uperaspise tes poieseos - selleu

86
w i l l I Ιοίησης ί m Y \U\\Ui

Upload: braindripper

Post on 27-Dec-2015

10 views

Category:

Documents


2 download

DESCRIPTION

υπεράσπιση της ποίησης

TRANSCRIPT

w

i l l I Ιοίησης

ί m

Y \U\\Ui

«Ή ποίηση λειτουργεί μ' έναν άλλο, θεϊκό τρόπο. Αφυπν ίζε ι τ ό νου, τόν διευρύνει με τατρέποντάς τον ο ' ένα δοχείο με χιλιάδες ά γ ν ω σ τ ο υ ς συν δυασμούς σκέψης. Ανασηκώνει τό π έ π λ ο που κρύβει την ομορφιά του κόσμου. Αποκαλύπτε ι την ά γ ν ω σ τ η όψη των οικείων πραγμάτων. Ο,τι προτ ίθετα ι νά εκφράσει τό δημιουργεί ά π ' άρ χής. Ό σ ο ι άνθρωποι , γ ιά μιά φ ο ρ ά έστω, άντ ί κρυσαν τίς μορφές πού πλάστηκαν μές α τ ό Ηλύσιο φ ω ς της ποίησης, δέν 8ά τίς ληομονή σουν ποτέ . Θ ά μείνουν μέσα τους, ώσάν μνημεία

μιάς υψηλής πνευματ ικής απόλαυσης.»

ι

i

ΣΕΛΛΕΪ

ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

'Απόδοση ΙΟΥΑΙΤΑ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ

Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Η Ε Κ Δ Ο Σ Η

ύψιλον I βιβλία

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ, ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Έάν υπάρχει κάτι νά προηγείται της ζωής, αύτό θά πρέπει νά είναι ό Θεός καί ή Ποίηση. Καί αύ-τήν, μ' έναν έντυπωσιακά σύγχρονο τρόπο, ερχε-ται νά υπερασπιστεί ό Σέλλεϋ.

Δέν απολογείται μέ τό ρομαντισμό πού ή επο-χή του διαθέτει· δέν άπαντα μόνον στόν Πήκοκ, ζητώντας νά άποκαταστήσει τήν αλήθεια· παρά κτίζει μεθοδικά καί μέ αυξανόμενο παλμό, πού μόνον ό έρωτας έν θερμω έπιτρέπει, τό διαρκές πρόσωπο της ποίησης· αύτό πού έπάνω του ταυ-τίζει τά χαρακτηριστικά της ή κάθε έποχής άλη-θινή ποίηση.

'Οδηγώντας τίς εννοιες στίς στοιχειακές, τίς

7

άρχετυπικές τους μορφές, ό Σέλλεϋ διεξέρχεται τους άναβαθμούς πού ή σκέψη καί ό χρόνος έγρα-ψαν, γιά νά δει μέσα στίς π ιό άνεπτυγμένες μορ-φές της εποχής του (καί τής δικής μας, έμεΐς) τήν ποίηση ώς απόλυτο άξία, ώς τη διαρκέστερη καί πλέον πραγματική πραγματικότητα τοΰ αν-θρώπου.

Ή παρερμηνεία δμως έλλοχεύει δπως τό ψέμα σέ κάθε αλήθεια. Κι είναι φορές πού μοιάζει νά μήν έχουμε απαντήσει ακόμη σέ πλείστα δσα έρωτήματα θέτει ό Σέλλεϋ, νά μήν εχουμε έκτι-μήσει τίς έννοιες, νά μένουμε κρατούμενοι μιας ατελεύτητης συναισθηματικής υπερχείλισης ή ένός άπλοϋ ταχυδρομείου μηνυμάτων πού κατά καιρούς θεωρείται ποίηση. Φαίνεται σάν νά μήν έχουμε άκόμη άποσαφηνίσει τήν ειδοποιό διαφο-ρά ανάμεσα στήν ποίηση καί σ' έναν εύρύ κύκλο γεγραμμένων πλησίον κι όλόγυρά της. 'Ακόμη καί δσοι γράφουμε, καί δσοι υπερασπιζόμαστε τήν αλήθεια, άκόμη καί ό ΐδιος ό Σέλλεϋ, πού ή ποίησή του δέν πρόλαβε ίσως νά πραγματώσει τή θεωρητική του σκέψη.

Είναι δμως αυτός πού θά μας οδηγήσει πίσω στήν άφετηρία τής τέχνης του λόγου, έκεΐ δπου ή

8

ποίηση γίνεται ή πιό καίρια διαδικασία τοϋ' ποιεΐν, του συνθέτειν, του γεωμετρεΐν, τοϋ εύλα-βεΐσθαι έντέλει τή ζωή.

Έννοιες δπως θρησκεία, νομοθεσία, γλώσσα, ήθική, εν, φαντασία, διανοητική δύναμη, συνα-ντώνται καί διαπλέκονται στίς πλέον καθαρές τους μορφές γιά,νά υπερασπιστούν τό δικαίωμα στήν ομορφιά καί τήν τελειότητα· τό δικαίωμα της ποίησης, τό δικαίωμα της ζωής. Γιατί τό ΐδιο είναι. "Ενα ισχυρό μέσον προσδιορισμού καί δράσης μέσα στή ζωή είναι ή ποίηση, αύτό τό διαρκώς γυμνό σπαθί της αστραπής. Καί τώρα πιά ξέρουμε: δ,τι σώσεις στην αστραπή καθαρό στόν αιώνα θά διαρκέσει.

Στήν τέχνη ή ροή αναστρέφεται καί ή κίνηση δέν είναι σχεδόν ποτέ εύθεΐα. Τό βέλος τοϋ χρόνου τρέχει καί μπροστά καί πίσω γιά νά κτυπήσει τήν πιό καθαρή φλέβα νεροΰ. Οί κοντινοί μας εί-ναι φορές πού μοιάζουν απελπιστικά ξένοι καί ή μόνη αλήθεια ερχεται νά δέσει άρρηχτα στήν ΐδια φράση φωνές πού άνάμεσά τους μπορεί νά περ-νοΰν αιώνες.

Γιά τόν Σέλλεϋ καί τόν Ελύτη μιλώ, πού ή

9

θεωρητική τους σκέψη έντυπωσιακά φαίνεται νά ταυτίζεται, έτσι πού νά διακρίνει κανείς καθαρά πώς ή ποίηση δέν επιδέχεται κανέναν χρονικό ή άλλο επιθετικό προσδιορισμό, πώς είναι μία, καί εΐναι έκεΐ δπου ή ζωή δέν φορα καμιά προσποίη-ση, δπου ό λόγος γίνεται άποκαλυπτικός του μυ-στηρίου της.

Μας λείπει η ποίηση, ή ποίηση της ζωης, γρά-φει ό Σέλλεϋ, καί αύτό ήταν ανέκαθεν τό ζητού-μενο: ό τρόπος, δηλαδή, νά οδηγήσει ή ποίηση αλλιώς τή ζωή, πρός τήν κατεύθυνση του 'Αγα-θού πού αύτή πραγματώνει, άξιοποιώντας τό μέ-ρος εκείνο τό άγνωστο, τήν άκαριαία στιγμή τής ζωής, τήν ακατάβλητη δύναμη πού δέν συνειδη-τοποιήσαμε. Όλες οί έποχές μέ τήν ΐδια ανάγκη, σ' δλες τίς έποχές μέ τήν ποίηση.

Ό Σέλλεϋ γράφει σέ καιρούς ρομαντικούς, δπου τό ιδεώδες ύπερίπταται πάνω άπ' τούς τό-νους των λέξεων, καιρούς πού γι'' αύτό ϊσως μπο-ρούν νά καταστρατηγήσουν τή λογική, νά αποδε-σμεύσουν δυναμικά χαμένα καί μή μετρήσιμα· μέσα στήν ένταση του αίσθητισμοΰ τους νά κινή-σουν τίς ανενεργούς δυνάμεις τής φαντασίας πρός μιά διαρκέστερη άλήθεια.

10

Ή έποχή μας, άπ' τήν άλλη μεριά, βγαίνοντας σχεδόν ήττημένη από τήν ελευθερία πού της άπο-κάλυψε ό υπερρεαλισμός, ύπέταξε τή φαντασία στήν υπηρεσία της λογικής, γιά νά υπολογίζει έπ' άπειρον καί μεθοδικά ποσά δύναμης διανοητι-κής καί μή, νά συλλέγει ποικιλόχρωμες πληροφο-ρίες άπό παντού· ένώ άπογύμνωσε τόν εαυτό της από τή δυνατότητα νά υπάρξει αύθεντικά, μέσα στά φυσικά της γνωρίσματα, καί δι' αύτών νά οδηγηθεί πέραν.

Έκεΐ πού ζήτησε ό Ελύτης νά φθάσει διατρέ-χοντας ανάποδα τήν ιστορία ως τίς πηγές της ζωής, τίς πηγές του θαύματος. Έκεΐ πού ό λόγος δέν περιγράφει αλλά γράφει άλλιώς τή ζωή. Για-τί Poetry is indeed something divine, γιατί είναι άπό μέντα καί άπό λόγια του 'Ιωάννου η ποίηση.

Σ' εναν τέτοιο διάλογο δέν εχει νόημα νά πα-ρεμβάλλεται άλλος κανείς. Θά σημειώσω μόνον:

11

ΣΕΛΛΕΤ

Ή γλώσσα τών ποιητών είναι ζώσα με-ταφορά· επισημαίνει τίς μέχρι πριν ακα-τανόητες σχέσεις τών πραγμάτων, τίς καθιστά αιώνιες, έως δτου οί λέζεις πού τίς αναπαριστούν μέ τό πέρασμα τοϋ χρόνου γίνουν σημεία αναλογιών, κατη-γορίες ιδεών...

Ό ποιητής μετέχει στό αιώνιο, τό απέ-ραντο καί τό ένα. Στη σκέφη του χρόνος, τόπος καί αριθμός δέν υφίστανται.

Σκοπός [τοϋ ποιητή] δέν είναι νά θεωρεί μόνον τό παρόν ώς έχει... άλλα μέσα στό παρόν νά διακρίνει τό μέλλον. Οί σκέφεις του δέν είναι παρά οί σπόροι τών λουλου-διών καί τών καρπών τοϋ μέλλοντος χρόνου.

Τό ποίημα είναι καθολικό, εμπεριέχει τό σπέρμα μιας άναλογίας, πρός κάθε τι πού είναι δυνατόν νά υπάρξει, σέ όλες τίς πι-θανές παραλλαγές τής άνθρώπινης φύσης.

12

ΕΛΥΤΗΣ

Τό φαινόμενο της γλώσσας... 8εν είναι 8ιόλου τό άθροισμα μερικών λέξεων — συμβόλων τών πραγμάτων, αλλά μιά ηθική 8ύναμη πού ή ανθρώπινη 8ιάνοια την κινητοποιεί ώσάν νά προϋπάρχει απ' τά πράγματα.

Ό αληθινός ποιητής 8έν κατα8έχεται νά περισσολογεΐ, νά ζωγραφίζει, νά ξαναθυ-μίζει. Κάνει ορατό τό αόρατο, αισθητό τό νοούμενο, πραγματικό τό μη πραγμα-τικό...

'Έχει τόν καιρό νά ακολουθήσει ή πραγ-ματικότητα. Προηγουμένως, είναι ανά-γκη νά πλασθεί απ' τήν σκέφη. Μιά σκέ-φη πού, άν τή σπάσεις, ή χούφτα σου θά γεμίσει από σπόρια συγκινήσεων, ευαι-σθησιών, ανατάσεων, 8ακρύων.

Ένα ποίημα, όπως τό νοούμε σήμερα... ξεπερνάει τή ζωή... παρουσιάζει 8ηλα8ή πολύ περισσότερες αναλογίες μέ 'ένα όποιο8ήποτε φυσικό φαινόμενο.

13

Ένας άλλος καθρέφτης ικανός νά ξανακά-νει ωραίο εκείνο πού έχει φθαρεί, είναι ή ποίηση.

Ή ποίηση άφαιρεΐ άπ1 τά πράγματα τό πέπλο της συνήθειας. 'Αποκαλύπτει τήν κρυμμένη τους ομορφιά• πού αυτή είναι ή άπώτατη ουσία τοϋ κόσμου.

Γιά νά είναι κανείς αγαθός μέ τή βαθύτε-ρη έννοια, θά πρέπει νά μπορεί νά φαντά-ζεται μέ ένταση καί πληρότητα.

Ή ποίηση Spa επί της αιτίας... Γιατί ή ποίηση είναι τό σπαθί της άστραπής πού δέν μπαίνει ποτέ στή θήκη.

Ή ποίηση άπό τό ένα μέρος καί τό συμ-φέρον τοϋ ατόμου άπό τό άλλο, είναι ό Θεός καί ό Διάβολος τοϋ κόσμου.

14

Τό «ωραίο» καί ή «αλήθεια» γίνεται νά διαρκούν καί νά παραμένουν αναλλοίωτα μόνο μέσ' από τή μαγεία, πού είναι ή τέ-χνη του μεταμορφώνεσθαι.

Έχει πάντα περισσότερα νά μας πει ένα παρθένο μάτι πού μόλις επέστρεφε από τόν γύρο των γνωστών μας πραγμάτων.

Εϊναι μάλιστα αύτη ή έξαγνιστική δύνα-μη της τέχνης πού τονώνει τόσο τήν πί-στη μας στόν ηθικό της προορισμό.

Ή ποίηση 'έπρεπε νά έκφράζει τήν αιχμή, ν' αποτελεί ένα είδος προκεχωρημένο φυ-λάκιο μέσα στήν ανεξερεύνητη περιοχή τής ζωής, νά προηγείται από τίς άλλες τέχνες στήν αποτύπωση τής ευαισθησίας.

['Εκείνο πού πρέπει νά γίνεται] είναι ή άντιδουλικότητα, ή αδιαλλαξία, ή ανεξαρ-τησία. Ή Ποίηση είναι τό άλλο πρόσωπο τής Υπερηφάνειας.

15

Γιατί ή ποίηση είναι ή τέλεια καί ακριβής στιγμή, ό ροδαμός τών πραγμάτων.

... Δημιουργεί ανάλογα γιά μας μιάν άλ-λην ύπαρξη μέσα στήν ΰπαρξή μας. Γινό-μαστε κάτοικοι ενός άλλου κόσμου, πού μπροστά του ό πραγματικός μοιάζει χαώδης.

Ό νους βρίσκεται σ' ένα δικό του χώρο καί μπορεί νά φτιάξει «έναν Παράδεισο άπό Κόλαση ή μιά Κόλαση άπό Παράδει-σο». Ή ποίηση μας απαλλάσσει άπό τήν κατάρα νά είμαστε δέσμιοι τών τυχαίων γεγονότων τοϋ περιβάλλοντος.

Οί ποιητές είναι ίεροφάντες μιας ακατα-νόητης έμπνευσης... Είναι οί 'ίδιες τους οί λέξεις ικανές νά εκφράζουν άκόμη κι εκεί-νο πού βρίσκεται πέραν άπ' δ,τι ό νους συλλαμβάνει.

16

Γιατί 5η ακριβής στιγμή είναι ή δικαιοσύ-νη καί τίποτε άλλο.

...Άλλα ή ποιητική κατάσταση είναι μιά τρίτη κατάσταση πού δέν υπόκειται στις αντιφάσεις καί τίς διακρίσεις τής καθημε-ρινής ζωής.

Κι δμως, από τό τί είναι στό τί μπορεί νά είναι, περνάς μιά γέφυρα πού σέ πάει, ού-τε λίγο ούτε πολύ, από τήν Κόλαση στόν Παράδεισο. Καί τό πιό παράξενο: έναν Παράδεισο φτιαγμένον από τά ίδια ύλικά πού είναι φτιαγμένη ακριβώς καί ή Κόλαση.

Ό ποιητής δείχνει. Καί ή ορατότητα με-γαλώνει, εντείνεται, λαμπικάρει τόσο πε-ρισσότερο όσο τό κάθε στοιχείο βρίσκει τήν ακριβή του θέση μέσα σ' ένα σύνολο πού κάνει τά επίπεδα νά συγκλίνουν, καί νά καταλήγουν στή μία καί διαρκή λάμψη.

17

Γιατί ή ποίηση είναι ή ατελεύτητη φορά πρός τό φως τό φυσικό πού είναι ό λόγος καί τό φως τό "Ακτιστον πού είναι ό Θεός.

Κι άν δέν μπορείς νά μπεις δύο φορές στόν ΐδιο πο-ταμό, μπορείς δμως μές στή διαύγεια τών νερών νά δεις τά στιλπνά βότσαλα πού κρύβουν στό βυθό αιώνες τώρα τήν αλήθεια.

Ό πιό καινούργιος τρόπος γνώσης είναι ό πιό παλιός. Είναι ή Ποίηση: τό δικαίωμα του ανθρώ-που σέ μιά ζωή πέραν τοϋ συμφέροντος, τών συμ-βάσεων καί της άνάγκης. Σέ μιά ζωή πραγματική, χωρίς προσποίηση, άνευ ορίων καί ορών.

Ίουλίτα 'Ηλιοπούλου

18

Υ Π Ε Ρ Α Σ Π Ι Σ Η Τ Η Σ Π Ο Ι Η Σ Η Σ

ΔΤΟ ΔΡΟΜΟΤΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ό νους: τή λογική καί τή φαντασία. Μέ τή λογική θέτει τίς σκέψεις του ύπό ελεγχο κι έρευνα τόν τρόπο πού συνδυάζο-νται μεταξύ τους· ένώ μέ τή φαντασία δρα πάνω σ' αύτές, τίς χρωματίζει μέ τό δικό του φως, συνθέ-τει άπό τίς υπάρχουσες καινούργιες σκέψεις πού διατηρούν καί στή νέα τους μορφή τήν άκεραιότη-τά τους. Φαντασία δέν είναι παρά τό ποιεΐν ή αλ-λιώς ή άρχή της σύνθεσης. 'Αντικείμενο της κάθε μορφή του σύμπαντος φυσικού κόσμου, της ύπαρ-ξης καθ' εαυτής. Λογική πάλι είναι τό λογίζειντ) ή άρχή της άνάλυσης. Σκοπός της ή μελέτη τών σχέσεων μεταξύ τών πραγμάτων άπλώς ώς σχέ-σεων· κάτι πού τήν κάνει ν' άντιμετωπίζει τίς σκέ-ψεις ώς άλγεβρικές παραστάσεις μάλλον παρά ώς ακέραιες μονάδες καί νά οδηγείται σέ γενικά συ-μπεράσματα.

Λογική είναι ή απαρίθμηση ποσοτήτων ήδη

21

γνωστών. Φαντασία ή αναγνώριση τής αξίας αύ-τών τών ποσοτήτων επί μέρους καί ώς σύνολο. Ή λογική άποτιμά τίς διαφορές, ένώ ή φαντασία τίς ομοιότητες τών πραγμάτων. Είναι μάλιστα ή λο-γική γιά τή φαντασία δ,τι τό έργαλεΐο γιά τόν τε-χνίτη, τό σώμα γιά τό πνεύμα, ή σκιά γιά τήν υλη.

Ποίηση, μέ τήν πλατιά σημασία τής λέξης, εί-ναι ή έκφραση τής φαντασίας, σύμφυτη μέ τήν κα-ταγωγή τοΰ άνθρώπου. Ένα δργανο είναι ό άν-θρωπος πού άπό μέσα του περνά μιά σειρά έξωτε-ρικών καί εσωτερικών έντυπώσεων· ωσάν αιολική λύρα, πού πάνω της οί έναλλαγές τοΰ άέρα παρά-γουν μιά διαρκώς μεταβαλλόμενη μελωδία. Ό μ ω ς ό άνθρωπος, καθώς καί κάθε άλλο ον πού διαθέτει αισθήσεις, έχει τήν έπί πλέον ικανότητα, συντονί-ζοντας έσωτερικά έρεθίσματα καί έντυπώσεις, νά δημιουργεί δχι μελωδία μόνον, άλλά άρμονία. Εί-ναι ώσάν ή λύρα, μέ μιά καθορισμένη άναλογία ήχων, νά μπορούσε νά προσαρμόσει τίς χορδές της στίς κινήσεις αύτοΰ πού παίζει. Ό π ω ς ό μουσικός μπορεί νά έναρμονίσει τή φωνή του στόν ήχο τής λύρας.

Ένα παιδί, παίζοντας μόνο του, εκφράζει εύχα-ρίστηση μέ τή φωνή καί τίς κινήσεις του. Κάθε

22

διακύμανση τής φωνής του, κάθε χειρονομία άντιστοιχεΐ σέ μιάν έντύπωση πού κυριαρχεί μέ-σα από πολλά ζωηρά έρεθίσματα — ή εικόνα άντανακλά τήν έντύπωση. Κι δπως ή λύρα πάλ-λεται καί ήχεΐ δταν έχει πιά περάσει άπό μέσα της ό άέρας, έτσι καί τό παιδί μέ τίς άντιδράσεις του έπιδιώκει νά διαρκέσει δσο γίνεται περισσό-τερο ή εύχαρίστησή του. Ζητα, δηλαδή, νά παρα-τείνει τή συνειδητοποίηση τής αιτίας. Κοντολο-γίς δλα δσα εύχαριστοΰν ένα παιδί, σ' ένα άνώτε-ρο έπίπεδο άντιστοιχοΰν μέ δλα δσα εκφράζει ή ποίηση.

Ό πρωτόγονος — γιατί ό πρωτόγονος είναι γιά τούς αιώνες δ,τι τό παιδί γιά τό χθές— εκ-φράζει μέ άνάλογο τρόπο τά συναισθήματα πού τοΰ γεννά 6 περιβάλλων χώρος. Ή γλώσσα καί οί χειρονομίες, μαζί μέ τήν πλαστική καί εικονι-στική φαντασία, άντικατοπτρίζουν τήν έπίδραση τοΰ περιβάλλοντος πάνω του. Ό άνθρωπος μέσα στήν κοινωνία δέν αργεί νά γίνει ό ϊδιος αντικεί-μενο τών παθών καί τών ήδονών του. Όσο πλου-τίζεται ό συναισθηματικός του κόσμος, τόσο πληθαίνουν οί έκφραστικοί του τρόποι. Ή γλώσ-σα, ή έκφραστική τών χεριών, οί μιμητικές τέ-

23

χνες, γίνονται αυτόχρημα άναπαράσταση καί μέ-σον, μολύβι καί εικόνα, σμίλη καί άγαλμα, χορδή καί αρμονία.

Ά π ό τή στιγμή πού δύο άνθρωποι συνυπάρχουν άρχίζει νά άναπτύσσεται ή κοινωνική συμπάθεια, μ' άλλα λόγια οί κοινωνικές άλληλεπιδράσεις καί δλοι εκείνοι οί νόμοι πού ώς πρωτογενή στοιχεία δομούν τήν κοινωνία. Τό μέλλον εμπεριέχεται στό παρόν δπως τό φυτό στό σπόρο του. Ή ισότητα, ή πολυμορφία, ή ενότητα, ή άντίθεση, ή αμοιβαία έξάρτηση, γίνονται οί μόνες αρχές πού μπορούν νά προσφέρουν κίνητρα, ικανά νά μετατρέψουν τή θέ-ληση του κοινωνικού άνθρωπου — στό βαθμό πού είναι κοινωνικός — σέ πράξη. Κι ερχεται ή εύχαρί-στηση νά κατοικήσει στόν αισθησιασμό, ή αρετή στό συναίσθημα, ή ομορφιά στήν τέχνη, ή αλήθεια στή διανόηση καί ή άγάπη στίς σχέσεις τών άν-θρώπων.

'Ακόμη καί στήν παιδική ηλικία της κοινωνίας ό άνθρωπος τηρεί μιά συγκεκριμένη τάξη στίς λέ-ξεις καί στίς πράξεις του, διαφορετική άπό έκείνη της πραγματικότητας. Τά πρόσωπα κάθε φορά υπαγορεύουν τούς ιδιαίτερους νόμους της εκφρα-σής τους. "Ας άφήσουμε δμως αυτές τίς γενικότη-

24

τες, πού μπορούν νά μας παρασύρουν στή μελέτη τών αρχών τής κοινωνίας, καί άς περιορίσουμε τήν ερευνά μας στίς ποικίλες μορφές καί τρόπους τής φαντασίας.

ΣΤΗ ΝΕΑΡΑ ΗΛΙΚΙΑ TOT ΚΟΣΜΟΤ οί άνθρω-ποι χόρευαν, τραγουδούσαν, έκαναν μιμήσεις, άκο-λουθώντας έναν ορισμένο ρυθμό καί τάξη. Παρ' ολο πού ό ρυθμός ήταν γιά δλους ό ίδιος, δέν τη-ρούσαν ώστόσο τήν ΐδια διάταξη στίς κινήσεις τοΰ χοροΰ, στή μελωδία τοΰ τραγουδιοΰ, στούς συν-δυασμούς τής γλώσσας, στίς μιμήσεις τους.

Καθεμία κατηγορία μιμητικής άναπαράστασης παίρνει μιά τέτοια διάρθρωση ή ρυθμό, έτσι ώστε ό ακροατής καί θεατής νά λαβαίνει την πλέον καθα-ρή καί έντονη εύχαρίστηση. 'Αργότερα, από τούς σύγχρονους συγγραφείς, ή ροπή πρός μιά συγκε-κριμένη τάξη ονομάστηκε καλαισθησία. Στή γέν-νηση τής τέχνης ό άνθρωπος τηροΰσε τή σειρά έκείνη πού τοΰ έξασφάλιζε τή μεγαλύτερη τέρψη. Άλλά ή διαφοροποίηση δέν έπισημαίνεται έπαρ-κώς ώστε νά γίνουν οί διαβαθμίσεις αισθητές, έκτός απ1 τίς περιπτώσεις εκείνες δπου ή δύναμη

25

πού μας οδηγεί στό ωραίο είναι πραγματικά μεγά-λη· άν ώράϊο ονομάσουμε τή σχέση ανάμεσα στήν πιό υψηλή τέρψη καί τήν αιτία πού τήν προκαλεί.

"Οσοι λοιπόν έχουν τή νοητική αύτή ικανότητα στήν πλήρη της ένταση είναι ποιητές, μέ τήν πλα-τιά έννοια του δρου. Όσοι, δηλαδή, έκφράζοντας τήν επίδραση της κοινωνίας καί της φύσης πάνω τους, έπικοινωνοΰν μέ τούς άλλους ανθρώπους, παρέχοντάς τους μιά διαρκώς αύξανόμενη από-λαυση.

Ή γλώσσα τών ποιητών είναι ζώσα μεταφορά· έπισημαίνει τίς μέχρι πρίν ακατανόητες σχέσεις τών πραγμάτων, τίς καθιστά αιώνιες, εως δτου οί λέξεις πού τίς άναπαριστοΰν, μέ τό πέρασμα τοϋ χρόνου, γίνουν σημεία άναλογιών, κατηγορίες ιδεών άντί γιά εικόνες άκέραιων σκέψεων. Έάν δέν παρουσιάζονταν νέοι ποιητές νά δημιουργήσουν άπ' αρχής τίς σχέσεις πού είχαν άποδιοργανωθεΐ, ή γλώσσα θά ήταν νεκρή, τουλάχιστον γιά τούς ευ-γενείς σκοπούς της άνθρώπινης έπικοινωνίας. Όλες αύτές οί σχέσεις καί ομοιότητες δέν είναι παρά τά αποτυπώματα της φύσης πάνω στά δια-φορετικά όντα τοϋ κόσμου, κατά τόν λόρδο Βάκω-να, πού δέν παύει νά θεωρεί τή δύναμη της άντίλη-

26

ψης ώς μία αποθήκη αξιωμάτων, κοινών γιά δλη τή γνώση.

Στήν παιδική ήλικία τής κοινωνίας κάθε συγ-γραφέας είναι κατ' ούσίαν ποιητής, γιατί ή ίδια ή γλώσσα είναι ποίηση. Καί τό νά είσαι ποιητής δέν σημαίνει παρά νά κατανοείς τήν άλήθεια καί τήν ομορφιά· μέ μιά λέξη, τό άγαθόν πού ύπάρχει στή σχέση άνάμεσα στήν ύπαρξη καί τήν άντίληψη άφ' ένός, στήν άντίληψη καί τήν έκφραση άφ' έτέρου.

Κάθε άρχέγονη γλώσσα πού βρίσκεται κοντά στίς πηγές της, είναι αύτή καθ' έαυτή ενα μεγάλο ποίημα σέ χαώδη κατάσταση. Ή πλούσια λεξικο-γραφία, οί διακρίσεις τής γραμματικής, άποτελοΰν εργασίες μιας μεταγενέστερης έποχής. Κάτι πού δέν είναι παρά ενα είδος ταξινόμησης καί φόρμας τών δημιουργημάτων τής ποίησης.

'Αλλά ποιητές, ή έκεΐνοι πού μέ φαντασία σκέ-φτονται καί εκφράζουν αύτήν τήν άφθαρτη τάξη, δέν είναι μόνον δσοι δημιουργούν μέ τή γλώσσα καί τή μουσική, τό χορό καί τήν άρχιτεκτονική, τή γλυπτική καί τή ζωγραφική. Είναι προπάντων οί νομοθέτες, οί θεμελιωτές τής οργανωμένης κοινω-νίας, οί έφευρέτες τών έφαρμοσμένων τεχνών, οί δάσκαλοι, πού μέσα άπό μιά συγκεκριμένη οπτική

27

της άλήθειας καί της ομορφιάς κατανοούν αύτό τό 8ιαμέσον του αθέατου κόσμου πού ονομάζεται θρησκεία. Ώ ς έκ τούτου, δλες οί πρωτογενείς θρησκείες είναι άλληγορικές ή υπόκεινται στήν άλληγορία· καί σάν τόν 'Ιανό έχουν δύο πρόσω-πα, ένα γιά τήν αλήθεια καί ένα γιά τό ψέμα.

Οί ποιητές, ανάλογα μέ τήν εποχή καί τό έθνος πού έμφανίζονται, ονομάζονται άρχικά νο-μοθέτες καί προφήτες. Γιατί ένας ποιητής συ-γκεντρώνει στό πρόσωπο του καί τίς δύο αύτές ιδιότητες. Σκοπός του δέν είναι νά θεωρεί μόνον τό παρόν ώς έχει, ούτε ν' άνακαλύπτει τούς νό-μους σύμφωνα μέ τούς οποίους πρέπει νά οργα-νώνεται· άλλά μέσα στό παρόν νά διακρίνει τό μέλλον. Οί σκέψεις του δέν είναι παρά οί σπόροι τών λουλουδιών καί τών καρπών τοΰ μέλλοντος χρόνου.

Δέν διατείνομαι, ώστόσο, οτι οί ποιητές είναι προφήτες μέ τήν κοινή σημασία του δρου, ούτε δτι μπορούν νά προλέγουν τό γράμμα δσο σίγου-ρα μπορούν νά γνωρίζουν έκ τών προτέρων τό πνεύμα τών γεγονότων. Μόνον μέ τό πρόσχημα της δεισιδαιμονίας θά μπορούσε νά γίνει ή ποίη-ση μάλλον μιά ιδιότητα της προφητείας παρά ή

28

προφητεία μιά ιδιότητα τής ποίησης. Ό ποιητής μετέχει στό αιώνιο, τό άπέραντο

καί τό ενα. Στή σκέψη του χρόνος, τόπος κι άριθ-μός δέν υφίστανται. Τηρώντας ορισμένες προϋ-ποθέσεις, οί γραμματικοί τύποι πού εκφράζουν τίς διαθέσεις τοΰ χρόνου, τά διαφορετικά πρόσω-πα, τή διάκριση του χώρου, μπορούν νά μετατρα-πούν σέ ποίηση.

Τά χορικά του Αισχύλου, τό βιβλίο τοΰ Ίώβ, ό Παράδεισος τοΰ Δάντη, θα ήταν οί πλέον κα-τάλληλες άποδείξεις γιά τά παραπάνω, έάν τά πλαίσια αύτοΰ τοΰ δοκιμίου δέν άπέκλειαν τόν υπομνηματισμό. Οί δημιουργίες έπίσης τής γλυ-πτικής, τής ζωγραφικής καί τής μουσικής άπο-τελοΰν λαμπρά παραδείγματα.

Ή γλώσσα, τό χρώμα, ή φόρμα, καθώς καί τά θρησκευτικά καί πολιτικά ήθη, γίνονται εργαλεία καί υλικά τής ποίησης. Θά μπορούσαμε νά τά ονομάσουμε ποίηση, ταυτίζοντας αιτία καί άπο-τέλεσμα. Π ιό συγκεκριμένα, ή ποίηση έκφράζει δλες έκεΐνες τίς ισορροπίες τής γλώσσας, καί μά-λιστα τής έμμετρης, πού μιά κυρίαρχη πνευματι-κή δύναμη, κρυμμένη στήν άθέατη φύση τοΰ άν-θρώπου, κινητοποιεί. Κάτι πού πηγάζει από τήν

29

'ίδια τή φύση της γλώσσας. Τής γλώσσας πού εί-ναι ή πιό άμεση αναπαράσταση τών ένεργειών καί τών παθών του εσωτερικού μας κόσμου. Καί είναι δεκτική σέ πολύ περισσότερους, διαφορετικούς καί λεπτούς συνδυασμούς, άπ' δτι τό χρώμα, ή φόρμα, ή κίνηση· καί είναι πιό εύπλαστη καί ύπο-κείμενη στόν έλεγχο αύτής τής νοητικής δύναμης άπ' τήν οποία εκπορεύεται δλη ή δημιουργία.

Γιατί ή γλώσσα παράγεται άπό τή φαντασία μέ τρόπο αυθαίρετο. Σχετίζεται άποκλειστικώς μάλιστα μόνον μέ τή σκέψη. Στίς άλλες ώστόσο τέχνες, δλα τά άπαιτούμενα υλικά, συνθήκες, όρ-γανα, οντάς σέ μιάν άλληλεξάρτηση, παρεμβάλ-λονται άνάμεσα στή σύλληψη καί τήν έκφραση. "Ενας καθρέφτης είναι ή γλώσσα πού άντανακλά δ,τι πέφτει πάνω της. Τ' άλλα δλα δέν είναι παρά τό σύννεφο πού σκιάζει. Καθεμιάς δμως τέχνης τό φώς δέν παύει νά συνιστά καί τό καθαυτό μέ-σον έπικοινωνίας. Γι' αύτό, παρ' δλη τήν αύθε-ντική δύναμη μεγάλων δασκάλων τών άλλων τε-χνών, γλυπτών, ζωγράφων, μουσικών, ή φήμη τους έν τούτοις ύπολείπεται έκείνης τών ποιη-τών, δσων δηλαδή χρησιμοποίησαν τή γλώσσα ώς άλλα ιερογλυφικά τής σκέψης τους. Γιατί δέν

30

θά μπορούσαν ποτέ δύο εκτελεστές ανάλογης δε-ξιοτεχνίας νά δώσουν ΐσης άξίας αποτέλεσμα, μέ τήν κιθάρα ό ένας, μέ τήν άρπα ό άλλος.

Μόνον οί νομοθέτες καί οί ιδρυτές τών θρη-σκειών, γιά οσον καιρό διαρκούν οί θεσμοί τους, φαίνεται νά ξεπερνούν σέ φήμη τούς ποιητές, άκριβολογώντας έδώ μέ τόν δρο. Έάν, ώστόσο, άφαιρέσουμε τό κολακευτικό μέρος πού συνεπά-γεται έναντι τών μαζών ή διδασκαλία τους, θά βλέπαμε δτι οί ποιητές στήν ύψηλότερη έκφρασή τους διατηρούν τήν ύπεροχή.

ΟΡΙΣΑΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΤΗ ΛΕΞΗ ποίηση μέσα στά πλαίσια της τέχνης πού είναι ή πιό οικεία καί τέλεια έκφραση της πνευματικής δύναμης τοΰ ανθρώπου. Είναι δμως απαραίτητο νά περιορί-σουμε άκόμη περισσότερο τήν έννοια καί νά κα-θορίσουμε τή διάκριση ανάμεσα στήν έμμετρη καί μή γλώσσα. Ό συνήθης χωρισμός σέ πρόζα καί ποίηση είναι άπαράδεκτος. Οί φθόγγοι καί οί σκέψεις άφ' ενός μέν σχετίζονται αμοιβαία μετα-ξύ τους, άφ' έτέρου μέ δ,τι άναπαριστούν. Ή γλώσσα τών ποιητών έχει λάβει ένα συγκεκριμέ-

31

νο ένδυμα, μιάν αρμονική έπανάληψη φθόγγων, εξίσου απαραίτητη μέ τίς ίδιες τίς λέξεις, πού χωρίς αύτήν δέν θά ήταν ποίηση.

'Από έδώ πηγάζει τό μάταιο τής μετάφρασης. Τό νά έπιδιώκεις νά μεταφέρεις άπ' τή μιά γλώσσα στήν άλλη τίς δημιουργίες ενός ποιητή, μοιάζει τόσο άσκοπο δσο νά ζητάς ν' άνακαλύ-ψεις τό άληθινό χρώμα καί τήν εύωδιά μιας βιο-λέτας, μελετώντας την στό έργαστήριο. Τό φυτό πρέπει νά ξεπηδήσει πάλι άπό τό σπόρο του, άλ-λιώς δέν θά πετάξει άνθος. Μήπως αύτό τό νόη-μα δέν είχε καί ή κατάρα τής Βαβέλ;

Τόσο ό ρυθμός στή γλώσσα τών ποιητών δσο καί ή σχέση τους μέ τή μουσική παράγουν μέτρο, μ' άλλα λόγια ένα σύστημα παραδοσιακών μορ-φών άρμονίας καί γλώσσας. Τό νά ζητά νά προ-σαρμόσει ό ποιητής τή γλώσσα του σέ παραδο-σιακές φόρμες, γιά νά κάνει αισθητή τήν άρμο-νία, δέν είναι διόλου άπαραίτητο. Ό τρόπος αύ-τός προσφέρεται κυρίως σέ έργα πού περικλείουν πολλή δράση. 'Αλλά κάθε μεγάλος ποιητής πρέ-πει άναπόφευκτα νά καινοτομεί πάνω στά πρότυ-πα τών προκατόχων του, μέ τούς προσωπικούς του στιχουργικούς τρόπους. Ή διάκριση άνάμε-

32

σα στούς πεζογράφους καί τούς ποιητές είναι ένα κοινό λάθος. 'Ανάμεσα στούς φιλοσόφους καί τούς ποιητές θεωρείται πιά δεδομένη.

Ό Πλάτων, δμως, ήταν ούσιαστικά ποιητής· ή λάμψη καί ή άλήθεια της εΐκονοποιίας του, ή μελωδία της γλώσσας του, αντιπροσωπεύουν δ,τι πιό έντονο μπόρεσε ποτέ κανείς νά συλλάβει. 'Απέρριψε τή ρυθμική σύνθεση τοΰ έπους, του δράματος καί τής λυρικής φόρμας, γιατί έπιζη-τουσε νά αναπτύξει μιάν αρμονία στοχασμών χω-ρίς αύστηρή μορφή. 'Απέφυγε, δηλαδή, νά έπι-νοήσει έναν κανονικό τύπο ρυθμού, πού θά μπο-ρούσε νά συμπεριλάβει μέσα σέ καθορισμένες μορφές τήν ποικιλία τοϋ ύφους του. Ό Κικέρων θέλησε νά μιμηθεί τό ρυθμό τών περιόδων τοΰ Πλάτωνα, άλλά μέ έλάχιστη έπιτυχία. Ό λόρδος Βάκων ήταν ποιητής. Τή γλώσσα του διακρίνει ένας γλυκός καί μεγαλοπρεπής ρυθμός, πού ικα-νοποιεί τήν αίσθηση τόσο δσο ή ύπέρμετρη σοφία τής φιλοσοφίας του ικανοποιεί τό πνεΰμα. Μιά δύναμη πού αύξάνει ολοένα ώσπου νά φθάσει στήν ύστατη ένταση καί νά καταλύσει τά δρια τοΰ νοΰ πού διαθέτει ό άναγνώστης, μέσα σέ μιά συμπαντική αρμονία.

33

Όλοι οί συγγραφείς πού κυριαρχούνται από έπαναστατικό πνεύμα δέν σημαίνει πώς είναι καί ποιητές στό βαθμό πού είναι καινοτόμοι· άκόμη κι άν ό λόγος τους άποκαλύπτει τή διαρκή άναλο-γία τών πραγμάτων μέ τίς όψεις του άληθοΰς, θά πρέπει ό ρυθμός καί ή άρμονία τών στίχων νά διασώζει τήν ήχώ μιας άτέρμονης μουσικής.

Οί μεγάλοι ποιητές, πού έχουν χρησιμοποιήσει παραδοσιακές ρυθμικές φόρμες, είναι εξίσου ικα-νοί νά διδάξουν τήν άλήθεια μέ δσους ήδη τίς εγκατέλειψαν. Ό Σαίξπηρ, ό Δάντης, ό Μίλτων — γιά νά περιοριστούμε σέ συγγραφείς τής νεώ-τερης έποχής— εκφράζουν μιάν ύψιστη φιλο-σοφία.

Ένα ποίημα είναι ή πραγματική εικόνα τής ζωής στήν αιώνια άλήθεια της. Υπάρχει διαφορά άνάμεσα στήν αφήγηση —μυθιστορία— καί στό ποίημα. Γιατί μυθιστορία είναι μιά άπαρίθμηση μεμονομένων γεγονότων τά όποια δέν έχουν άλλο συνδετικό άξονα άπό τό χρόνο, τόν τόπο, τίς συν-θήκες, τό αίτιο καί τό άποτέλεσμα. Σέ άντίθεση, τό ποίημα άποτελεΐ μιάν άπ' άρχής δημιουργική πράξη του ποιητή καί δλων δσων ταυτίζονται μαζί του — μέ τόν τρόπο δηλαδή πού σκέφτεται.

34

Ή αφήγηση πάλι είναι μερική, γιατί αναφέρεται μόνο σέ μιά περίοδο χρόνου, μέ ένα συγκεκριμένο συνδυασμό γεγονότων πού δέν μπορούν ποτέ ξα-νά νά συμβούν. Ένώ τό ποίημα είναι καθολικό, έμπεριέχει τό σπέρμα μιας άναλογίας πρός κάθε τι πού είναι δυνατόν νά υπάρξει, σέ δλες τίς πιθα-νές παραλλαγές τής άνθρώπινης φύσης. "Αν άπό τήν άφήγηση συγκεκριμένων γεγονότων ό χρόνος αφαιρεί τήν ομορφιά καί τή χρησιμότητά τους, στήν ποίηση άντιθέτως προσθέτει ομορφιά πραγ-ματώνοντας τήν αιώνια άλήθεια πού περιέχει. Γι' αύτό οί επιτομές ονομάσθηκαν σκώροι τής πραγ-ματικής ιστορίας. Τής κατατρώγουν δλη τήν ποίηση.

Μέ έναν παραμορφωτικό καθρέφτη μοιάζει ή άφήγηση, πού άλλο δέν κάνει παρά νά διαστρέφει έκεΐνο πού οφείλε νά είναι ωραίο. Ένας άλλος καθρέφτης, ικανός νά ξανακάνει ωραίο εκείνο πού έχει φθαρεί, είναι ή ποίηση.

Τά μέρη μιας σύνθεσης μπορεί ένίοτε νά είναι ποιητικά, χωρίς τό σύνολο νά άποτελεΐ ποίημα. Μία μόνον πρόταση μπορεί νά θεωρηθεί αύτόνο-μη μονάδα, άκόμη κι άν βρίσκεται ανάμεσα σέ έτερόκλητα μέρη. Μία μόνον λέξη μπορεί νά γίνει

35

ό σπινθήρας μιας άσβεστης σκέψης. 'Από τήν άποψη αύτή δλοι οί μεγάλοι ιστορικοί, δ 'Ηρόδο-τος, ό Πλούταρχος, ό Λίβιος, ήσαν ποιητές. Καί μολονότι ή διάρθρωση της γραφής τους, κυρίως του Λίβιου, τούς έμπόδιζε ν' αναπτύξουν αύτήν τήν ποιητική ικανότητα στόν ύψηλότερο βαθμό της, πέτυχαν δμως μιάν άλλη ισορροπία παρεμ-βάλλοντας στά κενά των θεμάτων τους ζωντανές εικόνες.

Άφοΰ ορίσαμε ήδη τί είναι ποίηση καί ποιοί είναι ποιητές, ας δοϋμε στή συνέχεια τόν τρόπο πού επενεργούν στήν κοινωνία.

Η ΠΟΙΗΣΗ ΠΑΝΤΟΤΕ συνοδεύεται άπό ένα εί-δος εύχαρίστησης. Μπροστά της ή ψυχή του άν-θρωπου ανοίγεται γιά νά δεχτεί σοφία μαζί καί ήδονή. Στήν παιδική ήλικία του κόσμου οΰτε οί ποιητές οΰτε τό κοινό τους έχουν έπίγνωση της πληρότητας πού προσφέρει ή ποίηση. Γιατί δρα μ' έναν τρόπο θειο, πολύ υπεράνω της λογικής καί σχεδόν άκατανόητο. Μένει στίς μέλλουσες γενεές νά δουν καί νά έκτιμήσουν τήν πιό δυνατή καί μεγαλειώδη ένωση της αιτίας καί του άποτε-

36

λέσματος. Άκόμη καί στή σύγχρονη έποχή, κα-νένας έν ζωή ποιητής δέν έφτασε ποτέ στό απο-κορύφωμα τής φήμης του.

Τό δικαστήριο πού έρχεται νά κρίνει τόν ποιη-τή, οντάς διαχρονικό δπως κι έκεΐνος, θά έπρεπε νά συγκροτείται άπό άνθρώπους ισάξιους πρός αύτόν. Νά μπορούσαν νά έκλέγονται οί δικασταί άπ' τόν Χρόνο κι άνάμεσα άπό τούς εκλεκτότε-ρους σοφούς πολλών γενεών.

Ό ποιητής ώσάν άηδόνι στά σκοτεινά τραγου-δά γλυκά γιά νά διασκεδάσει τή μοναξιά του. 'Ακροατήριο του είναι δσοι μαγεύονται άπό τή μελωδία τοΰ άθέατου αύτοΰ μουσικού- δσοι συ-γκινούνται καί ήμερεύουν χωρίς νά ξέρουν άπό που καί γιατί.

Τά ποιήματα του 'Ομήρου καί τών συγχρόνων του έτερπαν τήν Ελλάδα τών πρώιμων χρόνων καί άποτελοΰσαν στοιχεία του κοινωνικού συστή-ματος, μ' άλλα λόγια ήταν ό κίονας πού στήριζε δλον τόν μετέπειτα πολιτισμό. Ό Όμηρος μέ τό έργο του ένσάρκωσε τήν ιδανική τελειότητα τής έποχής του, πλάθοντας πρότυπα άνθρωπίνων μορφών, έτσι ώστε έκεΐνοι πού διάβαζαν τούς στίχους του νά φιλοδοξούν νά μοιάσουν στόν

37

'Αχιλλέα, τόν Έκτορα, τόν 'Οδυσσέα. Ή αλή-θεια καί ή ομορφιά τής φιλίας, ό πατριωτισμός, ή έμμονη άφοσίωση σέ μιάν ιδέα, είχαν διαποτίσει ώς τά μύχια τίς άθάνατες εκείνες υπάρξεις του. Ή αγάπη καί ό θαυμασμός τών άκροατών πρός τά πρόσωπα αυτά έφτασαν σιγά σιγά νά γίνουν διάθεση γιά μίμηση καί ταύτιση μαζί τους.

Θά ήταν λάθος νά υποστηρίξουμε πώς οί χα-ρακτήρες αύτοί βρίσκονται πολύ μακριά άπ' τήν ήθική τελειότητα, γιά νά θεωρούνται έδραιωμένα πρότυπα. Κάθε έποχή θεοποιεί τά λάθη της καί τούς δίνει ονόματα ώραιοφανή. Στίς σχεδόν βάρ-βαρες έποχές ή έκδίκηση άνάγεται σέ είδωλο λα-τρείας, ενώ ή αυταπάτη έρχεται νά στεγάσει τό άγνωστο κακό πού ή χλιδή καί ό κορεσμός ύπη-ρετουν.

Μπορεί ό ποιητής νά ντύνει τίς δημιουργίες του μ' ένα σύγχρονο ένδυμα, χωρίς ωστόσο νά αποκρύπτει τό αιώνιο μέρος τής ομορφιάς τους. Είναι φυσικό ενας έπικός ή δραματικός ήρωας νά περιβάλλει μέ τή σύγχρονή του έποχή τήν ψυχή του, δπως μέ τήν άρχαία πανοπλία ή τή νεότερη φόρμα τό σώμα του· μολονότι πιό γοητευτικό θά φάνταζε κάποιο άλλο ένδυμα. Ή πραγματική

38

μορφή, ξεπερνώντας τή μεταμφίεση, θά φανερω-θεί μόνο καί μόνο άπό τόν τρόπο της. Μία ήγε-μονική μορφή θ' αποκαλύψει, τόν πραγματικό της εαυτό άκόμη καί μέσα άπό τό πιό βάρβαρο καί άκομψο κουστούμι. Λίγοι είναι οί μεγάλοι ποιη-τές πού διάλεξαν νά παρουσιάσουν τήν ομορφιά τών δημιουργημάτων τους γυμνή, μέ τή λάμψη μόνον της άλήθειας τους. "Ισως ένίοτε νά είναι καί άπαραίτητο τό κράμα αύτό, ώστε ή εκκωφα-ντική μουσική τοΰ αιωνίου νά φθάνει πιό άπαλή στ' άφτιά τών άνθρώπων.

'Υπάρχει μιά παρανόηση γιά τό ήθικό ή μή τής ποίησης· γιά τόν τρόπο, δηλαδή, μέ τόν όποιο ή ποίηση δρά, ώστε νά βελτιώσει τήν ήθική τών άνθρώπων. Ή ίδια ή ήθική φιλοσοφία άλλω-στε χρησιμοποίησε στοιχεία τής ποίησης γιά νά προβάλλει πρότυπα ιδιωτικού καί δημόσιου βίου. Καί δέν είναι μόνον ή έλλειψη σημαντικών δογ-μάτων πού κάνει τούς άνθρώπους νά άπεχθάνο-νται, νά μισούν, νά ψέγουν, νά έξαπατούν καί νά υποτάσσονται ό ένας στόν άλλο.

Ό μ ω ς ή ποίηση λειτουργεί μ' έναν άλλο, θεϊκό τρόπο. 'Αφυπνίζει τό νου, τόν διευρύνει μετατρέ-ποντάς τον σ' ένα δοχείο μέ χιλιάδες άγνωστους

39

συνδυασμούς σκέψης. 'Ανασηκώνει τό πέπλο πού κρύβει τήν ομορφιά τοΰ κόσμου. 'Αποκαλύπτει τήν άγνωστη δψη τών οικείων πραγμάτων. Ό , τ ι προτίθεται νά έκφράσει τό δημιουργεί άπ' άρχής. Όσοι άνθρωποι, γιά μιά φορά έστω, άντίκρυσαν τίς μορφές πού πλάστηκαν μές στό 'Ηλύσιο φώς τής ποίησης, δέν θά τίς λησμονήσουν ποτέ. Θά μείνουν μέσα τους ωσάν μνημεία μιάς ύψηλής πνευματικής άπόλαυσης.

Τό μεγάλο μυστικό τοΰ ήθους τών άνθρώπων είναι ή άγάπη, ή άλλιώς ή έξοδος άπό τή δική μας φύση· ή ταύτιση τοΰ έαυτοΰ μας μέ τό ωραίο, δπου ύπάρχει: στίς σκέψεις, στίς ενέρ-γειες, σ' ένα πρόσωπο άλλο. Γιά νά είναι κανείς άγαθός μέ τή βαθύτερη έννοια, θά πρέπει νά μπο-ρεί νά φαντάζεται μέ ένταση καί πληρότητα. Νά μεταθέτει τόν εαυτό του στή θέση τοΰ άλλου ή πολλών άλλων. Ό πόνος καί ή άπόλαυση τών γύ-ρω του, νά μπορούν νά γίνονται δικές του.

Σημαντικό έργαλεϊο γιά τήν ήθική είναι ή φα-ντασία· καί ή ποίηση ξέρει νά κατευθύνει τό άπο-τέλεσμα δρώντας έπί τής αιτίας. Διευρύνει τά δρια τής φαντασίας τροφοδοτώντας την διαρκώς μέ καινούργιες σκέψεις, ικανές νά συγχωνεύσουν

40

τίς παλιές μέ σκοπό τή νέα πνευματική απόλαυ-ση. Ή ποίηση σχηματίζει κενά στή σκέψη πού ζητούν άμέσως νά πληρωθούν. Μέ τήν ποίηση ισχυροποιείται ή ήθική φύση του άνθρωπου, δπως μέ τήν άσκηση δυναμώνει τό σώμα.

Δέν είναι σωστό ό ποιητής νά ένσωματώνει στίς ποιητικές του δημιουργίες τίς προσωπικές του ήθικές άντιλήψεις, πού συνήθως άπηχοΰν αυ-τές τής εποχής του. 'Αφού τό ποίημα δέν μετέχει στόν τόπο καί τό χρόνο. Έάν παρ' δλα αύτά τό έπραττε, θά ύποτιμοΰσε τό ρόλο τής ποίησης, πε-ριορίζοντάς την νά έρμηνεύει άπλώς τό άποτέλε-σμα καί οχι νά δρά ριζικά έπί τής αιτίας. Κάτι πού ό Όμηρος ή οποιοσδήποτε μεγάλος ποιητής θά ήταν άδύνατον νά διανοηθεί. "Αλλοι ποιητές μικρότερου βεληνεκούς, άλλά μέ έντονη παρ' δλα αύτά τήν ποιητική δύναμη, δπως ό Εύριπίδης, ό Λουκανός, ό Τάσσο, ό Σπένσερ, έχουν συχνά προσδώσει στό έργο τους ένα συγκεκριμένο ήθικό σκοπό. Όσο περισσότερο μάς οδηγούν σ' αύτόν τό σκοπό, τόσο μειώνεται ή άξία τής ποίησής τους.

Τόν Όμηρο καί τούς έπικούς άκολούθησαν οί δραματικοί καί λυρικοί ποιητές τής 'Αθήνας, πού

41

ήκμασαν μαζί μέ δ,τι τελειότερο παρουσιάστηκε παράλληλα στήν άρχιτεκτονική, τή ζωγραφική, τή μουσική, τό χορό, τή γλυπτική, τή φιλοσοφία, καί ΐσως πρέπει νά προσθέσουμε στίς μορφές τής πολιτικής ζωής. Ά ν καί είχε άρχίσει νά φθείρε-ται ή δομή τής άθηναϊκής κοινωνίας άπό πολλές πλευρές, ή ποίηση ωστόσο τών χρόνων τοΰ Χρι-στιανισμού καί τών 'Ιπποτών, κατάφερε νά σβή-σει τίς άτέλειες άπό τά ήθη καί τούς θεσμούς τής σύγχρονης Εύρώπης. Έν τούτοις σέ καμμιά άλλη περίοδο δέν ύπήρξε τόσο μεγάλη ενεργητικότητα, ομορφιά καί άρετή, τέτοια τυφλή δύναμη καί αύ-στηρά πειθαρχημένη μορφή, πού νά φέρνει τή βούληση τοΰ άνθρώπου τόσο κοντά στήν επιταγή τοΰ ώραίου καί τοΰ άληθινοΰ, δσο κατά τή διάρ-κεια τών χρόνων πού προηγήθηκαν άπό τό θάνα-το του Σωκράτη. Τότε μόνον ή παρουσία τοΰ θείου στόν άνθρωπο φανερώθηκε τόσο έντονα, δσο μέσα στά κατάλοιπα γραπτών ή άλλων μνη-μείων πού μάς άφησε αύτή ή έποχή. Ό μ ω ς ή ποίηση είναι πού καθιστά τήν έποχή αύτήν τήν πλέον άξιομνημόνευτη, ικανή νά παρέχει αιώνια πρότυπα. Ή ποίηση στή μορφή, στήν πράξη, στή γλώσσα.

42

Ή γραπτή ποίηση, πού υπήρξε παράλληλα μέ τίς άλλες τέχνες — καί είναι μάταιο ν' άναζητή-σει κανείς ποιά έχει τά πρωτεία — σκόρπισε φως στίς σκοτεινές περιόδους τών χρόνων πού άκο-λούθησαν. 'Ανάμεσα σέ αιτία καί άποτέλεσμα δέν υπάρχει παρά μία διαρκής σύμπλεξη γεγονότων, πού δείχνει πώς άνέκαθεν ή ποίηση βρέθηκε νά συνυπάρχει μέ δσες άλλες τέχνες συμβάλλουν στήν ευτυχία καί τήν τελειότητα τοΰ άνθρώπου.

ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΑΥΤΗ έποχή γεννήθηκε τό δράμα καί μολονότι ένας επιτυχημένος συγ-γραφέας σήμερα μπορεί νά φτάνει ή καί νά ξε-περνά τά μεγάλα πρότυπα τοΰ άθηναϊκοΰ δράμα-τος, έν τούτοις, δίχως καμιά άμφιβολία, πουθενά κανείς δέν πραγμάτωσε ή δέν κατανόησε αύτήν τήν τέχνη τόσο βαθιά δσο στήν 'Αθήνα. Γιατί οί 'Αθηναίοι χρησιμοποίησαν τή γλώσσα, τή δράση, τή μουσική, τή ζωγραφική, τό χορό, τούς θρη-σκευτικούς θεσμούς, γιά νά οδηγήσουν τό πάθος καί τή δύναμη στήν πλέον υψηλή τους εξιδανί-κευση. Διαθέτοντας καλλιτέχνες ύψηλής δεξιότη-τας, κάθε τέχνη έφτανε στήν τελειότητά της,

43

διατηρώντας ταυτόχρονα μιάν άντιστοιχία μά καί ενότητα μέ τίς ύπόλοιπες.

Στή σύγχρονη σκηνή λίγα μόνον στοιχεία, ικανά νά λειτουργήσουν ταυτόχρονα, φτάνουν νά δώσουν ένότητα στήν ποιητική σύλληψη. Έχου-με τραγωδία χωρίς μουσική καί χορό· μουσική καί χορό χωρίς τραγωδία, ένώ άπουσιάζουν ή θρησκευτική πίστη καί τό τελετουργικό μέρος. Ή άφαίρεση τής μάσκας άπό τό πρόσωπο τού ήθοποιοΰ οδηγεί σ' ένα άτελές άποτέλεσμα· γιατί αύτή κατάφερνε ν1 άποτυπώνει σέ μιά σταθερή έκφραση δλη τήν ποικιλία τών άποχρώσεων πού θά μπορούσε νά πάρει ένα δραματικό πρόσωπο. Σέ τίποτε λοιπόν άλλο δέν ταιριάζει —ή άφαίρε-ση τής μάσκας— παρά μόνον σ' ένα μονόλογο, δπου ολη ή προσοχή μας έπικεντρώνεται στήν 'ίδια τήν ύποκριτική τέχνη. Σήμερα ό δραματικός κύκλος έπεκτείνεται μέ τόν συνδυασμό κωμωδίας καί τραγωδίας — άν καί αύτό κινδυνεύει νά οδη-γήσει σέ κατάχρηση. Ή κωμωδία δμως πρέπει νά είναι δπως στόν Βασιλιά Αήρ, έξοχη, παγκό-σμια καί ιδανική. Μιά τέτοια ιδιαιτερότητα είναι πού κάνει τή ζυγαριά νά γέρνει περισσότερο πρός τό μέρος τού Αήρ, παρά τοΰ Οιδίποδα ή τοΰ

44

'Αγαμέμνονα, καί τών τριλογιών μέ τίς όποιες συνοδεύονται. Ά ν καί ή μεγάλη δύναμη της χορι-κής ποίησης, κυρίως στόν ''Αγαμέμνονα, άποκα-θιστά τήν ισορροπία.

Γιά νά έπιμείνουμε δμως σ' αύτήν τή σύγκρι-ση, θάλεγα δτι ό Βασιλιάς Αήρ μπορεί νά θεωρη-θεί ώς τό τελειότερο δείγμα δραματικής τέχνης πού ύπήρξε ποτέ. Παρά τό γεγονός δτι ό ποιητής του άγνοούσε τίς άντιλήψεις γιά τό δράμα πού έπικρατοΰσαν στή νεότερη Εύρώπη. Ό Καλντε-ρόν στά θρησκευτικά του autos αποπειράθηκε νά πραγματοποιήσει μερικές άπό τίς βασικές προϋ-ποθέσεις πού διέπουν τό δράμα, καί πού έχουν άγνοηθεΐ άπό τόν Σαίξπηρ, δπως τή δημιουργία μιάς σχέσης άνάμεσα στό δράμα καί τή θρη-σκεία, τό συνοδευτικό ρόλο τής μουσικής καί του χορού, καί τόσες άλλες. Παραβλέπει, ώστόσο, πολύ πιό σημαντικές κι άναγκαΐες συνθήκες, μέ άποτέλεσμα ή ζημία νά είναι μεγαλύτερη άπ' τό κέρδος· γιατί άντικαθιστά τά ζωντανά πρόσωπα πού ένσαρκώνουν τό ανθρώπινο πάθος, μέ κενά σχήματα καί ομοιώματα προκαταλήψεων.

'Αλλά έχουμε άπομακρυνθεΐ άπ' τό θέμα. Ό συγγραφέας τοΰ έργου Τέσσερεις έποχές τής

45

Ποίησης δικαίως άπέφυγε νά ασχοληθεί μέ τήν επίδραση τοΰ δράματος στή ζωή τών άνθρώπων. Ή σχέση, άλλωστε, τής σκηνικής πραγματικό-τητας μέ τήν ηθική θεωρείται δεδομένη. Μ' άλλα λόγια, ή ύπαρξη ή μή τής άληθινής ποίησης σχε-τίζεται μέ τό καλό ή τό κακό στό ήθος καί τή διαγωγή τών άνθρώπων. Συμβαίνει πολλοί νά κατηγοροΰν τό δράμα γιά τή διαφθορά τής κοι-νωνίας, σέ περιόδους μάλιστα πού ό ρόλος τής ποίησης στή δομή τού δράματος έχει λήξει. Ή έξελικτική πορεία τών ήθών άφ' ένός καί τοΰ δράματος άφ' έτέρου δείχνει κατά πόσον άληθεύει μιά τέτοια άντιστοιχία, δπως καί κάθε άλλη ηθι-κής τάξης.

Ήταν σέ περίοδο ήθικής καί πνευματικής άκ-μής πάντοτε, πού τό δράμα στήν 'Αθήνα ή οπού άλλοΰ έφτανε στήν τελειότητά του. Οί τραγωδίες τών 'Αθηναίων ποιητών μοιάζουν μέ καθρέφτες, δπου κάθε θεατής βλέπει μέσα τους τόν έαυτό του σχεδόν έπίσημα ντυμένο, γυμνό δμως απ' δλα τ' άλλα έκτός άπό έκείνη τήν ιδανική τελειό-τητα πού είναι τό αιώνιο άρχέτυπο δλων.

Ό θεατής συμπάσχει μέ τούς πόνους καί τά πάθη· καί ή φαντασία του διευρύνεται. Ζωη-

46

ρεύουν τά άγαθά αισθήματα άπό άλλα, δπως άπό οίκτο, άγανάκτηση, τρόμο, λύπη. Ή άσκηση σέ δλα τούτα απλώνει μιά μεγάλη ήρεμία στήν ταρα-χή τής ζωής. Άκόμη καί τό έγκλημα χάνει τό ήμισυ άπό τή φρίκη του, χάνει τό μίασμα πού φέρνει, δταν παριστάνεται ώσάν μοιραία συνθήκη ένός παράγοντα τής φύσης ακατανόητου. Τό κακό άπογυμνώνεται άπό τή σκοπιμότητά του. Οί άν-θρωποι παύουν πιά νά τό θεωρούν επιλογή τους.

Τό δράμα στήν ύψηλή έκφρασή του δέν άφήνει πολλά περιθώρια επίκρισης. Διδάσκει μάλλον αυ-τογνωσία καί αύτοσεβασμό. Ούτε τό μάτι ούτε ό νους μπορούν ν' άντικρύσουν τόν εαυτό τους, πα-ρά μόνον άν καθρεφτιστούν στό δμοιό τους. Έτσ ι τό δράμα, γιά δσον καιρό έξακολουθεΐ νά έκφρά-ζει τήν ποίηση, γίνεται ένας πρισματικός καθρέ-φτης πολλαπλών δψεων, πού συγκεντρώνει τίς πιό λαμπρές άκτίνες τής ανθρώπινης φύσης, τίς διαιρεί, τίς παράγει ξανά άπό τ' άπλούστερα στοιχεία τους, τούς δίνει μεγαλείο καί ομορφιά, πολλαπλασιάζοντας τό νέο είδωλο έπ' άπειρον.

Αργότερα τό δράμα συμπορεύεται μέ τήν πα-ρακμή τής κοινωνικής ζωής. Ή τραγωδία γίνε-ται μιά ψυχρή άπομίμηση τών μεγάλων άρι-

47

στουργημάτων τής αρχαιότητας, χωρίς νά συνο-δεύεται άπό τίς άλλες συγγενικές τέχνες. Συχνά ή πραγματική μορφή παραγνωρίζεται ή μετα-βάλλεται σέ μιάν άδύναμη προσπάθεια νά διδα-χτούν συγκεκριμένα δόγματα ώς ήθικές άλήθειες. Δόγματα, πού δέν είναι τίποτε άλλο παρά άληθο-φανεΐς κολακείες σέ μεγάλες άδυναμίες ή ελατ-τώματα, άπό τά όποια πάσχουν έξίσου ό συγγρα-φέας καί τό κοινό του. Ά π ό δώ προέρχεται καί ή διάκριση άνάμεσα σέ αύτό πού ονομάζουμε κλασ-σικό — οικουμενικό — καί τοπικό δράμα. Ό Κά-των τοΰ Άντισον είναι ένα παράδειγμα γιά τό πρώτο, ένώ θά πλεόναζαν τά παραδείγματα γιά τό δεύτερο. Ή ποίηση δέν θά πρέπει νά ύποβοη-θεΐ τέτοιους σκοπούς.

Γιατί ή ποίηση είναι τό σπαθί τής άστραπής, πού δέν μπαίνει ποτέ σέ θήκη, πού βάζει φωτιά σέ δ,τι τό περιβάλλει. Βλέπουμε λοιπόν δτι δλα τά δραματικά κείμενα τέτοιας ύφής στερούνται παντελώς φαντασίας. Προσπαθούν νά παραστή-σουν αισθήματα καί πάθη, πού δμως, άπογυμνω-μένα άπό τή φαντασία, γίνονται άπλώς άλλα ονό-ματα γιά τίς ιδιοτροπίες καί τίς διαθέσεις τής στιγμής.

48

Ό μεγαλύτερος ύποβιβασμός τοΰ δράματος συμβαίνει κατά τή βασιλεία τοΰ Καρόλου τοΰ Β ' , οπού δλες οί μορφές τής ποίησης μεταβάλλονται σέ ύμνους γιά τό θρίαμβο τής βασιλικής δύναμης έπί τής έλευθερίας καί τής άρετής. Μόνος ό Μίλ-των στάθηκε νά φωτίζει μιάν έποχή άνάξια του. Όλες οί μορφές τής δραματικής έκφρασης έχουν διαποτιστεί άπό εναν τέτοιο υπολογισμό, πού κα-θιστά τήν παρουσία τής ποίησης άδύνατη. Ή κωμωδία χάνει τήν παγκοσμιότητά της. Τό εύ-κολο εύφυολόγημα διαδέχεται τό πραγματικό πνεύμα. Γελούμε άπό αύταρέσκεια μάλλον παρά άπό άληθινή εύχαρίστηση. Ή κακεντρέχεια, ό σαρκασμός, ή περιφρόνηση, διαδέχονται τήν εύ-χαρίστηση καί τό κέφι. Πολύ σπάνια γελάμε, μο-νάχα χαμογελούμε. 'Οτιδήποτε τό άσχημο ή τό αισχρό, πού άνέκαθεν άποτελοΰσε βλασφημία άπέναντι στή θεία ομορφιά τής ζωής, δταν είναι καλυμμένο γίνεται πιό δραστικό, έάν δχι καί λι-γότερο άηδές. Πρόκειται γιά ενα τέρας πού ή φθορά τής κοινωνίας τοΰ παρέχει διαρκώς φρέ-σκια τροφή.

Εμπεριέχοντας ποικίλους εκφραστικούς τρό-πους ποίησης τό δράμα, καλύτερα άπό όποιοδή-

49

ποτε άλλο είδος λογοτεχνίας, βρίσκεται πάντα σέ μιάν άντιστοιχία μέ αύτό πού λέμε κοινωνικό άγαθό. Δέν ύπάρχει άμφιβολία δτι ή τελειότητα τού δράματος συμβαδίζει μέ τήν άκμή τής κοι-νωνίας. Καί τό άντίστροφο, ή φθορά ή ή έξαφάνι-σή του έκεΐ πού άλλοτε άνθοΰσε, άποτελεΐ σημείο ενδεικτικό τής κατάπτωσης τών ήθών.

'Αλλά, δπως υποστηρίζει ό Μακιαβέλλι μιλώ-ντας γιά τούς πολιτικούς θεσμούς, ή ζωή μπορεί νά διαφυλαχθεί καί νά άνανεωθεΐ μόνον άν οί άν-θρωποι είναι ικανοί νά ξαναφέρουν τό δράμα πί-σω στίς άρχές του. Τό ίδιο άκριβώς ισχύει γιά τήν ποίηση συνολικά. Ή γλώσσα, οί θεσμοί, οί δομές, δέν ζητούν νά άναπαραχθοΰν μόνον άλλά καί νά ένισχυθοΰν. Ό ποιητής μετέχει στή θεϊκή φύση οχι μόνον δσον άφορα τή δημιουργία, άλλά καί τήν πρόνοια. Οί έμφύλιοι πόλεμοι, τά λάφυρα τής 'Ασίας, ή έπικράτηση τών Μακεδόνων καί ή κυριαρχία τών Ρωμαίων, σηματοδοτούν τήν έξά-λειψη ή άλλιώς τήν άναστολή τής δημιουργικής δύναμης τής Ελλάδας. Οί βουκολικοί συγγρα-φείς πού βρίσκουν προστασία στούς έγγράμμα-τους τυράννους τής Σικελίας καί τής Αιγύπτου, είναι οί τελευταίοι εκπρόσωποι μιάς λαμπρής

50

πνευματικής βασιλείας. 'Αληθινά μελωδική ή ποίησή τους, ωσάν τή μυρωδιά τοΰ διατσέντου πλημμυρίζει μέ γλυκύτητα τόση τόν νοΰ ώσπου τόν άποκάμει.

Σάν άεράκι άπό τά περιβόλια τοΰ 'Ιονίου, μέ άνακατωμένες τίς μυρωδιές δλων τών λουλου-διών, έρχόταν ή ποίηση παλαιότερα νά φέρει ζω-ντάνια καί άρμονία καί δύναμη, κάνοντας τήν άπόλαυση νά διαρκέσει πιό πολύ. Ή λεπτότητα τής βουκολικής καί έρωτικής ποίησης έχει τό άνάλογό της στήν τρυφερότητα τής μουσικής, τής γλυπτικής, τών άλλων καλών τεχνών· άκόμη καί στά ήθη καί τούς θεσμούς πού διακρίνουν αύ-τήν τήν έποχή στήν οποία άναφερόμαστε.

Ή ανάγκη τής άρμονίας δέν άφορά μόνον τήν ποιητική δεξιότητα ή έστω δποια κακή έφαρμο-γή της. Στά έργα τοΰ 'Ομήρου καί τοΰ Σοφοκλή βρίσκουμε άνάλογη λεπτότητα αισθημάτων. Κυ-ρίως ό πρώτος έντυσε τίς αισθησιακές καί παθη-τικές εικόνες του μέ άκαταμάχητη γοητεία. Ή ύπεροχή τους, έναντι δλων τών μεταγενέστερων συγγραφέων, βρίσκεται στόν πλοΰτο τών ίδεών πού αναφέρονται στήν έσωτερική άλλά καί τήν εξωτερική φύση τοΰ άνθρώπου. Ή άσύγκριτη

51

τελειότητα τους εγκειται στήν αρμονική ένότητα δλων. Ή απουσία, ωστόσο, μερικών στοιχείων άπό τούς έρωτικούς ποιητές μαρτυρεί τό βαθμό τής άδυναμίας τους καί αύτός πάλι τό βαθμό πα-ρακμής τής έποχής.

Τό κακό θά είχε απόλυτα συντελεσθεί, εάν ή διαφθορά μπορούσε νά σβήσει άπό τήν ψυχή τών ποιητών τή δεκτικότητα καί εύαισθησία τους στήν ήδονή, τό πάθος, καθώς καί στή γνώση τής φύσης πού τούς άποδίδεται ώς άτέλεια. Ή κοι-νωνική διαφθορά τείνει νά καταστρέψει κάθε εύαισθησία πρός τή γνήσια άπόλαυση καί γι' αύ-τό έντέλει είναι διαφθορά. Ξεκινά άπό τόν πυρή-να, δηλαδή άπό τή φαντασία καί τή νοημοσύνη, γιά νά έξαπλωθεΐ, σάν τό δηλητήριο πού παρα-λύει, στά αισθήματα, τίς πραγματικές έπιθυμίες, μέχρις οτου δλα γίνουν μιά άδρανής μάζα πού μέσα της καμιά αίσθηση δέν έπιβιοΐ.

Πλησιάζοντας μιάν τέτοια έποχή, βρίσκει κα-νείς τήν ποίηση νά έπιστρατεύει τίς ύστερες πού τίς άπέμειναν δυνάμεις. Ή φωνή της ήχεΐ δπως τά βήματα τής Άστραίας καθώς φεύγει άπ' τόν κόσμο.

Ή ποίηση μεταδίδει πάντοτε δλη τήν τέρψη

52

πού μπορεί νά λάβει ό άνθρωπος. Είναι τό φως τής ζωής, πηγή κάθε ομορφιάς καί γενναιοδω-ρίας. Είναι ή άλήθεια πού δέν παύει νά ύπάρχει άκόμη καί στούς δαιμονικούς καιρούς. Εύκολα μπορούμε νά υποθέσουμε δτι δσοι εύφραίνονταν άπό τά ποιήματα του Θεόκριτου, ήταν οί λιγότε-ρο ψυχροί, σκληροί καί φιλήδονοι κάτοικοι τών Συρακουσών καί τής 'Αλεξάνδρειας. Ό μ ω ς προ-τού ή ποίηση σωπάσει, ή διαφθορά θά πρέπει νά έχει κυριολεκτικά καταστρέψει τήν δλη δομή τής άνθρώπινης κοινωνίας.

ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΣΠΑΣΑΝ ΑΚΟΜΑ οί ίεροί κρίκοι τής άλυσίδας πού μάς συνδέει μέ τά μεγάλα πνεύματα καί, ώσάν άπό μαγνήτη, ή άόρατη αορ-τή τής ποίησης άναβλύζει καί ένώνει, έμψυχώνει καί στηρίζει τή ζωή δλων μας. Ή ΐδια πάντοτε δύναμη άναγεννά τήν ποίηση καί τήν κοινωνία ταυτόχρονα. "Ας μήν βιαστούμε νά περιορίσουμε τήν έπίδραση τής βουκολικής καί έρωτικής ποίη-σης μέσα στά πλαίσια τής εύαισθησίας τών άν-θρώπων τής εποχής πρός τούς οποίους άπευθύνε-το. 'Αποσπασματικά μόνον μπορεί νά δέχτηκαν

53

τήν ομορφιά αυτών τών άθάνατων συνθέσεων. Όσοι είναι πληρέστερα συγκροτημένοι, ή γεννη-μένοι σέ μιάν εύτυχέστερη έποχή, ίσως νά τά βλέπουν δλα τούτα ώς έπεισόδια σ' ένα μεγάλο ποίημα, πού δημιούργησαν άπό τήν άρχή του κό-σμου δλοι οί ποιητές μαζί ώσάν νά ήταν ένας.

Σέ μικρότερη κλίμακα μιά άνάλογη έπανάστα-ση έλαβε χώρα στήν άρχαία Ρώμη. Έκεΐ δμως ποτέ ή δράση καί ή μορφή τής κοινωνικής ζωής δέν είχαν έντελώς διαποτιστεί άπό τό ποιητικό στοιχείο. Οί Ρωμαίοι φαίνεται πώς θεωρούσαν τούς Έλληνες ώς τούς πλέον εκλεκτούς θησαυρο-φύλακες τών σπανιότερων μορφών ήθους καί χα-ρακτήρος· άπέφυγαν μάλιστα νά δημιουργήσουν μέ έμμετρη γλώσσα, γλυπτική, μουσική, άρχιτε-κτονική, οτιδήποτε σχετιζόταν μέ τή συγκεκρι-μένη άτομική τους περίπτωση, ενώ ταυτόχρονα θά άφοροΰσε τή συνολική δομή τού κόσμου.

Άλλά μεροληπτούμε κρίνοντας μέ βάση συ-γκεκριμένες ενδείξεις. Ό Έννιος, ό Ούάρρων, ό Πακούβιος, ό Άκκιος, ύπήρξαν δλοι τους μεγά-λοι ποιητές, μά έχουν ξεχαστεί. Ό Λουκρήτιος ίσως είναι ό σημαντικότερος, καί ό Βιργίλιος ένας πραγματικός δημιουργός. Ή λεπτότητα στήν έκ-

54

φράση του τελευταίου είναι σάν μιά άχνη φωτός πού καλύπτει τήν ύπέρμετρη άλήθεια τών ιδεών του γιά τή φύση. Διαποτισμένος άπό ποίηση εί-ναι ό Λίβιος. 'Αλλά καί ό 'Οράτιος, ό Κάτουλλος, ό Όβίδιος, καί γενικά δλοι οί μεγάλοι συγγραφείς τής έποχής τοΰ Βιργιλίου, εδειξαν τόν άνθρωπο καί τή φύση μέσα άπ' τόν καθρέφτη τής Ελλά-δας. Καί δπως οί σκιές είναι λιγότερο ζωντανές άπ' τά πράγματα, ετσι καί οί θεσμοί τής Ρώμης ύπήρξαν λιγότερο ποιητικοί άπό εκείνους τής Ελλάδας. Γι' αύτό ή ποίηση στή Ρώμη φαίνεται μάλλον νά επεται παρά νά συνυπάρχει μέ τήν άκ-μή τοΰ δημόσιου καί ιδιωτικού βίου.

Ή άληθινή ποίηση τής Ρώμης βρισκόταν στούς θεσμούς της, γιατί οτιδήποτε ώράΐο, άλη-θινό, μαγικό περιείχαν, ήταν ή δύναμη τής ποίη-σης πού τό δημιούργησε. Ή ζωή τοΰ Κάμιλλου, ό θάνατος τοΰ Ρέγουλου, ή σχεδόν θεϊκή θέση τών συγκλητικών περιμένοντας τούς νικηφόρους Γαλάτες, ή άρνηση τής πολιτείας νά συνάψει ει-ρήνη με τόν 'Αννίβα μετά τή μάχη τών Καννών, δέν άποτελοΰσαν πρόσφορες συνθήκες γιά τή δη-μιουργία προσωπικού έργου· ό ρυθμός καί ή τάξη τής ζωής έκαναν ποιητές καί ήθοποιούς τούς

55

πρωταγωνιστές αύτών τών άθάνατων δραμάτων. Ά π ό μιά τέτοια τάξη ορμώμενη ή φαντασία

έπλασε κατ' άναλογίαν τό δικό της κράτος, πού δέν είναι λιγότερο ποιητικό έπειδή τής έλειψε ό ιερός της αοιδός, αφού πραγματώνεται μέ τήν αύτοκρατορία καί τήν αιώνια δόξα της. Είναι ωσάν ό χρόνος νά γράφει πάνω στίς μνήμες τών άνθρώπων έπεισόδια ενός μεγάλου έπους. Τό πα-ρελθόν γίνεται ένας έμπνευσμένος ραψωδός, πού γεμίζει τό θέατρο τών άναρίθμητων γενεών μέ τή δική τους αρμονία. Ό κύκλος δμως τής άρχαίας θρησκείας καί τών ήθών της έκλεισε. Ό κόσμος θά είχε κυριολεκτικά περιπέσει στήν άναρχία καί τό σκοτάδι έάν άνάμεσα στούς συγγραφείς δέν βρίσκονταν ποιητές — κατά τήν περίοδο του Χρι-στιανισμού καί τών 'Ιπποτών— ν' αναπτύξουν νέες μορφές θεωρίας καί δράσης, νέα πρότυπα πού, καθώς προβάλλονταν στή φαντασία τών άν-θρώπων, γίνονταν στρατηγοί στίς ταραγμένες στρατιές τών στοχασμών τους.

Δέν είναι τού παρόντος νά άναφερθοΰμε στό κακό πού προξένησαν αύτά τά συστήματα· θά 'ταν ώστόσο άδικο νά άποδοθεΐ εύθύνη στήν ποίηση πού περιέχουν. Πολύ πιθανόν ή ποίηση

56

τοΰ Μωυσή, τοΰ Ίώβ, τοΰ Δαβίδ, τοΰ Σολομώ-ντα, τοΰ 'Ησαΐα, νά είχε επιδράσει έντονα στό πνεΰμα τοΰ Ίησοΰ καί τών μαθητών του. Τά σκόρπια άποσπάσματα πού έφτασαν ώς έμάς άπό τούς βιογράφους αύτοΰ τοΰ μοναδικού προσώπου, είναι διαποτισμένα άπό ζωντανή ποίηση. 'Αλλά γρήγορα διέστρεψαν τίς αρχές του.

Σέ μιά περίοδο μετά τήν έπικράτηση τής διδα-σκαλίας τοΰ 'Ιησού, οί τρεις κατηγορίες τής πνευματικής λειτουργίας πού είχε διακρίνει ό Πλάτων άποθεώθηκαν καί έγιναν άντικείμενο λα-τρείας τοΰ πολιτισμένου κόσμου. Έ δ ώ πρέπει νά τ' ομολογήσω: Τό φως φαίνεται νά πυκνώνει σε σκοτάδι. Ό κόρακας κάνει φτερά γιά τό δάσος, τή φωλεά

του. Άκόμη μιας ήμέρας τό άγαθό βαραίνει καί μισο-

κοιμάται. Τά μαΰρα τής νύχτας πρόσωπα χιμούν στά θύυ.α-

τά τους. 'Ιδού τί ομορφη τάξη ξεπήδησε άπό τήν τέφρα

καί τό αίμα αύτοΰ τοΰ άγριου χάους! Πώς ό κό-σμος ώσάν άναστημένος ισορροπεί στά χρυσά φτερά τής γνώσης καί τής έλπίδας· καί ξανά χω-

57

ρίς κόπο πετά στούς ατελεύτητους ούρανούς τού χρόνου! Άκου τή μουσική πού δέν τήν ακούν τ' αφτιά, σάν άδιάκοπος καί άθέατος άνεμος φυσά τό άτέρμονο ταξίδι πιό δυνατά, πιό γρήγορα!

Ή ποίηση στή διδασκαλία τού Χριστού, ή μυ-θολογία, οί θεσμοί τών Κελτών πού κατέκτησαν τή ρωμαϊκή αύτοκρατορία, έπέζησαν δλων τών ταραγμένων καιρών γιά νά συνυπάρξουν μαζί μ' άλλα, νέα συστήματα έκφρασης καί ιδεολογίας. Θά 'ταν λάθος μας νά άποδώσουμε τήν άγνοια τής σκοτεινής εποχής στά χριστιανικά διδάγματα καί στήν κυριαρχία τών κελτικών έθνών. 'Οτιδήποτε κακό φέρνει ή παρεμβολή τους προέρχεται άπό τήν καταστροφή τής ποιητικής άρχής καί σχετί-ζεται μέ τήν επικράτηση τού δεσποτισμού καί τής δεισιδαιμονίας. Πολλοί λόγοι, πού δέν είναι ή στιγμή νά τούς εξετάσουμε, έκαναν τούς άνθρώ-πους άναίσθητους καί έγωιστές. Στερημένοι άπό ισχυρή θέληση, έγιναν σκλάβοι τόσο τής δικής τους έπιθυμίας δσο καί τής έπιθυμίας τών άλλων. Λαγνεία, φόβος, φιλαργυρία, σκληρότητα καί άπάτη χαρακτήριζαν μία φυλή πού δέν έβγαλε ού-τε ένα πρόσωπο ικανό γιά πρωτότυπη δημιουργία στή φόρμα, στή γλώσσα, στούς θεσμούς.

58

Μιά τέτοια ήθική κατάπτωση στήν κοινωνία δέν μπορεί νά χρεωθεί σέ μιά συγκεκριμένη τάξη πραγμάτων, δσο κι άν σχετίζεται άμεσα μαζί της. Μάλλον σ' εμάς πρέπει νά αποδοθεί, πού γρηγορότερα θα μπορούσαμε — στό έπίπεδο τών γεγονότων τουλάχιστον— νά τήν διαλύσουμε. Δυστυχώς δμως, γιά δσους δέν μπορούν νά δια-κρίνουν τίς λέξεις άπό τούς στοχασμούς, πολλές άπό αύτές τίς άσυμφωνίες έφτασαν νά ενσωμα-τωθούν στή λαϊκή θρησκεία.

ΓΤΡΩ ΣΤΟΝ ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΑΙΩΝΑ άρχισε νά έκ-δηλώνεται ή έπίδραση τής ποίησης τού Χριστια-νισμού καί τών 'Ιπποτών. Πρώτος ό Πλάτων στήν Πολιτεία του είχε διατυπώσει τήν άρχή τής ισότητας ώς θεωρητικό κανόνα, σύμφωνα μέ τόν όποιο τά άγαθά πού προέρχονται άπό τήν κοινή έργασία καί δεξιότητα τοΰ άνθρώπου, ή άπόλαυ-ση, ή δύναμη, πρέπει νά μοιράζονται σέ δλους έξίσου. Τά δρια αύτοΰ τοΰ κανόνα, ύποστηρίζει ό ίδιος, πρέπει νά καθορίζονται άπό τήν εύαισθησία τοΰ καθενός ή άπό τή χρησιμότητα πού προκύ-πτει γιά δλους.

59

'Ακολουθώντας τή διδασκαλία τοΰ Τίμαιου καί τοΰ Πυθαγόρα, ό Πλάτων δίδαξε ένα ήθικό καί πνευματικό σύστημα άρχών πού έχει τήν ικανό-τητα νά αφομοιώνει άμέσως τό παρελθόν, τό πα-ρόν καί τό μέλλον τοΰ ανθρώπου. Ό Ίησοΰς Χρι-στός φανέρωσε μέσ' άπό αύτήν τήν οπτική μιά ιερή καί αιώνια άλήθεια γιά τήν άνθρωπότητα. Ό Χριστιανισμός, στήν άπόλυτη καθαρότητά του, έγινε ή έξωτερική έκφραση τής εσωτερικής διδασκαλίας τής-άρχαίας ποίησης καί σοφίας.

Οί κελτικές έθνότητες άποτύπωσαν πάνω στους εξασθενημένους πληθυσμούς τοΰ Νότου τήν ποίηση πού ύπήρχε στή μυθολογία καί τούς θεσμούς τους. 'Αποτέλεσμα ήταν ένας συνδυα-σμός δράσης καί άντίδρασης πρός δλες τίς αιτίες πού ή άνάμειξη τών πληθυσμών προκαλεί. Γιατί ποτέ κανένα έθνος ή θρησκεία δέν μπορεί νά άντι-καταστήσει κάποια άλλη, χωρίς νά ένσωματώσει μέσα της ένα μέρος άπό αύτήν πού άντικαθιστά. Συνέπεια δλων αύτών ήταν ή κατάργηση τής άτομικής καί κληρονομικής δουλείας, ή χειραφέ-τηση τών γυναικών άπό κάποια ταπεινωτικά κα-τάλοιπα τής άρχαιότητας. Ή κατάργηση τής άτομικής δουλείας αποτελεί τή βάση τής ύψηλό-

60

τερης πολιτικής ελπίδας πού μπόρεσε ποτέ νά συλλάβει ό άνθρωπος.

Ή άπελευθέρωση τών γυναικών έδωσε στήν ποίηση τόν έρωτα· πού έγινε θρησκεία μέ πολλά διαρκώς παρόντα είδωλα. Ή τ α ν ώσάν τά αγάλ-ματα τού 'Απόλλωνα καί τών Μουσών νά είχαν προικιστεί μέ ζωή καί νά περπατούσαν άνάμεσα στούς πιστούς. Ή γή κατοικήθηκε άπό πλάσμα-τα ενός θεϊκού κόσμου. Ή συνήθης πορεία τής ζωής εγινε μεμιάς θαυμάσια καί ούράνια. "Ενας παράδεισος δημιουργήθηκε άπό τά ναυάγια τής 'Εδέμ. Καί άφού αύτή ή ίδια ή δημιουργία είναι ποίηση, τότε οί δημιουργοί πρέπει νά ήταν ποιη-τές, καί ή γλώσσα τό εργαλείο τής τέχνης τους. Galeotto ίύ Π libro, e chi Ιο scrisse.

Οί Προβηγκιανοί τροβαδούροι ή νεωτεριστές προηγήθηκαν τού Πετράρχη. Οί στίχοι τους, σάν μαγγανείες, άνοίγουν τίς βαθιές καί μαγικές πη-γές τής μεγάλης ήδονής πού φέρνει ή λύπη τοΰ έρωτα. Είναι άδύνατον νά τό νιώσει κανείς άν δέν γίνει ό ίδιος μέρος τής ομορφιάς πού παρατηρεί. Θά ήταν περιττό νά εξηγήσουμε πώς ή εύγένεια, ή πνευματική άνωτερότητα, δ,τι δηλαδή συνδέε-ται μέ αύτά τά ιερά αισθήματα, μπορεί νά κάνει

61

τούς ανθρώπους πιό πράους, προσηνείς, μεγαλό-ψυχους καί σοφούς, ύψώνοντάς τους πάνω άπό τό θολό κόσμο τοΰ έγώ. Ό Δάντης κατανόησε τά μυστικά τής άγάπης περισσότερο άπό τόν Πε-τράρχη. Ή Vita Nuova είναι μιά άστείρευτη πη-γή καθαρότητας στά αισθήματα καί τή γλώσσα. 'Αποτελεί μιάν έξιδανικευμένη εξιστόρηση αύτής τής περιόδου τής ζωής του πού άφιέρωσε στόν έρωτα. Ή άποθέωση τής Βεατρίκης στόν Παρά-δεισο, ή ολοένα αύξανόμενη άγάπη του γιά τή δι-κή της δλο καί πιό θελκτική παρουσία, δέν ξέρω άν τόν οδήγησε σιγά σιγά στό θρόνο τής 'Υπέρ-τατης Αιτίας, τόν άνέδειξε δμως στήν πιό μεγα-λειώδη φαντασία τής νεώτερης ποίησης. Οί εύ-φυέστεροι κριτικοί σωστά έχουν άντιστρέψει, άνάλογα μέ τό θαυμασμό τους, τήν κρίση τοΰ κοινοΰ καί τή σειρά τών μεγάλων πράξεων τής Θείας Κωμωδίας: Κόλαση, Καθαρτήριο καί Πα-ράδεισος ή, άλλιώς, ένας άτελεύτητος ύμνος στήν αιώνια άγάπη.

Στό πρόσωπο τοΰ Πλάτωνα ό έρωτας βρήκε τόν πιό άξιο ποιητή του στήν άρχαιότητα, γιά νά ύμνηθεΐ άργότερα άπό ένα χορό μεγάλων συγ-γραφέων τοΰ άναγεννημένου κόσμου. Ή μουσική

62

τους, διαπερνώντας δλα τά στρώματα τής κοινω-νίας, έφτασε νά καταπνίξει τό θόρυβο τών δπλων καί τής δεισιδαιμονίας. Κατά καιρούς ό Άριόστο, ό Τάσσο, 6 Σαίξπηρ, ό Σπένσερ, ό Καλντερόν, ό Ρουσσώ καί οί μεγάλοι συγγραφείς τής έποχής μας ύμνησαν τό θρίαμβο τού έρωτα έπί τής ήδυ-πάθειας καί τής βίας. Ή σχέση τών δύο φύλων γίνεται τώρα κατανοητή. Στίς άντιλήψεις καί τούς θεσμούς τής σύγχρονης Εύρώπης δέν συγ-χέονται πλέον ή άνισότητα μέ τήν άνομοιότητα τών δύο φύλων. Καί αύτό οφείλεται στή λατρεία έκείνη πού είχε γιά νόμο της τόν Ίπποτισμό καί προφήτες τούς ποιητές.

Η ΠΟΙΗΣΗ TOT ΔΑΝΤΗ μοιάζει νά γεφυρώνει πάνω άπό τόν ποταμό τού χρόνου τό σύγχρονο μέ τόν άρχαϊο κόσμο. Οί παραποιημένες άντιλήψεις γιά τήν άθέατη οψη τού κόσμου, πού ό Δάντης καί ό άνταγωνιστής του Μίλτων έξιδανίκευσαν, δέν είναι παρά ή μάσκα μόνον καί ό μανδύας πού, φορώντας τα οί μεγάλοι ποιητές, βάδιζαν μές στήν αιωνιότητα.

Είναι δύσκολο νά πει κανείς κατά πόσον είχαν

63

συνειδητοποιήσει τή διαφορά άνάμεσα στίς δικές τους θρησκευτικές άπόψεις καί έκεΐνες τοΰ λαοΰ. Ό Δάντης τουλάχιστον φαίνεται νά έπισημαίνει αύτήν τήν άντίθεση, τοποθετώντας τόν Ρίφαιο — πού ό Βιργίλιος ονομάζει justissimus unus — στόν Παράδεισο· ένώ έπιμένει νά τηρεί μιά πολύ αιρετική στάση γιά τήν άπόδοση τοΰ επαίνου καί τής τιμωρίας.

Ή ποίηση, ώστόσο, τοΰ Μίλτωνα άνασκευάζει φιλοσοφικά αύτό τό σύστημα πού, κατά περίεργο καί άντιφατικό τρόπο, ελαβε μεγάλη λαϊκή ύπο-στήριξη. Τίποτε δέν μπορεί νά ξεπεράσει σέ δρά-ση καί μεγαλείο τό χαρακτήρα τοΰ Δαίμονα, δπως εκφράζεται στόν Χαμένο Παράδεισο. Θά ήταν λάθος νά ύποθέσουμε δτι προοριζόταν γιά νά αποτελέσει μιά λαϊκή προσωποποιία τοΰ κα-κού. 'Αδυσώπητο μίσος, επίμονη κακουργία, διαρκής επινόηση τρόπων γιά τήν πρόκληση τοΰ ισχυρότερου πλήγματος στόν εχθρό — δλα αύτά τά φοβερά ώς ενα βαθμό συγχωρούνται σ' ενα δούλο, οχι δμως σ' εναν τύραννο, κι άς αντισταθ-μίζονται άπό πολλούς τρόπους πού έξευγενίζουν τήν ήττα, άμαυρώνουν δμως γιά πάντα τή νίκη.

'Ο Δαίμων τοΰ Μίλτωνα, ώς ήθική ύπόσταση,

64

υπερτερεί τοΰ θεοΰ του τόσο οσο κάποιος πού παρ' δλες τίς άντιξοότητες καί τά βάσανα έπιμέ-νει νά είναι τέλειος στό σκοπό πού έχει τάξει, σέ άντιδιαστολή μέ κάποιον άλλο, πού θεωρώντας βέβαιη τή νίκη έπιβάλλει τήν πιό τρομερή εκδί-κηση στόν έχθρό του, οχι γιά νά τόν οδηγήσει σέ μετάνοια, παρά μονάχα γιά νά διαιωνίσει τήν εχθρότητα, έξοργίζοντάς τον διαρκώς. Ό Μίλ-των, ωστόσο, παραβιάζοντας τή λαϊκή άντίληψη — εάν αύτό μπορεί νά θεωρηθεί παραβίαση — δέν φρόντισε νά προβάλει ύπεροχή ήθικής τάξης στό θεό του έναντι τοΰ Δαίμονα πού έπλασε. Αύτή άκριβώς ή τολμηρή άπουσία ένός άμεσου ήθικοΰ σκοποΰ είναι ή πιό σαφής άπόδειξη ύπεροχής καί μεγαλοφυίας τού Μίλτωνα. 'Ανακάτεψε τά στοι-χεία τής άνθρώπινης φύσης σάν χρώματα πάνω σέ μιά παλέτα, τά τοποθέτησε στή σύνθεση μιας μεγάλης εικόνας σύμφωνα μέ τό πνεύμα τής επι-κής άλήθειας, μ' άλλα λόγια σύμφωνα μέ τούς νόμους πού διέπουν μιά σειρά πράξεων τοΰ έξω-τερικοΰ κόσμου καί τών ήθικώς σκεπτόμενων άν-θρώπων, ικανών νά προκαλοΰν τή συμπάθεια τών μελλοντικών γενεών.

Ή Θεία Κωμωδία καί ό Χαμένος Παράδεισος

65

έδωσαν στή σύγχρονη μυθολογία ένα συστηματι-κό τυπικό. Καί δταν οί αλλαγές στή ροή τοΰ χρό-νου προσθέσουν μιάν άκόμη πρόληψη στούς λαούς πού ήκμασαν καί παρήκμασαν πάνω στή γη, θά μποροΰν, έμπεριστατωμένα τότε, οί σχολιαστές νά έργαστοΰν, γιά νά ρίξουν φως στή θρησκεία τής προγονικής Εύρώπης. Θρησκεία πού δέν θά έχει έντελώς ξεχαστεί, σφραγισμένη γιά πάντοτε άπό μιά μεγαλοφυία.

Ό "Ομηρος ήταν ό πρώτος καί ό Δάντης ό δεύτερος έπικός ποιητής. Ό δεύτερος, δηλαδή, ποιητής τοΰ οποίου τά έργα δημιούργησαν μιάν ορισμένη νοητή σχέση καί παράλληλη εξέλιξη μέ τή γνώση, τά αισθήματα, τή θρησκεία, τόσο τής έποχής του δσο καί τών χρόνων πού άκολούθη-σαν. Γιατί ό Λουκρήτιος παγίδευσε τά φτερά τής γοργής του σκέψης στό συρφετό τοΰ αισθητού κόσμου. Καί ό Βιργίλιος, μέ μιά μετριοφροσύνη πού έβλαψε τήν εύφυΐα του, άπέκτησε τή φήμη μιμητή, κι άς δημιούργησε έκ νέου δλα δσα είχε αντιγράψει. Κανένας άπό αύτούς πού τόν άκολού-θησαν, άν καί τά γραφτά τους ήταν συμπαθή — ό 'Απολλώνιος ό Ρόδιος, ό Κοΐντιος ό Σμυρναίος, ό Νόννος, ό Λουκανός, ό Στάτιος ή ό Κλαυδιανός

66

— δέν κατάφεραν νά έπιτύχουν οΰτε μία άπό τίς προϋποθέσεις τής άλήθειας τοΰ έπικοΰ λόγου.

Ό Μίλτων ήταν ό τρίτος έπικός ποιητής. Για-τί άν άρνηθοΰμε νά ονομάσουμε έπος τήν Αίνειά-δα, πιό άπίθανο είναι νά δώσουμε αυτόν τόν χα-ρακτηρισμό στό Μαινόμενο 'Ορλάνδο, τήν Άπε-λευθερωμένη 'Ιερουσαλήμ, τίς /Ιουσίά&ς· ή τή Βασίλισσα Νεράιδα.

Ή άρχαία θρησκεία τοΰ πολιτισμένου κόσμου είχε διαποτίσει σέ βάθος τόν Δάντη καί τόν Μίλ-τωνα. Τό πνεΰμα της ένυπάρχει στήν ποίησή τους στόν ΐδιο βαθμό πού τό τυπικό της έπιβιοΐ στή θρησκεία τής νεώτερης Εύρώπης, δπου του-λάχιστον δέν έπεκράτησε ή Μεταρρύθμιση. Ό ένας προηγήθηκε τής Μεταρρύθμισης κι 6 άλλος άκολούθησε σέ ΐση χρονική απόσταση άπό αύτήν. Ό Δάντης ήταν ό πρώτος θρησκευτικός μεταρ-ρυθμιστής. Ό Λούθηρος τόν ξεπέρασε μάλλον στό τραχύ καί δριμύ ύφος παρά στήν τόλμη νά έπίκρίνει τίς καταχρήσεις τοΰ Πάπα. Καί ήταν ό Δάντης ό πρώτος πού άφύπνισε τή μαγεμένη Εύ-ρώπη, δημιουργώντας μέσα στό χάος βάρβαρων ήχων μιά γλώσσα πειστική, μέ τή δική της μου-σική άρμονία. Ή τ α ν αύτός πού γύρω του συγκέ-

67

ντρωσε ολους δσους πρωτοστάτησαν στήν άνα-γέννηση τής γνώσης. Μέσα στό δέκατο τρίτο αιώνα ήταν ό Εωσφόρος — σ' ένα κοπάδι άστέ-ρων— πού έστελνε σάν άλλος ούρανός τό φως του παντού μές στό σκοτάδι τοΰ βυθισμένου κό-σμου, πολύ πιό πέρα κι άπ' τήν 'Ιταλία. Τό πνεύ-μα διαποτίζει τίς λέξεις του, καθεμία καί ένας σπινθήρας μιάς άσβεστης σκέψης· ένώ πολλές άλλες, κάτω άπό τή στάχτη άκόμη κρύβουν μέσα τους τό φώς τής άστραπής πού δέν λύθηκε.

Ή άληθινή ποίηση είναι άπέραντη. Είναι ό πρώτος καρπός τοΰ δέντρου πού δυνάμει περι-κλείει ολόκληρο τό δάσος. Άκόμη κι άν βγοΰν τό ένα μετά τό άλλο τά πέπλα, ή πιό κρυφή ομορφιά τοΰ νοήματος μπορεί ποτέ νά μήν φανερωθεί έντελώς. "Ενα μεγάλο ποίημα δέν είναι παρά ένα άστείρευτο ρεΰμα σοφίας καί ήδονής. Καί άφοΰ ένα πρόσωπο ή μία έποχή έχουν έξαντλήσει δλη τή θεϊκή έπιρροή πού δέχονται, άλλοι καί άλλοι άκολουθοΰν καί καινούργιες σχέσεις δημιουργού-νται, πηγή μιάς απρόβλεπτης καί άσύλληπτης άπόλαυσης.

Ή εποχή πού άμέσως άκολούθησε αύτήν τοΰ Δάντη, τοΰ Πετράρχη, τοΰ Βοκκάκιου, χαρακτη-

68

ρίζεται άπό μιάν άναγέννηση στή ζωγραφική, τή γλυπτική, τή μουσική, τήν άρχιτεκτονική. Τήν ιερή έμπνευση συνέλαβε ό Τσώσερ καί τό οικοδό-μημα τής άγγλικής λογοτεχνίας βασίστηκε πάνω στά ύλικά τής ιταλικής έπινόησης.

'Αλλά άς μήν άπομακρυνθοΰμε άπό τήν υπερά-σπιση καί άντ' αύτής κάνουμε μιά κριτική ιστο-ρία τής ποίησης καί τής έπίδρασής της στήν κοι-νωνία. Ά ς άρκεστοΰμε στό δτι έγινε φανερή ή επίδραση πού άσκησαν οί ποιητές, μέ τήν εύρεΐα έννοια τοΰ δρου, πάνω στή δική τους καί τίς έπό-μενες γενεές. Καί άς έπιστρέψουμε σέ κάτι πιό συγκεκριμένο, τό άντίστροφο τοΰ οποίου έπιχει-ρήθηκε νά εδραιωθεί στίς Τέσσερεις εποχές τής Ποίησης.

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΤΩΝ ΟΡΘΟΑΟΓΙΣΤΩΝ οί ποιητές θά έπρεπε ήδη νά είχαν παραχωρήσει τά πρωτεία σ' αύτούς καί τούς μηχανοκράτες. Δεδο-μένου δτι ή φαντασία είναι μέν μιά εύχάριστη λειτουργία, ή πλέον δμως χρήσιμη θεωρείται ή λογική. Άλλά άς δούμε τί εννοούμε λέγοντας χρησιμότητα. Εύχαρίστηση ή άγαθό, μέ τήν εύ-

69

ρεϊα έννοια, θά ονομάζαμε αύτό πού άναζητά ή συνείδηση ένός εύαίσθητου καί ευφυούς οντος· καί πού δταν τό βρει, τό δέχεται μέ δλες του τίς δυνάμεις. Δύο εΐδη εύχαρίστησης ύπάρχουν: ένα καθολικό καί διαρκές, κι ένα άλλο, παροδικό καί συγκεκριμένο. Ή χρησιμότητα μπορεί παράλλη-λα νά δηλώνει τούς τρόπους πραγμάτωσης καί τών δύο ειδών. Μέ τήν πρώτη έννοια θεωρείται χρήσιμο οτιδήποτε δυναμώνει καί καθαιρεί τό συναίσθημα, διευρύνει τή φαντασία καί προσθέτει πνευματικότητα στήν αίσθηση. Άλλά ό συγγρα-φέας τού Τέσσερεις εποχές τής Ποίησης μοιάζει νά μεταχειρίζεται τή λέξη χρησιμότητα μέ πιό στενή έννοια, περιορίζοντάς την νά έκφράζει δ,τι κατασιγάζει τίς άπαιτήσεις τού ζώου μέσα μας, δ,τι μάς περιβάλλει μέ άσφάλεια, δ,τι διαλύει τή μεγάλη πλάνη τής δεισιδαιμονίας καί συμφιλιώ-νει τούς άνθρώπους, δίνοντάς τους τόση ύπομονή δση μόνον γιά προσωπικό οφελος μπορούσαν ν' άναπτύξουν.

Αναμφισβήτητα οί ύποστηρικτές τών παρα-πάνω παίζουν έναν καλώς προσδιορισμένο ρόλο στήν κοινωνία. Ακολουθούν τά βήματα τών ποιητών καί άντιγράφουν τά μοτίβα τών δη-

70

μιουργημάτων τους μές στό βιβλίο της ζωής. 'Ανοίγουν χώρο καί δίνουν χρόνο. Οί προσπάθειές τους έχουν μεγάλη αξία. Καταφέρνουν νά περιο-ρίσουν τίς κατώτερες δυνάμεις τής φύσης μας. 'Αλλά ένώ ό σκεπτικιστής άνασκευάζει διαδεδο-μένες δεισιδαιμονίες, καλό θά ήταν νά μήν παρα-μορφώνει τίς αιώνιες καί βαθιά χαραγμένες άλή-θειες στή φαντασία του άνθρώπου· κάτι πού δυ-στυχώς έκαναν μερικοί Γάλλοι συγγραφείς.

Μπορεί ό μηχανοκράτης νά κάνει τόν καταμε-ρισμό καί ό πολιτικός οικονομολόγος τόν συνδυα-σμό τής έργασίας, πρέπει δμως νά προσέχουν τίς θεωρίες τους καί οί δύο, μήπως ή σύγκρουσή τους μέ τή φαντασία οδηγήσει, δπως συμβαίνει στή σύγχρονη 'Αγγλία, στήν ένταση τών δύο άκρων, πού είναι ή πλησμονή καί ή έλλειψη. Έχουν κάνει πράξη τό λεγόμενο: τω γάρ έχοντι παντί δοθήσε-ταί καί περισσευθήσεται, τοΰ 8έ μή έχοντος καί δ έχει άρθήσεται άπ' αύτοΰ. Έτσι λοιπόν, ό πλού-σιος έγινε πλουσιότερος καί ό φτωχός φτωχότε-ρος. Τό καράβι τής Πολιτείας περνά άνάμεσα άπό τή · Σκύλλα καί τή Χάρυβδη ή άλλιώς άπό τήν άναρχία καί τό δεσποτισμό. Γιατί μόνον σέ τέτοια άποτελέσματα ό υπολογισμός οδηγεί.

71

Είναι δύσκολο νά ορίσουμε τήν εύχαρίστηση στήν πλέον καθαρή της έννοια, χωρίς νά έμπλα-κοΰμε σέ ένα σωρό παράδοξα. Επειδή, άπό μιάν άνεξήγητη δυσαρμονία μέσα στόν άνθρωπο, τά πλέον άντιφατικά αισθήματα συμβαίνει νά συν-δέονται άμεσα μεταξύ τους· κάποτε ό πόνος τών κατώτερων συνδυάζεται μέ τήν εύχαρίστηση άνώτερων μερών τής ύπαρξής μας. Συχνά φτά-νουμε στό σημείο νά επιλέγουμε τή λύπη, τό φό-βο, τήν άγωνία, τήν άπελπισία τήν ΐδια, γιά νά προσεγγίσουμε τό ύψιστο άγαθό. Καί σ' αύτήν τήν άρχή βασίζεται ή προτίμησή μας πρός τόν τραγικό μύθο. Ή τραγωδία τέρπει μέ μιάν εύχα-ρίστηση πού βρίσκεται μέσα στόν πόνο. Γιατί ή μελαγχολία είναι άξεχώριστα δεμένη μέ τή γλυ-κύτερη μελωδία. Καί δπως λένε: 'Αγαθόν πορευ-θήναί εις οίκον πένθους η οτι πορευθήναι εις οί-κον χαράς. Αύτό δέν σημαίνει πώς τά ύψηλά εΐδη άπόλαυσης συνδέονται άπαραίτητα μέ τόν πόνο.

Ή ήδονή τής άγάπης καί τής φιλίας, ή έκσταση τού θαυμασμού τής φύσης, ή χαρά τής άντίληψης καί, άκόμη περισσότερο, τής ποιητικής δημιουρ-γίας, είναι συχνά καθ' ολοκληρίαν άμιγεΐς. Ώ ς έκ τούτου, πραγματική χρησιμότητα δέν είναι τίπο-

72

τε άλλο παρ' δ,τι παράγει καί διασφαλίζει τήν άπόλαυση στήν πιό ύψηλή της έννοια. Οί μόνοι πού μπορούν νά πραγματώνουν αύτήν τήν ήδονή είναι οί ποιητές ή ποιητές φιλόσοφοι.

Χρεωστούμε εύγνωμοσύνη στούς Λόκ, Χιούμ, Γίββωνα, Βολταϊρο, Ρουσσώ καί στούς μαθητές τους, γιά τίς προσπάθειες πού έκαναν ύπέρ του άγώνα τής καταπιεσμένης καί έξαπατημένης άν-θρωπότητας. Τό πόσο βοήθησε ή διδασκαλία τους ήθικά καί πνευματικά τόν άνθρωπο είναι εύ-κολο νά τό εκτιμήσει κανείς. Χωρίς τή δική τους παρουσία, ένας ή δύο αιώνες άκόμη θά είχαν κα-ταναλωθεί σέ άνόητες συζητήσεις καί περισσότε-ροι άνθρωποι θά είχαν παραδοθεί στήν πυρά ώς αιρετικοί. Καί ΐσως νά μήν πανηγυρίζαμε σήμερα γιά τήν κατάργηση τής 'Ιεράς Εξέτασης στήν 'Ισπανία. 'Αλλά μήτε πού μπορούμε νά φαντα-στούμε ποιά θά ήταν ή ήθική κατάσταση, έάν δέν είχαν ποτέ υπάρξει ό Δάντης, ό Πετράρχης, ό Βοκκάκιος, ό Τσώσερ, ό Σαίξπηρ, ό Καλντερόν, ό Λόρδος Βάκων ή ό Μίλτων. Έάν ό Ραφαήλ καί ό Μιχαήλ Άγγελος δέν είχαν γεννηθεί. Έάν ή έβραϊκή ποίηση δέν είχε ποτέ μεταφραστεί. Έάν δέν είχε λάβει χώρα μιά άναγέννηση τής μελέτης

73

τών έλληνικών γραμμάτων καί δέν είχαν φτάσει ώς έμάς μνημεία τής άρχαίας γλυπτικής. "Η τέ-λος, έάν ή ποίηση τής θρησκείας τοΰ άρχαίου κό-σμου είχε εξαφανιστεί μαζί μέ τήν πίστη της.

Μόνο μιά τέτοια έξαψη πνευματικού ενδιαφέ-ροντος στάθηκε ικανή νά οδηγήσει στήν καθίδρυ-ση τών πρακτικών επιστημών, στήν έφαρμογή τής άναλυτικής σκέψης μέσα στά πλαίσια τής κοινωνίας, πού στίς ήμέρες μας τή βλέπουμε νά καταλαμβάνει τά πρωτεία, εις βάρος τής ΐδιας τής δημιουργικής φαντασίας.

Διαθέτουμε περισσότερη πολιτική, ήθική καί ιστορική σοφία άπ' δση μπορούμε νά έφαρμόσου-με στήν πράξη. Έχουμε περισσότερη έπιστημο-νική καί οικονομική γνώση άπ' δση χρειαζόμα-στε γιά τή δίκαιη κατανομή τοΰ διαρκώς αύξανό-μενου προϊόντος. Σέ αύτά τά συστήματα σκέψης ή ποίηση κρύβεται κάτω άπό τή συσσώρευση δε-δομένων καί ύπολογιστικών διαδικασιών. Μπορεί νά γνωρίζουμε καί νά σεβόμαστε αύτό πού είναι όντως σοφό καί άγαθό, σέ τομείς δπως ή ήθική, ή πολιτική και ή οικονομία. Άλλά άφηνόμαστε στό «δέν τολμώ» άντί τοΰ «θέλω»· σάν τήν καημένη τή γάτα τής παροιμίας.

74

Μας λείπει ή ικανότητα νά φανταζόμαστε άλ-λιώς αύτό πού ήδη γνωρίζουμε. Μας λείπει ή άσίγαστη όρμή πού πραγματώνει τά όράματά μας. Μας λείπει ή ποίηση τής ζωής. Ή ικανότη-τα τοΰ νοΰ νά υπολογίζει ξεπερνά κατά πολύ τή δυνατότητά του νά συλλαμβάνει. Λάβαμε περισ-σότερη τροφή άπ' δση μπορούμε νά άφομοιώσου-με. Ή καλλιέργεια τών πρακτικών έπιστημών έχει διευρύνει τά δρια τής κυριαρχίας τοΰ άνθρώ-που πάνω στόν εξωτερικό κόσμο. Ή έλλειψη δμως τής ποιητικής λειτουργίας περιόρισε άντί-στοιχα τά δρια τοΰ έσωτερικοΰ κόσμου καί ό άν-θρωπος, παρ' δτι ύποδούλωσε τά στοιχεία, παρέ-μεινε ό ίδιος δούλος. Ή άνάπτυξη τοΰ τεχνικοΰ πολιτισμού, σέ βαθμό άσύμμετρο πρός τήν ίδια τή δημιουργική δύναμη, εύθύνεται γι' αύτήν τήν κατάχρηση τής έφευρετικότητας στόν καταμερι-σμό καί συνδυασμό έργασίας, καί τή μεγάλη άνι-σότητα άνάμεσα στούς άνθρώπους. Σέ τί άλλο μπορεί νά οφείλεται τό γεγονός δτι οί άνακαλύ-ψεις, πού θά έπρεπε νά ελαφρύνουν τόν άνθρωπο, πρόσθεσαν κι άλλο βάρος πάνω του;

Ή Ποίηση άπό τό ένα μέρος καί τό συμφέρον τοΰ άτομου άπό τό άλλο —πού μόνον μέ τήν έν-

75

νοια του χρήματος αποτιμάται — είναι ό Θεός καί ό Διάβολος τοΰ κόσμου.

Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ είναι διττή. Δη-μιουργεί κατ' άρχάς νέα άντικείμενα γνώσης, δύ-ναμης καί εύχαρίστησης, γιά νά τά συνθέσει κα-τόπιν μ' ενα διαφορετικό ρυθμό καί τάξη, σύμ-φωνα δηλαδή μέ τό άγαθό καί τήν ομορφιά. Ή καλλιέργεια, ωστόσο, τής ποίησης παραμελείται έντελώς σέ περιόδους δπου τό έγώ καί τό συμφέ-ρον κυβερνούν, οπόταν ή συσσώρευση ύλικών άγαθών τής έξωτερικής ζωής ύπερκαλύπτει τήν έσωτερική φύση τοΰ άνθρώπου. Τότε τό σώμα γίνεται αφάνταστα βαρύ καί ή πνοή πού τό άφυ-πνίζει χάνεται.

Κάτι άλλο πραγματικά θεϊκό είναι ή ποίηση. Πυρήνας συνάμα καί περιφέρεια τής γνώσης. Αύτή άφομοιώνει ολη τήν έπιστήμη καί σ' αύτήν ή έπιστήμη δλη άναφέρεται. Ρίζα μαζί κι άνθός κάθε σκέψης. Ά π ό αύτήν πηγάζουν δλα καί αύτή τά πάντα κοσμεί. Έάν κάποτε λείψει, ό κόσμος δλος θά χαθεί άπό οόρχνίκή χσητείχ. Γιατί ή ποίηση είναι ή τέλεια καί άκριβής στιγμή, ό ρο-

76

δαμός τών πραγμάτων· ή άπόλυτος ομορφιά πού μπορεί νά διαρκέσει έπ' άπειρον.

Τί θά ήταν ή άρετή, ό έρωτας, ό πατριωτι-σμός, ή φιλία· ποιό θά ήταν τό σκηνικό αύτοΰ τοΰ ώραίου σύμπαντος πού κατοικούμε- τί νόημα θά 'χαν οί παρηγοριές μας άπ' τήν εδώ πλευρά τοΰ τάφου, καί πέρα άπ' αύτόν οί προσδοκίες μας, έάν ή ποίηση δέν άνέβαινε νά φέρει φώς καί φω-τιά άπό τούς αιώνιους τόπους, έκεϊ πού τό συμ-φέρον δέν τόλμησε ποτέ νά υπάρξει; Ή ποίηση δέν είναι σάν τή λογική, μιά δύναμη πού δρά σύμφωνα μέ τίς έπιταγές τής βούλησης. Δέν μπορεί κανείς, ούτε ό μεγαλύτερος ποιητής, νά πει «θά συνθέσω ποίηση». Γιατί στήν ώρα τής δημιουργίας ό νοΰς μοιάζει μέ μισοσβησμένο κάρβουνο, πού μιά άθέατη έπιρροή, ώσάν άνεμος άστατος, τοΰ ξυπνά αιφνίδια λάμψη. Δέν ξέρεις άν καί πότε θά ενταθεί ή θά σβήσει ή άόρατη αύ-τή δύναμη, δπως δέν ξέρεις τό άχνό χρώμα ενός λουλουδιού άν είναι πρίν ή μετά τήν άνθησή του. Κανείς δέν μπορεί νά φανταστεί σέ τί βαθμό τε-λειότητας ή ποίηση θά είχε φθάσει, έάν αύτή ή επενέργεια μποροΰσε, στήν πιό γνήσια καί καθα-ρή της ένταση, νά διαρκέσει άδιάκοπα. 'Αλλά

77

δταν ό ποιητής άρχίζει νά συνθέτει, ή έμπνευση είναι ήδη στήν καμπή της. Ή πιό λαμπρή ποίη-ση πού δόθηκε ποτέ στόν κόσμο δέν είναι παρά μία άδύναμη σκιά τής άρχικής σύλληψης.

'Αναφέρομαι στούς μεγαλύτερους σύγχρονους ποιητές καί ΐσως δέν θά 'ταν λάθος νά ισχυρι-στούμε δτι τά καλύτερα έργα τους γράφτηκαν μετά άπό συστηματική δουλειά. Αύτό πού έπιση-μαίνεται άπό τούς κριτικούς ώς κόπος καί χρονο-βόρα διαδικασία, δέν ύποδηλώνει παρά τόν τρόπο μέ τόν όποιο ό ποιητής επεξεργάζεται τά καίρια σημεία τής έμπνευσης του καί τά γεφυρώνει μέ άπλούστερες έκφράσεις- μιά άναγκαιότητα πού τίθεται άπό τά ΐδια τά δρια τής ποιητικής λει-τουργίας.

Γιατί ό Μίλτων συνέλαβε ώς σύνολο τόν Χα-μένο Παράδεισο, προτού άκόμη τμηματικά τόν συνθέσει. Έχουμε τή δική του μαρτυρία γι' αύτό, γιά τή Μούσα πού τοΰ υπαγόρευσε τό άπροσχε-δίαστο τραγούδι. Και άς θεωρηθεί αύτό ώς άπά-ντηση σέ δσους ύποστηρίζουν τήν ύπαρξη πενή-ντα έξι διαφορετικών παραλλαγών στόν πρώτο στίχο τοΰ Μαινόμενου 'Ορλάνδου. Τά έργα πού δημιουργούνται μέ αύτόν τόν τρόπο είναι γιά τήν

78

ποίηση δ,τι τό ψηφιδωτό γιά τή ζωγραφική. Εμφανέστερα λειτουργεί τό ένστικτο καί ή

διαίσθηση τοΰ καλλιτέχνη στίς πλαστικές καί ει-καστικές τέχνες. Ένα σπουδαίο άγαλμα ή μιά ζωγραφική σύνθεση αναπτύσσονται κάτω άπό τή δύναμη τοΰ δημιουργοΰ, δπως τό παιδί στή μή-τρα τής μητέρας του, καί δέν μπορεί ό νοΰς πού οδηγεί τά χέρια στή δημιουργία νά έξηγήσει πώς καί γιά ποιό λόγο γίνονται δλα αύτά.

Ποίηση είναι τό άποτύπωμα σπάνιων στιγμών ένός σπάνιου πνεύματος. Μάς κυριεύουν σκέψεις καί συναισθήματα πού προκαλούνται άπό έρεθί-σματα, άλλοτε πάλι άναίτια κι άπρόσμενα έρχο-νται γιά νά μάς άνυψώσουν στό δικό τους μαγικό κόσμο. Στή χαρά καί τή θλίψη πού μάς άφήνουν, αύτό πού τελικά μένει είναι ή συμμετοχή μας στήν αύθεντική φύση τών πραγμάτων. Καί είναι τόσο φευγαλέα αύτή ή θεϊκή δύναμη πού διαποτί-ζει τήν ψυχή μας. Τά βήματά της μοιάζουν μέ τά ΐχνη τοΰ άνέμου πάνω στήν θάλασσα· έρχεται ή πρωινή γαλήνη νά τά σβήσει, άφοΰ μείνουν γιά τόσο λίγο πάνω στή ραβδωμένη άμμο. Άνθρωποι μέ λεπτή εύαισθησία καί πλούσια φαντασία ζοΰν τέτοιες έντονες καταστάσεις, γεγονός πού τούς

79

κρατά μακριά άπό κάθε ταπεινή επιθυμία. Ή καλλιέργεια τής άρετής, τής άγάπης, τής

φιλοπατρίας, τής φιλίας, είναι ούσιαστικά συνδε-δεμένες μέ τέτοια συναισθήματα. Καί δσο αύτά διαρκούν, τό έγώ φαίνεται δπως πραγματικά είναι: ενα άπειροελάχιστο σημείο μέσα στό Σύμπαν.

Διαθέτοντας μιά διάνοια εκλεπτυσμένη στό έπακρο, οί ποιητές, πέρα άπό τίς βιωματικές εμπειρίες, έχουν τή χάρη νά χρωματίζουν μέ τίς ποικίλες άχνές άποχρώσεις ένός άθέατου κόσμου δλα δσα συνθέτουν.

Μιά λέξη μόνον άρκεΐ νά δονήσει τή μαγική χορδή καί νά άφυπνίσει συγκινήσεις καί συναι-σθήματα χαμένα στό παρελθόν. Γιατί μόνον ή ποίηση γίνεται νά κάνει τό ωραίο καί τό άγαθό άθάνατα. Συλλαμβάνει τά οράματα πού χάνονται μά πού έπιμένουν νά γυρνούν τίς άσέληνες νύχτες τής ζωής μας, τά ντύνει μέ λόγο καί σχήμα καί τά στέλνει στούς άνθρώπους νά φέρουν μηνύματα μιάς χαράς παρόμοιας μέ τή δική τους. Σ' αύτούς κυρίως άπευθύνεται πού δέν έχουν τρόπο νά δώ-σουν διέξοδο στή συγκινησή τους, νά εκφράσουν δ,τι θά ήθελαν.

80

ΟΣΟ ΤΠΑΡΧΕΙ ΠΟΙΗΣΗ θά έπισκέπτεται τόν άνθρωπο ό Θεός. Ή ποίηση κάνει τά πάντα άγά-πη. Εκθειάζει τό ωραίο, προσθέτει ομορφιά στό άσχημο, παντρεύει τήν άγαλλίαση μέ τόν τρόμο, τή λύπη μέ τήν ήδονή, τήν αιωνιότητα μέ τή διαρκή μεταβολή. Κάτω άπό τήν κυριαρχία της οδηγεί σέ ένότητα δλα τά άσυμβίβαστα. Κάθε τι πού άγγίζει ή ποίηση μετουσιώνεται. Κάθε τι πού κινείται μέσα στό φώς της ένσαρκώνει τό πνεύμα πού αύτή τοΰ έμπνέει. Μέ μυστική άλχη-μεία μετατρέπει σέ πόσιμο χρυσό τά δηλητηριώ-δη νερά πού ρέουν άπό τό θάνατο στή ζωή. Ή ποίηση άφαιρεΐ άπό τά πράγματα τό πέπλο τής συνήθειας. 'Αποκαλύπτει τήν κρυμμένη τους ομορφιά· πού αύτή είναι ή άπώτατη ούσία τοΰ κόσμου.

Ό λ α τά πράγματα ύπάρχουν δπως συλλαμβά-νονται ή τουλάχιστον σέ σχέση μέ οποίον τά προ-σλαμβάνει. Ό νοΰς βρίσκεται σ' ενα δικό του χώ-ρο καί μπορεί νά φτιάξει έναν Παράδεισο άπό Κόλαση ή μιά Κόλαση άπό Παράδεισο. 'Αλλά ή ποίηση μάς άπαλλάσσει άπό τήν κατάρα νά είμα-στε δέσμιοι τών τυχαίων γεγονότων τοΰ περιβάλ-λοντος. Καί είτε άπλώνει τό δικό της ποικιλό-

81

χρωμο παραπέτασμα είτε τραβά της ζωής τήν σκοτεινή αυλαία, δημιουργεί ανάλογα γιά μάς μιάν άλλη ύπαρξη μέσα στήν ύπαρξή μας. Γινό-μαστε κάτοικοι ενός άλλου κόσμου, πού μπροστά του ό πραγματικός μοιάζει χαώδης.

'Ανασυνθέτει άπό τά ΐδια της τά ύλικά τήν πραγματικότητα, τής οποίας δέν είμαστε παρά νοήμονα μέρη. 'Από τά μάτια τού νοΰ μας διαλύει τήν ομίχλη τής εύκολης γνώσης πού θαμπώνει τό θαύμα τής ύπαρξης. Μάς άναγκάζει νά αισθαν-θούμε αύτό πού λογικά συλλαμβάνουμε καί νά φανταστούμε άλλιώς αύτό πού ήδη γνωρίζουμε. Δημιουργεί άπ' άρχής τόν κόσμο, πού ή συνήθεια καί ή μονοτονία τόν είχαν ολότελα φθείρει. Δι-καιώνει αύτήν τήν τολμηρή μά άληθινή φράση του Τάσσο: Κανείς άλλος δέν δικαιούται τό ονομα τοΰ δημιουργού παρά μόνον ό Θεός καί ό Ποιητής.

Καί άφοΰ είναι γιά τούς άλλους δημιουργός ύψηλής σοφίας, εύχαρίστησης, άρετής καί δό-ξης — ό ποιητής — οφείλει καί προσωπικά νά εί-ναι ό εύτυχέστερος, ό έπιφανέστερος τών άνθρώ-πων. Όσον άφορά τή δόξα του, άς άφήσουμε τό χρόνο νά δείξει έάν ή φήμη οποιουδήποτε άλλου

82

δημιουργού θά μπορούσε νά συγκριθεί μέ αύτήν τοΰ ποιητή. Ό τ ι είναι ό πιό σοφός, εύτυχής καί αγαθός είναι άναμφισβήτητο· μόνο καί μόνο γιατί είναι ποιητής.

Οί μεγαλύτεροι ποιητές ήταν άνθρωποι τής πλέον άκηλίδωτης αρετής, τέλειας φρόνησης καί, ΐσως, οί εύδαιμονέστεροι μεταξύ τών άνθρώπων. Οί έξαιρέσεις, έάν παρατηρήσουμε αύτούς πού κατέχουν τήν ποιητική δύναμη σ' έναν ύψηλό βαθμό, θά δούμε δτι ένισχύουν μάλλον παρά δτι καταργούν τόν κανόνα. Ά ς έφαρμόσουμε δμως γιά λίγο τή λαϊκή άντίληψη γιά τή διαιτησία καί άς συγκεντρώσουμε πρός στιγμήν στό πρόσωπο μας τούς άσυμβίβαστους χαρακτήρες τοΰ κατή-γορου, τοΰ μάρτυρα, τοΰ κριτή καί τοΰ έκτελε-στή, γιά ν' άποφανθοΰμε χωρίς δίκη ή ένορκη μαρτυρία δτι τά κίνητρα δσων βρίσκονται καθι-σμένοι έκεΐ πού 8έν τολμάμε νά πλανηθούμε είναι στ' άλήθεια κατακριτέα.

Ά ς υποθέσουμε λοιπόν δτι ό Όμηρος ήταν μέ-θυσος, ό Βιργίλιος κόλακας, ό Όράτιος δειλός, τρελός ό Τάσσο, ό λόρδος Βάκων σφετεριστής, ό Ραφαήλ έκλυτος ή δτι ό Σπένσερ ήταν ποιητής τής αύλής. Δέν είναι σκόπιμο νά άναφερθοΰμε σέ

83

ζώντες ποιητές, άφοΰ ό χρόνος έχει κιόλας δι-καιώσει τά μεγάλα ονόματα πού τώρα μνημονεύ-σαμε. Τά λάθη τους ζυγίστηκαν καί βρέθηκαν νά είναι σκόνη στή ζυγαριά. 'Ακόμη κι άν οί άμαρ-τίες τους ήταν τόσο πορφυρές, τώρα φαντάζουν λευκές σάν χιόνι· έχουν πλυθεί στό αίμα αύτοΰ πού παρεμβάλλεται καί λυτρώνει τά πάντα, τοΰ χρόνου. Κοιτάξτε τί χαοτική κατάσταση δη-μιούργησαν οί παλιές συκοφαντίες άπέναντι στήν ποίηση καί τούς ποιητές! Φτάνουν νά τούς κατα-λογίζουν φανταστικά ή καί πραγματικά έγκλή-ματα. Σκεφτείτε τί τιποτένιο πού είναι κάτι τέ-τοιο! Κι έξετάστε τά δικά σας κίνητρα· μην κρί-νετε 'ίνα μην κριθήτε.

Ή ποίηση, δπως ήδη είπαμε, διαφέρει άπό τή λογική, γιατί δέν ύπόκειται στόν έλεγχο τών ένεργών δυνάμεων τού νοΰ. Τό πρώτο, μά καί καθένα φανέρωμά της, δέν σχετίζεται άμεσα μέ τή συνείδηση ή μέ τή βούληση. Είναι τολμηρό νά ύποστηρίξουμε δτι δλα αύτά άποτελοΰν άπαραί-τητες προϋποθέσεις γιά τήν άρχή κάθε πνευματι-κής έκδήλωσης, άφοΰ τά ί'δια τά έργα τους άπο-δεικνύεται νά μήν έπηρεάζονται άπό ορισμένους τουλάχιστον παράγοντες.

84

Ό τ α ν ή ποιητική δύναμη επανέρχεται διαρ-κώς, μπορούμε νά ύποθέσουμε δτι δημιουργεί ενα προσφιλή τρόπο τάξης καί άρμονίας. Κάτι πού είναι συνάρτηση τής ΐδιας τής φύσης τοΰ δη-μιουργού, άλλά καί τής απήχησης πού έχει στό κοινό του. Στά διαλείμματα δμως τής έμπνευσης, πού μπορεί νά είναι πυκνά χωρίς άπαραίτητα νά έχουν μεγάλη διάρκεια, ό ποιητής γίνεται άπλός άνθρωπος, παραδομένος στήν ξαφνική άμπωτη τών πολλαπλών επιδράσεων πού δλοι ύφιστάμε-θα. 'Αλλά καθώς είναι πιό εκλεπτυσμένος άπ' δλους καί άφάνταστα εύαίσθητος στόν πόνο καί τήν ήδονή, τή δική του καί τών άλλων, μπορεί νά άποφεύγει τόν πρώτο καί νά έπιδιώκει τή δεύτε-ρη μέ τόση ζέση δσο μεγάλο είναι τό κενό μεταξύ τους. Γίνεται δμως κάποτε μισητός κι άρχίζουν νά τόν συκοφαντούν, δταν παραμελεί νά δει πώς τά άντικείμενα έπιδίωξης καί άποφυγής φόρεσαν τό ένα τά ρούχα τοΰ άλλου. Χωρίς νά ύπάρχει τί-ποτε κατ' άνάγκην κακό σ' αύτό τό λάθος, ή σκληρότητα, ή ζήλεια, ή έκδίκηση, ή φιλαργυρία, δλα τά πάθη πού μπορεί νά προκαλέσουν κακό, παρ' δλα αύτά, δέν στερέωσαν ποτέ κατηγορίες έναντίον τών ποιητών.

85

ΘΑ ΗΤΑΝ ΟΜΩΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ γιά τήν ΐδια τήν άλήθεια, νά καταγράψω τίς σκέψεις μου δπως έρ-χονται, άντί νά άκολουθήσω τήν αύστηρή μορφή μιας πραγματείας ή τό τυπικό μιας πολεμικής. Έάν ή άποψη πού υποστηρίζω είναι ορθή, αύτο-μάτως θά άνασκευάσει τίς Τέσσερεις εποχές τής Ποίησης, τουλάχιστον δσον άφορά τό πρώτο μέ-ρος τοΰ θέματος. Μπορώ νά μαντέψω τί πρέπει νά προκάλεσε τήν κακία τοΰ καταρτισμένου καί εύφυοΰς συγγραφέα αύτοΰ τοΰ κειμένου. 'Ομολο-γώ, δπως κι αύτός, δτι άδυνατώ νά μείνω κατά-πληκτος μέ τίς θησηίδες τών βραχνών Κόδρων τής έποχής. Χωρίς άμφιβολία ό Βάβιος κι ό Μαί-βιος υπήρξαν άνέκαθεν άνυπόφορα πρόσωπα. Εί-ναι ωστόσο έργο τοΰ ίκανοΰ κριτικού νά διακρίνει μάλλον, παρά νά συγχέει. Τό πρώτο μέρος αύτών τών σημειώσεων σχετίζεται μέ τήν ποίηση, ώς πρός τά στοιχεία καί τίς άρχές της.

Έγινε φανερό, δσο έπέτρεψαν τά στενά δρια αύτής τής μελέτης, δτι άπό κοινή πηγή ή ποίηση καί ή άνθρώπινη ζωή ξεκινούν, μέ δμοιους τρό-πους καί σέ άνάλογες μορφές τάξης καί ομορφιάς δομούνται, γιά νά αποτελέσουν τήν 'ίδια τήν Ποίηση στήν εύρύτερη καί άπόλυτη σημασία της.

86

Τό δεύτερο μέρος τής μελέτης μου θά εχει γιά άντικείμενό του τήν εφαρμογή αύτών τών άρχών στό σημερινό ποιητικό παρόν. Σκοπός είναι νά πραγματοποιηθεί μιά υπεράσπιση τών σύγχρο-νων μορφών, τών ικανών νά υπαχθούν στή γεμά-τη δημιουργικότητα καί φαντασία διανοητική δύ-ναμη. Γιατί ή λογοτεχνία τής 'Αγγλίας, πού πά-ντα ή ακμή της προηγεΐτο ή συνόδευε τή μεγάλη καί έλεύθερη άνάπτυξη του εθνικού δυναμικού, άνέτειλε ξανά, σάν άπό μιά καινούργια γέννηση. Ά ν έξαιρέσουμε τή στενή άντίληψη καί τό φθόνο πού ύποτιμοΰν τίς σύγχρονες αξίες, ή δική μας έποχή θά μείνει άξιομημόνευτη γιά τά πνευματι-κά της έπιτεύγματα. Οί σύγχρονοι μας φιλόσοφοι καί ποιητές ξεπερνούν κατά πολύ δλους δσους παρουσιάστηκαν μέχρι τόν τελευταίο άγώνα γιά πολιτική καί θρησκευτική έλευθερία. Ή μόνη δύ-ναμη άνατροπής είναι ή ποίηση. 'Ικανή ν' άφυ-πνίσει σημαντικούς άνθρώπους ώστε νά προκαλέ-σουν τήν εύεργετική άλλαγή στίς άντιλήψεις καί τούς θεσμούς. Είναι ή δύναμη πού συγκεντρώνει μέσα της κι έκπέμπει γύρω ιδέες γεμάτες πάθος γιά τόν άνθρωπο καί τή φύση. Όσοι δμως διαθέ-τουν αύτήν τήν ποιητική ικανότητα δέν δείχνουν

87

πάντοτε νά συμφωνούν μέ τό πνεύμα τού άγαθού, πού κατά κανόνα υπηρετούν, έστω κι άν φαίνεται δτι τό άρνοΰνται. Είναι άδύνατον νά διαβάσεις τά έργα, άκόμη καί τών πιό φημισμένων συγγρα-φέων τής σημερινής έποχής, χωρίς νά δοκιμάσεις μιά δόνηση άπό τόν ήλεκτρισμό πού διαπερνά καί πυρακτώνει τό λόγο τους. Προσμετρούν δλη τήν έκταση καί άντηχοΰν δλο τό βάθος τής άνθρώπι-νης φύσης, μ' ένα πνεύμα γεμάτο κατανόηση καί διεισδυτικότητα πού κάνει άκόμη κι αύτούς τούς 'ίδιους νά μένουν έκπληκτοι μπροστά στίς άποκα-λύψεις τους· επειδή περισσότερο άπό τό δικό τους έκπροσωποΰν τό πνεύμα τής έποχής.

Οί ποιητές είναι ίεροφάντες μιάς άκατανόητης έμπνευσης, καθρέφτες μιάς γιγαντιαίας σκιάς πού τό μέλλον ρίχνει πάνω στό παρόν. Είναι οί ΐδιες τους οί λέξεις, ικανές νά εκφράζουν άκόμη κι έκεϊνο πού βρίσκεται πέραν άπ' δ,τι ό νούς συλ-λαμβάνει· οί σάλπιγγες είναι πού ήχούν στή μάχη άγνοώντας τή δύναμη πού έμπνέουν. Ή επιρροή ή άόρατη πού χωρίς νά κινείται τά πάντα κινεί.

Οί ποιητές είναι οί άνεπίσημοι νομοθέτες τού κόσμου.

88

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Ή Υπεράσπιση της Ποίησης γράφτηκε στά 1821, δταν ό Σέλλεϋ ήταν 29 χρονών. 'Αφορμή στάθηκε ενα κείμενο τοΰ Τόμας Λάβ Πήκοκ — The Four Ages of Poetry— , κεντρι-κός άξονας του οποίου ήταν ή διαπίστωση δτι δσο ό πολιτι-σμός προχωρεί, τόσο ή ποίηση παρακμάζει. Ό Σέλλεϋ απήντησε αμέσως μέ ένα κείμενο πού ξεφεύγει άπό τά δό-κιμα δρια τής πραγματείας, γιά νά γίνει μιά έκ βαθέων εξο-μολόγηση της πίστης τοΰ ποιητή στήν τέχνη του. Τό δεύτε-ρο μέρος πού αναγγέλλει ό συγγραφέας δέν γράφτηκε ποτέ, ένώ τό πρώτο τελικά δημοσιεύτηκε πολύ μετά τό θάνατο του, στά 1840.

Ή μετάφραση προσπάθησε νά κρατηθεί κοντά στό πνεύ-μα τοΰ συγγραφέα μάλλον παρά στό τυπικό της γλώσσας του.

Ι.Η.