bergman, ingmar

27
Bergman, Ingmar · Hμερομηνία Γέννησης: 14 Ιουλίου 1918 · Τόπος Γέννησης: Uppsala, Sweden Persona · Είδος: Δραματική · Παραγωγής: 1966 · Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 25 Ιουλίου 2003 · Διάρκεια: 85' · Αξιολόγηση: (8.87/10) "At some time or other, I said that Persona saved my life-that is no exaggeration. If I had not found the strength to make that film, I would probably have been all washed up". Bergman Το Persona είναι μια ταινία που έκανε ο σκηνοθέτης για τον εαυτό του. Στο πνεύμα του art cinema των 60s όμως κ όχι ακολουθώντας αυτό του (οδυνηρά εγωκεντρικού) "σινεμά του δημιουργού" που δυστυχώς συνεχίστηκε να αποθεώνεται στα 70s στην Ευρώπη (κ μέχρι πρόσφατα στη χώρα μας). Σε αντιδιαστολή με τον "κλασσικό" κινηματογράφο, το έργο οφείλει να είναι αφηρημένο. Να ξεκινά με εκτυφλωτικό φως κ φιλμ να στροβιλίζονται στη μηχανή προβολής. Κ να τελειώνει με συγχώνευση των βασικών χαρακτήρων του. Πρέπει όμως να αποφεύγει την.. αφηρημάδα του δημιουργού του. Να έχει κοινωνική αξία κ να ασχολείται με θέματα που αφορούν το ευρύ κοινό. Τον τρόμο μιας γυναίκας μπροστά σε ένα (επερχόμενο ή.. αφιχθέν) παιδί κ το τυχαίο σεξ μεταξύ αγνώστων σε ερημικές παραλίες, βεβαίως. Σε κάθε περίπτωση πάντως, τα κόμπλεξ του

Upload: surburf

Post on 09-Feb-2016

79 views

Category:

Documents


4 download

DESCRIPTION

comments

TRANSCRIPT

Page 1: Bergman, Ingmar

Bergman, Ingmar· Hμερομηνία Γέννησης: 14 Ιουλίου 1918

· Τόπος Γέννησης: Uppsala, Sweden

Persona · Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1966· Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 25 Ιουλίου 2003· Διάρκεια: 85' · Αξιολόγηση:    (8.87/10)

"At some time or other, I said that Persona saved my life-that is no exaggeration. If I had not found the strength to make that film, I would probably have been all washed up". Bergman

Το Persona είναι μια ταινία που έκανε ο σκηνοθέτης για τον εαυτό του. Στο πνεύμα του art cinema των 60s όμως κ όχι ακολουθώντας αυτό του (οδυνηρά εγωκεντρικού) "σινεμά του δημιουργού" που δυστυχώς συνεχίστηκε να αποθεώνεται στα 70s στην Ευρώπη (κ μέχρι πρόσφατα στη χώρα μας). Σε αντιδιαστολή με τον "κλασσικό" κινηματογράφο, το έργο οφείλει να είναι αφηρημένο. Να ξεκινά με εκτυφλωτικό φως κ φιλμ να στροβιλίζονται στη μηχανή προβολής. Κ να τελειώνει με συγχώνευση των βασικών χαρακτήρων του. Πρέπει όμως να αποφεύγει την.. αφηρημάδα του δημιουργού του. Να έχει κοινωνική αξία κ να ασχολείται με θέματα που αφορούν το ευρύ κοινό. Τον τρόμο μιας γυναίκας μπροστά σε ένα (επερχόμενο ή.. αφιχθέν) παιδί κ το τυχαίο σεξ μεταξύ αγνώστων σε ερημικές παραλίες, βεβαίως. Σε κάθε περίπτωση πάντως, τα κόμπλεξ του σκηνοθέτη δεν (θα πρέπει να) αφορούν κανένα. Ιδανικά, το ποιος δημιούργησε την ταινία θα πρέπει να είναι αδιάφορο. Σεβόμενος λοιπόν κι εγώ το πνεύμα του δημιουργού που αποθέωσε την τέχνη της απλότητας, τον ξεχνάω. Απλά σας ενημερώνω ότι το Persona είναι η πιο πειραματική δουλειά του.

Η ηθοποιός Elisabeth Volger μένει άφωνη κατά τη διάρκεια μιας θεατρικής παράστασης. Κατά τη νοσηλεία της, την φροντίδα της αναλαμβάνει η νοσοκόμα Alma. Μετά από κάποιο διάστημα, οι δυό τους ταξιδεύουν σε ένα απομονωμένο σπίτι στην παραλία.. Δυο σουηδέζες θεές, η Liv Ullmann (Elisabeth) κ η Bibi Andersson (Alma) γεμίζουν (κυριολεκτικά) σχεδόν όλα τα πλάνα

Page 2: Bergman, Ingmar

της ταινίας. Η Ullmann είναι, όπως απαιτείται, τόσο όμορφη κ γλυκιά που να γίνεται απόκοσμη. Έτσι την παράσταση κλέβει τελικά η Andersson. Πιο γήινη, σύμφωνα με το ρόλο της κ φυσιογνωμικά, αλλά κ εκρηκτικά σέξι, διαλύει το φιλμ κ τα γόνατα των αρσενικών σε πολλές φάσεις. Μπορείς κ να βγάλεις όλη την ταινία απλά παρακολουθώντας την κ αδιαφορώντας πλήρως για το τι λέει. Σίγουρα όμως το να δεις κ δεύτερη φορά την ταινία προσέχοντας κ τα χείλη της, ολοκληρώνει την.. απόλαυση. Κ αυτό όχι γιατί το έργο είναι (που είναι δηλ) δύσκολο κ απαιτεί τη πλήρη προσοχή σου για να αποκρυπτογραφηθεί. Αλλά γιατί στα απλότερά (κ καλύτερά) του είναι πραγματικά άπαιχτο. Όταν η Alma διηγείται (ενίοτε καυτά) περιστατικά από τη ζωή της ή απλά όταν οι δυο γυναίκες συναναστρέφονται, ξεχνάς ότι.. βλέπεις ταινία.

Για να μην.. ξεχνιέσαι βέβαια πέφτουν κ τα πειραματικά εκεί που δεν το περιμένεις. Κ έτσι σαν σύνολο το έργο μοιάζει σαν checklist ανατροπής του "κλασσικού" σινεμά. Θέλετε έργο που να επικεντρώνεται (επιτέλους) στη γυναίκα? Check. Δεν επιθυμείτε κλασσική αντρική ματιά? Check. Χώρος κ χρόνος δε σας ενδιαφέρουν? Check. Πολλαπλές οπτικές γωνίες? Check. Σύγχυση πραγματικότητας κ αφαίρεσης? Check. Ανοιχτή αρχή κ τέλος? Check. Ανατροπή αιτίας-αποτελέσματος? Check. Αφορμή για κοινωνική συζήτηση κ ανάλυση? Check.…..Check. Check. Check. Μια ταινία που φτιάχτηκε την εποχή που ο δυτικός κόσμος προσπαθούσε να ξεπεράσει την αθωότητά του με κάθε λογής πειραματισμούς. Μια ταινία που φτιάχτηκε για να επανακαθορίσει τον κινηματογράφο σαν τέχνη. Κοντά 40 χρόνια μετά αναρωτιέσαι αν έχει θέση στο pop(corn)-cinema του 21ου αιώνα. Δεν μπορείς όμως παρά να θαυμάσεις τελικά το μοναδικό ταλέντο κ όραμα του δημιουργού της. Κ τα.. μεγάλα κέφια της εξελικτικής δημιουργίας όσο αφορά τις πρωταγωνίστριές της.

Βαθμολογία 10/10 (Αριστούργημα, που επιβάλλεται να διδάσκεται σε κάθε υποψήφιο.. δημιουργό)

"8,5 πράγματα που πάντα θέλατε να ξέρετε για το Persona (κ ντρεπόσαστε να ρωτήσετε) "

Ποτέ δεν κατάφερα να δω ταινία του Bergman χωρίς να με πιάσει μια παράλογη φαγούρα στην αριστερή μου πατούσα -καμιά φορά κ στη δεξιά, αλλά σπανιότερα. Μια φριχτή κ αγενέστατη φαγούρα, "ακλόνητο σύμπτωμα ψυχαναγκαστικής νεύρωσης, ίσως κ με φιλοδοξίες υστερίας" κατά τη διάγνωση του ψυχαναλυτή μου. Υποψιάζομαι ωστόσο ότι δεν υπάρχει τίποτα στραβό στη μέση πατούσα ενός μέσου ανθρώπου για το οποίο ένας μέσος ψυχαναλυτής δε θα μπορούσε να υπερβάλει. Ή μήπως υπερβάλλω; Αυτές οι σκέψεις με βασάνιζαν εκείνο το βράδυ του Ιουλίου προτού υποστώ το Persona. Φυσικά η φαγούρα μου με ξαναεπισκέφτηκε. Η αλοιφή που μου είχε γράψει ειδικά για την περίσταση ο οικογενειακός μας ποδίατρος κ. Αβελάρδος είχε αποδειχτεί μούφα. Γι` αυτό μετά την προβολή του τηλεφώνησα εξαγριωμένος να του ψάλω κάνα φωνήεντο αλλά δυστυχώς έλειπε για ένα ποδοσυνέδριο κάπου στη λίμνη Τιτικάκα -άραγε τυχαία;; Ευτυχώς είχα το mail του! Στην αλληλογραφία μας, εκτός του να παρατηρήσω ότι η αλοιφή του δεν έκανε ούτε για φυστικοβούτυρο, του εξέφρασα κ τις απορίες που με τρώγαν σχετικά με το Persona. (Σημειώνω πως ο κ. Αβελάρδος στον ελεύθερο χρόνο του επιδίδεται σε μεταφροϋδικές αναλύσεις του Bergman). Με σχεδόν ύποπτη προθυμία ο κ. ποδίατρος απάντησε στις ερωτήσεις μου κ μάλιστα αναλυτικότατα. Απολαύστε τον!

-Κατ` αρχάς τι σημαίνει ο τίτλος της ταινίας;

- Ως γνωστόν persona στα λατινικά, εκτός από πρόσωπο, σημαίνει κ προσωπείο, δηλ μάσκα. Ίσως ο τίτλος να είναι μια έμμεση προτροπή προς τους θεατές να δουν την ταινία με καλυμμένο το πρόσωπο ώστε να μην τους αναγνωρίζουν. Κι αυτό γιατί ο "Σύλλογος Φίλων Καρλ Ντράγιερ" της γειτονιάς καραδοκεί! Αυτοί οι σκοτεινοί τύποι -που βλέπουν αποκλειστικά Ντράγιερ κ πορνό με εγκύους- αναγκάζουν τους θαυμαστές του Bergman να αποκηρύσσουν τον σουηδό maitre κ αργότερα να βλέπουν τα άπαντα του Ντράγιερ (χωρίς υπότιτλους) ενώ παράλληλα θα

Page 3: Bergman, Ingmar

επαναλαμβάνουν το "Πιστεύω εις έναν Θεό, Καρλ Ντράγιερ Παντοκράτορα" στεκούμενοι στο ένα τους πόδι -αν έχουν. Καταλαβαίνεις ότι θα ήταν σώφρον να φυλαγόμαστε από κάτι τέτοια φρικιά! -Ποια είναι η βαθύτερη ψυχολογική αιτία της αλαλίας της ηρωίδας;

-It` s all about money my dear! (...) Βλέπεις ο Bergman -γνωστός φραγκοφονιάς- αρνήθηκε να δώσει στη Λιβ Ούλμαν το δώρο του Πάσχα που της υποσχέθηκε κι αυτή τσίνησε, με αποτέλεσμα να μη βγάλει μιλιά καθ` όλη τη διάρκεια της ταινίας. Α, στις δύο περιπτώσεις που ψέλλισε κάτι, λέγεται ότι την είχαν υπνωτίσει κάτι γκουρού από τη Γουαδελούπη.

-Το όργιο με τους δύο ζωηρούληδες νεαρούς που αφηγείται η Bibi Anderson συνέβη στ` αλήθεια;

-Ασφαλώς κ συνέβη! Κι επειδή είσαι ο αγαπημένος μου ποδοασθενής θα σου εκμυστηρευτώ τούτο: ο ένας εκ των δύο νεαρών του οργίου ήμουν εγώ! Για να είμαι ειλικρινής βέβαια, δεν ήρθα ακριβώς σε επαφή με την Bibi -μάλλον θα απεχθανόταν τους μελλοντικούς ποδίατρους- κ για να αποκαταστήσω κ την ιστορική αλήθεια, δεν υπήρχε άλλος νεαρός στο όργιο. Χμμμ, τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον ούτε εγώ υπήρχα, γιατί το 1966 δεν είχα καν γεννηθεί... Θα ισχυριζόμουν

ότι ούτε η Bibi Anderson υπήρξε ποτέ αλλά δεν το πράττω γιατί μια τέτοια θέση θα μπορούσε να τη στηρίξει επάξια μόνο ένας αποδομιστής του βεληνεκούς του Jean Baudrillard.

-Το γεγονός ότι η πρωταγωνίστρια παθαίνει αφασία ενώ ερμηνεύει Ηλέκτρα ενέχει κάποιο συμβολισμό;

-Απολύτως κανέναν. Απλώς συνειδητοποιεί ότι ο πιο βολικός ρόλος στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη είναι αυτός του Πυλάδη (ο τύπος δε βγάζει μουγκιά σε όλο το έργο!) γι` αυτό κ αποφασίζει να σφετεριστεί το ρόλο του εν μέσω της παράστασης για να ξεκουραστεί λίγο από την πολλή την πάρλα. Συνεπώς μετά το σύνδρομο της Ηλέκτρας φρόνιμο θα ήταν να εισαγάγουμε στην ορολογία της Ψυχιατρικής κ το σύνδρομο του Πυλάδη. Από αυτό πάσχει εντέλει η ηρωίδα!

-Η Bibi Anderson είναι φυσική ξανθιά;

-Θα σε απογοητεύσω, αλλά όχι. Στην πραγματικότητα φυσική ξανθιά είναι η Λιβ Ούλμαν, άσχετα αν το κρύβει επιμελώς -τουλάχιστον εξωτερικά. Βλέπεις, μόνο μια γνήσια ξανθιά θα άφηνε τον ειδυλλιακό κ γεμάτο συγκινήσεις χώρο ενός ψυχιατρικού ασύλου για να μεταφερθεί για θεραπεία σε μία καταθλιπτική κ μουρτζούφλικη παραθαλάσσια μονοκατοικία, όπου μόνο ένας Τεό θα το γλένταγε. Μα ποιος φυσιολογικός μη ξανθός άνθρωπος δε θά `θελε να περάσει ολόκληρη τη ζωή του μέσα σε ψυχιατρείο; Περίεργα πράγματα αθώε ποδοασθενή μου...

-Υφέρπει όντως ένας λεσβιασμός ανάμεσα στις δύο ηρωίδες ή μήπως πρέπει να κόψω το Mullholland Drive;

-Αμάν αυτός ο Λιντς, έχει καταστρέψει τους καλύτερους πελάτες μου! Ναι, να το κόψεις ασυζητητί!! Προκειμένου μάλιστα να τονώσεις το straight σου αίσθημα, θα πρότεινα να το αντικαταστήσεις με κάποιο κλασικό ετεροφυλοφιλικό ρομάντζο όπως το "Παράνομα δεμένες" ή το "Για όλα φταίει το γκαζόν". Αν δε δεις αποτελέσματα, δοκίμασε κ λίγη μουσικοθεραπεία,

Page 4: Bergman, Ingmar

ακούγοντας κάθε βράδυ -πριν από την προσευχή σου- το "Κέλομαί σε Γογγύλα" (σε ποίηση Σαπφώς) ή το τελευταίο cd των Tatu. Αν κ πάλι δε δεις αποτελέσματα, τι να πω... εγώ ένας απλός ποδίατρος είμαι!

Η ταινία-αίνιγμα. Από τη μία, η διάσημη ηθοποιός σε νευρική κατάρρευση κ στην απόλυτη κρίση ταυτότητας. Από την άλλη, η νοσοκόμα που θα τη συνοδέψει στο εξοχικό σπίτι κ θα αναπτύξει μια περίεργη, συμβιωτική σχέση μαζί της. Δύο άνθρωποι στη συσκευασία ενός; Ή μήπως, δύο άνθρωποι που έχουν γίνει ένα; Ο Σουηδός υπαρξιστής στην πιο ακραία, από άποψη φόρμας, στιγμή του ανατέμνει την γυναικεία ψυχοσύνθεση αλλά κ την αλληλεπίδραση του ερμηνευτή με τους ρόλους του, βασανίζεται για άλλη μια φορά από τη σιωπή του Θεού κ χτίζει ένα τεράστιο ερωτηματικό ντυμένο στο λευκό, που σφηνώνεται στο μυαλό του θεατή. Βαθμολογία: (10/10)

Fanny och Alexander · Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1982· Διάρκεια: 188' · Γλώσσα: Σουηδικα - Γερμανικα - Αγγλικα· Αξιολόγηση:    (9.5/10)

Κλείνοντας την σπουδαία, σχεδόν σαραντάχρονη φιλμική του διαδρομή, ο Ingmar Bergman φρόντισε να κρατήσει την πιο απλή, ανθρώπινη, προσιτή μα κ επίπονη κινηματογραφική του λειτουργία για το τέλος. Σε μια αυτοβιογραφική –τόσο ζωής όσο κ καριέρας - αφήγηση, ο Bergman αναμειγνύει χωρίς σαφείς διαχωριστικές γραμμές τρεις περιόδους στη ζωή των κεντρικών χαρακτήρων του τίτλου: Αδέλφια, γόνοι μιας αριστοκρατικής οικογένειας, που αναγκάζονται να βιώσουν την βάναυση καταπίεση του θρησκόληπτου πατριού τους μετά το θάνατο του ηθοποιού πατέρα τους. Ξεκινώντας με την αναπαράσταση μιας απόλυτα ευδαιμονικής ζωής μέχρι την ριζική ανατροπή του ειδυλλιακού σκηνικού, ο Bergman επιτρέπει το φως της χαράς να εισβάλλει στο φιλμικό του σύμπαν, εξαιρετικά σπάνιο για έναν σκηνοθέτη του ψυχικού βυθού με ιδιαίτερες εμμονές στις σκοτεινότερες αποχρώσεις του. Η ριζική αντίθεση του δεύτερου τμήματος –που φέρνει στο νου την απορρέουσα ατμόσφαιρα από το Κραυγές κ Ψίθυροι ή του Περσονα - ξανασυστήνει το Μπεργκμανικό σύμπαν, με τις ψυχοφθόρες, σοκαρίστηκες σκηνές μα κ την επιβλητικά απάνθρωπη παρουσία του –σε ρόλο κληρικού- Jan Malmsjoe να απλώνουν τη μουντή ατμόσφαιρα της κλειστοφοβίας. Ο σκηνοθέτης θα βρει το υλικό να καταπιαστεί με γνώριμα ζητήματα του παρελθόντος (τον δογματισμό, την παρεμπόδιση της καλλιτεχνικής έκφρασης, τον ψυχικό εξαναγκασμό), για να προσφέρει στο κύκνειο κινηματογραφικό του άσμα ένα ολοκληρωμένο φιλμικό σύμπαν χαρακτήρων και συναισθημάτων.

- ΟΛΑ ΣΕ ΘΥΜΙΖΟΥΝ… μα περισσότερο η εκφοβιστική φιγούρα του Malmsjoe, η εξελικτική πορεία της ιστορίας μεταξύ δύο εκ διαμέτρου αντίθετων κόσμων ψυχισμού, η αυτοβιογραφική κατάθεση του Σουηδού σκηνοθέτη κ η απόλαυση ενός ολοκληρωμένου

Page 5: Bergman, Ingmar

κινηματογραφικού έργου που απέσπασε 4 Όσκαρ, μεταξύ των οποίων κ αυτό της καλύτερης ξένης ταινίας.- ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ…μια από τις κορυφαίες στιγμές ενός μεγάλου δημιουργού >> 9,5/10 Όταν πήρα την ταινία στα χέρια μου ήταν μισογυρισμένη. Δεν είμαι κ από τους ανθρώπους που το μισό ποτήρι το βλέπουν μισογεμάτο (αντίστοιχα κ η μισή κασέτα), οπότε δεν μου πήρε κ πολύ να σκεφτώ ότι κάποιος δεν άντεξε να την δει. Η ταινία μαμούθ του σουηδικού κινηματογράφου (στην έκδοση director’s cut διαρκεί πάνω από πέντε ώρες, στην συνήθη λίγο παραπάνω από τρεις) αφηγείται ένα σύντομο χρονικό διάστημα μιας οικογένειας της ανώτατης σουηδικής τάξης. Μέσα στα υπερπολυτελή σπίτια-κάστρα, πίσω από προσωπεία κ μάσκες, πληθωρικά ρούχα κ ανέγγιχτα υφάσματα οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι του Bergman. Αυτοί που όπου κ όπως κ αν είναι, αναρωτιούνται παγίως για το νόημα κ τις αξίες της ζωής, το Θεό κ το θάνατο.Oh Yeah!: Για την εξαιρετικά λεπτομερή κ πιστή αναπαράσταση της εποχής κ τον φίνο ρεαλισμό που αναδίνουν οι κινήσεις, οι εκφράσεις κ οι διάλογοι των ηρώων.Oh No!: Για τις αξύριστες γυναίκες κ τα πυροκλανια που κάνουν αιφνιδιαστικά την εμφάνισή τους στην ταινία. Αλλά κ ανεξάρτητα απ’ αυτό η ταινία κινείται στους κλασικούς του Bergman ρυθμούς: φιλοσοφία, αναζήτηση κ συμβολισμός.

Σκηνές από ένα Γάμο Scenes from a Marriage · Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1973· Διάρκεια: 168' · Γλώσσα: Σουηδικα· Αξιολόγηση:    (8.62/10)

Μια γυναίκα, ένας άντρας. Ένας άντρας, μια γυναίκα. Κ τούμπαλιν. Κ ξανά τούμπαλιν. Κ τούμπαλιν μέχρι τελικής πτώσεως. Είχα την ατυχία να δω την ταινία στην εκτενή της έκδοση, σ’ αυτήν που ο σκηνοθέτης δεν λυπάται κανέναν, σ’ αυτήν που για πάνω από τέσσερις ώρες βομβαρδίζει τον θεατή με…σκηνές από έναν γάμο. Κ άντε να πω ότι είχε κ τη δεξίωση μέσα…Αλλά όχι! Μόνο του γάμου κ μάλιστα μετά από δέκα χρόνια γάμου. Το σενάριο λοιπόν (το οποίο υποθέτω ότι είναι πάνω από τριακόσιες σελίδες κ το οποίο χωρίζει την ταινία σε έξη επεισόδια κ ένα το εγκεφαλικό το δικό σας, σύνολο επτά) περιλαμβάνει την εξέλιξη της σχέσης ενός ζευγαριού (από την Liv Ullmann κ τον Erland Josephson) από την στιγμή που είναι όλα καλά μέχρι τα προβλήματα που εμφανίζονται από τις εξωσυζυγικές σχέσεις, το σεξ, τις καίριες αποφάσεις κ πολλά (πιστέψτε με πολλά) άλλα. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί περισσότερο η έκδοση των 168 λεπτών, αν κ ειλικρινά απορώ με ποια λογική μπορείς να κόψεις κάτι από την ταινία. Όχι βέβαια, δεν είναι αριστούργημα. Αντίθετα, είναι όλη ίδια! Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Μια συνέντευξη του ευτυχούς ζευγαριού μας εισάγει ανυποψίαστους στο σκηνικό του σπιτιού κ της ζωής του ζευγαριού. Έπειτα ένα δείπνο με φίλους. Έπειτα συζητήσεις επί συζητήσεων στην συζυγικήν κλίνην. Ολόκληρη η ταινία είναι μια σειρά από εικόνες Big Brother. Ο απηνής Bergman παρακολουθεί από κοντά σχεδόν κάθε στιγμή του ζευγαριού σε πραγματικό χρόνο. Κ το σχεδόν πηγαίνει στο ότι αφαιρεί από την

Page 6: Bergman, Ingmar

ταινία κάθε ενδιαφέρουσα σκηνή αφήνοντας μόνο τους ατελείωτους, φλύαρους, αργόσυρτους, κουραστικούς διαλόγους για κάθε θέμα. Πώς μπορεί κανείς να αντέξει δύο ώρες συνεχών ερωταποκρίσεων ανάμεσα στα ίδια πρόσωπα κ στο ίδιο περιβάλλον. Μουσική δεν υπάρχει ούτε για δείγμα. Όχι! Μόνο διάλογοι. Τόσες σελίδες απ’ έξω δεν έμαθε η Ullmann σ’ όλη την υπόλοιπη καριέρα της συνολικά. Το παρατήρησα ε: τρεισήμισι ώρες περνούν μέχρι να εμφανιστεί νέο πρόσωπο στην ταινία! Oh Yeah!: Κι όμως υπάρχουν κ θετικά. Αναγνωρίσιμη φυσικά κ άξια συγχαρητηρίων η Liv Ullmann η οποία κράτησε μέχρι τέλους μια μοναδική ερμηνεία. Βοήθησε βέβαια κ η τεχνική του σκηνοθέτη να εστιάζει με γκρο πλαν στο πρόσωπό της κάθε φορά που εξομολογούνταν ή που όλο το ενδιαφέρον εστιαζόταν στην γυναίκα ως ύπαρξη κ ως άνθρωπο. Επίσης άξιο αναφοράς είναι κ το γεγονός ότι οι τίτλοι τέλους εκφωνούνται. Περίεργη τακτική. Η ταινία, τέλος, -πρέπει να αναφερθεί- ανήκει με τις Κραυγές κ Ψίθυροι κ Φθινοπωρινή Σονάτα σε εκείνες του Bergman που καταπιάνονται με τις οικογενειακές σχέσεις. Από της καλύτερες ταινίες του μετρ Ingmar Bergman. H Liv Ullmann κ ο Erland Josephson είναι εξαιρετικοί σαν το παντρεμένο ζευγάρι που περνά μια μεγάλη κρίση. Εκπληκτική είναι κ η Bibi Andersson παρά την σχετικά σύντομη της παρουσία. Πραγματικά σημαντική ταινία.

Κραυγές κ Ψίθυροι Cries and Whispers· Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1972· Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 10 Οκτωβρίου 2003· Διάρκεια: 106' · Αξιολόγηση:    (8.57/10)

Η ταινία αυτή του μεγάλου δημιουργού Ινγκμαρ Μπεργκμαν είναι ένα οδυνηρό ταξίδι σκιαγράφησης της ανθρώπινης ψυχής... Κ η ικανότητα του δημιουργού στο να καταγράψει τα νοήματα που θέλει μέσα από την ιστορία του όσο κ η ικανότητα του να αποτυπώνει τα συναισθήματα που κατακλύζουν τους χαρακτήρες του στον κινηματογραφικό του φακό είναι ειλικρινά εντυπωσιακές… Οι κραυγές κ οι ψίθυροι στο ψυχογράφημα του Μπεργκμαν μπορούν να είναι τόσο εκκωφαντικοί όσο κ υπόγεια πνιγηροί… Κ αυτό το στοιχείο της ταινίας τη κάνει μια γοητευτική κ οδυνηρή ταυτόχρονα φιλμική εμπειρία…Η ταινία καταπιάνεται με τα πάντα που απασχολούν το σύμπαν του ίδιου του σκηνοθέτη κ τα οποία συνθέτουν μια μοναδική υπαρξιακή συμφωνία… Η ανθρώπινη ψυχή με τις ιδιαιτερότητες της, τα ελαττώματα κ τις αδυναμίες της συναντά κοσμογονικά ερωτήματα κ υπαρξιακές ανησυχίες για τη ζωή, το θάνατο, το Θεό… Η ταινία σχολιάζει τη φύση του ανθρώπου, τη μοναχικότητα της ύπαρξης του κ τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανθρώπινων σχέσεων με όχημα την ιστορία 4 γυναικών… Η ιστορία διαδραματίζεται στις αρχές του αιώνα σε ένα αρχοντικό σπίτι όπου η Αγκνες (Harriet Andersson) περνάει τις τελευταίες στιγμές της καθώς έχει προσβληθεί από κάποιας μορφής καρκίνο… Στις τελευταίες αυτές μέρες της προσφέρουν συντροφιά οι 2 αδελφές της, η Μαρία (Liv Ullman) κ η Καριν (Ingrid Thulin) ενώ η υπηρέτρια Αννα (Kari Sylwan) φροντίζει όλες τις ανάγκες της... Κατά τη διάρκεια της ταινίας κ ενώ η κατάσταση της Αγκνες επιδεινώνεται ξετυλίγεται το κουβάρι της ιστορίας των 3 προσώπων που την περιστοιχίζουν κ έτσι

Page 7: Bergman, Ingmar

αποκαλύπτονται πράγματα για την ψυχοσύνθεση κ τη θέση της καθεμίας απέναντι στις υπόλοιπες, καθώς τα πράγματα κάτω απτήν επιφάνεια τους δεν είναι τόσο απλά όσο θα περίμενε κανείς… Κ αυτό γιατί εδώ μέσω της ιστορίας, έχουμε μια καταγραφή των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων κ μια σκιαγράφηση των ιδιαιτεροτήτων του εσωτερικού κόσμου των πρωταγωνιστών… Από τα ιδιαίτερα επιμελημένα flashback σε κρίσιμες στιγμές της ζωής τους, ανακαλύπτουμε ότι η Καριν είναι μια γυναίκα που κρύβει μέσα της μεγάλο πόνο (νιώθει ότι από μικρή είναι αδικημένη ανάμεσα στην οικογένεια ενώ έχει ένα αποτυχημένο γάμο με ένα ψυχρό άντρα που μισεί) κ αυτό το αντανακλά στο μίσος για τους γύρω της κ σε μια αυτοκαταστροφική τάση για τον εαυτό της… Απεχθάνεται την αδερφή της Μαρία κ αποφεύγει να δείχνει τα συναισθήματα της στη προσπάθεια της να μην παρασυρθεί από αυτά κρύβοντας τα κάτω από ένα πέπλο ψυχρότητας κ αυστηρότητας… Η Μαρία είναι ψυχρή, εγωκεντρική κ εμμονοληπτικα ερωτική κ η απιστία στο σύζυγο της τον ανάγκασε να αυτοκτονήσει μπροστά στα ψυχρά κ ανέκφραστα της μάτια… Η Άννα διαφέρει κατά πολύ από τις δυο αδερφές κ λόγω τάξης αλλά κ λόγω ιδιοσυγκρασίας… Φροντίζει με αγάπη την Αγκνες κ δε φοβάται να δείξει τα συναισθήματα της κ τη ειλικρινή της αφοσίωση γιαυτη… Όταν η Αγκνες τελικά πεθαίνει υπάρχει μια καταπληκτική σκηνή όπου ένα δάκρυ κυλάει απτά μάτια της νεκρής Αγκνες…(ο Μπεργκμαν δεν αφήνει να διακρίνουμε αν είναι πραγματικότητα, Όνειρο η απλά όραμα η σκέψη, παρόλα αυτά, το μεταφυσικό στοιχείο λειτουργεί εξαίσια ως ξεχωριστό εκφραστικό μέσο) Η Άννα παγώνει με το που βλέπει την Αγκνες να δακρύζει κ αμέσως σηκώνεται κ φωνάζει την Κατρίν… Η Κατρίν στη θέα του αποκρουστικού θεάματος απαρνιέται την Αγκνες που ζητάει βοήθεια κ φεύγει… Η Μαρία κάνει το ίδιο κ η μόνη που αγκαλιάζει την παραπαίουσα Αγκνες είναι η Άννα η μοναδική που μπορεί ειλικρινά να αγαπήσει την Αγκνες κ να της σταθεί σαυτη τη συμβολική δοκιμασία… Εντύπωση προκαλεί η μεγάλη χρησιμοποίηση του κόκκινου χρώματος στην ταινία καθώς το σπίτι είναι γεμάτο κόκκινα έπιπλα κ κόκκινα χαλιά ενώ στα flashback η ταινία προσεγγίζει τα πρόσωπα (με υπόκωφους, μη κατανοητούς πλην υποβλητικούς ψιθύρους) κάνοντας fade-in κ fade-out μέσα ένα πυκνό κόκκινο να πλημμυρίζει την οθόνη… Ο Μπεργκμαν έχει πει ότι το κόκκινο χρώμα στην ταινία υποδηλώνει την ανθρώπινη Συνείδηση την οποία προσπάθησε να σκιαγραφήσει κ είναι η αλήθεια ότι βλέποντας αυτά τα fade-in, fade-out νιώθεις ότι η κάμερα όντως βουτάει στα έγκατα της ανθρώπινης Συνείδηση μέσα στην αμαρτία κ τα ελαττώματα της κ αναδύεται ξανά στη επιφάνεια αλλά μόνο προσωρινά… Οι παραλληλισμοί με το αίμα είναι έκδηλοι κ συνθέτουν για την ταινία ένα νοσηρό σκηνικό σαν εκείνο της ψυχοσύνθεσης των 2 αδελφών… Τα εύσημα πέρα οπτόν Μπεργκμαν δίνονται στον Sven Nyqvist, το σπουδαίο διευθυντή φωτογραφίας ο οποίος αποτύπωσε καταπληκτικά το νοσηρό αυτό σκηνικό (υπάρχουν πολλές αλλαγές στη φωτεινότητα σε καίρια σημεία όσο κ στα φλασμπακ που ειλικρινά βοηθούν δραστικά στο να μπεις στο κλίμα κ στην οδυνηρή διαδικασία του φιλμ) … Ο Μπεργκμαν στη ταινία αυτή μιλάει -μεταξύ άλλων- για την αγάπη κ σχολιάζει τη μοναχικότητα των ανθρώπων πριν τον θάνατο… Η Αγκνες ζητάει τη βοήθεια των αδελφών της στις κρίσιμες στιγμές , ο σύζυγος της Μαρία έκανε το ίδιο χωρίς να πάρει απάντηση κ ενώ αιμορραγούσε, ενώ η Καριν έστω κ μια φορά έβγαλε το ψυχρό της προσωπείο κ έβγαλε μια πρωτογενή της ανάγκη, να μιλήσει, να ανοιχτεί, να αγαπήσει κ να συμμεριστεί. Ίσως για πρώτη φορά…Δεν είναι τυχαία η χειρονομία του χαδιού στο μάγουλο που χρησιμοποιεί επανειλημμένα ο σκηνοθέτης…Κ καταδεικνύει, επιχειρεί το προφανές, Προέκταση στην πραγματικότητα…της αποξένωσης, της μοναξιάς κ των ελεγχόμενων συναισθημάτων … Ο Μπεργκμαν τοποθετεί τους ανθρώπους σε ένα σύμπαν μοναχικό κ ο Θεός ενώ προβάλλεται ως λύτρωση (για την Άννα) εν τούτοις αμφισβητείται (σωστότερα αγνοείται) ότι μπορεί να έχει κάποιο ουσιαστικό ρόλο στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων όπου ο καθένας είναι μόνος στην αναζήτηση αγάπης κ λύτρωσης… Παρόλα αυτά, ο μεγάλος δημιουργός επιμελημένα θέτει τα ερωτήματα, τις απορίες κ τις θεωρίες του αλλά δίνει έμφαση στο να καταγράψει κ να στήσει μαεστρία το σκηνικό της πραγματικότητας του περισσότερο

Page 8: Bergman, Ingmar

σχολιάζοντας έμμεσα παρά παίρνοντας θέση στα ζητήματα που θέτει κ έτσι επιτυγχάνει να δώσει τροφή για σκέψη στον θεατή (οι κραυγές κ οι ψίθυροι εν τέλει είναι οι ερινύες, οι ένοχες για το παρελθόν? η οι φοβίες κ οι ανασφάλειες που μας στοιχειώνουν? η φωνή της συνείδησης? καταλήγω ότι είναι όλα αυτά μαζί… άλλωστε ο Μπεργκμαν δε μας αφήνει να δούμε μέσα στο υπαρξιακό του κρεσέντο παρά μόνο μας προσφέρει απλόχερα λίγες κλεφτές ματιές…) κ να γίνει αφετηρία για να ξανα-ανακαλύψει τον εαυτό του μέσα από το οδυνηρό ταξίδι από το παραμύθι που ο ίδιος πλάθει στη πραγματικότητα που ξετυλίγεται από την ρεαλιστική κινηματογράφηση καθώς ο Μπεργκμαν δεν ωραιοποιεί τίποτε κ καταγράφει ρεαλιστικότατα… (κάτι που κάνει την ταινία κάπως σκληρή φιλμική εμπειρία…) Η χορογραφία των ηθοποιών του είναι μινιμαλιστικη σε κινήσεις κ ρυθμούς αλλά πλούσια κ έντονα αγχωτικη σε καταγραφή συναισθημάτων… Η κινηματογράφηση τους αυτή είναι αληθοφανεστατη κ με αποκαλυπτικά close-ups στα πρόσωπα των ηρωίδων στις οποίες επικεντρώνεται κ αιχμαλωτίζει κατά κάποιο τρόπο τον εσωτερικό κόσμο τους… Δίχως άλλο, απογειώνεται από τις ρεαλιστικές απέριττες ερμηνείες των 4 γυναικών που έχουν στα μάτια τους όλα εκείνα τα συναισθήματα που ο σκηνοθέτης θέλει να μεταδώσει στην ιστορία του κ παραδίδουν το υλικό καταπληκτικά… Η Ingrid Thulin στο ρόλο της κλειστής, ψυχρής κ συγκρουόμενης ψυχικά Καριν είναι πειστικότατη ενώ η Harriet Andersson στο ρόλο μιας άρρωστης γυναίκας που έχει ένα πολύ οδυνηρό κ βασανιστικό θάνατο, οι κραυγές της είναι σπαρακτικές κ άκρως ρεαλιστικές, γίνεται η κατάλληλη ενσάρκωση της Αγκνες.. Η Kari Sylwan αξιοποιεί ιδανικά τις σιωπές της Άννα… Συνολικά, αξιομνημόνευτες ερμηνείες σε απαιτητικότατους ρόλους απογειωνοντας το όραμα του δημιουργού… Συμπερασματικά, μια αξεπέραστη φιλμική εμπειρία, ένα καταπληκτικό κινηματογραφικό μνημείο για ένα οδυνηρό ταξίδι στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής κ μια έβδομη τέχνη να υπηρετεί μαγικά το σκοπό της συναισθηματικής λύτρωσης κ ολοκλήρωσης… Αριστουργηματικό… Βαθμολογία: 9+/10

Η Σιωπή · Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1963· Διάρκεια: 96'· Χρώμα: Ασπρόμαυρο · Γλώσσα: Σουηδικά

Τρίτο μέρος της «τριλογίας της πίστης », για την οποία ο Bergman είχε προτείνει τον τίτλο «Η σιωπή του Θεού, το αρνητικό αποτύπωμα». Δύο αδερφές επιστρέφουν στη Σουηδία από ένα ταξίδι στο εξωτερικό. Σταματούν στο μεγάλο ξενοδοχείο μιας άγνωστης πόλης, εκεί όπου θα ξεγυμνωθούν το οι αντιζηλίες κ το μίσος που σιγοβράζουν. Ατμόσφαιρα ασφυκτική, ωμός ρεαλισμός κ λιγοστοί διάλογοι, με την κάμερα του Bergman να γίνεται ένα με το βλέμμα των ηρώων. Η «Σουίτα Νο2 για βιολοντσέλο» του Μπαχ μεταφέρει το κλίμα οριστικά στη σφαίρα της ψύχωσης. Όπως υπαινίσσεται το φιλμ κ με τον εκτενέστερο τίτλο του, οι ανθρώπινες συγκρούσεις επιχειρούν τελικά να καλύψουν το κενό ενός Θεού που έχει σωπάσει οριστικά. Βαθμολογία: (8.5/10)

Page 9: Bergman, Ingmar

Μέσα από τον Σπασμένο Καθρέφτη · Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1961· Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 3 Ιουνίου 2005· Διάρκεια: 89' · Αξιολόγηση:     (9.28/10)

Η πρώτη ταινία της «Τριλογίας της Πίστης» του Ingmar Bergman (ακολούθησαν τα «Οι κοινωνουντες» κ «Η Σιωπή») είναι κ ένα από τα συγκλονιστικότερα δημιουργήματα του μεγάλου Σουηδού κινηματογραφιστή. Με πενιχρό ποσοτικά καστ, αλλά με μία εξαιρετικά διατυπωμένη ιστορία κ εκπληκτικές ερμηνείες, ο Bergman καταπιάνεται με ένα από τα αγαπημένα του θέματα, αυτό της ύπαρξης ή μη κάποιου είδους θεότητας κ την επιρροή αυτής στους απλούς ανθρώπους, υπό το πρίσμα της ψυχικής διαταραχής. Σε ένα απομονωμένο νησί, τέσσερις άνθρωποι ξετυλίγουν τις διπλές προσωπικότητες τους: η Κάριν (Harriet Andersson) ακροβατεί ανάμεσα στον κόσμο που της υπαγορεύουν οι αισθήσεις, οι θεραπείες κ ο περίγυρός της κ σε εκείνον τον κόσμο των θεοτήτων, που βλέπει κάθε φορά που υποκύπτει σε μία από τις κρίσεις της. Ο άντρας της, ο Μάρτιν (Max von Sydow), αν κ φαίνεται πεπεισμένος να βοηθήσει την αγαπημένη του όσο μπορεί, αποδεικνύεται δειλός κ αδύναμος. Ο εκ πρώτης όψεως στοργικός της πατέρας (Gunnar Bjoernstrand) στη πραγματικότητα την εκμεταλλεύεται ως πηγή για την στερημένη συγγραφική του έμπνευση, ενώ ο αδερφός της, Minus (Lars Passgaerd), πίσω από το πράο προσωπείο του, μοιάζει οργισμένος με κάτι απροσδιόριστο. Οι άνθρωποι αυτοί, στην προσπάθειά τους να επιτύχουν ο καθένας μία κατάσταση λύτρωσης για τον εαυτό τους, προσπαθούν με διαφορετικό τρόπο, σκοπό κ νοοτροπία να προσεγγίσουν το πρόβλημα της Κάριν, καταλήγοντας να πληγώνουν άθελά τους, αρχικά, ο ένας τον άλλον κ τελικά, να συνειδητοποιούν ότι αδυνατούν να κάνουν οτιδήποτε για την κατάστασή αυτή, που τους επηρεάζει περισσότερο από όσο νομίζουν κ έτσι να ανακαλύψουν βίαια πτυχές των άλλων κ των εαυτών τους, που έκρυβαν για καιρό πίσω από την άλλοτε ανιδιοτελή, άλλοτε επιβαλλόμενη κ άλλοτε γνήσια αγάπη τους για την Κάριν. Η Κάριν, από την άλλη, ο πιο βασανισμένος, πλην, όμως δυνατός χαρακτήρας από όλους, προσπαθεί πραγματικά να έρθει σε μία συμφωνία με την φύση των πραγμάτων, είτε αυτά είναι όπως της λένε οι υπόλοιποι, είτε είναι όπως της τα υπαγορεύει ένας αραχνόμορφος θεός, που τη στοιχειώνει. Χρησιμοποιώντας, ο Bergman μια ειδυλλιακή παραθαλάσσια τοποθεσία κ ένα αφαιρετικό οικιακό σκηνικό, φέρνει στο πανί την αλλόκοτη αυτή ιστορία, πετυχαίνοντας τις καλύτερες δυνατές των ερμηνειών από τους πρωταγωνιστές του. Η Harriet Andersson, φέρνει εις πέρας έναν τρομερά δύσκολο ρόλο, με ψυχικές μεταπτώσεις κ ανατροπές κ καταφέρνει να ενσαρκώσει τον χαρακτήρα της Κάριν με τρόπο ανατριχιαστικό, ενώ ο Max Von Sydow, αποδεικνύει άλλη μια φορά την φήμη του ως ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς όλων των εποχών. Οι Gunnar Bjoernstrand κ Lars Passgaerd συμπληρώνουν ιδανικά, με αποκορύφωμά τους την τελική σκηνή του απολογισμού κ της μεταξύ τους αποκάλυψης. Ο Ingmar Bergman σε συνεργασία με τον θρυλικό πλέον Sven Nykvist στην διεύθυνση της φωτογραφίας κ υπό το πέπλο ενός τραγικού βιολοντσέλου που ερμηνεύει μουσική του Bach, παρέδωσε το 1961 ένα απλό στη δομή κ όμως, τόσο βαθύ κ πολύπλοκο σε νόημα, λόγο κ χαρακτήρες δράμα, που δικαίως του χάρισε το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας κ θεωρείται ένα

Page 10: Bergman, Ingmar

από τα σημαντικότερα έργα του. Με άψογη σκηνοθετική ματιά, καταπληκτική φωτογραφία, αριστοτεχνικές ερμηνείες κ ένα τραγικά καθαρτικό σενάριο, το « Μέσα από το σπασμένο καθρέφτη » δικαίως κ εύκολα μπορεί να λάβει τον τίτλο του αριστουργήματος! Βαθμολογία:

(9.5/10)

Άγριες ΦράουλεςWild Strawberries · Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1959· Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 20 Ιουνίου 2003· Διάρκεια: 91' · Αξιολόγηση:    (7.93/10)

Ένας ηλικιωμένος ακαδημαϊκός καθηγητής ταξιδεύει από την Στοκχόλμη στη Λουντ με το αυτοκίνητο του για να παραλάβει ένα τιμητικό βραβείο για τα 50 χρόνια προσφοράς του στην εξάσκηση του επαγγέλματος του. Στο ταξίδι του αυτό συνοδός του θα είναι η νύφη του. Στη διαδρομή όμως θα συναντήσει διάφορα πρόσωπα που συνειρμικά θα τον φέρουν αντιμέτωπο με όνειρα του παρελθόντος, μνήμες μιας ζωής που έχει μείνει πίσω. Οι αναμνήσεις απογοητεύσεων, οι προβληματικές σχέσεις με την οικογένεια στοιχειώνουν τον πρωταγωνιστή κ το ταξίδι προς το “τοπικό” προορισμό του φαντάζει να μετατρέπεται σε ταξίδι ενδοσκόπησης κ αναζήτησης του πρωταγωνιστή, του σκηνοθέτη αλλά κ του θεατή με προορισμό την ψηλάφηση (κ όχι την λύση) ερωτημάτων που βασανίζουν τον άνθρωπο αέναα. Τα ερωτήματα αφορούν τα ηθικά διλήμματα που συναντά ο άνθρωπος μπροστά του, την αγάπη, τον θάνατο (μόνιμο θέμα για τον Bergman), τις ανθρώπινες οικογενειακές σχέσεις.

Βραβευμένο με τη Χρυσή Άρκτο στο φεστιβάλ Βερολίνου το 1958 κ με τη Χρυσή σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας από τις πιο “βατές” ίσως ταινίες του Bergman που πολλοί έχουν συμπεριλάβει στις καλύτερες 10 ταινίες όλων των εποχών φαντάζει μεγαθήριο για έναν απλό φίλο του κινηματογράφου. Η αξία της ταινίας κατά την προσωπική άποψη του γράφοντα δεν υφίσταται τόσο στο θέματα στα οποία προσεγγίζει. (τα θέματα αυτά έχουν άλλωστε παρουσιαστεί σε μεταγενέστερα χρονικά ταινίες ίσως κ με μεγαλύτερη επιτυχία) όσο στο χρόνο στον οποίο έγινε αυτό. Η ταινία είναι χρόνια μπροστά από την εποχή της γεγονός αδιαμφισβήτητο. Δεν είναι όμως “Κουρδιστό Πορτοκάλι” ώστε να λειτουργεί ως καταλύτης κ σημείο απαρχής. Σημείο αναφοράς αποτελούν βέβαια οι ηθοποιοί όπως Victor Sjostrom, Ingrid Thulin κ ίσως ο Max von Sydow που θα εκπλαγείτε ίσως όταν σας αναφέρω πως ο εν λόγω κύριος είναι παρών στο πρόσφατο Minority Report(αφήνοντας βέβαια ασχολίαστη κ τη μεγάλη του καριέρα συμπεριλαμβανομένης κ της Έβδομης Σφραγίδας). Αριστοτεχνική σκηνοθεσία, σενάριο που πραγματεύεται την αναζήτηση του υπαρξιακού “γίγνεσθαι” του ανθρώπου, ένα ταξίδι στα ερωτήματα που θα απασχολούν τον άνθρωπο αλλά κ στην Ιστορία του Κινηματογράφου Το Κοινό στο οποίο απευθύνεται η ταινία: Όλοι! Είναι ντροπή να θες να καλλιεργήσεις μια συγκεκριμένη κινηματογραφική παιδεία κ να διαβάζεις αυτή την κριτική περιμένοντας να σου πω εγώ αν πρέπει να την δεις ή όχι. Αν πάλι θεωρείς το σινεμά απλή διασκέδαση κ θες να χαλαρώσεις Κ ΠΑΛΙ να πας να την δεις γιατί κάποια στιγμή πρέπει να ξεπερνάμε τις φοβίες μας στα “μεγάλα” ονόματα του κινηματογράφου. Το κακό Σχόλιο του υπογράφοντα: Ταινία σταθμός για τον κινηματογράφο ,,,

Page 11: Bergman, Ingmar

Ο μεγάλος σουηδός κινηματογραφιστής δεν ξεφεύγει από την συνήθη σκοτεινή, ανθρωποκεντρική θεματολογία του κ εν έτη 1957 προσθέτει στην έβδομη τέχνη ένα ακόμη δημιούργημά του που έμελλε να μείνει κλασσικό, τόσο ανάμεσα στις άλλες ταινίες του ίδιου, όσο κ στο παγκόσμιο κινηματογραφικό στερέωμα. Πριν ακόμη κλείσει τα 40 ο Bergman καταπιάνεται με τα γηρατειά κ την πορεία του ανθρώπου προς τον θάνατο. Η ταινία παρακολουθεί το ταξίδι ενός συνταξιοδοτημένου γιατρού προς τον τόπο βράβευσής του για την συνολική προσφορά του. Στον δρόμο έρχεται αντιμέτωπος με ανθρώπους, γνωστούς κ μη, που θα του φέρουν στο μυαλό (ή θα του προξενήσουν, με την διαφορά να έγκειται στο αν η ανάμνηση είναι σχετική μ’ αυτούς) αναμνήσεις από την ως τώρα ζωή του, αλλά κ σκέψεις για το (σύντομο) μέλλον του. Ολόκληρη η γραμμή πάνω στην οποία εκτυλίσσεται η ταινία είναι συμβολική. Το πραγματικό ταξίδι προς τη βράβευση στέκεται παράλληλα με το ταξίδι της ζωής κ το ταξίδι προς τον θάνατο. Το πραγματικό ταξίδι που πρέπει να παρακολουθήσουμε είναι το υπαινισσόμενο, το συμβολικό, αυτού που διανύουμε ενδόμυχα όλοι μας. Κ αν υποθέσουμε ότι κ ο προορισμός είναι συμβολικός, τότε ο θάνατος πρέπει να έρχεται ως επιβράβευση. Η ταινία ξεκινά με ένα όνειρο, που δεν είναι δύσκολο να ερμηνεύσει κανείς. Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε ακόμη στην εποχή που οι ταινίες του Bergman κινούνταν σε σχετικά κατανοητά επίπεδα. Δεν ξέρω αν είναι άξια απορίας η χρονική στιγμή στην οποία ο Bergman αποφασίζει να τοποθετήσει την ταινία του μέσα στην καριέρα του. Κ ο προβληματισμός πάντοτε σε σχέση με το γεγονός ότι, αν κάτι διαφοροποίησε τον Bergman πρωτίστως, αυτό ήταν η δημιουργία ταινιών που πήγαζαν από τον ίδιο, από τις σκέψεις του κ τις ανησυχίες του κ όχι ταινιών που βασίζονταν σε βιβλία ή μυθολογία. Πιθανολογώ (απέχοντας αρκετά από την ηλικία των 40) ότι τότε παρατηρείται η πρώτη μελαγχολία γύρω από την ιδέα του θανάτου. Ίσως πάντως να βγήκε σε καλό, γιατί, αν περιμέναμε να την κάνει 20 χρόνια αργότερα, θα ήταν αρκετά πιο δυσπρόσιτη κρίνοντας κ από την αφαιρετική τακτική που ακολούθησε τα μετέπειτα χρόνια.Oh Yeah! : Η ευαίσθητοι κ λυρικοί συμβολισμοί, που αφενός καθιστούν την ταινία εικαστικά ευχάριστη κ αφετέρου αποκλιμακώνουν την ένταση γύρω από την ιδέα του θανάτου.Oh No! : Υπάρχει κάτι που μ’ ενοχλεί στις ταινίες του Bergman κ αυτό είναι οι περιττές φλυαρίες του. Ευτυχώς περιορίζονται στο πρώτο μισό. Σε μία τόσο συμβολική, βαθύτατα εσωστρεφή κ εσωτερικά εξερευνητική ταινία, προς τί τόσοι διάλογοι, οι περισσότεροι από τους οποίους περισσότερο κουράζουν κ αφαιρούν την χάρη της στιγμής, παρά προσφέρουν κάτι ουσιαστικό; Σήμερα βέβαια η κινηματογραφικοί ηχητική (όταν οι κινούμενες εικόνες μιλούν δυνατότερα) σιωπή κουράζει κ οι γρήγοροι διάλογοι ήταν πάντα το εργαλείο για να μην ξεφύγει ο θεατής από το οποιοδήποτε ανούσιο δημιούργημα που παρακολουθεί.

Στα 78 του χρόνια πια ο Ίσακ Μποργκ, καθηγητής της Ιατρικής με πολλές διακρίσεις, πρέπει να παραστεί στο Πανεπιστήμιο της Λουντ για το Ιωβηλαίο του. Μετά από ένα παράξενο όνειρο θανάτου, αποφασίζει να ταξιδέψει με αυτοκίνητο, συντροφιά με τη νύφη του Μαριάν. Στο κατώφλι του οριστικού τέλους, ο Bergman παραδίδει ένα σπουδαίο οδοιπορικό, που διατρέχει την ίδια στιγμή τη Σουηδία, τον παρελθόντα χρόνο αλλά κ τον φαντασιακό κόσμο του πρωταγωνιστή. Εν προκειμένω η υπερβάλλουσα μεταφυσική ανησυχία απορρίπτεται, ώστε η πλάστιγγα να γείρει προς την πλευρά της υπαρξιακή ενδοσκόπησης. Ο σκηνοθέτης αναμιγνύει τα είδη (μετάβαση από το ρεαλισμό στο εξπρεσιονιστικό εφιάλτη, ιμπρεσσιονιστική χρήση του φωτός) κ κάνει λόγο από τότε για την αλλοτρίωση κ την έλλειψη επικοινωνίας. Βαθμολογία: (10/10)

Το Πρόσωπο The FaceThe Magician

Page 12: Bergman, Ingmar

· Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1958· Διάρκεια: 100'· Χρώμα: Ασπρόμαυρο· Γλώσσα: Σουηδικά

Από τις πιο… νουάρ στιγμές του Bergman. Καταζητούμενο για χρέη κ θρησκευτικές βλασφημίες, το «Μαγνητικό θέατρο υγείας Βόγκλερ» φτάνει σε μια πόλη κ ετοιμάζεται να δώσει παράσταση. Διαβάζοντας αρνητικές κρίσεις από το εξωτερικό για την αξία του θιάσου, κρατικοί κ κοινωνικοί λειτουργοί παρακαλούν να τους κάνουν μια επίδειξη του έργου τους. Ο μέγας Σουηδός οργανώνει μια σπουδή πάνω στην υποκρισία κ την απάτη, στα πλαίσια ενός «σινεμά δωματίου». Η φωτογραφία μεταφέρει ένα κλίμα σκοταδισμού κ κυνισμού, η κάμερα επικεντρώνεται στα πρόσωπα κ τη σύνθεση των χώρων, ενώ συνδυάζονται αριστοτεχνικά ο τρόμος με το δράμα κ την κωμωδία. Βαθμολογία: (9/10)

Η έβδομη Σφραγίδα The seventh Seal· Είδος: Κλασσική· Παραγωγής: 1957· Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 20 Αυγούστου 2004· Διάρκεια: 96' · Γλώσσα: Σουηδικα· Αξιολόγηση:    (7.86/10)

“ My indifference to men has shut me out. I live in world of ghosts, I am a prisoner of dreams. I want God to put out his hand, show his face, speak to me. I cry out to him in the dark but there is no one there” ( H αδιαφορία μου για τους ανθρώπους με απέκλεισε. Ζω σε ένα κόσμο φαντασμάτων, είμαι φυλακισμένος ονείρων. Θέλω ο Θεός να απλώσει το χέρι του, να δείξει το πρόσωπό του, να μου μιλήσει. Τον αναζητώ στο σκοτάδι όμως δεν είναι κανείς εκεί ) Antonius Block

Ο Μπεργκμαν εκμαυλίζει την ουσία από την οποία χτίζονται τα σύμβολα, οι ήρωες κ οι μύθοι. Έχοντας δομήσει μια ιστορική αντίληψη των κοινωνικών φαινομένων κ της σχέσης τους με τις ανθρώπινες αναζητήσεις, τις ιδεολογικές προβληματικές κ τις υπαρξιακές, καθημερινές ανησυχίες. Οι άνθρωπος, ο τραγελαφικός δον Κιχώτης μάχεται με τους ανεμόμυλους του πολιτισμού του. Τα πάθη κ οι ανησυχίες του ανθρώπου ίνα τα άγχη του πολιτισμού του, τα χαρακώματα της σκέψης του είναι οι πληγές της νοοτροπίας της εποχής του. Παρόλο που κάποια ερωτήματα παραμένουν να φαίνονται αναπάντητα στο πέρασμα των αιώνων δεν είναι, μεταβάλλονται. Μεταβάλλεται η ένταση του ερωτηματικού, η διατύπωση της ερώτησης, η ανάγκη για την απάντηση, η απαίτηση για μια απάντηση διαφορετική ίσως από αυτή που ξέρεις κ αναμένεις. Όλοι όμως οι ταξιδευτές ήρωες ανά τους αιώνες καταλήγουν να φέρουν κάτι το διαχρονικό. Την εκάστοτε ανθρώπινη ανάγκη για γνώση κ λύτρωση δομημένη από τις

Page 13: Bergman, Ingmar

συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες. Αυτό το στοιχείο αιχμαλωτίζει ο Μπεργκμαν κ αιχμαλωτίζει το υλικό από το οποίο πλάθονται τα διαχρονικά σύμβολα. Έτσι ο Antonius Block γίνεται το διαχρονικό εκείνο σύμβολο της εσωτερικής γινομένης από τα έξω (ιστορικές συνθήκες – κοινωνική συνειδήσεις) αναζήτησης. Μοιάζει με ένα δον Κιχώτη που μάχεται γιγαντίους ανεμόμυλους που μόνο αυτός βλέπει κ που όλοι οι υπόλοιποι τους βλέπουν αλλά μονάχα μέσα τους, υπαρκτούς κ ανύπαρκτους. Γίνεται ένας ιππότης, σταυροφόρος σύμβολο της καθαγιασμένης, λυτρωτικής αναζήτησης του άγιου δισκοπότηρου κ ότι αυτό σε κάθε εποχή εμπεριέχει. Γίνεται ένα σύμβολο, ένας αντιπρόσωπος του ανθρώπινου είδους στη οδυνηρή πορεία του είδους αυτού προς τη γνώση, τη κατανόηση κ την ευημερία. Κ όλοι μας παρατηρούμε με δέος κ ίσως κάποια επιβράβευση όταν αυτός ο τραγικός οδοιπόρος που μάχεται τιτάνιους ανεμόμυλους μέσα στο χάος της εποχής του κ σέρνεται σα σκιά ανάμερα από επικές μάχες κ ξιπασμένα από τη φτώχεια χωριά συναντά ένα ακόμη σύμβολο. Συναντά το χάρο, το θάνατο. Ένα ακόμη αρχέγονο σύμβολο, κρυφής γνώσης, ένα σύμβολο με μεταφυσικές προεκτάσεις χτισμένο πάνω στις υπαρξιακές ανησυχίες. Ένα σύμβολο που κι αυτό όπως όλα έχουν ιστορικό χαρακτήρα ανάλογα με τι χαρακτηριστικά που η κάθε εποχή κ κοινωνία του προσδίδει. Ο ιππότης κ ο θάνατος έρχονται αντιμέτωποι. Τι γνώση μπορεί να αποκομίσει ο ταξιδιώτης από αυτή την αναμέτρηση; Από αυτή την πνευματική, σκακιστική αναμέτρηση; ( Κώστας Λίχνος )…

Ο Antonius Block είναι ένας ιππότης - σταυροφόρος που συνοδευόμενος από τον ιπποκόμο του Jens επιστρέφει στο κάστρο του στη Σουηδία ύστερα από 10 χρόνια απουσίας, κατά την διάρκεια των οποίων πολεμούσε στους Αγίους Τόπους. Καθ’ οδόν τον επισκέπτεται ο Θάνατος κ τον πληροφορεί ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για τους δύο συνταξιδιώτες. Ο ιππότης προκαλεί τον Θάνατο σε μία παρτίδα σκακιού. Αν ο ιππότης κέρδιζε ο Θάνατος θα του επέτρεπε να ζήσει αν πάλι όχι ο ιππότης θα τον ακολουθούσε. Κατά την διάρκεια του παιχνιδιού, που διακόπτεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα καθώς ο ιππότης συνεχίζει τον ταξίδι του κ ο Θάνατος αποσύρεται γιατί τον καλεί το καθήκον που είναι να οδηγήσει κ άλλα θύματα της πανούκλας που ερημώνει την ενδοχώρα, στον άλλον κόσμο, ο ιππότης πιέζει τον Θάνατο (που εντέχνως δεν διευκρινίζεται αν είναι απεσταλμένος τους Θεού) για απαντήσεις στα υπαρξιακά του ερωτήματα καθώς το μόνο που επιθυμεί πριν το τέλος είναι γνώση. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού συναντούν ένα αυτοσχέδιο γκρούπ ηθοποιών που αποτελείται από τον Jof, έναν σχεδόν ταχυδακτυλουργό που βλέπει οράματα της Παναγίας, την γυναίκα του Mia με την οποία έχουν και ένα μωρό κ τον Jonas Skat έναν γυναικά που αποπλανεί την γυναίκα ενός σιδερά κ την παίρνει μαζί του καθώς ο σύζυγός της παρακολουθεί την παράσταση των υπολοίπων μελών του θιάσου. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού κ της παρτίδας σκακιού οι δύο συμπορευόμενοι θα συναντήσουν τον ιερωμένο που έπεισε τον ιππότη να λάβει μέρος στις Σταυροφορίες, τώρα άθεο, μία γυναίκα που κατηγορείται για μάγισσα κ καίγεται στην πυρά, τον Skat με την μοιχαλίδα. Καθένας τους είναι ένας συμβολικός σταθμός στην πορεία του ιππότη. Ο Ιππότης χάνει την παρτίδα όμως πριν ο αντίπαλος του προλάβει να του πάρει την βασίλισσα κλωτσάει το σκάκι κ μέχρι να βρει ο Θάνατος τα πιόνια το ζευγάρι των ηθοποιών με τα συμβολικά ονόματα καταφέρνει να ξεφύγει από αυτόν. Ο Ιππότης κ ο ιπποκόμος του καταλήγουν στον πύργο του πρώτου όπου τον περιμένει η γυναίκα του. Ο Θάνατος μπαίνει στο κάστρο την ώρα που ο ιππότης προσεύχεται στον Θεό για έλεος κ η γυναίκα του διαβάζει αποσπάσματα από την Αποκάλυψη. Στο τέλος ο Θάνατος θριαμβεύει. Το ζευγάρι των πλανόδιων ηθοποιών που γλιτώνει από την

πανούκλα βλέπει στην κορυφή ενός λόφου τον Θάνατο να σέρνει σ’ έναν χορό προς το άγνωστο τους ήρωες αυτού του συμβολικού δράματος.

Η ταινία ανήκει στην «μέση» περίοδο του μεγάλου σκηνοθέτη κ αντικατοπτρίζει την εσωτερική του ένταση. Μία ένταση που γεννήθηκε μέσα από την σύγκρουση της παιδικής πίστης που σφυρηλατήθηκε μέσα σε ένα αυστηρά λουθηρανικό περιβάλλον με τον ώριμο σκεπτικισμό του.

Page 14: Bergman, Ingmar

Όπως κ οι περισσότερες ταινίες αυτής της περιόδου του μεγάλου Σουηδού σκηνοθέτη κ αυτή είναι ένα περίεργο μείγμα ρεαλισμού κ σουρεαλισμού μέσα από το οποίο ο δημιουργός εκφράζει το άγχος που δημιουργεί η σιωπή του Θεού. Με αυτήν την μεσαιωνική αλληγορία ο Bergman δεν επιθυμεί να αποδειχθεί άθεος. Καθόλου δεν αμφισβητεί την ύπαρξη του Θεού. Δεν είναι εκεί το θέμα. Η προβληματική του επικεντρώνεται στην αναγκαιότητα της εύρεσης ενός εχεγγύου για την ύπαρξη του. Η συμβολική αναπαράσταση του θανάτου κ η χρήση ενός ταξιδιού ως ανάλογο του ταξιδιού της ζωής είναι τα αφηγηματικά όπλα στα χέρια του δημιουργού. Το θέμα που ξεδιπλώνεται είναι κυρίαρχα υπαρξιακό κ λιγότερο ή καθόλου θρησκευτικό. Άλλωστε όπως έλεγε κ ο ίδιος ο Bergman: «…για μένα τα θρησκευτικά ζητήματα είναι συνεχώς ζωντανά. Όχι σε ένα συναισθηματικό επίπεδο αλλά σε ένα πνευματικό…». Το έργο πραγματεύεται την εναγώνια υπαρξιακή αναζήτηση, την αμφισβήτηση, την αμφιβολία κ όχι την πίστη.

Γιατί ο Θεός είναι απών; Η έβδομη σφραγίδα αποτελεί την ηχώ της μεταπολεμικής Ευρώπης. Τα αποτελέσματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο παραλογισμός τους, η πρωτοφανής ανθρώπινη σκληρότητα, η απειλή ενός πυρηνικού ολέθρου κ η ανησυχία που γεννά η παντοδυναμία της επιστήμης προκαλούν σύγχυση στον άνθρωπο, ιδιαίτερα στον σκεπτόμενο άνθρωπο.

Οι υπαρξιστές με επικεφαλής τον Jean-Paul Sartre επηρεάζουν με τις ιδέες τους ολόκληρη την Ευρώπη κ εκφράζουν δυναμικά την πεποίθηση ότι ο πόλεμος που προηγήθηκε είναι η απτή απόδειξη, όχι απλώς του γεγονότος ότι ο Θεός πέθανε, αλλά του ότι δεν υπήρξε ποτέ. Πως αλλιώς να εξηγηθεί η αγριότητα που γνώρισε η Ευρώπη; Οι άνθρωποι θέτουν μόνοι τους τα ηθικά τους όρια κ καθορίζουν τους στόχους της ύπαρξής τους. Αυτός ο αθεϊστικός υπαρξισμός αποδεικνύεται ιδιαίτερα σκληρός καθώς στην ουσία μας καθιστά «ορφανούς». Όχι ακριβώς μία φιλοσοφία βάση της οποίας ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει κ να πεθάνει.

Ως φυσική εξέλιξη των ιδεών του κύκλου του Sartre θα έρθει ο Camu που δίνει ένα πιο ανθρώπινο προφίλ στον υπαρξισμό. Ο Bergman μοιάζει να είναι εξοικειωμένος κ τις ιδέες του Sartre αλλά κ με την Πανούκλα του Camu κ γιατί όχι, μπορεί εξ αιτίας τους να γυρίζει το φιλμ με το οποίο πραγματοποιεί μία προσωπική ανάγνωση των ιδεών των υπαρξιστών. Η ταινία ξαφνιάζει. Σε μία εποχή που απασχολεί κυρίως η φλυαρία των ανθρώπων, ο Bergman ασχολείται με την σιωπή του Θεού κ η ευθύτητα με την οποία παρουσιάζει την αιώνια αντίθεση του καλού κ του κακού, η αφοσίωση στην ανάλυση της ψυχολογίας του ανθρώπου που αναρωτιέται η επιμονή στις ρεαλιστικές συμπεριφορές κάνει το φιλμ να διαθέτει περισσότερα κοινά στοιχεία με ταινίες του βωβού παρά με σύγχρονές της.

Παρ’ όλο που το θέμα της ταινίας είναι η απουσία του Θεού κ το αναπόφευκτο του θανάτου ο δημιουργός ενδιαφέρεται ταυτόχρονα για την θέση αυτού του Θεού στην ανθρώπινη καρδιά κ κοινωνία. Αυτό γίνεται απολύτως κατανοητό αν προσέξει κανείς την διάθεση με την οποία ο σκηνοθέτης αντιμετωπίζει το Jof κ την Mia (τους δύο πλανόδιους ερμηνευτές με τα ονόματα – σαφείς αναφορές στην Αγία Οικογένεια). Είναι οι μόνοι που τελικά γλιτώνουν από τον Χάρο κ στη σωτηρία τους εντοπίζει κ ο ιππότης κάτι από αυτό που θα μπορούσε να είναι το νόημα της ζωής.

Ενώ το φιλμ δεν ορίζει ξεκάθαρα την συνάφεια που υπάρχει ανάμεσα στην ανάγκης αναζήτησης του Θεού κ στην αντίστοιχη ανάγκη αναζήτησης του νοήματος της ζωής ωστόσο γίνεται αντιληπτό ότι στην πραγματικότητα οι δύο ανάγκες ταυτίζονται ως προς το ουσιαστικό ζητούμενο τους που είναι να συμφιλιωθεί ο άνθρωπος με την ιδέα του αναπόφευκτου τέλους του.

Page 15: Bergman, Ingmar

Η ταινία ολοκληρώνεται με μία εικόνα συγκλονιστική, ένα μεσαιωνικό εικονογραφικό μοτίβο, τον χορό του Θανάτου. Μήπως όλη η ταινία είναι ένας χορός Θανάτου;

Ο Bergman σκηνοθετεί απλά κ μία ευθύτητα που τρομάζει. Η κάμερά του είναι προσωπολάγνα κ αυτή η ικανότητα να «διαβάζει» τα πρόσωπα των ηρώων του στα ατελείωτα γκρο πλαν, μας βοηθά να εντρυφήσουμε ακόμη παραπάνω στην ψυχολογία τους.

Η επιλογή του Max von Sydow για τον ρόλο του ιππότη ήταν εκπληκτική. Ο ευθυτενής, όμορφος ηθοποιός με το καθαρό κι εκφραστικό πρόσωπο κ το ανυπολόγιστο υποκριτικό απόθεμα, μοιάζει να είναι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να σταθεί με αξιοπρέπεια κ χάρη απέναντι στο Θάνατο. Ισορροπεί

με τέχνη ανάμεσα στην απελπισία που του προκαλεί η έλλειψη της γνώσης, η απουσία της απόδειξης κ στην ευδαιμονία που γεννά η πρόκληση να δώσει νόημα στη ζωή του μέσα στο χρονικό διάστημα που του παραχωρεί ο Θάνατος. Ένα χρονικό διάστημα ίσο με μία παρτίδα σκακιού.

Το υπόλοιπο καστ είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικό. Ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στον Gunnar Bjornstrand που ερμηνεύει τον μισογύνη, αγνωστικιστή ιπποκόμο του ιππότη. Ενσαρκώνοντας το alter ego του κυρίου του, αποτελεί με την συμπεριφορά του την κυνική απάντηση σε κάθε εναγώνιο ερώτημα του ιππότη. Ο Nils Poppe κ η Bibi Andersson ενσαρκώνουν το ζευγάρι που στο τέλος του ταξιδιού έχουν κερδίσει την ζωή τους. Ερμηνεύουν, ειδικά ο Poppe, τους ρόλους τους με μία χαρακτηριστική ελαφρότητα που τους καθιστά συχνά χαριτωμένους. Ταυτόχρονα η υποκριτική τους ικανότητα εξυπηρετεί κάθε είδους συμβολισμό που ο σκηνοθέτης θέλει να επιτύχει με την παρουσία τους.

Γεγονός είναι ότι η ταινία βρίθει συμβολισμών κ σε αυτό το κείμενο μόνο ένα διάγραμμα, κ ίσως κι επιφανειακό, της βασικής προβληματικής του Bergman θα μπορούσε να επιτευχθεί. Άλλωστε μιλούμε για μία ταινία που «παίδεψε» θεωρητικούς του κινηματογράφου, ταλαιπώρησε χιλιάδες φοιτητές κ αποτυπώθηκε ανεξίτηλα στη συνείδηση κάθε θεατή που την είδε. Δεν φιλοδοξώ να υπερβώ όλους τους παραπάνω, εκείνο που θα ήθελα να τονίσω όμως είναι ότι η Eβδομη Σφραγίδα είναι μία πολύ «δύσκολη» ταινία που βλέπεται πάρα, μα πάρα, πολύ εύκολα. Κ αυτή η ευκολία στην θέαση είναι η επιτυχία του σκηνοθέτη της αλλά τελικά κ κάθε καλλιτέχνη που καταπιάνεται με αιώνια αναπάντητα ερωτήματα κ καταφέρνει να μας τα μεταφέρει με μία απλότητα κ χωρίς τίποτε το πομπώδες.

Όσοι θέλουν, θα δουν μία δύσκολη αλληγορία που θα τους ιντριγκάρει κ θα τους προβληματίζει κάθε φορά που θα επανέρχονται. Όσοι πάλι θέλουν, θα δουν ένα πανέμορφο ασπρόμαυρο παραμύθι με αξέχαστες σκηνές – όπως η κορυφαία σκηνή της παρτίδας σκακιού με τον Θάνατο κ τον Άνθρωπο αντιμέτωπους- κ απολαυστικό ρυθμό. Διαλέξτε που θέλετε να ανήκετε κ δείτε οπωσδήποτε την ταινία. Βαθμολογια: 10/10

Μια από τις πιο ενδοσκοπικές, αλληγορικές μα ταυτόχρονα κ μεγαλοφυώς προσιτές δημιουργίες της Ευρωπαϊκής τέχνης, αποτυπώθηκε στο λευκοπίνακα της κινηματογραφικής μνήμης μέσα από δύο ιδέες εικονοπλαστικής σύλληψης χαρακτηριστικές της δημιουργικής διάνοιας του Ingmar Bergman: Η παρτίδα σκακιού ανάμεσα στο Χάρο κ τον Ιππότη καθώς κ ο Χορός του Θανάτου λίγο πριν το κλείσιμο συνθέτουν τη σουρεαλιστική τάση ενός φιλμ, που ενώ πατά νοηματικά στην εποχή του μεσαίωνα, εκτείνει τον κοινωνικό του προβληματισμό ως την

Page 16: Bergman, Ingmar

αντίστοιχα μεσαιωνική μεταπολεμική Ευρώπη. Οι σκοτεινότερες περίοδοι της ανθρωπότητας ανέκαθεν σηματοδοτούσαν μια έκρηξη πνευματικών κ υπαρξιακών αναζητήσεων στα πλήθη, με επίκεντρο την απουσία του Θεού ως παντοδύναμο ον λύτρωσης. Η Έβδομη Σφραγίδα ωστόσο δεν καλείται να προσφέρει απαντήσεις, ούτε αναλώνεται σε πολυεπίπεδους συμβολικούς χαρακτηρισμούς, μα στέκεται ως καθρέπτης αιώνιων προβληματισμών γύρω από τα εναγώνια ερωτήματα της ύπαρξης, της ατομικής ευθύνης κ του Θανάτου. Μια αλληγορία με φόντο τη ρεαλιστική κ σκληρή απεικόνιση μιας εποχής δεισιδαιμονιών κ έκπτωσης πνεύματος, πλασαρισμένη με τη μορφή ενός σκοτεινού παραμυθιού που καλύπτει κάτω από την εξιστόρησή του έναν γιγάντιο όγκο φιλοσοφικών ερωτημάτων, πραγματική πρόκληση για τους θεωρητικούς αναλυτές του διαλογισμικού κινηματογράφου.

Η λιτή, καθάρια φιγούρα του Max von Sydow στο ρόλο του ιππότη Antonius Block, ο μελαγχολικός προβληματισμός των εικόνων του Bergman, η παλαιομοδίτικα σαγηνευτική πνοή της αφήγησης, η απλότητα της παρουσίασης που αποφεύγει τους βαρύγδουπους υπαινιγμούς άλλων συμβολιστών του σινεμά κ η μοναδική σε σύλληψη ιδέα της παρτίδας σκακιού που στάθηκε πηγή έμπνευσης για πολλές μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης τα χρόνια που ακολούθησαν -. ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ... μια από τις σημαντικότερες δημιουργίες του παγκόσμιου κινηματογράφου >> 10/10

Τα άπαντα του αγνωστικισμού δια χειρός Ingmar Bergman. Ο ιππότης Αντόνιους Μπλοκ παίζει σκάκι με το θάνατο μέχρι να βρει απάντηση στη μεταφυσική του αγωνία. Ο ιπποκόμος του Γιενς, κατασταλαγμένος στη μηδενιστική του οπτική, συναρτά οποιαδήποτε θρησκευτική του έκφραση με το φόβο. Ποιόν θα δικαιώσει ο δημιουργός; Κανέναν από τους παραπάνω, αλλά το αλαφροΐσκιωτο σαλτιμπάγκο κ την οικογένειά του, δίνοντας οριστικά στην ταινία το στίγμα μιας αυτοσαρκαστικής ιλαροτραγωδίας. Ο Bergman καταφεύγει στον εξπρεσιονισμό, ιχνηλατεί τελετουργικά το φυσικό τοπίο κ προσφέρει αξέχαστες σκηνές – με κορυφαία την είσοδο των αυτομαστιγούμενων στο πανηγύρι. Βαθμολογία: (10/10)

Saraband · Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 2003· Διάρκεια: 120' · Αξιολόγηση:    (8.2/10)

Χαμόγελα Καλοκαιρινής Νύχτας

Page 17: Bergman, Ingmar

· Είδος: Κωμωδία· Παραγωγής: 1955· Διάρκεια: 108'· Χρώμα: Ασπρόμαυρο · Γλώσσα: Σουηδικά

Το «Βραβείο ποιητικού χιούμορ» του Φεστιβάλ Καννών 1956. Από τη μία οι άνδρες κ η παρουσία του θανάτου, από την άλλη οι γυναίκες κ η κατάφαση της ζωής. Στη Σουηδία του 1900 ένας δικηγόρος έρχεται να περάσει το Σαββατοκύριακο στο εξοχικό σπίτι μιας παλιάς του ερωμένης μαζί με τη νεαρή σύζυγό του κ τον γιο του από τον πρώτο του γάμο. Ένα αφροδισιακό δείπνο λειτουργεί ως εισαγωγή σε μια τρελή νύχτα, όπου τα ζευγάρια χωρίζουν κ ξαναενώνονται. Ευφυής, σπινθηροβόλα μπουλβάρ κωμωδία, όπου η σύγκρουση των δύο φύλων οδηγεί σε μια προκλητική απόλαυση. Κάπως έτσι το κοινό κ οι κριτικοί της Γαλλίας ανακάλυψαν τον Ingmar Bergman, που είχε ήδη 16 ταινίες μεγάλου μήκους στο ενεργητικό του.

Βαθμολογία: (8/10)

Καλοκαίρι με τη Μόνικα· Είδος: Δραματική· Παραγωγής: 1953· Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 18 Ιουνίου 2004

· Διάρκεια: 96'· Χρώμα: Ασπρόμαυρο · Γλώσσα: Σουηδικά· Αξιολόγηση:    (6.77/10)

Μια ταινία που αρχίζει σκληρά κ τρυφερά, γίνεται ποιητική κ στο τέλος καταβαραθρώνει τους ήρωές της. Όχι τόσο ευχάριστη κ ανάλαφρη όσο μαρτυράει ο τίτλος της, γιατί ναι μεν το Καλοκαίρι με τη Μόνικα είναι ηδονικό, αλλά το φθινόπωρο που ακολουθεί γίνεται μαρτυρικό.

Η Harriet Andersoon είναι η μικρή Μόνικα, παιδί φτωχής οικογένειας, που ξυπνάει κάθε πρωί μέσα σε έναν ακούραστο συφερτό από παιδιά να παίζουν κ να φωνάζουν, μια μάνα που την τραβολογάει να σηκωθεί κ τη δουλειά της στο βρώμικο μανάβικο να την περιμένει. Αυτή, αντί να βουρτσίσει τα δόντια της όπως όλοι οι συμβατικοί άνθρωποι (κι εμείς μέσα), ανάβει τσιγάρο κ μάλιστα στέλνει το μικρό της αδερφάκι να ψάξει τα σπίρτα στην τσέπη του παλτό της, ακριβώς σαν τις σταρ που βλέπει τα σαββατόβραδα στον κινηματογράφο της γειτονιάς. Βάζει το μπερέ της στραβά, φοράει μεταξωτές κάλτσες κ κοκκινίζει με κραγιόν τα γεμάτα της χείλη. Κάπως έτσι, γνωρίζει το Χάρι κ η περιπέτεια αρχίζει.

Ο Χάρι κ η Μόνικα κάπου δεκαοκτώ κ οι δυο ερωτεύονται. Η Μόνικα έχει χοντροκομμένους, αφελείς τρόπους, ανώριμο κοριτσόπουλο που θέλει να ζήσει ένα παραμύθι κ ο Χάρι ρεαλιστής κ αφοσιωμένος. Κατά παράδοξο τρόπο ταιριάζουν μαζί κ στην αρχή του καλοκαιριού αφήνουν κ οι δυο τις δουλειές τους, παίρνουν προμήθειες κινάνε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα...(μπα, με μια βενζινοκίνητη βάρκα κινάνε...). Πολλές μέρες κ νύχτες κολυμπούν σε κρυστάλλινα νερά, ψήνουν καφεδάκι ό,τι ώρα τύχει κ ξυπνήσουν το πρωί,

Page 18: Bergman, Ingmar

μαυρίζουν κάτω από τον ήλιο κ χαίρονται το νεανικό τους έρωτα. Κάποια στιγμή η Μόνικα καταλαβαίνει ότι έχει μείνει έγκυος, όμως οι διακοπές συνεχίζονται αδιατάρακτα, απλώς διανθίζονται με όνειρα για τη μελλοντική τους οικογένεια, τις βόλτες με τα κουτσούβελα, την ευτυχία που κρυφοκοιτάζει ήδη από μια χαραμάδα. Ο καημένος ο Χάρι αναγκάζεται να μάθει να χορεύει, να πλακωθεί με έναν παλιό θαυμαστή της Μόνικα, μέχρι να τη συντρέξει στο σχέδιό της να κλέψει από ένα γειτονικό κτήμα, όταν οι προμήθειες τελειώνουν. Αναγκάζονται να γυρίσουν στην πόλη, παντρεύονται με ειδική συγκατάθεση των κηδεμόνων τους, ο Χάρι γράφεται σε νυχτερινό σχολείο, ενώ παράλληλα δουλεύει ως μηχανικός. Η Μόνικα γεννάει ένα χαριτωμένο κοριτσάκι, αλλά δεν έχει το κουράγιο να το νανουρίζει τα βράδια, γιατί η ζωή γι’ αυτήν ήταν μόνο όμορφα ρούχα κ όμορφα αγόρια κ τώρα έχει βρεθεί ξαφνικά μπλεγμένη...Ένας κύκλος κλείνει, η αυλαία πέφτει μπροστά στην πόρτα του cafe που έκαναν την πρώτη τους γνωριμία.

Μίγμα κοινωνικού σχολίου με διαλείμματα από ανάλαφρες εικόνες. Το σώμα της Μόνικα εναρμονίζεται απόλυτα με το άγριο περιβάλλον, τα βράχια χαϊδεύουν το απαλό ηλιοκαμένο κορμί της κ ο άνεμος στριφογυρίζει τα λυτά μαλλιά της. Εικόνες καλοκαιρινές που φέρνουν στο νου περασμένες, ανείπωτες χαρές. Η φωτογραφία του Gunnar Fischer είναι μαγευτική. Ασπρόμαυρη, αλλά τόσο επαρκής. Μια απλή ιστορία που στα χέρια του μαέστρου Bergman γίνεται ιδιότυπα ενδιαφέρουσα (ίσως να την προτιμούσαμε λίγο πιο λιτή, οι αραχνοϊστοί, οι κουκουβάγιες κ η άγρια βλάστηση τείνουν να κουράσουν).

Οφείλω να προσθέσω ότι είναι μια αντι-φεμινιστική ταινία. Μεροληπτεί απόλυτα υπέρ του ήρωα κ σχεδιάζει έναν γυναικείο χαρακτήρα τόσο ελαφρόμυαλο, που δεν μπορώ να μην τονίσω την άκριτη αναληθοφάνειά του. Αλλά ο Bergman όσο κι αν αγαπούσε τις γυναίκες στη ζωή του, τις φόρτωνε με πολλά αρνητικά στοιχεία στις ταινίες του (ακριβώς εξαιτίας αυτής της εμμονής του, θα έλεγα). Βαθμολογία: (7/10) ΟΚ, δεν είναι κ Κραυγες κ Ψιθυροι, δεν είναι Περσονα, αλλά γι’ αυτή της τη φρεσκάδα, την ανεμελιά της αξίζει ένα 7.

Εξαιρετική ταινία της πρώτης περιόδου του Σουηδού σκηνοθέτη Ingmar Bergman, του μεγάλου κινηματογραφιστή, θεατρικού συγγραφέα κ ανατόμου της ανθρώπινης ψυχής. Το Καλοκαίρι σχολιάζει τα αδιέξοδα της ενηλικίωσης κ τα προβλήματα που έχει ο άνθρωπος να συμφιλιωθεί με τη φύση, τους άλλους κ το μοντέρνο τρόπο ζωής. Η δημιουργία του αυτή ήταν ουσιαστικά η πρώτη που χάρισε τη διεθνή αναγνώριση στον Bergman, ο οποίος θα συνέχιζε μέχρι το τέλος της καριέρας του να διαταράσσει τα «κινηματογραφικά ύδατα». Κι αυτό η ταινία το καταφέρνει γιατί παρά το πολυεπίπεδο χαρακτήρα της μοιάζει στο σύνολο πολύ σφιχτοδεμένη, σαν ένα σύγχρονο παραμύθι με κακό τέλος.

Δύο νέοι, η Μόνικα (Harriet Andersson) κ ο Harry (Lars Ekborg) φτωχοί βιοπαλαιστές κ οι δύο ερωτεύονται κ αποφασίζουν να σπάσουν τα δεσμά που τους καταπιέζουν και να φύγουν για διακοπές σε ένα νησί. Πίσω τους αφήνουν την πόλη, τα αφεντικά, τις οικογένειές τους, αλλά κ την αθωότητά τους. Οι μήνες στο νησί θα τους απελευθερώσουν σεξουαλικά, θα τους φέρουν πρόσωπο με πρόσωπο με την απόλυτη ελευθερία κ θα τους χαρίσουν τον έρωτα στην ακραία μορφή του. Όταν όμως τα περίτεχνα πλάνα του Bergman θα συναντήσουν τις υπαρξιακές του αγωνίες το καλοκαίρι θα αποκτήσει ένα λιγότερο φωτεινό χαρακτήρα. Καβγάδες, πείνα, ζήλιες κ έλλειψη συνεννόησης αρχίζουν να ταλανίζουν το ζευγάρι. Η φύση γίνεται πιο εχθρική, ο «άλλος» μετατρέπεται από εραστή σε αγρίμι κ όλα το ρομαντικό οικοδόμημα καταποντίζεται. Οι δυο νέοι επιστρέφουν στην πόλη όπου σύντομα η πραγματικότητα θα δείξει πόσο δύσκολη είναι η συμβίωση ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που κάποτε έλεγαν ότι επαναστατούσαν εναντίον όλων.