ΜΙΟΗΑΕΙi. 5ΑΝΟΕΙ Εναντία στην Τ ελειότητα · 2015-05-11 · 12...
TRANSCRIPT
ΜΙΟΗΑΕΙI. 5ΑΝΟΕΙΕ ναντία στην Τ ελ ειό τη ταΗ Η Θ Ι Κ Η Σ Τ Η Ν Ε Π Ο Χ Η ΤΗΣ Γ Ε Ν Ε Τ Ι Κ Η Σ Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Η Σ
«Είναι δελεαστικό να σκεφτοΰμε ότι ο εμβιομηχανικός σχεδιασμός των παιδιών μας και του εαυτού μας με στόχο την επιτυχία σε μια ανταγωνιστική κοινωνία είναι μια άσκηση ελευθερίας. Όμως η αλλαγή της φύσης μας ώστε να προσαρμοστεί στον κόσμο, αντί για το αντίστροφο, είναι στην πραγματικότητα η βαθύτερη μορφή αποδυνάμωσης. Μας αποσπά από τον κριτικό αναστοχασμό του κόσμου και νεκρώνει την παρόρμηση για κοινωνική και πολιτική βελτίωση. Αντί να χρησιμοποιούμε τις νέες γενετικές δυνάμεις μας για να ισιώσουμε “το στραβό ξύλο της ανθρωπότητας”, θα έπρεπε να κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε να δημιουργήσουμε κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες πιο φιλόξενες στα χαρίσματα και τους περιορισμούς των ατελών ανθρώπινων όντων».
Μ. Σ.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΙ ΔΡΟΜΟΙ
ΜΙΟΗΑΕΙ. I. ϋΑΝΟΕΙ.
Ενάντια στην τελειότηταΗ ΗΘΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ
ΤΗΣ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ
Μετάφραση ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΙΝΟΣΑΊΉΣ
Επιμέλεια ΚΩΣΤΑΣ ΛΙΒΙΕΡΑΤΟΣ
Πρόλογος, επιστημονική θεώρηση ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΨΗΜΜΕΝΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Πρόλογος για την ελληνική έκδοοη 9Ευχαριστίες 291 Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 33
Προσδιορίζοντας την ανησυχία μας 36 Γενική μηχανική 40
2 ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 53 Το αθλητικό ιδεώδες: προσπάθεια εναντίον χαρίσματος 53 Ενίσχυση επιδόσεων: υψηλή και χαμηλή τεχνολογία 57 Η ουσία του παιχνιδιού 63
3 ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΠΑΤΡΟΝ 70 Διάπλαση και θέαση 70 Η πίεση για υψηλές επιδόσεις 80
4 Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 85 Η παλαιό ευγονική 86 Η ευγονική στην ελεύθερη αγορά 90 Φιλελεύθερη ευγονική 95
5 ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΟ 103 Ταπεινοφροσύνη, υπευθυνότητα και αλληλεγγύη 103 Ενστάσεις 109 Το σχέδιο της κυριαρχίας 113
6 Ε π ίλογος-Η Θ ΙΚ Η Τ Ο Υ ΕΜΒΡΥΟΥ:Η ΔΙΑΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΑ ΒΛΑΣΤΟΚΥΤΤΑΡΑ 117Ερωτήματα περί βλαστοκυττάρων 118Κλώνοι και περισσεύματα 120Το ηθικό καθεστώς του εμβρύου 126
Σημειώσεις 141Ευρετήριο 155
Πρόλογος για την ελληνική έκδοση
Στον κόσμο της επιστήμης, όνειρα και εφιάλτες συναντώνται και περιπλέκονται. Οι πορείες πολλές φορές θολώνουν και οι δυνατότητες προσδιορισμού και επαναπροσδιορισμού μειώνονται. Οικονομία, ιδεολογία και πολιτική δεν δίνουν απλά το παρών στις αξίες του επιστήμονα και στις αρχικές προθέσεις και υποθέσεις εργασίας. Μέσα από παραδόσεις, κυρίαρχα συμφέροντα, πρότυπα ζωής και κρατικές παρεμβάσεις, οι έννοιες, οι στόχοι και οι κανόνες της έρευνας στρεβλώνουν. Η κοινωνική πολιτική για τη ζωή αρχίζει να μοιράζεται μεταξύ των ιδεών και συνηθειών που έχουν κληρονομηθεί και των νέων προκλήσεων που έχουν έρθει στο φως. Η εύστοχη παρατήρηση του Καρλ Μαρξ (1973) ότι «η παράδοση των πεθαμένων γενεών βαραίνει σαν ένας εφιάλτης στο μυαλό των ζωντανών», ή του Μαξ Βέ- μπερ ότι η σύγχυση μεταξύ επιστήμης και συμφερόντων οδηγούν σε μια κοινωνική πολιτική των μέσων όρων, είναι σήμερα επίκαιρη. Η κατάσταση δυσκολεύει ακόμα παραπάνω όταν οι δυνατότητες επιστημονικής και ανεξάρτητης μελέτης συρρικνώνονται ή και αντικαθιστώνται από τα καθορισμένα πλαίσια των κρατικών ή ιδιωτικών προγραμμάτων έρευνας που απστε- λούν μέρος συγκεκριμένων κοινωνικών πολιτικών και σε τελική ανάλυση συνηγορούν υπέρ μιας κατευθυνόμενης επιστήμης1.
1. Βλ. Ρ»88ΐηοΓβ I. (1953), « Ο ιη ΐΗε δοοί»! δοΐβηοβδ 1)6 ν;ι1ιιε-ίΪ06?», σ. 674-
10 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
Συνειδητά ή όχι ερχόμαστε πολλές φορές στο δύσκολο σημείο της μη διάκρισης μεταξύ της προστασίας της ζωής και της προστασίας κυρίαρχων συμφερόντων, ή, όπως τόνιζε και ο καθηγητής κοινωνιολογίας Γκέραν Θέρμπορν (Οογεπ ΤΗεΛοπι) στις διαλέξεις του στο Ιχιικίοη δοΐιοοί οί Εοοηοπποδ τη δεκαετία του 1980, της προστασίας του κοινωνικού συστήματος, της λειτουργίας του και της κοινωνικής συνοχής του. Διακρίσεις, ετικέτες (Ι&βείδ) και εικασίες για τον άνθρωπο στην κοινωνία αποκτούν στην επιστήμη ιδιαίτερη ισχύ και σημασία. Με την υιοθέτησή τους, διάφορα στρώματα εμπειρογνωμόνων, διεκ- περαιωτών, επιχειρηματιών ή γραφειοκρατών της επιστήμης ειδικεύονται, ενίοτε άθελά τους, σε πολιτικές ζωής (ροΐΐΐΐοβ ο£ Ιίίε), περιχαράκωσης προνομίων και, μέσα από την ταξινόμηση των ανθρώπων και τη διαχείριση των κοινωνικών προβλημάτων, στη νομιμοποίηση και αναπαραγωγή τους. Στην πορεία του εικοστού αιώνα αυτό επαληθεύτηκε με τον πιο δραματικό τρόπο, με τις πολιτικές ιδρυματοποίησης, εξάλειψης και αφομοίωσης ή κοινωνικής ένταξης των «επικίνδυνων τάξεων» (<3&η§6Γθΐΐ8 οΐ38868) και των «ελαττωματικών» σύμφωνα με τις εκάστοτε ελίτ. Σήμερα, ιδιωτικές επιχειρήσεις, ειδικοί και καταναλωτές, διαμορφώνουν νέα πρότυπα και μεθόδους «βελτίωσης» του ανθρώπινου είδους.
Στις σελίδες που ακολουθούν παρουσιάζονται οι σύγχρονες διαδρομές, οι μεγάλοι περιορισμοί και παραμορφώσεις που οι κοινωνικές εφαρμογές της γενετικής δημιουργούν στη ζωή των ανθρώπων. Χωρίς να μηδενίζονται τα επιστημονικά
677, στο Ρείβΐ, Η. &ηά Μ. ΒΐΌ(Ι6©ο1ί (επιμ.), Κβαάίη§8 ίη ίΗβ ΡΜο$ορΗγ ο/5άβηεβ, Νέα Υόρκη, ΑρρΙεΙοη-ΟοηΙυιγ-ΟΌίΐδ· βλ. επίσης Κειτ, Α. (2004) Οβηβίίβζ αηά Ξοβίβίγ: Α ΞοβίοΙο%γ ο/Βί$βα5β, Λονδίνο, Κ.οιιί1β(ΐ£0· ΗβάδίΓόπι, Ρ. (2005), ϋΪΜβοίΐηξ ίΗβ ΞοάαΙ: οη ίΗβ ΡήηβίρΙβχ ο/ΑηαΙγίΐβαΙ 5οάοΙο§γ, Καίμπριτζ, 0&ιη1> π<3§6 υπίν6ΓδίΙγ ΡΐΌδδ' Κίη§βΓ, Ργ. (1997), Μαχ ίνβύβΓ’δ ΜβίΗοάοΙο§γ: ΤΗβ 1/ηΐβ- βαίίοη ο / ίΗβ ϋηΐίαταί αηά ΞοβΐαΙ Ξβίβηββς, Καίμπριτζ, Μασ., Η&Γν&πΙ υηίν£Γδίΐγ ΡΐΌδδ.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 11
οφέλη για τη βελτίωση της υγείας και την ίδια τη ζωή από τη γενετική, ο καθηγητής Μάικλ Σαντέλ (ΜίοΗαεΙ δ&ηάεΐ) μας υπενθυμίζει πόσο ευάλωτη είναι η επιστήμη εμπρός στη γραφειοκρατία, την αγορά και την καταπίεση που ασκείται από κυβερνήσεις, όχλους και εταιρικά συμφέροντα. Για τον Σαντέλ ειδικότερα η νέα ευγονική απστελεί τη σύγχρονη ιστορία κοινωνικής στρωμάτωσης στον ύστερο καπιταλισμό, η οποία και θέτει διλήμματα για τη δημοκρατία, την αυτονομία και την κοινωνική αλληλεγγύη των ανθρώπων. Από την ανάλυση, αυτό που υποστηρίζεται είναι ότι μπορεί βέβαια η γενετική, όσο γνωρίζουμε, να μην καθορίζει ακόμα τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων και τις πορείες τους στην κοινωνία, ωστόσο μπορεί να συμβαίνει το αντίθετο. Τα κοινωνικά χαρακτηριστικά μπορεί να καθορίζουν τη σύλληψη και την ανάπτυξη της ζωής.
Τι επιλέγεται, τι απορρίπτεται, τι είναι συμβατό ή όχι με τη ζωή και την κοινωνία είναι αποτέλεσμα πολλών παραμέτρων. Ταξικοί φραγμοί, στερεότυπα, εθνικές και έμφυλες προτιμήσεις και διαχωρισμοί αναπτύσσουν διάφορες εικασίες και πρακτικές για τη ζωή και τη συνέχειά της, οι οποίες πολλές φορές και με διάφορους τρόπους αποτυπώνονται στην επιστημονική έρευνα, στις επιστημονικές αναλύσεις και εφαρμογές. Ίσως τελικά οι καθηγητές κοινωνιολογίας Γ. Ράνσιμαν και Ρ.Κ. Μέρτον είχαν δίκιο όταν υποστήριζαν ότι οι εικασίες είναι το μεγάλο πρόβλημα στην επιστήμη και στην κοινωνία2. Η υιοθέτηση και νομιμοποίηση των εικασιών σπρώχνει σε μια
2. Βλ. Κυηςίιπίΐη, \¥. (1997), ΤΗβ 8οάαΙ ΑηήηαΙ, Οξφόρδη, Ηειγρογ Οοΐΐίικ, καθώς και τις αναλύσεις των Κ.Κ. Μειΐοη και Κ. Ρπιηΐί για το παράδοξο της σύγχρονης κοινωνίας (Μ;ιΙΐΚο\ν οίϊοοί) και την ιστορία των ταλέντων, σ. 125-6■ βλ. επίσης Κυηοίπΐίΐη, V/. (2009), ΤΗβ ΤΗβοιγ ο / ('ιιΐίαηιΐ αηά 5οεΐαΙ ΞβΙββύοη, Καίμπριτζ, ί'<ΊΐηΙ)Π£ΐ£;ε ϋηίνοΓίίΙν Ργθ88, καθώς και Βερσή, Μ. (1997), Η ψυχιατρική διάγνωση-ετικέτα, σ. 15-23, στο Δημητρίσυ, Σ. (επιμ.), Μορφές κοινωνικού αποκλεισμού και μηχανισμοί παραγωγής τον, Αθήνα, Ιδεοκίνηση.
12 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
σειρά από πρακτικές αποθήκευσης και υποθήκευσης των φυσικών χαρακτηριστικών του ανθρώπου. Αυτό όμως που αναδει- κνύεται στην παρούσα μελέτη είναι ότι μέσω της σύγχρονης ευγονικής, πολιτική και βιολογία, εταιρικά συμφέροντα, μάνατζμεντ, καταναλωτικά πρότυπα και ιατρική, φαίνεται να «συνεταιρίζονται» σε μια αμοιβαία προσπάθεια κατοχύρωσης προνομίων και ενδυνάμωσης των νέων προτύπων και ομάδων που κυριαρχούν.
Η οικονομία της αναπαραγωγής
Αναφερόμενος στη γενετική μηχανική και την οικονομία, ο Σαντέλ μέσα από την εξιστόρηση διαφορετικών περιπτώσεων κυρίως στις ΗΠΑ, στρέφει την προσοχή μας στην εμπορευ- ματοποίηση των εμβρύων και των φυσικών χαρακτηριστικών του ανθρώπου. Οι διαδρομές αναπαραγωγής του ανθρώπου από τον Ηοηιο εη^δΙβΓ, τον Ηοηιο δαρΐεηδ (1,7 εκ. χρόνια πριν) και το ενδιαφέρον του για τη διαρκή μετακίνηση και την κατανάλωση θερμίδων3, μέχρι τη βιομηχανική εποχή, τη μισθωτή εργασία και την κατανάλωση εργατικής δύναμης, είναι πολύ μεγάλες.
Στη σημερινή εποχή το «αόρατο» χέρι της αγοράς έχει μια ιδιαίτερη παρουσία ιδίως στα θέματα που σχετίζονται με ,τη φυσική και κοινωνική αναπαραγωγή του ατόμου. Αναλύοντας την οικονομία θα ήταν σχεδόν αδύνατον κάποιος να παραβλέ- ψει ότι ένα μεγάλο μέρος της αγοράς και των προϊόντων της σχετίζονται με δημόσια και πολιτισμικά αγαθά. Αν το 1970-80 το ενδιαφέρον επικεντρωνόταν στην ιδιωτικοποίηση των δη
3. Βλ. Ο&τΙε, Ο. (2007), Α ΐατβ^εΙΙ ίοΑΙηΐ5, Πρίνστον, Ρπποοίοη υηΐν6ΓδίΙγ Ργο88* βλ. επίσης δαιαίΐ, ϋ . (2008), Οη Ώββρ Ηώίοτγ αηά ίΗβ Βταίη, Μπέρκλεϋ, υηίνεΓδίΙγ ο£ θ3ΐίί:οπΗ&.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 13
μόσιων οργανισμών, σήμερα το ενδιαφέρον της οικονομίας αφορά την ιδιωτικοποίηση και επιχειρηματική διοίκηση των δημόσιων υποχρεώσεων του κράτους και του πολίτη. Δικαιώματα, συλλογικότητες και κοινωνικές ευθύνες ανάπτυξης της ζωής αμφισβητούνται. Δεν αμφισβητούνται μονάχα διότι το κράτος παρεμβαίνει με επιχειρηματικά κριτήρια αλλά και διότι θεωρούνται αποτέλεσμα ατομικών προσωπικών επιλογών, πόρων διαχείρισης και ατομικής επένδυσης και όχι κοινωνικής ανισότητας, σχέσεων εξουσίας και ιδιοκτησίας4. Ακόμη και η ορολογία που χρησιμοποιείται φαίνεται να έχει προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις της οικονομίας της αναπαραγωγής. Στη θέση του όρου χρήστης υπηρεσιών (ιΐδβι-) χρησιμοποιούμε πλέον τον όρο πελάτης (οΐΐοηΐ), ενώ οι όροι κοινωνικός αποκλεισμός (δοοΐ&1 εχοΐιΐδΐοη) και ανισότητα, έχουν αλλάξει περιεχόμενο ή έχουν σχεδόν αντικατασταθεί με όρους που περισσότερο εκφράζουν παθογένειες της προσωπικότητας του ατόμου και ελλείμματα σε δεξιότητες, κατάρτιση και ατομική θέληση5.
Από τη φτώχεια μέχρι την ψυχική, πνευματική και σωματική υγεία και αναπαραγωγή, λίγο ως πολύ οι πολίτες θεωρούνται υπεύθυνοι για την τύχη τους, ή καλύτερα η τύχη τους ορίζεται όχι από τα συμβολικά τείχη που κληρονόμησαν στη ζωή όπως στην αρχαιότητα (έρκος ή ΗογοΙοπι) αλλά από τις προσωπικές τους επιλογές και δράσεις συμμετοχής στην πορεία της ζωής. Μέσα σε αυτό το έντονα ενδοσκοπικό και δίχως τε-
4. Βλ. Αδ1βγ, ϋ . (1997), Ηώίοιγ \νϋΗοιιί α Ξιώμα, Οξφόρδη, Ηαφε Οοΐΐίηδ.5. Βλ. Ι^νίί&δ, Κ. (2001), «Η έννοια του Κοινωνικού Αποκλεισμού και η
νέα ντιρκεμιανή ηγεμονία», σ. 202-25, στο Πετμεζίδου, Μ. και Χρ. Παπαθεο- δώρου (επιμ.), Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός, Αθήνα, Εξάντας / Επιστημονική Εταιρεία Κοινωνικής Πολιτικής* βλ. επίσης Νοίΐάη, Ό. &ηά Οηάοε, Μ. (1995), ΤΗβ ΌΝΛ Μγζύφιβ: ΤΗβ Οβηβ α$ α ΟαΙίιιταΙ Ιεοη, Νέα Υόρκη, Ρ γοοπιειι.
14 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
λειωμό ενοχοποιητικό περιβάλλον, αναπτύσσεται μια οικονομία της αναπαραγωγής της ανθρώπινης ζωής, η οποία και μοιράζεται μεταξύ της κατανάλωσης κατευναστικών φαρμάκων, ιδιωτικών εταιρειών ασφάλειας ζωής, σεμιαρίων κατάρτισης και τραπεζών σπέρματος. Η οικονομία του Πρόζακ (Ρ γοζ&ο εοοηοιπγ)6, της επιτήρησης της πορείας υγείας, της προσωπικής αντιμετώπισης του εγκλήματος, της ευελιξίας της εργασίας και των κοινωνικών σχέσεων, των αισθητικών επεμβάσεων και της τελειοποίησης των χαρακτηριστικών των απογόνων7, αποτελούν πλέον οδηγό επιβίωσης και εξέλιξης. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Σαντέλ, η νέα οικονομία της αναπαραγωγής επεκτείνει την ατομική ευθύνη στη πορεία της ζωής δημιουργώντας όχι μονάχα μια δυσβάσταχτη κατάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης άλλα και αναίρεση της κοινωνικής της διάστασης. Η τελευταία πλέον αξιολογείται βάσει των επιλογών και επιδόσεων του ατόμου.
Ως φοιτητές κοινωνιολογίας η πιο κοντινή εκδοχή των παρεμβάσεων στην ανθρώπινη ζωή που γνωρίσαμε τη δεκαετία του 1980 στη Βρετανία, ήταν η αποκάλυψη των μεθόδων που χρησιμοποιούσαν γυναικολόγοι για τον έλεγχο των τοκετών ως απόρροια των σχέσεών τους με τις φαρμακευτικές εταιρείες και τις εταιρείες που προμηθεύουν ιατρικό εξοπλισμό στα νοσοκομεία. Ακολούθησαν οι αποκαλύψεις για τις στειρώσεις 10.000 γυναικών την περίοδο 1968-69 για λόγους μείωσης, της φτώχειας και της παραβατικότητας8. Επίσης γνωρίσαμε τις
6. Βλ. ΒβΓΒΓάΐ, Ργ. (2009), ΤΗβ ΞουΙ αί 1¥ογ^ Ρ γοιύι ΑΗβηαίΐοη ίο Ααίοηοτηγ, Λ ος Ά ντζελες, δοιηΐοΐβχΐ(β).
7. Βλ. δοΜγ, \ν . (2007), Ρήναογ. Α Μαηί/βΜο, Πρίνστον, ΡπηοβΙοη υηί- νοΓδίΙγ Ργ©88’ Κθ56, Ν. (2000), «Τ1ΐ6 Βίο1ο§γ οί αιΙρΒβϋίΙγ: ραΙΙιοΙοβίοΣίΙ ίάοηΙίΙγ 3η(1 οπιηβ οοηίΓοΙ ίη & βίο1ο§ίο&1 οι11ιιγο>, ΤΗβοτεύβαΙ Οή?ηΐηοΙο§γ, 4:1,5-34.
8. Βλ. δ&ν&§β, \¥ . (1986), Α 8ανα§β Εηφύιγ: ΨΗο ΟοηΐτοΙχ ΟΜάΜηΗΫ, Λ ονδίνο, νίΓ&§ο Ργ688* βλ. επ ίσης Κ&η, Α. (2004), Οβηβύβδ αηά Ξοάβίγ: Α 5οάοΙο%γ ο /Ο Ϊ56α 8β , Λ ονδίνο, Κοιι11οά§6.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 15
μαζικές στειρώσεις των ινδιάνικων φυλών (1986) στις ΗΠΑ και την Κεντρική Αμερική και τη χορήγηση επικίνδυνων φαρμάκων ενέσιμης αντισύλληψης που προωθούσαν εταιρείες και φιλανθρωπικά σωματεία στη Νότια Αφρική (επί Άπαρχαϊντ) ή στις φτωχογειτονιές των ευρωπαϊκών πόλεων για την αντιμετώπιση της φτώχειας.
Στις διαλέξεις τους στο Πανεπιστήμιο του Νιούκασλ, οι καθηγητές Ίαν Μακλέοντ (Ι&η Μοίεοίΐ), Νόρμαν Ντένις (Ν ογ- Π3Π ϋεηηίδ) και Πήτερ Σέλμαν, αναλύοντας την κοινωνική διοίκηση της υγείας, τόνιζαν ανάμεσα σε άλλα τη σημασία της στροφής της οικονομίας προς την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών. Αυτό που φόβιζε περισσότερο ήταν η κατεύθυνση που περιγράφει ο Σαντέλ. Δηλαδή η ανάπτυξη υπηρεσιών προστασίας της ζωής όπου όχι μονάχα λίγοι θα έχουν πρόσβαση αλλά σταδιακά θα μειώνεται ο δημοκρατικός έλεγχος της υγείας και η κοινωνική αναγνώριση της κοινωνικής ευθύνης του κράτους στην παροχή δημόσιων αγαθών.
Με το Βΐ3θ1( Κεροι! και αργότερα τη συνέχειά του στη μελέτη Ηβ&ΐΐΐι ϋίνίάε9, έγινε κατανοητό ότι στο χώρο της υγείας και της φυσικής αναπαραγωγής οι ταξικές και γενικότερα κοινωνικές ανισότητες διερύνονται. Αυτό φαίνεται να είναι αποτέλεσμα όχι μονάχα της διάθεσης πόρων, της πρόσβασης στην υγεία και της ένταξης του εργατικού δυναμικού στην ευέλικτη αγορά εργασίας, αλλά και της αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας που προκύπτουν ως αποτέλεσμα τρόποον ζωής, κοινωνικών προτύπων και φυσικών ή ψυχολογικών αδυναμιών συμμετοχής του ατόμου στον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας.
Στα χρόνια της Μ. ΤΙιαΙοΗεΓ το κοινωνικό στίγμα και οι ετικέτες αντικοινωνικής συμπεριφοράς αντικατέστησαν σε ένα
9. Βλ. Το\νη8βηι1, Ρ. 3ΐκ1 Ν. ϋδνίάβοη (επιμ.) (1982), ΤΗβ ΒΙαεΙί Κβροτί, Λονδίνο, Ρβηβΐιϊη- \νΐιίΙβ1ιείΐι1, Μ. (επιμ.) (1988), ΤΗβ ΗεαΙίΗ Όίνίάε, Λονδίνο, ΡεϋοΕίη Βοοία.
16 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
μεγάλο βαθμό τις πολιτικές υγείας, που ως στόχο τους είχαν τη μεταρρύθμιση των οικονομικών και πολιτισμικών εκφάνσεων της καπιταλιστικής αγοράς. Οι πολιτικές πρόληψης και οι πρακτικές θετικών διακρίσεων υπέρ των ευπαθών κοινωνικών ομάδων αφέθηκαν σε κοινωνικό και οικονομικό μαρασμό. Οι μελέτες της πρόσβασης και των κοινωνικών ανισοτήτων, που πιθανώς θα δημιουργούσαν τις συνθήκες για μια έγκαιρη και ελεύθερη χρήση των υπηρεσιών και αγαθών υγείας, αντικατα- στάθηκαν από ενημερωτικές εκπομπές στην κρατική και ιδιωτική τηλεόραση για τις συνήθειες και τους τρόπους ζωής των ατόμων και το πόσο πολύ μπορεί να είναι βλαβερές για τη φυσική κατάσταση. Ο προγεννητικός έλεγχος, η σεξουαλική αγωγή, η αντικαπνιστική καμπάνια, ο αλκοολισμός, η ανεργία και οι μελαγχολίες που τη συνόδευαν, η νεανική παραβατικότητα, καθώς και μια σειρά από άλλα θέματα όπως αυτό της παχυσαρκίας, την περίοδο 1980-1990, αποτέλεσαν το βασικό μέτρο διαχείρισης και ελέγχου της συμπεριφοράς των ατόμων απέναντι στην υγεία. Όσον αφορά τις πολιτικές θεραπείας, η κυβέρνηση της Θάτσερ έσπρωξε την προσοχή περισσότερο στην αξιολόγηση, την ανταποδοτικότητα και τον οικονομικό εξορ- θολογισμό των νοσοκομείων, καταλογίζοντας ευθύνες για την κατάσταση της υγείας στις διοικήσεις και το νοσηλευτικο-ια- τρικό προσωπικό. Οι κοινωνικές συνθήκες ζωής, στέγασης και εργασίας, οι πολιτισμικές, οικονομικές και γεωγραφικές ανισότητες στην παροχή υγείας, τέθηκαν σε δεύτερη ή τρίτη προτεραιότητα και οι ευθύνες άρχισαν να βαραίνουν περισσότερο τις ατομικές συμπεριφορές.
Με το τέλος της κυβέρνησης Θάτσερ άρχισε μια νέα εποχή για την υγεία. Το ρεπερτόριο για την υγεία εμπλουτίστηυκε «μετοχοποιώντας τις ευθύνες» για την ασθένεια όχι μονάχα σε άτομα αλλά και σε ολόκληρες κοινότητες και πολιτισμικές ομάδες και παραδόσεις. Το θρήσκευμα, η μετανάστευση, οι
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 17
ιδεολογίες, οι μορφές και τρόποι ζωής στις εργατικές συνοικίες και οι πολιτικές που είχαν κληρονομήσει οι πολίτες από τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις στην υγεία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο άρχισαν να θεωρούνται υπεύθυνες για τις ασθένειες και τις πρόωρες απώλειες ζωής.
Η πρόληψη της θνησιμότητας, για παράδειγμα, αποτελεί σήμερα περισσότερο ένα θέμα ενημέρωσης και συμπεριφο- ριστικού ελέγχου παρά οτιδήποτε άλλο. Βέβαια, δεν θα μπορούσε εύκολα κανείς να εξηγήσει το γιατί και πώς σύμφωνα με την υΝΙΟΕΡ (1999) τα δύο πρώτα χρόνια των οικονομικών αλλαγών (με την κατάρρευση του σοσιαλισμού) στη Ρωσία κόστισαν μισό εκατομμύριο ζωές, ενώ το προσδόκιμο ζωής το 2003 παρέμενε κάτω των επιπέδων του 1985 (δηλ. στα εξήντα έξι χρόνια), εκτός και αν δεχτούμε ότι οφειλόταν στις συνήθειες που είχε αποκτήσει ο πληθυσμός αυτός επί σοσιαλισμού10.
Με βασικό υπόβαθρο τις παραπάνω επισημάνσεις, στην παρούσα μελέτη αυτό που εμφανίζεται να κυριαρχεί είναι μια παγκόσμια αγορά που εμπορεύεται τις νοητικές ικανότητες των ανθρώπων, τη σωματική διάπλαση και τα αισθητικά χαρακτηριστικά. Ο Μ. Σαντέλ στο κεφάλαιο για την ευγονική της ελεύθερης αγοράς υπενθυμίζει ότι το παράδειγμα του πρωθυπουργού (1980) της Σιγκαπούρης Λι Κουάν Γιου για την ενδυνάμωση της οικονομικής ελίτ της χώρας του μέσω προγραμμάτων ευγονικής, καθώς και η ανάπτυξη εταιρειών σπέρματος που εξειδικεύονται στην αναπαραγωγή και διανομή φυσικών χαρακτηριστικών, θέτουν νέα πλαίσια στην οικονομία της αναπαραγωγής. Σε αντίθεση με το παρελθόν, η νέα ευγονική στηρίζεται στην επιχειρηματική δραστηριότητα εταιρειών, τις
10. Βλ. ΤΗοΛογπ, Ο. (επιμ.) (2006), ΙηβηααΙίίΐβδ ο / ίΗβ Ψοήά, Λονδίνο, ν©ΓδΟ.
18 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
καταναλωτικές αξίες, τις οικονομικές ανάγκες του ατόμου και τις διάφορες μορφές φόβου, πανικού ή δημόσιας απειλής.
Ιδεολογία καί πολιτικές της νέας ευγονικής
Στη μελέτη Ενάντια στην τελειότητα, παρελθόν και παρόν απο- τελούν μία, αν και όχι προοδευτική, συνέχεια κοινωνικών παρεμβάσεων σχετικά με το τι είναι επιθυμητό και πώς θα πρέπει να εξελιχθεί η φυσική και κατ’ επέκταση κοινωνική τροχιά των ανθρώπων. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, από τον Κάτωνα μέχρι τον Σπένσερ (δρεηοει·), τον Γκάλτον (Οβίίοη), τον Ντάγκ- ντεϊλ (ϋπ§<3&1ε), τον Γκόνταρντ (Οο<1(Ιειπ3) και πολλούς άλλους θεωρητικούς της ευγονικής, αυτό που φαίνεται είναι ότι οι φραγμοί στη ζωή τελικά «κληρονομούνται», ιδίως όσον αφορά τα υλικά προνόμια και το κύρος. 'Οταν αυτό δεν είναι σίγουρο και οι «κληρονομιές» αμφισβητούνται, τότε η ευγονική, πότε με την κοινωνική περιχαράκωση και πότε με την αποτροπή της φυσικής αναπαραγωγής ή τον κοινωνικό έλεγχό της γενικότερα, προάγει τα ιδιαίτερα κοινωνικά συμφέροντα. Από την ιαπωνική πρακτική δΐιΐηίο, μέχρι τη ναζιστική ιδέα για την κοινότητα, τη συντροφικότητα και την πατρίδα (ΟειχιεΐηδοΗαίΙ, ΟεηοδδεηδοΗ&ίΐ, Ηβϊΐϊΐ&Ι) ή τα βρετανικά ιδρύματα εργασίας, η κυρίαρχη ιδέα της θεοποίησης της αφομοίωσης και της ομορφιάς, αλλά και της καθυπόταξης και της διαλογής των ανθρώπων, αποτέλεσε βασικό μέρος της οργάνωσης και της κοινωνικής «ευημερίας» των κυρίαρχων τάξεων ή ομάδων11.
11. Βλ. ΡογΙογ, Κ. (2003), ΡΙβ$Η ίη ΐΗβΑξβ ο/ΡβαΞοη, Λονδίνο, Ροπ^ιπιτ Β&γ- πη§Ιοη, Μ. (1991), ΞοβίαΙ ΟΗξίηε ο/ϋίεΙαΙονζΗίρ αηά ϋβητοβναβγ, Λονδίνο, Ροη§ιπη· βλ. επίσης Μ&δοη, Τ. (1997), 8οάαΙΡοΙΐογ ίη ίΗβ ΤΗΜΚβίοΗ, Οξφόρδη, Β6γ§* ΙδΓΗ©1,1. (2010), Λ ΚβνοΙιιίίοη ο/ίΗβ Μίηά, Πρίνστον, Ρπηοείοη υηΐν©ΓδίΙγ Ργ688* Παπαδημητρίου, Ζ. (2000), Ο ευρωπαϊκός ρατσισμός, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 19
Σήμερα η ευγονική των άσυλων ή ιδρυμάτων και των στρατοπέδων συγκέντρωσης είναι λιγότερο εμφανής. Στην εποχή μας αυτό που προβάλλει περισσότερο είναι η ιδέα της ευγονικής ως μια ατομικής μεθόδου διόρθωσης του εαυτοΰ και αντιμετώπισης διάφορων απειλών ασφάλειας. Ο Σαντέλ παρουσιάζει αυτή τη νεοφιλελεύθερη ευγονική περισσότερο ως μια θετική διαφοροποίηση ή διάκριση (ροδΐΐϊνε (ϋδοππιΐη3ΐ:ΐοη) όλων εκείνων που θεωρούν ότι μέσα από τη γενετική μηχανική βελτιώνονται οι φυσικές ικανότητες και εμποδίζεται η διάχυση στην κοινωνία των «προβληματικών». Όπως θα υποστήριζε και ο καθηγητής κοινωνιολογίας Ρόμπερτ Πίνκερ12 ή ο καθηγητής Α. Τζ. Γκανς13, ιδίως εκείνες οι τάξεις που θεωρούν ότι η κοινωνική τους ταυτότητα και τα προνόμιά τους κινδυνεύουν, έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον να επιβάλουν τη νέα ευγονική. Άλλωστε είναι πολύ πιο πιθανό σήμερα η μεσαία τάξη να βρεθεί κοντά στα κέντρα εξουσίας της νέας ευγονικής αλλά και να έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις παρά οι γονείς που ανήκουν σε άλλες τάξεις ή ομάδες του γενικού πληθυσμού. Η πρώτη ομάδα συνήθως αγοράζει τα αγαθά και η δεύτερη τα παράγει.
Για τον Σαντέλ όμως το δίλημμα απέναντι στην ευγονική δεν είναι η δυνατότητα χρήσης των υπηρεσιών της από τον γενικό πληθυσμό, το πρόβλημα δεν είναι η διανομή. Απ’ όλες τις μεγάλες προκλήσεις που οι άνθρωποι βιώνουν σήμερα αυτό που ίσως ξεχωρίζει είναι η ανάδυση της ιδεολογίας της συμπε- ριφοριστικής πρόσληψης της κοινωνίας. Μια κατάσταση ζωής όπου ακόμα και οι μεγάλες προσδοκίες όπως οι σταδιοδρομίες στο επάγγελμα, την οικογένεια και τους κλειστούς κύκλους σχέσεων (νοοβίΐοη&ΐ ρπναίΐδίη), περνούν σε δεύτερη μοίρα αν
12. Βλ. ΡίηΚοΓ, Κ. (1979), δοβίαΐ ΤΗβοτγ αηά δοοίαΐ ΡοΙΐογ, Λονδίνο, Ηβίη6ΐη3η.
13. Βλ. Οβπ5, Η. (1995), ΤΗβ Ψατ α%αΐηΞί ίΗβ Ροοτ, Νέα Υόρκη, Β&δίΐ Βοοίίδ.
20 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
δεν εγκαταλείπονται. Στη θέση τους, ο ελεύθερος χρόνος, η ασφάλεια και η απόκτηση της δυνατότητας ευελιξίας και αναπαραγωγής αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ιδίως για το τελευταίο, οι κοινωνιολόγοι Κρουκ (Ο γοοΙε), Πακούλσκι (Ρβίαιΐδίά) και Γουότερς (\ν&ΐ6Γδ) εξηγούν ότι από την εποχή του «αυτοδημιούργητου» (δε1£-πΐ3ί1ε) ανθρώπου που κέρδιζε το κύρος του στην κοινωνία μέσω του ανταγωνισμού και των επιτευγμάτων του περάσαμε στην εποχή του επαναπροσδιοριζόμενου ανθρώπου.
Η μεγάλη πρόκληση σήμερα φαίνεται να βρίσκεται στις αποκτηθείσες αξίες και ικανότητες του πολίτη να διορθώνει συνεχώς τον εαυτό του. Ο στόχος είναι η προσαρμογή του ατόμου στις νέες απαιτήσεις τού διαρκώς μεταβαλλόμενου οικονομικού και κοινωνικού περιβάλλοντος και στη διεκδίκηση της «κοινωνικής δικαιοσύνης» μέσω της συμμετοχής σε ομαδικές δραστηριότητες βελτίωσης των ικανοτήτων του (οΐνΐΐ ρπνα- ίΐδπι). Ψυχαναλυτικές θεραπείες, ημερίδες διοικητικής αρι- στείας, παρεμβατικές προσπάθειες τελειοποίησης του σώματος, η δια βίου κατάρτιση και η ενδυνάμωση της προσωπικής ευελιξίας, φαίνεται να αφήνουν πίσω τους κοινωνικές διεκδικήσεις και αναζητήσεις δικαιότερης κοινωνίας.
Το νέο κίνητρο «ακολουθείς ή αφανίζεσαι» (£ο11ο\ν ογ ρε- ΠδΗ) της «εκσυγχρονιστικής» διανόησης14 δεν αφορά τη μεταρρύθμιση της κοινωνίας αλλά το πώς τα άτομα δρουν απέναντι στον εαυτό τους και αξιολογούν την παρουσία τους. Μαζί με τη δράση, την κινητικότητα, τη δυνητική και σχεσιακή πτυχή της ταυτότητας του σύγχρονου ανθρώπου15 κατασκευάζεται ένα νέο πρότυπο ζωής. Πώς κάποιος ζει και συγχρονίζεται
14. Βλ. Ιχ&<36€3ί6Γ και Οίάάβηδ στο ΙχΗάββ&ίβΓ, Οιγ. (2002), ϋρ ίΗβ άο\νη ΕζβαΙαίοτ, Λονδίνο, νϋάη§.
15. Βλ. Ψημίτης, Μ. (2002), Εισαγωγή στο Α. Μελοΰτσι (2002), Κουλτούρες στο παιχνίδι. Διαφορές γιΐζ να σνμβιώσουμε, Αθήνα, ΟιιΙβηΙ>6Γ§, σ. 24.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 21
έχει σε ένα μεγάλο βαθμό αντικαταστήσει τα μεγάλα σχέδια και ερωτήματα για την πορεία της ζωής και κατ’ επέκταση για την ίδια την κοινωνία. Μέσα σε αυτό το πλέγμα ιδεολογίας, οι άνθρωποι αναζητούν τρόπους επιβίωσης και κατοχύρωσης του δικαιώματος ύπαρξης σε μια ανταγωνιστική και απέραντα αβέβαιη ή εχθρική κοινωνία. Όπως περιγράφει και ο καθηγητής κοινωνιολογίας Α. Μελούτσι:
... τα άτομα επιφορτίζονται με την υποχρέωση να παραγάγουν μια δική τους απάντηση που θα δίνει νόημα στην παρουσία τους στον κόσμο. Η προσοχή προς το σώμα και η αναφορά στον σωματικό εαυτό προσλαμβάνουν μια καινούργια αξία επειδή το σώμα αντιπροσωπεύει τη μυστική, αδιαπέραστη και μοναδική, περιοχή της οποίας καθένας κατέχει τα κλειδιά και είναι ο μοναδικός ιδιοκτήτης.. .16
Τα διλήμματα
Με το βιβλίο Ενάντια στην τελειότητα, ο καθηγητής Σαντέλ μας υπενθυμίζει ότι η πορεία της γενετικής επιστήμης και οι προσπάθειες θεραπείας της υγείας του ανθρώπου αποτελούν σημαντικά βήματα της ανθρωπότητας. Υπάρχουν όμως σοβαρά ηθικά διλήμματα για το πώς τα κράτη, η επιστημονική κοινότητα, οι ασθενείς, ο ιδιωτικός τομέας και οι φορείς των πολιτών, εμπλέκονται σε αυτές τις προσπάθειες και εξασφαλίζουν πληροφόρηση και έλεγχο των διαδικασιών και της πορείας των ερευνών. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ της επιβολής
16. Βλ. Μελούτσι, Α. (2002) (επιμ. Μ. Ψημίτης), Κουλτούρες στο Παιχνίδι, Αθήνα, Οιιΐ6ΐΛβΓ£, σ. 199.
22 ΕΝΑΝΤΙΑ ΠΉ Ν ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
και της επιλογής δεν είναι πάντα ορατή. Αυτό ιδίως συμβαίνει όταν τα στοιχεία ενημέρωσης, οι πολιτικές εφαρμογής και οι δυνατότητες ελέγχου μονοπωλούνται από κράτη και εταιρείες και αποκτούν εμπορευματικό χαρακτήρα. Όπως εξηγεί ο Ρίφ- κιν, διαμορφώνεται μια νέα εποχή, αυτή της εμπορικής ευγονικής. Σε αυτή την εποχή η καπιταλιστική ανάγκη για κέρδος οδηγεί την κρατική ανάγκη για βελτίωση του ανθρώπινου είδους. Σε αντίθεση με αυτό που πολλές φορές υποστηρίζεται, η ανάγκη αυτή καλλιεργείται από τις ίδιες τις κυβερνήσεις, τις ιδιωτικές εταιρείες, τις προσφορές τους και τις επιλογές τους, παρά από γονείς και άλλους ενδιαφερόμενους. Η υγεία και η βελτίωσή της έρχεται δεύτερη στη σειρά προτεραιοτήτων και την πρώτη θέση φαίνεται να κατέχει η κερδοσκοπία και η ιδεολογία της γιιρρΪ6 ευγονικής που βασίζεται στη γενετική και τη δυνατότητα ατομικής παρέμβασης στα κοινωνικά προβλήματα.
Όμως, τι τελικά επιβάλλεται και τι επιλέγεται δεν σχετίζεται μονάχα με τις εμπορικές συναλλαγές του κράτους με τις εταιρείες γενετικής. Ένας ολόκληρος κόσμος σπρώχνεται σε μια σειρά συγκεκριμένων «επιλογών» ζωής μέσα από την αδυναμία να υποστηρίξει ή να διεκδικήσει ευκαιρίες ζωής άλλες από αυτές που οι κυβερνήσεις προτείνουν ή προωθούν. Ο φόβος του αφανισμού, της περιθωριοποίησης, αλλά και η σύγχυση που επικρατεί μεταξύ των ορίων της επιστήμης, της υγείας και των κυρίαρχων ιδεολογιών οδηγούν πολλές φορές στην αποδοχή των προτεινόμενων ή κατεστημένων πολιτικών ζωής. Από τα θέματα παιδείας, την εργασία μέχρι την υγεία και τη φυσική αναπαραγωγή, γονείς και παιδιά εμπλέκονται σε ένα κυνηγητό της τελειότητας, αφομοιώνοντας τόσο τις προεπιλεγ- μένες πολιτικές όσο και τις τεχνικές «ενίσχυσης» του ανθρώπινου είδους.
Ο Σαντέλ εξηγεί ότι εκείνη η γενετική μηχανική που ως
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 23
στόχο έχει όχι τη βελτίωση της υγείας αλλά την κοινωνική-αι- σθητική τελειοποίηση, δημιουργεί εξαρτήσεις από τους γονείς σχεδιαστές των παιδιών τους. Τα όποια οφέλη προκύπτουν θεωρούνται αποτελέσματα τεχνικών παρεμβάσεων και όχι μόχθου, καλλιέργειας και κοινωνικής αλληλεγγύης. Τα ταλέντα πλέον κατανοούνται όχι ως δώρα της φύσης αλλά ως επιτεύγματα κατάλληλων επιλογών για τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι και χρεωμένοι στις εταιρείες ευγονικής, τους ειδικούς και τους γονείς. Τόσο για τα παιδιά όσο και για τους γονείς η ιδέα της αυτονομίας δίνει τη θέση της σε μορφές εξάρτησης που δεσμεύουν όχι μόνο το πώς κατανοούμε τον εαυτό μας αλλά επίσης το πώς κατανοούμε τη σχέση μας με τους άλλους και τη θέση μας στην κοινωνία και τα ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης.
Ακόμα και για τους γονείς, πιθανούς σχεδιαστές της ζωής, τα διλήμματα είναι μεγάλα. Η μεταφορά ευθύνης στους γονείς για τη ζωή του εμβρύου, τη γέννηση και την κοινωνική επιτυχία του παιδιού διαμορφώνει μια δυσβάσταχτη κατάσταση, μια αγωνία, ένα ηθικό βάρος απέναντι στον εαυτό τους, το παιδί τους και την κοινωνία. Το να γνωρίζεις ότι εσύ είσαι ο υπεύθυνος των επιλογών της ζωής πολλές φορές σε κάνει να αναρωτιέσαι αν είσαι ένοχος ή ήρωας, παράλογος ή ρεαλιστής, επικίνδυνος ή ριψοκίνδυνος. Μια εσωτερική διεργασία χωρίς τελειωμό, ιδίως αν ανήκεις σε αυτή την κατηγορία ή ομάδα ανθρώπων που δέχεται τη ζωή ως δώρο και την προστατεύει για να αναπτυχθεί και να δημιουργήσει.
Οι ευθύνες συνήθως ξεκινούν πολύ πριν από τη σύλληψη της ζωής, με την έρευνα για την επιλογή γυναικολόγων, εξετάσεων, κατάλληλης προετοιμασίας ή θεραπείας (αν πρόκειται για εξωσωματική). Συνεχίζονται με τις τηρούμενες καθιερωμένες επισκέψεις και την έγκαιρη διάγνωση πιθανών προβλημάτων ώς τον τρίτο μήνα κυήσεως όπου πλέον οι επιλογές
24 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
αφορούν τη συνέχιση ή διακοπή της κυήσεως. Οι τυχαιότητες απομακρύνονται με την τεχνολογία και τις αλλεπάλληλες ιατρικές εξετάσεις και όλα ξεκινούν και τελειώνουν με ηθικά διλήμματα αν ο γονέας επιλέγει αυτή ή την άλλη πορεία. Σε κλάσματα του λεπτού λαμβάνονται αποφάσεις ζωής, για τους ίδιους τους γονείς και το μέλλον του παιδιού τους, εκμηδενίζοντας, όπως επισημαίνει η Ρήγου (1989)17, τόσο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανθρώπων όσο και τη σχέση με την κοινωνία, τοποθετώντας στην θέση τους ένα σώμα ειδικών του ανθρώπινον πεπρωμένου.
Μέσα σε αυτό το κυνηγητό ευθύνης κατασκευάζονται κριτικές και τακτικές αντίστασης. Οι κριτικές ότι κάποιος, όπως αναφέρει ο Σαντέλ, εθελοτυφλεί μπροστά στα προβλήματα που δημιούργησε η επιλογή του, ή ότι ο γονέας είναι ανεύθυνος, αγράμματος, πιθανόν να ανήκει σε καμία ακραία παρα- θρησκευτική οργάνωση ή στους «μη πολιτισμένους» αγροτικούς πληθυσμούς της χώρας του, ακολουθούν και περιορίζουν τις επιλογές των γονέων. Από την άλλη πλευρά, πολλές φορές οι ίδιοι οι γονείς που έφεραν στον κόσμο παιδιά που σύμφωνα με τους ειδικούς και την κοινή γνώμη δεν θα έπρεπε, αποκτούν τους δικούς τους τρόπους αντιμετώπισης της ευθύνης που τους ανήκει, καταγγέλλοντας όσους νέους γονείς κάνουν το ίδιο με τη δικαιολογία ότι δεν ήξεραν ή ήταν ατύχημα ή πιέστηκαν και δεν ήταν επιλογή τους. Το βασικό έλλειμμα για τον Σαντέλ σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις είναι η κοινωνική αλληλεγγύη και η αδυναμία τόσο των γόνέων όσο και των παιδιών να κατανοήσουν τη σχέση με τους συνανθρώπους τους και το γεγονός ότι αυτό που βιώνουν είναι αποτέλεσμα κοινωνικών παρεμβάσεων και φραγμών. Για τον Σαντέλ, αυτό που υποστηρί-
17. Βλ. Ρήγου, Μ. (1989), «Βιο-ηθικά διλήμματα στην Επιστήμη», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 73, σ. 120-147.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΠΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 25
υποστηρίζει τη βάση της κοινωνικής αλληλεγγύης δεν είναι άλλο από την κατανόηση της τυχαιότητας της (ρύσης του ανθρώπου και της ανάγκης μοιρασιάς της πορείας της ζωής με άλλους για την κοινωνική προστασία και ανάπτυξή της. Η αναγνώριση ότι τα δώρα της φύσης είναι τυχαία εργαλεία της ζωής, ότι κανείς από εμάς δεν είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τις επιτυχίες και τις αποτυχίες της και ότι η ολοκλήρωση του ανθρώπου είναι ευθύνη της κοινωνίας και υπόθεση ευκαιριών ζωής δημιουργεί αισθήματα ελευθερίας και κοινωνικής αλληλεγγύης.
ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΨΗΜΜΕΝΟΣ Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνιολογίας,
Τμήμα Κ οινω νικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Ενάντια στην τελειότητα
ΣτονΆνταμ και στον Άαρον
Ευχαριστίες
Το ενδιαφέρον μου για την ηθική και τη βιοτεχνολογία ανέκυψε όταν, προς τα τέλη του 2001, κλήθηκα απρόσμενα να προσφέρω τις υπηρεσίες μου στο νεοσυσταθέν Προεδρικό Συμβούλιο Βιοηθικής (ΡΓΟδΐάεηΐ’δ Οοιιηαΐ οη ΒίοείΜοδ). Αν και δεν είμαι ειδικός της βιοηθικής, μου φάνηκε συναρπαστική η προοπτική να διαμορφώσω άποψη -εργαζόμενος από κοινού με μια ομάδα διακεκριμένων επιστημόνων, φιλοσόφων, θεολόγων, γιατρών, νομικών επιστημόνων και ειδικών σε θέματα κρατικής πολιτικής- για επίμαχα ζητήματα όπως η έρευνα των βλαστοκυττάρων, η κλωνοποίηση και η γενετική μηχανική. Οι συζητήσεις μας υπήρξαν τόσο ενδιαφέρουσες και γεμάτες ένταση ώστε αποφάσισα να ασχοληθώ περαιτέρω με ορισμένα από αυτά τα ζητήματα στο διδακτικό και το συγγραφικό μου έργο. Το υψηλό επίπεδο των συζητήσεών μας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον Ιχοη Καδδ, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος του συμβουλίου κατά την τετραετή θητεία μου. Παρά τις σοβαρές φιλοσοφικές και πολιτικές διαφορές μας, τρέφω μεγάλο θαυμασμό για την οξυδέρκεια με την οποία θέτει καίρια ερωτήματα και του είμαι ευγνώμων για το γεγονός ότι ενέπλεξε το συμβούλιο κι εμένα σε μακρόπνοες διερευνήσεις που όμοιές τους λίγοι κυβερνητικοί οργανισμοί είναι σε θέση να αναλάβουν.
Ένα από τα ζητήματα που διέγειραν περισσότερο το ενδιαφέρον μου αφορούσε την ηθική της γενετικής ενίσχυσης. Έγρα-
30 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
ψα σχετικά μια μικρή εργασία προς συζήτηση στο συμβούλιο, την οποία ανέπτυξα σε δοκίμιο για την επιθεώρηση ΑίΙαηίΐο ΜοηΜγ το 2004, με την παρότρυνση του Οιΐΐεη Μιΐφ1ιγ. Ο Οιιΐΐεη είναι ο ονειρεμένος αρχισυντάκτης κάθε συγγραφέα - ένας συμπαθής και έξυπνος κριτής με ιδιαίτερη ηθική ευαισθησία και εξαίρετη κρίση σε ζητήματα επιμέλειας. Του οφείλω ευγνωμοσύνη γιατί υπέδειξε τον τίτλο αυτού του βιβλίου και γιατί βοήθησε στην ανάπτυξη του ομότιτλου δοκιμίου που πρωτοδημοσιεύτηκε στις σελίδες του περιοδικού του. Είμαι επίσης ευγνώμων στον ΟοΛγ ΚυηιπιβΓ, ο οποίος συνέβαλε στην επιμέλεια του δοκιμίου από το οποίο προέκυψε αυτό το βιβλίο.
Τα προηγούμενα χρόνια είχα το προνόμιο να εξερευνήσω τα θέματα του βιβλίου μαζί με προπτυχιακούς και πτυχιούχους φοιτητές του Πανεπιστημίου Χάρβαντ, στο πλαίσιο σεμιναρίων που έκανα με αντικείμενο την ηθική και τη βιοτεχνολογία. Το 2006 συνεργάστηκα με το φίλο και συνάδελφο ϋοα§1&δ Μβΐίοη στη διδασκαλία ενός νέου προπτυχιακού μαθήματος με θέμα «Ηθική, Βιοτεχνολογία και το Μέλλον της ανθρώπινης Φύσης». Εκτός από διακεκριμένος βιολόγος και πρωτοπόρος στην έρευνα των βλαστοκυττάρων, ο Νταγκ είναι ικανός να θέτει φαινομενικά αθώα ερωτήματα που φτάνουν στην καρδιά του προβλήματος. Η διερεύνηση αυτών των ερωτημάτων μαζί του υπήρξε μεγάλη απόλαυση. >.
Είμαι ευγνώμων για την ευκαιρία που είχα να δοκιμάσω, ορισμένα από τα επιχειρήματα που εκτίθενται σε αυτό το βιβλίο σε μια σειρά από σεμινάρια και διεθνή συνέδρια που έλαβαν χώρα στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον (ΜοίίεΙΙ ΙχοΐιίΓε), στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (Οεΐΐετ ΕβοίιΐΓβ), στη Σεούλ της Νότιας Κορέας (ϋβδ&η ΜειηοπΗΐ ίε ο Ιατε), στο Βερολίνο (ϋειιΙδοΗεδ ΚβίβΓεηζζεηΙπιιη ίϋΓ Εΐΐιΐΐί ίη άβη ΒΐοννίδδεηδοΗ&ίΐεη), στο Παρίσι (Οοΐΐέ^ε <1ε Ργηποο), καθώς
ΕΥΧΑΡΙΣΤΊΕΣ 31
και σε ένα συνέδριο βιοηθικής υπό τη χορηγία των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας και των Πανεπιστημίων Ιοίιηδ Ηορίάηδ και ΟοοΓ§6ΐο\νη. Έμαθα πάρα πολλά από τα σχόλια και τις κριτικές των εκάστοτε συμμετεχόντων. Είμαι επίσης ευγνώμων για την υποστήριξη του καλοκαιρινού ερευνητικού προγράμματος της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ και του προγράμματος Οατ- ηε§ΐ6 8ο1ιο1&Γ8 της 0&πΐ6§ίε ΟοιροΓ&Ιΐοη, που είχαν την καλοσύνη να μου επιτρέψουν τούτη τη διανοητική παράκαμψη προς μια μελλοντική (και όχι εντελώς άσχετη) μελέτη σχετικά με τα ηθικά όρια των αγορών.
Θα ήθελα επίσης να καταγράψω τις ευχαριστίες μου στον ΜίοΗ&εΙ Ατοπδοη, επιμελητή έκδοσης του βιβλίου μου στο Η&γ- ν&τά υηΐν6Γ8ΐίγ ΡΓ688, ο οποίος επέβλεψε την ολοκλήρωσή του με υποδειγματική υπομονή και φροντίδα, καθώς και στην Ιιιΐΐε Η3£οη, για την άψογη επιμέλεια του κειμένου. Τέλος, είμαι υπόχρεος πάνω απ’ όλα στη σύζυγό μου Κΐΐαι Αάαίίο, που οι πνευματικές της ευαισθησίες συνέβαλαν στη βελτίωση τόσο τη δική μου όσο και του βιβλίου. Αφιερώνω αυτό το βιβλίο στους γιούς μας Άνταμ και Άαρον, που είναι τέλειοι έτσι ακριβώς όπως είναι.
1
Η ηθική της ενίσχυσης
Πριν από μερικά χρόνια, ένα ζευγάρι αποφάσισε πως ήθελε να αποκτήσει ένα παιδί, κατά προτίμηση κωφό. Και οι δυο σύντροφοι έπασχαν από κώφωση και ήταν περήφανοι γι’ αυτό. Όπως και άλλα άτομα από την κοινότητα των κωφών, η Σάρον Ντουσεσνώ και η Κάντι ΜακΚάλλοου θεωρούσαν την κώφωση στοιχείο πολιτισμικής ταυτότητας και όχι αναπηρία που χρήζει θεραπείας. «Το να είσαι κωφός είναι απλά ένας τρόπος ζωής», έλεγε η Ντουσεσνώ. «Αισθανόμαστε ολοκληρωμένοι ως κωφοί άνθρωποι και θέλουμε να μοιραστούμε τις θαυμάσιες πλευρές της κωφής μας κοινότητας -την αίσθηση του ανή- κειν και του δεσίματος- με παιδιά. Αληθινά πιστεύουμε ότι ως κωφοί ζούμε μια πλούσια ζωή»1.
Ελπίζοντας να συλλάβουν ένα κωφό παιδί, έψαξαν να βρουν ένα δότη σπέρματος με πέντε γενιές κώφωσης καταγε- γραμμένες στο ιστορικό της οικογένειάς του. Και το πέτυχαν. Ο γιός τους Γκάβιν γεννήθηκε κωφός.
Οι νέοι γονείς εξεπλάγησαν όταν η ιστορία τους, την οποία έφερε στο φως της δημοσιότητας η ΙΥαεΗϊηξίοη Ρο$ί, προκάλε- σε γενική κατακραυγή. Τούτη επικεντρώθηκε στην κατηγορία ότι είχαν σκόπιμα προκαλέσει αναπηρία στο παιδί τους. Η Ντουσεσνώ και η ΜακΚάλλοου (που είναι λεσβίες σύντροφοι)
34 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
αρνήθηκαν ότι η κώφωση συνιστά αναπηρία και υποστήριξαν ότι θέλησαν απλώς να αποκτήσουν ένα παιδί σαν κι εκείνες. «Δεν θεωρούμε πως ό,τι κάναμε διαφέρει και τόσο απ’ ό,τι κάνουν πολλά κανονικά ζευγάρια όταν αποκτούν παιδιά», είπε η Ντουσεσνώ2.
Είναι λάθος άραγε να σχεδιάζει κανείς να κάνει ένα παιδί κωφό; Κι αν είναι, πού έγκειται το λάθος - στην κώφωση ή στο σχέδιο; Ας υποθέσουμε, χάριν επιχειρηματολογίας, πως η κώφωση δεν συνιστά αναπηρία αλλά μια ξεχωριστή ταυτότητα. Τι το κακό υπάρχει στην ιδέα ότι κάποιοι γονείς επιλέγουν τι είδους παιδί θέλουν να αποκτήσουν; Ή μήπως αυτό κάνουν πάντα οι γονείς, όταν επιλέγουν σύντροφο ή, τούτο τον καιρό, όταν χρησιμοποιούν νέες τεχνολογίες αναπαραγωγής;
Λίγο καιρό προτού ξεσπάσει η διένεξη σχετικά με το κωφό παιδί, στην εφημερίδα Ηατνατά €ήιη$οη και σε άλλες φοιτητικές φυλλάδες της Ινγ Ιχ£ΐ§ιιβ*, δημοσιεύτηκε η εξής αγγελία: ένα στείρο ζευγάρι αναζητούσε δότρια ωαρίων, όχι όμως όποια και να ’ταν. Έπρεπε να έχει ύψος 1,80, να είναι αθλητική, χωρίς βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό υγείας και με συνολική βαθμολογία επίδοσης στα μαθητικά τεστ δεξιοτήτων (5ΑΤ) από 1400 και πάνω. Σε αντάλλαγμα για ένα ωάριο από τέτοια δότρια, η αγγελία προσέφερε αμοιβή 50.000 δολάρια3.
Ενδεχομένως οι γονείς που πρότειναν τέτοια παχυλή αμοιβή για ένα ωάριο πρώτης διαλογής να ήθελαν απλώς ένα παιδί που να τους μοιάζει. Τσως πάλι ήλπιζαν να αναβαθμιστούν οι ίδιοι μέσω ενός παιδιού &ου θα ήταν ψηλότερο ή ευφυέστερο από εκείνους. Όπως και να έχουν τα πράγματα, η ασυνήθιστη προσφορά τους δεν προκάλεσε δημόσια κατακραυγή,
* «Λίγκα τσυ Κισσού»: όνομα που αποδίδεται σ’ έναν όμιλο οκτώ μεγάλων αμερικανικών πανεπιστημίων (ΒΐΌ\νη, Οοΐιιιηβίϋ, Οοτηβΐΐ, ΟαιΊηιουΐΙι, Η μ- ν»Γ(3. Ρ€ηη5>'1ν;ιηί;ι, ΡπηοβΙοη, και Υαΐβ) με κοινά συμφέροντα σε θέματα υποτροφιών και αθλητικών δραστηριοτήτων. (Σ.τ.Μ.)
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 35
όπως έγινε στην περίπτωση των γονέων που ήθελαν κωφό παιδί. Κανένας δεν διαμαρτυρήθηκε ισχυριζόμενος ότι το ύψος, η ευφυΐα και τα αθλητικά προσόντα είναι μειονεκτήματα που δεν θα έπρεπε να φέρουν τα παιδιά. Κι όμως, αυτή η αγγελία δεν παύει να έχει κάτι το ηθικά επιλήψιμο. Ακόμη κι αν δεν υπεισέρχεται κανένα κακό, το ίδιο το γεγονός της παραγγελίας παιδιού με ορισμένα γενετικά γνωρίσματα δεν έχει κάτι το ανησυχητικό;
Ορισμένοι συνηγορούν υπέρ της προσπάθειας να συλλη- φθεί ένα παιδί με κώφωση ή ένα με υψηλές μαθησιακές επιδόσεις, θεωρώντας ότι μοιάζει με τη φυσική αναπαραγωγή από μια κρίσιμη άποψη: ό,τι κι αν έκαναν αυτοί οι γονείς προκει- μένου να αυξήσουν τις πιθανότητες, δεν υπήρχε εγγύηση για το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Και οι δύο προσπάθειες εξακολουθούσαν να υπόκεινται στα καπρίτσια της γενετικής λοταρίας. Τούτο το επιχείρημα εγείρει ένα συναρπαστικό ερώτημα: γιατί ένας βαθμός μη προβλεψιμότητας φαίνεται να διαχωρίζει ηθικά τη μία περίπτωση από την άλλη; Κι αν κάποτε η βιοτεχνολογία άρει την αβεβαιότητα και μας επιτρέψει να σχεδιάζουμε τα γενετικά γνωρίσματα των παιδιών μας;
Ας αναλογιστούμε τούτο το ερώτημα αφήνοντας προς στιγμή κατά μέρος τα παιδιά για να δούμε τα κατοικίδια. Περίπου ένα χρόνο μετά τον πάταγο που έκανε η υπόθεση του κωφού παιδιού, μια γυναίκα από το Τέξας ονόματι Τζούλι (αρνήθηκε να δώσει στη δημοσιότητα το επώνυμό της) πενθούσε το θάνατο του αγαπημένου της γάτου Νίκι. «Ήταν πολύ όμορφος», είπε. «Ήταν ιδιαίτερα έξυπνος. Καταλάβαινε έντεκα εντολές». Η Τζούλι είχε διαβάσει για μια εταιρεία στην Καλιφόρνια, την ΟεηεΙΐο 5ανίη§δ & Οοηε, η οποία προσέφερε υπηρεσίες στον τομέα της κλωνοποίησης γατιών. Το 2001 η εταιρεία είχε καταφέρει να δημιουργήσει την πρώτη κλωνοποιημένη γάτα (που ονομάστηκε 00, από τα αρχικά του Ο&Λοη Οοργ [αντίγραφο με
36 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
καρμπόν]). Η Τζούλι έστειλε στην εταιρεία γενετικό δείγμα του Νίκι μαζί με το απαιτούμενο ποσό των 50.000 δολαρίων. Λίγους μήνες αργότερα, προς μεγάλη χαρά της, έλαβε ένα γενετικά πανομοιότυπο γατί, τον Μικρό Νίκι. «Είναι ολόιδιος», δήλωσε η Τζούλι. «Δεν έχω καταφέρει να βρω την παραμικρή διαφορά»4.
Έκτοτε, η εταιρεία ανακοίνωσε μέσω του διαδικτυακού τόπου της τη μείωση της τιμής για την κλωνοποίηση γατιών, που κοστίζει πλέον μόνο 32.000 δολάρια. Κι αν η τιμή εξακολουθεί να ακούγεται υψηλή, παρέχεται εγγύηση επιστροφής των χρημάτων: «Αν αισθανθείτε ότι το γατάκι σας δεν μοιάζει επαρ- κώς στον γενετικό του δότη, θα σας επιστρέψουμε όλα τα χρήματά σας χωρίς συζήτηση». Στο μεταξύ, οι επιστήμονες της εταιρείας αναπτύσσουν μια νέα σειρά προϊόντων - κλωνοποι- ημένους σκύλους. Και δεδομένου ότι οι σκύλοι κλωνοποιού- νται δυσκολότερα από τις γάτες, η εταιρεία σκοπεύει να χρεώνει 100.000 δολάρια ή και περισσότερο5.
Πολλοί άνθρωποι θεωρούν κάπως αλλόκοτη την εμπορική κλωνοποίηση γατιών και σκύλων. Κάποιοι διαμαρτύρονται πως, όταν χιλιάδες αδέσποτα χρειάζονται ένα ζεστό σπίτι, είναι εξωφρενικό να ξοδεύονται μικρές περιουσίες για τη δημιουργία κατοικίδιων κατά παραγγελία. Άλλοι ανησυχούν για τον αριθμό των ζώων που χάνονται κατά την εγκυμοσύνη στην προσπάθεια να δημιουργηθεί ένας επιτυχής κλώνος. Ας υποθέσουμε όμως πως αυτά τα προβλήματα θα μπορούσαν να ξε- περαστούν. Θα εξακολουθούσαμε άραγε να αντιμετωπίζουμε με επιφύλαξη την κλωνοΛοίηση ζώων; Και τι γίνεται με την κλωνοποίηση ανθρώπων;
Προσδιορίζοντας την ανησυχία μας
Οι καινοτομίες της γενετικής προβάλλουν μια υπόσχεση και μια περιπλοκή. Η υπόσχεση είναι ότι σύντομα θα γίνει δυνα
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 37
τή η θεραπεία και η πρόληψη μιας σειράς εκφυλιστικών νόσων. Η περιπλοκή είναι ότι η νεοαποκτηθείσα γνώση στο πεδίο της γενετικής μπορεί επίσης να μας επιτρέψει να χειριστούμε την ίδια μας τη φύση: να ενισχύσουμε τους μυς, τις αναμνήσεις και τις διαθέσεις μας· να επιλέξουμε το φύλο, το ύψος και τα γενετικά γνωρίσματα των παιδιών μας· να βελτιώσουμε τις σωματικές και γνωστικές μας ικανότητες· να φτάσουμε να είμαστε «καλύτερα από καλά»6. Οι περισσότεροι άνθρωποι βρίσκουν ανησυχητικές ορισμένες τουλάχιστον μορφές γενετικής μηχανικής. Δεν είναι,όμως εύκολο να προσδιορίσει κανείς την πηγή αυτής της ανησυχίας. Οι οικείοι όροι του ηθικού και πολιτικού λόγου δεν μας βοηθούν να δούμε ποιο είναι το λάθος σχετικά με τον επανασχεδιασμό της ςρύσης μας.
Ας επανέλθουμε στο θέμα της κλωνοποίησης. Η γέννηση του κλωνοποιημένου πρόβατου ϋο11γ το 1997 προκάλεσε ένα κύμα ανησυχίας σχετικά με την προοπτική κλωνοποίησης ανθρώπινων όντων. Από τη σκοπιά της ιατρικής, υπάρχουν σοβαροί λόγοι ανησυχίας. Οι περισσότεροι επιστήμονες συμφωνούν ότι η κλωνοποίηση είναι επισφαλής και οι γόνοι της είναι πιθανό να παρουσιάσουν σοβαρές οργανικές ανωμαλίες και γενετικά μειονεκτήματα (η Ντόλι είχε πρόωρο θάνατο). Ας υποθέσουμε όμως ότι η τεχνολογία της κλωνοποίησης θα βελτιωθεί σε τέτοιο σημείο ώστε οι κίνδυνοι να μην είναι σοβαρότεροι από εκείνους της φυσικής εγκυμοσύνης. Θα εξακολουθούσε και τότε να θεωρείται κατακριτέα η κλωνοποίηση ανθρώπων; Γιατί ακριβώς θεωρούμε εσφαλμένη τη δημιουργία ενός παιδιού που συνιστά το γενετικό δίδυμο του γονέα του ή ενός μεγαλύτερου αδελφού που γνώρισε τραγικό θάνατο ή ακόμη ενός σπουδαίου επιστήμονα, ενός πρωταθλητή, μιας διασημότητας;
Κάποιοι λένε ότι η κλωνοποίηση είναι κακή επειδή παρα
38 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
βιάζει το δικαίωμα του παιδιού στην αυτονομία. Επιλέγοντας εκ των προτέρων τη γενετική σύσταση του παιδιού τους, οι γονείς το καταδικάζουν να ζήσει μια ζωή στη σκιά κάποιου που έφυγε νωρίτερα, στερώντας του έτσι το δικαίωμα σε ένα ανοιχτό μέλλον. Η ένσταση σχετικά με την αυτονομία μπορεί να προβληθεί όχι μόνο απέναντι στην κλωνοποίηση, αλλά και απέναντι σε κάθε μορφή εμβιομηχανικής (6ίοεη§ϊηε6πη§) που δίνει τη δυνατότητα στους γονείς να επιλέγουν τα γενετικά χαρακτηριστικά του παιδιού τους. Σύμφωνα με αυτή την ένσταση, το πρόβλημα με τη γενετική μηχανική είναι ότι τα «παιδιά με πατρόν» δεν είναι εντελώς ελεύθερα. Ακόμη και οι ευνοϊκές γενετικές ενισχύσεις (στην κατεύθυνση, λόγου χάρη, του μουσικού χαρίσματος ή της αθλητικής ικανότητας), θα έστρεφαν τα παιδιά σε συγκεκριμένες επιλογές ζωής, θίγοντας την αυτονομία τους και παραβιάζοντας το δικαίωμά τους να διαλέξουν το δικό τους σχέδιο ζωής.
Εκ πρώτης όψεως, το επιχείρημα περί αυτονομίας φαίνεται να συλλαμβάνει το ανησυχητικό στοιχείο της κλωνοποίησης ανθρώπων και των άλλων μορφών γενετικής μηχανικής. Δεν είναι όμως πειστικό, κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, υπονοεί εσφαλμένα ότι, ελλείψει γονέων που να πατρονάρουν τα πράγματα, τα παιδιά είναι ελεύθερα να επιλέγουν από μόνα τους τα φυσικά τους γνωρίσματα. Όμως κανένας από μας δεν επιλέγει τη γενετική κληρονομιά του. Απέναντι σ’ ένα κλωνοποιημέν© ή γενετικά ενισχυμένο παιδί, το εναλλακτικό ενδεχόμενο δεν είναι ένα παιδί που το μέλλον του δεν προκαταλαμβάνεται ούτε δεσμεύεται από συγκεκριμένα χαρίσματα, αλλά ένα παιδί που βρίσκεται στο έλεος της γενετικής λοταρίας.
Δεύτερον, ακόμη κι αν η έγνοια της αυτονομίας εξηγεί ένα μέρος της ανησυχίας που μας εμπνέουν τα παιδιά κατά παραγγελία, δεν μπορεί να εξηγήσει τους ηθικούς ενδοιασμούς μας για ανθρώπους που επιζητούν οι ίδιοι γενετικές ενισχύσεις.
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 39
Δεν μεταβιβάζονται όλες οι γενετικές παρεμβάσεις στις επόμενες γενεές. Η γονιδιακή θεραπεία σε μη αναπαραγωγικά (ή σωματικά) κύτταρα, όπως είναι τα μυϊκά ή τα εγκεφαλικά, γίνεται με την αποκατάσταση ή αντικατάσταση ελαττωματικών γονιδίων. Το ηθικό δίλημμα προκύπτει όταν οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τέτοιες μεθόδους όχι για να θεραπεύσουν μια ασθένεια αλλά για να προχωρήσουν πέρα από την υγεία, να ενισχύσουν τις σωματικές ή γνωστικές τους ικανότητες και να υψωθούν πάνω από το κανονικό.
Αυτό το ηθικό δίλημμα δεν έχει τίποτα να κάνει με την υπονόμευση της αυτονομίας. Μόνο γενετικές παρεμβάσεις σχετικές με την εισαγωγή νοσογόνων μικροοργανισμών σε ωάρια, σπέρματα ή έμβρυα επηρεάζουν τις επόμενες γενεές. Ένας αθλητής που ενισχύει γενετικά τους μυς του δεν θα μεταβιβάσει στους απογόνους του την αυξημένη ταχύτητα και δύναμη που αποκτά- κανείς δεν μπορεί να του καταλογίσει ότι φορτώνει στα παιδιά του χαρίσματα που ενδέχεται να τα ωθήσουν σε αθλητική σταδιοδρομία. Κι ωστόσο, η προοπτική γενετικά μεταλλαγμένων αθλητών δεν παύει να έχει κάτι το ανησυχητικό.
Όπως και η πλαστική χειρουργική, η γενετική ενίσχυση (§εηεΙϊο επίιβηοεηηεηΐ) χρησιμοποιεί ιατρικά μέσα για μη ιατρικούς σκοπούς - σκοπούς που δεν έχουν σχέση με τη θεραπεία ή την πρόληψη ασθενειών, την αντιμετώπιση τραυματισμών ή την αποκατάσταση της υγείας. Όμως σε αντίθεση με την πλαστική χειρουργική, η γενετική ενίσχυση δεν είναι απλώς και μόνο κοσμητική. Δεν πρόκειται για μια επιδερμική παρέμβαση. Ακόμη και η ενίσχυση σωματικών κυττάρων, που αφήνει ανεπηρέαστα τα παιδιά και τα εγγόνια μας, εγείρει σοβαρά ηθικά ερωτήματα. Αν αντιμετωπίζουμε με αμφιθυμία την πλαστική χειρουργική και τις ενέσεις μπότοξ σε ρουφηγμένα μάγουλα και ρυτιδιασμένα μέτωπα, μας ανησυχεί ακόμη περισσότερο η γενετική
40 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
μηχανική που στοχεύει σε δυνατότερο σώμα, οξύτερη μνήμη, μεγαλύτερη ευφυΐα και καλύτερη διάθεση. Το ερώτημα είναι αν έχουμε δίκιο να ανησυχούμε - κι αν ναι, σε ποια βάση;
Όταν η επιστήμη κινείται ταχύτερα από την ηθική κατανόηση, όπως γίνεται σήμερα, άντρες και γυναίκες αγωνίζονται να εκφράσουν την ανησυχία τους. Στις φιλελεύθερες κοινωνίες, προσφεύγουν πρώτα στη γλώσσα της αυτονομίας, της δικαιοσύνης και των ατομικών δικαιωμάτων. Όμως αυτό το τμήμα του ηθικού λεξιλογίου δεν μας παρέχει επαρκή εφόδια για να πραγματευτούμε τα δύσκολα ερωτήματα που θέτει η κλωνοποίηση, ο σχεδιασμός των παιδιών και η γενετική μηχανική. Γι’ αυτό και η γενομική (§εηοππο) επανάσταση έχει επιφέρει έναν κάποιο ηθικό ίλιγγο. Για να καταπιαστούμε με την ηθική της ενίσχυσης, πρέπει να έρθουμε αντιμέτωποι με ερωτήματα σε μεγάλο βαθμό λησμονημένα στον νεότερο κόσμο - ερωτήματα σχετικά με το ηθικό καθεστώς της φύσης και με την αρ- μόζουσα στάση των ανθρώπων απέναντι στον δεδομένο κόσμο. Καθώς τέτοιου είδους ερωτήματα αγγίζουν τα όρια της θεολογίας, οι νεωτερικοί φιλόσοφοι και πολιτικοί επιστήμονες τείνουν να τα παρακάμψουν. Αλλά οι νέες δυνάμεις της βιοτεχνολογίας τα καθιστούν αναπόδραστα.
Γενετική μηχανική -*
Για να καταλάβουμε πώς έ^ει το πράγμα, ας εξετάσουμε τέσσερα παραδείγματα εμβιομηχανικής που έχουν ήδη εμφανιστεί στον ορίζοντα: ενίσχυση μυών, ενίσχυση μνήμης, ενίσχυση ύψους και επιλογή φύλου. Σε καθεμιά απ’ αυτές τις περιπτώσεις, ό,τι ξεκίνησε ως προσπάθεια να αντιμετωπιστεί μια ασθένεια ή να προληφθεί μια γενετική ανωμαλία μάς κάνει νόημα τώρα ως όργανο βελτίωσης και καταναλωτικής επιλογής.
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 41
ΜΥΕΣ
Όλοι θα καλωσόριζαν μια γονιδιακή θεραπεία που θα ανακούφιζε τους πάσχοντες από μυϊκή δυστροφία και θα αντέστρεφε την εξουθενωτική διαδικασία μυϊκής απώλειας που επιφέρει η γήρανση. Τι θα γινόταν όμως αν η ίδια θεραπεία χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή γενετικά αλλοιωμένων αθλητών; Κάποιοι ερευνητές έχουν αναπτύξει ένα συνθετικό γονίδιο το οποίο, όταν εγχέεται σε μυϊκά κύτταρα ποντικιών, κάνει τους μυς να μεγαλώνουν και αποτρέπει τη φθορά της ηλικίας. Η επιτυχία των πειραμάτων προοιωνίζεται ανθρώπινες εφαρμογές. Ο δρ. Λη Σουίνυ, επικεφαλής της έρευνας, ελπίζει ότι η ανακάλυψή του θα θεραπεύσει την ακινησία που προσβάλλει τους ηλικιωμένους. Όμως οι φουσκωμένοι ποντικοί του δρος Σουίνυ έχουν ήδη τραβήξει την προσοχή αθλητών που αναζητού ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα7. Το γονίδιο δεν αποκαθιστά απλώς τους τραυματισμένους μυς αλλά ενισχύει και τους υγιείς. Παρότι η εφαρμογή της θεραπείας σε ανθρώπους δεν έχει ακόμη εγκριθεί, η προοπτική γενετικά ενισχυμένων αρσιβαριστών, ποδοσφαιριστών και δρομέων ταχύτητας κάθε άλλο παρά μακρινή φαντάζει. Η ευρεία χρήση στεροειδών και άλλων φαρμακευτικών ουσιών που ενισχύουν τις επιδόσεις στον επαγγελματικό αθλητισμό δείχνει ότι πολλοί αθλητές θα σπεύσουν να επωφεληθούν από τις νέες μεθόδους γενετικής ενίσχυσης. Το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις φαρμακευτικές ουσίες, τα αλλοιωμένα γονίδια δεν ανιχνεύο- νται σε εξετάσεις αίματος ή ούρων έχει ήδη ανησυχήσει τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή8.
Η προοπτική γενετικά αλλοιωμένων αθλητών αποτυπώνει γλαφυρά τις ηθικές απορίες που περιβάλλουν τη γενετική ενίσχυση. Θα έπρεπε άραγε η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή και οι επαγγελματικές αθλητικές ομοσπονδίες να αποκλείουν γε-
42 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
νετικά ενισχυμένους αθλητές, και αν ναι, σε ποια βάση; Οι δυο προφανέστεροι λόγοι για την απαγόρευση φαρμακευτικών σκευασμάτων στον αθλητισμό είναι η ασφάλεια και η δικαιοσύνη: τα στεροειδή έχουν βλαβερές παρενέργειες, και το να επιτραπεί σε κάποιους να ανεβάσουν τις επιδόσεις τους δια- τρέχοντας σοβαρό κίνδυνο υγείας, θα έφερνε αδίκως τους ανταγωνιστές τους σε μειονεκτική θέση. Ας υποθέσουμε όμως, για χάρη της συζήτησης, ότι η γονιδιακή θεραπεία μυϊκής ενίσχυσης αποδεικνυάταν ασφαλής ή τουλάχιστον όχι πιο επικίνδυνη από ένα αυστηρό πρόγραμμα εξάσκησης στην άρση βαρών. Θα υπήρχε και τότε λόγος να απαγορευτεί η χρήση της στον αθλητισμό; Υπάρχει κάτι το ανησυχητικό στην εικόνα γενετικά αλλοιωμένων αθλητών που σηκώνουν ολόκληρα 4x4 ή τρέχουν τα 1.500 μέτρα σε λιγότερο από τρία λεπτά. Τι ακριβώς μας προβληματίζει όμως σ’ αυτά τα σενάρια; Μήπως βρίσκουμε πολΰ αλλόκοτα τα υπερφυσικά αυτά φαινόμενα; Ή μήπως η ανησυχία μας δείχνει κάτι άλλο που άπτεται της ηθικής;
Η διάκριση μεταξύ θεραπείας και βελτίωσης φαίνεται να έχει ηθική σημασία, δεν είναι όμως προφανές σε τι συνίσταται η διαφορά. Ας αναλογιστούμε το εξής: αν είναι θεμιτό για έναν αθλητή να αποκαθιστά μια ρήξη των μυϊκών ινών με τη βοήθεια της γενετικής θεραπείας, γιατί είναι κακό να επεκτείνει τη θεραπεία για να βελτιώσει το μυ και να επανέλθει στους αγώνες καλύτερος από πριν; Μπορεί να υποστηριχθεί ότι ένας γενετικά ενισχυμένος αθλητής θα είχε ένα αθέμιτο πλεονέκτη-, μα έναντι των μη ενισχυμένων αντιπάλων του. Όμως το επιχείρημα κατά της ενίσχυσης με κριτήριο τη δικαιοσύνη έχει ένα μοιραίο ελάττωμα. Ανέκαθεν κάποιοι αθλητές ήταν γενετικά πιο προικισμένοι από άλλους. Κι ωστόσο δεν θεωρούμε πως η φυσική ανισότητα των γενετικών χαρισμάτων υπονομεύει το πνεύμα που οφείλει να διέπει τα ανταγωνιστικά αθλήματα. Από άποψη δικαιοσύνης, σι ενισχυμένες γενετικές διαφορές
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 43
δεν είναι χειρότερες από τις φυσικές. Επιπλέον, υπό την προϋπόθεση ότι είναι ασφαλείς, οι γενετικές ενισχύσεις θα μπορούσαν να γίνουν διαθέσιμες σε όλους. Αν η γενετική ενίσχυση στον αθλητισμό είναι ηθικά επιλήψιμη, τοΰτο θα πρέπει να οφείλεται σε λόγους άσχετους με τη δικαιοσύνη.
ΜΝΗΜΗ
Γενετική ενίσχυση μπορεί να υπάρξει όχι μόνο για τη μυϊκή μάζα αλλά και για τη φαιά ουσία. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, κάποιοι επιστήμονες κατάφεραν να επηρεάσουν ένα γονίδιο σχετικό με τη μνήμη το οποίο εντόπισαν στις μύγες των φρούτων, δημιουργώντας μύγες με φωτογραφική μνήμη. Πιο πρόσφατα, ερευνητές παρήγαγαν έξυπνα ποντίκια, εισάγο- ντας επιπλέον αντίγραφα ενός γονιδίου σχετικού με τη μνήμη σε έμβρυα ποντικιών. Τα γενετικά αλλοιωμένα ποντίκια μαθαίνουν γρηγορότερα και θυμούνται πράγματα για μεγαλύτερο διάστημα απ’ ό,τι τα κανονικά. Για παράδειγμα, είναι πιο ικανά να αναγνωρίζουν αντικείμενα που έχουν δει στο παρελθόν, καθώς και να θυμούνται ότι ένας ορισμένος ήχος οδηγεί σε ηλεκτροσόκ. Το γονίδιο που τσίμπησαν οι επιστήμονες στα έμβρυα ποντικιών υπάρχει και στους ανθρώπους και γίνεται λιγότερο ενεργό καθώς γερνούν. Τα επιπλέον αντίγραφα που εισήχθησαν στα ποντίκια ήταν προγραμματισμένα να παραμείνουν ενεργά και σε μεγάλη ηλικία, η δε βελτίωση μεταβιβάστηκε στους απογόνους τους9.
Βέβαια η ανθρώπινη μνήμη κάνει πιο περίπλοκα πράγματα από την ανάκληση απλών συνειρμών. Ωστόσο, εταιρείες βιοτεχνολογίας με ονομασίες όπως Μβτηοιγ ΡΗαπηαοβιιΐίοαΙς (Φαρμακευτικά Προϊόντα Μνήμης) επιζητούν διακαώς την παραγωγή φαρμάκων που να ενισχύουν τη μνήμη ή τη γνωστική ικανότητα των ανθρώπων. Μία προφανή αγορά για τέτοια φάρ
44 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
μακα συν ιστού ν όσοι πάσχουν από σοβαρές διαταραχές της μνήμης, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ και η άνοια. Όμως οι εταιρείες προσβλέπουν και σε μια μεγαλύτερη αγορά: τα 76 εκατομμύρια των ανθρώπων που προήλθαν από τη μεταπολεμική έκρηξη των γεννήσεων και, έχοντας πλέον περάσει τα πενήντα, αρχίζουν να αντιμετωπίζουν τη φυσιολογική απώλεια μνήμης που έρχεται με την ηλικία10. Ένα φάρμακο που θα ανέκο- πτε τη γεροντική απώλεια μνήμης θα ήταν αληθινό χρυσωρυχείο για τη φαρμακοβιομηχανία, «ένα βιάγκρα για τον εγκέφαλο».
Μια τέτοια χρήση θα πατούσε και στις δύο βάρκες της επανόρθωσης και της ενίσχυσης. Σε αντίθεση με μια αγωγή για το Αλτσχάιμερ, δεν θα θεράπευε καμία ασθένεια. Αλλά, στο βαθμό που θα αποκαθιστούσε τις απολεσθείσες ικανότητες ενός ατόμου, θα είχε μια επανορθωτική διάσταση. Θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για καθαρά μη ιατρικούς σκοπούς: για παράδειγμα, από ένα δικηγόρο που πασχίζει να απομνη- μονεύσει τα δεδομένα μιας επερχόμενης δίκης ή από ένα στέλεχος επιχείρησης που φλέγεται να μάθει κινέζικα των Μανδαρίνων την παραμονή της αναχώρησής του για τη Σαγκάη.
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί, ενάντια στα σχέδια ενίσχυσης της μνήμης, ότι υπάρχουν ορισμένα πράγματα που θα προτιμούσαμε να ξεχάσουμε. Για τις φαρμακοβιομηχανίες ωστόσο, η επιθυμία για λήθη δεν αποτελεί ένα είδος ένστασης στο εμπόριο της μνήμης παρά άλλο ένα κομμάτι της αγοράς. Όσοι θέλουν να αμβλύνουν την έπίδραση τραυματικών ή επώδυνων αναμνήσεων σύντομα ίσως θα είναι σε θέση να πάρουν ένα φάρμακο που θα εμποδίζει τα απεχθή γεγονότα να χαράζονται πολύ ζωηρά στη μνήμη. Θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, στρατιώτες που εκτέθηκαν στο σφαγείο του πολέμου ή μέλη σωστικών συνεργείων που αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες μιας τρομοκρατικής επίθεσης θα μπορούν
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 45
να πάρουν ένα φάρμακο κατασταλτικό της μνήμης για να απαλύνουν το τραύμα που ενδέχεται αλλιώς να τους κατατρύχει σ’ όλη τους τη ζωή. Αν η χρήση τέτοιων φαρμάκων γίνει ευρύτερα αποδεκτή, μπορεί μια μέρα να χορηγούνται κανονικά σε θαλάμους έκτακτων περιστατικών και σε επιτόπια στρατιωτικά νοσοκομεία11.
Όσοι προβληματίζονται γύρω από την ηθική της γνωστικής ενίσχυσης επισημαίνουν τον κίνδυνο να δημιουργηθούν δύο κατηγορίες ανθρώπων - εκείνοι που θα έχουν πρόσβαση στις τεχνολογίες ενίσχυσης και οι άλλοι που θα πρέπει να αρκε- στούν σε μια αμετάβλητη μνήμη η οποία ξεθωριάζει με το χρόνο. Κι αν οι γενετικές ενισχύσεις θα μεταβιβάζονται στις επόμενες γενεές, οι δύο κατηγορίες ενδέχεται να μετατραπούν τελικά σε υποείδη του ανθρώπινου γένους - τους ενισχυμένους και τους απλώς φυσικούς. Αλλά ο προβληματισμός σχετικά με την πρόσβαση αποφεύγει το ερώτημα για το ηθικό καθεστώς της ίδιας της ενίσχυσης. Είναι το σενάριο ανησυχητικό επειδή οι μη ενισχυμένοι φτωχοί στερούνται τα οφέλη της εμβιομηχα- νικής ή επειδή οι ενισχυμένοι πλούσιοι τρόπον τινά απανθρω- ποποιούνται; Όπως με τους μυς, έτσι και με τη μνήμη: το θεμελιώδες ερώτημα δεν είναι πώς θα διασφαλιστεί η ισότιμη πρόσβαση στη ενίσχυση, αλλά αν θα πρέπει να επιδιώκεται. Πρέπει άραγε να αφιερώσουμε τη βιοτεχνολογική επινοητικότητά μας στη θεραπεία της ασθένειας και την αποκατάσταση της υγείας των πασχόντων, ή πρέπει επίσης να επιζητούμε τη βελτίωση της τύχης μας μέσα από τον επανασχεδιασμό του σώματος και του νου μας;
ΥΨΟΣ
Οι παιδίατροι παλεύουν ήδη με την ηθική της ενίσχυσης όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με γονείς που θέλουν να κάνουν τα
46 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
παιδιά τους ψηλότερα. Από τη δεκαετία του 1980 έχει εγκριθεί η χορήγηση αυξητικής ορμόνης σε παιδιά με ορμονική ανεπάρκεια που τα κάνει πολύ κοντύτερα του μετρίου12. Όμως η θεραπεία αυξάνει επίσης το ύψος των υγιών παιδιών. Ορισμένοι γονείς υγιών παιδιών που δεν είναι ευχαριστημένα με το ανάστημά τους (κατά κανόνα αγόρια) ζητούν την ορμονική θεραπεία με το σκεπτικό ότι δεν θα έπρεπε αν έχει σημασία αν το παιδί είναι κοντό λόγιο ορμονικής ανεπάρκειας ή επειδή συμβαίνει οι γονείς του να είναι κοντοί. Όποια κι αν είναι η αιτία, οι κοινωνικές επιπτώσεις του χαμηλού ύψους είναι οι ίδιες και στις δύο περιπτώσεις.
Μπροστά σ’ αυτό το επιχείρημα, κάποιοι γιατροί άρχισαν να χορηγούν ορμονικές θεραπείες σε παιδιά των οποίων το κοντό ανάστημα δεν σχετιζόταν με κανένα ιατρικό πρόβλημα. Το 1996 αυτή η «μη χαρακτηρισμένη» χρήση αφορούσε πλέον το 40% της συνταγογράφησης αυξητικών ορμονών13. Αν και η συ- νταγογράφηση φαρμάκων για σκοπούς μη εγκεκριμένους από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (Ροο<1 αηά ϋηι§ Αάππ- ηΐδίΓ&ίΐοη) δεν είναι παράνομη, οι φαρμακευτικές εταιρείες δεν μπορούν να προωθήσουν μια τέτοια χρήση. Ζητώντας να διευρύνει την αγορά της, μια εταιρεία με την επωνυμία Εΐί υΐ1γ έπεισε την ΡϋΑ να εγκρίνει τη χορήγηση της αυξητικής ορμό- νης της σε υγιή παιδιά των οποίων το ύψος κατά την ενηλικίωση προβλέπεται να ανήκει στην πιο χαμηλή κατηγορία - κάτω α^ό 1,60 μ. για τα αγόρια και 1,50 μ. για τα κορίτσια14. Αυτή η μικρή παραχώρηση θέτει ένα μεγάλο ερώτημα σχετικά με την ηθική της ενίσχυσης: αν οι ορμονοθεραπείες δεν χρειάζεται να περιορίζονται σε άτομα με ορμονική ανεπάρκεια, γιατί να είναι διαθέσιμες μόνο σε πολύ κοντά παιδιά; Γιατί να μην μπορούν να ζητήσουν θεραπεία όλα τα παιδιά με ύψος κάτω του μετρίου; Και τι γίνεται μ’ ένα παιδί μετρίου αναστήματος που θέλει να ψηλώσει για να γίνει δεκτό στην ομάδα μπάσκετ;
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 47
Οι επικριτές αποκαλοΰν την προαιρετική χρήση αυξητικών ορμονών «κοσμητική ενδοκρινολογία». Οι εταιρείες ιατροφαρμακευτικής ασφάλισης συνήθως δεν την καλύπτουν και οι θεραπείες κοστίζουν πολύ. Οι ενέσεις χορηγούνται μέχρι και έξι φορές την εβδομάδα, για δύο έως πέντε χρόνια, με ετήσιο κόστος γύρω στα 20.000 δολάρια - όλα αυτά για μια πιθανή αύξηση του ύψους κατά πέντε έως οκτώ εκατοστά15. Κάποιοι ανατίθενται στη ενίσχυση ύψους με το σκεπτικό ότι αυτοαναι- ρείται σε συλλογικό επίπεδο: καθώς ορισμένοι ψηλώνουν, κάποιοι άλλοι κονταίνουν σε σχέση με το μέτρο. Δεν μπορούν όλα τα παιδιά να έχουν ύψος άνω του μετρίου, εκτός κι αν έχουν γεννηθεί στη Λέικ Βόμπεγκον*. Καθώς οι μη ενισχυμέ- νοι θα αρχίσουν να αισθάνονται κοντυτεροι, μπορεί να αναζητήσουν κι αυτοί θεραπεία, οδηγώντας σ’ έναν ορμονικό ανταγωνισμό εξοπλισμών που θα φέρει τους πάντες σε χειρότερη θέση, ιδίως εκείνους που δεν είναι οικονομικά σε θέση να εξαγοράσουν την άνοδό τους στα ύψη.
Εντούτοις, η αντίρρηση στη λογική του ανταγωνισμού των εξοπλισμών δεν είναι αποφασιστική από μόνη της. Όπως και η αντίρρηση από τη σκοπιά της δικαιοσύνης στην εμβιομηχανική των μυών και της μνήμης, αφήνει ανεξέταστες τις στάσεις και τις διαθέσεις που πυροδοτούν την ορμή για ενίσχυση. Αν μας ενοχλούσε μόνο η αδικία της προσθήκης του κοντού αναστήματος στα προβλήματα των φτωχών, θα μπορούσαμε να διορθώσουμε αυτή την έλλειψη δικαιοσύνης παρέχοντας κρατικά επιδοτούμενες αγωγές ενίσχυσης του ύψους. Όσο για το πρόβλημα της συλλογικής αντιμετώπισης, οι αθώοι παρατυχόντες
* ί;ι1<€ >ΜΛ>6§οη: φανταστική πόλη όπσυ «όλες οι γυναίκες είναι δυνατές, όλοι οι άνδρες είναι ωραίοι και όλα τα παιδιά άνω του μετρίου» - προϊόν μυθοπλασίας του Αμερικανού συγγραφέα, αρθρογράφου, ηθοποιού και παραγωγού Οαιγ Ε(1\ν;ιπ1 «Οαπίδοη» ΚεΐΙΙοΓ, πσυ το όνομά της κατέληξε να χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της απατηλής ανωτερότητας. (Σ.τ.Μ.)
48 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
που υφίοτανται μια σχετική στέρηση ύψους θα μπορούσαν να αποζημιώνονται οικονομικά από τη φορολόγηση εκείνων που αγοράζουν μεγαλύτερο ύψος. Το αληθινό ερώτημα είναι αν θέλουμε να ζούμε σε μια κοινωνία όπου οι γονείς αισθάνονται υποχρεωμένοι να ξοδεύουν περιουσίες προκειμένου να κάνουν τα εντελώς υγιή παιδιά τους λίγους πόντους ψηλότερα.
ΕΠΙΛΟΓΗ ΦΥΛΟΥ
Τσως η πιο δελεαστική μη ιατρική χρήση της εμβιομηχανικής είναι η επιλογή του φύλου. Αιώνες τώρα οι γονείς προσπαθούν να διαλέξουν το φύλο των παιδιών τους. Ο Αριστοτέλης συμβούλευε τους άνδρες που ήθελαν αγόρι να δένουν τον αριστερό τους όρχι πριν από τη συνουσία. Το Ταλμούδ διδάσκει ότι οι άνδρες που συγκροτούνται αφήνοντας τις γυναίκες τους να φτάσουν πρώτες σε οργασμό θα ευλογηθούν μ’ ένα γιο. Άλλες μέθοδοι συνιστούν τον προγραμματισμό της σύλληψης σε σχέση με την ωορρηξία ή με τις φάσεις της σελήνης. Σήμερα η βιοτεχνολογία επιτυγχάνει εκεί όπου οι απέτυχαν οι λαϊκές θεραπείες16.
Μια τεχνική επιλογής του φύλου προέκυψε από τεστ προγεννητικού ελέγχου που χρησιμοποιούν αμνιοπαρα^έντηση και υπερηχογραφήματα. Αυτές οι ιατρικές τεχνολογίες αναπτύχθηκαν με σκοπό την ανίχνευση γενετικών ανωμαλιών, όπως η δισχιδής ράχη (δρϊηβ ΜίΜα) και το σύνδρομο ϋο\νη. Αλλά μπορούν επίσης να αποκαλύψουν το φύλο του εμβρύου, δίνοντας την ευκαιρία για άμβλωση όταν το έμβρυο είναι του ανεπιθύμητου φύλου. Ακόμη κι από τους συνηγόρους του δικαιώματος στην άμβλωση, λίγοι την προκρίνουν με μοναδικό κριτήριο ότι η μητέρα (ή ο πατέρας) δεν θέλει κορίτσι. Όμως σε κοινωνίες με ισχυρή πολιτισμική προτίμηση στα αγόρια, ο προσδιορισμός του φύλου με υπερηχογράφημα και η συνακό
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 49
λουθη άμβλωση των θηλυκών εμβρύων έχουν γίνει οικεία πρακτική. Στην Ινδία, ο αριθμός των κοριτσιών ανά 1.000 αγόρια έχει πέσει από 962 σε 927 τις τελευταίες δυο δεκαετίες. Η ινδική κυβέρνηση έχει απαγορεύσει τη χρήση προγεννητικής διάγνωσης για την επιλογή του φύλου, αλλά ο νόμος σπάνια εφαρμόζεται. Πλανόδιοι ακτινολόγοι με φορητούς υπερηχογράφους γυρίζουν από χωριό σε χωριό, πουλώντας την πραμάτεια τους. Μια κλινική στη Βομβάη ανέφερε ότι, από τις 8.000 αμβλώσεις που πραγματοποίησε, μόνο μία δεν σχετιζόταν με την επιλογή του φυλου17.
Ωστόσο η επιλογή του φυλου δεν έχει να κάνει απαραίτητα με έκτρωση. Τα ζευγάρια που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν το φυλό του παιδιού προτού το γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτευθεί στη μήτρα. Η διαδικασία, γνωστή ως προεμφυτευτική γενετική διάγνωση, έχει ως εξής: Μια σειρά ωάρια γονιμοποιούνται σ’ ένα δίσκο πέτρι και αφήνονται να αναπτυχθούν μέχρι το στάδιο των οκτώ κυττάρων (για περίπου τρεις μέρες). Τότε τα νεαρά έμβρυα εξετάζονται για να προσδιοριστεί το φύλο τους. Εκείνα του επιθυμητού φύλου εμφυτεύονται στη μήτρα, ενώ τα υπόλοιπα απορρίπτονται. Αν και λίγα ζευγάρια είναι διατεθειμένα να υποβληθούν στις δυσκολίες και τα έξοδα της εξωσωματι- κής γονιμοποίησης απλά και μόνο για να επιλέξουν το φύλο του παιδιού τους, ο εμβρυϊκός έλεγχος συνιστά ένα πολύ αξιόπιστο μέσο επιλογής του φύλου. Και καθώς οι γενετικές μας γνώσεις αυξάνουν, μπορεί να καταστεί δυνατή η χρήση της προεμφυτευτικής γενετικής διάγνωσης για το ξεδιάλεγμα των εμβρύων που φέρουν άλλα ανεπιθύμητα γενετικά χαρακτηριστικά, όπως εκείνα που συνδέονται με την παχυσαρκία, το ύψος και το χρώμα του δέρματος. Η ταινία επιστημονικής φαντασίας Γκάτακα (Οαίίαοα, 1997) απεικονίζει ένα μέλλον όπου οι γονείς συνηθίζουν να ελέγχουν τα έμβρυα με κριτήρια το
50 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
φύλο, το ύψος, την ανοσία σε ασθένειες, ακόμη και το δείκτη νοημοσύνης. Υπάρχει κάτι το ανησυχητικό στο σενάριο του Γκάτακα, αλλά δεν είναι εύκολο να εντοπίσουμε ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα με τον έλεγχο των εμβρύων για την επιλογή του φύλου των παιδιών μας.
Ένας τύπος αντιρρήσεων στηρίζεται σε επιχειρήματα γνώριμα από τη διαμάχη για τις εκτρώσεις. Όσοι πιστεύουν ότι ένα έμβρυο έχει υπόσταση προσώπου απορρίπτουν τον εμβρυϊκό έλεγχο για τους ίδιους λόγους που απορρίπτουν την άμβλωση. Αν ένα έμβρυο οκτώ κυττάρων που μεγαλώνει σε δίσκο πέτρι είναι ηθικά ισοδύναμο με έναν πλήρως ανεπτυγμένο άνθρωπο, τότε η απόρριψή του δεν είναι καλύτερη από μια έκτρωση - και οι δύο πρακτικές ισοδυναμούν με βρεφοκτονία. Ωστόσο, όποια κι αν είναι η αξία της, μια τέτοια ένσταση «υπέρ της ζωής» δεν συνιστά επιχείρημα κατά της επιλογής φύλου ως τέτοιας. Πρόκειται για επιχείρημα ενάντια σε κάθε μορφή εμβρυϊκού ελέγχου, συμπεριλαμβανομένης και της προ- εμφυτευτικής γενετικής διάγνωσης που γίνεται για να φιλτραριστούν γενετικές ασθένειες. Εντοπίζοντας ένα προεξάρχον ηθικό κακό στα μέσα (δηλαδή στην απόρριψη ανεπιθύμητων εμβρύων), η ένσταση υπέρ της ζωής αφήνει ανοιχτό το ερώτημα αν υπάρχει κάτι κακό στην ίδια την επιλογή φύλου. .
Η πιο πρόσφατη τεχνολογία επιλογής φύλου θέτει αυτό το ερώτημα από μόνο του, δίχως να το συσκοτίζει με το ζήτημα του ηθικού καθεστώτος του εμβρύου. Το Οεηοίΐοδ & ΙΥΡ Ιηδίϊ- ίιιΐο, μια κερδοσκοπική κλινική για προβλήματα στειρότητας που εδρεύει στο Φαίρφαξ της Βιρτζίνια, προσφέρει τώρα μια τεχνική για το ξεδιάλεγμα του σπέρματος που επιτρέπει στους πελάτες να επιλέξουν το φύλο του παιδιού τους προτού αυτό συλληφθεί. Τα σπερματοζωάρια με χρωμόσωμα X (που παράγουν κορίτσια) φέρουν περισσότερο ϋΝΑ απ’ ό,τι τα σπερματοζωάρια με χρωμόσωμα Υ (που παράγουν αγόρια)· μια συ
Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ 51
σκευή που ονομάζεται κυτταρομετρητής ροής μπορεί να τα διαχωρίσει. Η διαδικασία, κατοχυρωμένη με την ονομασία ΜΐοΓοδοΓί, έχει υψηλό ποσοστό επιτυχίας - 91% για την παραγωγή κοριτσιών και 76% για την παραγωγή αγοριών. Το ΟοηβΙΐοδ & ΐνΡ ΙηβΙϊΙυΙβ πέτυχε την έγκριση αυτής της τεχνολογίας από το Υπουργείο Γεωργίας, το οποίο είχε επεξεργαστεί τη διαδικασία αναπαραγωγής βοοειδών18.
Αν η επιλογή φυλου μέσω διαλογής σπέρματος είναι κάτι το μεμπτό, οι λόγοι θα πρέπει να βρίσκονται πέρα από τη διαμάχη σχετικά με το ηθικό καθεστώς του εμβρύου. Ένας τέτοιος λόγος είναι ότι η επιλογή φύλου συνιστά όργανο σεξιστικών διακρίσεων, που στρέφεται κατά κανόνα εναντίον των κοριτσιών, όπως δείχνουν οι ανατριχιαστικές αναλογίες των φύλων στην Ινδία και την Κίνα. Ορισμένοι μάλιστα εικάζουν ότι κοινωνίες με αισθητά περισσότερους άνδρες από γυναίκες θα είναι λιγό- τερο σταθερές, περισσότερο βίαιες, πιο επιρρεπείς στο έγκλημα ή τον πόλεμο απ’ ό,τι κοινωνίες με φυσιολογικές κατανομές19. Πρόκειται για εύλογες ανησυχίες, όμως η εταιρεία διαλογής σπέρματος έχει βρει έναν έξυπνο τρόπο να τις αντιμετωπίσει. Προσφέρει τη ΜΐοΓοδοτί μόνο σε ζευγάρια που θέλουν να επιλέξουν το φύλο του παιδιού τους για λόγους οικογενειακής εξισορρόπησης. Οικογένειες με περισσότερους γιους από κόρες μπορούν να επιλέξουν κορίτσι και αντιστρόφως. Αλλά οι πελάτες δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία για να κάνουν απόθεμα από παιδιά του ίδιου φύλου, ούτε καν για επιλέξουν το φύλο του πρωτότοκου παιδιού τους. Μέχρι στιγμής, η πλειονότητα των πελατών της Μΐοτοδοτί έχει επι- λέξει κορίτσια20.
Η περίπτωση της ΜίοΓοδοιΐ μάς βοηθάει να απομονώσουμε το ηθικό ερώτημα που τίθεται από τις τεχνολογίες της ενίσχυσης. Ας αφήσουμε κατά μέρος τις γνωστές διαμάχες γύρω από την ασφάλεια, την απώλεια εμβρύων και τις σεξιστικές διακρί
52 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
σεις. Ας φανταστούμε πως οι τεχνολογίες διαλογής σπέρματος χρησιμοποιούνταν σε μια κοινωνία που δεν ευνοούσε τα αγόρια έναντι των κοριτσιών κι έφτανε να έχει μια ισορροπημένη αναλογία φύλων. Άραγε η επιλογή φύλου σε τέτοιες συνθήκες δεν θα χωρούσε αντίρρηση; Κι αν γινόταν δυνατό να επιλέγουμε όχι μόνο το φύλο, αλλά και το ύψος, το χρώμα των ματιών και το χρώμα του δέρματος; Ή ακόμη και τον σεξουαλικό προσανατολισμό, το δείκτη νοημοσύνης, τη μουσική προδιάθεση και την αθλητική δεξιότητα; Ή, ας υποθέσουμε ότι οι τεχνολογίες ενίσχυσης των μυών, της μνήμης και του ύψους τελειοποιούνταν σε σημείο ώστε να είναι ασφαλείς και διαθέσιμες σε όλους - θα έπαυαν τότε να εγείρουν ενστάσεις;
Όχι αναγκαστικά. Σε καθεμιά απ’ αυτές τις περιπτώσεις παραμένει κάτι το ηθικά ανησυχητικό. Το πρόβλημα δεν έγκειται μόνο στα μέσα αλλά και στους σκοπούς που επιδιώκονται. Λέγεται συχνά ότι η ενίσχυση, η κλωνοποίηση και η γενετική μηχανική συνιστούν απειλή για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αυτό είναι μάλλον αλήθεια. Αλλά η πρόκληση είναι να εξηγήσουμε πώς αυτές οι πρακτικές μειώνουν την ανθρώπινη υπόστασή μας. Ποιες όψεις της ανθρώπινης ελευθερίας ή της ανθρώπινης ανάπτυξης απειλούν;
2
Βιονικοί αθλητές
Μια όψη της ανθρώπινης υπόστασης μας που θα μπορούσε να απειληθεί από την ενίσχυση και τη γενετική μηχανική είναι η ικανότητά μας να δρουμε ελεύθερα, για δικό μας λογαριασμό, χάρη στις δικές μας προσπάθειες, και να θεωρούμε τον εαυτό μας υπεύθυνο -αξιέπαινο ή αξιοκατάκριτο- γι’ αυτά που κάνουμε και γι’ αυτό που είμαστε. Άλλο πράγμα είναι να πετυχαίνει ο αθλητής μια κορυφαία επίδοση ως αποτέλεσμα πει- θαρχημένης εξάσκησης και προσπάθειας και άλλο να την πετυχαίνει με τη βοήθεια στεροειδών ή γενετικά ενισχυμένων μυών. Βέβαια οι ρόλοι της προσπάθειας και της ενίσχυσης είναι μεγαλύτεροι ή μικρότεροι. Αλλά όσο αυξάνει ο ρόλος της ενίσχυσης σβήνει ο θαυμασμός μας για το επίτευγμα. Ή μάλλον, ο θαυμασμός μας για το επίτευγμα μετατοπίζεται από τον αθλητή στο φαρμακοποιό του.
Το αθλητικό ιδεώδες: προσπάθεια εναντίον χαρίσματος
Αυτό σημαίνει ότι η ηθική μας αντίδραση στην ενίσχυση είναι αντίδραση στη μειωμένη εμπρόθετη δράση (&§εηογ) του ανθρώπου του οποίου το επίτευγμα έχει ενισχυθεί. Όσο περισ-
54 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
σότερο ο αθλητής βασίζεται στη χρήση φαρμάκων ή γενετικών ενέσεων, τόσο λιγότερο η επίδοσή του αντιπροσωπεύει την επιτυχία του. Οριακά, μπορούμε να φανταστούμε έναν ρομποτικό, βιονικό ποδοσφαιριστή* ο οποίος, χάρη σε εμφυτευμένα ηλεκτρονικά τσιπ που τελειοποιούν τη γωνία, τη δύναμη και την ταχύτητα του σουτ του κατά την εκτέλεση φάουλ, θα κάρφωνε κάθε φορά τη μπάλα στην επάνω δεξιά ή αριστερή γωνία της αντίπαλης εστίας εξουδετερώνοντας τον τερματοφύλακα. Ο βιονικός αθλητής δεν θα ήταν τότε καθόλου δρων τα επι- τεύγματά «του» θα ήταν εκείνα του εφευρέτη του. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η ενίσχυση απειλεί την ανθρώπινη υπόστασή μας μέσα από τη διάβρωση της εμπρόθετης δράσης. Η απώτατη έκφρασή της είναι μια ολότελα μηχανιστική αντίληψη της ανθρώπινης πράξης στον αντίποδα της ανθρώπινης ελευθερίας και της ηθικής ευθύνης.
Αν και πολλά μπορεί να ειπωθούν απ’ αυτή την άποψη, δεν νομίζω ότι το κύριο πρόβλημα με την ενίσχυση και τη γενετική μηχανική είναι πως υπονομεύουν την προσπάθεια και διαβρώ- νουν την ανθρώπινη εμπρόθετη δράση1.0 βαθύτερος κίνδυνος είναι ότι αντιπροσωπεύουν ένα είδος υπερδράσης, μια προμη- θεϊκή φιλοδοξία να ξαναφτιάξουμε τη φύση, μαζί και την ανθρώπινη φύση, ώστε να υπηρετεί τους σκοπούς και να ικανοποιεί τις επιθυμίες μας. Το πρόβλημα δεν είναι η ροπή προς τη μηχανοκρατία αλλά η ορμή για κυριαρχία. Κι αυτό που χάνε;. η
* Ο συγγραφέας αναφέρεταί συχνά σε αμερικανικά αθλήματα, όπως το ίοοΛαΙΙ (αμερικανικό ποδόσφαιρο, με ρίζες στο αγγλικό ράγκμπι) και, κυρίως, το &&8©1>3ΐ1, θεωρώντας γνωστούς τους κανόνες και τους ρόλους τους. Προς διευκόλυνση τσυ Έλληνα αναγνώστη, ορισμένες από αυτές τις αναφορές (όπως η παραπάνω) τροποποιήθηκαν και προσαρμόστηκαν σε πιο γνώριμα αθλήματα (ποδόσφαιρο, μπάσκετ). Όσες δεν προσφέρονταν για κάτι τέτοιο επειδή ακριβώς στέκονταν σε ιδιαιτερότητες τσυ αμερικανικού αθλήματος (βλ. π.χ. σ. 61 και 63) παρέμειναν ως έχουν, μεταφρασμένες με όσο πιο κατανοητό τρόπο γίνεται. (Σ.τ.Ε.)
ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 55
ορμή για κυριαρχία, και μπορεί ακόμη και να το καταστρέψει, είναι η συναίσθηση του χαρισματικού* χαρακτήρα των ανθρώπινων ικανοτήτων και επιτευγμάτων.
Όταν παραδεχόμαστε τη χαρισματικότητα της ζωής αναγνωρίζουμε ότι τα ταλέντα και οι ικανότητές μας δεν είναι εντελώς δικό μας δημιούργημα, ούτε καν κάτι ολότελα δικό μας, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλουμε για να τα αναπτύξουμε και να τα εξασκήσουμε. Αναγνωρίζουμε επίσης ότι δεν είναι όλα τα πράγματα στον κόσμο ανοιχτά σε όποια χρήση μπορεί να επιθυμούμε ή να επινοούμε. Η συναίσθηση της χαρισματικότητας της ζωής περιστέλλει το προμηθεϊκό σχέδιο και συντελεί σε μια ορισμένη ταπεινοφροσύνη. Πρόκειται, εν μέρει, για μια θρησκευτική ευαισθησία. Αλλά η απήχησή της φτάνει πέρα από τη θρησκεία.
Είναι δύσκολο να πούμε τι είναι αυτό που θαυμάζουμε στις δραστηριότητες και τα επιτεύγματα του ανθρώπου δίχως να προσεγγίσουμε κάποια εκδοχή αυτής της ιδέας. Ας εξετάσουμε δύο τύπους αθλητικών επιτευγμάτων: Θαυμάζουμε παίκτες του μπέιζμπολ όπως ο Πητ Ρόουζ, που δεν έχουν ευλογηθεί με σπουδαία φυσικά χαρίσματα, αλλά καταφέρνουν, με προσπάθεια και μόχθο, σθένος και αποφασιστικότητα, να διακριθούν στο άθλημά τους. Θαυμάζουμε όμως και παίκτες όπως ο Τζο ΝτιΜάτζιο, που η διάκρισή τους συνίσταται στη χάρη και την άνεση με τις οποίες επιδεικνύουν τα φυσικά τους χαρίσματα. Ας υποθέσουμε τώρα πως μαθαίνουμε ότι και οι δύο αυτοί παίκτες έπαιρναν φαρμακευτικές ουσίες που ενισχύουν την
* Οι όροι χαρισματικός και χαρισματικότητα αποδίδουν εδώ τους αγγλικούς ξίββά και ξϊββάηβΜ, χρησιμοποιούνται δηλαδή με την έμφαση στην αρχική σημασία της λέξης χάρισμα·, του χαρισμένου, δωρισμένου ή όωρητού χαρακτήρα των προσόντων που έχει κανείς (με τα οποία είναι, όπως λέμε, προικισμένος) και όχι με κείνη του πλήθους ή της έντασης αυτών των προσόντων (που υπερισχύει στον όρο εΗαήεηιαίκ: π.χ. χαρισματικός ηγέτης). (Σ.τ.Ε.)
56 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
επίδοση. Ποιανού τη χρήση θα βρίσκαμε περισσότερο απο- γοητευτική; Ποια όψη του αθλητικού ιδεώδους -η προσπάθεια ή το χάρισμα- πλήττεται βαθύτερα;
Κάποιοι θα πουν η προσπάθεια: το πρόβλημα με τις φαρμακευτικές ουσίες είναι ότι κόβουν δρόμο, προσφέρουν έναν τρόπο να κερδίζει κανείς δίχως μόχθο. Όμως ο μόχθος δεν είναι το ζητούμενο του αθλητισμού- το ζητούμενο είναι η διάκριση. Και η διάκριση συνίσταται, εν μέρει τουλάχιστον, στην επίδειξη φυσικών ταλέντων και χαρισμάτων τα οποία δεν είναι δημιούργημα του αθλητή που τα διαθέτει. Το γεγονός αυτό είναι άβολο για δημοκρατικές κοινωνίες. Θέλουμε να πιστεύουμε πως η επιτυχία, στον αθλητισμό και στη ζωή, είναι κάτι που κερδίζουμε επάξια, όχι κάτι που κληρονομούμε. Τα φυσικά χαρίσματα, και ο θαυμασμός που αυτά εμπνέουν, φέρνουν σε δύσκολη θέση την πίστη στην αξιοκρατία· ρίχνουν τη σκιά της αμφιβολίας στην πεποίθηση ότι τα εγκώμια και οι ανταμοιβές έρχονται μόνο με την προσπάθεια. Μπροστά σ’ αυτή τη δυσχέρεια, διογκώνουμε την ηθική σημασία της προσπάθειας και του μόχθου και υποτιμάμε τη χαρισματικότητα. Η διαστρέβλωση αυτή παρατηρείται, λόγου χάρη, στην τηλεοπτική κάλυψη των Ολυμπιακών Αγώνων, που εστιάζει την προσοχή λιγότερο στα κατορθώματα των αθλητών απ’ ό,τι στις σπαραξικάρδιες ιστορίες των δεινών που αντιμετώπισαν, των εμποδίων που ξε- πέρασαν και των αγώνων που έκαναν για να υπερνικήσουν έναν τραυματισμό, μια δύσκολη παιδική ηλικία ή μια πολιτική αναστάτωση στην πατρίδα .τους.
Αν η προσπάθεια ήταν το υψηλότερο αθλητικό ιδανικό, τότε το αμάρτημα της ενίσχυσης θα ήταν η αποφυγή της εξάσκησης και της σκληρής δουλειάς. Όμως η προσπάθεια δεν είναι το παν. Κανένας δεν πιστεύει ότι ένας μέτριος μπασκετμπολίστας που προπονείται σκληρότερα κι από τον Μάικλ Τζόρ- νταν, αξίζει περισσότερες επευφημίες ή ένα καλύτερο συμβό
ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 57
λαιο. Το πραγματικό πρόβλημα με τους γενετικά αλλοιωμένους αθλητές είναι ότι διαφθείρουν την αθλητική αναμέτρηση ως ανθρώπινη δραστηριότητα που τιμά την καλλιέργεια και την επίδειξη φυσικών χαρισμάτων. Απ’ αυτή την άποψη, η ενίσχυση μπορεί να ιδωθεί ως η απώτατη έκφραση μιας ηθικής της προσπάθειας και της θεληματικότητας, ένα είδος μόχθου υψηλής τεχνολογίας. Η ηθική της θεληματικότητας και οι βιο- τεχνολογικές ικανότητες που τώρα επιστρατεύει συμπαρατάσσονται ενάντια στις αξιώσεις της χαρισματικότητας.
Ενίσχυση επιδόσεων: υψηλή και χαμηλή τεχνολογία
Το όριο ανάμεσα στην καλλιέργεια των φυσικών χαρισμάτων και τη διαφθορά τους με τεχνητά μέσα μπορεί να μην είναι πάντα ευδιάκριτο. Στην αρχή, οι δρομείς έτρεχαν ξυπόλυτοι. Ο άνθρωπος που φόρεσε το πρώτο ζευγάρι αθλητικά παπούτσια μπορεί να κατηγορήθηκε ότι αλλοιώνει τον αγώνα. Η κατηγορία θα ήταν άδικη· υπό τον όρο ότι όλοι έχουν πρόσβαση σ’ αυτά, τα αθλητικά παπούτσια μάλλον φωτίζουν παρά συσκοτίζουν το στοιχείο της διάκρισης που ο αγώνας είναι προορισμένος να εκθέσει. Δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για όλα τα μέσα που μετέρχονται οι αθλητές προκειμένου να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους. Όταν αποκαλύφθηκε πως η Ρόουζι Ρουίζ νίκησε στο μαραθώνιο της Βοστώνης το 1980 ξεγλιστρώντας από το τσούρμο των δρομέων και διανύοντας ένα μέρος της απόστασης με τον υπόγειο σιδηρόδρομο, της αφαιρέθηκε το έπαθλο. Οι δύσκολες περιπτώσεις βρίσκονται κάπου μεταξύ πα- πουτσιών και υπόγειου.
Οι καινοτομίες στον αθλητικό εξοπλισμό είναι ένα είδος ενίσχυσης, πάντα ανοιχτές στο ερώτημα αν τελειοποιούν ή παραμορφώνουν τις δεξιότητες που είναι ουσιώδεις για το άθλη-
58 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
μα. Όμως τα πιο δΰσκολα ερωτήματα φαίνεται πως τα θέτουν οι τεχνολογίες ενίσχυσης τσυ σώματος. Οι υπέρμαχοι της ενίσχυσης ισχυρίζονται ότι τα φάρμακα και οι γενετικές παρεμβάσεις δεν διαφέρουν από άλλους τρόπους με τους οποίους οι αθλητές μεταβάλλουν το σώμα τους για να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους: ειδικές δίαιτες, βιταμίνες, ενεργειακές πλάκες, εγκεκριμένα συμπληρώματα διατροφής, αυστηρά προγράμματα εξάσκησης, ακόμη και χειρουργικές επεμβάσεις. Ο γκόλ- φερ Τάιγκερ Γουντς είχε τόσο κακή όραση που δεν μπορούσε να διαβάσει τα μεγάλα γράμματα στον πίνακα του οφθαλμίατρου. Το 1999 υποβλήθηκε σε μια επέμβαση διαθλαστικής χειρουργικής (1&86Γ ί& δίΐί) προκειμένου να βελτιώσει την όρασή του και κέρδισε τα επόμενα πέντε τουρνουά2.
Ο επανορθωτικός χαρακτήρας της οφθαλμολογικής χειρουργικής την κάνει εύκολα αποδεκτή. Τι θα γινόταν όμως αν ο Γουντς είχε κανονική όραση και ήθελε να τη βελτιώσει; Ή ας υποθέσουμε, όπως άλλωστε φαίνεται να συμβαίνει, ότι η θεραπεία με λέιζερ του προσέφερε καλύτερη όραση από αυτήν του μέσου γκόλφερ. Άραγε αυτό θα καθιστούσε την επέμβαση αθέμιτη ενίσχυση;
Η απάντηση εξαρτάται από το αν η βελτίωση της όρασης των γκόλφερ τείνει να τελειοποιήσει ή να παραμορφώσει τα προσόντα και τις δεξιότητες που το γκολφ στην καλύτερη εκδοχή του καλείται να δοκιμάσει. Οι υπέρμαχοι της ενίσχυσης έχουν δίκιο ως προς το εξής: η νομιμότητα της ενίσχυσης της. όρασης των γκόλφερ δεν εξαρτάται από τα μέσα που χρησιμοποιούν - είτε αυτά είναι χειρουργική επέμβαση, φακοί επαφής, ασκήσεις των ματιών, είτε άφθονες ποσότητες καροτοχυ- μού. Αν η ενίσχυση προβληματίζει επειδή παραμορφώνει και παραβιάζει τα φυσικά χαρίσματα, το πρόβλημα δεν αφορά κατ’ αποκλειστικότητα τα φάρμακα και τις γενετικές τροποποιήσεις. Παρόμοιες ενστάσεις μπορεί επίσης να εγείρει κα-
ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 59
νείς ενάντια σε τύπους ενίσχυσης που συνήθως αποδεχόμαστε, όπως η προπόνηση και η δίαιτα.
Όταν, το 1954, ο Ρότζερ Μπάνιστερ έγινε ο πρώτος άνθρωπος που έσπασε το ρεκόρ των τεσσάρων λεπτών το μίλι, η προπόνηση του συνίστατο σ’ ένα τρέξιμο μαζί με φίλους κατά το μεσημεριανό διάλειμμα εργασίας στο νοσοκομείο όπου έκανε την πρακτική του ως φοιτητής της ιατρικής3. Με τα μέτρα των σημερινών προπονητικών πρακτικών, ο Μπάνιστερ θα μπορούσε κάλλιστα να τρέχει και ξυπόλυτος. Ελπίζοντας να βελτιώσει τις επιδόσεις των Αμερικανών μαραθωνοδρόμων, η εταιρεία ΝίΚε έχει αναλάβει τη χρηματοδότηση ενός προπονητικού πειράματος υψηλής τεχνολογίας σ’ ένα ερμητικά σφραγισμένο «υψομετρικό σπίτι» (&1ίΐΙιι<3© Ηοιίδο) στην Πόρτλαντ της πολιτείας Όρεγκον των ΗΠΑ, στο οποίο μοριακά φίλτρα αφαιροΰν αρκετό οξυγόνο ώστε να προσομοιώνουν την αραιή ατμόσφαιρα που βρίσκει κανείς σε υψόμετρα από12.000 μέχρι 17.000 χιλιάδες πόδια. Πέντε πολλά υποσχόμενοι δρομείς κλήθηκαν να ζήσουν στο σπίτι τέσσερα με πέντε χρόνια, προκειμένου να δοκιμάσουν τη θεωρία «ζήσε ψηλά, ασκήσου χαμηλά» («Ιΐνε ίχαϊη 1ο\ν») της εξάσκησης σε μεγάλη αντοχή. Κοιμώμενοι στο υψόμετρο των Ιμαλαϊων, οι δρομείς αυξάνουν στον οργανισμό τους την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων που φέρουν οξυγόνο - έναν παράγοντα- κλειδί για την αντοχή. Ασκούμενοι στο επίπεδο της θάλασσας -τρέχοντας περισσότερα από 100 μίλια την εβδομάδα- ωθούν τους μυς τους στη μέγιστη απόδοση. Το σπίτι είναι επίσης εξοπλισμένο με όργανα που παρακολουθούν τους σφυγμούς της καρδιάς, την ποσότητα ερυθρών αιμοσφαιρίων, την κατανάλωση οξυγόνου, τα ορμονικά επίπεδα και τα εγκεφαλικά κύματα των αθλητών, επιτρέποντάς τους να ρυθμίζουν τη διάρκεια και την ένταση της προπόνησής τους σύμφωνα με τους δείκτες της φυσιολογίας τους4.
60 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή προσπαθεί να αποφασίσει αν πρέπει να αποκλείσει την εξάσκηση σε τεχνητό υψόμετρο. Ήδη απαγορεύει άλλα μέσα με τα οποία οι αθλητές ενισχύουν το φυσικό τους σθένος αυξάνοντας τη συγκέντρωση ερυθρών αιμοσφαιρίων - μεταξύ άλλων τις μεταγγίσεις αίματος και τις ενέσεις ερυθροποιητίνης, μιας ορμόνης που παρά- γεται από τα νεφρά και διεγείρει την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων. Μια συνθετική εκδοχή της ερυθροποιητίνης, η οποία αναπτύχθηκε για να βοηθήσει ασθενείς που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση, έχει γίνει ένα δημοφιλές, αν και παράνομο, ενισχυτικό επιδόσεων για δρομείς μεγάλων αποστάσεων, ποδηλάτες και σκιέρ μεγάλων διαδρομών. Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή θέσπισε εξετάσεις για τη χρήση ερυθρο- ποιητίνης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϋ το 2000, αλλά μια νέα μορφή γονιδιακής θεραπείας με ερυθροποιητίνη μπορεί να αποδειχθεί πιο δύσκολο να ανιχνευτεί απ’ ό,τι η συνθετική εκδοχή της. Επιστήμονες που δουλεύουν με μπα- μπουΐνους έχουν βρει τρόπο να εισάγουν ένα νέο αντίγραφο του γονιδίου που παράγει την ερυθροποιητίνη. Σύντομα, γενετικά τροποποιημένοι δρομείς και ποδηλάτες ενδέχεται να μπορούν να παράγουν σε επίπεδα υψηλότερα του κανονικού τη δική τους φυσική ερυθροποιητίνη για μια ολόκληρη σεζόν ή και περισσότερο5.
Ιδού ο ηθικός γρίφος: αν οι ενέσεις ερυθροποιητίνης και οι γενετικές τροποποιήσεις είναι απαράδεκτες, γιατί όχι και το « «υψομετρικό σπίτι» της Νϋίέ; Η επίδραση στις επιδόσεις είναι ίδια: αυξάνουν την αεροβική αντοχή ενισχύοντας την ικανότητα του αίματος να μεταφέρει οξυγόνο στους μυς. Δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί ευγενέστερο να αυξάνει κανείς την πυκνότητα του αίματός του κοιμώμενος σ’ ένα σφραγισμένο δωμάτιο με αραιή ατμόσφαιρα αντί να παίρνει ορμόνες ή να αλλοιώνει τα γονίδιά του. Το 2006 το συμβούλιο ηθικής της Πα-
ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 61
γκόσμιας Υπηρεσίας Καταπολέμησης του Ντόπινγκ (\¥ΑϋΑ) ακολούθησε αυτή τη λογική όταν συνεπέρανε ότι η χρήση θαλάμων και τεντών οξυγόνου χαμηλής πίεσης («υποξικών συσκευών») παραβιάζει «το αθλητικό πνεύμα». Η τοποθέτηση αυτή προκάλεσε διαμαρτυρίες από ποδηλάτες, δρομείς και εταιρείες που πουλάνε τις συσκευές6.
Αν ορισμένες μορφές εξάσκησης ανοίγουν αμφισβητή- σιμους δρόμους για ενισχυμένες επιδόσεις, το ίδιο ισχύει και για κάποιες διαιτητικές πρακτικές. Τα τελευταία τριάντα χρόνια, τα μεγέθη των παικτών του αμερικανικού ποδοσφαίρου (£οοΛ η11) που συμμετέχουν μέρος στη Ν&Ιϊοη&Ι ΡοοΛ&ΙΙ ίε&- §ιΐ6 έχουν αυξηθεί δραματικά. Το μέσο βάρος ενός επιθετικού στη διοργάνωση δαρετ Βο\ν1 του 1972 έφτανε στα ήδη μπόλικα 112 κιλά. Το 2002 ένας μέσου βάρους επιθετικός ζύγιζε πλέον 138 κιλά, ενώ η ομάδα των Ντάλας Κάουμποϊς καμάρωνε για τον αμυντικό της Άαρον Γκίμπσον, ο οποίος, με επίσημα κατα- γεγραμμένο βάρος 192 κιλών, ήταν ο βαρύτερος παίκτης στην ιστορία του πρωταθλήματος. Δίχως αμφιβολία, η χρήση στερο- ειδών ευθυνόταν για ένα μέρος της αύξησης βάρους των παικτών, ιδίως στις δεκαετίες του 1970 και ’80. Όμως τα στεροει- δή απαγορεύτηκαν το 1990 και η αύξηση του βάρους συνεχίστηκε, κυρίως μέσω της πρόσληψης τροφής σε γαργαντουικές ποσότητες από παίκτες που ανυπομονούσαν να μπουν στο ράστερ της ομάδας. Όπως έγραψε η Σελένα Ρόμπερτς στους Νβ\ν Υοτίί Τϊτηβχ, «για κάποιους παίκτες που πιέζονται ιδιαίτερα να αυξήσουν το βάρος τους, η επιστήμη του επιζητούμενου μεγέθους συνοψίζεται σ’ ένα κοκτέιλ ανεξέλεγκτων συμπληρωμάτων διατροφής κι ένα τσουβάλι τσίζμπεργκερ»7.
Δεν υπάρχει καμιά υψηλή τεχνολογία σ’ ένα βουνό από Μπιγκ Μακ. Κι ωστόσο, η ενθάρρυνση αθλητών να ακολουθούν δίαιτες μεγαθερμίδων προκειμένου να μετατραπούν σε ανθρώπινες ασπίδες ή πολιορκητικούς κριούς των 180 κιλών
62 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
είναι ηθικά εξίσου αμφισβητήσιμη με την ενθάρρυνσή τους να φορτώνουν κιλά με τη χρήση στεροειδών, ανθρώπινων αυξητικών ορμονών ή γενετικών τροποποιήσεων. Όποια κι αν είναι τα μέσα, η ώθηση για υπερμεγέθεις παίκτες είναι εξευτελιστική για το παιχνίδι και για την αξιοπρέπεια όλων εκείνων που μεταμορφώνουν τα σώματά τους για να ανταποκριθοΰν στις απαιτήσεις του. Ένας βετεράνος του αμερικανικού ποδοσφαίρου θρηνεί το γεγονός ότι οι σημερινοί υπερτροφικοί παίκτες (Ιϊηβπίθη), υπερβολικά ογκώδεις για να τρέξουν και να μαρκά- ρουν, είναι ικανοί μονάχα να «σκάνε με τις κοιλιές τους» (ββ11γ-1πιιηρΐη§) ο ένας πάνω στον άλλο: «Μόνο αυτό κάνουν εκεί πέρα. Δεν είναι ούτε τόσο αθλητικοί ούτε τόσο γρήγοροι όσο παλιά. Δεν χρησιμοποιούν τα πόδια τους»8. Η ενίσχυση των επιδόσεων μέσω της χορήγησης τσίζμπεργκερ δεν καλλιεργεί την αθλητική διάκριση, αλλά την υποσκελίζει προς όφελος ενός θεάματος που στην κυριολεξία σπάει κόκαλα.
Το πιο γνωστό επιχείρημα υπέρ της απαγόρευσης φαρμάκων όπως τα στεροειδή είναι ότι θέτουν σε κίνδυνο την υγεία των αθλητών. Όμως η ασφάλεια δεν είναι ο μόνος λόγος για τον αποκλεισμό φαρμάκων και τεχνολογιών που ενισχύουν τις επιδόσεις. Ακόμη κι εκείνες οι ενισχυτικές παρεμβάσεις που είναι ασφαλείς και προσιτές σε όλους μπορεί να απειλήσουν την ακεραιότητα του παιχνιδιού. Είναι αλήθεια ότι, αν οι κανονισμοί επέτρεπαν κάθε είδους φάρμακα, συμπληρώματα, εξοπλισμούς και προπονητικές μεθόδους, η χρήση τους δεν θα συνιστούσε απάτη. Ωστόσέ) η απάτη δεν είναι ο μόνος τρόπος να διαφθαρεί ένα άθλημα. Για να τιμήσει κανείς την ακεραιότητα ενός αθλήματος, δεν αρκεί να παίζει σύμφωνα με τους κανόνες ή να τους επιβάλλει. Πρέπει να θεσπίζει τους κανόνες κατά τρόπο που να τιμά τις μορφές διάκρισης οι οποίες βρίσκονται στην καρδιά του παιχνιδιού και να επιβραβεύει τις δεξιότητες εκείνων που το παίζουν καλύτερα.
ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 63
Η ουσία τσυ παιχνιδιού
Ορισμένοι τρόποι διεξαγωγής του παιχνιδιού, και προετοιμασίας γι’ αυτό, διατρέχουν τον κίνδυνο να το μετατρέψουν σε κάτι άλλο - κάτι που μοιάζει λιγότερο με άθλημα και περισσότερο με θέαμα. Ένα παιχνίδι μπέιζμπολ στο οποίο γενετικά αλλοιωμένοι ροπαλοφόροι (δ1ι駧βΓδ, 6&Ιΐ€Γδ) κερδίζουν συνέχεια πόντους κάνοντας το γύρο και των τεσσάρων βάσεων (Ιιοηιο ηιη) θα μπορούσε να είναι διασκεδαστικό για ένα διάστημα, θα του έλειπε όμως το ανθρώπινο δράμα και η πολυπλοκότητα αυτοΰ του αθλήματος. (Ακόμη και ο ετήσιος διαγωνισμός σκοραρίσματος με γύρους τεσσάρων βάσεων [Ηοηιε-ηιη Ηΐ11ίη§ οοηΐοδί], ένα σχετικά αθώο θέαμα που διορ- γανώνεται από την Μ ^ογ Ιχ&§ιΐ6 Β&δβϋ&ΙΙ, προϋποθέτει, αν είναι να τον ευχαριστηθεί κανείς, μια εξοικείωση με το πραγματικό άθλημα - ένα παιχνίδι στο οποίο οι επιτυχημένοι γύροι τεσσάρων βάσεων, μακράν του να αποτελούν τον κανόνα, επέχουν θέση ηρωικών στιγμών στην εκτύλιξη ενός ευρύτερου δράματος.)
Η διαφορά μεταξύ αθλήματος και θεάματος είναι η διαφορά μεταξύ πραγματικού μπάσκετ και «μπάσκετ με τραμπολί- νο», όπου οι παίκτες εκτοξεύονται ψηλά πάνω από το καλάθι και καρφώνουν τη μπάλα· είναι η διαφορά ανάμεσα στην πραγματική πάλη και την παραλλαγή της που στήνει η Παγκόσμια Ομοσπονδία Πάλης (\ν\\Τ), όπου οι παλαιστές επιτίθενται στους αντιπάλους τους με πτυσσόμενες καρέκλες. Απομονώνοντας και υπερβάλλοντας με κάποιο τέχνασμα το πιο εντυπωσιακό στοιχείο ενός αθλήματος, τα θεάματα απαξιώνουν τα φυσικά ταλέντα και χαρίσματα που επιδεικνύουν οι μεγάλοι παίκτες. Σ’ ένα παιχνίδι μπάσκετ που θα επέτρεπε στους παίκτες να χρησιμοποιούν τραμπολίνο, η αθλητικότητα του Μάικλ Τζόρνταν δεν θα έπαιρνε τόσο μεγαλειώδεις διαστάσεις.
64 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι κάθε καινοτομία στην εξάσκηση και τον εξοπλισμό διαφθείρει το παιχνίδι. Ορισμένες, όπως γάντια του μπέιζμπολ και οι ρακέτες τένις από γραφίτη, το βελτιώνουν. Πώς μπορούμε να διακρίνουμε τις αλλαγές που βελτιώνουν από εκείνες που διαφθείρουν; Καμία απλή αρχή δεν μπορεί να επιλύσει μια για πάντα το ζήτημα. Η απάντηση εξαρτάται από τη φύση του αθλήματος κι από το βαθμό στον οποίο η νέα τεχνολογία προβάλλει ή συσκοτίζει τα ταλέντα και τις δεξιότητες που διακρίνουν τους καλύτερους παίκτες. Τα αθλητικά παπούτσια βελτίωσαν τους αγώνες δρόμου μειώνοντας τον κίνδυνο να παρεμποδιστούν οι δρομείς στην προσπά- θειά τους από ατυχήματα άσχετα με τον αγώνα (όπως να πατήσουν ένα αιχμηρό χαλίκι)· τα παπούτσια έκαναν το αγώνισμα έναν πιο αληθινό διαγωνισμό για τον καλύτερο δρομέα. Όταν οι μαραθωνοδρόμοι παίρνουν το μετρό για να κόψουν το νήμα και οι παλαιστές αγωνίζονται με πτυσσόμενες καρέκλες, διακωμωδούνται οι δεξιότητες που υποτίθεται ότι δοκιμάζουν οι μαραθώνιοι και οι αγώνες πάλης.
Τα επιχειρήματα σχετικά με την ηθική της ενίσχυσης είναι πάντα, εν μέρει τουλάχιστον, επιχειρήματα σχετικά με το τέλος ή το νόημα του εν λόγω αθλήματος, και με τις αρετές που αρμόζουν στο παιχνίδι. Αυτό ισχύει τόσο σε αμφιλεγόμενες όσο και σε προφανείς περιπτώσεις. Ας πάρουμε το θέμα της προπόνησης. Στους Δρόμους της φωτιάς (ϋΗαΗοίε ο̂ ΡΪΓβ), μια ταινία που διαδραματίζεται στην Αγγλία της δεκαετίας του 1920, οι αρχές του Πανεπιστήμιού του Καίμπριτζ τιμωρούν έναν από τους επιφανέστερους αθλητές τους επειδή προσέλαβε ιδιαίτερο προπονητή9. Με την πράξη αυτή, ισχυρίζονται, παραβιά- στηκε το πνεύμα του ερασιτεχνικού αθλητισμού, που προβλέπει μεταξύ άλλων, κατά την άποψή τους, ότι προπονείται κανείς εντελώς μόνος του ή μαζί με τους ομότιμους συναθλητές του. Ο δρομέας πίστευε ότι το νόημα των πανεπιστημιακών
ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 65
αθλημάτων ήταν η όσο το δυνατόν πληρέστερη ανάπτυξη των αθλητικών προσόντων του καθενός και ότι ο προπονητής θα βοηθούσε μάλλον, αντί να αμαυρώσει, την επιδίωξη αυτού του αγαθού. Το αν ο προπονητής συνιστά θεμιτό μέσο ενίσχυσης των επιδόσεων εξαρτάται από την άποψη που θεωρεί κανείς ορθή όσον αφορά το σκοπό των πανεπιστημιακών αθλημάτων και τις συνακόλουθες αρετές τους.
Διαμάχες σχετικά με την ενίσχυση των επιδόσεων προκύπτουν και στη μουσική, όπως στον αθλητισμό, και παίρνουν παρόμοια μορφή. Ορισμένοι κλασικοί μουσικοί που πάσχουν από τρακ παίρνουν βήτα-αναστολείς για να κατευνάσουν τα νεύρα τους πριν από τη συναυλία. Τα φάρμακα, σχεδιασμένα για την αντιμετώπιση καρδιακών διαταραχών, βοηθούν τους νευρικούς μουσικούς μειώνοντας την επίδραση της αδρεναλίνης και τους σφυγμούς της καρδιάς κι επιτρέποντάς τους έτσι να παίξουν χωρίς να εμποδίζονται από τρεμάμενα χέρια10. Οι αντίπαλοι αυτής της πρακτικής θεωρούν την εκτέλεση με τη βοήθεια καταπραϋντικών ένα είδος εξαπάτησης και υποστηρίζουν ότι για να είναι κανείς μουσικός πρέπει, μεταξύ άλλων, να μάθει να υπερνικά το φόβο με φυσικό τρόπο. Οι υποστηρι- κτές των βήτα-αναστολέων ισχυρίζονται ότι τα φάρμακα δεν κάνουν κάποιον καλύτερο βιολονίστα ή πιανίστα, αλλά αφαι- ρούν απλώς ένα εμπόδιο ώστε να μπορέσουν οι εκτελεστές να επιδείξουν τα αληθινά μουσικά τους χαρίσματα. Υπόκειται σ’ αυτή τη διαμάχη μια διαφωνία ως προς τις ιδιότητες που συνι- στούν τη μουσική αρτιότητα: η αταραξία μπροστά σε μια γεμάτη αίθουσα είναι άραγε μια αρετή εγγενής σε κάθε σπουδαία μουσική εκτέλεση ή είναι απλώς συμπτωματική;
Μερικές φορές οι μηχανικές ενισχύσεις μπορούν να απο- δειχθούν περισσότερο διαβρωτικές από τις φαρμακολογικές. Πρόσφατα, διάφορες αίθουσες συναυλιών και λυρικές σκηνές άρχισαν να εγκαθιστούν συστήματα ενίσχυσης του ήχου11. Οι
66 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
φιλόμουσοι διαμαρτύρονται ότι η τοποθέτηση μικροφώνων στους μουσικούς θα χαλάσει τον ήχο και θα υποβιβάσει την τέχνη. Το μεγαλείο της όπερας, υποστηρίζουν, δεν έχει να κάνει μόνο με τις σωστές νότες που πρέπει να πετύχει ο τραγουδιστής, αλλά και με την προβολή της φυσικής ανθρώπινης φωνής μέχρι το πίσω μέρος της αίθουσας. Για τραγουδιστές με κλασική παιδεία, η προβολή της φωνής είναι μέρος της τέχνης - το θέμα δεν είναι απλώς να ανεβάσουν την ένταση. Η σταρ της όπερας Μαίριλυν Χορν αποκαλεί την ενίσχυση του ήχου «φιλί του θανάτου για το καλό τραγούδι»12.
Ο Άντονι Τομασίνι, κριτικός κλασικής μουσικής στους Νβ\ν ΥογΚ Τίτηβχ, περιγράφει πώς η ενίσχυση του ήχου μεταμόρφωσε, και από μια άποψη υποβίβασε το μιούζικαλ του Μπρόντ- γουεϊ: «Στις πρώτες συναρπαστικές δεκαετίες του, το μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ ήταν ένα ερεθιστικά καλλιεργημένο είδος όπου έξυπνα λόγια αναμειγνύονταν ευφυώς με ζωηρές, κομψές ή μελαγχολικά μελωδικές μουσικές. Στην ουσία του, ωστόσο, ήταν μια μορφή τέχνης με άξονα το λόγο ... Όταν όμως οι ενισχυτές κατέλαβαν το Μπρόντγουεϊ, το κοινό έπαψε αναπόφευκτα να είναι σε εγρήγορση κι έγινε πιο παθητικό. Όλα τα στοιχεία του μιούζικαλ άρχισαν να αλλάζουν, από τους στίχους (που έγιναν λιγότερο λεπτοί και περίτεχνοι), μέχρι τη θεματολογία και τα μουσικά στιλ (όσο πιο μεγάλο, λουσάτο και κραυγαλέο, τόσο το καλύτερο)». Καθώς τα μιούζικαλ έγιναν «λιγότερο καλλιεργημένα και πιο προφανή», οι τρα-, γουδιστές που διέθεταν φοόνή «οπερατικών διαστάσεων περι- θωριοποιήθηκαν» και το είδος περιέπεσε σε μελοδραματικά θεάματα όπως Το φάντασμα της όπερας και η Μις Σαϊγκόν. Καθώς το μιούζικαλ προσαρμόστηκε στην τεχνολογία της ενίσχυσης, «η καλλιτεχνική μορφή μειώθηκε ή τουλάχιστον έγινε κάτι άλλο»13.
Φοβούμενος μήπως η όπερα έχει την ίδια μοίρα, ο Τομασί-
ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 67
νι ελπίζει πως η παραδοσιακή, μη ενισχυμένη όπερα θα μπορέσει να διατηρηθεί, ως επιλογή, δίπλα στην ηλεκτρονικά ενι- σχυμένη εκδοχή. Αυτή η υπόδειξη θυμίζει τις προτάσεις για παράλληλους αθλητικούς αγώνες, με ενισχυμένους αθλητές από τη μια και μη ενισχυμένους απ’ την άλλη. Μια τέτοια πρόταση έγινε από έναν θιασώτη της ενίσχυσης, αρθρογράφο του τεχνολογικού περιοδικού ΨΪΓβά'. «Φτιάξτε μία κατηγορία για τον γενετικά σχεδιασμένο ροπαλοφόρο (του μπέιζμπολ) και μια άλλη για τον ανθρώπινης κλίμακας συνάδελφό του. Μια διοργάνωση για τον παραγεμισμένο με αυξητικές ορμόνες δρομέα ταχύτητας και μια άλλη για τον αργοκίνητο ελευθέρας βοσκής». Ο συγγραφέας ήταν πεπεισμένος ότι οι φουσκωμένες κατηγορίες θα πετύχαιναν μεγαλύτερα ποσοστά τηλεθέα- σης από τις αντίστοιχες φυσικές14.
Είναι δύσκολο να πούμε αν μπορούν να συνυπάρξουν επί μακρόν η ενισχυμένη και η παραδοσιακή όπερα, ή η φουσκωμένη και η «ελευθέρας βοσκής» αθλητική κατηγορία. Στην τέχνη, όπως και στον αθλητισμό, οι τεχνολογικά ενισχυμένες εκδοχές μιας πρακτικής σπάνια αφήνουν ανεπηρέαστους τους παλιούς τρόπους. Οι κανόνες αλλάζουν, το κοινό εγκλιματίζεται στις νέες συνθήκες και το θέαμα ασκεί μια κάποια γοητεία, ακόμη κι αν μας στερεί την ανόθευτη πρόσβαση σε ανθρώπινα ταλέντα και χαρίσματα.
Η αξιολόγηση των κανόνων μιας αθλητικής αναμέτρησης ως προς τη συναρμογή τους με τα προσόντα που προσιδιάζουν στο άθλημα θα φανεί σε κάποιους αδικαιολόγητα επικριτική, όμοια με την επιτήδεια, αριστοκρατική ευαισθησία των καθηγητών του Καίμπριτζ στους Δρόμους της φωτιάς. Όμως είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που θαυμάζουμε στον αθλητισμό δίχως να εκφέρουμε κάποια κρίση σχετικά με το νόημα του παιχνιδιού και τις αρετές που προϋποθέτει.
Ας δούμε την εναλλακτική προσέγγιση. Ορισμένοι αρνού-
68 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
νται ότι τα αθλήματα έχουν κάποιο νόημα. Απορρίπτουν την ιδέα ότι οι κανόνες ενός παιχνιδιού θα πρέπει να αρμόζουν στο σκοπό του αθλήματος και να τιμούν τα χαρίσματα που επιδεικνύουν όσοι το παίζουν καλά. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, οι κανόνες κάθε παιχνιδιού είναι εντελώς αυθαίρετοι: δικαιολογούνται μόνο από τη διασκέδαση που παρέχουν και τον αριθμό των θεατών που προσελκύουν. Η πιο σαφής διατύπωση αυτής της άποψης εμφανίζεται αναπάντεχα σε μια γνωμάτευση του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών που κατέθεσε ο δικαστής Άντονιν Σκάλια. Η υπόθεση αφορούσε έναν επαγγελματία του γκόλφ ο οποίος, μην μπορώντας να περπατήσει χωρίς να νιώθει πόνο λόγω μιας εκ γενετής νόσου των ποδιών, διεκδίκησε επικαλούμενος το νόμο περί Αμερικανών πολιτών με αναπηρίες το δικαίωμα να χρησιμοποιεί ένα καρότσι του γκολφ σε επαγγελματικά τουρνουά. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε υπέρ του, με το σκεπτικό ότι το περπάτημα στο γήπεδο δεν είναι ουσιώδες γνώρισμα του γκολφ. Ο Σκάλια διαφώνησε, υποστηρίζοντας ότι είναι αδύνατο να διακρίνει κανείς τα ουσιώδη από τα συμπτωματικά γνωρίσματα ενός παιχνιδιού: «όταν λέγεται ότι κάτι είναι “ουσιώδες”, σημαίνει κοινώς ότι είναι αναγκαίο για την επίτευξη ενός ορισμένου στόχου. Εφόσον όμως από την ίδια του τη φύση ένα παιχνίδι δεν έχει άλλο σκοπό εκτός από τη διασκέδαση (αυτό είναι που διακρίνει τα παιχνίδια από την παραγωγική δραστηριότητα), είναι μάλλον αδύνατο να πει κανείς ότι οποιοσδήποτε από του'ς αυθαίρετους κανόνες ενός παιχνιδιού είναι “ουσιώδης”». Εφόσον οι κανόνες του γκολφ «είναι (όπως και όλων των παιχνιδιών) εντελώς αυθαίρετοι», υποστήριξε ο Σκάλια, δεν υπάρχει καμία βάση κριτικής αποτίμησης των κανόνων που έχουν τεθεί από την ένωση η οποία ορίζει το άθλημα15.
Ωστόσο η άποψη του Σκάλια για τα αθλήματα είναι τρα-
ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ 69
βηγμένη και θα ξένιζε κάθε οπαδό. Αν οι άνθρωποι πίστευαν στ’ αλήθεια ότι οι κανόνες του αγαπημένου τους αθλήματος είναι αυθαίρετοι και όχι σχεδιασμένοι έτσι ώστε να αναδει- κνΰουν και να τιμούν ορισμένα ταλέντα και χαρίσματα που αξίζουν το θαυμασμό, θα δυσκολεύονταν να ενδιαφερθούν για την έκβαση του παιχνιδιού16. Τα αθλήματα θα κατέληγαν τότε να γίνουν απλό θέαμα, πηγή διασκέδασης και όχι αντικείμενο που ζητά την εκτίμησή μας. Αν αφήναμε κατά μέρος το ζήτημα της ασφάλειας, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να απαγορεύονται τα ενισχυτικά φάρμακα και οι γενετικές τροποποιήσεις - κανένας λόγος, τουλάχιστον, που να σχετίζεται με την ακεραιότητα του παιχνιδιού κι όχι με το μέγεθος του πλήθους.
Ο ξεπεσμός του αθλητισμού σε θέαμα δεν προσιδιάζει μόνο στην εποχή της γενετικής μηχανικής. Δείχνει όμως γιατί οι τεχνολογίες ενίσχυσης των επιδόσεων, γενετικές ή άλλες, μπορεί να διαβρώσουν εκείνο το μέρος της αθλητικής και της καλλιτεχνικής δραστηριότητας που τιμά φυσικά ταλέντα και χαρίσματα.
3
Γονείς που πατρονάρουν, παιδιά με πατρόν
Η ηθική της χαρισματικότητας, η οποία πλήττεται στον αθλητισμό, παραμένει ενεργή στην πρακτική της γονικής φροντίδας. Κι εδώ όμως η εμβιομηχανική και η γενετική ενίσχυση απειλούν να την εκτοπίσουν. Όταν εκτιμούμε τα παιδιά ως δώρα, τα αποδεχόμαστε όπως έρχονται, όχι ως αντικείμενα του σχε- διασμού μας, προϊόντα της θέλησής μας ή όργανα των φιλοδοξιών μας. Η γονική αγάπη δεν εξαρτάται από τα ταλέντα και τα χαρακτηριστικά που τυχαίνει να έχει το παιδί. Διαλέγουμε τους φίλους και τους συντρόφους μας εν μέρει τουλάχιστον με βάση κάποιες ιδιότητες που βρίσκουμε ελκυστικές. Αλλά δεν διαλέγουμε τα παιδιά μας. Οι ιδιότητές τους είναι απρόβλεπτες κι ακόμη και οι πιο ευσυνείδητοι γονείς δεν μπορεί να θεωρούνται ολότελα υπεύθυνοι για το παιδί που έχουν. Γι’ αυτό και ο ρόλος του γονέα, περισσότερο από άλλες ανθρώπινες σχέσεις, μας μαθαίνει αυτά που ο θεολόγος Γουίλλιαμ Φ. Μέι ονομάζει «ανοιχτότητα στο απρόσκλητο»1.
Διάπλαση και θέαση
Η ηχηρή φράση του Μέι περιγράφει μια ποιότητα χαρακτήρα και ψυχής που συγκροτεί την ορμή για έλεγχο και κυριαρχία
ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΠΑΤΡΟΝ 71
και προωθεί μια αίσθηση της ζωής ως δώρου. Μας βοηθάει να δούμε ότι η βαθύτερη ηθική ένσταση απέναντι στην ενίσχυση αφορά λιγότερο την τελειότητα που αυτή επιζητεί και περισσότερο την ανθρώπινη στάση που εκφράζει και προωθεί. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι γονείς σφετερίζονται την αυτονομία του παιδιού που σχεδιάζουν (λες και το παιδί θα μπορούσε αλλιώς να επιλέξει το ίδιο τα γενετικά του γνωρίσματα). Το πρόβλημα έγκειται στην ύβρη των γονέων που σχεδιάζουν και πατρονάρουν, στη ροπή τους να κυριαρχήσουν πάνω στο μυστήριο της γέννησης. Ακόμη κι αν μια τέτοια στάση δεν κάνει τους γονείς τυράννους απέναντι στα παιδιά τους, παραμορφώνει τη σχέση γονέα και παιδιού και στερεί από τον γονέα την ταπεινοφροσύνη και τη διευρυμένη ανθρώπινη ενσυναίσθηση που μπορεί να καλλιεργήσει η ανοιχτότητα στο απρόσκλητο.
Όταν εκτιμούμε τα παιδιά ως δώρα ή ευλογίες, δεν σημαίνει ότι μένουμε παθητικοί μπροστά στην ασθένεια ή τη νόσο. Η θεραπεία ενός άρρωστου ή τραυματισμένου παιδιού δεν υπερβαίνει τις φυσικές του ικανότητες, αλλά τους επιτρέπει να ανθήσουν. Αν και η ιατρική φροντίδα παρεμβαίνει στη φύση, το κάνει για χάρη της υγείας κι έτσι δεν αντιπροσωπεύει μια απεριόριστη προσπάθεια κυριαρχίας και καθυπόταξης. Ακόμη και οι επίμοχθες προσπάθειες αντιμετώπισης ή θεραπείας μιας νόσου δεν αποτελούν κάποια προμηθεϊκή επίθεση στο δεδομένο. Και τούτο διότι η ιατρική διέπεται, ή τουλάχιστον καθοδηγείται, από τον κανόνα της αποκατάστασης και διατήρησης των φυσικών ανθρώπινων λειτουργιών που συνιστούν την υγεία.
Η ιατρική, όπως και ο αθλητισμός, είναι μια πρακτική που έχει ένα σκοπό, ένα τέλος, το οποίο την προσανατολίζει και την περιορίζει. Βέβαια, τι συνιστά καλή υγεία ή κανονική ανθρώπινη λειτουργία είναι κάτι που θέλει συζήτηση· δεν είναι μόνο βιολογικό ζήτημα. Υπάρχουν διαφωνίες, λόγου χάρη, για
72 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
το αν η κώφωση είναι μια αναπηρία που χρήζει θεραπείας ή μια μορφή κοινότητας και ταυτότητας που χρήζει φροντίδας. Όμως ακόμη και η διαφωνία ξεκινάει από την παραδοχή ότι το νόημα της ιατρικής είναι να προάγει την υγεία και να θεραπεύει την ασθένεια.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η υποχρέωση του γονέα να θεραπεύσει ένα άρρωστο παιδί συνεπάγεται και την υποχρέωσή του να ενισχύσει ένα υγιές, να μεγιστοποιήσει τη δυνατότητά του να πετυχει στη ζωή. Τούτο όμως αληθεύει μόνο εφόσον αποδέχεται κανείς την ωφελιμιστική ιδέα ότι η υγεία δεν είναι ένα διακριτό ανθρώπινο αγαθό, αλλά ένα απλό μέσο μεγιστοποίησης της ευτυχίας και της ευημερίας. Ο ειδικός σε θέματα βιοηθικής Τζούλιαν Σαβουλέσκου υποστηρίζει, για παράδειγμα, ότι «η υγεία δεν είναι εγγενώς πολύτιμη», μόνο «εργαλεια- κά πολύτιμη», ένας «πόρος» που μας επιτρέπει να κάνουμε αυτό που θέλουμε. Αυτός ο τρόπος σκέψης γύρω από την υγεία απορρίπτει τη διάκριση μεταξύ ίασης και ενίσχυσης. Σύμφωνα με τον Σαβουλέσκου, οι γονείς όχι μόνο έχουν καθήκον να προάγουν την υγεία των παιδιών τους, αλλά είναι και «ηθικά υποχρεωμένοι να τροποποιούν γενετικά τα παιδιά τους». Θα πρέπει να χρησιμοποιούν την τεχνολογία για να χειρίζονται «τη μνήμη, την ιδιοσυγκρασία, την υπομονή, την κατανόηση, την αίσθηση του χιούμορ, την αισιοδοξία» και τα άλλα χαρακτηριστικά των παιδιών τους, προκειμένου να τους προσφέρουν «την καλύτερη ευκαιρία για την καλύτερη ζωή»2.
Ωστόσο, είναι λάθος να σκεφτόμαστε την υγεία με εντελώς εργαλειακούς όρους, ως τρόπο μεγιστοποίησης κάποιου άλλου πράγματος. Η καλή υγεία, όπως ο καλός χαρακτήρας, είναι συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης ανάπτυξης. Αν και είναι καλύτερα να έχει κανείς περισσότερη παρά λιγότερη υγεία, τουλάχιστον μέσα σ’ ένα ορισμένο φάσμα, δεν πρόκειται για εκείνο το είδος των αγαθών που μπορούν να μεγιστοποιηθούν.
ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΠΑΤΡΟΝ 73
Κανένας δεν φιλοδοξεί να γίνει βιρτουόζος της υγείας (εκτός ίσως, από έναν υποχόνδριο). Στη δεκαετία του 1920, οι ευγονι- στές διεξήγαγαν διαγωνισμούς υγείας σε δημόσιες εμποροπα- νηγύρεις και απένεμαν βραβεία στις «καταλληλότερες οικογένειες». Όμως αυτή η παράδοξη πρακτική δείχνει πόσο τρελό είναι να συλλαμβάνει κανείς την υγεία με εργαλειακοΰς όρους ή ως αγαθό που πρέπει να μεγιστοποιηθεί. Σε αντίθεση με τα ταλέντα και τα γνωρίσματα που φέρνουν την επιτυχία σε μια ανταγωνιστική κοινωνία, η υγεία είναι ένα οριοθετημένο αγαθό· οι γονείς μπορούν να το επιδιώκουν για τα παιδιά τους χωρίς να κινδυνεύουν να παρασυρθούν σε μια διαρκώς κλιμακούμενη κούρσα εξοπλισμών.
Φροντίζοντας για την υγεία των παιδιών τους, οι γονείς δεν αναλαμβάνουν ρόλο πάτρονα και σχεδιαστή ούτε μετατρέπουν τα παιδιά τους σε προϊόντα της θέλησής τους ή όργανα των φιλοδοξιών τους. Δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για εκείνους τους γονείς που ξοδεύουν μεγάλα ποσά για να επιλέξουν το φύλο του παιδιού τους (για μη ιατρικούς λόγους) ή αποβλέπουν στον εμβιομηχανικό σχεδιασμό των διανοητικών προσόντων ή των αθλητικών ικανοτήτων του. Όπως συμβαίνει με όλες τις διακρίσεις, η διαχωριστική γραμμή μεταξύ θεραπείας και ενίσχυσης ξεθωριάζει στις άκρες. (Τι γίνεται με την ορθοδοντική, λόγου χάρη, η με την αυξητική ορμόνη σε πολύ κοντά παιδιά;) Αυτό όμως δεν συσκοτίζει τη σπουδαιότητα της διάκρισης: οι γονείς που επιζητούν την ενίσχυση των παιδιών τους είναι πιο πιθανό να το παρακάνουν, να εκφράσουν και να παγιώσουν στάσεις που αντιβαίνουν στον κανόνα της άνευ όρων αγάπης.
Φυσικά, η άνευ όρων αγάπη δεν απαιτεί να παραιτηθούν οι γονείς από την προσπάθεια να διαμορφώσουν και να κατευθύνουν την ανάπτυξη του παιδιού τους. Απεναντίας, οι γονείς έχουν υποχρέωση να καλλιεργήσουν τα παιδιά τους, να τα
74 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
βοηθήσουν να ανακαλύψουν και να αναπτυξουν τα ταλέντα και τα χαρίσματα τους. Όπως επισημαίνει ο Μέι, η γονική αγάπη έχει δυο όψεις: τη δεκτική αγάπη (αοοβρίΐη§ Ιονβ) και τη μεταπλαστική αγάπη (ΐΓ3ηδίοπηΐη§ Ιονβ). Η δεκτική αγάπη καταφάσκει στην ύπαρξη του παιδιού, ενώ η μεταπλαστική αγάπη επιδιώκει την ευημερία του. Κάθε πλευρά διορθώνει τις υπερβολές της άλλης: «Ο δεσμός γίνεται πολύ ησυχαστικός αν χαλαρώσει και καταλήξει στην απλή αποδοχή του παιδιού όπως είναι». Είναι καθήκον των γονέων να προάγουν τις αρετές των παιδιών τους3.
Ωστόσο, στις μέρες μας, οι υπέρμετρα φιλόδοξοι γονείς έχουν την τάση να παρασύρονται στην κατεύθυνση της μετα- πλαστικής αγάπης - προωθώντας και ζητώντας κάθε είδους επιτεύγματα από τα παιδιά τους, επιδιώκοντας την τελειότητα. «Οι γονείς δυσκολεύονται να κρατήσουν μια ισορροπία ανάμεσα στις δύο πλευρές της αγάπης», παρατηρεί ο Μέι. «Η δεκτική αγάπη, χωρίς τη μεταπλαστική αγάπη, ολισθαίνει προς την ανοχή και τελικά την παραμέληση. Η μεταπλαστική αγάπη, χωρίς τη δεκτική αγάπη, ταλανίζει και τελικά απορρίπτει». Ο Μέι βλέπει σ’ αυτές τις ανταγωνιστικές παρορμήσεις έναν παραλληλισμό με τη νεωτερική επιστήμη: αυτή επίσης μας ωθεί να θεώμαστε τον δεδομένο κόσμο, μελετώντας και απολαμβά- νοντάς τον, και ταυτόχρονα να τον διαπλάθουμε, μετασχηματίζοντας και τελειοποιώντας τον4. Λ
Το αίτημα της διάπλασης των παιδιών, της καλλιέργειας και βελτίωσής τους, περιπλέκει τη θέση κατά της ενίσχυσης. Θαυμάζουμε τους γονείς που θέλουν το καλύτερο για τα παιδιά τους, που δεν φείδονται κόπων προκειμένου να τα βοηθήσουν να βρουν την ευτυχία και την επιτυχία. Ποια είναι τότε η διαφορά ανάμεσα στην προσφορά μιας τέτοιας βοήθειας μέσω της εκπαίδευσης και της εξάσκησης και στην προσφορά της μέσω γενετικής ενίσχυσης; Κάποιοι γονείς παρέχουν πλεονε
ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΠΑΤΡΟΝ 75
κτήματα στα παιδιά τους γράφοντάς τα σε ακριβά σχολεία, προσλαμβάνοντας δασκάλους για ιδιαίτερα, προσφέροντάς τους μαθήματα τένις, πιάνου, μπαλέτου, κολύμβησης, προετοιμασίας για τις εισαγωγικές κ.ο.κ. Αν είναι επιτρεπτό, ή και αξιοθαύμαστο, να βοηθούν οι γονείς τα παιδιά τους με αυτούς τους τρόπους, γιατί δεν είναι το ίδιο αξιοθαύμαστο να χρησιμοποιούν όποιες γενετικές τεχνολογίες εμφανίζονται (υπό την προϋπόθεση ότι είναι ασφαλείς) προκειμένου να ενισχύσουν την ευφυΐα, τις μουσικές ικανότητες ή τις αθλητικές δεξιότητες του παιδιού τους;
Οι υπέρμαχοι της ενίσχυσης υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει διαφορά, από άποψη αρχής, ανάμεσα στη βελτίωση παιδιών μέσω της εκπαίδευσης και τη βελτίωσή τους μέσω της εμβιο- μηχανικής. Οι επικριτές της ενίσχυσης επιμένουν ότι η διαφορά είναι κολοσσια. Λένε ότι η προσπάθεια βελτίωσης των παιδιών μέσα από το χειρισμό της γενετικής τους σύστασης θυμίζει ευγονική, το στιγματισμένο κίνημα του προηγούμενου αιώνα που βάλθηκε να βελτιώσει την ανθρώπινη φυλή μέσα από πολιτικές (συμπεριλαμβανομένης της αναγκαστικής στείρωσης και άλλων απεχθών μέτρων) προσανατολισμένες στη βελτίωση της γονιδιακής δεξαμενής. Αυτές οι ανταγωνιστικές αναλογίες βοηθούν να αποσαφηνιστεί το ηθικό καθεστώς της γενετικής ενίσχυσης. Η προσπάθεια των γονέων να ενισχύ- σουν τα παιδιά τους μέσω της γενετικής μηχανικής μοιάζει άραγε περισσότερο με την εκπαίδευση και την εξάσκηση (πράγμα ενδεχομένως καλό) ή με την ευγονική (πράγμα ενδεχομένως κακό);
Οι υπέρμαχοι της ενίσχυσης έχουν δίκιο ως προς το εξής: η βελτίωση των παιδιών μέσω της γενετικής μηχανικής είναι παρόμοια ως προς το πνεύμα με τις πρακτικές ασφυκτικής διαχείρισης και υψηλής πίεσης που χαρακτηρίζουν στις μέρες μας την ανατροφή των παιδιών. Αυτη η ομοιότητα όμως δεν δικαι-
76 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
ώνει τη γενετική ενίσχυση. Απεναντίας, αναδεικνύει ένα πρόβλημα που υπάρχει στην τάση για υπέρμετρη γονική φροντίδα5. Το πιο χτυπητό παράδειγμα είναι οι τρελαμένοι με τον αθλητισμό γονείς που έχουν βαλθεί να κάνουν τα παιδιά τους πρωταθλητές. Ενίοτε τα καταφέρνουν, όπως στην περίπτωση του Ρίτσαρντ Γουίλλιαμς, ο οποίος λέγεται ότι είχε σχεδιάσει τις σταδιοδρομίες των κοριτσιών του στο τένις, της Βίνους και της Σερίνα, προτού γεννηθούν ή του Ερλ Γουντς, ο οποίος έδωσε στο γιο του Τάιγκερ ένα μπαστούνι του γκολφ ενόσω ήταν ακόμη στο παιδικό πάρκο. «Ας μη γελιόμαστε, κανένα παιδί δεν αφιερώνεται από μόνο του στον αθλητισμό μ’ αυτό τον τρόπο», είπε ο Ρίτσαρντ Γουίλλιαμς στους Νε\ν Υοή, Τίηχβ$. «Οι γονείς το κάνουν και σ’ αυτό είμαι ένοχος. Αν δεν το σχεδιάσεις, πιστέψτε με, δεν πρόκειται να γίνει»6.
Ένα παρόμοιο αίσθημα μπορεί να διαπιστωθεί πέρα από τις τάξεις των επίλεκτων αθλημάτων, στους εξιταρισμένους γονείς που συνωστίζονται γύρω από τα γήπεδα ποδοσφαίρου και μπέιζμπολ «ελπίδων» σ’ όλη τη χώρα. Τόσο οξυμμένη είναι η επιδημία της γονικής παρεμβατικότητας και ανταγωνιστικότητας που οι αθλητικές ενώσεις νέων έχουν επιχειρήσει να την ελέγξουν καθιερώνοντας ζώνες όπου οι γονείς δεν έχουν πρόσβαση, σιωπηλά σαββατοκύριακα (δίχως ζητωκραυγές ή επευφημίες) και βραβεία για γονείς που επιδεικνύουν αθλητικό ήθος και αυτοσυγκράτηση7. ->■
Η πίεση από την περιφέρεια του γηπέδου δεν είναι ο μόνος , φόρος που επιβάλλει η υπέρμετρη γονική φροντίδα στους νεαρούς αθλητές. Καθώς τα αυτοσχέδια παιχνίδια και οι αθλοπαιδιές έχουν υποχωρήσει μπροστά σε αθλητικές ενώσεις οργανωμένες και διευθυνόμενες από δυναμικούς γονείς, οι παιδίατροι αναφέρουν μια ανησυχητική αύξηση των τραυματισμών από υπέρχρηση μεταξύ των εφήβων. Σήμερα, δεκαεξάχρονοι ρίπτες του μπέιζμπολ υποβάλλονται σε επανορθωτική χει-
ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΠΑΤΡΟΝ 77
ρουργική στον αγκώνα, επέμβαση που κάποτε γινόταν μόνο σε ρίπτες του επαγγελματικού πρωταθλήματος οι οποίοι ζητούσαν να παρατείνουν την καριέρα τους. Ο Δρ. Λάυλ Μικέλι, διευθυντής του αθλιατρικού τμήματος του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης, αναφέρει ότι το 70% των νεαρών ασθενών που φροντίζει πάσχουν από τραυματισμούς υπέρχρησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό πριν από είκοσι πέντε ήταν 10%. Οι αθλίατροι αποδίδουν την επιδημία των τραυματισμών υπέρχρησης στην αυξανόμενη τάση να ωθούνται τα παιδιά να εξειδικευτούν σ’ ένα μεμονωμένο άθλημα από μικρή ηλικία και να εξασκούνται σ’ αυτό σ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. «Οι γονείς νομίζουν ότι μεγιστοποιούν τις πιθανότητες του παιδιού τους όταν το προσανατολίζουν σε ένα συγκεκριμένο άθλημα», λέει ο Δρ. Μικέλι. «Τα αποτελέσματα πολλές φορές δεν είναι αυτά που περίμεναν»8.
Οι κρατικοί λειτουργοί και οι γιατροί που ασχολούνται με τον αθλητισμό των νέων δεν είναι οι μόνοι που αναζητούν τρόπους να σφίξουν τα λουριά σε πληθωρικούς γονείς. Μέλη της διοίκησης πανεπιστημίων επίσης παραπονούνται για το εντει- νόμενο πρόβλημα των γονέων που έχουν βαλθεί να ελέγξουν τη ζωή των παιδιών τους - συμπληρώνοντας τις αιτήσεις τους για να εισαχθούν στις σχολές, ενοχλώντας τηλεφωνικά την υπηρεσία εγκρίσεων, βοηθώντας τα να γράψουν εργασίες, πα- ραμένοντας τη νύχτα στους φοιτητικούς ξενώνες. Ορισμένοι γονείς μάλιστα τηλεφωνούν σε πανεπιστημιακούς υπεύθυνους ζητώντας τους να φροντίσουν για το πρωινό ξύπνημα των παιδιών τους9. «Οι γονείς των σπουδαστών είναι εκτός ελέγχου», λέει η Μαίριλι Τζόουνς, επικεφαλής εγκρίσεων στο ΜΙΤ, η οποία έχει αναλάβει την αποστολή να προτρέπει τους αγχωμένους γονείς να αποσυρθούν10. Με αυτή τη διαπίστωση συμφωνεί και η Τζούντιθ Σαπίρο, πρόεδρος του Β&τηαπί (Ζοΐΐε^ε. Σε άρθρο της με τίτλο «Κρατώντας τους γονείς εκτός πανεπι-
78 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
στημιούπολης», γράφει: «Το δικαίωμα που αισθάνονται ότι έχουν ως καταναλωτές, μαζί με την αδυναμία να αποκολλη- θοΰν από τα παιδιά τους, κάνει ορισμένους γονείς να θέλουν να διαχειριστούν κάθε πλευρά της φοιτητικής ζωής των παιδιών τους - από την επιδίωξη εισαγωγής μέχρι την επιλογή κορμού μαθημάτων. Τέτοιοι γονείς, αν και αποτελούν εξαίρεση, δεν παύουν να είναι μια όλο και πιο αισθητή πραγματικότητα για διδάσκοντες, κοσμήτορες και προέδρους»11.
Η μανία των γονέων να διαπλάσουν και να κατευθύνουν την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία των παιδιών τους έχει ενταθεί την τελευταία δεκαετία, καθώς οι εκπρόσωποι της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς βοοηιεΓδ), συνηθισμένοι να έχουν τον έλεγχο, ετοιμάζονται να στείλουν τα παιδιά τους στο πανεπιστήμιο. Μια γενιά πριν από τη σημερινή, λίγοι μαθητές λυκείου έμπαιναν στον κόπο να προετοιμαστούν για το τεστ μαθητικών δεξιοτήτων 5ΑΤ (δο1ιο1&8ΐΐο Αρίίίιιοίε ΤβδΙ). Σήμερα οι γονείς ξοδεύουν μεγάλα ποσά σε φροντιστήρια προετοιμασίας για το 8ΑΤ, δασκάλους, βιβλία και λογισμικό για τα παιδιά τους που προορίζονται για το πανεπιστήμιο, κάνοντας έτσι την προετοιμασία για τις εξετάσεις μια βιομηχανία των 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων12. Από το 1992 μέχρι το 2001, η Κπρί&η, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον τομέα της προετοιμασίας για εξετάσεις, είδε τα ακαθάριστα έσοδά της να αυξάνονται κατά 225%13. ^
Τα φροντιστήρια προετοιμασίας για το 8ΑΤ δεν είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο ίοι αγχωμένοι εύποροι προσπαθούν να λουστράρουν και να πακετάρουν τους προοριζόμε- νους για το πανεπιστήμιο γόνους τους. Ψυχολόγοι της εκπαίδευσης αναφέρουν ότι όλο και περισσότεροι γονείς επιδιώκουν να διαγνωστεί ότι το γυμνασιόπαιδό τους έχει μαθησιακές δυσκολίες, με μόνο σκοπό να του δοθεί επιπλέον χρόνος κατά την εξέταση. Αυτή η «αγορά διαγνώσεων» πυροδοτήθη-
ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΠΑΤΡΟΝ 79
κε, καθώς φαίνεται, από την ανακοίνωση του Εξεταστικού Συμβουλίου (Οο11β§β Βο3Γ(1) το 2002 ότι θα έπαυε να βάζει αστερίσκο δίπλα στη βαθμολογία των μαθητών στους οποίους δόθηκε επιπλέον χρόνος κατά την εξέταση λόγω μαθησιακής δυσκολίας. Οι γονείς σκάνε μέχρι και 2.400 δολάρια για μια αξιολόγηση και 250 δολάρια την ώρα για έναν ψυχολόγο που θα καταθέσει για λογαριασμό του μαθητή στο γυμνάσιο ή την Υπηρεσία Εκπαιδευτικών Εξετάσεων (Εάιιοαίΐοηειΐ Τ68ίίη§ δβΓνΐοβ), η οποία διεξάγει το 5ΑΤ. Αν ένας ψυχολόγος δεν προβεί στην επιθυμητή διάγνωση, πηγαίνουν την υπόθεσή τους αλλού14.
Η υπέρμετρη γονική φροντίδα απαιτεί κόπο και χρόνο, γι’ αυτό και κάποιοι γονείς δίνουν υπεργολαβία την υπόθεση σε ιδιωτικούς συμβούλους. Έναντι αμοιβών που φτάνουν μέχρι και τα 500 δολάρια την ώρα, ιδιωτικοί σύμβουλοι εισαγωγής στο πανεπιστήμιο καθοδηγούν τους μαθητές στα αυστηρά μονοπάτια της διαδικασίας της αίτησης - επιλογή σχολών για υποβολή αίτησης, συγγραφή εργασιών που θα κριθούν από την υπηρεσία εγκρίσεων, σύνταξη βιογραφικού, προετοιμασία για συνεντεύξεις. Το κλιμακούμενο άγχος των γονέων έχει κάνει την ιδιωτική συμβουλευτική σ’ αυτό τον τομέα μια αναπτυσσόμενη βιομηχανία. Σύμφωνα με την Ανεξάρτητη Ένωση Εκπαιδευτικών Συμβούλων (ΙηάεροηάβηΙ ΕάυοαΙΐοη&Ι Οοηδίιΐί&ηΐδ ΑδδοοϊαΙίοη), που εκπροσωπεί τον κλάδο, πάνω από το 10% των νεοεισαχθέντων στις σχολές σήμερα έχουν χρησιμοποιήσει συμβούλους επί πληρωμή, ενώ το 1990 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 1%15.
Η πλέον ανερχόμενη εταιρεία στο χώρο, η Ινγ\νΐδε στο Μανχάταν, προσφέρει ένα διετές «πλατινένιο πακέτο» βοήθειας για εισαγωγή στο πανεπιστήμιο στην τιμή των 32.995 δολαρίων16. Έναντι αυτής της γενναιόδωρης αμοιβής, η Κάθριν Κοέν, ιδρύτρια της φίρμας, αναλαμβάνει από νωρίς τους πελά
80 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
τες της και τους εξηγεί τι εξωσχολικές δραστηριότητες, εθελοντική εργασία και συμμετοχή σε κατασκηνώσεις ή άλλες καλοκαιρινές εμπειρίες πρέπει να παρουσιάσουν κατά την περίοδο του γυμνασίου προκειμένου να λουστράρουν το βιογραφικό τους και να αυξήσουν τις πιθανότητες να γίνουν δεκτοί. Δεν προωθεί απλώς τα παιδιά σε σχολές, αλλά συμβάλλει επίσης στην ανάπτυξη του προϊόντος - ένας σωστός υπεργονέας επί μισθώσει. «Δεν καθοδηγώ τις αιτήσεις», λέει η Κοέν. «Καθοδηγώ ζωές»17.
Για ορισμένους γονείς, ο σκληρός αγώνας για το φορμάρισμα και το πλασάρισμα των παιδιών τους ώστε να γίνουν δεκτά σε μια επίλεκτη σχολή ξεκινάει από την πρώιμη παιδική ηλικία. Ο συνέταιρος της Κοέν προσφέρει μια υπηρεσία με την ονομασία Ινγ\Υίδ6 ΚΜδ, η οποία απευθύνεται σε γονείς που αγωνιούν να εξασφαλίσουν θέσεις για τα παιδιά τους στα πιο επίζηλα ιδιωτικά δημοτικά σχολεία της Νέας Υόρκης (τα λεγάμενα Ινΐεδ) και στα περιζήτητα νηπιαγωγεία που τα τροφοδοτούν18. Ο ξέφρενος ανταγωνισμός για προσχολική ένταξη συγκέντρωσε το φως των προβολέων πριν από λίγα χρόνια με την ιστορία του Τζακ Γκρούμπμαν, αναλυτή μετοχών στη Γουόλ Στριτ. Τούτος ισχυρίστηκε σ’ ένα μέιλ ότι έδωσε υψηλότερη εκτίμηση για τη μετοχή της ΑΤ&Τ προκειμένου να κερδίσει την εύνοια του αφεντικού του, ο οποίος βοηθούσε να γίνουν δεκτές οι δύο ετών δίδυμες κόρες του Γκρούμπμαν σ’ ένα νηπιαγωγείο περιωπής στην 92η οδό της Νέας Υόρκης19. >
Η πίεση για υψηλές επιδόσεις
Η προθυμία του Γκρούμπμαν να κινήσει γη και ουρανό, ακόμη και την αγορά, για να βάλει τις δίχρονες κόρες του σ’ ένα φι- γουράτο νηπιαγωγείο είναι σημείο των καιρών. Μαρτυρεί τις
ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΤΑΤΑ ΜΕ ΓΙΑΤΡΟΝ 81
κλιμακούμενες πιέσεις της αμερικανικής ζωής που αλλάζουν τις προσδοκίες των γονέων για τα παιδιά τους και αυξάνουν τις απαιτήσεις υψηλών επιδόσεων απ’ αυτά. Όταν παιδιά προ- σχολικής ηλικίας κάνουν αίτηση σε ιδιωτικά νηπιαγωγεία ή δημοτικά, η μοίρα τους εξαρτάται από ευνοϊκές συστατικές επιστολές κι ένα τυποποιημένο τεστ που καλείται να μετρήσει την ευφυΐα και την ανάπτυξή τους. Ορισμένοι γονείς βάζουν τα τετράχρονά τους να κάνουν φροντιστήρια προετοιμασίας για το τεστ. Πολλοί επίσης σκάνε 34,95 δολάρια για ένα νέο παιχνίδι με την ονομασία Ήπιε Ττ&οΙίβΓ (Χρονομετρητής), που κάνει μεγάλες πωλήσεις, μια συσκευή με λαμπερά χρώματα, φωτάκια και ψηφιακό πίνακα, σχεδιασμένη για να μαθαίνει τα παιδιά πώς να κρατούν το χρόνο κατά τη διάρκεια των τυποποιημένων τεστ. Προορισμένο για παιδιά από τεσσάρων ετών και άνω, το παιχνίδι διαθέτει μια επιβοηθητική ηλεκτρονική ανδρική φωνή που αναγγέλλει την «έναρξη» και το «τέλος χρόνου»20.
Οι εξετάσεις νηπίων δεν περιορίζονται στα ιδιωτικά σχολεία. Η κυβέρνηση Μπους έδωσε εντολή να υποβληθούν σε τυποποιημένα τεστ όλα τα τετράχρονα παιδιά που ενεγράφησαν στο κρατικό πρόγραμμα Προνομιακής Εκκίνησης (Ηθ3<1 δΐ3Γί). Η αύξηση των κρατικών εξετάσεων στις τάξεις του δημοτικού έχει οδηγήσει περιφερειακές σχολικές περιφέρειες σ’ όλη τη χώρα να σφίξουν το πρόγραμμα στο νηπιαγωγείο, όπου η ανάγνωση, τα μαθηματικά και η επιστήμη εκτοπίζουν την τέχνη, το διάλειμμα και την ανάπαυση. Φτάνοντας στην πρώτη και τη δευτέρα τάξη, τα παιδιά έχουν πλέον να τα βγάλουν πέρα με διάβασμα στο σπίτι και βαριά σακίδια στην πλάτη. Στο διάστημα 1981-1997, η ποσότητα της δουλειάς στο σπίτι που ανέθεταν σε παιδιά από έξι ώς οκτώ ετών τριπλασιάστηκε21.
Καθώς αυξάνεται η πίεση για υψηλές επιδόσεις, αυξάνεται και η ανάγκη βοήθειας σε παιδιά που διασπάται εύκολα η
82 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
προσοχή τους προκειμένου να συγκεντρωθούν στο εκάστοτε καθήκον. Κάποιοι αποδίδουν την απότομη αύξηση των διαγνώσεων της λεγάμενης διαταραχής ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ - ΑΟΗϋ) στις νέες απαιτήσεις υψηλών επιδόσεων που έχουν να αντιμετωπίσουν τα παιδιά. Ο Δρ. Λώρενς Ντίλερ, παιδίατρος και συγγραφέας του βιβλίου Καηηίηξ οη ΚΐίαΙϊη, εκτιμά ότι στο 5 με 6% των αμερικανόπου- λων κάτω των δεκαοκτώ ορίζεται αγωγή με Ριταλίνη ή άλλα διεγερτικά, που θεωρούνται φάρμακα πρώτης επιλογής για τη ΔΕΠΥ. (Τα διεγερτικά αντισταθμίζουν την υπερκινητικότητα διευκολύνοντας τα παιδιά να διατηρούν την προσοχή τους και να μην πηδούν από το ένα πράγμα στο άλλο.) Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, η νόμιμη παραγωγή Ριταλίνης αυξήθηκε κατά 1.700%, ενώ η παραγωγή της αμφεταμίνης ΑάάβΓ&Π, που δίνεται επίσης για θεραπεία της ΔΕΠΥ, ανέβηκε κατά 3.000%. Για τις φαρμακευτικές εταιρείες, η αγορά Ριταλίνης και παρεμφερών φαρμάκων στις ΗΠΑ είναι χρυσωρυχείο: ένα δισεκατομμύριο δολάρια το χρόνο22.
Ενώ η συνταγογράφηση Ριταλίνης για παιδιά και εφήβους έχει εκτοξευθεί τα τελευταία χρόνια στα ύψη, δεν πάσχουν όλοι οι χρήστες από διαταραχές προσοχής ή υπερκινητικότη- τα. Μαθητές και σπουδαστές έχουν μάθει ότι τα διεγερτικά βελτιώνουν τη συγκέντρωση σε άτομα με φυσιολογικό εύρος προσοχής. Ορισμένοι αγοράζουν ή δανείζονται Ριταλίνη από τους συναδέλφους τους για να ενισχύσουν την επίδοσή τους , στο 8ΑΤ ή σε πανεπιστημίακές εξετάσεις. Ένα από τα πιο ανησυχητικά ευρήματα σχετικά με τη χρήση Ριταλίνης είναι ότι οι γιατροί τη συνταγογραφούν ολοένα και περισσότερο για παιδιά προσχολικής ηλικίας. Μολονότι το φάρμακο δεν είναι εγκεκριμένο για παιδιά κάτω των έξι ετών, τα ποσοστά συντα- γογράφησης για παιδιά από δύο ώς τεσσάρων ετών σχεδόν τριπλασιάστηκαν στο διάστημα 1991-199523.
ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΠΑΤΡΟΝ 83
Αφού η Ριταλίνη χρησιμεύει τόσο για ιατρικούς όσο και για μη ιατρικούς σκοπούς -για να θεραπεύσει τη ΔΕΠΥ και για να ενισχύσει την επίδοση υγιών παιδιών που επιζητούν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα- εγείρει τα ίδια ηθικά διλήμματα που θέτουν οι άλλες τεχνολογίες της ενίσχυσης. Όπως κι αν επιλύονται αυτά τα διλήμματα, η διαμάχη γύρω από τη Ριταλίνη αποκαλύπτει την πολιτισμική απόσταση που έχουμε διανύσει από την εποχή της διαμάχης για τα ναρκωτικά (όπως η μαριχουάνα και το Ε5ϋ) μια γενιά πίσω. Σε αντίθεση με τα ναρκωτικά των δεκαετιών του 1960 και ’70, η Ριταλίνη και το Αάίΐοπιΐΐ δεν είναι για να «φεύγεις», αλλά για να πέφτεις με τα μούτρα στη δουλειά· δεν είναι για να θεάσαι τον κόσμο και να τον προσδέχεσαι, αλλά για να διαπλάθεις τον κόσμο και να προσαρμόζεσαι σ’ αυτόν. Μιλούσαμε άλλοτε για τη μη ιατρική χρήση φαρμακευτικών ουσιών ως «ψυχαγωγική». Αυτός ο όρος δεν ισχύει πια. Τα στεροειδή και τα διεγερτικά για τα οποία γίνεται λόγος στη διαμάχη περί ενίσχυσης δεν είναι πηγή ψυχαγωγίας αλλά προσπάθεια συμμόρφωσης, ένας τρόπος απάντησης στην απαίτηση μιας ανταγωνιστικής κοινωνίας να βελτιώσουμε την επίδοσή μας και να τελειοποιήσουμε τη φύση μας. Αυτή η απαίτηση για υψηλή επίδοση και τελειότητα κινητοποιεί την παρόρμηση να εναντιωθούμε στο δεδομένο. Είναι η βαθύτερη πηγή του ηθικού προβλήματος που θέτει η ενίσχυση.
Ορισμένοι βλέπουν μια καθαρή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη γενετική ενίσχυση και στους άλλους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι ζητούν να βελτιώσουν τα παιδιά τους και τον εαυτό τους. Ο γενετικός χειρισμός φαίνεται κατά κάποιο τρόπο χειρότερος -πιο διεισδυτικός και επικίνδυνος- από άλλους τρόπους ενίσχυσης των επιδόσεων και επιδίωξης της επιτυχίας. Όμως, από ηθική σκοπιά, η διαφορά είναι λιγότερο σημαντική απ’ ό,τι φαίνεται.
84 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
Όσοι ισχυρίζονται ότι η εμβιομηχανική μοιάζει ως προς το πνεύμα με τους άλλους τρόπους με τους οποίους οι φιλόδοξοι γονείς διαμορφώνουν και διαπλάθουν τα παιδιά τους έχουν ένα δίκιο. Όμως αυτή η ομοιότητα δεν είναι λόγος για να ενστερνιστούμε τον γενετικό χειρισμό των παιδιών. Αντίθετα, είναι λόγος για να αμφισβητήσουμε τις χαμηλής τεχνολογίας αλλά υψηλής πίεσης πρακτικές ανατροφής των παιδιών που συνήθως αποδεχόμαστε. Η τόσο γνώριμη στον καιρό μας υπέρμετρη γονική φροντίδα αντιπροσωπεύει μια αγχώδη υπερβολή ελέγχου και κυριαρχίας που χάνει το νόημα της ζωής ως δώρου. Κι αυτό τη φέρνει ανησυχητικά κοντά στην ευγονική.
4
Η παλαιό ευγονική και η νέα
Η ευγονική ήταν ένα κίνημα με μεγάλες φιλοδοξίες - να βελτιώσει τη γενετική σύθεση της ανθρώπινης φυλής. Ο όρος, που σημαίνει «καλογεννημένος» (από το αρχαιοελληνικό ευγενής, μέσω του αγγλικού βιΐξβηίες) επινοήθηκε το 1883 από τον Σερ Φράνσις Γκάλτον, εξάδελφο του Κάρολου Δαρβίνου, ο οποίος εφάρμοσε στατιστικές μεθόδους στη μελέτη της κληρονομικότητας1. Πεπεισμένος ότι η κληρονομικότητα ορίζει το ταλέντο και το χαρακτήρα, θεώρησε ότι είναι εφικτό «να παραχθεί μια ιδιαίτερα προικισμένη φυλή ανθρώπων μέσα από προσεκτικούς γάμους στη διάρκεια αρκετών διαδοχικών γενεών»2. Έκανε έκκληση «να εισαχθεί η ευγονική στην εθνική συνείδηση, σαν μια νέα θρησκεία», ενθαρρύνοντας τους χαρισματικούς ανθρώπους να επιλέξουν τους συντρόφους τους με ευγο- νικούς στόχους κατά νου. «Αυτό που η φύση κάνει τυφλά, αργά και ανελέητα, ο άνθρωπος μπορεί να το κάνει με πρόνοια, ταχύτητα και καλοσύνη ... Η βελτίωση του γένους μας μου φαίνεται ότι είναι ένας από τους υψηλότερους σκοπούς που είναι λογικό να επιδιώξουμε»3.
86 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
Η παλαιά ευγονική
Η ιδέα του Γκάλτον εξαπλώθηκε στην Αμερική, όπου πυροδότησε ένα λαϊκό κίνημα στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Το 1910, ο βιολόγος και σταυροφόρος της ευγονικής Τσαρλς Ντάβενπορτ άνοιξε το Γραφείο Ευγονικών Καταχωρίσεων (Ειι§6γπο ΚοοοΓ(1δ Οίίΐοο) στο Κολντ Σπρινγκ Χάρμπορ του Λονγκ Άιλαντ. Αποστολή του ήταν να στείλει ερευνητές σε φυλακές, νοσοκομεία, πτωχοκομεία και ψυχιατρικά άσυλα σ’ όλη τη χώρα για να συλλέξουν δεδομένα σχετικά με το γενετικό υπόβαθρο των λεγάμενων ανώμαλων. Με τα λόγια του Ντάβενπορτ, το σχέδιο συνίστατο στην καταλογογράφηση «των μεγάλων ροπών του ανθρώπινου πρωτοπλάσματος που διατρέχουν τη χώρα»4. Ο Ντάβενπορτ ήλπιζε πως τέτοια δεδομένα θα παρείχαν τη βάση για ευγονικές προσπάθειες να απστρα- πεί η αναπαραγωγή των γενετικά ακατάλληλων.
Η σταυροφορία για την απαλλαγή τσυ έθνους από το ελαττωματικό πρωτόπλασμα δεν ήταν κανένα περιθωριακό κίνημα ρατσιστών και ιδιόρρυθμων. Το έργο του Ντάβενπορτ χρημα- τοδοτήθηκε από το Ο^πιβ^ΐε ΙηδίΐΙαίίοη, την κ. Χάριμαν, χήρα και κληρονόμο του μεγιστάνα ιδιοκτήτη της σιδηροδρομικής εταιρείας υηΐοη Ρ&οΐίΐο, και τον Τζων Ροκφέλερ Τζοΰνιορ. Κορυφαίοι προοδευτικοί μεταρρυθμιστές της εποχής συστρα- τεύθηκαν στην υπόθεση της ευγονικής. Ο Θίοντορ Ροΰζβελτ έγραψε στον Ντάβενπορτ: «Κάποια μέρα θα συνειδητοποιή-, σουμε ότι το πρώτιστο καθήκον, το αναπόδραστο καθήκον του καλού πολίτη του σωστού τυπου είναι να αφήσει πίσω στον κόσμο το αίμα του· κι ότι δεν έχουμε καμιά δουλειά να επιτρέψουμε τη διαιώνιση πολιτών του λανθασμένου τΰπου»5. Η Μάργκαρετ Σάνγκερ, πρωτοποριακή φεμινίστρια και υπέρμα- χος του ελέγχου των γεννήσεων, προσχώρησε επίσης στην ευγονική: «Περισσότερα παιδιά από τους κατάλληλους, λιγότερα
Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 87
από τους ακατάλληλους - αυτό είναι το κΰριο ζήτημα του ελέγχου των γεννήσεων»6.
Ένα μέρος του προγράμματος ευγονικής ήταν παραινετικό και εκπαιδευτικό. Η Αμερικανική Εταιρεία Ευγονικής (Αιηβποβη Ειι^εηίοδ δοοΐείγ) διοργάνωνε διαγωνισμούς «Καταλληλότερων Οικογενειών» σε δημόσιες εμποροπανηγύρεις σε κάθε πολιτεία της χώρας, δίπλα σε διαγωνισμούς κατοικίδιων ζώων. Οι διαγωνιζόμενοι κατέθεταν τα ευγονικά ιστορικά τους και υποβάλλονταν σε ιατρικές και ψυχολογικές εξετάσεις και τεστ ευφυΐας. Στις καταλληλότερες οικογένειες απο- νέμονταν έπαθλα. Ήδη κατά τη δεκαετία του 1920, παραδίδονταν μαθήματα ευγονικής σε 350 κολλέγια και πανεπιστήμια της χώρας, που επισήμαιναν στους προνομιούχους νεαρούς Αμερικανούς το αναπαραγωγικό καθήκον τους7.
Όμως το κίνημα της ευγονικής είχε και μια πιο σκληρή όψη. Οι υπέρμαχοι της ασκούσαν πίεση για νομοθεσία που θα απαγόρευε την αναπαραγωγή σε άτομα με ανεπιθύμητα γονίδια, και το 1907 η πολιτεία της Ιντιάνα υιοθέτησε τον πρώτο νόμο που προέβλεπε την αναγκαστική στείρωση των ψυχασθενών, των φυλακισμένων και των άπορων. Είκοσι εννέα πολιτείες υιοθέτησαν εν τέλει νόμους αναγκαστικής στείρωσης και περισσότεροι από 60.000 γενετικά «ανεπαρκών» Αμερικανών στειρώθηκαν.
Το 1927, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ επικύρωσε τη συνταγματικότητα των νόμων περί στείρωσης στη διαβόητη υπόθεση Μπακ εναντίον Μπελ (ΒιιαΙί ν. ΒβΙΪ). Η υπόθεση αφορούσε την Κάρι Μπακ, μια δεκαεπτάχρονη ανύπαντρη μητέρα που είχε εγκλειστεί σε ίδρυμα για άτομα με διανοητική ανεπάρκεια στη Βιρτζίνια, με εντολή να υποβληθεί σε στείρωση. Ο δικαστής Όλιβερ Γουέντελ Χολμς έγραψε τη γνωμάτευση για την οκτώ προς ένα πλειοψηφία που υποστήριξε το νόμο περί στείρωσης: «Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε δει το δη-
88 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
μόσιο συμφέρον να καλεί τους καλυτέρους πολίτες να δώσουν τη ζωή τους. Θα ήταν παράδοξο να μην μπορεί να καλέσει εκείνους που ήδη υποσκάπτουν τη δύναμη του Κράτους να προβούν σε αυτές τις μικρότερες θυσίες ... Η αρχή που διέπει τον αναγκαστικό εμβολιασμό είναι αρκούντως ευρεία ώστε να καλύπτει και την αφαίρεση των Φαλλόπειων σαλπίγγων. Αντί να περιμένει η κοινωνία να εκτελέσει εκφυλισμένους απογόνους για τα εγκλήματά τους, ή να τους αφήσει να πεθάνουν από την πείνα εξαιτίας της ηλιθιότητάς τους, είναι καλύτερο για όλο τον κόσμο να μπορεί να απαγορεύει στους έκδηλα ακατάλληλους να συνεχίζουν το είδος τους». Αναφερόμενος στο γεγονός ότι η μητέρα της Κάρι Μπακ και, κατά τα λεγάμενα, η κόρη της βρέθηκαν επίσης να έχουν διανοητική ανεπάρκεια, ο Χολμς κατέληξε: «Τρεις γενιές ηλιθίων είναι αρκετές»8.
Στη Γερμανία, η αμερικανική νομοθεσία περί ευγονικής βρήκε ένα θαυμαστή στο πρόσωπο του Αδόλφου Χίτλερ, ο οποίος, στο βιβλίο του Ο αγών μου (Μβΐη Καηιρ/), προσέφερε μια διατύπωση της ευγονικής πίστης: «Η απαίτηση να απαγορεύεται στους ανεπαρκείς ανθρώπους να διασπείρουν εξίσου ανεπαρκείς απογόνους είναι απαίτηση της πιο ξεκάθαρης λογικής και, εφόσον εκτελεστεί συστηματικά, αντιπροσωπεύει την πιο ανθρώπινη πράξη της ανθρωπότητας. Θα απαλλάξει εκατομμύρια δυστυχισμένων από βάσανα που δεν τους αξίζουν και θα επιφέρει επομένως μια αυξανόμενη βελτίωση της · υγείας στο σύνολό της»9. Όταν κατέλαβε την εξουσία το 1933, ο Χίτλερ εξέδωσε έναν μεγαλεπήβολο νόμο περί στείρωσης, ο οποίος προκάλεσε τα εγκώμια των Αμερικανών ευγονιστών. Τα ΕιΐξβηΐβαΙ Νβννχ, έκδοση του Κολντ Σπρινγκ Χάρμπορ, δημοσίευσαν μια κατά λέξη μετάφραση του γερμανικού νόμου και σημείωσαν υπερήφανα τις ομοιότητές του με τον πρότυπο νόμο περί στείρωσης που είχε προταθεί από το αμερικανικό
Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 89
κίνημα ευγονικής. Στην Καλιφόρνια, όπου το ευγονικό φρόνημα ήταν υψηλό, το περιοδικό των ϋοςΑηξβΙβδ Τΐηιβ$ δημοσίευσε το 1935 μια αισιόδοξη περιγραφή της ναζιστικής ευγονικής. «Γιατί λέει ο Χίτλερ: “στειρώστε τους ακατάλληλους!”», ήταν ο ζωηρός τίτλος. «Εδώ ίσως είναι μια όψη της νέας Γερμανίας που η Αμερική, μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο, δεν έχει κανένα περιθώριο να επικρίνει»10.
Τελικά ο Χίτλερ οδήγησε την ευγονική πέρα από τη στείρωση, στη μαζική δολοφονία και τη γενοκτονία. Με το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα νέα γύρω από τις να- ζιστικές φρικαλεότητες συνέβαλαν στην υποχώρηση του αμερικανικού κινήματος ευγονικής. Οι αθέλητες στειρώσεις μειώθηκαν στις δεκαετίες του 1940 και ’50, αν και ορισμένες πολιτείες συνέχισαν να τις κάνουν μέχρι και τη δεκαετία του ’70. Το 2002 και το 2003, αφού δημοσιογραφικές έρευνες έφεραν στο φως της δημοσιότητας τις ευγονικές βαναυσότητες του παρελθόντος, οι κυβερνήτες των πολιτειών της Βιρτζίνια, του Όρεγκον, της Καλιφόρνιας, της Βόρειας Καρολίνας και της Νότιας Καρολίνας ζήτησαν επισήμως συγγνώμη από τα θύματα της αναγκαστικής στείρωσης11.
Η σκιά της ευγονικής επικρέμαται πάνω από τις σημερινές διαμάχες περί γενετικής μηχανικής και ενίσχυσης. Οι επικριτές της γενετικής μηχανικής υποστηρίζουν ότι η ανθρώπινη κλωνοποίηση, η ενίσχυση και η επιδίωξη παιδιών με πατρόν δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια «ιδιωτικοποιημένη» ευγονική της «ελεύθερης αγοράς». Οι υπέρμαχοι της ενίσχυσης απαντούν ότι οι γενετικές επιλογές που γίνονται ελεύθερα δεν είναι στ’ αλήθεια ευγονικές, τουλάχιστον όχι με τη μειωτική σημασία που φέρει αυτός ο όρος. Αφαιρώντας τον καταναγκασμό, λένε, αφαιρεί κανείς αυτό ακριβώς που κάνει αποκρου- στικές τις ευγονικές πολιτικές.
Ξεκαθαρίζοντας το παράδειγμα της ευγονικής, έχουμε άλ-
90 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
λο έναν τρόπο να αναμετρηθοΰμε με την ηθική της ενίσχυσης. Η ευγονική έβγαλε κακό όνομα εξαιτίας των ναζί. Όμως τι ακριβώς δεν πήγαινε καλά μ’ αυτήν; Άραγε η ευγονική είναι απαράδεκτη μόνο στο βαθμό που είναι καταναγκαστική; Ή μήπως υπάρχει κάτι το επιλήψιμο ακόμη και στους μη κατανα- γκαστικοΰς τρόπους ελέγχου της γενετικής σύστασης της επόμενης γενιάς;
Η ευγονική στην ελεύθερη αγορά
Ας εξετάσουμε μια πρόσφατη ευγονική πολιτική που σταματάει λίγο πριν από τον καταναγκασμό. Τη δεκαετία του 1980, ο πρωθυπουργός της Σιγκαπούρης Λι Κουάν Γιου ανησυχούσε για το γεγονός ότι οι μορφωμένες γυναίκες της χώρας του γεννούσαν λιγότερα παιδιά από τις λιγότερο μορφωμένες. «Αν συνεχίσουμε να πολλαπλασιαζόμαστε μ’ αυτό τον ασύμμετρο τρόπο», είπε, «δεν θα μπορέσουμε να κρατήσουμε το σημερινό μας επίπεδο». Φοβόταν ότι οι κατοπινές γενιές θα «στερέψουν από ταλέντα»12. Για να αποτρέψει την παρακμή, η κυβέρνηση εγκαινίασε πολιτικές που θα ενθάρρυναν τους αποφοίτους πανεπιστημίων να παντρευτούν και να αποκτήσουν παιδιά - μια κρατική υπηρεσία γνωριμιών μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή, οικονομικά κίνητρα στις μορφωμένες γυναίκες για να τεκνοποιήσουν, μαθήματα ερωτοτροπίας στο . προπτυχιακό πρόγραμμα άϊτουδών και δωρεάν κρουαζιέρες με «πλοία της αγάπης» για άγαμους απόφοιτους πανεπιστημίου. Ταυτόχρονα, σε γυναίκες χαμηλού εισοδήματος γυναίκες χωρίς απολυτήριο λυκείου, το κράτος πρόσφερε 4.000 δολάρια ως προκαταβολή για την αγορά διαμερίσματος χαμηλού κόστους - υπό τον όρο ότι θα ήταν διατεθειμένες να στειρωθούν13.
Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 91
Η πολιτική της Σιγκαπούρης έφερε την ευγονική στην ελεύθερη αγορά: αντί να εξαναγκάζει τους μη ευνοημένους πολίτες να υποβληθούν σε στείρωση, τους πλήρωνε για να το κάνουν. Όμως όσοι βρίσκουν ηθικά αποτρόπαια τα παραδοσιακά ευγονικά σχέδια, μάλλον θα αναστατωθούν και με την εθελούσια σιγκαπουριανή εκδοχή. Κάποιοι μπορεί να προβάλουν την ένσταση ότι το δέλεαρ των 4.000 δολαρίων είναι οιο- νεί καταναγκασμός, ιδίως για φτωχές γυναίκες με περιορισμένες βιοτικές προοπτικές. Άλλοι μπορεί να υποστηρίξουν ότι ακόμη και οι κρουαζιέρες αγάπης για τους προνομιούχους είναι μέρος ενός κολεκτιβιστικού προγράμματος που παρεισφρέει σε αναπαραγωγικές επιλογές τις οποίες οι άνθρωποι θα έπρεπε να είναι ελεύθεροι να κάνουν από μόνοι τους, χωρίς το βαρύ χέρι ή το άγρυπνο μάτι του κράτους. (Απ’ ό,τι λέγεται, οι πολιτικές αυτές δεν έγιναν δημοφιλείς μεταξύ των γυναικών, στις οποίες κακοφάνηκε η ιδέα ότι τις έσπρωχναν να «γεννοβολάνε» για τη Σιγκαπούρη)14. Ωστόσο, υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους η ευγονική δεν είναι αποδεκτή: ακόμη κι εκεί όπου δεν υπεισέρχεται καταναγκασμός, υπάρχει ένα πρόβλημα με τη φιλοδοξία, ατομική ή συλλογική, να καθορίζουμε τα γενετικά χαρακτηριστικά των απογόνων μας βάσει προμελετημένου σχεδίου. Στις μέρες μας, αυτή η φιλοδοξία είναι λιγότερο πιθανό να εκφραστεί σε κρατικά επιχορηγούμενες ευγονικές πολιτικές απ’ ό,τι σε πρακτικές τεκνοποίησης που επιτρέπουν στους γονείς να προσδιορίσουν και να επιλέξουν το είδος των παιδιών που θα αποκτήσουν.
Ο Τζέιμς Γουάτσον, ο βιολόγος που μαζί με τον Φράνσις Κρικ ανακάλυψε τη δομή διπλής έλικας του ϋΝΑ, δεν βρίσκει τίποτα το επιλήψιμο στη γενετική μηχανική και την ενίσχυση, υπό τον όρο ότι είναι ελεύθερα επιλεγόμενες και όχι κρατικά επιβαλλόμενες. Κι ωστόσο, στον Γουάτσον, η γλώσσα της επιλογής συνυπάρχει με την παλαιά ευγονική ευαισθησία. «Αν
92 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
είστε πραγματικά ηλίθιος, εγώ θα ’λεγα ότι πρόκειται για αρρώστια», δήλωσε πρόσφατα στους Τΐτηβζ του Λονδίνου. «Ποια είναι η αιτία που το κατώτερο 10% έχει πράγματι δυσκολία, ακόμη και στο δημοτικό; Πολλοί θα ήθελαν να πουν “Η φτώχεια - τέτοιου είδους πράγματα”. Όμως μάλλον δεν είναι. Θα ήθελα λοιπόν να ξεφορτωθώ αυτή την ιδέα, για να βοηθήσω το χαμηλότερο 10%»15.
Λίγα χρόνια νωρίτερα, ο Γουάτσον είχε εμπλακεί σε διαμάχη λέγοντας ότι, αν ανακαλυπτόταν ένα γονίδιο σχετικό με την ομοφυλοφιλία, μια έγκυος γυναίκα που δεν θα ήθελε ομοφυλόφιλο παιδί θα έπρεπε να είναι ελεύθερη να κάνει έκτρωση εφόσον το έμβρυο έφερε αυτό το γονίδιο. Απαντώντας στα επικριτικά σχόλια που προκάλεσε η δήλωσή του, απάντησε ότι δεν απομόνωνε τους ομοφυλόφιλους, αλλά διατράνωνε μια αρχή: οι γυναίκες θα έπρεπε να είναι ελεύθερες να κάνουν έκτρωση για οποιοδήποτε λόγο γενετικής προτίμησης - είτε οι εξετάσεις έδειχναν ότι το παιδί επρόκειτο να γεννηθεί δυσλεξικό, είτε χωρίς μουσικό ταλέντο, είτε πάλι πολύ κοντό για να παίξει μπάσκετ16.
Τα σενάρια του Γουάτσον δεν συνιστούν ιδιαίτερη πρόκληση για τους πολέμιους της άμβλωσης στο όνομα της ζωής, για τους οποίους κάθε έκτρωση αποτελεί ακατονόμαστο έγκλημα. Για εκείνους όμως που δεν προσυπογράφουν την άποψη περί δικαιώματος στη ζωή, τα σενάρια του Γουάτσβν θέτουν ένα δύσκολο ερώτημα: αν είναι ηθικά προβληματικό να προσβλέπει κανείς στην άμβλωση για να αποφύγει ένα ομοφυλόφιλο ή ένα δυσλεξικό παιδί, μήπως αυτό δείχνει ότι κάτι δεν πάει καλά όταν ενεργούμε βάσει ευγονικών προτιμήσεων, ακόμη κι όταν δεν υπεισέρχεται καταναγκασμός;
Ας εξετάσουμε τη νεοσύστατη αγορά ωαρίων και σπερματοζωαρίων. Η τεχνητή γονιμοποίηση επιτρέπει στους επίδοξους γονείς να ψωνίσουν γαμέτες με τα γενετικά γνωρίσματα
Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 93
που θέλουν να έχει το παιδί τους. Είναι ένας τρόπος σχεδια- σμού παιδιών λιγότερο προβλέψιμος από την κλωνοποίηση ή την προεμφυτευτική γενετική διάγνωση. Προσφέρει όμως ένα καλό παράδειγμα τεκνοποιητικής πρακτικής, όπου η παλαιά ευγονική συναντά τον νέο καταναλωτισμό. Θυμηθείτε την αγγελία που εμφανίστηκε σε εφημερίδες επίλεκτων σχολών, προσφέροντας 50.000 δολάρια για ένα ωάριο νεαρής γυναίκας που να είναι τουλάχιστον 1,80 εκ., αθλητική, χωρίς σοβαρά οικογενειακά ιατρικά προβλήματα και με συνολική βαθμολογία στα τεστ δεξιοτήτων 5ΑΤ 1.400 και πάνω. Πιο πρόσφατα άνοιξε ένας διαδικτυακάς τόπος που ισχυρίζεται ότι δημο- πρατεί ωάρια από μοντέλα μόδας των οποίων οι φωτογραφίες εμφανίζονται σ’ αυτόν - με τιμές εκκίνησης από 15.000 μέχρι150.000 δολάρια17.
Για ποιους λόγους, αν υπάρχουν, είναι η αγορά ωαρίων ηθικά επιλήψιμη; Αφού κανείς δεν υποχρεώνεται να αγοράσει ή να πουλήσει, δεν μπορεί να είναι κακή λόγω εξαναγκασμού. Κάποιοι μπορεί να ανησυχούν ότι οι υψηλές τιμές οδηγούν στην εκμετάλλευση των φτωχών γυναικών, συνιστώντας μια προσφορά που δεν έχουν το περιθώριο να αρνηθούν. Όμως τα σχεδιασμένα ωάρια που εξασφαλίζουν τις υψηλότερες τιμές είναι πιθανότερο να αναζητηθούν από τους προνομιούχους, όχι τους φτωχούς. Αν η αγορά για ωάρια πρώτης διαλογής μάς προκαλεί ηθικούς ενδοιασμούς, αυτό δείχνει ότι οι ανησυχίες περί ευγονικής δεν καταλαγιάζουν στο όνομα της ελευθερίας επιλογής.
Η ιστορία δύο τραπεζών σπέρματος βοηθάει να καταλάβουμε γιατί. Το ΚεροδΐΙοιγ £ογ Οεπηίηαΐ Οιοίοε (Ταμιευτήριο Σπερματικής Επιλογής), μια από τις πρώτες στην Αμερική, δεν ήταν εμπορική επιχείρηση. Ιδρύθηκε το 1980 από τον Ρό- μπερτ Γκράχαμ, έναν ευγονιστή φιλάνθρωπο αφιερωμένο στη βελτίωση του παγκόσμιου «γενετικού υλικού» (§επη ρΐ&δΐη)
94 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
και την καταπολέμηση της ανόδου των «οπισθοδρομούντων ανθρώπινων όντων»18. Το σχέδιό του ήταν να συλλέξει σπέρμα από νομπελίστες επιστήμονες και να το διαθέσει σε γυναίκες που αναζητούν δότες, με την ελπίδα να γεννηθούν υπερευφυή βρέφη. Όμως ο Γκράχαμ δυσκολεύτηκε να πείσει νομπελίστες να δωρίσουν το σπέρμα τους στο αλλόκοτο πρόγραμμά του κι έτσι αρκέστηκε στο σπέρμα φερέλπιδων νεαρών επιστημόνων. Η τράπεζα σπέρματος έκλεισε το 199919.
Αντίθετα, η 0&1ΐ£οππ& Ογοβαπίί (Τράπεζα Κρυοκατάψυ- ξης της Καλιφόρνιας), μια από τις κορυφαίες τράπεζες σπέρματος στον κόσμο, είναι μια κερδοσκοπική εταιρεία, χωρίς καμία ευγονική αποστολή20. Ο Δρ. Κάπυ Ρόθμαν, συνιδρυτής της εταιρείας, μόνο περιφρόνηση τρέφει για την ευγονική του Γκράχαμ. Κι ωστόσο, τα κριτήρια που επιβάλλει η τράπεζα για τη στρατολόγηση δοτών σπέρματος δεν είναι λιγότερο απαιτητικά από εκείνα του Γκράχαμ. Η (ϋι·γο63η1ί έχει γραφεία στο Καίμπριτζ της Μασαχουσέτης, κάπου μεταξύ των πανεπιστημίων Χάρβαρντ και ΜΙΤ, και στο Πάλο Άλτο της Καλιφόρνιας, κοντά στο Στάνφορντ. Αναζητεί δότες με αγγελίες στις εφημερίδες των πανεπιστημιουπόλεων (προσφέρο- ντας μέχρι και 900 δολάρια το μήνα) και αποδέχεται λιγότερο από το 3% των δοτών που κάνουν αίτηση.
Το μάρκετινγκ της Ογοβαηΐί δίνει έμφαση στις πηγές υψηλού γοήτρου του σπέρματός της. Ο κατάλογος των δοτών της παρέχει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα φυσικά χαρακτηριστικά, την εθνοτική προέλευση και τον ακαδημαϊκό προσανατολισμό τους. Έναντι μιας επιπλέον εισφοράς, οι υποψήφιοι πελάτες μπορούν να αγοράσουν τα αποτελέσματα μιας εξέτασης που αξιολογεί την ιδιοσυγκρασία και τον χαρα- κτηρολογικό τύπο του δότη. Ο Ρόθμαν αναφέρει ότι ο ιδανικός δότης σπέρματος της Ογοββηΐί έχει πανεπιστημιακό πτυχίο, ύψος 1,80, καστανά μάτια, ξανθά μαλλιά και λακκάκια -
Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 95
όχι επειδή η εταιρεία θέλει να διαδώσει αυτά τα γνωρίσματα, αλλά επειδή αυτά είναι τα γνωρίσματα που θέλουν οι πελάτες της. «Αν οι πελάτες μας ήθελαν άτομα που εγκατέλειψαν το λύκειο, θα τους δίναμε άτομα που εγκατέλειψαν το λύκειο»21.
Δεν διαφωνούν όλοι με την εμπορία σπέρματος. Αλλά όποιος προβληματίζεται για την ευγονική διάσταση της τράπεζας σπέρματος νομπελιστών, θα πρέπει να προβληματιστεί εξίσου για την 0-γο&αη1ί, έστω κι αν είναι προσανατολισμένη στους καταναλωτές. Ποια είναι στο κάτω-κάτω η ηθική διαφορά ανάμεσα στο σχεδιασμό παιδιών σύμφωνα μ’ έναν ρητά ευγονικό σκοπό και το σχεδιασμό παιδιών σύμφωνα με τις επιταγές της αγοράς; Είτε ο στόχος είναι η βελτίωση του «γενετικού υλικού» της ανθρωπότητας, είτε η ικανοποίηση των προτιμήσεων των καταναλωτών, και οι δύο πρακτικές είναι ευγονικές στο μέτρο που μετατρέπουν τα παιδιά σε προϊόντα προμελετημένου σχεδίου.
Φιλελεύθερη ευγονική
Στην εποχή του γενώματος, η γλώσσα της ευγονικής κάνει την επανεμφάνισή της, όχι μόνο μεταξύ των επικριτών αλλά και μεταξύ των υποστηρικτών της ενίσχυσης. Μια επιδραστική σχολή αγγλοαμερικανών πολιτικών φιλοσόφων καλεί σε μια νέα «φιλελεύθερη ευγονική», εννοώντας με αυτό μη εξαναγκαστικές γενετικές ενισχύσεις που δεν περιορίζουν την αυτονομία του παιδιού. «Ενώ οι παλιομοδίτες αυταρχικοί ευγο- νιστές επεδίωκαν να παραγάγουν πολίτες από ένα μοναδικό κεντρικά σχεδιασμένο πρόπλασμα», γράφει ο Νίκολας Άγκαρ, «το διακριτικό γνώρισμα της νέας φιλελεύθερης ευγονικής είναι η κρατική ουδετερότητα»22. Οι κυβερνήσεις δεν λένε στους γονείς τι είδους παιδιά να σχεδιάσουν και οι γο
96 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
νείς μπορούν να σχεδιάσουν στα παιδιά τους εκείνα μόνο τα γνωρίσματα που βελτιώνουν τις ικανότητες τους χωρίς να προκαταλαμβάνουν τις επιλογές ζωής τους.
Ένα πρόσφατο κείμενο περί γενετικής και δικαιοσύνης, γραμμένο από τους ειδικούς σε ζητήματα βιοηθικής Άλεν Μπιουκάναν, Νταν Μπροκ, Νόρμαν Ντάνιελς και Ντάνιελ Γουίκλερ, προσφέρει μια παρόμοια θεώρηση: Η «κακή φήμη της ευγονικής» οφείλεται σε πρακτικές που «θα μπορούσαν να αποφευχθούν σε ένα μελλοντικό πρόγραμμα ευγονικής». Το πρόβλημα με την παλαιά ευγονική ήταν ότι τα βάρη της έπεφταν δυσανάλογα στους αδύνατους και τους φτωχούς, οι οποίοι απομονώνονταν και στειρώνονταν με άδικο τρόπο. Όμως, σύμφωνα με αυτούς τους ειδικούς, υπό τον όρο ότι τα οφέλη και τα βάρη της γενετικής βελτίωσης κατανέμονται δίκαια, τα ευγονικά μέτρα δεν έχουν τίποτα το επιλήψιμο και μπορεί μάλιστα να είναι ηθικά επιβεβλημένα23.
Ο φιλόσοφος του δικαίου Ρόναλντ Ντουόρκιν υπερασπίζεται επίσης μια φιλελεύθερη εκδοχή ευγονικής. Όπως γράφει, δεν υπάρχει τίποτα κακό στη φιλοδοξία «να κάνουμε τις ζωές των μελλοντικών γενεών της ανθρωπότητας μακρύτερες, γεμάτες περισσότερα ταλέντα και άρα επιτεύγματα. Απεναντίας, αν το να το παίζουμε θεοί σημαίνει να αγωνιζόμαστε για τη βελτίωση του είδους μας, εισάγοντας στα συνειδητά σχέδιά μας την απόφαση να βελτιώσουμε αυτό που ο Θεός^εκ προθέσεως ή η φύση τυφλά έκανε να εξελιχθεί μέσα στους αιώνες, τότε η πρώτη αρχή «ου ηθικού ατομικισμού επιτάσσει αυτό τον αγώνα»24. Ο ελευθερόφρων φιλόσοφος Ρόμπερτ Νόζικ πρότεινε μια «γενετική υπεραγορά»» που θα επιτρέπει στους γονείς να παραγγέλλουν παιδιά βάσει σχεδίου χωρίς να επιβάλλουν ένα μοναδικό σχέδιο στο σύνολο της κοινωνίας: «Αυτό το σύστημα της υπεραγοράς έχει το μεγάλο πλεονέκτημα ότι δεν προϋποθέτει μια συγκεντρωτική απόφαση
Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 97
που θα παγίωνε τον μελλοντικό τύπο (ή τύπους) ανθρώπου»25.
Ακόμη και ο Τζων Ρωλς, στο κλασικό του έργο Μια θεωρία της δικαιοσύνης (1971), προσέφερε μια σύντομη επιδοκιμασία της φιλελεύθερης ευγονικής. Όπως έγραφε, ακόμη και σε μια κοινωνία που συμφωνεί να μοιράζεται τα οφέλη και τα βάρη της γενετικής λοταρίας, είναι «προς το συμφέρον του καθενός να έχει περισσότερα φυσικά προσόντα. Αυτό του επιτρέπει να επιδιώξει ένα προτιμότερο σχέδιο ζωής». Τα συμβαλλόμενα μέρη του κοινωνικού συμβολαίου «θέλουν να διασφαλίσουν για τους απογόνους τους την καλύτερη γενετική προίκα (θεωρώντας τη δική τους παγιωμένη)». Επομένως οι ευγονικές πολιτικές όχι μόνο επιτρέπονται, αλλά επιβάλλονται ως ζήτημα δικαιοσύνης. «Έτσι, μια κοινωνία οφείλει συν τω χρόνω να λάβει μέτρα τουλάχιστον για να διατηρήσει το γενικό επίπεδο των φυσικών ικανοτήτων και να αποτρέψει τη διάδοση σοβαρών μειονεκτημάτων»26.
Η φιλελεύθερη ευγονική είναι μεν ένα δόγμα λιγότερο επικίνδυνο από την παλαιά ευγονική, αλλά είναι και λιγότερο ιδεαλιστική. Παρ’ όλη την τρέλα και τη σκοτεινότητά του, το κίνημα ευγονικής του εικοστού αιώνα γεννήθηκε με την επιδίωξη να βελτιώσει την ανθρωπότητα ή να προαγάγει τη συλλογική ευημερία ολόκληρων κοινωνιών. Η φιλελεύθερη ευγονική αποστρέφεται τις συλλογικές φιλοδοξίες. Δεν είναι ένα κίνημα κοινωνικής μεταρρύθμισης αλλά ένας τρόπος με τον οποίο προνομιούχοι γονείς μπορούν να αποκτήσουν το είδος παιδιών που θέλουν και να τα εξοπλίσουν με στόχο την επιτυχία σε μια ανταγωνιστική κοινωνία.
Όμως, παρά την έμφαση που δίνει στην ατομική επιλογή, η φιλελεύθερη ευγονική συνεπάγεται περισσότερο κρατικό καταναγκασμό απ’ ό,τι αρχικά φαίνεται27. Οι υπέρμαχοι της ενίσχυσης δεν βλέπουν καμία ηθική διαφορά ανάμεσα στη βελ
98 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
τίωση των διανοητικών ικανοτήτων ενός παιδιού μέσω της παιδείας και στη βελτίωσή τους μέσω της γενετικής τροποποίησης. Το μόνο που έχει σημασία, από τη σκοπιά της φιλελεύθερης ευγονικής, είναι ότι ούτε η παιδεία ούτε η γενετική τροποποίηση παραβιάζει την αυτονομία του παιδιού ή «το δικαίωμά του σ’ ένα ανοιχτό μέλλον»28. Υπό τον όρο ότι η ενι- σχυμένη ικανότητα είναι ένα μέσο «παντός σκοπού» και δεν προδιαθέτει το παιδί για μια συγκεκριμένη σταδιοδρομία ή σχέδιο ζωής, είναι ηθικά επιτρεπτή.
Ωστόσο, με δεδομένο το καθήκον των γονέων να προάγουν την ευημερία των παιδιών τους (σεβόμενοι ταυτόχρονα το δικαίωμά τους σ’ ένα ανοιχτό μέλλον), μια τέτοια ενίσχυση δεν είναι μόνο επιτρεπτή αλλά και επιβεβλημένη. Όπως το κράτος μπορεί να απαιτεί από τους γονείς να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο, έτσι μπορεί και να απαιτεί να χρησιμοποιούν γενετικές τεχνολογίες (υπό τον όρο ότι είναι ασφαλείς) για να αυξήσουν το δείκτη νοημοσύνης του παιδιού τους. Αυτό που έχει σημασία είναι να συνιστούν οι ικανότητες που ενισχύονται «μέσα γενικών σκοπών, χρήσιμα στην υλοποίηση σχεδόν οποιουδήποτε σχέδιου ζωής... Όσο πιο κοντά βρίσκονται τέτοιες ικανότητες σε μέσα αληθινά παντός σκοπού, τόσο λιγότερες αντιρρήσεις θα έπρεπε να υπάρξουν στην ενθάρρυνση ή ακόμη και την απαίτηση, από την πλευρά του κράτους, της γενετικής ενίσχυσης αυτών των ικανοτήτων»29. Εφόσον εννοηθεί σωστά, η φιλελεύθερη «αρχή του ηθικού ατομικισμού» όχι {Ιόνον επιτρέπει, αλλά και «επιτάσσει τον αγώνα» για να χαρίσουμε «στις μελλοντικές γενιές μακροημέρευση, ακόμη περισσότερο ταλέντο και, άρα, επιτυχία»30. Έτσι η φιλελεύθερη ευγονική δεν απορρίπτει τελικά την κρατικά επιβαλλόμενη γενετική μηχανική· απαιτεί απλώς να σέβεται η όποια παρέμβαση την αυτονομία του σχεδιαζόμενου παιδιού.
Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 99
Μολονότι η φιλελεύθερη ευγονική βρίσκει υποστήριξη από πολλούς αγγλοαμερικανούς ηθικούς και πολιτικούς φιλοσόφους, ο Γιούργκεν Χάμπερμας, ο πιο εξέχων πολιτικός φιλόσοφος της Γερμανίας, αντιτίθεται σ’ αυτήν. Έχοντας πλήρη επίγνωση του σκοτεινού ευγονικού παρελθόντος της Γερμανίας, επιχειρηματολογεί ενάντια στη χρήση του εμβρυϊκού ελέγχου και του γενετικού χειρισμού για μη ιατρικές ενισχύσεις. Η θέση του ενάντια στη φιλελεύθερη ευγονική είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα επειδή πιστεύει ότι στηρίζεται εξ ολοκλήρου σε φιλελεύθερες προκείμενες και δεν χρειάζεται να επικαλεστεί πνευματοκρατικές ή θεολογικές αντιλήψεις. Η κριτική του στη γενετική μηχανική «δεν αποποιείται τις προκείμενες της μετα-μεταφυσικής σκέψης», πράγμα που σημαίνει ότι δεν εξαρτάται από κάποια συγκεκριμένη σύλληψη του αγαθού βίου. Ο Χάμπερμας συμφωνεί με τον Τζων Ρωλς ότι, αφού οι άνθρωποι στις νεότερες πλουραλιστικές κοινωνίες διαφωνούν σχετικά με την ηθική και τη θρησκεία, μια δίκαιη κοινωνία δεν θα έπρεπε να παίρνει θέση σε τέτοιες διαμάχες, αλλά, αντίθετα, να παραχωρεί σε κάθε άνθρωπο την ελευθερία να διαλέγει και να επιδιώκει τη δική του αντίληψη περί αγαθού βίου31.
Η γενετική παρέμβαση για την επιλογή ή τη βελτίωση παιδιών είναι επιλήψιμη, υποστηρίζει ο Χάμπερμας, επειδή παραβιάζει τις φιλελεύθερες αρχές της αυτονομίας και της ισότητας: Παραβιάζει την αυτονομία επειδή τα γενετικά προγραμματισμένα άτομα δεν μπορεί να θεωρούν ότι είναι «οι μοναδικοί δημιουργοί της ιστορίας της ζωής τους»32. Και υπονομεύει την ισότητα καταστρέφοντας τις «ουσιαστικά συμμετρικές σχέσεις μεταξύ ελεύθερων και ίσων ανθρώπων» διαμέσου των γενεών33. Ένα μέτρο αυτής της ασυμμετρίας είναι ότι, από τη στιγμή που οι γονείς γίνονται οι σχεδιαστές των παιδιών τους, επιφορτίζονται αναπόφευκτα με μια ευθύνη για
100 ΕΝΑΚΠΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
τη ζωή τους, η οποία δεν μπορεί με κανένα τρόπο να είναι αμοιβαία34.
Δικαίως αντιτίθεται ο Χάμπερμας στην ευγονική γονική φροντίδα, αδίκως όμως πιστεύει ότι τα επιχειρήματα εναντίον της μπορούν να θεμελιωθούν σε φιλελεύθερους και μόνο όρους. Οι υπέρμαχοι της φιλελεύθερης ευγονικής έχουν δίκιο όταν διατείνονται ότι τα σχεδιασμένα παιδιά δεν είναι λιγό- τερο αυτόνομα ως προς τα γενετικά τους γνωρίσματα από τα παιδιά που γεννιούνται με φυσικό τρόπο. Διότι δεν είναι αλήθεια βέβαια ότι, απόντων των ευγονικών χειρισμών, θα μπορούσαμε να επιλέγουμε από μόνοι μας τη γενετική κληρονομιά μας. Όσο για την ανησυχία του Χάμπερμας περί ισότητας και αμοιβαιότητας μεταξύ των γενεών, οι υπέρμαχοι της φιλελεύθερης ευγονικής μπορούν να απαντήσουν ότι η ανησυχία αυτή, καίτοι θεμιτή, δεν αφορά αποκλειστικά και μόνο τους γενετικούς χειρισμούς. Ο γονέας που αναγκάζει το παιδί του να εξασκείται ασταμάτητα στο πιάνο από την ηλικία των τριών, ή να χτυπάει μπάλες του τένις από την αυγή μέχρι το σούρουπο, ασκεί επίσης ένα είδος ελέγχου πάνω στη ζωή του παιδιού που με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να είναι αμοιβαίος. Το ζήτημα, επιμένουν οι φιλελεύθεροι, είναι αν η γονική παρέμβαση, είτε ευγονική είναι είτε περιβαλλοντική, υπονομεύει την ελευθερία του παιδιού να επιλέξει το δικό του σχέδιο ζωής. ^
Μια ηθική της αυτονομίας και της ισότητας δεν μπορεί να εξηγήσει τι είναι επιλήψιμο στην ευγονική. Όμως ο Χάμπερμας έχει ένα περαιτέρω επιχείρημα που κόβει πιο βαθιά, έστω κι αν δείχνει πέρα από τα όρια της φιλελεύθερης ή «μετα-με- ταφυσικής» θεώρησης. Πρόκειται για την ιδέα ότι «βιώνουμε τη δική μας ελευθερία με αναφορά σε κάτι που, από την ίδια του τη φύση, δεν είναι στη διάθεσή μας». Για να σκεφτούμε τους εαυτούς μας ως ελεύθερους, πρέπει να μπορούμε να απο
Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ 101
δώσουμε την προέλευση μας «σε μια απαρχή που δεν βρίσκεται στη διάθεση του ανθρώπου», μια απαρχή που αναδύεται από «κάτι -όπως ο Θεός ή η φύση- το οποίο δεν βρίσκεται στη διάθεση κάποιου άλλου προσώπου». Ο Χάμπερμας λέει στη συνέχεια ότι η γέννηση, «όντας ένα φυσικό γεγονός, ανταπο- κρίνεται στην εννοιολογική απαίτηση της συγκρότησης μιας απαρχής που δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Σπάνια η φιλοσοφία επιλήφθηκε αυτού του θέματος». Μια εξαίρεση, επισημαίνει, βρίσκεται στο έργο της Χάνα Άρεντ, η οποία θεωρεί τη «γεννησιμότητα» (η3ΐΗΐίΐγ), το γεγονός ότι τα ανθρώπινα όντα γεννιούνται και δεν φτιάχνονται, έναν όρο της ικανότητάς τους να εγκαινιάζουν δράση35.
Ο Χάμπερμας θίγει, νομίζω, κάτι σημαντικό όταν διατείνεται ότι υπάρχει μια «σύνδεση ανάμεσα στην ενδεχομενικότη- τα της απαρχής μιας ζωής που δεν βρίσκεται στη διάθεσή μας και στην ελευθερία να δίνει κανείς στη ζωή του μια ηθική μορφή»36. Γι’ αυτόν, τούτη η σύνδεση έχει σημασία επειδή εξηγεί γιατί ένα γενετικά σχεδιασμένο παιδί είναι υπόχρεο και υπαγόμενο σ’ ένα άλλο πρόσωπο (τον σχεδιαστή γονέα) κατά τρόπο που δεν ισχύει αντίστοιχα για ένα παιδί προερχόμενο από μια ενδεχομενική, απρόσωπη απαρχή37. Όμως η ιδέα ότι η ελευθερία μας είναι συνυφασμένη με μια «απαρχή που δεν μπορούμε να ελέγξουμε» έχει και μια ευρύτερη σημασία: όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμά της για την αυτονομία του παιδιού, η παρόρμηση να καταλυθεί η ενδεχομενικότητα και να ελεγχθεί το μυστήριο της γέννησης μειώνει τον σχεδιαστή γονέα και αποσαθρώνει τη γονική φροντίδα ως κοινωνική πρακτική που διέπεται από τους κανόνες της άνευ όρων αγάπης.
Αυτό μας φέρνει πίσω στην έννοια της χαρισματικότητας. Ακόμη και αν δε βλάπτει το παιδί ή δεν υποσκάπτει την αυτονομία του, η ευγονική γονική φροντίδα είναι επιλήψιμη επειδή
102 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
εκφράζει και εδραιώνει μια ορισμένη στάση απέναντι στον κόσμο - μια στάση ελέγχου και κυριαρχίας που αδυνατεί να εκτιμήσει το χαρισματικό χαρακτήρα των ανθρώπινων δυνάμεων και επιτευγμάτων, παραβλέποντας εκείνο το κομμάτι ελευθερίας που συνίσταται στη διαρκή διαπραγμάτευση με το δεδομένο.
5
Κυριαρχία και δώρο
Το πρόβλημα που τίθεται με την ευγονική και τη γενετική μηχανική είναι ότι αντιπροσωπεύουν τον μονόπλευρο θρίαμβο της θεληματικότητας πάνω στη χαρισματικότητα, της κυριαρχίας πάνω στο δέος, της διάπλασης πάνω στη θέαση. Γιατί όμως, μπορούμε να αναρωτηθούμε, ένας τέτοιος θρίαμβος πρέπει να μας προβληματίζει; Γιατί να μην αποτινάξουμε την ανησυχία μας για την ενίσχυση αναγνωρίζοντας πως δεν είναι παρά άλλη μια πρόληψη; Τι θα χανόταν, αλήθεια, αν η βιοτεχνολογία διέλυε μέσα μας την αίσθησή της χαρισματικότητας;
Ταπεινοφροσύνη, υπευθυνότητα και αλληλεγγύη
Από την άποψη της θρησκείας, η απάντηση είναι ξεκάθαρη: πιστεύοντας ότι τα ταλέντα και οι δυνάμεις μας οφείλονται ολότελα σ’ εμάς τους ίδιους, παρανοούμε τη θέση μας στη δημιουργία, συγχέουμε το ρόλο μας μ’ εκείνον του Θεού. Όμως η θρησκεία δεν είναι η μοναδική πηγή των λόγων για τους οποίους μπορεί να νοιαζόμαστε για τη χαρισματικότητα. Το ηθικό διακύβευμα μπορεί να περιγράφει και με εγκόσμιους όρους. Αν η γενετική επανάσταση διαβρώσει την εκτίμηση του χαρι-
104 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
σματικού χαρακτήρα των ανθρώπινων δυνάμεων και επιτευγμάτων, θα μετασχηματίσει τρία βασικά γνωρίσματα της ηθικής μας τοπιογραφίας - την ταπεινοφροσύνη, την υπευθυνότητα και την αλληλεγγύη.
Σ’ έναν κοινωνικό κόσμο που πριμοδοτεί την κυριαρχία και τον έλεγχο, η γονική φροντίδα είναι σχολείο ταπεινοφροσύνης. Το γεγονός ότι νοιαζόμαστε τόσο για τα παιδιά μας κι ωστόσο δεν μπορούμε να επιλέξουμε το είδος παιδιού που θέλουμε μας διδάσκει ως γονείς να είμαστε ανοιχτοί στο απρόσκλητο. Μια τέτοια ανοιχτότητα είναι μια στάση στην οποία αξίζει να καταφάσκει κανείς, όχι μόνο μέσα στην οικογένεια αλλά και στον ευρΰτερο κόσμο. Μας προσκαλεί να δεχτούμε το απρόσμενο, να ζήσουμε με τη διαφωνία, να συγκροτήσουμε την παρόρμηση του ελέγχου. Ένας κόσμος τύπου Γκάτακα, όπου οι γονείς θα είχαν συνηθίσει να προσδιορίζουν το φύλο και τα γενετικά γνωρίσματα των παιδιών τους, θα ήταν ένας κόσμος αφιλόξενος για το απρόσκλητο, μια περιφραγμένη κοινότητα σε μεγάλη κλίμακα.
Η κοινωνική βάση της ταπεινοφροσύνης επίσης θα αδυνάτιζε αν οι άνθρωποι έφταναν να συνηθίσουν τη γενετική αυτοβελτίωση. Η επίγνωση ότι τα ταλέντα και οι ικανότητες μας δεν οφείλονται ολότελα σ’ εμάς τους ίδιους συγκρατεί τη ροπή μας προς την ύβρη. Αν η εμβιομηχανική έκανε πραγματικότητα το μύθο του «αυτοδημιούργητου ανθρώπου», θα ήταν δύσκολο να δούμε τα προσόντα μας ως δώρα για τα οποία είμαστε υπόχρεοι και όχι ως επιτεύγματα για τα οποία είμαστε υπεύθυνοι. (Τα γενετικά ενισχυμένα παιδιά θα εξακολουθούσαν βέβαια να είναι υπόχρεα και όχι υπεύθυνα για τα γνωρί- σματά τους, αν και το χρέος θα πήγαινε περισσότερο στους γονείς τους και λιγότερο στη φύση, την τύχη ή τον Θεό.)
Πιστεύεται μερικές φορές ότι η γενετική ενίσχυση δια- βρώνει την ανθρώπινη υπευθυνότητα παραμερίζοντας την
ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΟ 105
προσπάθεια και τον αγώνα. Όμως το πραγματικό πρόβλημα είναι η έκρηξη, όχι η διάβρωση, της υπευθυνότητας. Καθώς υποχωρεί η ταπεινοφροσύνη, η υπευθυνότητα επεκτείνεται σε τρομακτικές διαστάσεις. Αποδίδουμε λιγότερα στην τύχη και περισσότερα στην επιλογή. Οι γονείς γίνονται υπεύθυνοι για την επιλογή, ή τη μη επιλογή, των σωστών γνωρισμάτων για λογαριασμό των παιδιών τους. Οι αθλητές γίνονται υπεύθυνοι για την απόκτηση, ή τη μη απόκτηση, των προσόντων που θα βοηθήσουν την ομάδα τους να κερδίσει.
Μια από τις ευλογίες του να θεωρούμε τους εαυτούς μας πλάσματα της φύσης, του Θεού ή της τύχης είναι ότι δεν είμαστε εξ ολοκλήρου υπεύθυνοι γι’ αυτό που είμαστε. Όσο περισσότερο γινόμαστε κύριοι της γενετικής κληρονομιάς μας, τόσο μεγαλύτερο είναι το βάρος που φέρουμε για τα προσόντα που έχουμε και τις επιδόσεις που πετυχαίνουμε. Σήμερα, όταν ένας μπασκετμπολίστας χάνει το ριμπάουντ, ο προπονητής του μπορεί να του καταλογίσει ότι βρισκόταν εκτός θέσης. Αύριο ενδέχεται να του καταλογίσει ότι είναι πολύ κοντός.
Ακόμη και τώρα, η αυξανόμενη χρήση φαρμάκων ενισχυτι- κών της επίδοσης στον επαγγελματικό αθλητισμό μετασχηματίζει ανεπαίσθητα τις προσδοκίες που έχει ο ένας παίκτης από τον άλλον. Στο παρελθόν, όταν ένας παίκτης δυσκολευόταν να σκοράρει, δεν μπορούσε παρά να αναθεματίσει την κακή του τυχη ή την κακή μέρα στην οποία βρέθηκε και να το δεχτεί με ψυχραιμία. Σήμερα, η χρήση αμφεταμινών και άλλων διεγερτικών είναι τόσο διαδεδομένη ώστε οι παίκτες που βγαίνουν στο γήπεδο χωρίς αυτά κατηγορούνται ότι «παίζουν γυμνοί». Ένας πρόσφατα συνταξιοδοτημένος παίκτης του πρωταθλήματος μπέιζμπολ δήλωσε στο 8ροιί$ ΙΙΙιιχ&αΙβά ότι κάποιοι ρί- πτες τα βάζουν με τους συμπαίκτες τους που παίζουν χωρίς ενισχυτικά: «Αν ο πρώτος ρίπτης ξέρει ότι βγαίνεις να παίξεις γυμνός, θυμώνει γιατί δεν του δίνεις όλα όσα μπορείς. Ο ρί-
106 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
πτης που πάει για μεγάλο παιχνίδι θέλει να είναι σίγουρος ότι “θα του δώσεις να καταλάβει” πριν από τον αγώνα»1.
Η έκρηξη της υπευθυνότητας και τα ηθικά βάρη που δημιουργεί μπορεί να φανούν επίσης στους μεταβαλλόμενους κανόνες που συνοδεύουν τη χρήση του προγεννητικού γενετικού ελέγχου. Κάποτε, η γέννηση ενός παιδιού με σύνδρομο Ντά- ουν εθεωρείτο ζήτημα τύχης. Σήμερα, πολλοί γονείς παιδιών με σύνδρομο Ντάουν ή άλλες γενετικές ανωμαλίες νιώθουν να επικρίνονται ή να κατηγορούνται2. Ένα πεδίο που άλλοτε οριζόταν από τη μοίρα, έχει γίνει σήμερα μια αρένα επιλογών. Όποιες κι αν πιστεύει κανείς ότι πρέπει να είναι οι γενετικές συνθήκες που δικαιολογούν την παύση της κύησης (ή τη μη επιλογή ενός εμβρύου, στην περίπτωση της προεμφυτευτικής γενετικής διάγνωσης), η έλευση του γενετικού ελέγχου έχει δημιουργήσει ένα βάρος επιλογής και απόφασης που δεν υπήρχε πριν. Οι υποψήφιοι γονείς είναι ελεύθεροι να διαλέξουν αν θα προβούν σε προγεννητικό έλεγχο και αν θα κινηθούν ανάλογα με τα αποτελέσματα. Δεν είναι όμως στο χέρι τους να αποφύγουν το βάρος της επιλογής που δημιουργεί η νέα τεχνολογία. Ούτε μπορούν να μην εμπλακούν στο διευρυ- μένο πλαίσιο ηθικής υπευθυνότητας που συνοδεύει τις νέες συνήθειες και πρακτικές ελέγχου.
Η προμηθεϊκή παρόρμηση είναι μεταδοτική. Στη γόνική φροντίδα όπως και στον αθλητισμό, διαταράσσει και διαβρώ- νει τη χαρισματική διάσταση της ανθρώπινης εμπειρίας. Όταν τα ενισχυτικά φάρμακα γίνονται κοινός τόπος, οι παίκτες που δεν προσφεύγουν σ’ αυτά αισθάνονται ότι «παίζουν γυμνοί». Όταν ο γενετικός έλεγχος γίνεται ρουτίνα στη διαδικασία της κύησης, οι γονείς που τον αποφεύγουν θεωρείται ότι «πηγαίνουν στα τυφλά» και καθίστανται υπεύθυνοι για όποιο γενετικό ελάττωμα λάχει στο παιδί τους.
Παραδόξως, η έκρηξη της υπευθυνότητας για τη δική μας
ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΟ 107
μοίρα κι εκείνη των παιδιών μας μπορεί να αποδυναμώσει το αίσθημα της αλληλεγγύης προς εκείνους που είναι λιγότερο τυχεροί από μας. Όσο μεγαλύτερη συναίσθηση έχουμε της τυχαίας φύσης του πεπρωμένου μας, τόσο περισσότερους λόγους έχουμε να το μοιραστούμε με τους άλλους. Σκεφτείτε το ζήτημα της ασφάλισης. Καθώς οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν εάν και πότε θα τους βρουν διάφορα δεινά, συγκεντρώνουν σε κοινό ταμείο πόρους έναντι των κινδύνων αγοράζοντας ασφάλειες υγείας και ασφάλειες ζωής. Καθώς η ζωή ξεδιπλώνεται, οι υγιείς καταλήγουν να επιδοτούν τους μη υγιείς και όσοι φτάνουν σε προχωρημένη ηλικία καταλήγουν να επιδοτούν τις οικογένειες εκείνων που πεθαίνουν πριν την ώρα τους. Το αποτέλεσμα είναι ένα είδος αμοιβαιότητας από άγνοια. Ακόμη και χωρίς ένα αίσθημα αμοιβαίας υποχρέωσης, οι άνθρωποι συγκεντρώνουν τους κινδύνους και τους πόρους τους και μοιράζονται ο ένας το πεπρωμένο του άλλου.
Ωστόσο οι ασφαλιστικές αγορές μιμούνται την πρακτική της αλληλεγγύης μόνο στο βαθμό που οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τους κινδύνους που διατρέχουν. Ας υποθέσουμε ότι ο γενετικός έλεγχος εξελισσόταν σε σημείο που να μπορεί να προ- βλέψει αξιόπιστα το ιατρικό ιστορικό και το προσδόκιμο ζωής κάθε ανθρώπου. Όσοι ένιωθαν σιγουριά για την υγεία και τη μακροζωία τους θα άφηναν το κοινό ταμείο, κάνοντας να εκτοξευτούν στα ύψη τα ασφάλιστρα όσων η υγεία προβλέπε- ται κακή. Η αλληλέγγυα διάσταση της ασφάλισης θα εξαφανιζόταν καθώς αυτοί με τα καλά γονίδια θα εγκατέλειπαν την ασφαλιστική συντροφιά εκείνων με τα κακά.
Το ενδεχόμενο οι ασφαλιστικές εταιρείες να χρησιμοποιούν γενετικά δεδομένα για να αποτιμούν τους κινδύνους και να ανατιμούν τα ασφάλιστρα οδήγησε πρόσφατα την αμερικανική Γερουσία να ψηφίσει νόμο για την απαγόρευση των γενετικών διακρίσεων στις ασφάλειες υγείας3. Αλλά ο μεγαλύτε
108 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
ρος κίνδυνος, ομολογουμένως περισσότερο υποθετικός, είναι ότι η γενετική ενίσχυση, εφόσον γίνει ρουτίνα, θα δυσκολέψει την υπόθαλψη των ηθικών συναισθημάτων που απαιτεί η κοινωνική αλληλεγγύη.
Στο κάτω-κάτω, γιατί οι πετυχημένοι να χρωστούν οτιδήποτε στα λιγότερο προνομιούχα μέλη της κοινωνίας; Μια ισχυρή απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα κλίνει έντονα προς την έννοια της χαρισματικότητας. Τα φυσικά ταλέντα που επιτρέπουν στους πετυχημένους να ευδοκιμούν δεν οφείλονται στους ίδιους αλλά μάλλον στην καλή τους τύχη - αποτέλεσμα της γενετικής λοταρίας4. Αν τα γενετικά μας προσόντα είναι δώρα, κι όχι επιτεύγματα πού μπορούμε να αξιώσουμε να μας πιστω- θούν, τότε είναι σφάλμα και ματαιοφροσύνη να θεωρούμε ότι δικαιούμαστε το σύνολο των καρπών που δρέπουν σε μια οικονομία της αγοράς. Έχουμε επομένως μια υποχρέωση να μοιραστούμε αυτούς τους καρπούς μ’ εκείνους που, χωρίς να είναι δικό τους το φταίξιμο, στερούνται ανάλογα δώρα.
Εδώ λοιπόν βρίσκεται η σύνδεση μεταξύ αλληλεγγύης και χαρισματικότητας: μια ζωντανή αίσθηση της ενδεχομενικότη- τας των χαρισμάτων μας -η επίγνωση ότι κανείς από μας δεν είναι ολότελα υπεύθυνος για την επιτυχία του- σώζει μια αξιοκρατική κοινωνία από το γλίστρημα στην αυτάρεσκη παραδοχή ότι η επιτυχία είναι το επιστέγασμα της αρετής, ότι οι πλούσιοι είναι πλούσιοι επειδή το αξίζουν περισσότερο από τους φτωχούς.
Αν η γενετική μηχανική μάς επέτρεπε να παρακάμψουμε τα αποτελέσματα της γενετικής λοταρίας, να αντικαταστήσουμε την τύχη με την επιλογή, ο χαρισματικός χαρακτήρας των ανθρώπινων δυνάμεων και επιτευγμάτων θα υποχωρούσε, και μαζί του ίσως η ικανότητα να βλέπουμε τους εαυτούς μας να μοιράζονται ένα κοινό πεπρωμένο. Οι πετυχημένοι θα έτειναν ακόμη περισσότερο απ’ ό,τι τώρα να θεωρούν τους εαυτούς
ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΟ 109
τους αυτοδημιούργητους και αυτάρκεις, άρα εξ ολοκλήρου υπεύθυνους για την επιτυχία τους. Οι άνθρωποι που βρίσκονται στον πάτο της κοινωνίας δεν θα θεωρούνταν μειονεκτού- ντες, κι επομένως άξιοι κάποιου βαθμού αποζημίωσης, αλλά απλώς απροσάρμοστοι, κι επομένως άξιοι ευγονικής επιδιόρθωσης. Η αξιοκρατία, λιγότερο συγκροτημένη από την τύχη, θα γινόταν σκληρότερη και λιγότερο επιεικής. Καθώς η τέλεια γενετική γνώση θα καταργούσε το ομοίωμα αλληλεγγύης στις ασφαλιστικές αγορές, ο τέλειος γενετικός έλεγχος θα διάβρω- νε την πραγματική αλληλεγγύη που αναδύεται όταν άνδρες και γυναίκες συλλογίζονται την ενδεχομενικότητα των προσόντων και των τυχών τους.
Ενστάσεις
Το επιχείρημά μου κατά της ενίσχυσης είναι πιθανό να εγείρει τουλάχιστον δύο ενστάσεις: ορισμένοι μπορεί να διαμαρτυρη- θούν ότι είναι υπερβολικά θρησκευτικό· άλλοι μπορεί να αντιτείνουν ότι είναι μη πειστικό όσον αφορά τις συνέπειες. Η πρώτη ένσταση διατείνεται πως, όταν μιλάει κανείς για χάρισμα, προϋποθέτει έναν δότη. Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε η θέση μου κατά της γενετικής μηχανικής και της ενίσχυσης είναι αναπόφευκτα θρησκευτική5. Εγώ υποστηρίζω, αντίθετα, ότι μια εκτίμηση της χαρισματικότητας της ζωής μπορεί να προκύ- ψει είτε από θρησκευτικές είτε από εγκόσμιες πηγές. Ενώ κάποιοι πιστεύουν ότι ο Θεός είναι η πηγή του δώρου της ζωής και ότι το δέος προς τη ζωή είναι μια μορφή ευγνωμοσύνης στον Θεό, δεν χρειάζεται να έχει κανείς αυτή την πεποίθηση για να εκτιμά τη ζωή ως δώρο ή να εμφορείται από δέος προς αυτήν. Μιλάμε συχνά για το χάρισμα ενός αθλητή, ή ενός μουσικού, δίχως να κάνουμε κάποια παραδοχή ότι το χάρισμα
110 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
προέρχεται ή δεν προέρχεται από τον Θεό. Αυτό που εννοούμε είναι απλώς ότι το εν λόγω ταλέντο δεν οφείλεται εξ ολοκλήρου στον αθλητή ή το μουσικό· είτε έχει να ευχαριστήσει γι’ αυτό τη (ρύση, είτε την τύχη, είτε τον Θεό, το ταλέντο είναι μια προίκα που υπερβαίνει τον έλεγχό του.
Με παρόμοιο τρόπο, οι άνθρωποι συχνά κάνουν λόγο για την ιερότητα της ζωής ή ακόμη και της φύσης, δίχως κατ’ ανάγκη να ενστερνίζονται την ισχυρή μεταφυσική εκδοχή αυτής της ιδέας. Για παράδειγμα, κάποιοι ασπάζονται την αρχαία πεποίθηση ότι η φύση είναι ιερή, με την έννοια ότι είναι μαγεμένη ή σημαδεμένη από εγγενές νόημα ή εμψυχωμένη από θεία βούληση. Άλλοι, κατά την ιουδαιοχριστιανική παράδοση, βλέπουν την ιερότητα της (ρύσης να οφείλεται στη δημιουργία του σύμπαντος από τον Θεό. Κι άλλοι τέλος πιστεύουν ότι η φύση είναι ιερή, με την έννοια και μόνο ότι δεν είναι ένα απλό αντικείμενο στη διάθεσή μας, ανοιχτό σε όποια χρήση μπορεί να επιθυμούμε. Αυτές οι διάφορες εννοήσεις του ιερού επιμένουν όλες ότι δίνουμε αξία στη φύση και στα ζωντανά πλάσματα εντός της σαν να πρόκειται για κάτι παραπάνω από απλά εργαλεία· κάθε άλλη στάση δείχνει έλλειψη δέους, απουσία σεβασμού. Όμως αυτή η ηθική εντολή δεν χρειάζεται να βασίζεται σ’ ένα μοναδικό θρησκευτικό ή μεταφυσικό υπόβαθρο,
Μπορεί να απαντήσει κανείς ότι οι μη θεολογικές αντιλήψεις περί ιερότητας και χαρίσματος δεν μπορούν εν τέλει να σταθούν από μόνες τους, αλλά πρέπει να ακουμπάνε σε δάνειες μεταφυσικές παραδοχές τΐς οποίες δεν αναγνωρίζουν. Αυτό είναι ένα βαθύ και δύσκολο ζήτημα που δεν μπορώ να αποπειραθώ να λύσω εδώ6. Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι φιλελεύθεροι στοχαστές από τον Λοκ και τον Καντ μέχρι τον Χάμπερμας αποδέχονται την ιδέα ότι η ελευθερία εξαρτάται από μια απαρχή ή μια θέση που υπερβαίνει τον έλεγχό μας. Για τον Λοκ, η ζωή και η ελευθερία μας, όντας αναπαλλοτρίωτα δικαι
ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΟ 111
ώματα, δεν μας ανήκουν ώστε να μπορούμε να τα εκχωρήσουμε (μέσω της αυτοκτονίας ή της εθελούσιας πώλησής μας ως σκλάβων). Για τον Καντ, παρόλο που είμαστε οι δημιουργοί του ηθικού νόμου, δεν είμαστε ελεύθεροι να εκμεταλλευόμαστε τον εαυτό μας ή να τον μεταχειριζόμαστε ως αντικείμενο ίδια όπως δεν μπορούμε κάτι τέτοιο σε άλλους ανθρώπους. Και για τον Χάμπερμας, όπως είδαμε, η ελευθερία μας ως ισότιμων ηθικών όντων εξαρτάται από την ύπαρξη μιας απαρχής πέρα από τον ανθρώπινο έλεγχο ή χειρισμό. Μπορούμε να εννοήσουμε αυτές τις αντιλήψεις περί αναπαλλοτρίωτων και απαραβίαστων δικαιωμάτων δίχως να ενστερνιστούμε κατ’ ανάγκη τις όποιες θρησκευτικές συλλήψεις της ιερότητας της ανθρώπινης ζωής. Με παρόμοιο τρόπο, μπορούμε να εννοήσουμε την ιδέα της χαρισματικότητας και να αισθανθούμε το ηθικό βάρος της, είτε ανάγουμε στον Θεό είτε όχι την πηγή του δώρου.
Η δεύτερη ένσταση ερμηνεύει τη θέση μου κατά της ενίσχυσης ως στενά συνεπειοκρατική και τη βρίσκει ανεπαρκή για τους εξής λόγους: Η επισήμανση των πιθανών επιπτώσεων της εμβιομηχανικής στην ταπεινοφροσύνη, την υπευθυνότητα και την αλληλεγγύη μπορεί να είναι πειστική για όσους εκτιμούν αυτές τις αρετές. Εκείνοι όμως που ενδιαφέρονται περισσότερο να διασφαλίσουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τα παιδιά τους ή για τον εαυτό τους μπορεί να αποφασίσουν ότι τα οφέλη που προκύπτουν από τη γενετική ενίσχυση υπερακοντίζουν τις υποτιθέμενες δυσμενείς επιπτώσεις της στους κοινωνικούς θεσμούς και τα ηθικά συναισθήματα. Επιπλέον, ακόμη κι αν δεχτούμε ότι η επιθυμία για κυριαρχία είναι κακή, ένα άτομο που την επιδιώκει μπορεί να πετύχει κάποιο αντισταθμιστικό ηθικό αγαθό - λόγου χάρη, μια θεραπεία για τον καρκίνο. Γιατί λοιπόν να δεχτούμε ότι το «κακό» της κυριαρχίας υπερακοντίζει κατ’ ανάγκη το καλό που μπορεί να επιφέρει;7
112 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
Σ’ αυτή την ένσταση απαντώ πως δεν εννοώ να στηρίξω τη θέση μου κατά της ενίσχυσης σε συνεπειοκρατικές εκτιμήσεις, τουλάχιστον όχι με τη συνήθη έννοια του όρου. Το επιχείρημά μου δεν είναι ότι η γενετική μηχανική είναι επιλήψιμη επειδή τα κοινωνικά κόστη είναι πιθανό να υπερβαίνουν τα οφέλη. Οΰτε ισχυρίζομαι ότι οι άνθρωποι που παρεμβαίνουν εμβιο- μηχανικά στα παιδιά τους ή τον εαυτό τους κινούνται κατ’ ανάγκη από μια επιθυμία κυριαρχίας, κι ότι το κίνητρο αυτό είναι μια αμαρτία που κανένα καλό αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε να την υπερβεί. Λέω, αντίθετα, ότι το ηθικό διακύβευμα στη διαμάχη περί ενίσχυσης δεν συλλαμβάνεται πλήρως με τις οικείες κατηγορίες της αυτονομίας και των δικαιωμάτων, από τη μια πλευρά, και με τους υπολογισμούς κόστους και οφέλους, από την άλλη. Η ενίσχυση με απασχολεί όχι ως ατομικό πάθος αλλά ως συνήθεια του νου και τρόπος ύπαρξης8.
Τα μεγαλύτερα διακυβεύματα είναι δύο ειδών. Το ένα αφορά την τύχη των ανθρώπινων αγαθών που ενσαρκώνονται σε σημαντικές κοινωνικές πρακτικές - κανόνες της άνευ όρων αγάπης και ανοιχτότητα στο απρόσκλητο, στην περίπτωση της γονικής φροντίδας· εξύμνηση φυσικών ταλέντων και χαρισμάτων σε αθλητικά και καλλιτεχνικά εγχειρήματα· ταπεινοφροσύνη μπροστά σε όποιο προνόμιο έχει κανείς και προθυμία να μοιραστεί τους καρπούς της καλής τύχης μέσα από θεσμούς κοινωνικής αλληλεγγύης. Το άλλο αφορά τον προσανατολισμό μας στον κόσμο που κατοικούμε και το είδος της ελευθερίας· στο οποίο αποβλέπουμε. '
Είναι δελεαστικό να σκεφτούμε ότι ο εμβιομηχανικός σχε- διασμός των παιδιών μας και του εαυτού μας με στόχο την επιτυχία σε μια ανταγωνιστική κοινωνία είναι μια άσκηση ελευθερίας. Όμως η αλλαγή της φύσης μας ώστε να προσαρμοστεί στον κόσμο, αντί για το αντίστροφο, είναι στην πραγματικότητα η βαθύτερη μορφή αποδυνάμωσης. Μας αποσπά από τον
ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΟ 113
κριτικό αναστοχασμό του κόσμου και νεκρώνει την παρόρμη- ση για κοινωνική και πολιτική βελτίωση. Αντί να χρησιμοποιήσουμε τις νέες γενετικές δυνάμεις μας για να ισιώσουμε «το στραβό ξύλο της ανθρωπότητας»9, θα έπρεπε να κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε να δημιουργήσουμε κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες πιο φιλόξενες στα χαρίσματα και τους περιορισμούς των ατελών ανθρώπινων όντων.
Το σχέδιο της κυριαρχίας
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Ρόμπερτ Σινσχάιμερ , μοριακός βιολόγος στο Οι1ΐίΌΠΗ& ΙηδίΐίιιΙβ οί Τχ<±ηο1θ£γ, διέκρι- νε το σχήμα των πραγμάτων που έρχονταν. Σ’ ένα άρθρο με τίτλο «Η προοπτική της σχεδιασμένης γενετικής αλλαγής», διατεινόταν ότι η ελευθερία της επιλογής θα δικαίωνε τη νέα γενετική και θα τη διαχώριζε από την απαξιωμένη ευγονική του παρελθόντος: «Η εφαρμογή της παλαιότερης ευγονικής του Γκάλτον και των διαδόχων του θα είχε απαιτήσει ένα τεράστιο κοινωνικό πρόγραμμα που θα εκτυλισσόταν επί πολλές γενιές. Ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν θα μπορούσε να εγκαινιαστεί χωρίς τη συναίνεση και τη συνεργασία μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού και θα ήταν συνεχώς υποκείμενο σε κοινωνικό έλεγχο. Αντίθετα, η νέα ευγονική θα μπορούσε, τουλάχιστον από άποψη αρχής, να εφαρμοστεί σε μάλλον ατομική βάση, σε μία γενιά, και χωρίς να υπόκειται στους υπάρχοντες περιορισμούς»10.
Σύμφωνα με τον Σινσχάιμερ, η νέα ευγονική θα ήταν εθελούσια αντί για εξαναγκαστική, καθώς και πιο ανθρώπινη. Αντί να απομονώνει και να εξαλείφει τους ακατάλληλους, θα τους βελτίωνε. «Η παλαιά ευγονική θα είχε απαιτήσει μια συνεχή επιλογή για την αναπαραγωγή των κατάλληλων και το ξε-
114 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
πάστρεμα των ακατάλληλων. Η νέα ευγονική θα επέτρεπε κατ’ αρχήν τη μετατροπή όλων των ακατάλληλων στο υψηλότερο γενετικό επίπεδο»11.
Ο ΰμνος του Σινσχάιμερ στη γενετική μηχανική συνέλαβε τη μεθυστική, προμηθεϊκή αυτοεικόνα της εποχής. Έγραψε για την ελπίδα να διασωθούν «οι χαμένοι αυτής της χρωμοσω- μικής λοταρίας που καναλιζάρει τόσο άτεγκτα τα ανθρώπινα πεπρωμένα μας», στους οποίους συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο εκείνοι που γεννήθηκαν με γενετικά ελαττώματα αλλά και «τα 50 εκατομμύρια “κανονικών” Αμερικανών με δείκτη νοημοσύνης κάτω από τις 90 μονάδες». Όμως έβλεπε επίσης ότι διακυβευόταν κάτι μεγαλύτερο από μια βελτίωση στις «αλόγιστες, προαιώνιες ζαριές» της φύσης. Στις νέες τεχνολογίες της γενετικής παρέμβασης λάνθανε μια νέα, πιο εξυψωμένη θέση για τους ανθρώπους μέσα στον κόσμο: «Καθώς διευρύνουμε την ελευθερία του ανθρώπου, μειώνουμε τους περιορισμούς του και αυτό που πρέπει να δέχεται ως δεδομένο». Ο Κοπέρνι- κος και ο Δαρβίνος είχαν «υποβιβάσει τον άνθρωπο από τη λαμπρή και ένδοξη θέση του στο επίκεντρο του σύμπαντος», αλλά η νέα βιολογία θα αποκαθιστούσε τον κεντρικό του ρόλο. Στον καθρέφτη της νέα μας γενετικής γνώσης θα βλέπαμε τον εαυτό μας σαν κάτι περισσότερο από έναν απλό κρίκο στην αλυσίδα της εξέλιξης: «Μπορούμε να γίνουμε ο φορέας της μετάβασης σ’ ένα ολόκληρο νέο επίπεδο της εξέλιξης. Πρόκειται για ένα κοσμολογικό γεγονός»12.
Υπάρχει κάτι το ελκυστικό, ακόμη και μεθυστικό, στο όραμα μιας ανθρώπινης ελευθερίας που δεν δεσμεύεται από το δεδομένο. Δεν αποκλείεται μάλιστα η γοητεία εκείνου του οράματος να έπαιξε ένα ρόλο στην έλευση της εποχής του γε- νώματος. Συχνά θεωρείται ότι οι δυνάμεις της ενίσχυσης που διαθέτουμε σήμερα ανέκυψαν ως ακούσιο παραπροϊόν της βιοϊατρικής προόδου - η γενετική επανάσταση ήρθε, τρόπον
ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΟ 115
τινά, για να θεραπεύσει τις ασθένειες, αλλά παρέμεινε για να μας δελεάζει με την προοπτική της ενίσχυσης των επιδόσεων μας, του σχεδιασμού των παιδιών μας και της τελειοποίησης της φύσης μας. Αυτή όμως μπορεί να είναι μια αναποδογυρισμένη όψη της ιστορίας. Είναι επίσης δυνατό να θεωρήσουμε τη γενετική μηχανική ως την έσχατη έκφραση της θέλησής μας να δούμε τους εαυτούς μας καβάλα στον κόσμο, κύριους της φύσης μας. Όμως αυτό το όραμα της ελευθερίας είναι ελαττωματικό. Απειλεί να εξοστρακίσει την εκτίμηση της ζωής ως δώρου και να μας αφήσει χωρίς τίποτα που να προσφέρεται στην κατάφαση ή τη θέασή μας, έξω από την ίδια μας τη θέληση.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ηθική του εμβρΰου: Η διαμάχη για τα βλαστοκΰτταρα
Αντιπαρατιθέμενος στη γενετική ενίσχυση, επιχειρηματολόγησα ενάντια στον μονόπλευρο θρίαμβο της κυριαρχίας πάνω στο δέος και προέτρεψα να επαναδιεκδικήσουμε μια εκτίμηση της ζωής ως δώρου. Αλλά υποστήριξα επίσης ότι υπάρχει μια διαφορά μεταξύ ίασης και ενίσχυσης. Η ιατρική παρεμβαίνει στη φύση, αλλά επειδή δεσμεύεται από το στόχο της αποκατάστασης της κανονικής ανθρώπινης λειτουργίας, δεν αντιπροσωπεύει μια αχαλίνωτη πράξη ύβρεως ή μια απόπειρα κυριαρχίας. Η ανάγκη ίασης προκύπτει από το γεγονός ότι ο κόσμος δεν είναι τέλειος και ολοκληρωμένος, αλλά έχει διαρκώς ανάγκη από ανθρώπινη παρέμβαση και επιδιόρθωση. Καθετί το δεδομένο δεν είναι καλό. Η ευλογιά και η ελονοσία δεν είναι δώρα και καλό θα ήταν να τις εξαλείψουμε.
Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για το διαβήτη, τη νόσο του Πάρκινσον, την αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση και τις κακώσεις του νωτιαίου μυελού. Ένα από τα πιο ελπιδοφόρα πεδία για ανθρώπους που έχουν προσβληθεί από αυτές τις νόσους είναι η έρευνα των βλαστοκυττάρων. Σύγτομα οι επιστήμονες θα είναι σε θέση να αφαιρούν βλαστοκύτταρα από ένα πρώιμο έμβρυο και να τα καλλιεργούν προκειμένου να μελετή
118 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
σουν και να θεραπεύσουν εκφυλιστικές ασθένειες. Οι επικριτές προβάλλουν την ένσταση ότι η αφαίρεση των βλαστοκυττάρων καταστρέφει το έμβρυο. Υποστηρίζουν ότι, αν η ζωή είναι δώρο, τότε μια έρευνα που καταστρέφει τη γεννώμενη ανθρώπινη ζωή πρέπει δίχως άλλο να απορριφθεί. Σ’ αυτό το κεφάλαιο, προβαίνω σε μια υπεράσπιση της εμβρυϊκής έρευνας βλαστοκυττάρων και επιχειρώ να δείξω ότι η ηθική της χαρι- σματικότητας δεν την καταδικάζει.
Ερωτήματα περί βλαστοκυττάρων
Το καλοκαίρι του 2006, ήδη στον έκτο χρόνο της προεδρίας του, ο Τζωρτζ Μπους άσκησε το πρώτο του βέτο. Το νομοσχέδιο που απέρριψε δεν αφορούσε κάποιο γνώριμο κυβερνητικό θέμα όπως η φορολογία, η τρομοκρατία ή ο πόλεμος στο Ιράκ, αλλά το πιο μυστηριώδες ζήτημα της έρευνας των βλαστοκυττάρων. Ελπίζοντας να προαγάγει θεραπείες για το διαβήτη, την Πάρκινσον και άλλες εκφυλιστικές ασθένειες, το Κογκρέσο είχε υπερψηφίσει τη χρηματοδότηση νέας έρευνας για τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα, κατά την οποία οι επιστήμονες απομονώνουν κύτταρα ικανά να συστήσουν οποιονδήποτε ιστό του σώματος. Ο Πρόεδρος αρνήθηκε να ακολουθήσει. Υποστήριξε ότι η έρευνα είναι ανήθικη επειδή η απόσπαση αυτών των κυττάρων καταστρέφει τη βλαστοκύστη, ένα μη εμφυτευμένο έμβρυο στην έκτη έως όγδοη μέρα της ανάπτυξης του. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, δήλωσε, δεν πρέπει να υποστηρίξει «την αφαίρεση αθώας ανθρώπινης ζωής»1.
Ο εκπρόσωπος τύπου του Προέδρου θα μπορούσε να συγ- χωρεθεί για τη σύγχυσή του. Εξηγώντας το βέτο, είπε ότι ο Πρόεδρος θεωρεί τη εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα «φόνο», κάτι που η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν έπρεπε να υποστηρί
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 119
ξει. Όταν το σχόλιο έφερε ένα κύμα επικριτικών αντιδράσεων από τον τύπο, ο Λευκός Οίκος υποχώρησε. Όχι, ο Πρόεδρος δεν πιστεύει ότι η καταστροφή ενός εμβρύου αποτελεί φόνο. Ο εκπρόσωπος τύπου ανακάλεσε τη δήλωση του και ζήτησε συγγνώμη επειδή «υπερτόνισε τη θέση του Προέδρου»2.
Πώς ακριβώς ο εκπρόσωπος τύπου υπερτόνισε τη θέση του Προέδρου δεν είναι σαφές. Αν η εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα συνιστά όντως ηθελημένη αφαίρεση αθώας ανθρώπινης ζωής, είναι δύσκολο να καταλάβουμε σε τι διαφέρει από φόνο. Ο συνετισμένος εκπρόσωπος δεν έκανε καμία προσπάθεια να εμβαθύνει στη διάκριση. Δεν ήταν ο πρώτος που παγιδεύτηκε στις ηθικές και πολιτικές περιπλοκές της βλαστοκυτ- ταρικής διαμάχης.
Η διαμάχη γύρω από τη βλαστοκυτταρική έρευνα θέτει τρία ερωτήματα. Πρώτον, πρέπει άραγε να επιτρέπεται η εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα; Δεύτερον, πρέπει να χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση; Τρίτον, έχει άραγε σημασία, είτε για το θεμιτό της έρευνας είτε για τη χρηματοδότησή της, αν τα βλαστοκύτταρα εξάγονται από ήδη υπάρχοντα έμβρυα που περίσσεψαν από θεραπείες γονιμότητας ή από κλωνοποι- ημένα έμβρυα που δημιουργήθηκαν για την έρευνα;
Το πρώτο ερώτημα είναι το πιο θεμελιώδες και, όπως θα έλεγαν ορισμένοι, το πιο δυσεπίλυτο. Η κύρια ένσταση απέναντι στην εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα είναι ότι η καταστροφή ενός ανθρώπινου εμβρύου, ακόμη και στα πιο πρώιμα στάδια της ανάπτυξής του, κι ακόμη και για χάρη ευγενών σκοπών, είναι ηθικά αποτροπιαστική· είναι σαν να σκοτώνεις ένα παιδί για να σώσεις τις ζωές άλλων ανθρώπων. Η εγκυρό- τητα αυτής της ένστασης εξαρτάται φυσικά από το ηθικό καθεστώς του εμβρύου. Επειδή κάποιοι άνθρωποι έχουν ισχυρές θρησκευτικές πεποιθήσεις επί του θέματος, θεωρείται ενίοτε ότι τούτο δεν υπόκειται σε ορθολογική επιχειρηματολογία ή
120 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
ανάλυση. Αυτό όμως είναι λάθος. Το γεγονός ότι ένα ηθικό πιστεύω μπορεί να έχει τις ρίζες του σε θρησκευτικές πεποιθήσεις δεν το απαλλάσσει από αμφισβήτηση ούτε το καθιστά απρόσφορο για ορθολογική υπεράσπιση.
Αργότερα σ’ αυτό το κεφάλαιο θα προσπαθήσω να δείξω πώς μπορεί να προχωρήσει ένας ηθικός συλλογισμός γύρω από το καθεστώς του εμβρύου. Για να προετοιμάσω όμως το δρόμο, θα στραφώ πρώτα στο ερώτημα αν υπάρχει ηθική διαφορά ανάμεσα στη χρήση «διαθέσιμων» ή «πλεοναζόντων» εμβρύων προερχόμενων από θεραπείες γονιμότητας και στη χρήση κλωνοποιημένων εμβρύων που δημιουργήθηκαν για την έρευνα.
Κλώνοι και περισσεύματα
Μέχρι σήμερα, στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν υπάρχει ομοσπονδιακός νόμος που να απαγορεύει την κλωνοποίηση παιδιών. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι εγκρίνουν την κλωνοποίηση ως ένα νέο μέσο αναπαραγωγής. Αντίθετα, η κοινή γνώμη και όλοι σχεδόν οι εκλεγμένοι αξιω- ματούχοι του κράτους ανατίθενται σ’ αυτήν.
Υπάρχει όμως έντονη διαφωνία ως προς το ενδεχόμενο να επιτραπεί η κλωνοποίηση με σκοπό τη δημιουργία εμβρύων για τη βλαστοκυτταρική έρευνα. Και οι αντίπαλοι της ερευνητικής κλωνοποίησης έχουνε φανεί μέχρι στιγμής απρόθυμοι να στηρίξουν μια ξεχωριστή απαγόρευση της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης, σαν αυτή που ψηφίστηκε στη Βρετανία3. Το 2001, η Βουλή των Αντιπροσώπων πέρασε ένα νομοσχέδιο που θα είχε απαγορεύσει όχι μόνο την αναπαραγωγική κλωνοποίηση αλλά και την κλωνοποίηση για λόγους βιοϊατρικής έρευνας. Το νομοσχέδιο δεν επικυρώθηκε διότι ορισμένοι
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 121
υποστηρικτές της βλαστοκυτταρικής έρευνας στη Γερουσία δεν θέλησαν να δεχτούν την καθολική απαγόρευση. Ως αποτέλεσμα αυτού του αδιεξόδου, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ομοσπονδιακό νόμο κατά της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης ανθρώπων.
Η διαμάχη για την κλωνοποίηση έφερε στην επιφάνεια δύο διαφορετικούς λόγους αντιπαράθεσης στη χρήση κλωνο- ποιημένων εμβρύων στη βλαστοκυτταρική έρευνα. Ορισμένοι αντιτίθενται στην ερευνητική κλωνοποίηση με το σκεπτικό ότι το έμβρυο είναι άνθρωπος. Ισχυρίζονται ότι κάθε εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα είναι ανήθικη (είτε γίνεται σε κλω- νοποιημένα είτε σε φυσικά έμβρυα), διότι ισοδυναμεί με τη θανάτωσή ενός ανθρώπου προκειμένου να θεραπευτούν οι ασθένειες άλλων. Αυτή είναι η θέση του γερουσιαστή Σαμ Μπράουνμπακ από το Κάνσας, ενός κορυφαίου υπέρμαχου της άποψης σχετικά με το δικαίωμα στη ζωή. Υποστηρίζει ότι η εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα είναι επιλήψιμη επειδή «είναι πάντα απαράδεκτο να σκοτώνει κανείς ηθελημένα έναν αθώο άνθρωπο για να βοηθήσει έναν άλλον»4. Αν το έμβρυο είναι άνθρωπος, τότε η αποκόμιση των βλαστοκυττάρων του είναι ηθικά ανάλογη με την αποκόμιση οργάνων από βρέφη. Κατά την άποψη του Μπράουνμπακ, «Ένα ανθρώπινο έμβρυο ... είναι ένας άνθρωπος σαν εσένα κι εμένα· και αξίζει τον ίδιο σεβασμό που δείχνουν οι νόμοι μας προς όλους εμάς»5.
Άλλοι αντίπαλοι της ερευνητικής κλωνοποίησης δεν πάνε τόσο μακριά. Υποστηρίζουν την εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα υπό τον όρο ότι χρησιμοποιεί «διαθέσιμα» έμβρυα που περίσσεψαν από κλινικές γονιμότητας6. Τους προβληματίζει η ηθελημένη δημιουργία εμβρύων για την έρευνα. Όμως αφού οι κλινικές εξωσωματικής γονιμοποίησης δημιουργούν πολύ περισσότερα γονιμοποιημένα ωάρια απ’ όσα τελικά εμφυτεύο-
122 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
νται, κάποιοι υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει τίποτα το επιλήψιμο στη χρησιμοποίηση αυτών των περισσευμάτων για ερευνητικούς σκοπούς. Αν τα πλεονάζοντα έμβρυα θα πετάγονταν έτσι κι αλλιώς, σκέφτονται, γιατί να μη χρησιμοποιηθούν (με τη συναίνεση του δότη) για έρευνα που ενδέχεται να σώσει ζωές;
Για τους πολιτικούς που αναζητούν ένα συμβιβασμό από θέση αρχής στη βλαστοκυτταρική διαμάχη, η άποψη αυτή εμφανίζεται ιδιαίτερα ελκυστική. Εφόσον εγκρίνει τη χρήση μόνο πλεοναζόντων εμβρύων, φαίνεται να ξεπερνάει τους ηθικούς ενδοιασμούς σχετικά με τη δημιουργία εμβρύων για χάρη της έρευνας. Τη θέση αυτή υπερασπίστηκε στη Γερουσία ο ηγέτης της πλειοψηφίας Μπιλ Φριστ από το Τενεσί (Τβηηβδ- δεε), ο μοναδικός γιατρός σ’ αυτό το σώμα, και στη Μασαχου- σέτη ο κυβερνήτης Μιτ Ρόμνυ, που κάλεσε ανεπιτυχώς το νομοθετικό σώμα να την υιοθετήσει. Και οι δύο υποστήριξαν τη βλαστοκυτταρική έρευνα σε περισσευούμενα που δημιουργή- θηκαν για αναπαραγωγή, αλλά όχι σε έμβρυα που δημιουργή- θηκαν για έρευνα7. Το νομοσχέδιο για τη χρηματοδότηση της βλαστοκυτταρικής έρευνας που ψηφίστηκε από το Κογκρέσο (και απορρίφθηκε με βέτο από τον Πρόεδρο Μπους) το 2006 έκανε επίσης αυτή τη διάκριση· προέβλεπε τη χρηματοδότηση βλαστοκυτταρικής έρευνας μόνο σε έμβρυα που θα περίσσευαν από θεραπείες γονιμότητας. '
Πέρα από την έλξη που ασκεί ως θεμιτός πολιτικός συμβι-, βασμός, η διάκριση αυτή φαίνεται και ηθικά υποστηρίξιμη. Αν όμως την εξετάσουμε πιο προσεκτικά, βλέπουμε πως δεν αντέχει. Η διάκριση αποτυχαίνει επειδή αποφεύγει το κρίσιμο ερώτημα αν τα «περισσευούμενα» έμβρυα θα έπρεπε έτσι κι αλλιώς να δημιουργούνται. Για να δούμε πώς τίθεται το ζήτημα, ας φανταστούμε μια κλινική γονιμότητας που δέχεται δωρεές ωαρίων και σπέρματος για δύο λόγους: αναπαραγωγή
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 123
και βλαστοκυτταρική έρευνα - χωρίς να υπεισέρχεται πουθενά κλωνοποίηση. Η κλινική δημιουργεί δύο ομάδες εμβρύων, μία από ωάρια και σπερματοζωάρια δοτών που προορίζονται για τεχνητή γονιμοποίηση και μία από ωάρια και σπερματοζωάρια δοτών οι οποίοι θέλουν να συμβάλουν στην υπόθεση της βλαστοκυτταρικής έρευνας.
Ποια ομάδα εμβρύων μπορεί να χρησιμοποιήσει ένας ηθικός επιστήμονας στη βλαστοκυτταρική έρευνα; Όσοι συμφωνούν με τους Φριστ και Ρόμνυ βρίσκονται σε μια παράδοξη θέση: θα επέτρεπαν στον επιστήμονα να χρησιμοποιήσει περισ- σευούμενα έμβρυα από την πρώτη ομάδα (αφού δημιουργήθη- καν για αναπαραγωγή και αλλιώς θα πεταχτούν), όχι όμως και από τη δεύτερη (αφού αυτά δημιουργήθηκαν σκόπιμα για ερευνητική χρήση). Πράγματι, τόσο ο Φριστ όσο και ο Ρόμνυ έχουν επιδιώξει να απαγορευτεί η σκόπιμη δημιουργία εμβρύων σε κλινικές τεχνητής γονιμοποίησης για ερευνητικούς σκοπούς.
Το παράδοξο αυτό σενάριο φέρνει στην επιφάνεια το αδύνατο σημείο της συμβιβαστικής θέσης. Αυτοί που ανατίθενται στη δημιουργία εμβρύων για τη βλαστοκυτταρική έρευνα, αλλά υποστηρίζουν την έρευνα σε «περισσεύματα» της τεχνητής γονιμοποίησης, αδυνατούν να εξετάσουν την ηθική της ίδιας της τεχνητής γονιμοποίησης. Αν είναι ανήθικο να δημιουργούμε και να θυσιάζουμε έμβρυα προκειμένου να θεραπεύσουμε ή να αντιμετωπίσουμε ολέθριες νόσους, γιατί δεν είναι επίσης επιλήψιμο να δημιουργούμε και να πετάμε περισσευούμενα έμβρυα κατά τη θεραπεία της στειρότητας; Ή , για να δούμε το επιχείρημα από την αντίθετη άκρη, αν η δημιουργία και θυσία εμβρύων κατά την τεχνητή γονιμοποίηση είναι ηθικά αποδεκτή, γιατί δεν είναι επίσης αποδεκτή η δημιουργία και θυσία εμβρύων για τη βλαστοκυτταρική έρευνα; Στο κάτω-κάτω, και οι δύο πρακτικές υπηρετούν αξιέπαινους σκοπούς: η θεραπεία
124 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
νόσων όπως η Πάρκινσον και ο διαβήτης είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντική με την αντιμετώπιση της στειρότητας.
Όσοι βλέπουν μια ηθική διαφορά μεταξύ της θυσίας εμβρύων στην τεχνητή γονιμοποίηση και της θυσίας εμβρύων στη βλαστοκυτταρική έρευνα μπορεί να απαντήσουν ως εξής: ο ειδικός σε θέματα γονιμότητας γιατρός που δημιουργεί πλεονά- ζοντα έμβρυα το κάνει για να αυξήσει τις πιθανότητες μιας πετυχημένης εγκυμοσύνης· δεν γνωρίζει ποια έμβρυα θα απορρι- φθούν τελικά ούτε είναι πρόθεσή του ο θάνατος κάποιων. Αλλά ο επιστήμονας που σκόπιμα δημιουργεί ένα έμβρυο για τη βλαστοκυτταρική έρευνα γνωρίζει ότι το έμβρυο θα πεθά- νει, αφού για τη διεξαγωγή της έρευνας χρειάζεται να κατα- στραφεί το έμβρυο. Ο Τσαρλς Κράουτχαμερ, που εγκρίνει τη βλαστοκυτταρική έρευνα σε περισσεύματα της τεχνητής γονιμοποίησης αλλά όχι σε έμβρυα που δημιουργούνται για ερευνητικούς σκοπούς, θέτει αιχμηρά το ζήτημα: «Το νομοσχέδιο που θα νομιμοποιούσε την ερευνητική κλωνοποίηση επικυρώνει ουσιαστικά ... μια πολύ μακάβρια επιχείρηση: τη δημιουργία εκκολαπτόμενης ανθρώπινης ζωής με μοναδικό σκοπό την εκμετάλλευση και την καταστροφή της»8.
Η απάντηση αυτή δεν είναι πειστική για δύο λόγους. Πρώτον, ο ισχυρισμός ότι η δημιουργία εμβρύων για τη βλαστοκυτταρική έρευνα ισοδύναμε ί με τη δημιουργία ανθρώπινης ζωής με σκοπό την εκμετάλλευση ή την καταστροφή της είναι παρατ πλανητικός. Η καταστροφή του εμβρύου είναι, ομολογουμέ- νως, μια προβλέψιμη συνέπεϊα της πράξης, αλλά ο σκοπός της είναι η θεραπεία νόσων. Αυτοί που δημιουργούν έμβρυα για ερευνητική χρήση δεν στοχεύουν στην καταστροφή ή την εκμετάλλευση περισσότερο απ’ ό,τι στοχεύουν στην απόρριψη των περισσευμάτων εκείνοι που δημιουργούν έμβρυα για θεραπείες γονιμότητας9.
Δεύτερον, μολονότι οι γιατροί οι ειδικοί στη γονιμότητα και
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 125
οι ασθενείς τους δεν γνωρίζουν εκ των προτέρων ποια από τα έμβρυα που δημιουργούν θα πάνε για πέταμα, γεγονός παραμένει ότι η τεχνητή γονιμοποίηση, όπως ασκείται στις Ηνωμένες Πολιτείες, παράγει δεκάδες χιλιάδες πλεονάζοντα έμβρυα προορισμένα να καταστραφοΰν. (Μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι κάπου 400.000 παγωμένα έμβρυα μαραζώνουν σε αμερικανικές κλινικές γονιμότητας, άλλα 52.000 στη Βρετανία κι ακόμη 71.000 στην Αυστραλία.)10 Είναι αλήθεια ότι, από τη στιγμή που υπάρχουν αυτά τα καταδικασμένα έμβρυα, «τίποτα δεν χάνεται» αν χρησιμοποιηθούν στην έρευνα11. Αλλά το ερώτημα εάν θα έπρεπε έτσι κι αλλιώς να δημιουργούνται είναι ζήτημα πολιτικής επιλογής εξίσου όσο και το ερώτημα αν θα έπρεπε να επιτρέπεται η δημιουργία εμβρύων για ερευνητική χρήση. Η γερμανική ομοσπονδιακή νομοθεσία, λόγου χάρη, ρυθμίζει τις κλινικές γονιμότητας και απαγορεύει στους γιατρούς να γονιμοποιούν περισσότερα ωάρια απ’ όσα θα εμφυ- τευθούν κάθε μία φορά. Ως αποτέλεσμα, οι γερμανικές κλινικές γονιμότητας δεν παράγουν πλεονάζοντα έμβρυα. Η ύπαρξη άφθονων καταδικασμένων εμβρύων στους καταψύκτες των αμερικανικών κλινικών γονιμότητας δεν είναι αναπότρεπτο γεγονός αλλά συνέπεια μιας πολιτικής που οι εκλεγμένοι αξιω- ματούχοι του κράτους θα μπορούσαν να αλλάξουν αν ήθελαν. Μέχρι στιγμής πάντως, λίγοι από κείνους που θα απαγόρευαν τη δημιουργία εμβρύων για ερευνητική χρήση έχουν καλέσει σε απαγόρευση της δημιουργίας και καταστροφής πλεοναζό- ντων εμβρύων στις κλινικές γονιμότητας.
Όποιος κι αν έχει δίκιο σχετικά με το ηθικό καθεστώς του εμβρύου, ένα είναι ξεκάθαρο: οι αντίπαλοι της ερευνητικής κλωνοποίησης δεν μπορούν να τα ’χουν όλα δικά τους. Δεν μπορούν να επιδοκιμάζουν τη δημιουργία και καταστροφή πλεοναζόντων εμβρύων στις κλινικές γονιμότητας, ή τη χρήση τέτοιων εμβρύων στην έρευνα, και την ίδια στιγμή να διαμαρ
126 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
τύρονται ότι η δημιουργία εμβρύων για χάρη της έρευνας και της αναγεννητικής ιατρικής είναι ηθικά επιλήψιμη. Αν η κλωνοποίηση στο πλαίσιο της βλαστοκυτταρικής έρευνας παραβιάζει το σεβασμό που αρμόζει στο έμβρυο, τότε το ίδιο κάνει και η βλαστοκυτταρική έρευνα σε περισσεύματα της τεχνητής γονιμοποίησης, όπως το ίδιο κάνει κάθε θεραπεία γονιμότητας που δημιουργεί και πετάει πλεονάζοντα έμβρυα.
Όσοι τηρούν μια συνεπή στάση ενάντια στη χρήση εμβρυϊκής ανθρώπινης ζωής, όπως ο Γερουσιαστής Μπράουνμπακ, έχουν δίκιο τουλάχιστον ως προς το εξής: τα ηθικά επιχειρήματα υπέρ της ερευνητικής κλωνοποίησης και υπέρ της βλα- στοκυτταρικής έρευνας σε περισσευούμενα έμβρυα ισχύουν ή καταρρίπτονται μαζί. Μένει να δούμε αν ισχύουν ή καταρρί- πτονται. Τούτο μας επαναφέρει στο βασικό ερώτημα αν πρέπει να επιτρέπεται οποιαδήποτε εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα.
Το ηθικό καθεστώς τον εμβρύου
Υπάρχουν δύο κύρια επιχειρήματα ενάντια στη νομιμοποίηση της εμβρυϊκής βλαστοκυτταρικής έρευνας. Κατά το πρώτρ, παρά τους αξιέπαινους σκοπούς της, η βλαστοκυτταρική έρευνα είναι επιλήψιμη διότι προϋποθέτει την καταστροφή ανθρώπινων εμβρύων. Κατά το άλλο, η ανησυχία είναι ότι, ακόμη κι αν η έρευνα στα έμβρυα δεν?είναι από μόνη της επιλήψιμη, θα ανοίξει τον ολισθηρό δρόμο μιας σειράς απανθρωποποιητικών πρακτικών όπως οι φάρμες εμβρύων, η κλωνοποίηση βρεφών, η χρήση εμβρύων για ανταλλακτικά και η εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης ζωής.
Η ένσταση περί ολισθηρού δρόμου έχει πρακτικό χαρακτήρα και αξίζει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψη. Ωστόσο, οι ανησυ
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 127
χίες που εκφράζει θα μπορούσαν να κατασιγαστούν με την υιοθέτηση ρυθμιστικών εγγυήσεων που θα εμπόδιζαν την εμβρυϊκή έρευνα να εκπέσει σε εφιαλτικά σενάρια εκμετάλλευσης και κατάχρησης. Η πρώτη ένσταση ωστόσο είναι φιλοσοφικά προκλητικότερη. Αν είναι και αποφασιστική εξαρτάται από τον ορθό ή όχι τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το ηθικό καθεστώς του εμβρύου.
Έ χει σημασία, πρώτα απ’ όλα, να ξεκαθαρίσουμε κάτι σχετικά με το έμβρυο από το οποίο εξάγονται τα βλαστοκύττα- ρα. Δεν πρόκειται για το ανεπτυγμένο ανθρώπινο έμβρυο που ξέρουμε. Δεν έχει αναγνωρίσιμα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Δεν είναι ένα έμβρυο που έχει εμφυτευτεί και μεγαλώνει σε μια γυναικεία μήτρα. Πρόκειται μάλλον για μια βλαστοκύστη, μια συστάδα 180-200 κυττάρων, που μεγαλώνουν σ’ ένα δίσκο πέτρι, μόλις ορατά διά γυμνού οφθαλμού. Η βλαστοκύστη αντιπροσωπεύει ένα τόσο πρώιμο στάδιο εμβρυϊκής ανάπτυξης ώστε τα κύτταρα που περιέχει δεν έχουν διαφοροποιηθεί ακόμη ούτε έχουν προσλάβει τις ιδιότητες συγκεκριμένων οργάνων ή ιστών - νεφρών, μυών, νωτιαίου μυελού κ.ο.κ. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, τα βλαστοκύτταρα που εξάγονται από τη βλαστοκύστη περικλείουν την υπόσχεση ότι θα αναπτυχθούν, με την κατάλληλη περιποίηση στο εργαστήριο, σε οποιουδήπο- τε είδους κύτταρο θέλει να μελετήσει ή να επιδιορθώσει ο ερευνητής. Η ηθική και πολιτική διαμάχη προκύπτει από το γεγονός ότι η αφαίρεση των βλαστοκυττάρων καταστρέφει τη βλαστοκύστη.
Για να αποτιμήσει κανείς αυτή τη διαμάχη, θα πρέπει κα- ταρχάς να εννοήσει την πλήρη σημασία του ισχυρισμού ότι το έμβρυο είναι ηθικά ισοδύναμο μ’ ένα πρόσωπο, ένα πλήρως ανεπτυγμένο ανθρώπινο ον. Για όσους ενστερνίζονται αυτή την άποψη, η εξαγωγή βλαστοκυττάρων από μια βλαστοκύστη είναι ηθικά εξίσου αποτρόπαια όσο και η αφαίρεση οργάνων
128 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
από ένα βρέφος για τη σωτηρία της ζωής άλλων ανθρώπων. Ορισμένοι βασίζουν αυτό τον ισχυρισμό στη θρησκευτική πεποίθηση ότι η ψυχή εμφυσάται στο έμβρυο κατά τη σύλληψη. Άλλοι τον υποστηρίζουν χωρίς να προσφεύγουν στη θρησκεία, σύμφωνα με την ακόλουθη συλλογιστική:
Οι άνθρωποι δεν είναι πράγματα. Η ζωή τους δεν πρέπει να θυσιάζεται ενάντια στη θέλησή τους, ακόμη και για χάρη αγαθών σκοπών, όπως η διάσωση της ζωής άλλων ανθρώπων. Ο λόγος που οι άνθρωποι δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως πράγματα ή να χρησιμοποιούνται ως μέσα για ένα σκοπό είναι ότι είναι απαραβίαστοι. Πρόκειται, για να δανειστούμε τη γλώσσα του Καντ, για σκοπούς καθεαυτούς, άξιους σεβασμού. Σε ποιο σημείο αποκτούμε αυτόν το χαρακτήρα του απαραβίαστου; Πότε καθίσταται άξια σεβασμού η ανθρώπινη ζωή; Η απάντηση δεν μπορεί να εξαρτάται από την ηλικία ή το στάδιο ανάπτυξης μιας συγκεκριμένης ανθρώπινης ζωής. Τα βρέφη είναι σαφώς απαραβίαστα και πολλοί λίγοι άνθρωποι θα ανέχονταν την αφαίρεση οργάνων για μεταμόσχευση ακόμη κι από ένα έμβρυο. Κάθε ανθρώπινο ον -καθένας από μας- άρχισε τη ζωή του ως έμβρυο. Αν οι ζωές μας είναι άξιες σεβασμού και άρα απαραβίαστες, απλώς και μόνο χάρη στην αν- θρωπινότητά μας, θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι σ,ε κά- ποια νεότερη ηλικία ή προηγούμενο στάδιο ανάπτυξης δεν ήμασταν άξιοι σεβασμού. Όσο δεν μπορούμε να υποδείξουμε μια αποφασιστική στιγμή σιο πέρασμα από τη σύλληψη στη γέννηση που να σηματοδοτεί την ανάδυση του ανθρώπινου προσώπου, πρέπει να θεωρούμε ότι τα έμβρυα διαθέτουν το ίδιο στοιχείο του απαραβίαστου με τους πλήρως ανεπτυγμένους ανθρώπους.
Θα προσπαθήσω να δείξω ότι το επιχείρημα αυτό δεν είναι πειστικό σε δύο επίπεδα: η συλλογιστική του είναι ελαττωματική· και φέρει ηθικές συνεπαγωγές που ακόμη και οι υποστηρι-
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 129
κτές του δυσκολεύονται να ασπαστούν. Ωστόσο, προτού στραφώ σ’ αυτές τις δυσκολίες, θέλω να αναγνωρίσω την εγκυρότη- τα δύο όψεων της θέσης περί ισότιμου ηθικού καθεστώτος. Πρώτον, ορθά απορρίπτει την ωφελιμιστική θεώρηση της ηθικής, που σταθμίζει ζημίες και οφέλη χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψη το απαραβίαστο των προσώπων. Δεύτερον, είναι αδιαμφισβήτητο ότι η βλαστοκύστη είναι «ανθρώπινη ζωή», τουλάχιστον με την προφανή έννοια ότι είναι ζωντανή και όχι νεκρή, κι ότι είναι ανθρώπινη και όχι, ας πούμε, βοδινή. Ωστόσο, απ’ αυτό το βιολογικό δεδομένο δεν έπεται ότι η βλαστοκύστη είναι ανθρώπινο ον ή πρόσωπο. Κάθε ζωντανό ανθρώπινο κύτταρο (ένα επιδερμικό κύτταρο, για παράδειγμα) είναι «ανθρώπινη ζωή» με την έννοια ότι είναι ανθρώπινο και όχι βοδινό, ζωντανό και όχι νεκρό. Κανένας όμως δεν θα θεωρούσε άνθρωπο ένα επιδερμικό κύτταρο, ούτε θα το έκρινε απαραβίαστο. Για να φανεί ότι η βλαστοκύστη είναι ανθρώπινο ον ή πρόσωπο χρειάζεται περαιτέρω επιχειρηματολογία.
ΑΝΑΛΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ
Το επιχείρημα υπέρ της θέσης περί ισότιμου ηθικού καθεστώτος ξεκινάει με τις παρατηρήσεις ότι κάθε άνθρωπος υπήρξε κάποτε έμβρυο και ότι δεν υπάρχει κανένα μη αυθαίρετο όριο μεταξύ σύλληψης και ωριμότητας που να μας δείχνει πότε αρχίζει η εμπρόσωπη ύπαρξη. Στη συνέχεια δηλώνει ότι, ελλείψει ενός τέτοιου ορίου, πρέπει να θεωρούμε τη βλαστοκύστη ένα πρόσωπο, ηθικά ισοδύναμο με ένα πλήρως ανεπτυγμένο ανθρώπινο ον. Αλλά το επιχείρημα αυτό δεν είναι πειστικό για πολλούς λόγους12.
Πρώτον, ένα μικρό αλλά όχι ασήμαντο ζήτημα: ενώ αληθεύει ότι καθένας από μας ήταν κάποτε έμβρυο, κανένας από μας δεν ήταν ποτέ κλωνοποιημένη βλαστοκύστη. Έτσι, ακόμη
130 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
κι αν το γεγονός της εμβρυϊκής μας προέλευσης αποδείκνυε όντως ότι τα έμβρυα είναι πρόσωπα, τούτο θα ήταν καταδικα- στικό μόνο για τη βλαστοκυτταρική έρευνα σε έμβρυα που πα- ρήχθησαν από την ένωση ωαρίων και σπερματοζωαρίων, όχι για τη βλαστοκυτταρική έρευνα σε κλωνοποιημένα έμβρυα. Μάλιστα, κάποιοι συμμετέχοντες στη διαμάχη για τα βλαστοκύτταρα έχουν υποστηρίξει ότι οι κλωνοποιημένες βλαστοκύστες δεν είναι έμβρυα, με την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά βιολογικά τεχνήματα («κλωνωτές» μάλλον παρά ζυγώτες), που δεν έχουν το ηθικό καθεστώς των φυσικά συλληφθέντων ανθρώπινων εμβρύων. Λένε ότι η χρήση κλωνοποιημένων εμβρύων για ερευνητικούς σκοπούς είναι επομένως ηθικά λιγό- τερο προβληματική από τη χρήση φυσικών εμβρύων13.
Δεύτερον, ακόμη κι αν αφήσουμε κατά μέρος το ζήτημα του «κλωνωτή», το γεγονός ότι κάθε άνθρωπος ξεκίνησε τη ζωή του ως έμβρυο δεν αποδεικνύει ότι τα έμβρυα είναι πρόσωπα. Ας σκεφτούμε μια αναλογία: μολονότι κάθε βελανιδιά υπήρξε κάποτε βελανίδι, δεν έπεται ότι τα βελανίδια είναι βελανιδιές, ή ότι θα έπρεπε να αντιμετωπίσω την απώλεια ενός βελανιδιού που το έφαγε ένας σκίουρος στην αυλή μου ως απώλεια της ίδιας τάξης με το θάνατο μιας βελανιδιάς που τη γκρέμισε η θύελλα14. Παρά την εξελικτική τους συνέχεια, βελανιδιές και βελανίδια διαφέρουν. Το ίδιο κάνουν τα ανθρώπινα έμβρυα και τα ανθρώπινα όντα, και με τον ίδιο τρόπο. Όπως τα βελανίδια είναι εν δυνάμει βελανιδιές, έτσι και τα ανθρώπινα έμ-: βρυα είναι εν δυνάμει άνθρωποι. Η διάκριση μεταξύ εν ενερ- γεία και εν δυνάμει προσώπων δεν είναι χωρίς ηθική σημασία. Τα αισθανόμενα όντα αξιώνουν την προσοχή μας με τρόπο που τα μη αισθανόμενα δεν την αξιώνουν τα όντα που διαθέτουν εμπειρία και συνείδηση εγείρουν ακόμη μεγαλύτερες αξιώσεις. Η ανθρώπινη ζωή αναπτύσσεται με αναβαθμούς.
Οι υπέρμαχοι της θέσης περί ισότιμου ηθικού καθεστώτος
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 131
προκαλούν τους συνομιλητές τους να προσδιορίσουν μια μη αυθαίρετη στιγμή στην πορεία της ανθρώπινης ανάπτυξης κατά την οποία αρχίζει η εμπρόσωπη ύπαρξη ή το απαραβίαστο. Αν το έμβρυο δεν είναι πρόσωπο, πότε ακριβώς γινόμαστε πρόσωπα; Αυτό το ερώτημα δεν επιδέχεται εύκολη απάντηση. Πολλοί άνθρωποι υποδεικνύουν τη γέννηση ως τη στιγμή που σηματοδοτεί την έλευση της εμπρόσωπης ύπαρξης. Όμως αυτή η απάντηση είναι εκτεθειμένη στην ένσταση ότι θα ήταν σίγουρα λάθος να διαμελίσουμε ένα ανθρώπινο έμβρυο σε ύστερο στάδιο ανάπτυξης για χάρη της ιατρικής έρευνας. (Πέρα από το απαραβίαστο, υπάρχουν κι άλλες όψεις της εμπρόσωπη^ ύπαρξης -η απόκτηση ονόματος, για παράδειγμα- που εκτυλίσσονται, ανάλογα με τον πολιτισμό ή την παράδοση, σε διάφορους χρόνους μετά τη γέννηση.)
Η δυσκολία να προσδιοριστεί η ακριβής έναρξη της εμπρόσωπης ύπαρξης πάνω στο εξελικτικό συνεχές δεν σημαίνει ωστόσο ότι οι βλαστοκύστες είναι πρόσωπα. Ας σκεφτούμε μια αναλογία: ας υποθέσουμε ότι κάποιος σας ρωτούσε πόσοι σπόροι σιταριού συνιστούν ένα σωρό. Ένας σπόρος σίγουρα όχι, ούτε δύο, ούτε και τρεις. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα μη αυθαίρετο σημείο όπου η προσθήκη ενός ακόμη σπόρου θα έδινε υπόσταση σ’ ένα σωρό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ σπόρου και σωρού. Ούτε μας δίνει κάποιο λόγο για να συμπεράνουμε ότι ένας σπόρος πρέπει να είναι σωρός.
Τούτο το σόφισμα σχετικά με τον προσδιορισμό σημείων πάνω σ’ ένα συνεχές, γνωστό στους φιλοσόφους ως «παράδοξο του σωρείτη», ανάγεται στους αρχαίους Έλληνες. (Ο «σωρείτης» προέρχεται από τον σωρό.) Οι σοφιστές χρησιμοποιούσαν επιχειρήματα σωρείτες προσπαθώντας να πείσουν τους ακροατές τους ότι δύο ξεχωριστές ιδιότητες συνδεδεμένες με ένα συνεχές ήταν ουσιαστικά ίδιες, έστω κι αν η διαίσθηση ή ο
132 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
κοινός νους υποδείκνυαν το αντίθετο15. Η φαλάκρα είναι κλασικό παράδειγμα. Όλοι θα συμφωνούσαν ότι ένας άντρας με μία μόνο τρίχα στο κεφάλι του είναι φαλακρός. Ποιος αριθμός τριχών σηματοδοτεί την μετάβαση από το να είναι κανείς φαλακρός μέχρι το να έχει πυκνά μαλλιά; Μολονότι δεν υπάρχει καθορισμένη απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, δεν έπεται ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των δύο. Το ίδιο ισχύει για την ανθρώπινη εμπρόσωπη ύπαρξη. Το γεγονός της εξελικτικής συνέχειας από τη βλαστοκύστη στο εμφυτευμένο έμβρυο, στο ανεπτυγμένο έμβρυο και στο νεογέννητο παιδί δεν συνεπάγεται ότι ένα βρέφος και μια βλαστοκύστη είναι, από ηθική σκοπιά, ένα και το αυτό.
Επομένως τα επιχειρήματα που αντλούνται από την εμβρυϊκή προέλευση και την εξελικτική συνέχεια δεν επιτάσσουν το συμπέρασμα ότι η βλαστοκύστη είναι απαραβίαστη, το ηθικό ισοδύναμο ενός προσώπου. Πέρα από τον εντοπισμό των ελαττωμάτων στη συλλογιστική της, μπορεί να αμφισβητήσει κανείς τη θέση περί ισότιμου ηθικού καθεστώτος και από μιαν άλλη σκοπιά. Ίσως ο καλύτερος τρόπος να διαπιστώσουμε τον αβά- σιμο χαρακτήρα της είναι να προσέξουμε ότι ακόμη κι εκείνοι που την επικαλούνται διστάζουν να ενστερνιστούν τις πλήρεις συνεπαγωγές της.
ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΣΥΝΕΠΑΓΩΓΕΣ
Το 2001 ο Πρόεδρος Μπβυς ανακοίνωσε μια πολιτική που περιόριζε την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση στις ήδη υπάρχου- σες βλαστοκυτταρικές σειρές, έτσι ώστε τα φορολογικά έσοδα να μην ενθαρρύνουν ή υποστηρίζουν την καταστροφή εμβρύων. Και το 2006 άσκησε βέτο σ’ ένα νομοσχέδιο που θα είχε χρηματοδοτήσει νέες εμβρυϊκές βλαστοκυτταρικές έρευνες, λέγοντας ότι δεν ήθελε να στηρίξει την «αφαίρεση αθώας αν
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 133
θρώπινης ζωής». Είναι όμως ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό της στάσης του ότι, ενώ περιόρισε τη χρηματοδότηση της εμβρυϊκής βλαστοκυτταρικής έρευνας, δεν έκανε καμιά προσπάθεια να την απαγορεύσει. Για να διασκευάσουμε ένα σλόγκαν σχετικό με την αμηχανία ενός προηγούμενου προέδρου, η πολιτική Μπους επί του θέματος μπορεί να συνοψιστεί στη φράση «Μη χρηματοδοτείς, μην απαγορεύεις»*. Αλλά η πολιτική αυτή δεν ταιριάζει καλά με την ιδέα ότι το έμβρυο είναι ένα ανθρώπινο ον.
Αν η αφαίρεση κυττάρων από μια βλαστοκύστη ήταν στ’ αλήθεια ισοδύναμη με την αφαίρεση οργάνων από ένα βρέφος, τότε ηθικά υπεύθυνη πολιτική θα ήταν εκείνη που θα την απαγόρευε, αντί απλώς να της αρνηθεί την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση. Αν κάποιοι γιατροί επιδίδονταν στη θανάτωση παιδιών προκειμένου να αποκτήσουν όργανα για μεταμόσχευση, κανένας δεν θα υιοθετούσε τη θέση ότι η βρεφοκτονία θα έπρεπε να θεωρείται ακατάλληλη για κρατική χρηματοδότηση, αλλά να επιτρέπεται στον ιδιωτικό τομέα. Μάλιστα, αν ήμασταν πεισμένοι ότι η εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα ισοδυ- ναμεί με βρεφοκτονία, όχι απλώς θα την απαγορεύαμε αλλά θα την αντιμετωπίζαμε σαν μια φρικιαστική μορφή δολοφονίας και θα τιμωρούσαμε τους επιστήμονες που την πραγματοποίησαν για εγκληματική πράξη.
* «ΰοη'Ι Ριιη(1, ϋοη’Ι Β&η» - Ο συγγραφέας παραλληλίζει αυτή την πολι- τική με την επίσης αμφιλεγόμενη πολιτική του προέδρου Κλίντον σε ένα άλλο ζήτημα που είχε απασχολήσει την αμερικανική κοινή γνώμη στη δεκαετία του 1990: την απαγόρευση σε δηλωμένους ομοφυλόφιλους και λεσβίες να υπηρετούν στον αμερικανικό στρατό. Επιχειρώντας, σύμφωνα με προεκλογική του δέσμευση, να άρει αυτή τη διάκριση, ο Κλίντον κατέληξε, μετά από μήνες διαβουλεΰσεων στο Κονγκρέσο, σε μια συμβιβαστική ρύθμιση (θεσμοθετημένη στην Ν&ΙίοηαΙ ϋείβηδ© ΑιιΙΙιοπζ&Ιίοη ΑοΙ του 1994), η οποία δέχτηκε κριτικές από ειδικούς και ακτιβιστές και συνοψίστηκε ειρωνικά στο σλόγκαν «ΌοηΊ ΑδΚ, ϋοη’Ι Τεΐΐ» («Μη ρωτάς, μη λες»). (Σ.τ.Ε.)
134 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί, προς υπεράσπιση της πολιτικής του Προέδρου, ότι θα ήταν μάλλον απίθανο να εγκρίνει το Κογκρέσο μια ολοκληρωτική απαγόρευση της εμβρυϊκής βλαστοκυτταρικής έρευνας. Τούτο όμως δεν εξηγεί γιατί ο Πρόεδρος, εφόσον πραγματικά θεωρεί τα έμβρυα ανθρώπινα όντα, δεν έκανε τουλάχιστον έκκληση για μια τέτοια απαγόρευση, ούτε προέτρεψε ποτέ τους επιστήμονες να σταματήσουν τη βλαστοκυτταρική έρευνα που προϋπρθέτει την καταστροφή των εμβρύων. Αντίθετα, ο Πρόεδρος Μπους έχει αναφέρει το γεγονός ότι «δεν υπάρχει καμία απαγόρευση της εμβρυϊκής βλαστοκυτταρικής έρευνας», πλασάροντας τις αρετές της «εξισορροπημένης προσέγγισής» του16.
Η ηθική ιδιορρυθμία της θέσης του Μπους «Μη χρηματοδοτείτε, μην απαγορεύετε» κάνει την γκάφα του εκπροσώπου τύπου του απολύτως κατανοητή. Η παραπλανημένη δήλωση του τελευταίου ότι ο Πρόεδρος θεωρεί «φόνο» την καταστροφή εμβρύων ακολούθησε απλούστατα την ηθική λογική της αντίληψης ότι τα έμβρυα είναι ανθρώπινα όντα. Ήταν γκάφα μόνο επειδή η πολιτική Μπους επί του θέματος δεν ακολούθησε μέχρι τέλους τις συνεπαγωγές αυτής της λογικής.
Οι υπέρμαχοι της άποψης περί ισότιμου ηθικού καθεστώτος μπορεί να απαντήσουν απλώς ότι διαχωρίζουν τη θέση τους από πολιτικούς που υποχωρούν μπροστά στις πλήρεις συνέπειες της θέσης τους, είτε μη απαγορεύοντας την εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα είτε μη απαγορεύοντας τις θεραπείες γονιμότητας που δημιουργούν και πετ«|νε πλεονάζοντα έμβρυα. Ακόμη καί οι πιο συνεπείς πολιτικοί κατά καιρούς απεμπολούν τις αρχές τους· τούτο δεν προσιδιάζει μόνο σ’ εκείνους που διακηρύσσουν την πεποίθησή τους ότι τα έμβρυα είναι ανθρώπινα όντα. Όμως, ακόμη κι αφήνοντας κατά μέρος την πολιτική, οι συνεπείς υποστηρικτές της άποψης περί ισότιμου ηθικού καθεστώτος μπορεί να ζοριστούν πολύ αν χρειαστεί να επιβεβαιώσουν
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 135
τις πλήρεις συνεπαγωγές της θέσης τους. Ας εξετάσουμε το ακόλουθο υποθετικό σενάριο (το οποίο πρωτοπαρουσίασε, απ’ όσο γνωρίζω, ο Τζωρτζ Άννας)17: Ας υποθέσουμε ότι έχει ξεσπάσει πυρκαγιά σε μια κλινική γονιμότητας κι έχετε το χρόνο να σώσετε είτε ένα πεντάχρονο κορίτσι είτε ένα δίσκο με είκοσι κατεψυγμένα έμβρυα. Θα ήταν άραγε λάθος να σώσετε το κορίτσι; Δεν έχω συναντήσει ακόμη οΰτε έναν υπέρμαχο της άποψης περί ισότιμου-ηθικού-καθεστώτος έτοιμο να πει ότι θα έσωζε το δίσκο με τα έμβρυα. Αν όμως πραγματικά πιστεύατε ότι αυτά τα έμβρυα ήταν ανθρώπινα όντα κι όλες οι άλλες συνθήκες ήταν ισότιμες (δεν είχατε δηλαδή προσωπική σχέση ούτε με το κορίτσι ούτε με τα έμβρυα), σε ποια βάση θα μπορούσατε να δικαιολογήσετε τη διάσωση του κοριτσιού;
Ας δούμε και μια λιγότερο υποθετική περίπτωση. Προσφά- τως έλαβα μέρος σε μια δημόσια συζήτηση για τα βλαστοκύτταρα με έναν υποστηρικτή της άποψης ότι μια βλαστοκύστη είναι ηθικά ισοδύναμη μ’ ένα βρέφος. Μετά την αντιπαράθεσή μας, ένα μέλος του ακροατηρίου διηγήθηκε μια προσωπική εμπειρία. Αυτός και η σύζυγός του είχαν συλλάβει με επιτυχία τρία παιδιά μέσω τεχνητής γονιμοποίησης. Δεν επιθυμούσαν άλλα παιδιά, κι ωστόσο απέμεναν άλλα τρία βιώσιμα έμβρυα. Το ερώτημά του ήταν τι θα έπρεπε να κάνουν μ’ αυτά τα πλεο- νάζοντα έμβρυα.
Ως υποστηρικτής του δικαιώματος στη ζωή, ο συνομιλητής μου απάντησε ότι θα ήταν λάθος να εκμεταλλευτούν τα έμβρυα χρησιμοποιώντας τα (και καταστρέφοντάς τα) στη βλαστοκυτταρική έρευνα. Υποθέτοντας ότι δεν ήταν κανείς διαθέσιμος για να τα υιοθετήσει, το μόνο που τους έμενε να κάνουν ήταν να τα αφήσουν να πεθάνουν με αξιοπρέπεια. Με δεδομένη την παραδοχή ότι τα έμβρυα αυτά ήταν ηθικά ισοδύναμα με παιδιά, δεν μπορούσα να εναντιωθώ στο συμπέρασμά του. Αν συναντούσαμε κάποιους φυλακισμένους αδίκως καταδικασμέ
136 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
νους σε θάνατο, δεν θα ήταν σωστό να ποΰμε: «Μπορούμε τουλάχιστον να αξιοποιήσουμε αυτή την ατυχή περίσταση και να τους αφαιρε'σουμε τα όργανα για μεταμόσχευση».
Αυτό που με προβλημάτισε στην απάντησή του δεν ήταν η απροθυμία του να εγκρίνει τη χρήση των εμβρύων στην έρευνα, αλλά η διστακτικότητά του να αρθρώσει τις πλήρεις συνεπαγωγές της θέσης του. Αν αυτά τα έμβρυα είναι όντως νεαρά ανθρώπινα όντα, τότε η ειλικρινής απάντηση θα ήταν να πει στον ερωτώντα ότι εκείνο που έκαναν αυτός και η γυναίκα του δημιουργώντας και πετώντας τα δεν ήταν τίποτα λιγότερο από το να δημιουργήσουν τρία επιπλέον αδέλφια των παιδιών τους, κι έπειτα να εγκαταλείπουν τα ανεπιθύμητα αδέλφια ώσπου να πεθάνουν από την έκθεση σε κάποια βουνοπλαγιά (ή σ’ έναν καταψύκτη). Αλλά αν αυτή η περιγραφή είναι ηθικά εύστοχη -αν τα 400.000 πλεονάζοντα έμβρυα που βρίσκονται αποθηκευμένα στους κρυοκαταψύκτες των αμερικανικών κλινικών γονιμότητας είναι σαν νεογέννητα που αφέθηκαν να πεθάνουν σε μια βουνοπλαγιά- τότε γιατί οι αντίπαλοι της εμβρυϊκής βλαστοκυτταρικής έρευνας δεν ηγούνται μιας εκστρατείας για την κατάργηση αυτού που θα πρέπει να αντιλαμβάνονται ως ασυγκράτητη βρεφοκτονία;
Εκείνοι που θεωρούν τα έμβρυα πρόσωπα μπορεί να ανταπαντήσουν ότι όντως ανατίθενται στις θεραπείες γονιμότητας που δημιουργούν και απορρίπτουν πλεονάζοντα έμβρυα, αλλά ότι δεν έχουν πολλές ελπίδες να απαγορεύσουν αυτή την πρακτική. Αλλά οι πλήρεις συνεπαγωγές της θέσης τους πηγαίνουν πέρα από μια απλή έγνοια για τα έμβρυα που χάνονται στην τεχνητή γονιμοποίηση. Οι υπέρμαχοι της τεχνητής γονιμοποίησης επισημαίνουν ότι το ποσοστό των απολεσθέντων εμβρύων στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή είναι στην πραγματικότητα μικρότερο απ’ ό,τι στη φυσική εγκυμοσύνη, όπου περισσότερα από τα μισά γονιμοποιημένα ωάρια είτε δεν καταφέρ
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 137
νουν να εμφυτευτούν είτε χάνονται με κάποιον άλλο τρόπο. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει μια περαιτέρω δυσκολία της άποψης που εξισώνει έμβρυα και πρόσωπα. Αν ο πρόωρος θάνατος εμβρύων είναι συνηθες φαινόμενο στη φυσική τεκνοποιία, θα έπρεπε ίσως να ανησυχούμε λιγότερο για την απώλεια εμβρύων που προκύπτει κατά την τεχνητή γονιμοποίηση και τη βλαστοκυτταρική έρευνα18.
Εκείνοι που εκλαμβάνουν τα έμβρυα ως πρόσωπα απαντούν, ορθά, ότι ένα υψηλό ποσοστό παιδικής θνησιμότητας δεν δικαιολογεί τη βρεφοκτονία. Όμως ο τρόπος με τον οποίο αντιδρούμε στην φυσική απώλεια εμβρύων δείχνει ότι δεν αντιλαμβανόμαστε αυτό το γεγονός ως ηθικά ή θρησκευτικά ισοδύναμο με το θάνατο ενός βρέφους. Ακόμη κι εκείνες οι θρησκευτικές παραδόσεις που νοιάζονται περισσότερο για τη γεννώμενη ανθρώπινη ζωή δεν ορίζουν το ίδιο τελετουργικό ταφής για την απώλεια ενός εμβρύου και για το θάνατο ενός παιδιού. Επιπλέον, αν η απώλεια εμβρύων που συνοδεύει τη φυσική τεκνοποιία ήταν το ηθικό ισοδύναμο του βρεφικού θανάτου, τότε η εγκυμοσύνη θα έπρεπε να λογίζεται ως κρίση της δημόσιας υγείας, και μάλιστα επιδημικών διαστάσεων τότε ο μετριασμός της φυσικής απώλειας εμβρύων θα ήταν μια πιο επείγουσα ηθική υπόθεση από την άμβλωση, την τεχνητή γονιμοποίηση και τη βλαστοκυτταρική έρευνα όλες μαζί. Ελάχιστοι όμως απ’ όσους συγκινούν τέτοιες γνώριμες υποθέσεις διοργανώνουν φιλόδοξες εκστρατείες ή αναζητούν νέες τεχνολογίες για να αποτρέψουν ή να μειώσουν την απώλεια εμβρύων στη φυσική εγκυμοσύνη.
Η ΑΞΙΩΣΗ ΣΕΒΑΣΜΟΥ
Ασκώντας κριτική στην άποψη που εκλαμβάνει τα έμβρυα ως ανθρώπινα όντα, δεν θέλω να υποδηλώσω ότι τα έμβρυα είναι
138 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
απλώς πράγματα, ανοιχτά σε οποιαδήποτε χρήση μπορεί να επιθυμήσουμε ή να επινοήσουμε. Τα έμβρυα δεν είναι μεν απαραβίαστα, αλλά οΰτε είναι αντικείμενα στη διάθεσή μας. Εκείνοι που βλέπουν τα έμβρυα ως πρόσωπα συχνά υποθέτουν ότι η μόνη εναλλακτική δυνατότητα είναι να τα αντιμετωπίζουμε με ηθική αδιαφορία. Δεν είναι ανάγκη όμως να αντιλαμβάνεται κανείς το έμβρυο ως ολοκληρωμένο ανθρώπινο ον για να το αντιμετωπίσει μ’ έναν ορισμένο σεβασμό. Θεωρώντας το έμβρυο απλό πράγμα, παραβλέπει κανείς τη σημασία του ως εν δυνάμει ανθρώπινης ζωής. Λίγοι θα ενέκριναν την αναίτια καταστροφή εμβρύων ή τη χρήση εμβρύων για την ανάπτυξη μιας νέας σειράς καλλυντικών προϊόντων. Αλλά η αντίληψη ότι τα ανθρώπινα έμβρυα δεν θα ’πρεπε να αντιμετωπίζονται ως απλά πράγματα, δεν αποδεικνύει ότι συνιστοΰν πρόσωπα.
Η εμπρόσωπη ύπαρξη δεν συνιστά τη μόνη βάσιμη αξίωση σεβασμού. Αν ένας εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος αγόραζε την Έναστρη νύχτα του Βαν Γκογκ και τη χρησιμοποιούσε ως χαλάκι στην εξώπορτα, η χρήση αυτή θα συνιστούσε ένα είδος ιεροσυλίας, μια σκανδαλώδη έλλειψη σεβασμού - όχι επειδή αντιλαμβανόμαστε τον πίνακα ως πρόσωπο, αλλά επειδή, ως σπουδαίο έργο τέχνης, αξίζει ένα υψηλότερο τρόπο εκτίμησης από την απλή χρήση. Αναγνωρίζουμε επίσης μια πράξη ασέβειας όταν ένας απερίσκεπτος πεζοπόρος χαράζει τα αρχικά του πάνω σε μια αρχαία σεκόγια - όχι επειδή αντιλαμβανόμαστε τη σεκόγια ως πρόσωπο, αλλά επειδή την αντιλαμβανόμαστε ως ένα φυσικό θαύμα που αξίζει εκτίμηση και δέος. Σεβασμός προς το αιωνόβιο δάσος δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει ποτέ να κοπεί ούτε ένα δέντρο ή να υλοτομηθεί για ανθρώπινους σκοπούς. Ο σεβασμός του δάσους μπορεί να συνάδει με τη χρήση του. Αλλά οι σκοποί πρέπει να είναι βαρύνοντες και να αρμόζουν στη θαυμαστή φυση του πράγματος.
Η πεποίθηση ότι το έμβρυο είναι πρόσωπο βρίσκει έρεισμα
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ 139
όχι μόνο σε ορισμένα θρησκευτικά δόγματα αλλά και στην καντιανή υπόθεση ότι το ηθικό συμπαν είναι δυαδικό: καθετί είναι είτε πρόσωπο, άξιο σεβασμού, είτε πράγμα, ανοιχτό στη χρήση. Αλλά, όπως δείχνουν τα παραδείγματα του Βαν Γκογκ και της σεκόγια, αυτός ο δυϊσμός είναι παρατραβηγμένος.
Ο τρόπος για να καταπολεμήσουμε τις εργαλειοποιητικές τάσεις της νεότερης τεχνολογίας και του εμπορίου δεν είναι να επιμείνουμε σε μια ηθική του τύπου όλα ή τίποτα που αποδίδει σεβασμό στα πρόσωπα και παραδίδει την υπόλοιπη ζωή σ’ έναν ωφελιμιστικό υπολογισμό. Μια τέτοια ηθική κινδυνεύει να μετατρέψει κάθε ηθικό ζήτημα σε μια μάχη γύρω από τα όρια της εμπρόσωπης ύπαρξης. Καλύτερο θα ήταν να καλλιεργήσουμε μια πλατύτερη εκτίμηση της ζωής ως δώρου που εμπνέει το σεβασμό μας και περιορίζει τις χρήσεις μας. Η γενετική μηχανική που δημιουργεί προσχεδιασμένα μωρά είναι η έσχατη έκφραση της ύβρεως που σηματοδοτεί την έλλειψη δέους προς τη ζωή ως δώρο. Αλλά η βλαστοκυτταρική έρευνα με σκοπό τη θεραπεία εκφυλιστικών ασθενειών, μέσα από τη χρήση μη εμφυτευμένων βλαστοκύστεων, είναι μια ευγενής άσκηση της ανθρώπινης ευφυΐας μας, ώστε να προαγάγουμε την ίαση και να παίξουμε το ρόλο μας στην επιδιόρθωση του δεδομένου κόσμου.
Εκείνοι που προειδοποιούν για ολισθηρούς δρόμους, φόρμες εμβρύων και εμπορευματοποίηση ωαρίων και ζυγωτών έχουν δίκιο να ανησυχούν αλλά άδικο να θεωρούν ότι η εμβρυϊκή έρευνα μας εκθέτει αναγκαστικά σ’ αυτούς τους κινδύνους. Αντί να απαγορεύσουμε την εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα και την ερευνητική κλωνοποίηση, θα έπρεπε να τους επιτρέψουμε να προχωρήσουν υποκείμενες σε ρυθμίσεις οι οποίες να ενσαρκώνουν την ηθική αυτοσυγκράτηση που προσιδιάζει στο μυστήριο των πρώτων συγκινήσεων της ανθρώπινης ζωής. Τέτοιες ρυθμίσεις θα έπρεπε να περιλαμβάνουν την
140 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
απαγόρευση της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης ανθρώπων, εύλογα όρια στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο μπορεί ένα έμβρυο να αναπτυχθεί μέσα στο εργαστήριο, κριτήρια χορήγησης αδειών σε κλινικές γονιμότητας, περιορισμούς στην εμπορευματοποίησα ωαρίων και σπερματοζωαρίων και μια τράπεζα βλαστοκυττάρων που να εμποδίζει τη μονοπωλιακή πρόσβαση ιδιοκτησιακών συμφερόντων σε βλαστοκυτταρικές σειρές. Αυτή η προσέγγιση προσφέρει, νομίζω, τις καλύτερες ελπίδες να αποφευχθεί η αχαλίνωτη χρήση της εκκολαπτόμενης ανθρώπινης ζωής και να γίνει η βιοϊατρική πρόοδος μια ευλογία για την υγεία αντί για ένα επεισόδιο στη διάβρωση των ανθρώπινων ευαισθησιών μας.
Σημειώσεις
1 Η ΗΘΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ
1. Μ^Γ ί̂ίΓΟίΙε Όπδοοίΐ, «\Υ1ιγ \ν& Οιοδ© ϋϋ&ίπϋδδ £ογ Οιιγ ΟιίΙάΓεη», Ξιιηάαγ ΤΐιηβΞ (Λονδίνο), 14 Απριλίου, 2002. Βλ. επίσης Ηζα Μιιηάγ, «Α λΥοΓίά οίΉιβίΓ 0\νη», ΨαχΗίηξίοη Ροξϊ, 31 Μαρτίου, 2002, σ. 22.
2. ϋπδοοίΐ, «\νΐιγ \ν© Οιοδβ ϋ©&£η©δδ».3. Βλ. Οίηη. Κοίαία, «$50,000 0£ί©Γ6(Ι ίο Τ&11, διη&Γΐ Ό οπογ», Νβ\ν
ΥογΚ ΤίιηβΞ, 3 Μαρτίου 1999, σ. Α10.4. ΑΙ&η Ζ&ΓβιηΙ>ο, «Οαΐίίοππα Οοιηρ&ηγ 01οη©δ 3. λνοιη&η’δ ΟιΙ ίοΓ $
50,000», 1^θ8Αη§βΙβΞ Τιηιβ8, 23 Δεκεμβρίου 2004.5. Βλ. τον διαδικτυακό τόπο της εταιρείας: ΗίΙρ://\ν\ν\ν.$ανίη§8αηά-
οΐοηβχοηΐ' ΖαΓοιηβο, «Ο&Ηίοππίΐ Οοπιρ&ηγ ΟΙοηεδ & ^οιη&η’δ Οαί ίοΓ $50,000».
6. Η φράση, «βοΙΙεΓ Ιΐι&π \νο11», είναι από τον ΟεγΙ ΕΙΚοΙΙ (ΒβίίβΓ ίΗαη ΨβΙΙ: Απιβήοαη Μβάίάηβ ΜββΙ$ ίΗβ Αηιβήοαη Όκαιη, Νοιΐοη, Νέα Υόρκη 2003), ο οποίος με τη σειρά του παραπέμπει στον Ρβί©Γ Ό. Κγ&ιϊι©γ (Ζλ- 8ί€ηίπξ ίο Ρτοζαο, Ροη^αίη, Νέα Υόρκη 1997).
7. Ε. Μ. δ\νί£ΐ και Ώοπ Υ&6&6Γ, «υηη&ΙιΐΓ&Ι δβίοείΐοη», 8ροΗ8 ΙΙΙιωίτα- Ιβά, 14 Μαΐου 2001, σ. 86* Η. 1̂ ©© δ\ν©©η©γ, «0©η© Όορί移, Ξάβηίφβ Αιηβήοαη, Ιούλιος 2004, σ. 62-69.
8. ΚίοΙι&Γό δ&ηάοιηίΓ, «Οΐγπιρϊοδ: ΑίΜοΙοδ Μ&γ ΝβχΙ δ©©& Ο©η©ίΐο Εη1ΐ3ηο©πι©η1», Νβ\ν ΥογΚ Τίηιβζ, 21 Μαρτίου 2002, σ. 6.
9. Κΐ(± \νοίδδ, «Μί^ΙιΙγ δπιαΓί Μίο©», ΨαΜηξίοη Ροζί, 2 Σεπτεμβρίου1999, σ. Α1* Κίοΐιακί δ&ΐίιΐδ, «ΑΙΙοΓβά 0©η©δ ΡΓοάιιο© διηαΓί Μίο©, Τοιι§1ι ΟιιεδΙίοηδ», ΒοξΙοπ ΟΙούβ, 2 Σεπτεμβρίου 1999, σ. Α1· δί©ρ1ΐ6η δ. Η&11, «Οιιγ Μ©ηιοπ65, Οιιγ δ©1ν©δ», Νβ\ν ΥογΚ Τίτηβ8 Μα§αζίηβ, 15 Φεβρουάριου 1998,σ.26.
142 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
10. Ηαΐΐ, «Οιχγ Μβιηοπβδ, Οιιγ δβίνβδ», σ. 26* ΚοββΓί Ι>&η§Γο11ι, «νία§Γ& ίοΓ ύι& Βγβιπ», ΡοώβΞ, 4 Φεβρουάριου 2002* Ό&νίά ΤιιΙΙεΓ, «Κ&οβ ίδ Οη £ογ α Ρίΐΐ Ιο δ&ν© Ιΐι© ΜεπιοΓγ», Νβχν ΥοτΚ Τΐηιβζ, 29 Ιουλίου 2003* Τίιη Τιιΐΐγ κ.ά., «Ται*§©1ίη§ ύί& ΟΚΕΒ Ραί1ι\ναγ ίοΓ Μοηιοιγ ΕηΗ&ηο©Γδ», ΝαΙιιτβ 2 (Απρίλιος 2003), σ. 267-277* \νΜν.ιηβηιοιγρΗαηηαχοιη.
11. ΕΙΙοη Β&ιτγ, «Ρίΐΐ Ιο Ε&δ© Μοπιογυ οί Τγειιπι& Εηνίδίοηβά», Βοζίοη ΟΙοί>€, 18 Νοεμβρίου 2002, σ. Α1. Βλ. επίσης Κοβίη Μ&γ&πζ Η©ηί§, «Ήι© Οιιοδί Ιο Ρογ§61», Νβ\ν Υοή. Τιπιβ8 Μα§αζίηβ, 4 Απριλίου 2004, σ. 32-37* Ο&ία νΐηο©, «Κ©\νηΙίη§ Υοιιγ Ραδί», Λ/βνν δάβηΙίΜ, 3 Δεκεμβρίου 2005, σ. 32.
12. Μ&γο Καιιίιη&η, «ΡΌΑ Αρρτονοδ \νίά©Γ υ δ β ο ί θΓθ\νί1ι Η ογ- ιηοη©», ΨαΜηξίοη Ρθ5ί, 26 Ιουλίου 2003, σ. Α12.
13. Ρ&ίποία (ϋαΐΐ&ΐιαη και Ι^οίΐα Αββοικί, «Α Ν©\ν Βοοδί ίοΓ δΐιοιΐ ΚΜδ», ΨαΙΙ ΞίΓββίΙοηπιαΙ, 11 Ιουνίου 2003.
14. Καιιίιη&η, « Ρ ϋ Α ΑρρΓονοδ \ ¥ κΙ©γ ΙΙδ© ο ί ΟΐΌ\νί1ι Ηοπηοη©»· Μβΐίδδα Η©α1γ, «ϋοβδ δΙιοΓίηεδδ Νβοά ο. Οιτβ», ί.θ8Αη%βΙβ8 Τΐηΐ68, 11 Αυ- γοΰοτου 2003.
15. ΟιΙΙαΙΐΗη και ΑΒβοιιά, «Α Ν©\ν Βοοδί ίοΓ δΙιοιΊ Κκΐδ».16. Τ&1ιηιΐ(1, ΝίάάαΗ 311), παρατίθεται στο Μίτγζχη Ζ. \ν&1ιπηδη, Βμ -
νβ Νβ\ν ΙιιάαΐΞΐη: ΨΗβη Ξαβηοβ αηά ΞβήρίιΐΓβ ϋοΙΙίάβ (ΒΓ&η<3©ίδ υηίν©Γδίίγ ΡΓ0δδ, Χ ανόβερ 2002), σ. 126* ΜβΓβάίΙΙι ^δάιη&η, «δο Υοιι \ν&ηί & Οιγ1?», Ροτίιιηβ, 19 Φεβρουάριου 2001, σ. 174* ΚαΓβη δρπη§βη, «Τΐιβ ΑηοίοηΙ ΑτΙ οί Μα1αη§ Β&6ί©δ», Νεη&νββΐϊ, 26 Ιανουαρίου 2004, σ. 51.
17. Βλ. διίδ&η δ&οΐΐδ, «Οίηίοδ’ Ρίΐοΐι Ιο Ιικϋαη Εππ§Γ©δ: Ιί’δ & Βογ», Νβ\ν Υο& ΤίηιβΞ, 15 Αυγοΰστου 2001, σ. Α1* δ©©πΐ3 δίΓοΙιί, «ΤΙιο ν^ηί- δΜη§ Οίτΐδ ο ί Ιικϋδ», ΟιήΜίαη Ξοίβηοβ Μοηίίοτ, 30 Ιουλίου 2001, σ. 9* Μςιγυ €&Γΐηίο1ι&©1, «Νο ΟΜδ, Ρΐβ&δβ», ΝβηβΜββΙί, 26 Ιανουαρίου 2004* δοοίί Β&ΐάαιιί, «ΙικΗ^’δ “ΟΜ ΒοίίοίΙ” ϋβορεδ ί Αιηοη§ Εάιιο&ίβοΙ», ΟΗήΞίίαη Ξάβηεβ ΜοηϋοΓ, 13 Ιανουαρίου 2006, σ. 1* ΝίοΗοΙαδ ΕβεΓδΙ&ίΩ, «Οιοοδίη§ Ιΐιο δβχ οί ΟιίΜΓβη: ϋοιηο§Γ&ρ1ιίϋδ», παρουσίαση στο Προε- * δρικό Συμβούλιο Βιοηθικής^ 17 Οκτωβρίου 2002 (ηή>η\ Μοβ- ίΗ ΐ€8 .£ον/ίΓ α ηεβήρίς/οο ίο2 /8β88 ΐοη 2 .Η ΐη ιΙ)' Β. Μ. ϋίοΐίβηδ, «€ α η δβχ δοΐοοίΐοη Β& Εί1ιίοα11γ Το1βΓαΙβ(!?», Ιοηπιαί ο/ΜβάΐοαΙ Εΰύεζ 28 (Δεκέμβριος 2002), σ. 335-336· «ΟαίβΙ ΟοηοοκΙ©: Όοοίίηίη^ €1ιί1<3 δβχ ΚδΙίοδ», 3ίαί68πιαη (Ινδία), 17 Δεκεμβρίου 2001.
18. Βλ. τον διαδικτυακό τυπο του Οοηοίίοδ και ΐ ν Ρ ΙηδΙίΐιιΙο: \ν\ν\ν.ιηί- ΟΓΟδΟΓί.ηβΙ. Βλ. επίσης ΜβΓβάίΙΙι \ν&1άπΐ3η, «δο Υοιι \ν&ηΙ & Οιγ1?»* Εΐδ& ΒβΙΜπ, «0©(1ίη§ ύ\& ΟιγΙ», Νβ\ν ΥοτΚ Τΐτηβζ Μαξαζίηβ, 25 Ιουλίου 1999*
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΕΛΙΔΩΝ 43-61 143
Ο&αάία Κ&16, «Βι*&ν© Ν©\ν Β&βίεδ», Νβ\ν8\\>€β1<,, 26 Ιανουαρίου 2004, σ.45-52.
19. Ρβΐίοία Κ. ίο©, «Εη£ΐη©©πη£ Μογ© δοηδ Ιΐι&η Β&ιι§ΗΐθΓδ: λΥίΙΙ II Τίρ Ιΐι© δο&1©δ ΤοννΗΓά \ν&Γ?», Νβ\ν Υ ογΚ Τΐηιβ8, 3 Ιουλίου 2004, σ. Β7* Όανίά 01©ηη, «Α Όαη^βΓΟίΐδ διίΓρΙιΐδ ο ί δοηδ?», ΟΗτοπίβΙβ ο / Η ίφ,ετ Εάιιοαύοη, 30 Απριλίου 2004, α. Α14* να1©π© Μ. Ηιιάδοη και Αηάτοζ Μ. ά©η ΒοβΓ, ΒαΓβ ΒΓαηβΗβδ: 8βαιήίγ ΙηιρΗοαϋοηδ ο/Α χια '$ $ιιτρΙιΐ8 ΜαΙβ ΡορηΙαύοη (Καίμπριτζ, Μασ.: ΜΙΤ Ρτ©δδ, 2004).
20. Βλ. \ν\ν\ν.πιίοΐΌ δθΓΐ:.η© ί.
2 ΒΙΟΝΙΚΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ
1. IV αυτό το λόγο δεν συμφωνώ με τη βασική γραμμή της ανάλυσης σχετικά με την ενίσχυση των επιδόσεων που παρουσιάζεται στο Ββγοηά ΤΗβταργ: ΒΐοίΗβοΗηοΙο^γ αηά ίΗβ Ρηηνάΐ ο£ ΗαρρίηβΞΞ, Α ΚοροΓί οί Ήι© ΡΓβδίάεηΙ’δ Οοιιηοίΐ οη Βίοβίΐιίοδ (Ουάσινγκτον 2003), σ. 123-156, στο Ηΐίρ://\ν\ν\ν. δΐοβίΗΐοΞ.ξον/τβρο^/ΰβγοηάίΗβναργ/ίηάβχ. ΗίηιΙ.
2. Ηίΐηΐί Οοΐ3, «Ρογ©! Ι^οοίί Οιιί £ογ Εαδΐΐί», ΟαΐΙγ Νβννδ, 28 Μαΐου 2002, σ. 67.
3. Βλ. Μ&ΐοοίιη 01&<1\ν©11, «Οπι§δΙθΓ© Αΐ1ι1©1:6», Νβ\ν Υο&βν, 10 Σεπτεμβρίου 2001, σ. 52 και ΝοεΙ Β&δοοιηβ, ΤΗβ Ρ β φ ε ί Μΰβ (Οοΐΐΐηδ \¥ί1- 1ο\ν, Λονδίνο 2004).
4. Βλ. ΑικΐΓ6\ν Τίΐίη, «ΊΊι© ΡοδΙ-Ηιιιη&η Κβο©», ΨΐΓβά, Αύγουστος2002, σ. 82-89,130-131 και ΑηάΓ6\ν ΚταιηοΓ, «Ιχ>ο1αη£ Ηί§1ι ηηά Ι.ο\ν £ογ λνΐηηοΓδ», Βο8ίοη ΟΙούβ, 8 Ιουνίου 2003.
5. Βλ. ΜαίΙ δ©&ίοη και Ό&νίά Αά&ιη, «Ι£ ΤΙιίδ Υ©αΓ’δ Τοιιγ άε Ργβπο© Ιδ 100% Οβ&η, Τΐιοη Τ1ι&1 \νΊ11 Ο^τίύηΙγ Β© α ΡίΓδί», ΟααΓάΐαη, 3 Ιουλίου2003, σ. 4, και Οΐαάλνοΐΐ, «ϋπΐ£δΐ0Γ6 ΑίΜοΙ©».
6. Βλ. Οίη£ΐ Κοί&ία, «Ι,ίν© αί Α11ίΙικ1©? διίΓ©. δ1©©ρ Τ1ΐ6Γ©? Νοί δο διίΓΟ», Νβιν ΥοΓίί Τί/ηβδ, 26 Ιουλίου 2006, σ. 012* ΟιπδίΗ Ο秩, «ΑίΜοΙ© Τ©ηΙ Οίνοδ Οηι§1ί1ί© ΒοοδΙ. δΐιοιιΐά ίί Β© Ιχ§&1?», ΟΗήδήαη Ξάβηοβ Μο- ηίίΐοΓ, 12 Μαΐου 2006. Είμαι ευγνώμων στον ΊΊιοιηαδ Η. Μιιγγ&υ, πρόεδρο της επιτροπής για θέματα ηθικής της \¥ογ1(! Αηίΐ-Οορΐπ§ Α§©ηογ, ο οποίος μου παρέσχε ένα αντίγραφο του υπηρεσιακού υπομνήματος «^Α Ε)Α ΝοΙ© οη ΑιύϋοΪ3\\γ Ιικίυοβά Ηγροχίο ΟοικΙίΙίοηδ», 24 Μαΐου 2006.
144 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
7. δείοηα Κο6©ιΐδ, «Ιη ίΐι© ΝΡΕ, \νΓ6ίο1ι©ά Εχοβδδ Ιδ Ιΐΐ6 \ν&γ Ιο Μ&Κ© ΐΐιε Κθδΐ6Γ», Νβ\ν ΥογΙϊ Τίηΐ63, 1η Αυγούστου 2002, σ. Α21, Α23.
8. Στο ίδιο, σ. Α23.9. Είμαι υπόχρεος στον Εβοη Καδδ, ο οποίος μου υπέδειξε ως παρά
δειγμα αυτή την ταινία.10. Βλ. ΒΙαίΓ Τίη<Μ1, «ΒβΙΙβτ Ρ1αγίη§ 11ιγοιι§1ι Οι©πιΐδΐΓγ», Νβ\ν Υοή.
Τιπιε$, 17 Οκτωβρίου 2004.11. Αηί1ιοηγ Τοιηπι&δίηί, «Ρίρ© ϋο\νη! ^© Οηπ ΗαΓά1γ Η©&γ Υοιι»,
Νβ\ν ΥοτΚ Τιπΐ£8, 1η Ιανουαρίου 2006, σ. ΑΚ1, ΑΚ25.12. Στο ίδιο, σ. ΑΚ25.13. Στο ίδιο.14. Ο. Ρ&δοαΐ Ζ&οΙιεγυ, «δΙ©Γθίάδ ίοΓ Εν6Γγοη©!», Ψίτβά, Απρίλιος
2004.17. ΡΟΛ ΤοιίΓ, Ιηο., ν Οαχβγ Μαηίη, 532 ϋ .δ . 661 (2001). Η διαφωνία
του δικαστή Σκάλια στη σ. 699-701.16. Ο ΗδΠδ ϋίποΐι ΟυπιΙ)Γ6θΙιΙ κάνει μια παρόμοια επισήμανση όταν
περιγράφει την αθλητική υπεροχή ως έκφραση ομορφιάς που αξίζει το εγκώμιο. Βλ. Οιιιπ5γ€ο1ιΙ, Ιη Ρταί8β ο/Α Μ βύο Ββααίγ, Η&ιύβγ(1 υηίν6Γδίίγ Ρτοδδ, Καίμπριτζ, Μασ. 2006. Ο Τοηγ Ε&Κιΐδδα, ένας από τους σπουδαιότερους μάνατζερ του μπέιζμπολ, αποδίδει την κατηγορία της ομορφιάς σε παιχνίδια που συλλαμβάνουν τη διακριτική ουσία του αθλήματος: «Πανέμορφο. Απλώς πανέμορφο μπέιζμπολ». Παρατίθεται στο Βιιζζ Βίδδίηβ©!*, ΤΗτββ Ν ιφ ί8 ίη Αιΐξΐΐ8ί (ΊΒοδίοη Ηοιι§1ι1οη Μίίίΐίη, Βοστώνη 2005), σ. 2,216-217,253.
3 ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΡΟΝΑΡΟΥΝ, ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΠΑΤΡΟΝΛ
1. Τα σχόλια του ν/ίΠΐαπι Ρ. Μ&γ στο Προεδρικό Συμβούλιο για τη Βιοηθική (17 Οκτωβρίου 2002), στο Ηίίρ://ΜοβίΗίοψήηΙ.&ιοβίΗΐοΞ.ξον/ ίΓαη8θήρί8ΐθ€ίο2ΐ8688ΐοη2. ΗίηιΙ
2. Μ ίαπ δ^νυΐοδοα, «Νο\ν ΒΐΌ©<Ιδ ο ί Ηιπη&ηδ: Τΐι© Μογ&Ι ΟΜί§3ΐίοη Ιο Εηΐι&ηο©», Ε ιΗιοξ, Εα\ν αηά ΜοναΙ ΡΜθ8ορΗγ ο / ΚβρτοάΗούνβ Βίοτηβ- άίάηβ 1, ηο.1 (Μάρτιος 2005): 36-39* Ιιιϋαη δ&νιιίβδου, «Λνΐιγ I Β©1ί©ν© Ρ&Γβηίδ Αγ© ΜθΓα11γ ΟΜΐ£©ά Ιο Ο©η©1ίοα11γ Μθ(ϋίγ Τ1ι©ιγ Οιϋώ*©η», Τιηιβ8 ΗίφβΥ Εάηοαύοη ΞιιρρΙβηιβηί, 5 Νοεμβρίου 2004, σ. 16.
3. Τα σχόλια του ^ίΐΐίαιη Ρ. Μ&γ στο Προεδρικό Συμβούλιο για τη
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΕΛΙΔΩΝ 61-79 145
Βιοηθική (17 Ιανουαρίου 2002), οτο \ν\ν\νΜοβίΗΐ€8.£ονΙΐναη8οήρΐ8ΐ]αηο2Ι ]αη8688ΐοη2ίηΐτο.ΗΐηιΙ Βλ. επίσης \νΠΗαιη Ρ. Μαγ, «Τΐι© ΡΓ©δίά©ηί’δ Οοιιηοίΐ οη Βίοβΐΐιίοδ: Μ γ Τ&Κ© οη δοιη© ο ί Ιίδ ΒβΙίββΓαίίοηδ», ΡβΓ8ρβαύνβ8 ίη ΒίοΙο^ αηά Μβάιάηβ 48 (άνοιξη 2005): 230-231.
4. Στο ίδιο.5. Βλ. ΑΙνίη Κθδ©ηί©1ά και Νίοοί© \νίδβ, Ηγρβτ-Ρανβηύη§: Ατβ Υοη
Ηιιηίηξ Υ οιιγ ΟτίΙά ύγ Τιγίη§ Τοο ΗαΓά? (δί. Μ&Γίίη’δ Ρτ©δδ, Νέα Υόρκη 2000).
6. Κοβίη Ρίηη, «Τβηηίδ: \νί11ί&ηΐδ©δ Ατ© ΒιιοΜεά ίη αηά Κο11ίη§, αί α δ&£© Ρ&ο©», Νβ\ν ΥοτΚ Τίιηβ8, 14 Νοεμβρίου 1999, τμήμα 8, σ. 1* δί©ν© δίπιπιοηδ, «Τβηηίδ Οΐιαιηρδ αί ΒϊγΙΙι», ΤοΓοηίο 8ηη, 19 Αυγοΰστου 1999, σ. 95.
7. Οαΐ© Κιΐδδαΐίοίί, «ΟΚ&υ, δοοο©Γ Μοηΐδ αηά ϋαάδ: Τίιη© Οιιί!», Ψα8Ηιηξίοη Ρο8ί, 25 Αυγοΰστου 1998, σ. Α1* Μ Υοιιη§ Μί11©Γ, «Ρ&Γ©ηΙδ, Ββΐιαν©! δοοοοΓ Μοηΐδ αηά Ώαάδ Ρίηά Τ1ι©πΐδ6ΐν©δ Οι·&ά©ά οη Οοηάυοί, ΟΓάεΓοά ίο Κ©©ρ Οαίεί», ΑΐΙαηία ΙοητηαΙ αηά €οη8ύΐαύοη, 9 Οκτωβρίου2000, σ. ΙΏ' Ταίδ1ι& Κο6©ι:Ιδοη, «^ΛΊιίδίΙεδ Β1ο\ν £ογ Α1ρΙι& Ρ&ιηί1ί©δ ίο 0&11 α Τίηι©οιιί», Βθ8ίοη ΟΙούβ, 26 Νοεμβρίου 2004, σ. Α1.
8. Βίΐΐ Ρ©ηηίη§ίοη, «ϋοοίοΓδ δ©© α Βί§ Κίδ© ίη Ιηίιιπ©δ &δ Υοιιη£ ΑίΜοίοδ ΤΓ&ίη Νοηδίορ», Νβ\ν ΥογΚ Τίτηβ8, 22 Φεβρουάριου 2005, σ. Α1,019.
9. Ταιη&Γ Ιχ\νίη, «Ραι·©ηίδ’ Κοί© Ιδ Ναιτο\νίη§ 0©η©Γ&ίίοη Οαρ οη Οαπιρυδ», Νβ\ν ΥογΚ Τίηιβ8, 6 Ιανουαρίου 2003, σ. Α1.
10. Ιεηηα Κιΐδδοΐΐ, «Ρ©ηάίη§ Οίί ίΐι© Ρ&Γ©ηίδ», Βθ8ίοη ΟΙοδβ, 20 Νοεμβρίου 2002, σ. Α1* βλ. επίσης ΜηπΙ©© Ιοηβδ, «ΡαΓ©ηίδ 0© ί Τοο Α§§Γ©δδίν© οη Αάηιίδδίοηδ», 1/8Α Τοάαγ, 6 Ιανουαρίου 2003, σ. 13Α* ΒςιγΙ)&Γ2ι Ρίί槩Γ&1ά, «ΗεΙίοορΙεΓ Ρ&ί©ηίδ», ΚίοΗηιοηά ΑΙηηιηι Μαξαζίηβ, χειμώνας 2006, σ. 20-23.
11. Ιιιάίίΐι Κ. δΙιαρίΓΟ, «Κ©©ρίη§ Ρ&Γ©ηίδ Ο ίί Οαιηραδ», Νβνν ΥονΚ Τίηΐ68, 22 Αυγοΰστου 2002, σ. 23.
1 2 .1λζ Μ&ιίαηίβδ, «ΡΓ6ρρίη§ £ογ Ιΐι© Τ©δί», ΟΗήΞίίαη 8άβηο€ Μοηίίοτ, 2 Νοεμβρίου 1999, σ. 11.
13. Μ&Γίοη Μ&ηιι©1, «δΑΤ Ργ©ρ Οαιη© Νοί α Τπνίαΐ ΡιίΓδίιίί», ΤΗβ ΑίΙαηία ΙοηπιαΙ-ΟοηΒήίηύοη, 8 Οκτωβρίου 2002, σ. ΙΕ.
14. Ιαη© ΟΐΌδδ, «Ρ&γίη§ £ογ & Όίδ&1>ί1ίΙγ ϋίβ§ηοδίδ ίο Οαίη Τίιη© οη Οο11©§© Βο&Γάδ», Νβ\ν ΥογΚ Τίηιβ8, 26 Σεπτεμβρίου 2002, σ. Α1.
15. Κοβ©Γί \¥ογ11ι, «Ινγ Ιχ&§ιι© Ρ©ν©Γ», Νβ\ν ΥουΚ Τπηβ8, 24 Σεπτεμ
146 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
βρίου 2000, δοοίίοη 1 4 \νθ , σ. 1· Αηη© Ρί©Μ, «Α Οιπά© Ιο Ε©&<3 Υοιι Τ1ιγοιι§1ι Ιΐι© Οο11©§6 Μαζ©», Βιιήηβ88 Ψββ/ί, 12 Μαρτίου 2001.
16. Βλ. διαδικτυακό τόπο της εταιρείας, ννννιν.ίνγ\νΐ8β.οοηι* Ιλ ζ \νί11©η, «Ηο\ν Ιο 0©1 Ηοΐΐγ ίηίο ΗβιλήπΙ», ΒΙοοηώβη’ ΜατΚεΐΒ, Σεπτέμβριος 2003.
17. Παρατίθεται στο ϋ&νίά Ε. Κίτρ και Ι©ίίΓ©γ Τ. Ηοΐιηαη, «ΤΙιίδ ΙΛΙΙ\& δΐιιάεηΐ \ν©ηΐ Ιο Μ&γ^©1», Απιβήοαπ Ρνοψβοί, 1 Οκτωβρίου 2002, σ. 29.
18. Κοβ©Γΐ λνοΓίΙι, «Ρογ $300 &η Ηοιχγ, Αάνίο© οη ΟοαΓίίη^ ΕΙίΙ© δοΐιοοίδ», Νβ\ν ΥογΚ Τίητβ8, 25 Οκτωβρίου 2000, σ. Β12* Ιαη© Οτοδδ, «Κί§1ιΙ δοΐιοοί £ογ 4-Υ©3γ-ΟΜ? ΡίικΙ αη Αάνίδ©Γ», Νβ\ν ΥονΚ Τίηιβε, 28 Μαΐου 2003, σ. Α1.
19. Ειηίΐγ Ν©1δοη και Εαιιπ© Ρ. Οο1ι©η, «ΨΥιγ Οη&ιηαη \¥&δ δο Κ©©η Ιο ΟβΙ Ηίδ Τ\νίηδ ίηίο Ιΐι© Υ», ΨαΙΙ 8Ηββί ΙοιιηταΙ, 15 Νοεμβρίου 2002, σ. Α1· Ιαη© ΟΓΟδδ, «Νο Τ&11άη§ Οιιί οί ΡΓ©δο1ιοο1», Νβ\ν Υοή. Τίτηβ8, 15 Νοεμβρίου 2002, σ. Β1.
20. Ο>ηδ1αηο© Ε. Ηαγδ, «Ρογ δοιη© Ρ&Γ©ηΙδ, Ιί’δ Ν©ν©Γ Τοο Επτίγ ίοΓ δΑΤ Ργ©ρ», Νβ\ν Υοτ/ί Τιηΐ68, 20 Δεκεμβρίου 2004, σ. 02* λνοΓίΙι, «Ρογ $300 αη Ηοιιγ».
21. Μαηοπ© Οο©γπΐ£ΐη, «ΟΜΙάΙιοοά ΑοΜ©ν©ιη©ηΙ Τ©δΙ», €Ηή8ίΐαη Ξάβηεβ ΜοηίίοΓ, 17 Δεκεμβρίου 2002, σ. 11 (όπου παρατίθεται μελέτη επί του θέματος, που εκπόνησε το υηίν©ΓδίΙγ οί ΜίοΜ^αη διιτν©γ Κ©δ©&Γθ1ι €©πΙ©γ)· Καί© Ζ©Γηΐ1ί6, «Νο Τίιη© £ογ Ναρρίη§ ίη Τοάαγ’δ ΚίηάβΓ^Γίοη», Νβ\ν ΥογΚ ΤΪ1Π68, 23 Οκτωβρίου 2000, σ. Α1* διίδαη Βτ©ηη&, «Ήι© Είίΐίβδί Τβδί ΤαΚετδ», Νβ\ν Υοτίί Τίτηβ8 Εάηοαύοη Εΐ/β, 9 Νοεμβρίου 2003, σ. 32.
22. Βλ. ΕαιΐΓ©ηο© Η. ϋί11©τ, Κιιηηίηξ οη ΚίίαΙίη.Ά ΡΗγχΐααη Κβββοΐ8 οη ΟϊίΙάΓβη, Ξοβίβίγ, αηά Ρβή'οηηαηεβ ίη α ΡιΙΙ, Β&ηΙαπι, Νέα Υόρκη 1998* Ε&ιΐΓ©ηο© Η. ϋίΠβΓ, ΤΗβ Εα8ί ΝοπηαΙ ΟΗϋά, Ργ&©£©γ, Νέα Υόρκη 2006* 0&Γάιη©Γ Η&τπδ, «υδ© οί ΑΐΙ©ηΙίοη-ϋ©ίίοίΙ Όπι§δ Ιδ Ροιιηά (ο δοατ δίηοη§ Αάιιΐΐδ», Νβ\ν ΥογΚ Τίηϊβ8, 15 Σεπτεμβρίου 2005. Τα στοιχεία σχετικά με την παραγωγή Ριταλίνης και Αμφεταμίνης αντλήθηκαν από τα Μ©ί1ιγ1ρ1ι©- ηίάαί© Αηηα&1 ΡΓοάυοίίοη Οιιοία (1990-2005) και Αιηρ1ι©1&πιίη© Αηηιιαΐ ΡΓοάιιεΙίοη Ουοία (1990-2005), Οίίίο© ο ί ΡιιΙ>1ίο ΑίίαΐΓδ, ϋ π ι§ Εηίοτο©- ιηβηί ΑάπιΐηΐδίΓΒΐίοη, 0©ρ&Γίιη©η1: οί ΙιΐδΙίο©, Ουάσινγκτον 2005, παρατίθεται στο ϋί11©Γ, ΤΗβ Εα8ί ΝοπηαΙ ΟΗϋά, σ. 22,132-133.
23. διίδ&η ΟΙα©, «Β©1ΐ2ΐνίθΓ&1 Β π ι§ υδ© ίη ΤοάάΙβΓδ υ ρ δΙι&Γρ1γ», Ψα8Ηιη§ίοη Ρθ8ΐ, 23 Φεβρουάριου 2000, σ. Α1, όπου και παραθέματα από μελέτη της Ιαίί© Μα§ηο ΖίΙο στο ΙοιιηιαΙ ο/* ΤΗβ Απιβήοαη ΜβάίοαΙ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΕΛΙΔΩΝ 79-89 147
Α88οααύοη, Φεβρουάριος 2000. Βλ. επίσης δΐιειγί Ο&γ 5ίο1β©Γ§, «Ρτ©δ- οΐιοοί Μβάδ», Νβνν ΥογΚ Τίητβ8 Μα^αζίηβ, 17 Νοεμβρίου 2002, σ. 59* Ειιοα Οοοάε, «δίιιάγ ΡίικΙδ Ιιιπιρ ίη ΟιίΙάΓβη Τα1άη§ ΡδγοΜπΙπο Όηΐ£δ», Νβ\ν ΥογΚ Τίηιβ8, 14 Ιανουαρίου 2003, σ. Α21· Αη<1ΐΌ\ν Ιαοο&δ, «Ήιβ Αάά&ΐ&ΙΙ Αάν&ηί&§ο>, Νβ\ν ΥογΚ ΤιηνβΒ Εάηεαήοη Εί/β, 31 Ιουλίου 2005, σ. 16.
4 Η ΠΑΛΑΙΑ ΕΥΓΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΝΕΑ
1. Βλ. την πολΰ καλή ιστορία της ευγονικής του Βδηίβΐ I. Κενίοδ, Ιη ίΗβ Ναηιβ ο/Ειίξβηίϋζ (ΉαΐΎΒΓά ϋηίνεΓδίΙγ ΡΓ©δδ, Καίμπριτζ, Μασ. 1995), σ. 3-19.
2. Ρταηοίδ Οαΐΐοη, Ηβηάΐίαιγ Οβηίιΐ8: Αη Ιηφιίτγ Ιηίο ΐί8 Εα\ν8 αηά €οη86ςΗ6ηο68 (Μδοπιίΐΐ&η, Λονδίνο 1869), σ. 1* παρατίθεται στο Κβνίεδ, Ιη ίΗβ Ναηιβ ο/Εα£βηΐε8, σ. 4.
3. Ρταηοίδ Οαΐΐοη, Ε88αγ8 ίη Εηξβηίβ8, Ειι§βηίθδ Εάυο&Ιίοη δοοΐβίγ, Λονδίνο 1909, σ. 42.
4. Οΐ2π:1©δ Β. ϋ&νοηροΓί, Ηβτβάίίγ ίη ΚβΙαύοη ίο Ειΐξβηίες (Ήεηιγ Ηοΐί & Οοηιραηγ, Νέα Υόρκη 1911* Ατηο Ρτβδδ, Νέα Υόρκη 1972), σ. 271* παρατίθεται στο ΕοΚνίη Βΐ&οΐί, \¥ατ Α§αΐη8ί ίΗβ }¥βαΙί (Τοιιγ Λ^αΐΐδ Εί§Ιι1; λνίηάο\νδ, Ν έα Υόρκη 2003), σ. 45* βλ. επίσης Κ©ν1©δ, Ιη ίΗβ Ναηιβ ο/ ΕιΐξβηίοΞ, σ. 41-56.
5. Επιστολή του ΤΙιοοάοΓβ Κοοδονοΐί στον Οιατίβδ Β. Ο&νβηροΓΐ (3 Ιανουαρίου 1913), παρατίθεται στο Βΐ&οΐί, Ψατ Α$αίη8ί ίΗβ Ψβαΐζ, σ. 99· βλ. γενικά Βίαοΐί, Ψ ατΑ ξαι^ ί ίΗβ Ψβαΐί, σ. 93-105, και Κβνίβδ, Ιη ίΗβ Ναηιβ ο/Εα§βηίβ8, σ. 85-95.
6. Παρατίθεται στο Κονίβδ, Ιη ίΗβ Ναηιβ ο/Εΐί§βηΐβ8, σ. 90* βλ. επίσης Βΐ&οΐί, ΨατΑ^αΐη8ί ίΗβ Ψβαΐί, σ. 125-144.
7. Κβν1©δ, Ιη ίΗβ Ναηιβ ο^Ειίξβη^, σ. 61-63, 89.8. Στο ίδιο, σ. 100, 107-112* βλ. Βΐ&οΐί, ]ΥαΓΑξαίη8ί ίΗβ λΥβαΚ, σ. 117-
123· ΒηβΑ: ν. ΒβΙΙ, 274 υ.δ. (1927).9. Αόοΐί ΗιΙΙογ, Μβίη Καητρ£ μτφρ. Καΐρΐι Μαηΐΐβίιη (Ηοιι§1ιΙοη Μίίί-
Ιίη, Βοστώνη 1943), τ. 1, κεφ. 10, σ. 255* παρατίθεται στο Β1ςκ±, Ψαν Α§αίη8ί ίΗβ Ψβαΐί, σ. 274.
10. Β1&(±, ΨαΓΑξαΐη8ί ίΗβ Ψβα/ί, σ. 300-302.11. Κβνίοδ, Ιη ίΗβ Ναηιβ ο/Εα£βηίβ8, σ. 169* Βΐ&οΐί, Ψατ Α§αίη8ί ίΗβ
ΨβαΚ σ. 400.
148 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
12. Ιχ© Κιι&η Υ©\ν, «Τ&ΙβηΙ ίοτ ύιε ΡιιΙιιγο», λόγος που εκφωνήθηκε στην εθνική γιορτή της 14ης Αυγούστου του 1983, παρατίθεται στο δα\ν δ\ν€6-Ηο(±, Ροριύαύοη ΡοΙΐαβΞ αηά Ρτοξταηΐ8 ιη Ξΐη^αροτβ (ΊηδΙίΐιιΙο οί δοιιίΐι Ε&δΙ Αδίαη δίικϋοδ, Σιγκαπούρη 2005), σ. 243-249 (Παράρτημα Α), αναδημοσιεύτηκε στο \ν\ν\ν.γαγαραραγαζ.οοτη ΙήηξίΞβί120061071111- ηάτ1983Ι.
13. Ο. Κ. Οιαη, «Ευ§εηίοδ οη Ιΐιο Κΐδε: Α Κοροτΐ ίτοιη δΐη^αροτε», στο Κιιίΐι Ρ. Οι&ςΚνίοΙί (επιμ.), ΕΜ ο8, Κβρτοάιιοήοη, αηά Οβηβίιο ϋοηίτοί (ΚουΙΐ6ά§6, Λονδίνο 1994), σ. 164-171. Βλ. επίσης Ώ&η ΜιΐΓρ1ιγ, «Νοοά & Μαίϋ? Ιη δίη§αροΓ6, Αδίί Ιΐιβ ΟονβΓηηιοηΙ», €Ηή$ύαη Ξαβηοβ Μοηίίοτ, 26 Ιουλίου 2002, σ. 1.
14. δ&Γ& \ν©ββ, «Ριΐδ1ιίη§ ίοτ Β&βίβδ: δίη§&ροΓ0 Ρί^Μδ ΡοΓίΐϋίγ Ό&οΜ- ηβ», 26 Απριλίου 2006, στο Ηίίρ://\νιν\ν.5ΐη£αροΓβ-\νίηάο\ν. οη>/.
15. Μ γ̂Κ ΗεηάβΓδοη, «ΕοΙ’δ Οιγο δίιιρί(ϋΙγ, δ&γδ ϋ Ν Α ΡίοηοβΓ», Τίηιβε (Λονδίνο), 23 Φεβρουάριου 2003, σ. 13.
16. δ ίενε Β裏αη, «Ν οβοΐ >^ίηηοΓ Β&οΚδ Α βοτίίοη “Ρογ Απυ Κο&δοη”», Ιηάβρβηάβηί (Λονδίνο), 17 Φεβρουάριου 1997, σ. 7.
17. Οίη& Κο1&1&, «$50.000 Οίί©Γ©ά Ιο Τ&11, διη&Γΐ Ε§§ ϋοηοΓ», Νβ\ν ΥοτΚ ΤίπιβΞ, 3 Μαρτίου 1999, σ. Α10* 0^Γ6γ ΟοΜβ©Γ§, «Οη \ν©6, Μο<Μδ ΑιιοΙίοη ΤΙιοιγ Ε§βδ Το ΒίάάοΓδ £ογ Β©αιιΐίίιι1 ΟΜΙοίΓοη», Νβ\ν ΥουΚ Τΐηιβ8, 23 Οκτωβρίου 1999, σ. Α1Γ Ο&τ&γ ΟοΜβ©Γ§, «Ε§£ ΑιιοΙίοη οη ΙηΙβπιβί Ιδ ϋΓ&ννίη§ Ηΐ§1ι δοηχΙίηγ», Νβ\ν ΥογΚ Τίηϊβζ, 28 Οκτωβρίου 1999, σ. Α26.
18. Παρατίθεται στο Ό&νϊά ΡΙοίζ, «Ήιβ ΒοΙΙογ Βα5γ Βιΐδίηοδδ», ΞΙαίβ, 13 Μαρτίου 2001, στο Ηίίρ://\ν\ν\ν. 8Ια ίβ. οοτη/ίά/102374/.
19. Ό&ήά ΡΙοίζ, «ΤΗβ Μγί1ΐδ οί Ήι© Νο6©1 δροηπ Β&ηΐί», ΞΙαίβ, 23 Φεβρουάριου 2001, στο Ηίίρ://\ν\ν\ν.8ΐαίβ.οοηι/ιά/101318/' και ΡΙοίζ*; «Ύ\ι& Β©ίί©Γ Βα6γ Βιΐδίηβδδ». Βλ. επίσης Κ©ν1©δ, Ιη ίΗβ Ναπιβ ο / ΕΐίξβηΐβΞ, σ. 262-263.
20. Αντλώ από την πολύτιμη περιγραφή της θΓγοΙ>2ΐη1ί στο ϋ&νκ! ΡΙοΐζ, «Ήιο Κίδ© οί ίΐιο δηι&Γί δρβΓπι δΙιορροΓ», ΞΙαίβ, 20 Απριλίου 2001, στο Ηίίρ://\ν\ν\ν. ύαίβ. οοπι/ίά/Ι04633/.
21. Παρατίθεται στο ΡΙοίζ, «Ήι© Κίδ© οί ύι& διπατί δρ©πη δ1ιορρ©Γ». Για τα προσόντα και τις αμοιβές των δοτών σπέρματος, βλ. διαδικτυακό τόπο της εταιρείας: Ηίίρ://\ν\ν\ν.βτγοΒαη^.οοπιϋηάβχ.ββη?ρα§β=35. Βλ. επίσης δ&11γ Ι&οοβδ, «\ν&ηί©<1: διη^Γί δροπη», Βο8ίοη ΟΙοΒβ, 12 Σεπτεμβρίου1993, σ. 1.
22. ΝίοΗοΙαδ Α§&γ, «ΕίΙ)βΓ2ΐ1 Ει駩ηίεδ», ΡηΜίβ Α^αίη ζ)ιιατίβήγ 12, ηο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΕΛΙΔΩΝ 90-101 149
2 (Απρίλιος 1998): 137. Αναδημοσιεύτηκε στο Ηβ1§α Κυΐΐδβ και ΡβίβΓ 5ίη£6Γ (επιμ.), ΒίοβίΗίοΞ: Αη ΑηίΗοΙοβγ (Βίαοΐανβΐΐ 1999), σ. 171.
23. ΑΙΙβη Βυοίιαπαπ κ.ά., Ρτοιη Οταηοβ ίο ΟΗοίεβ: Οβηβίΐβδ αηά Ιη^ύββ (Οαιη6πά§β υηίνβΓδίΙγ ΡΓβδδ, Καιμπριτζ 2000), σ. 27-60, 156-191, 304- 345.
24. Κοηαίά ϋ\νοΓΐαη, «Ρ1αγίη§ Οοά: Οβηβδ, Οοηβδ αηά ΙλιοΚ», στο Κοηαίά ΕΚνοΓίάη, Ξονβτβί§η νιτίιιβ (ΗατναΓά υηίνβΓδϊίγ Ρτβδδ, Καιμπριτζ, Μασ. 2000), σ. 452.
25. ΚοββΓί Νοζίάί, Α ηακίιγ, Ξίαίβ αηά ϋίορία (Βαδίο Βοοίίδ, Νέα Υόρ- κη 1974), σ. 315.
26. Ιοίιη Κα\ν1δ, Α ΤΗβοτγ ο/Ιιιχίΐββ (ΉατναΓά υηίνβΓδίΐγ ΡΓβδδ, Καί- μπριτζ, Μασ. 1971), σ. 107 -108.
27. Είμαι υπόχρεος στον ϋανίά ΟΐΌ\να1 για τα διαφωτιστικά του σχόλια σ’ αυτό το θέμα.
28. Η φράση προέρχεται από το ΙοβΙ ΡβίηΙ>©Γ£, «ΊΊιβ Οιίΐά’δ Κί§1ιΐ Ιο αη Οροη ΡυΐιΐΓβ», στο \ν . Αΐΐίοη και Η. ίαΡοΙΙβη© (επιμ.), \¥Ηθ5β ΟΗίΙά? ΟΗίΙάτβη’8 Κΐ£Ηί5, ΡαΓβηίαΙ Α ιιίΗ οήίγ αηά Ξίαίβ Ροχνβτ (Κο\νιηαη αηά ΠΐΙΙοίίβΜ, Τότοβα, ΝΙ 1980). Αναφέρεται σε συνάρτηση με τη φιλελεύθερη ευγονική στο Βιιοΐιαηαη κ.ά., Ρτοηι ϋΗαηββ ίο Οίοΐββ, σ. 170-176.
29. Βιιοΐιαηαη κ.ά., Ρτοπι ΟΗαηββ ίο ϋΗοίββ, σ. 174.30. Κοηαίά ΕΗνοΓίαη, «Ρ1αγίη§ Οοά: 0©ηβδ, Οοηεδ αηά Ιλκ±», σ. 452.31. ΙϋΓ§©η ΗαΙ)©πηαδ, ΤΗβ Ρηίητβ ο /Η π η ια η Ναίητβ (Το1ίΙγ ΡΓβδδ,
Οξφόρδη 2003), σ. νϋ, 2.32. Στο ίδιο, σ. 79.33. Στο ίδιο, σ. σ. 23.34. Στο ίδιο, σ. 64-65.35. Στο ίδιο, σ. 58-59. Η Ατ©ηάΙ πραγματεύεται το ζήτημα της γεννη-
σιμότητας και της ανθρώπινης δράσης στο ΤΗβ Ηηπιαη ϋοηάΐίΐοη (ΤΙηί- ν©Γδίίγ ο ί Οιΐοα§ο ΡΓβδδ, Σικάγο 1958), σ. 8-9,177-178,247.
36. Στο ίδιο, σ. 75.37. Η ιδέα ότι η εξάρτηση από μια απρόσωπη δύναμη θίγει λιγότερο
την ελευθερία απ’ ό,τι η εξάρτηση από έναν άλλο άνθρωπο, μπορεί να παραλληλιστεί με μια σκέψη στο Κοινωνικό συμβόλαιο του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ: «Παραδίδοντας τον εαυτό του στο σύνολο, κάθε άνθρωπος δεν παραδίδει τον εαυτό του σε κανέναν». Βλ. Ι©αη-Ιαοφΐ©δ Κοιΐδδ©αιι, Οη ίΗβ ΞοβίαΙ ϋοηίταβί (1762), μτφρ. Όοηαίά Α. 0*©δδ (Ηαο^βΙΙ Ρυβ1ίδ1ιίη§ Οο., 1983), Βιβλίο I, κεφ. VI, σ. 24.
150 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
1. Τοιη ν©ιχ!ιΐ(χί, «0©Κίη§ Αιηρβά: Ρορρίη§ Αιηρ1ι©1αιηίη©δ ογ Οι1ι©γ δίίιηιιΐ&ηΐδ Ιδ Ρ&γΙ οί Μαηγ ΡΙαγβΓδ’ Ργ6§&πι6 ΚοιιΙίη©», 8ροτϊ8 Ι11η8ίταίβά,3 Ιουνίου 2002, σ. 38.
2. Βλ. Απιγ Ηαπηοη, «Ήι© Ργο61©ιϊι \νΐί1ι αη Α1ιηοδΙ-Ρ©Γί©οΙ ΟεηεΙίο Ψ οή ά » , Νβ\ν ΥογΚ Τιιηβ8, 20 Νοεμβρίου 2005* Απιγ Ηβπποπ, «Βυτάβη οί Κηο\ν1βά§6: Τϊ&ο1αη§ ΡΓβη&ί&Ι Ηβαΐίΐι», Νβ\ν Υ ο& Τιηιβ8, 20 Ιουνίου 2004* Εΐιζ&βϋίΐι λνείΐ, «Α \ΥΐΌη§ίιι1 Βϊγ11ι?», Νβ\ν ΥοτΙι Τίπιβ8, 12 Μαρτίου 2006. Σχετικά με τις ηθικές περιπλοκές του προγεννητικού ελέγχου εν γένει, βλ. Επίί Ρατοηδ και Αάποηηε Αδοΐι (επιμ.), ΡτβηαίαΙ ΤβΒίίηξ αηά ΏΐζαΜίΙγ Κ ίφ ϊ8 , 0€0Γ§6ί0\νη ϋηίν©Γδίίγ Ρτβδδ, Ουάσινγκτον 2000.
3. Βλ. Εαιιπβ ΜοΟίη1©γ, «δβη&Ιβ Αρρτονεδ Βίΐΐ Β&ηηίη§ Βί&δ Β&δβά οη ΟβηβΙίοδ», ΨαΙΙ Ξίτββί ΙοηπιαΙ, 15 Οκτωβρίου 2003, σ. Ό11.
4. Βλ. Ιοίιη Κ&νν1δ,ν4 ΤΗβοτγ ο$ΐΗ8ύοβ, ΗαΐΎΣΐιχΙ υηίν6Γδίίγ Ρτοδδ, 1971, σ. 72-75 και 102-105.
5. Σ’ αυτή την αμφισβήτηση της θέσης μου έχουν προβεί, από διαφορετικές σκοπιές, ο Ο&Γδοη δίΐΌη§ στο «ΕοδΙ ίη Τταηδίαΐΐοη», Ανηβήοαη ΙοηηιαΙ ο /Β ίθ€Μ θ8 5 (Μ άιος-Ιούνιος 2005), σ. 29-31, και ο Κόβει** Ρ. ΟβθΓ§β σε συζήτηση στο Προεδρικό Συμβούλιο Βιοηθικής (12 Δεκεμβρίου 2002), τα πρακτικά της στο Η ίΐρ://\ν\ν\ν.Μ οβΜ €8.§ον/ΐταη8- €ήρί8ΐάβοο218β88ίοη4.ΗίηιΙ
6. Για μια διαφωτιστική πραγμάτευση των περίπλοκων τρόπων με τους οποίους οι νεωτερικές μορφές αυτοκατανόησης αντλούν από αδήλωτες ηθικές πηγές, βλ. Οιατίβδ Τ&γ1θΓ, ΞθΗΓθβ8 ο / ίΗβ 5βΙ/ (Η&πήγοΙ υηΐν6ΓδίΙγ Ρτεδδ, Καίμπριτζ, Μασ. 1989).
7. Βλ. Ρταηοοδ Μ. Καιηιη, «Ιδ Ήιβτβ & ΡΐΌβΙειη \νίί1ι Εη1ιαηο©ιηοηΙ?», Ατηβήβαη ΙοηηιαΙ ο/ΒΐοβίΗίο$ 5 (Μάιος-Ιούνιος 2005), σ. 1-10. Ασκώντας προσεκτική κριτική σε μια προγενέστερη εκδοχή του επιχειρήματος μου,4 η Κβπιπι ερμηνεύει αυτό που αποκαλώ «ορμή» ή «διάθεση» κυριαρχίας ως επιθυμία ή κίνητρο ατομικών δρώντων και υποστηρίζει ότι η δράση βάσει μιας τέτοιας επιθυμίας δεν θα καθιστούσε ανεπίτρεπτη την ενίσχυση.
8. Είμαι υπόχρεος στον Ρ&ίηοΐί ΑηάΐΌ\ν Ήιτοηδοη, ο οποίος πραγματεύεται αυτό το θέμα στην πτυχιακή του εργασία «Εηΐιαηοβιηεηΐ αηά Κ είΐεοΐίοη: ΚθΓδ§&&ΓθΙ, Ηβίά⧧6Γ αηά 1\ι& Ροαηά&Ιίοηδ ο ί Εΐΐιίοαΐ ϋίδοοιίΓδε», Η&γυ&πΙ υηίνβΓδίΙγ, 3 Δεκεμβρίου 2004* βλ. επίσης Ιβδοη
5 ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΟ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΕΛΙΔΩΝ 106-121 151
ΚοββΓί δοοΙΙ, «Ηιηηαη Βίδροδδοδδίοη αηά Ηιιηιαη Εηΐιαηοβιηβηΐ», Αηιβ- ήοαη ΙοηπιαΙ ο/ΒίοβίΗίος 5 (Μάιος-Ιοΰνιος 2005), σ. 27-28.
9. Βλ. Ιδαίαΐι ΒβΓίίη, «Ιοίιη δΙιιαΓί Μίΐΐ αηά ίΐιβ Εηάδ ο ί Οίο>, στο ΒβΓίίη, ΡοηγΕ880$8 οη Πύβΐΐγ (ΟχίοΓά υηίνβΓδίΐγ ΡΓβδδ, Λονδίνο 1969), σ. 193, όπου παραθέτει από τον Καντ: «Από το στραβό ξΰλο της ανθρωπότητας τίποτε το ίσιο δεν φτιάχτηκε ποτέ».
10. ΚοββΓΐ 1̂ . δίηδΙιβπηβΓ, «ΤΗ© ΡΐΌδρβοί ο ί Β©δί§η©ά Ο©η©1ίο 01ια秩», Εη%ΐηββήηξ αηά Ξάβηοβ Μα§αζίηβ, Απρίλιος 1969 (Οαΐίίοπιία ΙηδΙίΙιιΙ© ο ί Τ©ο1ιηο1ο§γ). Αναδημοσιεύτηκε στο Κυίΐι Ρ. Ο1ιαά\νίο1ί (επιμ.), Ε Μ οξ, ΚβρΓοάηούοη αηά Οβηβίΐο ΟοηίτοΙ (Κοιιΐ1©ά§©, Λονδίνο1994, σ. 144-145.
11. Στο ίδιο, σ. 145.12. Στο ίδιο, σ. 145-146.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ: ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ
1. «ΡΓ6δίά©ηΙ ϋίδουδδβδ δΙ©πι ΟβΗ Κεδβατοΐι Ροϋογ», Γραφείο Τΰπου του Λευκού Οίκου, 19 Ιουλίου 2006, στο /ι#ρ://νννννν.\νΗίΐβΗοιΐ8β.8ονΙ ηβΜ8/- Τβ1βα8β8/2006/07120060719-3. ΗίτηΙ’ ΟεοΓ§β λ¥. Βιΐδΐι, «Μβδδ᧩ Ιο Ιΐι© Ηοιίδε οί ΚορΓβδβηΙαΙίνβδ», Γραφείο Τΰπου του Λευκού Οίκου, 19 Ιουλίου 2006, στο Ηΐίρ://\νηην.\νΗίίβΗοιΐ8β.ξον/ηβ}ν8/ΓβΙβα8€8/2006/07/20060719-5.ΗίηϊΙ.
2. Ενημέρωση συντακτών από τον Τοηγ δηονν, Γραφείο Τύπου του Λ ευκού Ο ίκου, 18 Ιουλίου 2006, στο Ηίίρ:Ι/\ν\ν\ν.\νΗϋβΗοιΐ86.ξονΙ- ηβ\ν8ΐτβΙβα8β812006107120060718.ΗίηιΙ' ενημέρωση συντακτών από τον Τοηγ δηονν, Γραφείο Τύπου του Λευκού Οίκου, 18 Ιουλίου 2006, στο Ηίίρ://νην\ν. \νΗίΐβΗοιΐ8€.ξονΙηβ\ν8ΐνβΙβα8β8ΐ 2006/07/20060724-4. ΗίηιΙ’ Ροίετ ΒαΙίβΓ, «λνΐιίΐβ Ηοιίδβ δοίίβηδ Τοηο οη Ειηβιγο ϋδο», Ψα8Ηΐηξίοη Ρθ8ί,25 Ιουλίου 2006, σ. Α7.
3. Η σχετική βρετανική νομοθεσία (Ηυηιαη ΚβρΓοάιιοίΐνο Οοηίη§ ΑοΙ2001) βρίσκεται στο Ηίίρ://\ν\νΜ>.ορ8ί§ον. Μα€(8ΐαοί82001/20010023.ΗίηιΙ.
4. Γερουσιαστής δαπι ΒΓοννηβαοΚ, κατάθεση ενώ πιον των δΑΕ (δβηαΐβ ΑρρΓορΓίαΙίοηδ Ι^αβοι:), ΗΗδ και της επιτροπής για την Παιδεία, Ουάσινγκτον, 26 Απριλίου 2000* παρατίθεται στην ανακοίνωση τύπου «ΒΐΌ\νη6α(± Ορροδ©δ ΕηιΙ>Γγοηίο δί©πι ΟοΙΙ Κοδοατοΐι αί Η©απη§ Τοάαγ»,26 Απριλίου 2000, η οποία διατίθεται στο Ηηρ.'/Ι&τοινη&αο&Λβηαίβ.ξον/- ρτ688αρ/τβοοΓά. οβη ?ίά = 176080&&γβατ= 2000&.
152 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
5. Ομιλία του δαιη ΒΐΌ\νηΙ)αο1ί στην ετήσια συγκέντρωση Πορεία για τη Ζωή (Μ&γοΙι ίοτ ϋ ίβ ), Ουάσινγκτον, 22 Ιανουαρίου 2002. Παρατίθεται στην ανακοίνωση τυπου «ΒΐΌ\νη6αο1ί δροαΚδ αί Κί§1ιί ίο ΙΑίε Ματοΐι», 22 Ιανουαρίου 2002, η οποία διατίθεται στο Ηίίρ://1)Γθ\νη- δαοΐί. 8βηαίβ.ξον Ιρτβ88αρΙ τββοτά. οβη ?ίά= 180278&&γβατ=2002&.
6. Σ’ αυτή την ενότητα επεξεργάζομαι περαιτέρω το επιχείρημα που παρουσίασα στο δ&ηάβΐ, «Ήιο ΑηΙί-01οηίη§ Οοηυηάηιιη», Νβ\ν ΥοτΚ Τιητβ8, 28 Μαΐου, 2002, καθώς και στην προσωπική μου συμβολή στο Ηηηιαη ϋΐοηίηξ αηά Ηηηιαη Όΐξηίίγ: ΚβροΗ ο / ίΗβ Ρτβ8ΐάβηί,8 ΟοηηοίΙ οη ΒίοβίΗΐθ8 (ΡιιΜίοΑίί&ίΓδ, Νέα Υόρκη 2002), σ. 343-347.
7. Γερουσιαστής Βίΐΐ Ρπδί, ΟοηξΓβ88ίοηαΙ ΚββοΓά - Ξβηαίβ, 107ΐ1ι Οοη£., 2ηά δΟδδ., νοί. 148, ηο 37, 9 Απριλίου 2002, σ. 2384-2385* Βίΐΐ Ρπδί, «Νοί Κεαάγ ίοτ Ηαιη&η Οοηΐ移, ΙΥαΜηβίοη Ρθ8ί, 11 Απριλίου,2002, σ. Α29* Βίΐΐ Ρπδί, «Μ©6ΐ:ίη§ δίοιη Οοΐΐδ’ Ρτοιηίδε - ΕΐΜο&11γ», Ψα8Ηίη§ίοη Ρθ8ί, 18 Ιουλίου 2006* ΜίΙΙ Κοΐϊΐηβγ, «Τΐι© ΡγοΜοπι \νΐί!ι Ιΐι© δίοιη ΟοΙΙ Βίΐΐ», Βθ8ίοη ΟΙοδβ, 6 Μαρτίου 2005, σ. Ό11.
8. ΟιαΓΐ©δ ΚταυίΙι&πιπιοΓ, «Ο*0δδίη§ ϋηοδ», Νβ\ν ΚβριώΙίβ, 29 Απριλίου 2002, σ. 23.
9. Σχετικά με τη διάκριση πρόθεσης/πρόβλεψης, βλ. ^ίΐΐί&ιη ΡίΙζ- ραίποΐί, «δυτρίαδ Ειη1>Γγοδ, ΝοηΓορΓοάιιοΙίνβ Ο οη ίπ β , αηά Ιΐιβ ΙηΙβικΙ/ΡοΓβδβ© ϋίδΐίηοΐίοη», Ηα8ίίη§8 Οβηίβτ Κβροτί, Μάιος-Ιοΰνιος 2003, σ. 29-36.
10. Νίοοί&δ ν^&άβ, «Οίηίοδ Ηοΐά Μοτβ ΕιηβΓγοδ Ήι&η Ηαά Βοβη Τ1ιου§1ιΐ», Νβ\ν ΥοτΚ Τίηιβ8, 9 Μαΐου 2003, σ. 24.
11. Η φράση «τίποτα δεν χάνεται» ανήκει στον Οβη© Οιι&α («Τΐιβ ΕίΜοδ οί δίοιη ΟβΗ Κ€δ©αΓθ1ι», Κβηηβάγ Ιη8ίιίαίβ ο/ΕίΗίθ8 ΙοηπιαΙ 12, ηο.2, 2002, σ. 175-213). Ο Οιι&α υπεραμύνεται της συμβιβαστικής θέσης που επικρίνω. Βλ. επίσης τη συζήτηση για τη θέση του Ου&& «τίποτα^δεν χάνεται» που έγινε στο Προεδρικό Συμβούλιο Βιοηθικής (25 Απρίλιον2002), στο Ηίίρ://\νχν\ν. ΜοβίΗίθ8^ον/ίΓαη8βήρί8/αρΓθ2/ραΓ258β88Ϊοη3.Ηίπύ.).
12. Σε αυτή και την επόμενη ενότητα επεξεργάζομαι περαιτέρω ορισμένα επιχειρήματα που παρουσίασα στο δ&ηάβΐ, «Ειηβιγο Εΐΐιΐοδ: Ήι© Μογ&1 Ι/)£ίο ο ί δίβιη Οεΐΐ ΚεδοατοΙι», Νβ\ν ΕηξΙαηά ΙοηπιαΙ ο/Μβάίεΐηβ 351 (15 Ιουλίου 2004), σ. 207-209 καθώς και στην προσωπική μου δήλωση, η οποία περιέχεται στο Ηηηιαη Οοηίηξ αηά Ηηηιαη ϋίξηίΐγ.
13. Τη θέση έχει προβάλει ο συνάδελφός μου στο Προεδρικό Συμβούλιο Βιοηθικής Ραιιΐ ΜοΗιι§1ι. Βλ. την κατάθεσή του στο παράρτημα
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΕΛΙΔΩΝ 121-137 153
του Ηηπιαη ϋΐοηΐηξ αηά Ηιιηιαη Όΐ^ηΐίγ: ΤΗβ Κβροτί ο/ ίΗβ Ρ κή ά βη ί’8 ΟοαηβΐΙ οη ΒίοβίΗίβΞ (Νέα Υόρκη, ΡυΜίοΑίίαΐΓδ, 2002), σ. 332-333· και Ραιιΐ ΜοΗα^Ιι, «Ζγ§οί© από “Οοηοί©”: Τΐι© ΕίΜοαΙ ϋδ© οί Ειη^Γγοηίο δί€ΐη Οβίΐδ», Νβ\ν ΕηξΙαηά ΙοηπιαΙ ο / Μβάίοίηβ 351 (15 Ιουλίου 2004), σ. 209-211. Ό ταν ο ΜοΗιι§1ι εισηγήθηκε για πρώτη φορά αυτή τη θέση σε συζητήσεις του συμβουλίου, η κριτική που δέχτηκε άγγιξε τα όρια του χλευασμού. Όμως η μεταγενέστερη κατάθεση του Κυάοΐρΐι Ι&οηίδοΐι, βιολόγου στο ΜΙΤ, ειδικού στα βλαστοκύτταρα, ήρθε να στηρίξει επιστημονικά τη διάκριση του ΜοΗιι§1ι μεταξύ ζυγώτη και κλωνωτή. Βλ. την παρουσίαση του ΐΒβηίδοΙι και τη συζήτηση που ακολούθησε στο Προεδρικό Συμβούλιο Βιοηθικής (24 Ιουλίου 2003) στο Ηίίρ://\ν\ν\ν.Ι>ίοβ- ίΗίθ8.§ονΙίταη8€ήρί8/]Ηΐγ03ΐ8β88ΐοη3.ΗίηιΙ
14. Για μια κριτική πραγμάτευση αυτής της αναλογίας, βλ. ΚοββτΙ Ρ. 0©ο㧩 και Ρ&ΙποΙί Ιχ©, «Αοοπίδ αηά Ειη&ιγοδ», Νβ\ν ΛίΙαηήΞ 1 (φθινόπωρο 2004/χειμώνας 2005), σ. 90-100. Το άρθρο τους απαντά στο 5&ηά©1, «ΕηιΙ)ΐ*γο ΕίΜοδ».
15. Είμαι υπόχρεος στον ΚίοΙι&Γά ΤιιοΚ, ο οποίος μου επέστησε την προσοχή στους «λογικούς σωρείτες», καθώς και στον Ό&νϊά Οτ©\να1, ο οποίος μου επισήμανε τη συνάφειά τους με τη διαμάχη για το ηθικό κύρος των εμβρύων.
16. «ΡΓ©δίά©ηΙ Οίδοιΐδδ©δ δίβπι 0©11 Κ©δ©3Γθ1ι Ρο1ΐογ», Γραφείο Τύπου, Λευκός Οίκος, 19 Ιουλίου 2006, διατίθεται στο Ηίίρ:ΙΙ\νηην.\νΗίίβΗοη- 8β.§ον/ηβνν5/τβΙβα5β8/2006/07/20060719-3.ΗίηϊΙ
17. Ο©οτ§©1. Αηηδδ, «Α Ρτεηοΐι Ηοπιιιηοιιΐιΐδ ίη α Τ©ηη©δδ©6 ΟοπγΙ», Ηα5ίίη£5 Οβηίβτ Κβροη 19 (Νοέμβριος 1989), σ. 20-22.
18. Στη φυσική τεκνοποιία, το ποσοστό των απολεσθέντων εμβρύων κυμαίνεται μεταξύ 60 και 80%. Σύμφωνα με τον Δρα Ιοίιη Μ. Ορίίζ, καθηγητή παιδιατρικής, γενετικής και μαιευτικής/γυναικολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γιούτα, το 80% περίπου των γονιμο- ποιημένων ωαρίων δεν επιβιώνουν, όπως και το 60% περίπου εκείνων που φτάνουν την έβδομη ημέρα ανάπτυξης. Βλ. παρουσίαση του Ιοίιη Μ. Ορίίζ στο Προεδρικό Συμβούλιο Βιοηθικής, Ουάσινγκτον, 16 Ιανουαρίου2003, στο Ηίίρ://\ν\ν\\>.ΗοβίΗιβΞ.^ονΙ ίταη8βήρίΞΐ]αηο3ΐ5βΞ$ίοη1.ΗίτηΙ Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο ΙηίβπιαήοηαυοηηιαΙ ο/ΡβΓίίΙΐίγ, τουλάχιστον το 73% των φυσικών συλλήψεων δεν επιβιώνουν μέχρι τις πρώτες έξι εβδομάδες της κύησης, ενώ περίπου το 10% εκείνων που τα καταφέρνουν δεν επιβιώνουν μέχρι το τέλος. Βλ. Ο. Ε. ΒοΜ&§©, «διίΓνίν&Ι
154 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
ΡΐΌβαβίϋΙγ ο ί ΗυηΐΒη ΟοηοβρΙίοηδ ίΓοιη ΡβΓίίΚζαίίοη Ιο Τ©πη», Ιηίβπια- ύοηαΐ ΙοηπιαΙ ο/ΓβτίίΗίγ 35 (Μάρτιος-Απρίλιος 1990), σ. 75-94. Για μια πραγμάτευση των ηθικών συνεπαγωγών της απώλειας εμβρύων κατά τη φυσική τεκνοποιία, βλ. Ιοίιη Η ηγπ8, «5ί©πι 0©11δ, 5©χ αηά ΡΓθθΓ©αΙίοη», ϋανηδήάββ Ομαηβήγ ο/ΗβαΙίΗοατβ ΕιΗιοξ 12 (2003), σ. 353-371.
Ευρετήριο
άμβλωση, έκτρωση 48-50,92,137 Άγκαρ, Νίκολας (Α§βγ, Νίοΐιοΐ&δ) 95 ΑάάαέΆ 82-83αθλητισμός 41-43, 56, 64-65, 67, 69-71,
76-77,105-106· ως θέαμα 63,67,69 αλληλεγγύη 11, 23, 25, 103-104, 170-
109,111-112 Αλτσχάιμερ, νόσος του 44 Αμερικανική Εταιρεία Ευγονικής
(Αιϊ16ποηπ Ειΐ£θπίθ5 3οοίβΙγ) 87 αμερικανικό ποδόσφαιρο (ίοοΙβ&11)
54,61-62,74 αναπηρία 33-34,68,72 Άννας, Τζωρτζ (Αηη&δ, 0&οτ%6) 135 αξιοκρατία 56,108-109 αξιοπρέπεια, ανθρώπινη 52,62,135 απρόσκλητο, ανοιχτότητα στο 70-71,
104,112Άρεντ, Χάνα (Ατβικίΐ, Ηαηη&ΐι) 101 Αριστοτέλης 48ασθένεια 16,17, 39-40, 44-45, 50, 71-
72,92,115,118,121 ατομικισμός, ηθικός 96,98 αυτονομία 11,23,39-40,99-100,112
Βαν Γκογκ, Βίνσεντ (ν&π Οο§1ι, Βίπ- οβηί) 139
Βέμπερ, Μαξ (λνεββΓ, Μαχ) 9
βήτα-αναστολείς 65 βιοηθική 31,72,96βιοτεχνολογία 29-30,35,40,43,45,48,
57,103βλαστοκύστη 118,127,129-133,135,139 βλαστοκΰτταρα 117-119,121-122,127,
130,132,135,140- βλ. και βλαστο- κΰστη· εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα
βρεφοκτονία 50,133,136-137
γενετική 11, 21, 22, 36-38, 75, 91* βλ.και γενετική μηχανική
γενετική λοταρία 35,38,97 γενετική μηχανική 12, 19, 22, 29, 37,
39-40, 52-54, 69, 75, 89, 91, 98-99, 103,108-109,112,114-115,139· βλ και γενετικές τεχνολογίες* γενετική ενίσχυση· εμβιομηχανική
γενετικό υλικό 93,95 Γκάλτον, Σερ Φράνσις (Ο&ΐίοη, δίτ
Ρτ&ηάδ) 18,85,86,113 Γκάτακα (Οαίίαοα) 49-50,104 Γκίμπσον, Άαρον (Οί&δοη, Α&γοπ) 61 Γκοΰμπρεχτ, Χανς Οΰλριχ (Οιιιη-
βτβοΐιΐ, Η&ηδ υίποΐι) 144 Γκράχαμ, Ρόμπερτ (Ογ&Ιι&πι, ΚοββΓΐ)
93,94
156 ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
Γκρούμπμαν, Τζακ (Οπώιη&η, Ι&(±) 80
γονείς 19, 22-24, 33-35, 70, 73-74, 106* και αγάπη των παιδιών 74* και αθλητισμός 76-77* σχεδιαστές 23,38, 45, 48-49, 71-73, 77-81, 84, 91- 92, 96-99, 104-105* βλ. και γονική φροντίδα* παιδιά
γονιδιακή θεραπεία 39,41-42,60 γονική φροντίδα 70, 76,100-101,104,
106,112* υπέρμετρη 76,79,84 γονιμοποίηση, εξωσωματική 49, 121*
τεχνητή 92,123-126,135-137 γονιμότητα, θεραπείες 119-120, 122,
124, 126, 134, 136* κλινικές 121- 122,125,135-136,140
Γουάτσον, Τζέιμς (λΥαίδοη, Ι&ιηβδ) 91, 92
Γουίκλερ, Ντάνιελ (\νίΜβΓ, ϋ&ηίβΐ) 96 Γουίλλιαμς, Ρίτσαρντ (^ίΐΐί&πΐδ, Κΐ-
οΐΐδκΐ) 76 Γουντς, Ερλ (\¥οοάδ, ΕβγΙ) 76 Γουντς, Τάιγκερ (λΥοοάδ, Τί§βΓ) 58
Ο&ΗίοΓηΐΒ Ο*γο1>&η1ί (Τράπεζα Κρυο- κατάψυξης της Καλιφόρνιας) 94, 95,148
Δαρβίνος, Κάρολος (ϋ&πνίη, Ο ιηγ165) 85,114
δείκτης νοημοσύνης 50,52,98,114 ' δέος 103,109-110,117,138-139 Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής
και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ - ΑΟΗϋ) 82-83
Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή 41,60 δικαιοσύνη 20,23,40,42-43,47,96-97 δικαιώματα 21,40,48,92,110-112,135
δότες σπέρματος 33, 94, 109, 122-123* νομπελίστες 94
δότριες ωαρίων 34Δρόμοι της φωτιάς, Οι (ΟΗαήοΙε ο/
Ρίηή 64,67
έκτρωση, βλ άμβλωση ελευθερία 25, 52, 54, 99-102, 110-112,
114-115εμβιομηχανική 38,40,45,47-48,70,73,
75,84,104,111-112 έμβρυα 12, 23, 39, 51, 92, 99,106,117-
119,121,123-140* και επιλογή φυ- λου 48-50* ηθικό καθεστώς του 50- 51, 120, 125, 127* κλωνοποίηση των 120-130* πλεονάζοντα ή πε- ρισσευοΰμενα 122-126, 134-136* ως πρόσωπα ή άνθρωποι 50, 121, 127, 130-131, 133-138* φάρμες εμβρύων 126, 139* βλ. και εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα
εμβρυϊκή βλαστοκυτταρική έρευνα 29- 30,118-124,126,130,132-139,
εμπρόθετη δράση (3£6ηογ) 53-54 ενίσχυση 22,44-47,52-59,62,64,67,71-
75,83,89,95,97,103,109-117;γενετική 29,39,41,43,70,74-76,83,98, 104,108,111,117* επιδόσεων 64- 65, 83* ηθική της 33, 40, 45-46, &4, 90* ήχου 65-66* τεχνολογίες της 45, 51-52,58,62,66,69,72,75,83,98
επιλογή 22,24,91,97,99,105-106,108, 113* βλ. και ψυλο, επιλογή του
επιστήμη 9-11,22,40,74,81,94,133 ερυθροποιητίνη 60ευγονική 11-12, 17-22, 90-93, 96-97,
100,103* στην ελεύθερη αγορά 17,22, 89, 90, 94-95* στη ναζιστική
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 157
Γερμανία 88-90,99* παλαιό 20,73, 75, 85-89, 91, 93, 95-97, 113· στη Σιγκαπούρη 17, 91* φιλελεύθερη 19,95,97-100,109,113-114
ευφυΐα 35, 40, 75, 81, 87* βλ. και δείκτης νοημοσύνης
ζυγώτης 130,139,153
ηθική, ηθικός 21, 23, 29-31, 35, 37-40, 42-43, 50-54, 56-57, 60, 71-72, 83, 91-93,95-96, 98, 100-101,104, 106, 108,110-112,119-130,132-139* της ενίσχυσης 33, 45-46, 75, 90* ηθικοί φιλόσοφοι και επιστήμονες 99,12* και θρησκευτικές/εγκόσμιες αντιλήψεις 103, 120* της χαρισματικό- τητας 70, 1183* βλ. και ατομικισμός, ηθικός* βιοηθική
θεολογία, θεολογικός 40,99,110 Θέρμπορν, Γκέραν (Ή ι©γΙ)ο π ι, Ο ογ&π)
10θρησκεία 24, 55, 85, 99,103, 109-111,
119-120,128,137,139
ιατρική 12, 37,39,44,46,48,59, 71-72, 83, 99, 107, 117, 126, 131* βλ. και βιοϊατρική
ιερότητα 110-111Ινδία, άμβλωση θυληκών εμβρύων
στην 49· αναλογίες των φΰλων στην 51
ισότητα 99-100
Κάλλεν, Μέρφυ (Οι11©η, ΜιιτρΙιγ) 30 Καντ, Ιμμάνουελ (Κ&ηί, Ιιηιη3ηιι©1)
110,139,151
Κ&δδ, Ιχοη 29καταναλωτισμός, καταναλωτές 10, 12,
18,40,78,93,95 Κίνα, αναλογίες των φυλών στην 51 Κλίντον, Μπιλ (ΟίηΙοη, Βίΐΐ) 133 κλωνοποίηση 29, 37* ανθρώπων 36-38,
40, 52, 89, 93, 119-121, 129-140* ερευνητική 124-126,139* κατοικίδιων ζώων 35-36
κλωνωτής 130,153Κοέν, Κάθριν (0)1ι©η, Κ&ίΐιβπη©) 79,
80Κοπέρνικος (Οοροπήοιίδ, Νίοοί&ιΐδ)
114κοσμητική ενδοκρινολογία 47 Κράουτχαμερ, Τσαρλς (Κτ&ιιίΙι&πιιηβΓ,
Οι&γ1©5) 124 Κρικ, Φράνσις (Οποΐί, Ρταηοΐδ) 91 κυριαρχία 103,119* και έλεγχος 70,84,
102, 104* ορμή για 54-55, 70-71, 112,150* σχέδιο της 113
κώφωση 33-35,72
Λι Κουάν Γιου (ίβο Κιι&π Υ©\ν) 17,90 Λοκ, Τζων (Ιχκ±ε, Ιοίιη) 110
ΜακΚάλλοου, Κάντι (ΜοΟιΙΙοιι^Ιι, Ο&ηάγ) 33
Μακλέοντ, Ίαν (Μοίχοά, Ιαη) 15 μαραθώνιοι, μαραθωνοδρόμοι 57, 59,
64Μαρξ, Καρλ (Μ βγχ, Κ&γΙ) 9 Μέι, Γουίλλιαμ Φ. (Μ&χ, \νί11ί&ιη Ρ.)
70,74Μέρτον, Ρόμπερτ Κ. (Μετΐοη, Κοβ©Γί
Κ) 11 ΜΐοΓοδοΓί, διαδικασία 51 Μικέλι, Λάυλ (Μίοΐιοΐί, 1>γ1ο) 77
158 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ 66 μνήμη 40, 43-44· καταστολή της 45, 47,
52,72* ενίσχυση της 40 μουσική, μουσικοί 38,52,65-66,75,82,
109-110Μπακ, Κάρι (Βυοίί, Οπιτίβ) 77,88 Μπακ εναντίον Μπελ (Βυοίί ν. ΒοΙΙ) 77 Μπάνιστερ, Ρστζερ (Β&ηηΐδΙοΓ, Κ ο§©γ)
59μπάσκετ 46,54,63,92 μπέιζμπολ (β&δ©1)&11) 54, 55, 63, 64, 67,
76,105Μπιουκάναν, Άλεν (Βυοίι&η&η, ΑΙΙοη)
96Μπους, Τζωρτζ (Βιΐδΐι, Οοογ^ο \ν.) 81,
118,122,132,133,134 Μπράουνμπακ, Σαμ (ΒΐΌ\νηβ&ο]ί,
δ&ιη) 121,126 Μπροκ, Νταν (Βτοοίί, Όβχι Ψ.) 96
ναρκωτικά 83 νηπιαγωγεία 80-81 Νόζικ, Ρόμπερτ (ΝοζΐοΚ, Κ οΒογΙ) 96 Ντάβενπορτ, Τσαρλς (Ο&νβηροΓΐ,
Οιατίβδ Β.) 86 Ντάλας Κάουμποϊς (Ο&ΙΙ&δ Οο\νΒογδ)
61Ντάνιελς, Νόρμαν (Ο&ηΐοΐδ, Νοπη&η)
96Ντάουν (ϋο\νη), σύνδρομο 48,106 Ντένις, Νόρμαν (ϋοηηΐδ, Νοπη&ιϊ) 15 Ντίλερ, Λώρενς (ϋίΙΙοΓ, Ι ^ ιιγοποο) 82 ΝτιΜάτζιο, Τζο (Ό ϊΜ η£ § ιο , Ι οο) 55 Ντόλι (κλωνοποιημένο πρόβατο) 37 Ντόπινγκ, Υπηρεσίας Καταπολέμησης
(\νΑΕ>Α) 61 Ντουόρκιν, Ρόναλντ (Οννοτίάη, Κο-
η&ΐά) 96
Ντουσεσνώ, Σάρον (δΙι&Γοη ϋιιοΐιοδ- ηο&ιι) 33,34
Ολυμπιακοί Αγώνες 56,60 όπερα 66-67ορμόνη, αυξητική 46,47,62,67,73 ορμονική θεραπεία 46
παιδιά, αυτονομία των 23, 38, 71, 95, 98, 101* ως δώρα 71, 104* και εκπαίδευση 78-81* και επιδόσεις 81- 83* σχεδιασμένα ή ενισχυμένα 38,46-48, 51, 70, 72-75, 95-96, 100, 104, 112, 115- βλ. και βρεφοκτονία* τεχνητή γονιμοποίηση
πάλη (άθλημα) 63-64 ποδόσφαιρο 54* βλ. και αμερικανικό
ποδόσφαιρο πολιτική, πολιτικοί 9,12,16-17, 22, 29,
37, 40, 56, 90-91, 95, 99, 113,122, 125,132-134
Προεδρικό Συμβούλιο Βιοηθικής (Ργο- δκίεηί’δ Οοιιηοίΐ οη Βίθ6±ίθδ) 29, 142,144,150,152-153
προεμφυτευτική γενετική διάγνωση93,106
Πρόζακ (Ργοζηο) 14 πρόσωπο, εμπρόσωπη ύπαρξη (ρ©Γ-
δοη) 127,129-132,136-139* βλ. και έμβρυα ως πρόσωπα ή άνθρωποι5
ρατσισμός 86 Ριταλίνη 82-83Ρίφκιν, Τζέρεμυ (ΚΐίΜη, Ι©Γ©ιηγ) 22 Ρόθμαν, Κάπυ, (Κοίΐιπι&η, Οπρργ) 94 Ροκφέλερ, Τζων Τζούνιορ (ΚοοΚο-
ίβΐΐβτ, Ιοίιη Ό. ]τ.) 86 Ρόμνυ, Μιτ (Κοιηηογ, ΜίΙΙ) 122,123
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 159
Ρόμπερτς, Σελένα (Κο&οτΙδ, δοΐβηα) 61
Ρόουζ, Πητ (Κοδβ, ΡοΙβ) 55 Ρούζβελτ, Θίοντορ (Κοοδονοΐί, Τΐιβο-
(Ιο Γβ ) 86 Ρουίζ, Ρόουζι (Κιιίζ, Κοδίο) 57 Ρουσσώ, Ζαν-Ζακ (Κοιίδδβ&ιι, Ιο&η-
Ι&οςιιοδ) 149 Ρωλς, Τζων (Κα\ν1δ, Ιοίιη) 97,99
Σαβουλέσκου, Τζούλιαν (δ&νιιΐοδοιι, Μί&η) 72
Σάνγκερ, Μάργκαρετ (3&η§βΓ, Μ&γ-§&Γ6ί) 86
Σαπίρο, Τζούντιθ (31ι&ρίΐΌ, Ιικίίΐΐι Κ.) 77
Σέλμαν, Πήτερ (δβΐπίδη, ΡοΙογ) 15 Σινσχάιμερ, Ρόμπερτ (δίηδΙιοίιηοΓ, Κο-
1)6Γί Ε.) 113,114 Σκάλια, Άντονιν (δοαίίπ, Αηίοηΐη) 68 Σουίνυ, Λη (δ\νοοιΐ6γ, Η. Ε©ο) 41 Σπένσερ, Χέρμπερτ (δρβηοοΓ,
Η6γΙ)6γΙ) 18 στειρότητα 50,123-124 στείρωση 75,87-89,91 στερσειδή 41-42,53,61-63,83 σωματικά κύτταρα 39 σωρείτης, παράδοξο του 131,153
Ταλμούδ 48ταπεινοφροσύνη 55, 71, 104-105, 111-
112τεχνολογία 34,37,48,57,59,64,67,84,
106, 114, 137, 139* βλ. και βιοτεχνολογία* ενίσχυση, τεχνολογίες της
Τζόουνς, Μαίριλι (Ιοηβδ, Μαπίοο) 77 Τζόρνταν, Μάικλ (ΙοΓά&η, Μίοΐιαοί)
56,63Τομασίνι, Άντονι (Τοιηιηαδίηί, Αηίΐιο-
ιιγ) 66τράπεζες βλαστοκυττάρων 140* σπέρ
ματος 93-95 τυχη 13,45,104-105,108-110,112
υπευθυνότητα 104-106,111 υποξικές συσκευές 61
Χάμπερμας, Γιούργκεν (Η&1)0ΓΠΐ2ΐδ, Ιϋι^η) 99,100,101,110,111
Χάριμαν, Ε. (Η&γπιϊι&π, Ε. Η.) 86 χαρισματικότητα, χαρισματικός 55-57,
70, 85,101-103, 106, 108-109, 111, 118
Χίτλερ, Αδόλφος (ΗιΙΙογ, Αάοΐί) 88- 89
Χολμς, Όλιβερ Γουέντελ (Ηοΐιηεδ, Ο1ίν0Γ\νεη(1©11) 87,88
Χορν, Μαίριλυν (Ηοπιε, Μαπ1γη) 66
φαρμακευτικές εταιρείες, φαρμακοβιομηχανία 14,44,46,82
φαρμακευτικές ουσίες και σκευάσματα 41-45, 55-56, 58, 62, 65, 69, 82, 83* βήτα-αναστολείς 65
Φριστ, Μπιλ (Ρπδί, Βίΐΐ) 122,123 φύλο, επιλογή του 40,48-52 φύση 25, 30, 54, 85, 96, 101, 104-105,
110, 114, 138· ανθρώπινη 37, 54, 112* δώρο της 23,110* ηθικό καθεστώς της 40* παρέμβαση στην 71, 83,115,117
Ο Μίοΐι^ΐ I. δ&ηάοΐ είναι καθηγητής πολιτικής διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο Η&τν&ΐά, όπου διδάσκει πολιτική φιλοσοφία από το 1980. Το διδακτικό και συγγραφικό του έργο εκτείνεται από την ηθική, την πολιτική, τα οικονομικά και το δίκαιο μέχρι τη βιοτεχνολογία και την παγκοσμιοποίηση. Βιβλία του είναι: ΠύθΓ£ΐ1ί8ΐη αηά ίΗβ Είηιίΐ8 ο ί Ιυςίίοβ (1982 - ελληνική έκδοση: Ο φιλελευθερισμός και τα όρια της δικαιοσύνης, Πόλις), Όοτηοοϊαογ’ζ ΌΐΒΟοηίοηί (1996), ΡηΜίο ΡΜθ8θ- ρϊιγ: £ 5537$ οη ΜοΓαΗίγ ίη Ροΐίΐίοβ (2005), ΤΗβ €β80 8£αΐη8ί Ρεήεοήοη: ΕίΜοβ ίη ίήβ Α§& οί Οοηβίίβ Εη§ί- ηοοήη§ (2007 - Ενάντια στην τελειότητα, Αλεξάνδρεια) και Ιιΐ8ίίοο: ΨΜ ί’β ίΐιε Κί§1ιί ΤΜη§ ίο Όο? (2009 - Δικαιοσύνη: Τι είναι το σωστό; Πόλις).
Εικόνα εξώφυλλου: Αηηο ΟοάοΙοδ, από το Όοχνη ίη ΐΗε Οατάβη, 1996
Σχεδιασμός εξώφυλλου: Γιάννης Λουζιώτης
Οι καινοτομίες στη γενετική μάς επιφυλάσσουν μια υπόσχεση και μια περιπλοκή. Η υπόσχεση είναι ότι σύντομα θα είμαστε σε θέση να θεραπεύουμε και να προλαμβάνουμε μια σειρά εκφυ- λιστικών νόσων. Η περιπλοκή είναι ότι η νέα γνώση μπορεί επίσης να μας επιτρέψει να χειριστούμε την ίδια μας τη φύση: να ενισχύσουμε τα γενετικά μας γνωρίσματα κι εκείνα των παιδιών μας, επιδιώκοντας να είμαστε «καλύτερα από καλά».
Οι εξελίξεις της εμβιομηχανικής μάς φέρνουν αντιμέτωπους με ερωτήματα σε μεγάλο βαθμό λησμονημένα στον νεότερο κόσμο - ερωτήματα σχετικά με το ηθικό καθεστώς της φΰσης και τη στάση των ανθρώπων απέναντι στον κόσμο. Καθώς αυτά αγγίζουν τα όρια της θεολογίας, οι νεωτερικοί φιλόσοφοι και πολιτικοί επιστήμονες τείνουν να τα παρακάμψουν. Αλλά οι νέες δυνάμεις της βιοτεχνολογίας τα καθιστούν αναπόδραστα.
Ο επιφανής αμερικανός φιλόσοφος Μάικλ Σαντέλ κάνει εδώ την εξαίρεση: διερευνώντας με υποδειγματικό τρόπο τα ηθικά αυτά διλήμματα, δείχνει ότι η ενίσχυση της ανθρώπινης φύσης μέσα από γενετικές τεχνολογίες είναι επιλήψιμη, για λόγους που δεν περιορίζονται στην ασφάλεια και τη δικαιοσύνη· αντιπροσωπεύει μια προσπάθεια ελέγχου και κυριαρχίας που αδυνατεί να εκτιμήσει τον χαρισματικό χαρακτήρα των ανθρώπινων δυνάμεων και επιτευγμάτων. Το κυνήγι της τελειότητας είναι ελαττωματικό.
Ζούμε σ9 έναν κόσμο, λέει ο Μάικλ Σαντέλ, όπου «η επιστήμη κινείται ταχύτερα από την ηθική κατανόηση». Ωστόσο, χάρη στον Σαντέλ, η ηθική κατανόηση φαίνεται να καλύπτει τη διαφορά. Κλωνοποίηση, βλαστοκυτταρική έρευνα, φάρμακα που ενισχύουν τις επιδόσεις, χάπια που σας δυναμώνουν ή σας ψηλώνουν: αν κάποια επιστημονική εξέλιξη σας ενοχλεί\ αλλά δενμπορείτε να εξηγήσετε το λόγο, ο Μάικλ Σαντέλ θα σας βοηθήσει να καταλάβετε γιατί ανησυχείτε. Κι έπειτα θα σας πει αν έχετε δίκιο.
ΜΐΟΗΑΕί ΚίΝδί,ΕΥ