία αναφέρεται συχνά),

αναφέρει επίσης και ότι «οι ορεινοί του Ιερολάκκου ηύλουν [έπαιζαν αυλό],

έψαλλον [τραγουδούσαν], εκιθάριζον…» . Με το τελευταίο ρήμα δεν εννοεί ότι

οι ορεσίβιοι ποιμένες έπαιζαν κιθάρα, αλλά λύρα, την οποία ονομάζει κιθάρα

κατά τα συνήθη του καιρού του.

Η σύνδεση της νεοελληνικής λύρας με την πασίγνωστη στους αστούς κιθάρα

είναι γενικότερη την παλιά εποχή: «Ένας ναύτης έπαιζε αδιάκοπα βιολί ή

λύρα. Αυτή η λύρα έχει σχήμα κιθάρας αλλά με τρεις χορδές και με πιο κοντό

μανίκι» γράφει για την υδραίικη λύρα ο Άγγλος Richard Chandler, που

ταξίδεψε στο Αιγαίο τα έτη 1764-1766.

Ο Ιωάννης Κονδυλάκης (1862-1920), αν και καταγόμενος από τη Βιάννο (που,

κατά τον 20ο αιώνα ανέπτυξε κυρίως «βιολίστικη» παράδοση -βλ. και τον

εξαίρετο ψηφιακό δίσκο «Φεγγαροβραδιές στη Βιάννο» με τη συμμετοχή

τοπικών βιολατόρων και μαντολινάρηδων), στα έργα του φαίνεται να αγνοεί το

βιολί, ενώ αναφέρει μόνο τη λύρα, περιγράφοντας με έμφαση το διονυσιακό

γλέντι των Βιαννιτών υπό τους ήχους της λύρας του τυφλού λυράρη

Αλεξαντρή, γλέντι στο οποίο επιχείρησαν να εισχωρήσουν μερικοί θερμόαιμοι

νεαροί Τουρκοκρήτες και καταδιώχθηκαν από τον Πατούχα (Ι. Κονδυλάκη, Ο

Πατούχας, κεφ. Η΄). Ο ίδιος στο δραματικό διήγημά του Το δώρο του

γενίτσαρου αναφέρει και γλέντι Τούρκοκρητικών με λύρα, χωρίς όμως να

διευκρινίζει αν ο λυράρης ήταν Τούρκος ή, το πιθανότερο (επειδή συνόδευε τις

εξαναγκασμένες χριστιανές του χωριού), εκβιασθείς χριστιανός.Ο κάπως

μεταγενέστερος Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957), Ηρακλειώτης στην καταγωγή,

σε όλα τα κρητικά του μυθιστορήματα (Ο καπετάν Μιχάλης, Βίος και πολιτεία

του Αλέξη Ζορμπά, τμήματα της Αναφοράς στο Γκρέκο) αναφέρει επίσης μόνο

Page 21: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

τη λύρα και τους λυράρηδες, τους οποίους θεωρεί εκφραστές της αγωνίας της

σκλαβωμένης Κρήτης και του ονείρου της λευτεριάς, όπως ο Βεντούζος και ο

καπετάν δάσκαλος («με τη γέρικη λύρα περασμένη στον ώμο, σα φυσεκλίκι»)

στον Καπετάν Μιχάλη. Η λύρα αντιμετωπίζεται ως η ψυχή της Κρήτης –

ελληνική και μόνο ελληνική: «Θρονιάστηκαν κι οι τρεις, πήραν το σκαμνί,

γέμισαν τα τάσια· ξεκρέμασε ο δάσκαλος από τον ώμο τη βροντόλυρα, την

έστησε στα γόνατά του όρθια· άπλωσε το χέρι, άρπαξε μιαν μπουκιά κρέας, να

φάει, προτού βαρέσει τη λύρα, να πάρει δύναμη…

Κρητική φορεσιά

Κρητικός βρακοφόρος, 19ος-20ος αιώνας

Page 22: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Γυναικεία και ανδρική κρητική φορεσιά, 19ος-20ος αιώνας

Η κρητική φορεσιά αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της λαογραφίας της Κρήτης. Οι άνδρες φορούν βράκα με σαλβάρια, τον επενδυτή, γελέκο, μεϊντάνι, ζώνη, καρτσόνια και καπότο, επίσης ασημένιο μαχαίρι στη μέση, βουργίδι και κρατούν κατσούνα. Άλλες φορές αντί βράκα φορούν κυλότα σε τύπο στρατιωτικό που μπαίνει μέσα στα στιβάνια (τις μαύρες μπότες που συμπληρώνουν την ενδυμασία), γελέκο με φαρδιά ζώνη και κρουσάτο μαντίλι.

Οι γυναίκες φορούν φούστα με σάκο, κατινάκι (φόρεμα με μπούστο ραμμένο σε πλατιά φούστα), τζεμπέρι στο κεφάλι, μπροστοποδιά, σαλβάρι (μακριά βράκα), ποκαμίσα και μαύρα παπούτσια, καθώς και πολλά χρυσαφικά κυρίως λίρες.

Η χειροποίητη κιλότα αποτελεί παραδοσιακή Κρητική ενδυμασία η οποία αντικατέστησε την βράκα μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Η ενδυμασία αυτή φορέθηκε κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης επί Κρητικής Πολιτείας.

Η κιλότα φοριέται με μαύρο πουκάμισο, γιλέκο, πλατιά υφαντή ζώνη, μαύρο μαντίλι στο κεφάλι και στιβάνια.

Η ΚΡΗΤΙΚΗ ΑΝΔΡΙΚΗ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ

Οι Κρητικοί μετά την κατάκτηση του νησιού από τους Βενετούς, και για δυο περίπου αιώνες, συνεχίζουν να φορούν το βυζαντινό ένδυμα που φόρεσαν μετά την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Σαρακηνούς (961), όπως αυτό μας παρουσιάζεται από εκθέσεις Βενετών Προβλεπτών, κρητικά κείμενα και, κυρίως, από τοιχογραφημένες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες. Το

Page 23: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

βυζαντινό στιχάριο (μακρύ ριχτό ρούχο μέχρι τους αστράγαλους σχεδόν) κυριαρχεί, ενώ οι νεότεροι στην ηλικία φορούν ρούχο πάνω από το γόνατο με ζώνη στη μέση και τη χαρακτηριστική κάλτσα από κάτω. Τα ρούχα της περιόδου αυτής χαρακτηρίζονται από έντονα και ποικίλα χρώματα.

Με την πάροδο του χρόνου οι Κρήτες, ακολουθώντας το νέο ρεύμα ή και κατόπιν διαταγών, ντύνονται σύμφωνα με τη βενετσιάνικη μόδα ανάλογα με την τάξη που ανήκουν και το επάγγελμα που εξασκούν. Αυτά, βέβαια, όσον αφορά στους εύπορους και τους αξιωματούχους, γιατί οι αγρότες και γενικά οι κάτοικοι της υπαίθρου που έπασχαν οικονομικά από την αφαίμαξη των Βενετών είχαν καταντήσει κουρελήδες και ο καθένας ντυνόταν με ότι έβρισκε ίσα για να καλύψει τη γύμνια του.

Αυτή ήταν η κρητική ενδυμασία μέχρι το μισό περίπου του 16 ου αιώνα.

Τα μέρη της ανδρικής φορεσιάς

Η ανδρική φορεσιά αποτελείται από διάφορα μέρη. Αυτά ράβονται από ειδικούς τεχνίτες τους επονομαζόμενους τερζήδες. Τα τμήματα αυτά είναι: βράκα, κάλτσες, γελέκι (κλειστό ή ανοιχτό ), «μεϊτάνι», «καπότο», πουκάμισο, ζώνη, σπαστό φεσάκι, ή «σαρίκι», ασημομάχαιρο, «καδένα» και «στιβάνια».

Η Βράκα

Η άποψη ότι η βράκα ήταν άγνωστη στην Κρήτη πριν από την τουρκική κατάκτησή της δεν είναι εξακριβωμένη. Το πιο πιθανό είναι να παρέλαβαν οι Κρητικοί μια μορφή βράκας από τους πειρατές της Αλγερίας ή της Τύνιδας, καθώς είχαν έλθει σε κάποια σχέση. Και αυτοί όμως την είχαν πάρει από τους Καβίλους της ορεινής περιοχής Τζουρτζούρα της Αλγερίας, και συγκεκριμένα από την φυλή των Ζουάβα, η οποία αποτελεί κλάδο της μεγάλης Βερβερικής φυλής, η οποία παραδοσιακά προμήθευε πολεμιστές στο Αλγέρι και στην Τύνιδα. Αξιοπρόσεκτη είναι η καταπληκτική ομοιότητα της παραδοσιακής ανδρικής κρητικής φορεσιάς με την παραδοσιακή φορεσιά των ανδρών της φυλής των Ζουάβα. Το 16 ο αιώνα, πειρατές που λυμαίνονταν τη Μεσόγειο φορούσαν ένα είδος βράκας που συνοδευόταν από γιλέκο, φέσι με ή χωρίς σαρίκι, φαρδιά ζώνη και χαμηλές μπότες. Οι Κρήτες ναυτικοί, σαν ιδιώτες ή σαν εργάτες στα βενετσιάνικα πλοία αναγκάζονταν πολλές φορές να φορούν ρούχα όμοια με των πειρατών ώστε αυτοί να τους μπερδεύουν και ωσότου να γίνει αντιληπτό το τέχνασμα οι ναυτικοί να έχουν απομακρυνθεί από τους πειρατές. Είναι λογικό σε εποχές μεγάλης οικονομικής δυστυχίας για τους φτωχούς χωρικούς της Κρήτης, αυτοί να συνεχίζουν να φοράνε το ναυτικό αυτό ένδυμα και μετά την αποστράτευσή τους από τα καράβια, μην έχοντας άλλα ρούχα και με τη σιωπηρή ανοχή των Βενετών. Έτσι καθιερώθηκε η βράκα σαν επίσημο ένδυμα των Κρητικών.

Στη δυτική Κρήτη την ονομάζουν «κάρτσα», ενώ στην ανατολική «σ(χ)ιαλβάρι». Επικράτησε, όμως, σε ολόκληρη την Κρήτη να λέγεται, χρησιμοποιώντας τον πληθυντικό των όρων, βράκες ή «σαλβάρια» και να εννοείται με αυτό, το σύνολο

Page 24: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

της φορεσιάς. Το ένδυμα αυτό συνεχίστηκε να φοριέται από όλους τους Κρήτες μέχρι τις αρχές του 20 ου αιώνα.

Η βράκα φτιάχνεται κι αυτή από τσόχινο ύφασμα χρώματος βαθύ κυανού και κεντιέται με μαύρο γαϊτάνι στις ραφές και στις ποδαρές. Τη βράκα συμπληρώνουν οι κάλτσες, που παλιότερα αποτελούσαν ξεχωριστό τμήμα της φορεσιάς, ενώ αργότερα άρχισαν να ράβονται πάνω στη βράκα, στα δύο μπατζάκια της.

Η Γκιλόττα

Με το μεταναστευτικό ρεύμα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες (για να πάει κανείς εκεί έπρεπε να αποβάλλει τη βράκα) και τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, οι Κρητικοί άρχισαν σιγά σιγά να αντικαθιστούν τη βράκα με την γκιλόττα, της οποίας η επίδραση προέρχεται από τους ιππείς των ευρωπαϊκών στρατευμάτων. Μπαίνει μέσα στα στιβάνια και συνδυάζεται με πουκάμισο, γελέκο και μεϊτάνι, πλατιά υφαντή ζώνη και μαύρο μαντήλι στο κεφάλι. Αυτόν τον τύπο φορεσιάς έβαλε και ο Ελ. Βενιζέλος κατά το κίνημα του Θερίσου το 1905.

Απλοποίηση του τύπου αυτού αποτελεί ο συνδυασμός γκιλόττα, πουκάμισο, μαύρο μαντήλι και στιβάνια, ενδυμασία που φορέθηκε πολύ την περίοδο της εθνικής αντίστασης και που σώζεται ακόμα σε μερικά, ορεινά κυρίως, χωριά της Κρήτης .

Το πουκάμισο

Πρώτα ο Κρητικός φοράει το πουκάμισο. Το λευκό φοριόταν στους γάμους στις χαρές και στα πανηγύρια, ενώ το μαύρο ήταν δείγμα πένθους. Οι Κρήτες, μετά το θάνατο του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1936 φόρεσαν μόν ιμα μαύρο πουκάμισο σε ένδειξη διαχρονικού πένθους και το βγάζουν μόνο στις χαρές. Στη συνέχεια, πάνω από το πουκάμισο φοριέται το γελέκι. Είναι αχειρίδωτο (χωρίς μανίκια) και φτιάχνεται από τσόχα καλής ποιότητας χρώματος βαθύ μπλε. Διακρίνεται σε ίσιο ή ανοιχτό που αφήνει να φαίνεται το πουκάμισο και σε σταυρωτό που σταυρώνει με τα δυο πέτα του στο στήθος και κλείνει τελείως εμπρός και κουμπώνει στα πλάγια, με θελιές και κουμπάκια. Στα πέτα του γίνεται διακόσμηση με πολλαπλές σειρές από μεταξωτά σιρίτια χρώματος μαύρου ή βαθύ μπλε που ονομάζονται χάρτζα.

Τα στιβάνια

Τα υποδήματα ή στιβάνια χρώματος άσπρου ή μαύρου ανάλογα με την περίσταση είναι ένα είδος μπότας που πρωτοφορέθηκε στις αρχές του 19 αιώνα από χωρικούς για την κάλυψη των ποδιών τους από τα αγκάθια και τα χαράκια που ήταν αναγκασμένοι συχνά να διαβούν, προκειμένου να ταΐσουν τα ζώα τους σε βουνά και άλλα δυσβάσταχτα μέρη. Φτιαγμένα α πό ανθρώπινα υλικά, 100% χειροποίητα, κατασκευάζονταν σύμφωνα με τις δικές τους ανάγκες. Τα πρώτα στιβάνια ήταν φτιαγμένα από: α) δέρμα ζώου το πάνω μέρος που καλύπτει το πόδι και β) από λάστιχο η σόλα που έβρισκαν από παραιτημένα λάστιχα

Page 25: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

αυτοκινήτων σε χωράφια και δρόμους.

Πλέον μπορούμε να δούμε αρκετές παραλλαγές στα στιβάνια σε σχέση με το κλασσικό. Τα στιβάνια με ζάρες, το ζάρωμα δηλαδή στο καλούπι του στιβανιού για ένα διαφορετικό στυλ, τα τριζάτα στιβάνια, που τοποθετούνται μικρά ξυλάκια μέσα στη σόλα για να «τρίζουν», εξού και η ονομασία τους. Άλλη παραλλαγή είναι με πιέτες διάφορες κορδέλες δέρματος που τοποθετούνται γύρω από το υπόδημα για στολίδι και πολλά άλλα.

Η ζώνη

Η ζώνη που είναι υφαντή από λεπτό μαλλί ή καθαρό μετάξι, έχει χρώμα μπλε ή κόκκινο, το μήκος της είναι περίπου 8 μ. και το πλάτος της 50εκ.

Το μαχαίρι

Ταυτόχρονα με την ζώνη περνάει σε αυτή και το μαχαίρι με μαύρη λαβή (μαυρομάνικο) ή ανοιχτόχρωμη, που η μορφή της σε σχήμα V είναι μοναδική σε όλο τον κόσμο. Η θήκη του, από ακριβό, συνήθως μέταλλο (ασήμι), είναι διακοσμημένη με πλούσια ανάγλυφα σχέδια. Στα χρόνια της Βενετοκρατίας λεγόταν «μπουνιάλο» ή «πουνιάλο» επί Τουρκοκρατίας λεγόταν «πασαλής». Για περισσότερες πληροφορίες μπορούμε να διαβάσουμε το άρθρο «Το Κρητικό Μαχαίρι»

Η καδένα

Στη συνέχεια κρεμιέται από το λαιμό η καδένα μοναδικό κόσμημα της φορεσιάς, που στο τελείωμα της συνδέεται το ρολόι το οποίο μπαίνει στο τσεπάκι του γελέκου.

Το φέσι ή μαντήλι ή σαρίκι

Το παραδοσιακό κεφαλοκάλυμμα της φορεσιάς είναι το κόκκινο σπαστό φεσάκι με τη μαύρη φούντα ή το «σαρίκι» με την μορφή της μεγάλης μαντήλας. Μέχρι την εποχή του Μεσοπολέμου οι Κρητικοί φορούσαν κυρίως το σπαστό κόκκινο φεσάκι με τη μακριά φούντα, το οποίο, να τονίσουμε ότι, δεν έχει καμιά σχέση με το κωνοειδές φέσι των Τούρκων. Παράλληλα φορούσαν και το μεγάλο μαντήλι, που πριν πάρει το τούρκικο όνομα «σαρίκι» λεγόταν «πέτσα». Είδος «πέτσας» φορούσαν οι Κρητικοί από τα τέλη του 15ου αιώνα. Την τύλιγαν στο κεφάλι τους και άφηναν τις άκρες να πέφτουν στους ώμους, εμπρός και πίσω. Πιο παλιά την «πέτσα» τύλιγαν στο λαιμό, είχε φαρδύτερες άκρες, που έπεφταν στους ώμους και την έλεγαν «στόλα». Η «πέτσα» ονομαζόταν και «τζεβρές» , όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν την Κρήτη. Το σαρίκι (μαντήλα), παλαιότερα, ήταν ένα μακρόστενο μεταξωτό πολύχρωμο μαντήλι, το περίφημο» «λαχουρί» με το οποίο αρκετοί Κρήτες τύλιγαν το σπαστό κόκκινο φεσάκι τους. Οι σημαντικότεροι αγωνιστές των Κρητικών Επαναστάσεων, από όλη την Κρήτη, φορούσαν το σπαστό φεσάκι με τη μακριά φούντα. Και είναι σίγουρο ότι αυτοί δεν θα έβαζαν στο κεφάλι τους κάτι τούρκικο, κάτι που δεν θα ήταν σύμφωνο με τη

Page 26: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

μακραίωνη παράδοση του τόπου μας. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι το σύγχρονο πλεχτό μεταξωτό μαύρο σαρίκι, που θεωρείται στις μέρες μας το παραδοσιακό κεφαλοκάλυμμα του Κρητικού, με τα πυκνά κρόσσια που μοιάζουν με δάκρυα, έκανε την εμφάνισή του το δεύτερο τέταρτο του 20ου αιώνα στην κεντρική Κρήτη. Λέγεται πως έχει πολλά κρόσσια για να δείξει τα πολλά χρόνια της Τουρκοκρατίας στην Κρήτη και συμβολίζουν, με το σχήμα τους, τη θλίψη και το θρήνο που προκάλεσε το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου στα 1866.

Το μεϊτάνι

Η ένδυση ολοκληρώνεται με το μεϊτάνι που μπαίνει πάνω από το γελέκι. Είναι ρούχο με μανίκια, μεσάτο και τελείως ανοιχτό μπροστά. Είναι φτιαγμένο από ύφασμα ίδια ποιότητας και χρώματος με το γελέκι και τη βράκα και κοσμείται με χάρτζα μαύρου χρώματος σε διάφορα σημεία του.

Το καπότο

Τις κρύες μέρες ο Κρητικός φοράει αναρριχτό (όχι από τα μανίκια) το καπότο. Αυτό είναι μια κοντή κάπα με κουκούλα φτιαγμένη από το ίδιο τσόχινο ύφασμα όπως και τα υπόλοιπα ρούχα. Έχει και αυτό πλούσια κεντήματα στους ώμους, τους αγκώνες στην πλάτη και στα δυο πέτα, ενώ εσωτερικά είναι επενδυμένο με κόκκινη τσόχα που και σε αυτή την πλευρά υπάρχουν εντυπωσιακά κεντήματα. Αυτά σχετικά με την ανδρική φορεσιά.

Η χρυσοκεντημένη ανδρική κρητική φορεσιά

Τα τελευταία χρόνια προβλήθηκε από μερικούς ως η γαμπριάτικη ενδυμασία του Κρητικού. Οι τελευταίοι, στηρίχθηκαν στις λανθασμένες εκτιμήσεις, επί του θέματος, της κατά τα άλλα άξιας λαογράφου Αγγελικής Χατζημιχάλη, η οποία έχοντας στα χέρια της μια δωρηθείσα στο Μουσείο Μπενάκη χρυσοποίκιλτη φορεσιά από την Κρήτη, και χωρίς να κάνει επιτόπια έρευνα στη Μεγαλόνησο, γράφοντας για τις Ελληνικές εθνικές ενδυμασίες, στα μέσα της δεκαετίας του 50’ τη χαρακτήρισε αστική, γιορτινή Κρήτης. Ένας ισχυρισμός πέρα για πέρα λανθασμένος, αρκεί να σκεφτούμε ότι κανένας Κρητικός πριν το 1900 δεν φόρεσε φορεσιά με χρυσά χάρτζα, εκτός και αν ήταν Τουρκοκρητικός. Την εν λόγω ενδυμασία φόρεσαν μονάχα στις αρχές του 20ου αιώνα ελάχιστοι Κρήτες, ίσω ς μερικές δεκάδες, και ήταν αυτοί μερικοί «πριγκηπικοί», δηλαδή κάποιοι από αυτούς που υποστήριξαν τον πρίγκηπα Γεώργιο, το διάστημα που ήταν ύπατος αρμοστής Κρήτης (1898-1906), δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Οι φιλοπριγκηπικοί εμπνεύστηκαν το χρυσό διάκοσμο στα ρούχα τους από τη χρυσοκεντημένη στολή των σωματοφυλάκων του ύπατου αρμοστή, τους περίφημους «καβάσηδες». Αλλά και η στολή των καβάσηδων ήταν απόλυτα επηρεασμένη και στο σχεδιασμό και στην ονομασία της από την τουρκική στρατιωτική στολή, σε μια επ οχή που η Κρήτη βρισκόταν κάτω από την υψηλή κυριαρχία του Σουλτάνου. Να σημειωθεί ότι η λέξη «καβάσης» προέρχεται από την τουρκική λέξη «καβάς», που σημαίνει τον ένοπλο φρουρό του πασά ή της

Page 27: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

πρεσβείας, της παλιάς αυτοκρατορικής τουρκίας, ντυμένο με εντυπωσιακά χρυσοκεντημένη στολή.

Μετά το 1913 που έγινε η επίσημη ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα η παραδοσιακή κρητική φορεσιά της κρητικής Χωροφυλακής καθιερώθηκε ως η δεύτερη επίσημη ενδυμασία της ανακτορικής φρουράς. Έτσι, μέχρι σήμερα η μισή προεδρική φρουρά φοράει τη φουστανέλα και η άλλη μισή τη βράκα, το εσωτερικό δε του προεδρικού μεγάρου φρουρούν βρακοφόροι.

Σήμερα, την κρητική παραδοσιακή φορεσιά οι μόνοι που τη φορούν ακόμη είναι οι χορευτές των παραδοσιακών συγκροτημάτων στους χορούς και στις παρελάσεις.

Η κρητική φορεσιά

Η ΑΝΔΡΙΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ

Page 28: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Οι Κρητικοί μετά την κατάκτηση του νησιού από τους Βενετούς, και για δυο περίπου αιώνες, συνεχίζουν να φορούν το βυζαντινό ένδυμα, όπως αυτό μας παρουσιάζεται από εκθέσεις Βενετών Προβλεπτών, κρητικά κείμενα και, κυρίως, από τοιχογραφημένες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες.

Το βυζαντινό «στιχάριο» (μακρύ ριχτό ρούχο μέχρι τους αστράγαλους σχεδόν) κυριαρχεί, ενώ οι νεότεροι στην ηλικία φορούν ρούχο πάνω από το γόνατο με ζώνη στη μέση και τη χαρακτηριστική κάλτσα από κάτω. Τα ρούχα της περιόδου αυτής χαρακτηρίζονται από έντονα και ποικίλα χρώματα.

Με την πάροδο του χρόνου οι Κρήτες, ακολουθώντας το νέο ρεύμα ή και κατόπιν διαταγών, ντύνονται σύμφωνα με τη βενετσιάνικη μόδα ανάλογα με την τάξη που ανήκουν και το επάγγελμα που εξασκούν.

Αυτά, βέβαια, όσον αφορά στους εύπορους και τους αξιωματούχους, γιατί οι αγρότες και γενικά οι κάτοικοι της υπαίθρου που έπασχαν οικονομικά από την αφαίμαξη των Βενετών είχαν καταντήσει κουρελήδες και ο καθένας ντυνόταν με ό,τι έβρισκε ίσα για να καλύψει τη γύμνια του.

Αυτή ήταν η κρητική ενδυμασία μέχρι το μισό περίπου του 16ου αιώνα.

Τότε κάνει την εμφάνισή της η βράκα , που έμελλε να διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας σχεδόν και με κάποιες διαφοροποιήσεις, να αποτελέσει το επίσημο ένδυμα του Κρητικού για τους επόμενους αιώνες.

Από πού όμως ήρθε η βράκα;

Τον 16ο αιώνα, οι Μπαρμπαρέζοι πειρατές που λυμαίνονταν τη Μεσόγειο φορούσαν ένα είδος βράκας που συνοδευόταν από γιλέκο, φέσι με ή χωρίς σαρίκι, φαρδιά ζώνη και χαμηλές μπότες.

Οι Κρήτες ναυτικοί, σαν ιδιώτες ή σαν αγκαρευόμενοι στα βενετσιάνικα πλοία αναγκάζονταν πολλές φορές να φορούν ρούχα όμοια με των πειρατών ώστε αυτοί να τους μπερδεύουν και ωσότου να γίνει αντιληπτό το τέχνασμα οι ναυτικοί να έχουν απομακρυνθεί από τους πειρατές.

Είναι λογικό σε εποχές μεγάλης οικονομικής δυστυχίας για τους φτωχούς χωρικούς της Κρήτης, αυτοί να συνεχίζουν να φοράνε το ναυτικό αυτό ένδυμα και μετά την αποστράτευσή τους από τα καράβια, μην έχοντας άλλα ρούχα και με τη σιωπηρή ανοχή των Βενετών. Έτσι καθιερώθηκε η βράκα σαν επίσημο ένδυμα των Κρητικών.

Το ένδυμα αυτό συνεχίστηκε να φοριέται από όλους τους Κρήτες μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα.

Τότε, με το μεταναστευτικό ρεύμα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες (για να πάει κανείς εκεί έπρεπε να αποβάλλει τη βράκα) και τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, οι Κρητικοί άρχισαν σιγά σιγά να αντικαθιστούν τη βράκα με την κυλότα , της

Page 29: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

οποίας η επίδραση προέρχεται από τους ιππείς των ευρωπαϊκών στρατευμάτων.

Μπαίνει μέσα στα στιβάνια (ψηλή μπότα) και συνδυάζεται με πουκάμισο, γελέκο και μεϊτάνι , πλατιά υφαντή ζώνη και μαύρο μαντήλι στο κεφάλι.

Αυτόν τον τύπο φορεσιάς έβαλε και ο Ελ. Βενιζέλος κατά το κίνημα του Θερίσου το 1905.

Απλοποίηση του τύπου αυτού αποτελεί ο συνδυασμός κυλότα, πουκάμισο, μαύρο μαντήλι και στιβάνια, ενδυμασία που φορέθηκε πολύ την περίοδο της εθνικής αντίστασης και που σώζεται ακόμα σε μερικά, ορεινά κυρίως, χωριά της Κρήτης .

Ακόμα, την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, το Σώμα της Χωροφυλακής καθώς και οι Καβάσηδες, η προσωπική δηλαδή φρουρά του πρίγκιπα Γεωργίου, ήταν ντυμένοι με την παραδοσιακή φορεσιά.

Σήμερα, η κρητική παραδοσιακή φορεσιά λόγω κόστους, αλλά κυρίως λόγω μόδας τείνει να γίνει μουσειακό είδος. Οι μόνοι που τη φορούν ακόμη είναι οι χορευτές των παραδοσιακών συγκροτημάτων στους χορούς και στις παρελάσεις.

Πρέπει στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι μετά το 1913 που έγινε η επίσημη ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα η παραδοσιακή κρητική φορεσιά της κρητικής Χωροφυλακής καθιερώθηκε ως η δεύτερη επίσημη ενδυμασία της ανακτορικής φρουράς. Έτσι, μέχρι σήμερα η μισή προεδρική φρουρά φοράει τη φουστανέλα και η άλλη μισή τη βράκα, το εσωτερικό δε του προεδρικού μεγάρου φρουρούν βρακοφόροι.

Η Φορεσιά που βλέπουμε σήμερα

Η ανδρική φορεσιά αποτελείται από διάφορα τμήματα, τα οποία φορεμένα μας δίνουν την εικόνα του κρητικού που όλοι γνωρίζουμε. Αυτά ράβονται από ειδικούς τεχνίτες τους επονομαζόμενους «τερζήδες» .

Πρώτα ο Κρητικός φοράει το πουκάμισο . Το λευκό φοριόταν στους γάμους στις χαρές και στα πανηγύρια, ενώ το μαύρο ήταν δείγμα πένθους. Οι Κρήτες, μετά το θάνατο του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1936 φόρεσαν μόνιμα μαύρο πουκάμισο σε ένδειξη διαχρονικού πένθους και το βγάζουν μόνο στις χαρές.

Στη συνέχεια, πάνω από το πουκάμισο φοριέται το γελέκι . Είναι αχειρίδωτο (χωρίς μανίκια) και φτιάχνεται από τσόχα καλής ποιότητας χρώματος βαθύ μπλε. Διακρίνεται σε ίσιο ή ανοιχτό που αφήνει να φαίνεται το πουκάμισο και σε σταυρωτό που σταυρώνει με τα δυο πέτα του στο στήθος και κλείνει τελείως εμπρός και κουμπώνει στα πλάγια, με θελιές και κουμπάκια. Στα πέτα του γίνεται διακόσμηση με πολλαπλές σειρές από μεταξωτά σειρήτια χρώματος μαύρου ή βαθύ μπλε που ονομάζονται χάρτζα.

Κατόπιν ο κρητικός φοράει τη βράκα , που έχει τις ρίζες της στους πειρατές της

Page 30: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Μπαρμπαριάς. Φτιάχνεται κι αυτή από τσόχινο ύφασμα χρώματος βαθύ κυανού και κεντιέται με μαύρο γαϊτάνι στις ραφές και στις ποδαρές.

Τη βράκα συμπληρώνουν οι κάλτσες , που παλιότερα αποτελούσαν ξεχωριστό τμήμα της φορεσιάς, ενώ αργότερα άρχισαν να ράβονται πάνω στη βράκα, στα δύο μπατζάκια της.

Στη συνέχεια φοριούνται τα υποδήματα ή στιβάνια , χρώματος άσπρου ή μαύρου ανάλογα με την περίσταση και μετά αρχίζει να τυλίγει τη ζώνη του μοιρασμένη πάνω από τη βράκα και το γελέκι. Η ζώνη, που είναι υφαντή από λεπτό μαλλί ή καθαρό μετάξι, έχει χρώμα μπλε ή κόκκινο, το μήκος της είναι περίπου 8 μ. και το πλάτος της 50εκ. Ταυτόχρονα περνάει σε αυτή και το μαχαίρι με μαύρη λαβή (μαυρομάνικο) ή ανοιχτόχρωμη, που η μορφή της σε σχήμα V είναι μοναδική σε όλο τον κόσμο. Η θήκη του, από ακριβό, συνήθως μέταλλο (ασήμι), είναι διακοσμημένη με πλούσια ανάγλυφα σχέδια.

Στη συνέχεια κρεμιέται από το λαιμό η καδένα , το μοναδικό κόσμημα της φορεσιάς, που στο τελειώμά της συνδέεται το ρολόι το οποίο μπαίνει στο τσεπάκι του γελέκου.

Στο κεφάλι βάζει ο Κρητικός το τσακιστό φέσι που αργότερα αντικαταστάθηκε από μαύρο μαντήλι με πυκνά κρόσσια που μοιάζουν με δάκρυα και συμβολίζουν τη θλίψη των Κρητικών για τους συμπατριώτες τους που ολοκαυτώθηκαν στο Αρκάδι.

Η ένδυση ολοκληρώνεται με το μεϊτάνι που μπαίνει πάνω από το γελέκι. Είναι ρούχο με μανίκια, μεσάτο και τελείως ανοιχτό μπροστά. Είναι φτιαγμένο από ύφασμα ίδια ποιότητας και χρώματος με το γελέκι και τη βράκα και κοσμείται με χάρτζα μαύρου χρώματος σε διάφορα σημεία του.

Τις κρύες μέρες ο Κρητικός φοράει αναρριχτό (όχι από τα μανίκια) το καπότο . Αυτό είναι μια κοντή κάπα με κουκούλα φτιαγμένη από το ίδιο τσόχινο ύφασμα όπως και τα υπόλοιπα ρούχα. Έχει και αυτό πλούσια κεντήματα στους ώμους, τους αγκώνες στην πλάτη και στα δυο πέτα, ενώ εσωτερικά είναι επενδυμένο με κόκκινη τσόχα που και σε αυτή την πλευρά υπάρχουν εντυπωσιακά κεντήματα.

Page 31: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΦΟΡΕΣΙΑ

Η γυναίκα της Κρήτης συνεχίζει να φορά το βυζαντινό ένδυμα και μετά την κατάληψη του νησιού από τους Βενετούς και μέχρι περίπου την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Αυτό αποτελείται από δύο ιμάτια με μανδύα και τυμπάνιον στο κεφάλι.

Οι απλές γυναίκες της υπαίθρου φορούσαν τα ίδια ρούχα, κατώτερης όμως ποιότητας και στη μέση μια ποδιά, το προσέργιον.

Σύνηθες ήταν ακόμα και το σακοφίστανο (ζακέτα και φούστα), που μαζί με την ποδιά, φοριέται ακόμα και σήμερα από τις υπερήλικες γυναίκες στα χωριά μας.

Από το τέλος του 15ου αιώνα το ρεύμα σπρώχνει προς την ιταλική μόδα και η εύπορη χωρική της Κρήτης ακολουθεί τη μόδα της Κρητικής αστής που ντύνεται σύμφωνα με τη μόδα της Βενετίας.

Η είσοδος της ανδρικής βράκας στην Κρήτη, επηρέασε και τη γυναικεία φορεσιά. Οι νέες κοπέλες δανείστηκαν από τους άνδρες το «μεϊτάνι» και το ονόμασαν ζιπόνι το οποίο κέντησαν με χρυσές κλωστές και ονομάστηκε και χρυσοζίπονο. Αξίζει εδώ να σημειωθεί η καταπληκτική ομοιότητα του ζιπονιού, που αφήνει

Page 32: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

το στήθος ανοικτό, με το περικόρμιο των γυναικών της Κνωσού.

Το ζιπόνι στην αρχή ήταν κοντό και φορέθηκε πάνω από το φόρεμα. Αργότερα, το 17ο αιώνα, το φόρεμα χωρίστηκε σε επανωκόρμι και φούστα .

Το επανωκόρμι σιγά σιγά αποσύρεται και αντικαθίσταται από κεντημένο πουκάμισο .

Αργότερα η φορεσιά συμπληρώνεται με τη διακοσμητική μπροσποδιά, κατάλοιπο της βυζαντινής εποχής.

Η Φορεσιά που βλέπουμε σήμερα

Σήμερα, σώζονται τρεις χαρακτηριστικές γυναικείες κρητικές φορεσιές, που η καθεμιά πρωτοφορέθηκε σε διαφορετικό σημείο του νησιού, αλλά με την πάροδο του χρόνου εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη την Κρήτη. Η σφακιανή φορεσιά, η ανωγειανή ή «σάρτζα» και η φορεσιά της Κριτσάς ή «κούδα».

Page 33: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Η σφακιανή είναι η γιορτινή ή νυφική φορεσιά της περιοχής των Σφακίων και φορέθηκε σε ολόκληρη τη δυτική Κρήτη.

Είναι η φορεσιά με τα παλιότερα στοιχεία από όλους τους τύπους ενδυμασιών που παραλάβαμε στις αρχές του 20ου αιώνα.

Αποτελείται από πολύπτυχη φούστα σε χρώμα βυσινί ή καφέ συνήθως. Στο κάτω μέρος έχει φάσα από δυο φαρδιά χρυσαφένια σιρίτια .

Το πουκάμισο της φορεσιάς είναι λευκό υφαντό, μεταξωτό ή βαμβακερό και στις άκρες των μανικιών μπορεί να έχει πλούσια κεντήματα ή προσραπτόμενη δαντέλα.

Πάνω από το πουκάμισο μπαίνει το μεσάτο ζιπόνι , του οποίου τα μανίκια μπορεί να είναι αποσπώμενα. Το ζιπόνι είναι χρώματος μαύρου, καφέ ή βυσσινί, φτιαγμένο από τσόχα ή βελούδινο ύφασμα καλής ποιότητας. Είναι χρυσοκέντητο και μπροστά έχει άνοιγμα σε σχήμα V και κλείνει στο κάτω μέρος του σε ένα σημείο.

Το μαντήλι μπορεί να έχει χρώμα κόκκινο ή βυσσινί και να δένεται στο κεφάλι ή άσπρο ριχτό. Στη στολή μπορεί να προστεθεί και υφαντή λευκή ποδιά , διακοσμημένη με πλούσια κεντήματα.

Page 34: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Η σάρτζα ή ανωγειανή φορεσιά πήρε το όνομά της από ένα βασικό κομμάτι της στολής που έχει σχήμα ποδιάς και λέγεται σάρτζα . Φορέθηκε σε ολόκληρη την Κρήτη αλλά ιδιαίτερα στα Ανώγεια από όπου και πήρε το όνομά της.

Η στολή αποτελείται από μια φαρδιά παντελόνα φουφουλωτή στα κάτω άκρα.

Από πάνω μπαίνει μια μακριά πουκαμίσα χρώματος κρεμ , που έχει το ρόλο του φορέματος αφού είναι τόσο μακριά όσο να φαίνεται το κάτω μέρος από τις μπατζάκες του παντελονιού.

Η ποδιά της φορεσιάς είναι η κλασική κρητική ποδιά με τα πλούσια κεντήματα. Η σάρτζα , που έχει κόκκινο χρώμα , είναι μια ποδιά που δένεται πίσω και οι δυο της άκρες πιασμένες μπαίνουν στην αριστερή πλευρά της ζώνης, η οποία είναι και αυτή κόκκινη υφαντή.

Το ζιπόνι φτιάχνεται από τσόχα σε διάφορα χρώματα, με επικρατέστερο το μαύρο, κι είναι πλούσια χρυσοκεντημένο. Αφήνει μπροστά ένα μεγάλο ημικυκλικό άνοιγμα με συνέπεια να μην καλύπτει το στήθος.

Page 35: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Το κεφαλομάντηλο είναι κόκκινο ή βυσσινί με χρυσό ή κίτρινο κρόσσι .

Η Κούδα ή φορεσιά της Κριτσάς πήρε το όνομά της από ένα εξάρτημα σε σχήμα φούστας, χρώματος κόκκινου που ονομάζεται κούδα (στα ιταλικά σημαίνει ουρά ). Από τον τρόπο που φοριέται και πιάνεται στο πίσω μέρος σχηματίζει μια ιδιότυπη διακόσμηση σε σχήμα ουράς.

Η φορεσιά αυτή έχει πολλές ομοιότητες με την Ανωγειανή φορεσιά, αφού και αυτή περιλαμβάνει παντελόνα , και μακριά πουκαμίσα . Η διαφορά είναι ότι η παντελόνα έχει φαρδύ κέντημα στα μπατζάκια ίδιο με αυτό της ποδιάς.

Το ζιπόνι της φορεσιάς έχει ίδιο χρώμα με την κούδα, και είναι πιο μακρύ καλύπτοντας τους γοφούς.

Ιδιαίτερο είναι το κεφαλομάντηλο της φορεσιάς. Είναι λευκό , πολύ μακρύ και έχει ιδιαίτερο δέσιμο .

Ξεχωριστή θέση στη γυναικεία ενδυματολογία κατέχουν τα κοσμήματα της κεφαλής , που η παρουσία τους, εκτός από διακοσμητική, ήταν και φυλακτική.

Τα κοσμήματα του στήθους, του λαιμού, της μέσης μαρτυρούν την οικονομική και κοινωνική θέση της Κρητικιάς.

Ξεχωριστή θέση σε αυτά καταλαμβάνει το σύμβολο-κόσμημα, ο σταυρός .

Η γυναίκα της Κρήτης φοράει βραχιόλια, δαχτυλίδια και νομίσματα , ραμμένα πάνω στη μαντήλι, στο στήθος και στη μέση.

Την γυναικεία φορεσιά συμπληρώνει το αργυρομπουνιαλάκι , το γυναικείο μαχαίρι, που είναι ίδιο με το ανδρικό αλλά μικρότερων διαστάσεων και περνιέται στη ζώνη της Κρητικοπούλας.

Page 36: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

ΟΙ ΧΟΡΟΙ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

ΟΙ ΧΟΡΟΙ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, μύθος, ιστορία, παράδοση,

Σύμφωνα με τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής

γραμματείας, ο χορός πρωτο-εμφανίστηκε στην Κρήτη,

όπου αναπτύχθηκε ως τέχνη κάτω από θεία έμπνευση

και καθοδήγηση, και από εκεί διαδόθηκε στον υπόλοιπο

ελληνικό κόσμο.

Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται στη γέννηση του

χορού, αποδίδοντας την πατρότητά του στη Μητέρα των

Θεών (Ρέα ή Κυβέλη), η οποία τον δίδαξε στους Κρήτες

και συγκεκριμένα στους Κουρήτες, κάποια φυλή ή

υποδιαίρεση του κρητικού λαού, αρχαιότατη αν κρίνουμε από την παράδοση

που τους ονομάζει «γιους της Γης», ή μια ιερατική οικογένεια θεραπευτών -

καθαρτών, που εκτελούσαν χαρακτηριστικούς χορούς, προκειμένου να

επιτύχουν τον εξαγνισμό. Γι αυτό και θεωρείται ότι οι περισσότεροι χοροί της

κλασικής αρχαιότητας ανάγονται στην Κρήτη.

Ο πιο φημισμένος κρητικός χορός ήταν ο πυρρίχιος και με τη γενική ονομασία

«πυρρίχη» χαρακτηρίζονταν όλοι οι πολεμικοί χοροί της αρχαιότητας. Οι

πηγές μας πληροφορούν ότι με τα χρόνια ο χορός εξαπλώθηκε σε όλη την

Ελλάδα και η κάθε πόλη που άρχιζε να τον χορεύει, δίνοντάς του και

διαφορετικό όνομα, φιλοδοξούσε την πατρότητά του. Από το 300 μ.Χ. τον

πυρρίχιο αρχίζουν να χορεύουν και οι γυναίκες και από τότε κάποιες

παραλλαγές του παίρνουν χαρακτήρα χορού ερωτικού.

Οι περισσότεροι μελετητές σήμερα είναι πεπεισμένοι ότι αρκετούς χορευτικούς

τύπους οι αρχαίοι Έλληνες τους διδάχτηκαν από την Κρήτη.

Για πολλούς από τους παραδοσιακούς χορούς της Κρήτης, μπορούμε να πούμε

πως αποτελούν απόηχους των χορών των Κουρητών ή των χορών της πυρρίχης,

ως παραλλαγές ή άλλες ονομασίες τους, μετασχηματισμένες στο πέρασμα των

αιώνων.

Ιδιαίτερα ονομαστοί στην Κρήτη, από τη μινωική

εποχή, ήταν επίσης οι τελετουργικοί κυκλικοί

χοροί, κλειστοί και ανοιχτοί, ως απαραίτητα

στοιχεία των θρησκευτικών τελετουργιών. Οι

αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι οι Κρήτες είχαν

εφεύρει αυτού του είδους τις τελετουργίες με

τους συρτούς χορούς, που χορεύονταν κατά τη

Page 37: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

διάρκεια θυσίας γύρω από το βωμό.

Το ότι η πλουσιότατη μουσικοχορευτική κληρονομιά της Κρήτης, η οποία

διαμορφώθηκε και επιβίωσε μέχρι τους νεότερους χρόνους, αναπτύχθηκε ως

συνέχεια της αρχαιότερης τοπικής και συμπληρώθηκε επηρεασμένη από τις

μακρόχρονες ιστορικές περιπέτειες του νησιού, φαίνεται, επίσης, από το

γεγονός ότι μέχρι τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα ο μουσικός βρισκόταν στο

κέντρο του χορευτικού κύκλου, που όπως επιβεβαιώνεται από τα αρχαιολογικά

ευρήματα συνέβαινε στην Κρήτη της αρχαιότητας.

Στη ζωντανή χορευτική κληρονομιά της Κρήτης περιλαμβάνονται είκοσι πέντε,

περίπου, παραδοσιακοί χοροί. Μέχρι πριν μερικά, μόλις, χρόνια οι

περισσότεροι από αυτούς ήταν περιορισμένης διάδοσης. Γνωστοί σε όλη την

Κρήτη ήταν μόνο: η σούστα, ο σιγανός, ο μαλεβιζώτης, ο χανιώτικος (συρτός)

και το πεντοζάλι. Να σημειωθεί, πάντως, ότι και οι χοροί αυτοί (πλην του

σιγανού) μέχρι το Μεσοπόλεμο δεν ήταν παγκρήτιας εμβέλειας. Πιο

συγκεκριμένα, η σούστα ήταν ευρέως γνωστή στο νομό Ρεθύμνου, ο

μαλεβιζώτης στο νομό Ηρακλείου και ο χανιώτικος και το πεντοζάλι στο νομό

Χανίων. Μόνο ο σιγανός ήταν γνωστός, σε παραλλαγές, στους νομούς Ρεθύμνου,

Ηρακλείου και Λασιθίου.

Οι υπόλοιποι, λιγότερο γνωστοί, χοροί είναι: η γιτσικιά σούστα, η

γλυκομηλίτσα και το ρόδο, που χορεύονται στην επαρχία Κισσάμου, ο φτερωτός

συρτός (παραλλαγή του χανιώτικου με διαφοροποιημένη τη χορογραφία του),

που ήταν γνωστός σε μερικά χωριά των νομών Χανίων και Ρεθύμνου, ο

κουτσαμπαδιανός και ο τριζάλης, που χορεύονται στην επαρχία Αμαρίου, ο

πηδηχτός, που συναντάμε στην επαρχία Μυλοποτάμου, ο απανωμερίτης και το

μικρό μικράκι, χοροί γνωστοί σε ορισμένες περιοχές των νομών Ρεθύμνου και

Ηρακλείου, ο μπρ(α)ϊμιανός - πρινιώτης, ο αγκαλιαστός, ο ξενομπασάρης και ο

ζερβόδεξος, που χορεύονται στις επαρχίες Ιεράπετρας και Μιραμπέλλου, ο

πηδηχτός, που συναντάμε στο νομό Λασιθίου (με τις παραλλαγές του, στειακός

στη Σητεία και ιεραπετρίτικος στην Ιεράπετρα), ο λαζότης και τα ντουρνεράκια,

που είναι γνωστοί σε διάφορες περιοχές του νησιού.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ:

Στην Κρήτη υπάρχουν αρκετοί χοροί, από διαφορετικά μέρη του νησιού, που

μοιράζονται την ονομασία σιγανός, καθώς και πολλοί άλλοι, επίσης από

διαφορετικά μέρη, που μοιράζονται την ονομασία πηδηχτός. Με λίγα λόγια,

έχουμε πολλούς διαφορετικούς πηδηχτούς και πολλούς διαφορετικούς σιγανούς

στην Κρήτη.

Να πούμε, λοιπόν, ότι έχουμε:

Page 38: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

σιγανό στο νομό Ρεθύμνου, σιγανό στο νομό Ηρακλείου, σιγανό στο νομό

Λασιθίου, τις τελευταίες δεκαετίες σιγανό (πεντοζάλι) και στο νομό Χανίων (!!),

πηδηχτό στην επαρχία Μυλοποτάμου (Ρεθύμνου), πηδηχτό στην επαρχία

Μαλεβιζίου (Ηρακλείου), πηδηχτό στην επαρχία Καινουργίου (Ηρακλείου),

πηδηχτό στην επαρχία Μονοφατσίου (Ηρακλείου), πηδηχτό στην επαρχία

Σητείας (Λασιθίου), πηδηχτό στην επαρχία Ιεράπετρας (Λασιθίου), ενώ δεν

πρέπει να παραλείψουμε να πούμε ότι το πεντοζάλι λεγόταν παλαιότερα και

πηδηχτός.

Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, οι μελετητές των κρητικών παραδοσιακών

χορών, όπως και κάποιοι συγγραφείς, προσέδωσαν στην ονομασία του κάθ’ ενός

από τους χορούς αυτούς, επιπροσθέτως, έναν επιθετικό προσδιορισμό με ρίζα

την ονομασία της επαρχίας στην οποία αυτός διαμορφώθηκε ή ακόμα και του

χωριού στο οποίο τον συνάντησαν ή τον κατέγραψαν, ενώ τα τελευτά χρόνια

ακόμα και με βάση την καταγωγή αυτού ή αυτών που τον απέδιδαν.

Έτσι προέκυψαν οι ονομασίες: ρεθεμνιώτικος σιγανός, ηρακλειώτικος σιγανός,

λασιθιώτικος σιγανός, χανιώτικο σιγανό (πεντοζάλι), μυλοποταμίτικος

πηδηχτός, ανωγειανός πηδηχτός, μαλεβιζώτης, καστρινός πηδηχτός, εθιανός

πηδηχτός, πηδηχτός μονοφατσίου, λασιθιώτικος πηδηχτός, ιεραπετρίτικος

πηδηχτός, στειακός πηδηχτός κ.λπ.

Το ίδιο, τροποντινά, πρέπει να πούμε ότι ισχύει και για την ονομασία του

χανιώτη ή χανιώτικου (συρτού), καθώς τα παλαιότερα χρόνια (αλλά ακόμα και

σήμερα οι παλαιότεροι) στο νομό Χανίων οι χορευτές ζητούσαν από τους

οργανοπαίχτες να τους παίξουν είτε τον «Πρώτο», είτε το «Σελινιώτικο», είτε

τον «Ενάντιο», είτε τον «Πρώτο Λουσακιανό», είτε την «Ηλέκτρα», είτε το «Νέο

Σελινιώτικο», είτε τον «Κολυμπαριανό» κ.ά., δηλαδή έλεγαν τον τίτλο της

μελωδίας (δημιουργία ενός λαϊκού μουσικού) πάνω στην οποία ήθελαν να

χορέψουν και βέβαια κάθε φορά χόρευαν τα ίδια βήματα, κάτι που, όπως

είπαμε, διατηρείται ακόμη και σήμερα στα Χανιά.

Από τα παραπάνω επιβεβαιώνεται, εμμέσως πλην σαφώς, ότι οι λεγόμενοι

παγκρήτιοι χοροί τα παλαιότερα χρόνια ήταν τοπικής μόνο διάδοσης.

Ας πούμε, όμως, δυο λόγια για κάθε έναν από τους κρητικούς χορούς.

Γιτσικιά σούστα

Είναι χορός της επαρχίας Κισσάμου του νομού Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία

των πηδηχτών χορών. Στις μέρες μας χορεύεται μόνον από άνδρες, παλαιότερα

όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4, τα βήματά του 6

και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων (με λυγισμένους τους αγκώνες).

Τα τελευταία χρόνια ο χορός λέγεται και Ρουματιανή σούστα. Την ονομασία

Page 39: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

αυτή έδωσε στο χορό ο πρωτομάστορας της κρητικής μουσικής Κωνσταντίνος

Παπαδάκης, ο περίφημος λαϊκός βιολάτορας Ναύτης (1920-2003) από το

Καστέλι Κισσάμου, επειδή τις τελευταίες δεκαετίες χορευόταν μόνο από άτομα

που κατάγονταν από το χωριό Παλαιά Ρούματα της επαρχίας Κισσάμου.

Χανιώτικος ή χανιώτης.

Η παλαιότερη μορφή του

χορού εντοπίζεται στην

επαρχία Κισσάμου

Χανίων. Ανήκει στην

κατηγορία των συρτών

χορών. Ας μην ξεχνάμε,

άλλωστε, ότι τις

τελευταίες δεκαετίες

ακούγεται περισσότερο

ως χανιώτικος συρτός.

Χορεύεται από άνδρες

και γυναίκες σε κύκλο.

Το μουσικό μέτρο του

είναι 5/8, τα βήματα του 11 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων.

Χορεύεται σε κύκλο.

Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την οποία κατέγραψε ο Ναύτης στο

βιβλίο του Κρητική λύρα, ένας μύθος (Χανιά, 1989), ο χορός διαμορφώθηκε στα

μέσα του 18ου αιώνα στην επαρχία Κισσάμου Χανίων, πιθανόν

μετασχηματίζοντας τα βήματα κάποιου παλαιότερου συρτού χορού. Κατά τη

λαϊκή πίστη, η παλαιότερη μελωδία του χανιώτικου, «ο πρώτος»,

δημιουργήθηκε με βάση δύο μελωδίες που είχαν συνθέσει οι Κρήτες εθελοντές

μαχητές της Κωνσταντινούπολης στα 1453, οι οποίοι, ως γνωστόν, ήταν και οι

τελευταίοι υπερασπιστές της. Οι μελωδίες αυτές, που όσοι από τους αγωνιστές

σώθηκαν επιστρέφοντας τις έφεραν στην Κρήτη, διατηρήθηκαν για δύο αιώνες

ως τραγούδια.

Σύμφωνα, πάντα, με τη λαϊκή μαρτυρία, η πρώτη οργανική εκτέλεση της

μουσικής του χορού αποδίδεται στον Κισσαμίτη βιολάτορα Στέφανο

Τριανταφυλλάκη ή Κιώρο (18ο αιώνα) και η πρώτη βηματική απόδοση του από

Κισσαμίτες στον οικισμό Πατεριανά του χωριού Λουσακιές. Ο χανιώτικος έγινε

ευρέως γνωστός στην υπόλοιπη Κρήτη την περίοδο του Μεσοπολέμου,

αποκτώντας στη συνέχεια παραλλαγές στο ύφος και την έκφραση της μουσικής,

του βηματισμού και της φόρμας του.

Είναι χορός μοναδικός και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, λόγω του

Ο Παγκρήτιος Όμιλος Βρακοφόρων 1967.)

Page 40: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

ξεχωριστού χορευτικού τρόπου απόδοσης της παλαιότερης μορφής του, που

διατηρείται στην επαρχία Κισσάμου, καθώς στον κύκλο του χορού χορεύουν

πάντα οι εκάστοτε δύο πρώτοι, ενώ οι υπόλοιποι περπατάνε, αλλά και του πολύ

μεγάλου αριθμού συνοδευτικών μελωδιών (μουσικών σκοπών), που οι

περισσότερες είναι δημιουργίες σπουδαίων μουσικών του 19ου και του 20ού

αιώνα.

Πεντοζάλι.

Ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών χορών. Στις μέρες μας αποδίδεται από

άνδρες και γυναίκες, παλαιότερα όμως χορευόταν μόνον από άνδρες. Το

μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 1ο και η λαβή από τους ώμους με τα

χέρια τεντωμένα. Χορεύεται σε κύκλο.

Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την οποία επίσης κατέγραψε ο Ναύτης

στο βιβλίο του, αλλά και τα πολλά ιστορικά στοιχεία που συμφωνούν με αυτήν,

ο χορός έλαβε τη σημερινή μουσικοχορευτική μορφή και ονομασία του στην

επαρχία Κισσάμου, την περίοδο της Επανάστασης του Δασκαλογιάννη στα

1770-71 (ίσως βέβαια μετασχηματίζοντας έναν παλαιότερο πυρρίχιο ή

υπορχηματικό χορό) και αποκτώντας συμβολισμούς στην ονομασία, το

βηματισμό και τη μουσική του.

Ονομάστηκε πεντοζάλι, και όχι πεντοζάλης, γιατί συμβολίζει το πέμπτο ζάλο

(δηλαδή βήμα), όπως ειπώθηκε η θεωρούμενη πέμπτη κατά σειρά ελπίδα των

Κρητικών για απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους και όχι γιατί έχει

πέντε βήματα, όπως αβασάνιστα έχουν πει αρκετοί. Έχει δέκα βήματα, σε

ανάμνηση της 10ης Οκτωβρίου του 1769, οπότε λήφθηκε η απόφαση των

Σφακιανών για την πραγματοποίηση της επανάστασης, και η μουσική του

αποτελείται από δώδεκα πάρτες, δηλαδή δώδεκα μουσικές φράσεις (γυρίσματα ή

σκοπούς τις λένε στην Κίσσαμο), προς τιμήν των δώδεκα πρωτεργατών της

εξέγερσης.

Αξιοσημείωτο είναι ότι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι κάτοικοι των επαρχιών Κισσάμου και Σελίνου όταν χόρευαν το πεντοζάλι, στο άκουσμα κάθε σκοπού της μουσικής του χορού, φώναζαν το όνομα του καπετάνιου που αντιστοιχούσε ο μουσικός σκοπός, τιμώντας έτσι τη μνήμη του Δασκαλογιάννη των βασικών συνεργατών του και της εξέγερσής των. Να τονισθεί ότι τα ονόματα των πρωτεργατών της επανάστασης του

Δασκαλογιάννη διατηρήθηκαν στη λαϊκή μνήμη μέσω του πεντοζαλιού, δηλαδή

μέσα από το συνδυασμό δύο αλληλένδετων μορφών παράδοσης, της ιστορικής

προφορικής και της χορευτικής. Αυτό, όμως, που είναι εντυπωσιακό είναι το

γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της πολυετούς έρευνας που πραγματοποίησα για

τους κρητικούς χορούς εντόπισα σε ένα ιστορικό κείμενο του 1877 τα ονόματα

των πρωταγωνιστών της επανάστασης του Δασκαλογιάννη, τα οποία ταυτίζονται

Page 41: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

απόλυτα (απλώς αναφέρονται με διαφορετική σειρά) με αυτά που διατηρήθηκαν

στο «ιστορικό» διαμόρφωσης και την τελετουργία του χορού. Τα στοιχεία αυτά,

όπως και πολλά άλλα, πρωτοδημοσιεύτηκαν στο βιβλίο μου Οι χοροί της

Κρήτης, μύθος, ιστορία, παράδοση.

Από τα μέσα του 20ου αιώνα, ο χορός, γνωστός πλέον σε όλη την Κρήτη, άρχισε

πολλάκις να μετασχηματίζεται. Έτσι διαμορφώθηκαν τα λεγόμενα σιγανά

πεντοζάλια, που στην πραγματικότητα είναι οι διάφορες μορφές του σιγανού

χορού, και τα οποία χορεύονται ως εισαγωγή, ως το πρώτο μέρος του

πεντοζαλιού, που προηγείται του γρήγορου (δεύτερο μέρος). Δηλαδή, δυστυχώς,

έγινε μία μορφή νόθευσης και στους δύο χορούς. Ατράνταχτες αποδείξεις των

παραπάνω αποτελούν δύο σημαντικότατες διαπιστώσεις: α) σε τίποτα δεν

διαφέρει ο ρεθεμνιώτικος σιγανός από το ρεθεμνιώτικο σιγανό πεντοζάλι και β)

σε τίποτα δεν διαφέρει ο ηρακλειώτικος σιγανός από το ηρακλειώτικο σιγανό

πεντοζάλι.

Ρόδο

Είναι, επίσης, χορός της επαρχίας Κισσάμου Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία

των συρτών χορών. Στις μέρες μας αποδίδεται κυρίως από γυναίκες, παλαιότερα

όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 17 και

η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Χορεύεται σε κύκλο.

Το όνομά του συνδέεται με τις πάμπολλες μαντινάδες με αναφορά στο ρόδο, που

τραγουδιόνται κατά την εκτέλεση του χορού. Παρακάτω, αναφέρουμε ορισμένες

σχετικές παλαιές μαντινάδες

Ρόδο μου μη μαραίνεσαι, μη χάνεις τη θωριά σου, κράτα τη δροσεράδα σου, την τόση ομορφιά σου.

Ρόδα και τριαντάφυλλα κι άνθη του παραδείσου

εσύναξεν ο έρωτας κι έφτιαξεν το κορμί σου.

-

Ρόδο και ‘συ, ρόδο κι εγώ, μαζί να φυτευτούμε,

να σμίξουμε τους κλώνους μας να σφιχταγκαλιαστούμε

Γλυκομηλίτσα

Είναι και αυτός χορός της επαρχίας Κισσάμου Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία

των συρτών χορών. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό

μέτρο του χορού είναι 2/4 , τα βήματά του 12 και η λαβή από τις παλάμες στο

ύψος των ώμων.

Ο χορός παίρνει το όνομά του από το ριζίτικο τραγούδι Το μήλον όσο κρέμεται

εις τη γλυκομηλίτσα, με το οποίο μοιράζεται και την ίδια μελωδία.

Page 42: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Η αναβίωση του χορού, η οποία είναι εξαιρετικά πρόσφατη, είναι αποτέλεσμα

της ερευνητικής προσπάθειας του πολιτισμολόγου Θρασύβουλου Τσουχλαράκη.

Φτερωτός συρτός

Ο χορός, που λέγεται και ντάμα στο Ρέθυμνο ή πάσο στα Χανιά, αποτελεί

παραλλαγή του χανιώτικου με διαφοροποιημένη τη φόρμα του.

Ο χορός την περίοδο της Αποκριάς, αλλά κι εν γένει σε εύθυμες περιστάσεις,

έπαιρνε τη μορφή παιχνιδιού.

Κουτσαμπαδιανός

Λέγεται και κα(ρ)τσιμπα(ρ)διανός ή κατσαμπαδιανός ή κουτσιστός. Είναι χορός

της επαρχίας Αμαρίου Ρεθύμνου. Χορεύεται μόνον από άνδρες σε κύκλο. Το

μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4 , τα βήματά του 10 και η λαβή από τις

παλάμες στο ύψος των ώμων.

Στην ουσία πρόκειται για παραλλαγή του πεντοζαλιού, κάτι που

επιβεβαιώνεται από τη σχετική με τη διαμόρφωση του χορού προφορική

παράδοση.

Υπάρχει και μία δεύτερη εκδοχή για τον τυπικό βηματισμό του χορού, με 16

βήματα, η οποία όμως αποδυναμώνεται από την ασυμφωνία της με το

παραδιδόμενο χρονικό δημιουργίας του χορού, που αναφέρουμε παρακάτω.

Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την οποία διέσωσε ο λυράρης Γιώργος

Μουζουράκης (1904–2001) από την Παντάνασσα Αμαρίου, καταθέτοντάς την σε

συνέντευξη που μου παραχώρησε το 1995, το ιστορικό διαμόρφωσης του χορού

έχει ως εξής: Αρκετά χρόνια μετά την επανάσταση του Δασκαλογιάννη, εκεί

γύρω στα 1800, ένας καπετάνιος από την Αμπαδιά, κουτσός στο αριστερό του

πόδι, μετά από μία μάχη με Τούρκους στη Λοχριά της Αμπαδιάς, θέλησε να

χορέψει πεντοζάλι. Οι μουσικοί, που έπαιξαν για αυτόν, και οι χορευτές, που

χόρεψαν μαζί του, τον τίμησαν, προσαρμόζοντας το ρυθμό της μουσικής του

πεντοζαλιού και τα βήματα του χορού, αντίστοιχα, στα ζάλα ενός κουτσού

άνδρα. Εκείνος, παρ’ ότι κουτσός, χόρεψε και ο χορός του έμεινε στην

παράδοση της επαρχίας Αμαρίου ως κουτσαμπαδιανός ή κα(ρ)τσιμπα(ρ)διανός ή

κατσαμπαδιανός ή κουτσιστός για να θυμούνται όλοι το χορό του κουτσού από

την Αμπαδιά.

Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές (στις οποίες επανειλημμένως τα τελευταία χρόνια έχω αναφερθεί μέσα από τα κείμενά μου), ανάμεσα σε αυτούς που συμμετείχαν στην επανάσταση του Δασκαλογιάννη, στα 1770-71, ήταν και ο σπουδαίος οπλαρχηγός Ιωσήφ Δασκαλάκης ή Σηφοδασκαλάκης (πατήρ) από την

Page 43: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Αμπαδιά Ρεθύμνου, ο οποίος, μάλιστα, ήταν από αυτούς που επέζησαν του αγώνα, αλλά έμεινε χωλός στο αριστερό του πόδι. Να σημειωθεί ότι ο Σηφοδασκαλάκης ήταν σφακιανής καταγωγής και ο γιος του, που ήταν σημαιοφόρος στο στράτευμα του Δασκαλογιάννη, σκοτώθηκε στις αρχές της επανάστασης. Θεωρώ, λοιπόν, ότι είναι πολύ πιθανόν ο Σηφοδασκαλάκης να είναι ο κουτσός Αμπαδιανός (ή Αμπαδιώτης), που συνδέεται με το παραδιδόμενο ιστορικό του χορού. Διαπιστώνουμε ακόμη ότι το ιστορικό του πεντοζαλιού ενισχύεται από εκείνο

του κουτσαμπαδιανού (1770 το πεντοζάλι, 1800 ο κουτσαμπαδιανός). Το

γεγονός δε ότι οι δύο χοροί αυτοί έχουν κοινά πολλά τεχνικά στοιχεία, κάνει

ακόμα πιο ισχυρή τη θεώρηση που θέλει τον κουτσαμπαδιανό να προκύπτει από

το πεντοζάλι.

Σούστα

Είναι χορός του νομού Ρεθύμνου. Ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών

χορών. Χορεύεται από ένα ή περισσότερα ζευγάρια (άνδρας με γυναίκα). Το

μουσικό μέτρο του είναι 2/4 και τα βήματά του 6. Ξεκινάει σαν κύκλιος χορός.

Άνδρες και γυναίκες, με λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων, αφού

χορέψουν έναν κύκλο χωρίζονται σε δύο ομάδες (ανδρών και γυναικών), η μια

απέναντι από την άλλη, φροντίζοντας να βρεθούν αντικριστά οι χορευτές που

θα αποτελέσουν ζευγάρι. Στη συνέχεια κάθε άνδρας πλησιάζει το ταίρι του. Από

εκεί κι έπειτα αναπτύσσεται μεταξύ των χορευτών του κάθε ζευγαριού ένας

χορευτικός διάλογος, γεμάτος συμβολισμούς, με τα ζευγάρια αρχικά σε

παράλληλη διάταξη και κατόπιν σε ελεύθερη. Ένα καλό ζευγάρι χορευτών

μπορεί να εκφράσει στη σούστα το χρονικό μιας ερωτικής ιστορίας, από τη

στιγμή της γνωριμίας μέχρι την ώρα του γάμου.

Τα βασικά βήματα του χορού, που μοιάζουν με πηδηματάκια και κάνουν τα

σώματα των χορευτών σαν να ωθούνται από κάποιο ελατήριο, πιστεύω ότι ίσως

να ήταν ο λόγος που ο χορός, κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας,

μετονομάστηκε σε σούστα από την ομώνυμη ιταλική λέξη, που σημαίνει

ελατήριο, έλασμα. Θεωρώ, λοιπόν, πιθανόν οι Βενετοί να έδωσαν την ονομασία

αυτή, από τη στιγμή που άρχισαν να χορεύουν τον αντικριστό ερωτιάρικο χορό

των Κρητών, αφού από τον Αντρέα Κορνάρο, ιστορικό της εποχής (τέλη 16ου

αιώνα), πληροφορούμαστε πως στις γιορτές και στις δεξιώσεις που δίδονταν στο

παλάτι του δούκα, στο Χάνδακα, χορεύονταν εκτός από τους ιταλικούς και οι

κρητικοί χοροί, που άρεσαν πολύ στους Βενετούς αξιωματούχους και στις

κυρίες τους. Μπορεί, βέβαια, και να διαμορφώθηκε τότε ο χορός,

μετασχηματίζοντας έναν παλαιότερο.

Page 44: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Τριζάλης

Είναι, επίσης, χορός της επαρχίας Αμαρίου Ρεθύμνου. Ανήκει στην κατηγορία

των πηδηχτών χορών. Στις μέρες μας αποδίδεται κυρίως από γυναίκες,

παλαιότερα όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4 , τα βήματά

του 7 ( που εκτελούνται με δύο τρόπους) και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος

των ώμων. Χορεύεται σε κύκλο.

Πηδηχτός

Έτσι λέγεται ένας χορός της επαρχίας Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνου, που

αποδίδεται μόνο από άνδρες. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4 , τα βήματά

του 12 (6 μπροστά, 6 πίσω) και η λαβή χιαστί. Χορεύεται σε κύκλο.

Τις τελευταίες δεκαετίες είναι περισσότερο γνωστός ως ανωγειανός πηδηχτός,

επειδή προβλήθηκε ιδιαιτέρως από Ανωγειανούς μουσικούς και χορευτές.

Απανωμερίτης

Είναι χορός της Κεντρικής Κρήτης. Συναντάται σε αρκετές περιοχές των νομών

Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Στις μέρες μας χορεύεται κυρίως από γυναίκες,

παλαιότερα όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά

του 10 και η λαβή από τις παλάμες με τα χέρια κάτω. Χορεύεται σε κύκλο.

Μικρό μικράκι

Είναι και αυτός ένας χορός που συναντάται σε αρκετές περιοχές των νομών

Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Ανήκει στην κατηγορία των συρτών χορών. Στις

μέρες μας αποδίδεται κυρίως από γυναίκες, παλαιότερα όμως ήταν μικτός

χορός. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των

ώμων. Για το βηματισμό του χορού υπάρχουν δύο εκδοχές, μία με 10 βήματα

και μία με 18. Χορεύεται σε κύκλο.

Σιγανός

Είναι χορός αργός και ίσως γι αυτό ονομάστηκε έτσι. Χορεύεται από άνδρες και

γυναίκες σε κύκλο. Διάφορες μορφές του χορού συναντώνται στους νομούς

Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Λασιθίου. Μέχρι πριν μερικά χρόνια ήταν ο χορός

της νύφης στην Κεντρική και Ανατολική Κρήτη και το λέμε αυτό γιατί στις

μέρες μας ο χανιώτικος (συρτός) έχει επικρατήσει να είναι ο χορός της νύφης

στα περισσότερα μέρη της Κρήτης.

Στο νομό Ρεθύμνου ο χορός έχει μουσικό μέτρο 2/4, 8 βήματα και λαβή από τις

παλάμες στο ύψος των ώμων ή θηλυκωτή.

Στο νομό Ηρακλείου ο χορός έχει μουσικό μέτρο 2/4, 6 βήματα και λαβή χιαστί.

Page 45: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Στο νομό Λασιθίου είδος σιγανού χορού αποτελεί ο ξενομπασάρης, που είναι

χορός της επαρχίας Ιεράπετρας. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4 , τα βήματά του

6 και η λαβή χιαστί ή θηλυκωτή ή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Είναι

χορός που βηματικά προσιδιάζει με το σιγανό που χορεύεται στο νομό

Ηρακλείου, αν και δεν τον έλεγαν ποτέ έτσι στην Ιεράπετρα.

Η ονομασία του οφείλεται στη μαντινάδα που τραγουδιέται πάντα πρώτη κατά

τη διάρκεια του χορού:

Ξενομπασαρικάκι μου ξενομπασάρικό μου,

σγουρό βασιλικάκι μου και να ‘σουνε δικό μου

Χορεύεται και στο Κάτω Μεραμπέλλο, όπου τον λένε σιγανό, αλλά και μανά,

από το τσάκισμα «για το Θεό μανά μου», που λέγεται πάνω στις μαντινάδες.

Παλαιότερα ο σιγανός χορευόταν κυρίως από γυναίκες. Σύμφωνα με τις

ιστορικές πηγές, επί Τουρκοκρατίας οι αγάδες συνήθιζαν να καλούν τις

οικογένειες των Κρητικών σε δήθεν γλέντια, για να βάζουν τις γυναίκες και τις

κόρες τους να χορεύουν στους οντάδες τους. Κατά την προφορική παράδοση,

την οποία επίσης κατέγραψε ο Ναύτης στο βιβλίο του, οι Τούρκου έριχναν στο

πάτωμα ρόβι για να γλιστρούν οι γυναίκες, να πέφτουν κάτω, να τις

γελοιοποιούν και να τις προσβάλουν. Λέγεται, λοιπόν, ότι οι Κρητικοί, για να

μην γίνεται το κέφι των Τούρκων, έλεγαν στους οργανοπαίχτες, που επί το

πλείστον ήταν Χριστιανοί, να παίζουν το σιγανό, ώστε οι Κρητικές να

αποφεύγουν τα «χορευτικά» ατυχήματα. Να σημειωθεί ότι δεν ξέρουμε αν ο

χορός αυτός προϋπήρχε ή διαμορφώθηκε τότε για το σκοπό αυτό.

Μαλεβιζώτης

Λέγεται και καστρινός πηδηχτός. Είναι χορός της επαρχίας Μαλεβιζίου του

νομού Ηρακλείου. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό

μέτρο του χορού είναι 2/4, τα βήματά του 16 (8 μπροστά και 8 πίσω) και η λαβή

από τις παλάμες στο ύψος των ώμων (με λυγισμένους τους αγκώνες).

Μπρ(α)ϊμιανός - πρινιώτης

Είναι χορός της επαρχίας Ιεράπετρας. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε

κύκλο. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4. Τον συναντούμε σε παραλλαγές, στην

Ιεράπετρα, στον Κρούστα, στους Μεσελέρους (όπου τον λένε μεσελεριανό) και

αλλού, καθώς και στο οροπέδιο Λασιθίου, όπου και παίρνει την ονομασία

Page 46: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

πρινιώτης, μία εξαιρετικά ξεχωριστή έκφραση του χορού, η οποία προσωπικά

πιστεύω ότι έχει αρχαιότατες καταβολές, καθώς παρουσιάζει πολλές ομοιότητες

με τον αρχαιοελληνικό χορό «όρμο», ο οποίος είχε υπορχηματικό χαρακτήρα.

Στα περισσότερα χωριά της επαρχίας Ιεράπετρας έχει 13 βήματα (6 μπροστά, 7

πίσω) και λαβή χιαστί ή από τους ώμους με τα χέρια τεντωμένα ή από τις

παλάμες στο ύψος των ώμων ή θηλυκωτή.

Στο οροπέδιο Λασιθίου ο πρινιώτης έχει 14 βήματα (7 μπροστά, 7 πίσω) και

λαβή διπλή σταυρωτή.

Πηδηχτός

Είναι χορός του νομού Λασιθίου. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε

κύκλο. Έχει μουσικό μέτρο 2/4 και λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων

(με τους αγκώνες λυγισμένους).

Τον συναντούμε σε παραλλαγές, στο ύφος του βηματισμού και στη συνοδευτική

μουσική, ως στειακό στην επαρχία Σητείας, με16 βήματα (8 μπροστά και 8

πίσω), και ως ιεραπετρίτικο στην επαρχία Ιεράπετρας, με 14 βήματα (7 μπροστά

και 7 πίσω).

Αγκαλιαστός

Είναι χορός της επαρχίας Ιεράπετρας. Είναι απλός, περπατητός. Χορεύεται από

άνδρες και γυναίκες σε εύθυμες περιστάσεις. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4.

Το όνομά του το πήρε από το ιδιόμορφο πιάσιμο των χορευτών, που μοιάζει να

αγκαλιάζει κάθε χορευτής τον μπροστινό του. Ο μουσικός ή η «πλουμίστρα»

(μια γυναίκα με πείρα στο χορό αυτό, που πιάνει στην αρχή του κύκλου)

«πλουμίζει», δηλαδή «στολίζει», κάθε χορευτή και χορεύτρια με επαινετικά

δίστιχα, ενώ ταυτοχρόνως εξελίσσεται η ομολογουμένως ξεχωριστή διαδικασία

του αγκαλιάσματος, ξεκινώντας από τους τελευταίους του χορού, με τη

διαμόρφωση αψίδας και πορείας φουρκέτας. Τον αγκαλιαστό ακολουθεί, σχεδόν

πάντα, ως συνέχεια, ένας πηδηχτός χορός του νομού Λασιθίου.

Ζερβόδεξος

Είναι χορός της επαρχίας Ιεράπετρας. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες, με

τον ένα πίσω από τον άλλον, στην αρχή σε κύκλο και μετά σε ελεύθερη πορεία.

Έχει μουσικό μέτρο 2/4, 6 βήματα και ιδιόμορφη λαβή, που γίνεται με τη

Page 47: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

βοήθεια μαντηλιού. Οι χορευτές τεντώνουν το δεξί τους χέρι και πιάνουν το

αριστερό του μπροστινού (μπροστά από τον αριστερό ώμο). Με το ξεκίνημα της

μουσικής όλοι χορεύουν πηγαίνοντας προς τα εμπρός. Όταν ο μουσικός,

βιολάτορας ή λυράρης, κάνει με το δοξάρι του ένα χαρακτηριστικό και κοφτό

ήχο σαν στριγκλιά, τότε όλοι οι χορευτές αλλάζουν φορά. Έτσι ο πρώτος

γίνεται τελευταίος και ο τελευταίος πρώτος. Στο χωριό Κρούστας ο ζερβόδεξος

έχει 7 βήματα και χορεύεται με λαβή από τις παλάμες με τα χέρια κάτω.

Η ονομασία του χορού οφείλεται στην εναλλασσόμενη φορά του, μία μπροστά

μία πίσω ή αλλιώς μία ζερβά (αριστερά) μία δεξιά. Οι παλιοί οργανοπαίχτες

συνήθιζαν να παίζουν το χορό αυτό στα γλέντια, τις προχωρημένες ώρες, όταν

ήθελαν να τονώσουν το κέφι.

Λαζότης

Είναι ένας εύθυμος κυκλικός χορός που χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε

αρκετές περιοχές της Κρήτης. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 8

και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων.

Να σημειωθεί ότι ο χορός δεν είναι πηδηχτός, παρότι, όπως πιστεύω, στο

βηματισμό του ενσωματώνονται στοιχεία από δύο χορούς των Ποντίων, τους

ομάλ απλό και τικ σο γόνατον.

Για τη διαμόρφωση του χορού υπάρχουν δύο απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη,

ο χορός προέκυψε από την επαφή των Κρητών με τους Ποντίους κατά τον Α’

Παγκόσμιο Πόλεμο και σύμφωνα με τη δεύτερη, από Πόντιους (Λαζούς) που

βρέθηκαν στην Κρήτη το 19ο αιώνα.

Την πρώτη άποψη ισχυροποιεί η μαρτυρία του γνωστού θεατρικού συγγραφέα

Δημήτρη Ψαθά (1907-1979), την οποία κατέθεσε ο Γεώργιος Μουζουράκης σε

συνέντευξη που μου παραχώρησε το 1995.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Ψαθά (αλλά και πολλούς άλλους που έζησαν τον

εκπατρισμό των Ποντίων, ο οποίος άρχισε με την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου

Πολέμου), οι Πόντιοι από τη μια άλλαζαν αμφίεση για να αποφεύγουν τους

Τούρκους και από την άλλη για να αναγνωρίζονται μεταξύ τους όταν

συναντιόνταν κατεβαίνοντας προς τη Βαλκανική, έλεγαν τη φράση «Η ΕΛΛΑΣ

ΖΕΙ». Κρήτες εθελοντές αγωνιστές, που έλαβαν μέρος στους Μακεδονικούς και

Ηπειρωτικούς αγώνες και οι οποίοι εξακολουθούσαν να βρίσκονται στη Βόρεια

Ελλάδα, συνάντησαν τους Ποντίους σε κάποιες στρατοπεδειές, άκουσαν το

συνθηματικό τους, αλλά, λόγω της ποντιακής προφοράς, το συγκράτησαν ως μια

λέξη, «ΛΑΖΙ», γι΄ αυτό και τους είπαν «ΛΑΖΟΥΣ». Τους είδαν μάλιστα να

χορεύουν, θαύμασαν τους χορούς τους και επηρεασμένοι απ΄ αυτούς

Page 48: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

δημιούργησαν έναν άλλο, τον οποίον ονόμασαν «λαζότη», αφού τον

εμπνεύστηκαν από τους «Λάζους». Μετά το τέλος του πολέμου, οι Κρήτες που

σώθηκαν, γυρίζοντας έφεραν το «λαζότη» στη Μεγαλόνησο.

Ο Γιώργος Μουζουράκης μου είχε πει ότι, από όσο θυμόταν, αυτός που έφερε το

λαζότη στην Κρήτη ήταν ο λυράρης Γιάννης Αγγανάκης ή Γλεντούσης από τον

Κουρνά Αποκορώνου.

Ντουρνεράκια

Είναι άλλος ένας χορός κεφιού, που, σύμφωνα με το Γιώργο Μουζουράκη,

έκανε την εμφάνισή του στην Κρήτη ταυτόχρονα με το λαζότη. Χορεύεται από

άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 6

και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Μοιάζει με το χασαποσέρβικο.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ:

Από τους 25 χορούς που αναφέραμε, σε άλλους συνηθίζονται οι αυτοσχεδιασμοί

του πρώτου (ή μπροστινού) και σε άλλους όχι. Εκείνο που πρέπει απαραιτήτως

να τονίσουμε είναι ότι ο κάθε αυτοσχεδιαστικός χορός έχει τους δικούς του

κανόνες, θα λέγαμε, οι οποίοι υπαγορεύουν τους ιδιαίτερα ξεχωριστούς σε ύφος

και κίνηση αυτοσχεδιασμούς (δηλαδή χορευτικούς σχηματισμούς - φιγούρες),

που πρέπει να εκτελέσει με μέτρο και συνέπεια ο πρωτοσύρτης, εφόσον τους

γνωρίζει ή τους εμπνευστεί, και χωρίς να χρησιμοποιήσει κινήσεις από τους

χορευτικούς αυτοσχεδιασμούς άλλων χορών. Όταν δε ο «πρώτος» αυτοσχεδιάζει

τον κρατάει πάντοτε ένας άλλος άνδρας και ποτέ γυναίκα, εκτός και τη χορεύει.

Όταν ο «πρώτος» ολοκληρώσει τον αυτοσχεδιασμό του, ανάλογα με το χορό, είτε

πηγαίνει στο τέλος του κύκλου, παραδίδοντας τη θέση του στο δεύτερο

(χανιώτικος, πηδηχτός κ.λπ.), είτε παραμένει στη θέση του, κρατώντας ως

δεύτερος το νέο «πρώτο», που κατέλαβε τη θέση του αποσπώμενος από το

οποιαδήποτε σημείο του κύκλου (πεντοζάλι, μαλεβιζώτης κ.λπ.). Συνεπώς, ποτέ

ο «πρώτος» δεν ανταλλάσσει τη θέση του με κάποιον άλλο, όπως βλέπουμε να

γίνεται σε όλα σχεδόν τα σύγχρονα χορευτικά συγκροτήματα.

Page 49: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

παλιοί χορευτές

ανωγειανός χορός

ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΜΑΧΑΙΡΙ

Ολο το άρθρο σχετικά με το Κρητικό μαχαίρι στηρίχτηκε στο θαυμάσιο βιβλίο

του Νίκου Βασιλάτου με τίτλο "Το Κρητικό Μαχαίρι". Το βιβλίο αυτό

κυκλοφορεί από τις Κλασσικές Εκδόσεις κι έχει ISBN 960-220-470-2

Οι πρώτες 52 σελίδες του βιβλίου παρουσιάζουν με λεπτομέρεια την ιστορία του

Page 50: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Κρητικού Μαχαιριού και δίνουν πολύτιμα στοιχεία για την ιστορία του

Κρητικού λαού και τους αγώνες του για ελευθερία κι ανεξαρτησία από τους

πολυάριθμους κατακτητές.

Ο συγγραφέας προχωράει σε μια λεπτομερή περιγραφή του Κρητικού

Μαχαιριού, των χαρακτηριστικών του και του τρόπου κατασκευής και

διακόσμησης του. Επίσης καταγράφονται ξεχασμένες παραδόσεις και δοξασίες

γύρω από το Κρητικό Μαχαίρι ενώ το τελευταίο κεφάλαιο αναφέρεται στα

δημοτικά τραγούδια και την ποίηση γύρω από το Κρητικό Μαχαίρι.

Το βιβλίο περιλαμβάνει ακόμα 65 ολοσέλιδες φωτογραφίες και λιθογραφίες από

τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά. Για κάθε φωτογραφία υπάρχει αναλυτικός

σχολιασμός που προσφέρει ακόμα περισσότερα ιστορικά, καλλιτεχνικά και

λαογραφικά στοιχεία και αναδεικνύει το βιβλίο αυτό σε μοναδικό και πολύτιμο

ντοκουμέντο για την πτυχή αυτή της ιστορίας του Κρητικού λαού.

Ευχαριστούμε θερμά τον Κο Βασιλάτο που μας έστειλε αντίγραφο του βιβλίου

του κι έγινε αιτία να δημιουργηθεί το αφιέρωμα αυτό.

Γιάννης Σαματάς

Το Κρητικό Μαχαίρι.

Το Κρητικό μαχαίρι, αχώριστος σύντροφος κάθε Κρητικού παλιότερα, το πήραν

μαζί τους οι Κρητικοί παντού όπου και αν πήγαν είτε ως ταξιδιώτες, είτε ως

μετανάστες, όταν σε δύσκολες εποχές ορισμένοι απ' αυτούς αναγκάστηκαν να

εγκαταλείψουν το όμορφο νησί τους.

Μπορεί να το συναντήσει κανείς εκτός από την Κρήτη και την υπόλοιπη

Ελλάδα στα πέρατα του κόσμου. Από την Αίγυπτο μέχρι τη Ρωσία και από τις

ΗΠΑ και τον Καναδά μέχρι την Αυστραλία, είτε σε σπίτια Κρητικών περήφανο

οικογενειακό κειμήλιο, είτε σε καταστήματα μεταχειρισμένων ειδών και

παλαιοπωλεία σκονισμένο και χωρίς ταυτότητα, ανάμεσα σ' ένα σωρό

ετερόκλητα αντικείμενα να περιμένει τον άνθρωπο που θα τ' αναγνωρίσει και

θα τ' αποκτήσει, καταβάλλοντας ως αντίτιμο κάποιο χρηματικό ποσό. Καθένα

απ' αυτά κρύβει μία μικρή ή μεγάλη ιστορία, μία ιστορία δεμένη με το νησί της

Κρήτης και με την Κρητική παλικαροσύνη.

Αφού λοιπόν η παράδοση και τα ιστορικά τεκμήρια έχουν πολιτιστική αξία και

πολιτιστική φερεγγυότητα, αξίζει να μελετηθεί και να τιμηθεί το χειροποίητο

Κρητικό μαχαίρι, προτού η παραδοσιακή κατασκευή του σβήσει μέσα στην

ατέρμονη κίνηση του χρόνου και τούτο, γιατί κάθε φορά που σβήνει μία

παραδοσιακή τέχνη, ο ανθρώπινος πολιτισμός γίνεται φτωχότερος.

Page 51: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Το Κρητικό Μαχαίρι, η ιστορία του

Ένα από τα πρώτα εργαλεία τα οποία

κατασκεύασε ο άνθρωπος και το

οποίο τον βοήθησε να επιβιώσει στη

μακριά και δύσκολη εποχή της

αυγής του πολιτισμού είναι το

μαχαίρι, το πρώτο αγχέμαχο όπλο.

Για την κατασκευή του, μιμήθηκε

στο σχήμα τα νύχια των άγριων

ζώων, με τα οποία αυτά έπιαναν και

φόνευαν τη λεία τους.

Ένα από τα παλιότερα δείγματα

μαχαιριού με τη μορφή με την οποία

το γνωρίζουμε σήμερα βρέθηκε στο

Τζεμπέλ - Ελ - Αράκ ( Gebel - El -

Arak ) της Αιγύπτου,

κατασκευάστηκε από επεξεργασμένο

οψιδιανό λίθο κι έχει λαβή από

ελεφαντόδοντο, διακοσμημένη με

ανάγλυφες παραστάσεις

εμπνευσμένες από πολεμικές

σκηνές. Το μαχαίρι αυτό

κατασκευάστηκε γύρω στο 3.400 π.Χ.

και βρίσκεται σήμερα στο μουσείο

του Λούβρου. Όμως και στην Κίνα,

τη Μεσοποταμία και το Λουριστάν του Ιράν βρέθηκαν μαχαίρια τα οποία

αγγίζουν την ηλικία των 5.000 ετών.

Αλλά και στη Μυκηναϊκή Ελλάδα από το 1.500 π.Χ. και μετά κατασκευάστηκαν

θαυμάσια αμφίστομα χάλκινα και ορειχάλκινα μαχαίρια, τα οποία το εμπόριο

και το κίνητρο του κέρδους τα μετέφερε ακόμα και σε άλλους μακρινούς

ευρωπαϊκούς τόπους, αφού το εξαγωγικό εμπόριο όπλων άνθισε στη Μυκηναϊκή

εποχή.

Και στην κλασική Ελλάδα όμως, είχε ανθίσει η κατασκευή πληθώρας

αγχέμαχων όπλων και κυρίως μαχαιριών, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στους

αμέτρητους πολέμους, οι οποίοι κατασπάραξαν την Ελλάδα της κλασικής

εποχής.

Την ίδια εποχή της Μυκηναϊκής ακμής, στη Μινωική Κρήτη η οποία μας

κληροδότησε αρκετά λαμπρά έργα ενός προηγμένου και ταυτόχρονα ιδιόμορφου

πολιτισμού, κατασκευάστηκαν αξιόλογα μαχαίρια, ελάχιστα δείγματα των

οποίων έφτασαν μέχρι την εποχή μας. Στο μουσείο του Ηρακλείου μάλιστα,

φυλάσσεται αγαλματίδιο πολεμιστή από τη Σητεία, Μινωικής εποχής,

οπλισμένου με μαχαίρι το οποίο παρουσιάζει μερικές ομοιότητες με τα

Page 52: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

σύγχρονα Κρητικά μαχαίρια. Αξίζει ιδιαίτερα να τονιστεί ότι, σύμφωνα με την

αρχαία ελληνική μυθολογία, τα αγχέμαχα όπλα και τα πολεμικά κράνη

γεννήθηκαν στην Κρήτη, αφού εφευρέτες τους θεωρούνται οι Κουρήτες,

ακόλουθοι του Δία.

Η ανάγκη άμυνας του μεγαλύτερου ελληνικού νησιού είχε ως αποτέλεσμα την

ανάπτυξη της μεταλλουργίας και κατ' επέκταση της κατασκευής όπλων στην

Κρήτη κατά την κλασική εποχή, όταν οι τοξότες του νησιού είχαν εξαιρετική

φήμη σ' ολόκληρη την Ελλάδα και τη Μικρά Ασία, για τη δεινότητα με την

οποία χειρίζονταν τα όπλα αυτά. Τη ρωμαϊκή εποχή, οι Ρωμαίοι απέκτησαν

πικρή πείρα της μαχητικής ικανότητας των Κρητικών και της ευθυβολίας των

τόξων τους όταν κατέλαβαν το νησί.

Κατά το Μεσαίωνα και ειδικότερα κατά τον 9ο αιώνα η Κρήτη καταλήφθηκε

από τους Σαρακηνούς, οι οποίοι ήρθαν από την Ισπανία. Με ορμητήριο το νησί

ταλαιπωρούσαν με τις επιδρομές τους ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο. Οι

Σαρακηνοί της Κρήτης κατασκεύαζαν διάφορους τύπους όπλων επιτόπια και μ'

αυτά εξόπλιζαν πλοία και πληρώματα κατά τις ναυτικές επιδρομές τους.

Μετά τη νικηφόρα εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά και την καταστροφή των

Σαρακηνών της Κρήτης, το νησί επανήλθε στην εξουσία των Βυζαντινών όπου

και παρέμεινε μέχρι τις αρχές του 13ου αιώνα, οπότε πέρασε στα χέρια των

Βενετών πολύτιμο λάφυρο από τη διανομή των εδαφών της Βυζαντινής

Αυτοκρατορίας, μετά τη διάλυση της από τους Σταυροφόρους της τέταρτης

σταυροφορίας.

Οι Βενετοί κράτησαν την Κρήτη κάτω από την εξουσία τους για περισσότερα

από 450 χρόνια. Στο γεγονός αυτό συνέβαλε η εξαιρετική οργάνωση της

διοικητικής τους μηχανής και το αμυντικό σύστημα το οποίο είχαν αναπτύξει

στο νησί, σύμφωνα με το οποίο εκτός από τις ισχυρές τακτικές στρατιωτικές

δυνάμεις, η άμυνα ενισχυόταν από την τοπική πολιτοφυλακή Κρητικών

τοξοτών, φημισμένων σε ολόκληρη την ανατολή και από τις δυνάμεις των

Ελλήνων και Ιταλών γαιοκτημόνων του νησιού. Οι τελευταίες αυτές δυνάμεις

εξοπλίζονταν ασφαλώς με όπλα τα οποία κατασκεύαζαν επιτόπια Κρητικοί

τεχνίτες.

Μαρτυρίες για τη χρήση μαχαιριών για πολεμικούς σκοπούς κατά το Μεσαίωνα

έχουμε σε γραπτές πηγές, οι οποίες αναφέρονται στην επανάσταση των

Ψαρομηλίγγων κατά των Βενετών στα μέσα του 14ου αιώνα. Κατά την

επανάσταση εκείνη οι Κρητικοί επαναστάτες ήταν οπλισμένοι με τόξα, λόγχες,

ρόπαλα, μαχαίρες και πέλεκεις.

Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την εποχή της Βενετοκρατίας υπήρχαν

μαχαιράδικα στο Ηράκλειο της Κρήτης, εγκαταστημένα στην ίδια ακριβώς θέση

που βρίσκονται και σήμερα.

Μετά την τουρκική κατάκτηση της Κρήτης, οι μεταλλουργοί του νησιού

συνέχιζαν να κατασκευάζουν εξαίρετα μεταλλουργικά προϊόντα, μεταξύ των

οποίων και μαχαίρια, τα οποία κατά το 19ο αιώνα με τις επανειλημμένες

επαναστάσεις των Κρητικών οι οποίοι διψούσαν για ελευθερία, αποκτούν

Page 53: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

ξεχωριστή αξία.

- Κρητικοί ζωσμένοι με τα άρματα τους -

Η συναισθηματική αλλά και πρακτική πολεμική αξία του Κρητικού μαχαιριού

συνεχίστηκε και στον αιώνα μας, αφού το Κρητικό μαχαίρι υπήρξε απαραίτητο

συμπλήρωμα της πολεμικής εξάρτησης του Κρητικού παλικαριού στο

Μακεδονικό αγώνα, στους Βαλκανικούς πολέμους, στη Μικρασιατική

εκστρατεία, ακόμα και κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου όπου οι

Κρητικοί αντάρτες ήταν οπλισμένοι και με το παραδοσιακό τους Κρητικό

μαχαίρι, σύμβολο της Κρητικής αντρειοσύνης και του πνεύματος αντίστασης

της Κρήτης εναντίον κάθε κατακτητή.

Page 54: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

- το Γιαταγάνι του Δασκαλογιάννη. Σήμερα το γιαταγάνι του Δασκαλογιάννη βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη, αποτελώντας ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια των συλλογών του. -

Μαντινάδες στην Κρήτη

Οι Κρητικοί μιλούν με μαντινάδες

Ότι και να 'χει ο Κρητικός με λόγια δεν το λέει,

με μαντινάδες χαίρεται, με μαντινάδες κλαίει!

Οι Μαντινάδες είναι η πιο συνηθισμένη μορφή λαϊκού τραγουδιού και

αποτελούν ποιητικό είδος διαδεδομένο σε ολόκληρη την Κρήτη. Η Κρητική

μαντινάδα είναι δίστιχο με δεκαπεντασύλλαβους και ομοιοκατάληκτους

στίχους στην διάλεκτο της Κρήτης. Κάθε μαντινάδα έχει αυτοτελές νόημα

παρά την περιορισμένη έκταση της. Υπάρχουν ωστόσο και οι μαντινάδες που

λέγονται σε απάντηση άλλης μαντινάδας. Στην περίπτωση αυτή η μια

συμπληρώνει την άλλη και δεν ισχύει ο κανόνας του αυτοτελούς νοήματος.

Η μαντινάδα είναι ο ξεχωριστός τρόπος με τον οποίο οι νέοι, οι γέροι και τα

Page 55: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

παιδιά της Κρήτης έχουν τη δυνατότητα να εκφράζουν κάθε στιγμή τη

πληθώρα και τη διαφορετικότητα των συναισθημάτων τους, τον πόνο, τη

χαρά, την προσμονή, τη λαχτάρα, τον έρωτα, τον θυμό, την εκδίκηση, τη

νοσταλγία. Εχουν ειπωθεί και συνεχίζουν να λέγονται χιλιάδες μαντινάδες

για κάθε εκδήλωση της ανθρώπινης ζωής. Οι περισσότερες αφορούν την

αγάπη και τον έρωτα αλλά δεν λείπουν οι σατυρικές, της ξενιτιάς, διδακτικές,

πειρακτικές, του αρραβώνα και του γάμου, για θέματα της καθημερινότητας

και φυσικά για τον θάνατο και την απώλεια αγαπημένων προσώπων.

Οι μαντινάδες λέγονται σε γλέντια με τη συνοδεία της λύρας, ή χωρίς όργανα

σε παρέες, στο καφενείο, σε καθημερινές συζητήσεις. Οι περισσότερες σπάνια

γράφονται σε κάποιο τετράδιο, και ακόμα λιγότερες τυπώνονται σε κάποιο

βιβλίο. Πολλές λέγονται και ξεχνιούνται, αλλά οι καλύτερες αποστηθίζονται

και περνούν από στόμα σε στόμα.

Μαντινάδες, η προέλευση τους

Οι μαντινάδες εμφανίστηκαν στην Κρήτη, σύμφωνα με τους ιστορικούς, κατά

τον 15ο αιώνα, την περίοδο της Ενετοκρατίας. Οι Κρητικοί επηρεάστηκαν

από τους Ενετούς ποιητές και την ευρωπαϊκή ποίηση και άρχισαν να

χρησιμοποιούν την ομοιοκαταληξία, κάτι που δεν συνέβαινε μέχρι τότε.

Καθοριστική φαίνεται να ήταν η επίδραση του Ερωτόκριτου στην επινόηση

και την εξέλιξη της μαντινάδας. Πως άλλωστε να μην επηρεάσει τους

ανθρώπους της Κρήτης, το ερωτικό ποίημα του Βιτσέντζου Κορνάρου με τους

10.000 στίχους του, που από τη στιγμή της δημιουργίας του (1590 μ.Χ)

απαγγέλλονται και τραγουδιούνται διαρκώς αποσπάσματα του;

Οσο για τον ποιητικό λόγο γενικότερα, υπάρχουν ιστορικές πληροφορίες ότι

χρησιμοποιούνταν στην Κρήτη από τους αρχαίους χρόνους. Για παράδειγμα ο

Κρητικός μάντης και προφήτης Επιμενίδης (6ος αι. π.Χ.) έγραφε τους

χρησμούς σε ποιητική μορφή. Επίσης αναφέρεται ο Ιοφών από την Κνωσό, ο

οποίος έλεγε τους χρησμούς με στίχους στο μαντείο του Αμφιάραου στον

Ωρωπό.

Μαντινάδες στην Κρήτη και την υπόλοιπη Ελλάδα

Αντίθετα με ότι πιστεύεται συνήθως, οι μαντινάδες δεν είναι αποκλειστικό

προνόμιο της Κρήτης. Μαντινάδες λέγονται επίσης τα λαϊκά δίστιχα στην

Κάσο και Κάρπαθο, τα νησιά που γειτονεύουν με την Κρήτη στα ανατολικά

της. Παρόμοια δίστιχα έχουν αναπτυχθεί και σε άλλα νησιά του Αιγαίου και

του Ιονίου Πελάγους, ακόμα και στην Κύπρο, όπου είναι γνωστά σαν

«τσατιστά».

Αυτό που διαφοροποιεί την Κρήτη, είναι ότι η παραγωγή μαντινάδων

συνεχίζεται αμείωτη, ειδικά στα χωριά της Κρήτης. Αντίθετα στον υπόλοιπο

ελλαδικό χώρο έχει σταματήσει ή μειωθεί δραματικά. Η Κρήτη καταφέρνει

Page 56: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

να συνδυάζει την παράδοση με την προσαρμογή στις τεχνολογικές εξελίξεις,

άγνωστο ως πότε. Μερικές φορές μάλιστα, ο συνδυασμός αυτός γίνεται με

πολύ χιούμορ, όπως φαίνεται από την παρακάτω μαντινάδα:

«PC με modem έβαλα επάνω στο μητάτο,

για να πουλώ στο Ιντερνετ το γάλα των προβάτω».

* Μητάτο = πετρόχτιστο καταφύγιο των βοσκών στα βουνά της Κρήτης.

Διαγωνισμοί Μαντινάδας

Οι διαγωνισμοί μαντινάδας έχουν καθιερωθεί στην Κρήτη τα τελευταία

χρόνια και καθοριστική είναι η συμβολή του Συλλόγου Κρητών Στιχουργών

«Μιχάλης Καυκαλάς». Ο σύλλογος φέρει το όνομα του ιδρυτή του, γιατρού

Μιχάλη Καυκαλά, που εκτός από μελετητής της μαντινάδας ήταν και

μαντιναδολόγος ο ίδιος. Διαγωνισμούς μαντινάδας διοργανώνουν ο Δήμος

Αγίου Νικολάου και ο Δήμος Ιεράπετρας, ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Νομού

Χανίων, η Φοιτητική Ένωση Κρητών Αθηνών, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται ο 7ος

Παγκρήτιος Διαγωνισμός Μαντινάδας, που φέτος διοργανώνει ο Πολιτιστικός

Σύλλογος Κορφών.

Το Σπίτι της Μαντινάδας

Σε αναπαλαιωμένο κτήριο του 1925 θα στεγαστεί στο χωριό Κορφές το Σπίτι

της Μαντινάδας. Πρόκειται για ένα Λαογραφικό Μουσείο, το οποίο πρόκειται

να στεγάσει εκτός από τις μαντινάδες και σημαντικά κομμάτια της

παραδοσιακής αγροτικής ζωής της Μεγαλονήσου.

Χιλιάδες μαντινάδες παλιών και καταξιωμένων κρητικών μαντιδανολόγων

αλλά και νέων, φιλοδοξείται να συγκεντρωθούν και να αποτελέσουν ένα

πολύτιμο οδηγό για την μαντινάδα, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της

κρητικής παράδοσης.

Το Μουσείο είναι ένα διώροφο, πετρόχτιστο, του 1925 που βρίσκεται στην

πλατεία του χωριού και αγοράστηκε από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Κορφών.

«Στο ισόγειο του κτιρίου θα εκθέτονται εργαλεία, έπιπλα, ρούχα, συσκευές

και οτιδήποτε άλλο χρησιμοποιούσαν οι αγρότες στην καθημερινή τους ζωή,

ενώ οι επισκέπτες τους θα τα απολαμβάνουν με τη συνοδεία της κρητικής

ρακής», εξηγεί ο κ. Φαραζάκης Κώστας, πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου

Κορφών και συμπληρώνει ότι «στον οντά του Μουσείου θα τοποθετηθούν όλες

οι μαντινάδες που έχουμε στη διάθεσή μας. Φυσικά, οποιοσδήποτε θέλει

μπορεί να μας φέρει το δημιούργημά του, ώστε να αποκτήσει κι αυτό τη δική

του θέση στο χώρο».

Το κτίριο για το Μουσείο λοιπόν έχει βρεθεί, το μόνο που απομένει είναι να

βρεθούν οι χρηματικοί πόροι για την αναπαλαίωσή του. Το έργο αναμένεται

να είναι έτοιμο την επόμενη άνοιξη.

Page 57: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

1. Μαντινάδες, δείγματα

2. Στην Κρήτη πάει η λεβεντιά και η αντρειοσύνη αντάμα

και μαντινάδα γίνεται το γέλιο και το κλάμα.

3. Της Kρήτης την παράδοση με εβλάβεια στηρίζω

και όπου σταθώ και όπου διαβώ μια Kρήτη ζωγραφίζω.

4. Χώμα κρατώ και διασκορπώ από τον Ψηλορείτη

και το σκορπίζω να γενεί όλος ο κόσμος Κρήτη! Χαίρομαι που μαι

Κρητικός κι όπου σταθώ το λέω.

Με μαντινάδες τραγουδώ, με μαντινάδες κλαίω.

5.

6. Θεέ μου σε παρακαλώ τον ουρανό ν' αλλάξεις

και βάλε τ' άστρα στην σειρά μια Kρήτη να μου φτιάξεις...

7. Όλοι εμείς οι φοιτητές στην ξενιτιά που ζούμε,

την Κρήτη,και να θέλουμε, στιγμή δε την ξεχνούμε!

8. ’νοιξε μέσα μου καημός, φωτιά που δε μισεύγει

και κάθε κτύπος της καρδιάς εσένανε γυρεύγει

9. Μετρώ τ'αστέρια τ'ουρανού μα λείβεταί μου ένα

φαίνεται πως δε σε μέτρησα αγάπη μου εσένα!

Να 'μουν νιφάδα του χιονιού κι ας ζήσω λίγο χρόνο,

να κάθομαι στα χείλη σου να με φιλάς να λιώνω!

Μέχρι να στέκεται ντουνιάς κι ο έρωτας θα ζήσει,

γιατί ναι δώρο του Θεού και χάρισμα απ τη φύση!

Ήθελα χτύπος της καρδιάς, να 'μαι κι αναπνοή σου

να κρέμεται από πάνω μου ολόκληρη η ζωή σου.

Στάσου στον ήλιο απέναντι φως μου να σ' αντικρύσει

να πέσει απο τη ζήλια του στη θάλασσα να σβήσει!

Page 58: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Τα μάτια σου είναι θάλασσα, ήλιος το πρόσωπό σου

η άνοιξη μπορεί να 'ρθεί μ' ένα χαμόγελό σου!

Φαντάστηκα την ’νοιξη με δίχως τον Απρίλη

μα δε φαντάστηκα ποτέ πως με προδώσαν φίλοι!

Οι δρόμοι μας τελειώσανε μα πως να ξεχαστούμε

οι αναμνήσεις μια ζωη στην σκέψη μου θα ζούνε!

Τι χωρισμός, ,τι θάνατος, η λέξη αλλάζει μόνο,

αφού η καρδιά και για τα δυο νιώθει τον ίδιο πόνο.

Θα σ αγαπώ ως αγαπά ο γάιδαρος τα χόρτα,

η γάτα τα γατάκια τζη κι ο πετεινός την κότα!

Hacker θα γίνω της καρδιάς τους κωδικούς να σπάσω

να σ' έχω σ' ένα cd-rom να μην σε ξαναχάσω!

Γίνε μωρο μου Internet να γίνω ιστοσελίδα

κάθε που ανοίγεις το P.C να ΄μαι αρχική σελίδα!

Aχ και νά 'ταν κινητό μωρό μου η καρδιά σου,

για να κατέχω μόνο εγώ το πίν του έρωτα σου!!

Μαντινάδα

Η μαντινάδα ή πατινάδα ή κοτσάκι είναι ποίημα που αποτελείται από δυο στίχους που συνήθως είναι δεκαπεντασύλλαβοι σε ομοιοκαταληξία ή και τέσσερα ημιστίχια που δεν ομοιοκαταληκτούν απαραίτητα. Αποτελεί μέσο αυθόρμητης λαϊκής έκφρασης σε αρκετά μέρη της Ελλάδας, κυρίως όμως ως κατηγορία του νησιώτικου ελληνικού τραγουδιού στην Κρήτη, που είναι ξακουστή για τις μαντινάδες της.

Αυτό το είδος της έμετρης λαϊκής έκφρασης στις Κυκλάδες και ιδιαίτερα στην Απείρανθο της Νάξου λέγεται "κοτσάκι" (π.χ. "Με κοτσάκια φανερώνω, / της αγάπης μου τον πόνο"!) Αντίστοιχα ονόματα αυτού του είδους είναι επίσης τα λιανοτράγουδα, οι ρίμες, οι παρόλες τα "στιχάκια" ή τα "δίστιχα" άλλων περιοχών της Ελλάδας.

Ειδικότερα, η κρητική μαντινάδα διακρίνεται για την ιδιάζουσα έκφραση, το μεστό της φράσης και αντανακλά τα αισθήματα, τη σκέψη και τη ζωή του κρητικού λαού. Αντλεί τη θεματολογία της από ποικίλους τομείς και ανάλογα διακρίνονται σε σκωπτικές μαντινάδες, ερωτικές, ευκαιριακές και φιλοσοφικές. Είτε ως φιλοσοφία, είτε εκφράζοντας παράπονο , η μαντινάδα επί αιώνες συνοδεύει τους Κρητικούς σε όλες τους τις στιγμές και στις εκδηλώσεις, στο σημείο που όσοι δεν είναι από την Κρήτη την θεωρούν αποκλειστικά κρητική ποιητική δημιουργία.

Page 59: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Πολλές μαντινάδες υμνούν την αγαπημένη. Έτσι, μια μαντινάδα λέει:

Μοσχοκανελοκόκκαλη, κανελοζυμωμένη

Γαρεφαλοχνωτάτη κι ακριβαναθρεμμένη.

Επίσης, μπορεί να εκφράζει θαυμασμό για τη χάρη και την αβρότητά της:

Άσπρης μυρθιάς μυρτόφυλλο/πράσινης δάφνης φύλλο,

Στρογγυλομηλοπρόσωπη κι εθάμπωσες τον ήλιο.

Εξάλλου, μπορεί να γίνεται έπαινος και για το σαγηνευτικό της βλέμμα:

Μάθια ζαχαροξάνοιχτα, ζαχαροπαιγνιδάτα

Που χαμηλοξανοίγετε και γνέφετε κλεφτάτα.

Άλλοτε εκφράζονται οι μυστικοί πόθοι του ερωτευμένου:

Για σένα καρυδαρρωστώ κι αμυγδαλοδιαβαίνω

Και σταφυλομαραίνομαι κι ανθρώπου δεν το λέω.

Ακόμη, η μαντινάδα μπορεί να αποτελεί και όρκο αγάπης:

Μες στη φωθιά να καίγωμαι, σαν το κερί να λιώνω,

Άθος να γίνει το κορμί για σε, δε μετανιώνω.

Πολλές φορές στα δίστιχα εκφράζεται και το μαρτύριο των ερωτευμένων:

Κλαίω, πονείς, πονώ και κλαις, κλαις και πονείς και κλαίω

Και καίγομαι και κλαις εσύ, και καίγεσαι και κλαίω.

Προτρέπει και σε υπομονή:

Ως έχεις την απομονή, έχε και την ολπίδα

Με τον καιρό το γιασεμί αθεί και βγάνει φύλλα.

Ο πόνος του χωρισμού επίσης περιγράφεται πολλές φορές:

Μισεύγεις, κλαίνε τα πουλιά, μαραίνονται τα δάση

Άχι, τον έρμο τον καιρό, και πότε θα περάσει.

Page 60: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Άλλοτε είναι πρόκληση και πείσμα:

Αγάπη δίχως πείσματα, δίχως καημό και πόνο

Είναι αγάπη ψεύτικη, ψευθιάς αγάπη μόνο.

Άλλοτε γνωμικό:

Μην τόνε κλαις τον αετό όπου πετά όντε βρέχει

Μα κλαίγε το μικρό πουλί, οπού φτερά δεν έχει.

Άλλοτε πείραγμα ή αστεϊσμός:

Ήμουνε κράχτης πετεινός κι εδά στα γεραθειά μου

Να με τζιμπούν οι γι-όρνιθες δεν το βαστά η καρδιά μου.

Άλλοτε λεβεντιά:

Λεβεντης είναι αυτός που η ψυχή του κλαίει μα το κεφάλι έχει ψηλά και μήτε λέξη λέει.

Σε αυτό το σημείο,θα πρέπει να επισημανθεί μια σημαντική διαφοροποίηση που υφίσταται,αναφορικά με την μορφή των κοτσακίων στη Νάξο.Συγκεκριμένα, σε κάποιες στροφές των δεκαπεντασύλλαβων αυτών διαμαντιών της λαϊκής διανόησης, συνηθίζεται από τους τροβαδούρους να τραγουδώνται κάποια δίστιχα,με την μορφή <<κομμενων>> φράσεων,οι οποίες όμως προφερόμενες τραγουδιστά,αποδίδουν ενα διαυγέστατο νόημα:

<<Κάθα δεκαπέντε συναντιώμαι με τα μάτια κείνα>> <<Στην καρδιά μου μέσα να'σου(ν) να θωρείς την ζωγραφιά σου>

Ο Δημήτρης ήτανε στο χειρουργείο μα τώρα μια χαρά είναι στο σχολείο

Ιστορία

Το όνομα "μαντινάδα" θεωρείται εξελληνισμένος τύπος του ενετικού "mantinada" που είναι ταυτόσημο με το ιταλικό "mantinatta". Όμως αυτό το είδος υπήρχε και προ της Ενετοκρατίας όπως αποδεικνύεται σε βυζαντινό χειρόγραφο του 15ου αιώνα όπου περιέχονται τα "Καταλόγια" (βυζαντινά λαϊκά νυκτερινά τραγούδια) τα οποία και είναι μαντινάδες όπως για παράδειγμα τα δύο ακόλουθα βυζαντινά:

Εψές επερνοδιάβαινα, κόρη, εκ της γειτονιάς σου

κι η γειτονιά σου μ΄ ήννοιωσεν και συ κόρη εκοιμάσου.(!)

Page 61: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Όλοι δοξεύουν μ΄ άρματα, όλοι με τα δοξάτια (αντί δοξάρια)

κι εσύ εκ το παραθύρι σου δοξεύεις με τα μάτια. (!)

Αλλά και στην ελληνική αρχαιότητα παρατηρούνται τέτοια άσματα, του αρχαίου "κώμου" των υπερεύθυμων που κατά ομάδες μετά από γλέντι (ευωχία) περιερχόμενοι τους δρόμους τραγουδούσαν «εκωμαόδουν» τα αισθήματά τους κάτω από τα παράθυρα των εκλεκτών τους. Χαρακτηριστικό το δίστιχο του αλεξανδρινού ποιητή Καλλίμαχου που αποκαλεί την καλή του Κωνώπιον:

Ούτως υπνώσαις, Κωνώπιον ως εμέ ποιείς

κοιμάσθαι ψυχροίς τοίσδε παρα προθύροις

(=Έτσι νάδινε ο Θεός να κοιμάσαι κι εσύ Κωνώπιον όπως

κι εμένα με κάνεις να ξαγρυπνώ μπρός στα κρύα σου παράθυρα)

Συνεπώς ως είδος λαϊκού τραγουδιού φέρεται να είναι αρχαίο ελληνικό.

Παραδοσιακές Κρητικές Συνταγές

Η εύφορη γη με την πλούσια άγρια χλωρίδα "προικίζει" το κρητικό τραπέζι με

μια θαυμαστή ποικιλία βρώσιμων χόρτων, κύριο συστατικό των πιο

συναρπαστικών γεύσεων της κρητικής κουζίνας.

Τα ονομαστά αρωματικά, αυτοφυή φυτά χρησιμοποιούνται στην τοπική

μαγειρική "απογειώνοντας" και τις πιο κοινότυπες γεύσεις. Μ’ αυτά

φτιάχνονται πολύτιμα αφεψήματα. Ως μελισσοκομικά φυτά συμμετέχουν στη

γευστική μοναδικότητα του κρητικού μελιού.Τα γαλακτοκομικά προϊόντα αλλά

και το ντόπιο κρέας είναι εξαιρετικά γευστικά και νόστιμα.

Page 62: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Η τέχνη των γυναικών στις σπιτικές ζύμες, τα προζυμένια ψωμιά και τους

ντάκους, τα παξιμάδια, τα λαδοκούλουρα και τα γλυκά με μέλι, πετιμέζι,

ξηρούς καρπούς και σουσάμι, αποτελούν γευστική εμπειρία για τους

γευσιγνώστες και όχι μόνο. Η Κρήτη είναι ένας τόπος που δωρίζει απλόχερα

στον επισκέπτη πλούτο εμπειριών στο πέρασμα των χρόνων.

Η γαστρονομία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας και της

κουλτούρας των Κρητικών. Οι άφθονες, αγνές πρώτες ύλες που παρέχουν τα

ευλογημένα εδάφη του νησιού το καθιστούν γαστρονομικό παράδεισο.

Η διατροφή των κατοίκων βασίζεται στην πολύ μεγάλη ποικιλία και ισορροπία

των προϊόντων: χόρτα και λαχανικά, όσπρια, κρεατικά, γαλακτοκομικά, φρούτα,

μέλι. Το ελαιόλαδο χρησιμοποιείται σε όλες τις παρασκευές, ωμό ή

μαγειρεμένο. Το κρασί και η ρακή, παραδοσιακό απόσταγμα της Κρήτης,

καταναλώνονται σε κάθε περίσταση. Ο Κρητικός δεν πίνει ποτέ μόνος, πάντα

με παρέες και φίλους. Είναι αφορμή για κοινωνικότητα και σύσφιγξη των

σχέσεων. Οι ποσότητες που καταναλώνονται είναι μεγάλες, όμως, πάντα

συνοδεύονται από υπέροχα εδέσματα.

Όπου, λοιπόν, κι αν βρεθείτε, ακόμα και στο πιο ορεινό χωριό της Κρήτης, να

είστε προετοιμασμένοι ότι κάποιος θα βρεθεί να σας κεράσει, ακόμα και στο

απομονωμένο καφενείο. Μην πείτε όχι στην εμπειρία να γευθείτε κρασί ή ρακή

μαζί με θεϊκά τυριά και χειροποίητο ψωμί, ολόφρεσκα σαλατικά ή και κάποιο

μαγειρευτό που θα σας προσφέρει με χαρά η νοικοκυρά. Το σίγουρο είναι ότι οι

γεύσεις αυτές θα σας κάνουν να θέλετε να ξανάρθετε στο νησί το συντομότερο!

Με ελιές

Page 63: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Σαλάτες

Ψωμί και Ζυμαρικά

Πίτες και καλιτσούνια

Page 64: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Χόρτα και Λαχανικά

Σούπες

Όσπρια

Page 65: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος

Σαλιγκάρια

Ψάρια και Θαλασσινά

Κρεατικά

Page 66: B I Ω M A T I K H Δ Ρ Α Σ Η (P R O J E C T)13gym-irakl.ira.sch.gr/viomatikes/viomatikes2014-2015/papadoulaki.… · την ιστορία του. Η κρητική διάλεκτος